Ναζίπ Ελ Χαπίρ ν. Αστυνομίας (2014) 2 ΑΑΔ 808

ECLI:CY:AD:2014:B880

(2014) 2 ΑΑΔ 808

[*808]21 Νοεμβρίου, 2014

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΕΛ ΧΑΠΙΡ ΝΑΖΙΠ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 6/2014)

 

 

Ποινή ― Ναρκωτικά ― Κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, με σκοπό την προμήθεια του σε άλλο πρόσωπο κατά παράβαση των προνοιών του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου αρ. 29/77 και προμήθεια του σε άγνωστο πρόσωπο, ήτοι τριών περίπου γραμμαρίων φυτού κάνναβης ― Επιβλήθηκαν πρωτοδίκως κατόπιν παραδοχής, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης τριάντα μηνών ― Μειώθηκαν κατ’ έφεση σε δεκαοκτώ ― Πλήρης απεξάρτηση κατά το στάδιο εκδίκασης της έφεσης ― Μη απόδοση αρμόζουσας βαρύτητας στην ουσιαστικά αυτοκαταδίκη του εφεσείοντα λόγω της αυτόβουλης παραδοχής του περί προμήθειας και καπνίσματος κάνναβης.

 

Ποινή ― Ναρκωτικά ― Προσωπικές περιστάσεις ― Η νομολογία που θέλει τις προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου να έχουν πολύ περιορισμένο ρόλο στην επιμέτρηση της ποινής σε ό,τι αφορά την κατοχή ναρκωτικών ουσιών δεν είναι άκαμπτη.

 

Ποινή ― Ναρκωτικά ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Απεξάρτηση ― Όχι μόνο η ίδια η προσπάθεια απεξάρτησης από τις ναρκωτικές ουσίες, αλλά ιδιαίτερα την επιτυχία της προσπάθειας αυτής, αποτελεί  ιδιαίτερο μετριαστικό παράγοντα ― Νομολογιακή επισκόπηση.

 

Ποινή ― Ναρκωτικά ― Ακόμη και στις υποθέσεις ναρκωτικών ουσιών έχει νομολογηθεί ότι δεν θα πρέπει να δίνεται η εντύπωση ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές συνθήκες του κατηγορουμένου παρά το γεγονός ότι μνημονεύονται στην απόφαση.

 

Ποινή ― Ποινικό μέτρο ― Καθορίζεται πρωτίστως από το πρωτόδι[*809]κο Δικαστήριο το οποίο φέρει προς τούτο την ευθύνη ― Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου η ποινή είναι εκδήλως ανεπαρκής ή υπερβολική ή άλλως πως αναδεικνύει σφάλμα αρχής.

 

Ποινή ― Ποινικό μέτρο ― Νομολογία ― Ενδεικτική μόνο σημασία μπορεί να έχει διότι ουδέποτε υπάρχει απόλυτη ταύτιση μεταξύ των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων δύο υποθέσεων ― Βοηθά στο πλαίσιο ανάδειξης εκείνου του μέτρου που ακολουθείται σε διάφορες υποθέσεις.

 

Ποινή ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Καθυστέρηση στην εκδίκαση ― Το Δικαστήριο δεν θα έπρεπε να είχε προχωρήσει να τονίσει και την όποια καθυστέρηση σημειώθηκε λόγω της αρχικής μη παραδοχής (που ήταν δικαίωμα του) και της αλλαγής απαντήσεως αργότερα δίδοντας έτσι την εντύπωση σε βάρος του ότι ο εφεσείων δεν μπορούσε ή δεν έπρεπε να προβεί σε τέτοιο χειρισμό.

 

Ο εφεσείων επιδίωξε την ανατροπή της πρωτοδίκως επιβληθείσας ποινής φυλάκισης των 30 μηνών στις παραδεχθείσες υπ’ αυτού  κατηγορίες (υπ. αρ. 2 και 3) που αφορούσαν αντίστοιχα στην κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, με σκοπό την προμήθεια του σε άλλο πρόσωπο κατά παράβαση των προνοιών του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου αρ. 29/77, καθώς και στην προμήθεια του πιο πάνω ελεγχόμενου φαρμάκου στις 3.9.2010 στη Λεμεσό σε άγνωστο πρόσωπο, ήτοι τριών περίπου γραμμαρίων φυτού κάνναβης.

 

Στην κατηγορία 1 που ο εφεσείων επίσης παραδέχθηκε και που αφορούσε στην παράνομη κατοχή στις 3.9.2010, 42.1773 γραμμαρίων φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη και 0.7483 γραμμαρίων μεθεδρόνης, το Δικαστήριο δεν επέβαλε ποινή, εφόσον τα γεγονότα της περιέχονταν σε αυτά της 2ης κατηγορίας, ενώ στην 4η κατηγορία που αφορούσε κάπνισμα φυτού κάνναβης στις 2.9.2010 στη Λεμεσό, από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, επεβλήθη ποινή φυλάκισης οκτώ μηνών. Στην τρίτη κατηγορία, ως ήδη αναφέρθηκε, επιβλήθηκε επίσης ποινή 30 μηνών φυλάκισης. Οι επιβληθείσες ποινές διατάχθηκαν να συντρέχουν από 4.11.2013.

 

Ο εφεσείων παραδέχθηκε τις τέσσερεις κατηγορίες που του προσήφθησαν και για σκοπούς επιβολής ποινής ζήτησε όπως ληφθεί υπόψη και η υπ’ αρ. 7118/12 ποινική υπόθεση του άλλου Επαρχιακού Δικαστηρίου, στην οποία επίσης παραδέχθηκε ενοχή σε τρεις συναφείς κατηγορίες που εκεί αντιμετώπιζε, συγκατηγορούμενος με άλλο πρόσωπο. 

[*810]Το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη ως μετριαστικούς παράγοντες το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος, την άμεση παραδοχή του στις αστυνομικές αρχές και τη συνεργασία του μ’ αυτές, σημειώνοντας ειδικώς ότι χωρίς τη δική του παραδοχή δεν θα εξιχνιάζονταν τα αδικήματα της προμήθειας σε τρίτα πρόσωπα και της χρήσης κάνναβης δια ιδίαν χρήση. Δεν παρέλειψε όμως να καταγράψει ότι η παραδοχή στις ανακριτικές αρχές ήταν ουσιαστικά αναπόφευκτη στην πρώτη κατηγορία, έχοντας υπόψη τα γεγονότα.

 

Υπέρ του εφεσείοντος το Δικαστήριο προσμέτρησε και την όχι «ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα και ότι τα ναρκωτικά …. ανήκαν στην τάξη Β». Πρόσθετα, ότι υπήρχε καθυστέρηση στην καταχώρηση του κατηγορητηρίου στις 10.7.2012 για αδικήματα που έλαβαν χώραν τον Σεπτέμβριο του 2010.

 

Καταγράφηκε περαιτέρω ότι το τελευταίο διάστημα πριν από την επιβολή της ποινής, προσπαθούσε να απεξαρτηθεί διευθετώντας και συνάντηση με σύμβουλο της Αγίας Σκέπης.

 

Κατά τη συζήτηση της έφεσης έγινε δεκτό από τη Δημοκρατία, ότι στο μεταξύ ο εφεσείων έχει πλήρως απεξαρτηθεί.

 

Το Δικαστήριο σημείωσε, κατά πάγια νομολογία, ότι σε υποθέσεις ναρκωτικών οι προσωπικές περιστάσεις δεν είναι ικανές να υπερφαλαγγίσουν την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικής ποινής.  Αφού αναφέρθηκε και στη νομολογία που προδιαγράφει την αυξητική τάση των ποινών στα αδικήματα του είδους και έλαβε υπόψη και την ποινική υπόθεση υπ’ αρ. 7118/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, επέβαλε τις προαναφερθείσες ποινές άμεσης φυλάκισης, τις οποίες και δεν έκρινε ορθό να αναστείλει.

 

Η έφεση κατά της ποινής στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Ο εφεσείων αντιμετωπίστηκε ως έμπορος ναρκωτικών, αντί ως ένας χρήστης που είχε στην κατοχή του μικρή σχετικά ποσότητα ναρκωτικών, από την οποία πώλησε ακόμη πιο μικρό μέρος για οικονομική υποστήριξη του.

 

β)  Η αυτόβουλη αποκάλυψη των αδικημάτων στις κατηγορίες 3 και 4, η παραδοχή και συνεργασία του με την Αστυνομία, το νεαρό της ηλικίας του και το λευκό ποινικό μητρώο του, έτυχαν μεν αναφοράς από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά μόνο λεκτικά χρησιμοποιήθηκαν εν τέλει κατά τη διαδικασία επιμέτρησης της ποινής, αφού αυτή ήταν εξοντωτική από κάθε άποψη.

[*811]γ) Για τόση μικρή ποσότητα ναρκωτικών προς ιδίαν χρήση δεν εντοπιζόταν στη νομολογία παρόμοια ποινή φυλάκισης σε νεαρό άτομο 23 ετών. Η δε χρήση των ναρκωτικών έλαβε χώρα λόγω εθισμού του εφεσείοντος, ο οποίος μετά από επίμονες προσπάθειες κατάφερε να απεξαρτηθεί εντελώς.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η ενασχόληση με ναρκωτικά είτε για ιδία χρήση, είτε κατά μείζονα λόγο, για εμπορία με την εισαγωγή και διάθεση ή προμήθεια σε τρίτα πρόσωπα αποτελεί μέγιστο κίνδυνο στην κοινωνική συνοχή ενόψει των τεραστίων προβλημάτων που επιφέρει η εξάρτηση από τις ουσίες αυτές.

 

2.  Η ποσότητα των 42.1773 γραμμαρίων φυτού κάνναβης είναι αρκετή για να εντάξει την περίπτωση στο κατά το Άρθρο 30Α του Νόμου δημιουργούμενο τεκμήριο κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια τους σε τρίτο πρόσωπο, τεκμήριο που δεν έχει ανατραπεί ενόψει της παραδοχής του στη σχετική κατηγορία.

 

3.  Επομένως δεν μπορούσε να λογισθεί η ποσότητα ως ιδιαίτερος μετριαστικός παράγων έχοντας όμως ταυτόχρονα υπόψη ότι, σύμφωνα με το Άρθρο 30(4)(β)(vi) του Νόμου, η ποσότητα και το είδος της ναρκωτικής ουσίας θα πρέπει πάντοτε να λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς επιβολής ποινής.

 

4.  Εκείνο το οποίο θα μπορούσε όμως να προσμετρήσει υπέρ του εφεσείοντος ήταν η αυτόβουλη αποκάλυψη του γεγονότος ότι προμήθευσε μικρή ποσότητα ναρκωτικής ουσίας σε τρίτο πρόσωπο, με αποτέλεσμα την αυτοκαταδίκη του ουσιαστικά τόσο στην κατηγορία 3, όσο και στην κατηγορία 4, όπου και πάλι αυτοβούλως παραδέχθηκε ότι κάπνισε φυτό κάνναβης την προηγούμενη ημέρα της σύλληψης του.

 

5.  Η αυτόβουλη αυτή ενέργεια του εφεσείοντος λήφθηκε μεν υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά δεν της αποδόθηκε εκείνη η αρμόζουσα βαρύτητα που θα έπρεπε.

 

6.  Και αυτό διότι χωρίς την παραδοχή εναντίον του ιδίου του συμφέροντος του δεν θα προστίθεντο οι κατηγορίες 3 και 4 στο κατηγορητήριο, εφόσον η δεύτερη κατηγορία ήταν ουσιαστικά απόρροια μόνο του μαχητού τεκμηρίου το οποίο δημιουργεί ο Νόμος.

 

7.  Επιπρόσθετα, η νομολογία που θέλει τις προσωπικές συνθήκες [*812]ενός κατηγορούμενου να έχουν πολύ περιορισμένο ρόλο στην επιμέτρηση της ποινής σε ό,τι αφορά την κατοχή ναρκωτικών ουσιών δεν είναι, άκαμπτη.

 

8.  Ο πιο καταλυτικός όμως λόγος για επέμβαση στην πρωτόδικη ποινική μεταχείριση είναι η πλήρης απεξάρτηση του εφεσείοντος από τα ναρκωτικά.

 

9.  Αυτό ήταν ένα δεδομένο που δεν ήταν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπόψη, εφόσον σε εκείνο το στάδιο της επιβολής της ποινής, ο εφεσείων ήταν ακόμη σε στάδιο προσπάθειας απεξάρτησης.

 

10. Υπό το φως όλων των ανωτέρω δικαιολογείτο επέμβαση στις επιβληθείσες ποινές, έχοντας υπόψη ταυτόχρονα το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος και την καθυστέρηση στην προσαγωγή του ενώπιον του Δικαστηρίου, καθυστέρηση που επίσης έγινε δεκτή από την Κατηγορούσα Αρχή.

 

11. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν θα έπρεπε να είχε προχωρήσει να τονίσει και την  όποια καθυστέρηση σημειώθηκε λόγω της αρχικής μη παραδοχής (που ήταν δικαίωμα του) και της αλλαγής απαντήσεως αργότερα δίδοντας έτσι την εντύπωση σε βάρος του ότι ο εφεσείων δεν μπορούσε ή δεν έπρεπε να προβεί σε τέτοιο χειρισμό.

 

Η έφεση επιτράπηκε. Η επιβληθείσα ποινή των 30 μηνών φυλάκισης, στις κατηγορίες 2 και 3, μειώθηκε για εκάστη στους 18 μήνες αντίστοιχα. Οι ποινές θα συνέτρεχαν. Η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης των 8 μηνών στην κατηγορία 4, επικυρώθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπαχαραλάμπους (2007) 2 Α.Α.Δ. 11,

 

Γενικός Εισαγγελέας ν. Elgathi (2007) 2 Α.Α.Δ. 199,

 

Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538,

 

Berne v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 437,

 

Sikaf v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 467,

[*813]Μακρή ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 42,

 

Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551,

 

Bezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785,

 

Χρίστου ν. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 448,

 

Abe v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211,

 

Ιωάννου ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 513

 

Μαυραντωνίου ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 333,

 

Καρακάννας ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 463,

 

Τσιάκκα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 282.

 

Έφεση εναντίον Ποινής.

 

Έφεση από τον καταδικασθέντα εναντίον της απόφασης του             Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Κατσικίδης, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 16134/12), ημερομηνίας 14/11/13.

 

Χρ. Πουργουρίδης, για τον Εφεσείοντα.

 

Λ. Μάρκου, για την Εφεσίβλητη.

 

Εφεσείων παρών.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ο εφεσείων επιδιώκει την ανατροπή της πρωτοδίκως επιβληθείσας ποινής φυλάκισης των 30 μηνών στις παραδεχθείσες υπ’ αυτού δεύτερη και τρίτη κατηγορίες που αφορούσαν αντίστοιχα την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, με σκοπό την προμήθεια του σε άλλο πρόσωπο κατά παράβαση των προνοιών του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου αρ. 29/77, καθώς και την προμήθεια του πιο πάνω ελεγχόμενου φαρμάκου στις 3.9.2010 στη Λεμεσό σε άγνωστο πρόσωπο, τριών περίπου γραμμαρίων φυτού κάνναβης.

[*814]Στην κατηγορία 1 που ο εφεσείων επίσης παραδέχθηκε και που αφορούσε την παράνομη κατοχή στις 3.9.2010, 42.1773 γραμμαρίων φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη και 0.7483 γραμμαρίων μεθεδρόνης, το Δικαστήριο δεν επέβαλε ποινή, εφόσον τα γεγονότα της περιέχονταν σε αυτά της 2ης κατηγορίας, ενώ στην 4η κατηγορία που αφορούσε κάπνισμα φυτού κάνναβης στις 2.9.2010 στη Λεμεσό, από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, επεβλήθη ποινή φυλάκισης οκτώ μηνών. Στην τρίτη κατηγορία, ως ήδη αναφέρθηκε, επιβλήθηκε επίσης ποινή 30 μηνών φυλάκισης. Οι επιβληθείσες ποινές διατάχθηκαν να συντρέχουν από 4.11.2013.

 

Τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία δεν είναι υπό αμφισβήτηση περιέχονται με λεπτομέρεια στην πρωτόδικη ποινή και έχουν αναγωγή στο δεδομένο ότι στις 3.9.2010, μετά από σχετικές πληροφορίες, αστυνομικοί της ΥΚΑΝ Λεμεσού ανέκοψαν για έλεγχο το όχημα του εφεσείοντος, εντός του οποίου βρέθηκε σε μια μωβ θήκη, ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης. Ο εφεσείων με την επίστηση της προσοχής του στο Νόμο δέχθηκε ότι ήταν δική του η φυτική ύλη, το ίδιο δε έπραξε και κατά τη σύλληψη του για αυτόφωρο αδίκημα. Στο όχημα βρέθηκαν και άλλες ποσότητες πράσινης ξηρής φυτικής ύλης μέσα σε οκτώ χωριστές συσκευασίες, τις οποίες και πάλι ο εφεσείων αποδέχθηκε ότι ήταν δικές του. Παρόμοια παραδοχή έγινε και για ποσότητα άσπρης σκόνης που βρέθηκε στην πόρτα του οδηγού του οχήματος συσκευασμένη σε τεμάχιο νάϋλο σακουλιού. Οδηγηθείς ο εφεσείων στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λεμεσού ομολόγησε σε θεληματική κατάθεση ότι τα ανευρεθέντα ήταν δικά του και για δική του χρήση, καθώς και ότι μέρος θα τα προμήθευε σε άλλα πρόσωπα λόγω οικονομικής ανάγκης. Αποκάλυψε επίσης ότι είχε ήδη προμηθεύσει σε τρίτα πρόσωπα κάνναβη τριών γραμμαρίων και ότι ο ίδιος έκαμε τελευταίως χρήση κάνναβης την προηγούμενη ημέρα, 2.9.2010.

 

Ο εφεσείων παραδέχθηκε τις τέσσερεις κατηγορίες που του απευθύνθηκαν ως ανωτέρω και για σκοπούς επιβολής ποινής ζήτησε όπως ληφθεί υπόψη και η υπ’ αρ. 7118/12 ποινική υπόθεση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, στην οποία επίσης παραδέχθηκε ενοχή στις τρεις κατηγορίες που εκεί αντιμετώπιζε και που αφορούσαν την κατοχή 2.9137 γραμμαρίων ποσότητας φυτού κάνναβης, την κατοχή 19.7765 γραμμαρίων φυτού κάνναβης και την κατοχή της προαναφερθείσας ποσότητας με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Τα αδικήματα αυτά έλαβαν χώραν στις 28.5.2011, στην Αγία Νάπα, ο δε εφεσείων ήταν συγκα[*815]τηγορούμενος με άλλο πρόσωπο.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο σε μια ιδιαιτέρως πολυσέλιδη απόφαση, έκτασης 31 σελίδων, παρέθεσε με λεπτομέρεια τα γεγονότα και ενδιέτριψε στη νομολογία την οποία κατέγραψε επιμελώς.  Έλαβε υπόψη ως μετριαστικούς παράγοντες το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος, την άμεση παραδοχή του στις αστυνομικές αρχές και τη συνεργασία του μ’ αυτές, σημειώνοντας ειδικώς ότι χωρίς τη δική του παραδοχή δεν θα εξιχνιάζονταν τα αδικήματα της προμήθειας σε τρίτα πρόσωπα και της χρήσης κάνναβης δια ιδίαν χρήση. Δεν παρέλειψε όμως να καταγράψει ότι η παραδοχή στις ανακριτικές αρχές ήταν ουσιαστικά αναπόφευκτη στην πρώτη κατηγορία, έχοντας υπόψη τα γεγονότα.

 

Υπέρ του εφεσείοντος το Δικαστήριο προσμέτρησε και την όχι «ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα και ότι τα ναρκωτικά …. ανήκουν στην τάξη Β». Πρόσθετα, ότι υπήρχε καθυστέρηση στην καταχώρηση του κατηγορητηρίου στις 10.7.2012 για αδικήματα που έλαβαν χώραν τον Σεπτέμβριο του 2010. Παρόλο που η κατηγορούσα αρχή δέχθηκε ότι η καθυστέρηση βάρυνε αποκλειστικά την ίδια, το Δικαστήριο προχώρησε να εξειδικεύσει με αναφορά σε ημερομηνίες ότι από την καταχώρηση της υπόθεσης έφερε ευθύνη και ο εφεσείων, αφού αρχικά δεν παραδέχθηκε τις κατηγορίες με επακόλουθο να ορισθεί αρχικά η υπόθεση για ακρόαση και μετά να ζητηθεί άδεια για αλλαγή απαντήσεως με συνακόλουθες άλλες τέσσερεις αναβολές μέχρι την πλήρη ετοιμότητα και των δύο πλευρών να εκθέσουν εκατέρωθεν τα γεγονότα.

 

Οι προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του εφεσείοντος, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας (ένας από τους λόγους των πιο πάνω αναβολών ήταν και η ετοιμασία της), αποτέλεσαν κοινό έδαφος για μετριασμό. Ο εφεσείων ήταν κατά τη διάπραξη των αδικημάτων 23 ετών και κατά την επιβολή της ποινής 25 ετών, άγαμος εργαζόμενος ως σερβιτόρος, διαμένων με τους γονείς του σε ιδιόκτητο τους διαμέρισμα.  Γεννήθηκε στην Κύπρο από Λιβάνιο πατέρα και Ελληνοκύπρια μητέρα, είναι απόφοιτος Λυκείου και μετά τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, άρχισε να σπουδάζει γραφικές τέχνες, διακόπτοντας όμως τη φοίτηση του λόγω οικονομικών προβλημάτων. Από την ηλικία των 15 ετών είναι χρήστης εξαρτησιογόνων ουσιών.  Σημειώθηκε ότι το τελευταίο διάστημα πριν την επιβολή της ποινής, προσπαθούσε να απεξαρτηθεί διευθετώντας και συνάντηση με σύμβουλο της Αγίας Σκέπης. Παρεμβάλλεται εδώ ότι έγινε δεκτό από τη Δημοκρατία κατά τη συζήτηση της έφεσης, ότι στο με[*816]ταξύ ο εφεσείων έχει πλήρως απεξαρτηθεί.

 

Το Δικαστήριο σημείωσε, κατά πάγια νομολογία, ότι σε υποθέσεις ναρκωτικών οι προσωπικές περιστάσεις δεν είναι ικανές να υπερφαλαγγίσουν την ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικής ποινής. Αφού αναφέρθηκε και στη νομολογία που προδιαγράφει την ανυψωτική τάση των ποινών στα αδικήματα του είδους και αφού έλαβε υπόψη και την ποινική υπόθεση υπ’ αρ. 7118/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, επέβαλε τις προαναφερθείσες ποινές άμεσης φυλάκισης, τις οποίες και δεν έκρινε ορθό να αναστείλει μετά από καθοδήγηση του από τη σχετική νομολογία που παρέθεσε.

 

Πλήττεται η ποινή ως εκδήλως υπερβολική έχοντας υπόψη το σύνολο των περιστάσεων των αδικημάτων. Κατά την εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντος, ο εφεσείων αντιμετωπίστηκε ως έμπορος ναρκωτικών, αντί ως ένας χρήστης που είχε στην κατοχή του μικρή σχετικά ποσότητα ναρκωτικών, από την οποία πώλησε ακόμη πιο μικρό μέρος για οικονομική υποστήριξη του. Η αυτόβουλη αποκάλυψη των αδικημάτων στις κατηγορίες 3 και 4, η παραδοχή και συνεργασία του με την Αστυνομία, το νεαρό της ηλικίας του και το λευκό ποινικό μητρώο του, έτυχαν μεν αναφοράς από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά μόνο λεκτικά χρησιμοποιήθηκαν εν τέλει κατά τη διαδικασία επιμέτρησης της ποινής, αφού αυτή ήταν εξοντωτική από κάθε άποψη. Ο συνήγορος υπέδειξε ότι για τόση μικρή ποσότητα ναρκωτικών προς ιδίαν χρήση δεν εντόπισε παρόμοια ποινή φυλάκισης σε νεαρό άτομο 23 ετών. Αντίθετα, αντιπαράβαλε ποινές που επιβλήθηκαν για κατοχή ναρκωτικών ουσιών πολλαπλάσιας ποσότητας, (Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπαχαραλάμπους (2007) 2 Α.Α.Δ. 11 – δύο χρόνια φυλάκιση για κατοχή 419 γραμμαρίων κάνναβης και Γενικός Εισαγγελέας ν. Elgathi (2007) 2 Α.Α.Δ. 199 – 30 μήνες για κατοχή 179 γραμμαρίων και προμήθεια αυτών), για να τονίσει την αυστηρότητα της επιβληθείσας ποινής. Επέμεινε στη χρήση των  ναρκωτικών λόγω εθισμού του εφεσείοντος, ο οποίος μετά από επίμονες προσπάθειες κατάφερε σήμερα να απεξαρτηθεί εντελώς.

 

Ο ευπαίδευτος κατήγορος αποδεχόμενος την απεξάρτηση του εφεσείοντος, αλλά, ταυτόχρονα, και το μάλλον αυστηρό της ποινής που επιβλήθηκε, διαφώνησε ότι ο εφεσείων αντιμετωπίστηκε ως έμπορος ναρκωτικών ή ότι η ποσότητα ήταν μικρή. Η δυνατότητα περαιτέρω επιείκειας, υπέδειξε, εξανεμίστηκε από το γεγονός ότι επτά μήνες μετά τη διάπραξη των κριθέντων αδικημάτων, ο εφεσείων επανέλαβε παρόμοια αδικήματα στην Αγία Νάπα. Το [*817]Δικαστήριο άσκησε εύλογη διακριτική ευχέρεια στο όλο ζήτημα, καθορίζοντας το ύψος της ποινής.

 

Είναι τετριμμένο, αλλά πρέπει να υπομνησθεί η νομολογία που υπαγορεύει την αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε υποθέσεις ναρκωτικών ουσιών. Η ενασχόληση με ναρκωτικά είτε για ιδία χρήση, είτε κατά μείζονα λόγο, για εμπορία με την εισαγωγή και διάθεση ή προμήθεια σε τρίτα πρόσωπα αποτελεί μέγιστο κίνδυνο στην κοινωνική συνοχή ενόψει των τεραστίων προβλημάτων που επιφέρει η εξάρτηση από τις ουσίες αυτές. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που τα Δικαστήρια συνδράμουν έστω κατασταλτικά, στον πόλεμο εναντίον των ναρκωτικών με την επιβολή αυστηρών και συνάμα αποτρεπτικών ποινών. Ορθά επομένως μνημονεύθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο διάφορες σχετικές επί του θέματος αποφάσεις, ενδεικτικές των οποίων είναι οι Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538, Berne v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 467, Sikaf v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 467 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπαχαραλάμπους – ανωτέρω –.

 

Γνωστή είναι επίσης η νομολογία, κατά συστηματικό μάλιστα τρόπο, ότι το ποινικό μέτρο καθορίζεται πρωτίστως από το πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο φέρει προς τούτο την ευθύνη. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου η ποινή είναι εκδήλως ανεπαρκής ή υπερβολική ή άλλως πως αναδεικνύει σφάλμα αρχής, (Μακρή ν. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 42, Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551 και Bezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 A.A. 785).

 

Επίσης ότι όπως έχει πλειστάκις υποδειχθεί, η αναφορά τόσο από τους συνηγόρους υπεράσπισης, όσο και από το Δικαστήριο σε προηγούμενες αποφάσεις, ενδεικτική μόνο σημασία μπορεί να έχει διότι ουδέποτε υπάρχει απόλυτη ταύτιση μεταξύ των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων δύο υποθέσεων. Εκείνο στο οποίο βοηθά η προηγούμενη νομολογία είναι στο πλαίσιο ανάδειξης εκείνου του μέτρου που ακολουθείται σε διάφορες υποθέσεις, ώστε να εξετάζεται σφαιρικά και η ποινή που θα επιβληθεί στη συγκεκριμένη υπόθεση που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Η ποσότητα των 42.1773 γραμμαρίων φυτού κάνναβης είναι αρκετή για να εντάξει την περίπτωση στο κατά το Άρθρο 30Α του Νόμου δημιουργούμενο τεκμήριο κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια τους σε τρίτο πρόσωπο, τεκμήριο που δεν έχει ανατραπεί ενόψει της παραδοχής του στη σχετική κατηγορία. [*818]Επομένως δεν μπορεί να λογισθεί η ποσότητα ως ιδιαίτερος μετριαστικός παράγων έχοντας όμως ταυτόχρονα υπόψη ότι, σύμφωνα με το Άρθρο 30(4)(β)(vi) του Νόμου, η ποσότητα και το είδος της ναρκωτικής ουσίας θα πρέπει πάντοτε να λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς επιβολής ποινής.

 

Εκείνο το οποίο θα μπορούσε όμως να προσμετρήσει υπέρ του εφεσείοντος είναι η αυτόβουλη αποκάλυψη του γεγονότος ότι προμήθευσε μικρή ποσότητα ναρκωτικής ουσίας σε τρίτο πρόσωπο, με αποτέλεσμα την αυτοκαταδίκη του ουσιαστικά τόσο στην κατηγορία 3, όσο και στην κατηγορία 4, όπου και πάλι αυτοβούλως παραδέχθηκε ότι κάπνισε φυτό κάνναβης την προηγούμενη ημέρα της σύλληψης του. Η αυτόβουλη αυτή ενέργεια του εφεσείοντος λήφθηκε μεν υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά δεν της αποδόθηκε εκείνη η αρμόζουσα βαρύτητα που θα έπρεπε.  Και αυτό διότι χωρίς την παραδοχή εναντίον του ιδίου του συμφέροντος του δεν θα προστίθεντο οι κατηγορίες 3 και 4 στο κατηγορητήριο, εφόσον η δεύτερη κατηγορία ήταν ουσιαστικά απόρροια μόνο του μαχητού τεκμηρίου το οποίο δημιουργεί ο Νόμος. 

 

Επιπρόσθετα, η νομολογία που θέλει τις προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου να έχουν πολύ περιορισμένο ρόλο στην επιμέτρηση της ποινής σε ό,τι αφορά την κατοχή ναρκωτικών ουσιών δεν είναι, όπως αναφέρθηκε στη Χρίστου ν. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 448, άκαμπτη. Περαιτέρω, ακόμη και στις υποθέσεις ναρκωτικών ουσιών, νομολογήθηκε στην Abe v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211, ότι δεν θα πρέπει να δίνεται η εντύπωση ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές συνθήκες του κατηγορουμένου παρά το γεγονός ότι μνημονεύονται στην απόφαση. Δεν πρέπει με άλλα λόγια να γίνεται απλά λεκτική αναφορά χωρίς να αποδίδεται στους μετριαστικούς παράγοντες, περιλαμβανομένων και των προσωπικών συνθηκών, η πρόσδωση σ’ αυτούς της ανάλογης μετριαστικής επίπτωσης προς όφελος του κατηγορούμενου, (Ιωάννου ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 513).

 

Ο πιο καταλυτικός όμως λόγος για επέμβαση στην πρωτόδικη ποινική μεταχείριση είναι η πλήρης απεξάρτηση του εφεσείοντος από τα ναρκωτικά, όπως έγινε δεκτό και από τον ευπαίδευτο Κατήγορο κατά τη διάρκεια της συζήτησης της έφεσης. Αυτό ήταν ένα δεδομένο που δεν ήταν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπόψη, εφόσον σε εκείνο το στάδιο της επιβολής της ποινής, ο εφεσείων ήταν ακόμη σε στάδιο προσπάθειας απεξάρτησης. Η νομολογία έχει σταθερά αναδείξει όχι μόνο την ίδια την προσπάθεια απεξάρτησης από τις ναρκωτικές ουσίες, αλλά και ιδιαίτερα την [*819]επιτυχία της προσπάθειας αυτής, ως ένα ιδιαίτερο μετριαστικό παράγοντα που βοηθά στην ομαλή επανένταξη του αδικοπραγούντος στην κοινωνία, αλλά και την απελευθέρωση του ιδίου του ατόμου από την ενασχόληση του με ουσίες θανάτου.

 

Στην Ιωάννου ν. Αστυνομίας – ανωτέρω – η επιτυχής προσπάθεια του εφεσείοντος για απεξάρτηση, οδήγησε, μαζί με άλλους μετριαστικούς παράγοντες, στη μείωση της επιβληθείσας ποινής των δώδεκα μηνών για κατοχή ηρωΐνης βάρους 3.6422 γραμμάρια σε τέτοια έκταση ώστε να καθίστατο δυνατή η άμεση αποφυλάκιση. Στη Μαυραντωνίου ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 333, επαναβεβαιώθηκε η νομολογία αυτή, αλλά και η έμπρακτη συμπεριφορά του εκεί κατηγορουμένου εντός των φυλακών που έδειχνε την ουσιαστική μεταμέλεια του και το γενικότερο χαρακτήρα του.  Να σημειωθεί ότι στην υπόθεση Μαυραντωνίου είχε επικυρωθεί η ποινή φυλάκισης των έξι μηνών που είχε επιβληθεί για κατοχή κάνναβης βάρους 59.3521 γραμμάρια από την οποία δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, ενώ σε άλλη κατηγορία καπνίσματος κάνναβης είχε επιβληθεί και επικυρωθεί ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών. Βέβαια, εκεί αυτές οι κατηγορίες συνυπήρχαν με την παράνομη κατοχή δύο πιστολιών στις οποίες η επιβληθείσα ποινή των 2½ ετών μειώθηκε κατ’ έφεση στον 1½ χρόνο λόγω των όλων μετριαστικών παραγόντων περιλαμβανομένης και της προσπάθειας απεξάρτησης. 

 

Η υπόθεση Καρακάννας ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 463, αποτελεί επίσης αυθεντία για το καταλυτικής σημασίας δεδομένο ότι ένας κατηγορούμενος με δική του θέληση ακολουθεί πρόγραμμα απεξάρτησης και μάλιστα με επιτυχία. Το ίδιο τονίσθηκε και στις υποθέσεις Τσιάκκα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 282.

 

Υπό το φως όλων των ανωτέρω κρίνεται ότι δικαιολογείται επέμβαση στις επιβληθείσες ποινές, έχοντας υπόψη ταυτόχρονα το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος και την καθυστέρηση στην προσαγωγή του ενώπιον του Δικαστηρίου, καθυστέρηση που επίσης έγινε δεκτή από την Κατηγορούσα Αρχή και το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν θα έπρεπε να είχε προχωρήσει να τονίσει και την  όποια καθυστέρηση σημειώθηκε λόγω της αρχικής μη παραδοχής (που ήταν δικαίωμα του) και της αλλαγής απαντήσεως αργότερα δίδοντας έτσι την εντύπωση σε βάρος του ότι ο εφεσείων δεν μπορούσε ή δεν έπρεπε να προβεί σε τέτοιο χειρισμό.

 

Η έφεση επιτρέπεται. Η επιβληθείσα ποινή των 30 μηνών φυλάκισης, στις κατηγορίες 2 και 3, μειώνεται για εκάστη στους 18 [*820]μήνες αντίστοιχα. Οι ποινές να συντρέχουν. Η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης των 8 μηνών στην κατηγορία 4, επικυρώνεται.

 

Η έφεση επιτρέπεται. Η επιβληθείσα ποινή των 30 μηνών φυλάκισης, στις κατηγορίες 2 και 3, μειώνεται για εκάστη στους 18 μήνες αντίστοιχα. Οι ποινές να συντρέχουν.  Η επιβληθείσα ποινή φυλάκισης των 8 μηνών στην κατηγορία 4, επικυρώνεται.

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο