Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Κυριάκου Αντωνίου (2014) 2 ΑΑΔ 915

ECLI:CY:AD:2014:B965

(2014) 2 ΑΑΔ 915

[*915]16 Δεκεμβρίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

 

Εφεσίβλητου.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 241/2012)

 

 

Ποινικός Κώδικας ― Πρόκληση θανάτου λόγω απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης κατά παράβαση του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ― Αιτιώδης συνάφεια ― Κατηγορούμενος ο οποίος προέβη σε ηλεκτρολογικές επιδιορθώσεις σε οικία, εκρίθη πρωτοδίκως μη ένοχος για το θάνατο προσώπου από ηλεκτροπληξία, λόγω διάσπασης της αλυσίδας γεγονότων και έλλειψης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ πράξης και αποτελέσματος ― Παραμερίστηκε κατ’ έφεση ― Απόφανση Εφετείου ότι ο θάνατος του θύματος προκλήθηκε από την επικίνδυνη ενέργεια του κατηγορούμενου και η αιτιώδης συνάφεια ήταν πέραν από ορατή, δεδομένης και της νομικής αρχής του Άρθρου 211 (ε) του Κεφ. 154.

 

Ποινικό Δίκαιο ― Αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξης και αποτελέσματος ― Είναι αρκετό με βάση τη νομολογία, η ενέργεια ή πράξη ή παράλειψη του κατηγορουμένου να είναι μία από τις αιτίες θανάτου του θύματος, η οποία βεβαίως να μην είναι επουσιώδης, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί η νομική αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξης και του αποτελέσματος. Η νομική αυτή αρχή έχει κωδικοποιηθεί στο Άρθρο 211 (ε) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

 

Ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος κρίθηκε πρωτοδίκως ύστερα από ακροαματική διαδικασία, μη ένοχος και απαλλάγηκε σε κατηγορία πρόκλησης θανάτου λόγω απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης κατά παράβαση του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, επί τω ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε ν’ αποδείξει την υπόθεση της εναντίον του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως το πρωτόδικο Δικα[*916]στήριο τα διαπίστωσε στις 12/12/09 ο κατηγορούμενος επισκέφθηκε την οικία του Αλκιβιάδη Κεπώλα στην Αθηαίνου για επιδιόρθωση του Αυτόματου Διακόπτη Διαρροής κοινώς «αυτόματο» μετά από κλήση του τελευταίου καθότι το αυτόματο παρουσίαζε πρόβλημα. Ο κατηγορούμενος τοποθέτησε δύο καλώδια «καβαλλέττα» από την είσοδο και έξοδο του, εξουδετερώνοντας την διακοπτιτική του ικανότητα.

 

Σε έλεγχο που έγινε στην έξοδο του αυτόματου διακόπτη διαρροής με απομονωμένη την ηλεκτρική εγκατάσταση της οικίας από τον γενικό διακόπτη του πίνακα διανομής, αφαιρεμένου του ουδέτερου της ΑΗΚ, βρέθηκε πλήρης απώλεια στα τρία καλώδια που ήταν συνδεδεμένα σε αυτό μεταξύ φάσης-γείωσης, με αποτέλεσμα όλα τα μεταλλικά μέρη της εγκατάστασης που ήταν προσγειωμένα να γίνουν ρευματοφόρα. Οι απώλειες αυτές εντοπίστηκαν στο καλώδιο που κατέληξε από το αυτόματο σε πλαστική σωλήνα που οδηγούσε στην οροφή της κατοικίας όπου το ένα από τα τέσσερα καλώδια που ήταν απευθείας από το αυτόματο διέσχιζαν την οροφή και κατέβαιναν από το πλευρό της μπροστινής βεράντας της οικίας του Αλκιβιάδη Κεπώλα καταλήγοντας μεταξύ δύο πράσινων δικτύων. Η άκρη του εν λόγω καλωδίου βρέθηκε τυλιγμένη με κολλητική ταινία (τέλλα) που χρησιμοποιούν οι υδραυλικοί που είναι εντελώς ακατάλληλη για τον σκοπό που χρησιμοποιήθηκε. Λόγω της βροχής το νερό εισχώρησε μέσα από την τέλλα στους αγωγούς στην άκρη του καλωδίου προκαλώντας βραχυκύκλωμα στους αγωγούς φάσης-γείωσης και απώλεια στους αγωγούς ουδέτερου-γείωσης. Στην άκρη του καλωδίου, στη μόνωση, στους αγωγούς και στη τέλλα βρέθηκε κάψιμο που είναι ένδειξη διέλευσης ρεύματος βραχυκυκλώματος. Με την παράκαμψη του αυτόματου διακόπτη διαρροής εξουδετερώθηκε η διακοπτιτική του ικανότητα και η προστασία που παρείχε στην ηλεκτρική εγκατάσταση. Αποτέλεσμα αυτού ήταν όλα τα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης που ήταν προσγειωμένα να γίνουν ρευματοφόρα και με την είσοδο του Αλκιβιάδη Κεπώλα στη ντουζιέρα και παίρνοντας με το δεξί του χέρι το ρευματοφόρο τηλέφωνο του ντους διοχετεύθηκε ρεύμα βραχυκύκλωσης στον καρπό του χεριού του και στο σώμα του προκαλώντας του τον θάνατο από ηλεκτροπληξία.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδεχόμενο τα πιο πάνω προεκτεθέντα γεγονότα, υπέδειξε ειδικότερα αναφορικά με το γεγονός ότι στην άκρη του καλωδίου, στη μόνωση, στους αγωγούς και την τέλλα βρέθηκε κάψιμο ένδειξη διέλευσης ρεύματος βραχυκυκλώματος που προκαλούσε τις συνεχείς πτώσεις του αυτομάτου, ότι το Δικαστήριο δεν είχε μαρτυρία ποιος έκοψε το καλώδιο αυτό και τοποθέτησε την ακατάλληλη κολλητική ταινία, παρά μόνο τα όσα ο κατηγορούμενος ανάφερε στην ανώμοτη δήλωση του. Επεσήμανε επιπρόσθετα ότι ούτε και [*917]μαρτυρία υπήρχε ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε ή πληροφορήθηκε για την ύπαρξη του βραχυκυκλωμένου καλωδίου.

 

Το γεγονός όμως αυτό και παρά την παράκαμψη του αυτομάτου με την τοποθέτηση «καβαλλέττων» από τον κατηγορούμενο, δεν μπορούσε κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρά να θεωρηθεί ότι έσπασε η αλυσίδα της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της πράξης του κατηγορουμένου και του αποτελέσματος.

 

Η παράκαμψη του αυτομάτου δεν ήταν έκρινε, η γενεσιουργός αιτία της πρόκλησης του θανάτου. Κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, το βραχυκυκλωμένο καλώδιο παρενέβαινε στα γεγονότα και έσπαζε την αλυσίδα αυτών.

 

Ο Γενικός Εισαγγελέας/εφεσείων προσέβαλε την πιο πάνω κρίση ως λανθασμένη.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η πιο πάνω πρωτόδικη θεώρηση των γεγονότων ήταν λανθασμένη. Ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος γνώριζε ότι ο αυτόματος διακόπτης διαρροής ηλεκτρικού ρεύματος δεν σταθεροποιείτο στην ορθή θέση για παροχή ρεύματος λόγω προβλήματος. Εργαζόταν για χρόνια ως ηλεκτρολόγος κατοικιών και γνώριζε την χρησιμότητα του αυτόματου διακόπτη διαρροής ηλεκτρισμού ως μηχανισμού προστασίας.

 

2.  Γνώριζε επίσης ότι με την ενέργεια του να παρακάμψει με «καβαλλέττα» τον μηχανισμό, η προστασία που παρείχε ως εκ της φύσεως του, εξουδετερώθηκε. Γνώριζε περαιτέρω ότι συνεπεία της παράκαμψης που προκάλεσε, όλα τα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης που ήταν προσγειωμένα έγιναν ρευματοφόρα.

 

3.  Ουσιαστικά ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος με την άνω ενέργεια του μετέτρεψε την ηλεκτρική εγκατάσταση της οικίας του θύματος κατά το μέρος των μεταλλικών της μερών που ήταν προσγειωμένα, σε θανατηφόρα όργανα.

 

4.  Η ηλεκτροπληξία οποιουδήποτε θα άγγιζε αυτά θα ήταν αναπόφευκτη, όπως συνέβηκε και στην παρούσα υπόθεση με το τραγικό αποτέλεσμα το θάνατο ενός ανθρώπου.

 

5.  Είναι αρκετό με βάση τη νομολογία, η ενέργεια ή πράξη ή παράλειψη του κατηγορουμένου να είναι μία από τις αιτίες θανάτου [*918]του θύματος, η οποία βεβαίως να μην είναι επουσιώδης, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί η νομική αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξης και του αποτελέσματος. Η νομική αυτή αρχή έχει κωδικοποιηθεί στο Άρθρο 211 (ε) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.

 

6.  Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης προσεκτική εξέταση των γεγονότων όπως διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο και δεν αμφισβητήθηκαν, αποκάλυπτε χωρίς αμφιβολία ότι ο θάνατος του θύματος προκλήθηκε από την επικίνδυνη ενέργεια του εφεσίβλητου/κατηγορούμενου.

 

7.  Το βραχυκυκλωμένο καλώδιο από μόνο του στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης δεν θα μπορούσε να προκαλέσει το θάνατο του θύματος διότι ακριβώς ο αυτόματος διακόπτης διαρροής («αυτόματο») δεν θα επέτρεπε κάτι τέτοιο. Παρείχε προστασία λόγω της ικανότητας του να διακόπτει τη διέλευση ηλεκτρικού ρεύματος.

 

8.  Η παράκαμψη που έγινε από τον εφεσίβλητο/κατηγορούμενο μετέτρεψε τα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, σε φονικό όργανο που προκάλεσε το θάνατο του θύματος χωρίς οιανδήποτε άλλη παρέμβαση. Η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξης και αποτελέσματος είναι πέραν από ορατή.

 

9.  Ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος, όπως εξηγήθηκε, γνώριζε τους κινδύνους. Αλόγιστα τους αψήφησε και απερίσκεπτα, με τις πράξεις του να παρακάμψει τον αυτόματο διακόπτη διαρροής εξουδετερώνοντας την διακοπτιτική ικανότητα του, εξέθεσε την ασφάλεια του θύματος σε προβλεπτούς κινδύνους, που τελικά η έλευση τους οδήγησε σε μοιραίες συνέπειες.

 

Η έφεση επιτράπηκε. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε και αντικαταστάθηκε με καταδικαστική.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

R. ν. Dalloway [1847] 2 Cox CC 273,

 

Rossides v. Republic (1983) 2 C.L.R 391,

 

R. v. Smith [1959] 2 All E.R. 193,

 

R. v. Blane [1975] 3 All E.R. 446,

[*919]R. v. Malcherek and R. v. Steel [1981] 2 All E.R. 422,

 

Γενικός Εισαγγελέας ν. Σάζος (2001) 2 Α.Α.Δ. 18,

 

Γενικός Εισαγγελέας ν. Χρυσοστόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 473,

 

Zυπιτής ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 220,

 

Φιντανάκης ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 675.

 

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

 

Έφεση από τον Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της απόφασης του             Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Μουγής, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 1860/11), ημερομηνίας 23/11/12.

 

Αθ. Παπανικολάου, Δημόσιος Κατήγορος Α΄, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα.

 

Ε. Ευσταθίου, για τον Εφεσίβλητο.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Παρπαρίνος.

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος μετά από ακροαματική διαδικασία κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο μη ένοχος και απαλλάγηκε στην κατηγορία πρόκλησης θανάτου λόγω απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης κατά παράβαση του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 λόγω του ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε ν’ αποδείξει την υπόθεση της εναντίον του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως το πρωτόδικο Δικαστήριο τα διαπίστωσε είναι ότι:

 

«Στις 12/12/09 ο κατηγορούμενος επισκέφθηκε την οικία του Αλκιβιάδη Κεπώλα στην Αθηαίνου για επιδιόρθωση του Αυτόματου Διακόπτη Διαρροής κοινώς «αυτόματο» μετά από κλήση του τελευταίου καθότι το αυτόματο παρουσίαζε πρόβλημα. Ο κατηγορούμενος τοποθέτησε δύο καλώδια «καβαλλέττα» από την είσοδο και έξοδο του εξουδετερώνοντας την διακοπτιτική του ικανότητα. Σε έλεγχο που έγινε στην έξοδο του αυτόματου [*920]διακόπτη διαρροής με απομονωμένη την ηλεκτρική εγκατάσταση της οικίας από τον γενικό διακόπτη του πίνακα διανομής, αφαιρεμένου του ουδέτερου της ΑΗΚ, βρέθηκε πλήρης απώλεια στα τρία καλώδια που ήταν συνδεδεμένα σε αυτό μεταξύ φάσης-γείωσης, με αποτέλεσμα όλα τα μεταλλικά μέρη της εγκατάστασης που ήταν προσγειωμένα να γίνουν ρευματοφόρα. Οι απώλειες αυτές εντοπίστηκαν στο καλώδια που κατέληξε από το αυτόματο σε πλαστική σωλήνα που οδηγούσε στην οροφή της κατοικίας όπου το ένα από τα τέσσερα καλώδια που ήταν απευθείας από το αυτόματο διέσχιζαν την οροφή και κατέβαιναν από το πλευρό της μπροστινής βεράντας της οικίας του Αλκιβιάδη Κεπώλα καταλήγοντας μεταξύ δύο πράσινων δικτύων. Η άκρια του εν λόγω καλωδίου βρέθηκε τυλιγμένη με τέλλα που χρησιμοποιούν οι υδραυλικοί που είναι εντελώς ακατάλληλη για τον σκοπό που χρησιμοποιήθηκε. Λόγω της βροχής το νερό εισχώρησε μέσα από την τέλλα στους αγωγούς στην άκρη του καλωδίου προκαλώντας βραχυκύκλωμα στους αγωγούς φάσης-γείωσης και απώλεια στους αγωγούς ουδέτερου-γείωσης. Στην άκρη του καλωδίου, στη μόνωση, στους αγωγούς και στη τέλλα βρέθηκε κάψιμο που είναι ένδειξη διέλευσης ρεύματος βραχυκυκλώματος. Με την παράκαμψη του αυτόματου διακόπτη διαρροής εξουδετερώθηκε η διακοπτιτική του ικανότητα και η προστασία που παρείχε στην ηλεκτρική εγκατάσταση. Αποτέλεσμα αυτού ήταν όλα τα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης που ήταν προσγειωμένα να γίνουν ρευματοφόρα και με την είσοδο του Αλκιβιάδη Κεπώλα στη ντουζιέρα και παίρνοντας με το δεξί του χέρι το ρευματοφόρο τηλέφωνο του ντους διοχετεύθηκε ρεύμα βραχυκύκλωσης στον καρπό του χεριού του και στο σώμα του προκαλώντας του τον θάνατο από ηλεκτροπληξία.»

 

Ο Γενικός Εισαγγελέας/εφεσείων με δυο λόγους έφεσης προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση ως λανθασμένη.

 

Οι δυο λόγοι έφεσης στηρίζονται ουσιαστικά σε κοινή αιτιολογία που δεν είναι άλλη παρά η λανθασμένη ενέργεια του εφεσιβλήτου/κατηγορουμένου να τοποθετήσει καλώδια «καβαλλέττα» παρακάμπτοντας τον αυτόματο διακόπτη ροής ηλεκτρικού ρεύματος που είχε ως αποτέλεσμα όλα τα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης που ήταν προσγειωμένα να γίνουν ρευματοφόρα. Ως περαιτέρω αποτέλεσμα τούτου ήταν η πρόκληση του θανάτου του Αλκιβιάδη Κεπώλα λόγω ηλεκτροπληξίας όταν αυτός πήρε με το χέρι του το ρευματοφόρο τηλέφωνο του ντους.

 

Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο για τον εφεσείοντα η ενέρ[*921]γεια του εφεσιβλήτου να παρακάμψει τον αυτόματο διακόπτη διαρροής, επικίνδυνη ενέργεια όπως χαρακτηρίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, είχε ως αποτέλεσμα να μεταφέρεται το ηλεκτρικό ρεύμα σ’ όλα τα προσγειωμένα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης και να προκαλέσει το θάνατο του θύματος. Η κρίση του Δικαστηρίου ότι «η παράκαμψη του αυτόματου δεν είναι η γενεσιουργός αιτία της πρόκλησης του θανάτου» και ότι το βραχυκυκλωμένο καλώδιο είχε παρέμβει στα γεγονότα ώστε να σπάζει την αλυσίδα αυτών, είναι λανθασμένη σύμφωνα με τον ευπαίδευτο κατήγορο.

 

Αντίθετη ήταν η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσίβλητου. Υποστηρίζοντας την πρωτόδικη απόφαση είναι η θέση του ότι μεταξύ της πράξης του εφεσιβλήτου και του θανάτου του θύματος παρείσφρησαν άλλα γεγονότα τα οποία διέκοψαν την αλυσίδα των γεγονότων μεταξύ της πράξης του εφεσιβλήτου και του θανάτου και για τα οποία γεγονότα δεν μπορεί να καταλογισθεί ευθύνη στον εφεσίβλητο. Όπως υποστήριξε μεταξύ «καβαλλέττου», της παράκαμψης και της ηλεκτροπληξίας μεσολάβησαν τ’ ακόλουθα:

 

«(α) Διακοπή της συνέχειας του καλωδίου για την οποία δεν υφίσταται μαρτυρία πότε και πώς έγινε και έκθεση μέρους του.

 

(β)  Τοποθέτηση κατά τρόπο επικίνδυνο της τέλας του υδραυλικού χωρίς να παρουσιασθεί μαρτυρία για το ποιος και πότε το έκανε.

 

(γ)  Έκθεση του κομμένου και επικίνδυνου αυτού καλωδίου στις καιρικές συνθήκες δηλαδή στον βροχερό καιρό.

 

(δ)  Ένωση του γυμνού καλωδίου ή του μη μονωθέντος καλωδίου με το πίσω βρεγμένο δίκτυ της περίφρασης.

 

Αυτά …………………προκάλεσαν την ηλεκτροπληξία κατά τρόπο ώστε μεταξύ της πράξης του κατηγορουμένου και του θανάτου να παρεισφρήσουν αυτά τα γεγονότα ώστε να σπάζει η αλυσίδα του αιτίου και του αιτιατού.»

 

Περαιτέρω και με αναφορά σε νομολογία (R. ν. Dalloway [1847] 2 Cox CC 273) υποστήριξε ότι στην παρούσα περίπτωση υφίσταται και η απαίτηση του legal caution (νομική απαίτηση) βάσει της οποίας απαιτείται ότι και εάν ακόμη αποδεικνυόταν ότι ο θάνατος προήλθε από πράξη ή παράλειψη του κατηγορουμένου θα έπρεπε ο θάνατος ως αποτέλεσμα να οφείλεται μόνον σε σφάλμα (παράνομη πράξη δηλαδή του κατηγορουμένου).  ……………………. δεν αρ[*922]κεί μόνον να αποδειχθεί ότι ο θάνατος ήταν αποτέλεσμα του λάθους και/ή της συμπεριφοράς του κατηγορουμένου.

 

Εξετάσαμε με πολύ προσοχή όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μας.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο προκειμένου ν’ αποφασίσει το ζήτημα ενώπιον του έθεσε το ακόλουθο ερώτημα:

 

«Το ερώτημα τώρα που τίθεται είναι αν ο θάνατος του άτυχου Αλκιβιάδη Κεπώλα προκλήθηκε από τις πιο πάνω ενέργειες και πράξεις του κατηγορουμένου ή υπήρχε οιονδήποτε άλλο γεγονός το οποίο παρείσφρησε και το οποίο έσπασε την αλυσίδα των γεγονότων με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξης και αποτελέσματος.»

 

Στη συνέχεια αναφέρει τ’ ακόλουθα απαντώντας στο ερώτημα που έθεσε τον εαυτό του:

 

«Είναι γεγονός ότι υπήρχε καλώδιο το οποίο ήταν απευθείας από το αυτόματο, διέσχιζε την οροφή και κατέβαινε από το πλευρό της μπροστινής βεράντας καταλήγοντας μεταξύ των διχτύων. Είναι επίσης αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η άκρια του καλωδίου αυτού ήταν τυλιγμένη με τέλλα που χρησιμοποιούν οι υδραυλικοί στα υδραυλικά εξαρτήματα και ήταν εντελώς ακατάλληλη για το σκοπό που χρησιμοποιήθηκε. Λόγω της δυνατής βροχόπτωσης εκείνων των ημερών το νερό εισχώρησε μέσα από την τέλλα στους αγωγούς στην άκρη του καλωδίου που ήταν γυμνό χωρίς άλλη προστασία προκαλώντας βραχυκύκλωμα στους αγωγούς φάσης-γείωσης και απώλεια στους αγωγούς ουδέτερου-γείωσης. Στην άκρη του καλωδίου, στην μόνωση, στους αγωγούς και την τέλλα βρέθηκε κάψιμο ένδειξη διέλευσης ρεύματος βραχυκυκλώματος που προκαλούσε τις συνεχείς πτώσεις του αυτομάτου.

 

Το Δικαστήριο φυσικά δεν έχει μαρτυρία ποίος έκοψε το καλώδιο αυτό και τοποθέτησε την ακατάλληλη τέλλα παρά μόνο τα όσα ο κατηγορούμενος ανάφερε στην ανώμοτη δήλωση του, ούτε και μαρτυρία υπάρχει ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε ή πληροφορήθηκε για την ύπαρξη του βραχυκυκλωμένου καλωδίου. Το γεγονός όμως αυτό και παρά την παράκαμψη του αυτομάτου με την τοποθέτηση «καβαλλέττων» από τον κατηγορούμενο, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ότι έσπασε η αλυσίδα της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της πράξης του κατηγορουμένου και του αποτελέσματος. Στην υπό κρίση δηλαδή περίπτωση υπήρξε κάποιο άλλο γεγονός ανεξάρτητο των ενεργειών του [*923]κατηγορουμένου και το οποίο είχε ενεργό μέρος στην πρόκληση του θανάτου του Αλκιβιάδη Κεπώλα. Η παράκαμψη του αυτομάτου δεν είναι η γενεσιουργός αιτία της πρόκλησης του θανάτου. Δεν υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου μία συνέχεια πράξεων και γεγονότων τα οποία να διαπράχθηκαν και να προέρχονται από τον κατηγορούμενο και των οποίων αποτέλεσμα ήταν ο θάνατος του εν λόγω προσώπου. Υπάρχει το βραχυκυκλωμένο καλώδιο το οποίο παρεμβαίνει στα γεγονότα και σπάζει την αλυσίδα αυτών.

 

Ενόψει των πιο πάνω, κρίνω ότι η κατηγορούσα αρχή απέτυχε να αποδείξει την υπόθεση της εναντίον του κατηγορουμένου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.»

 

Η πιο πάνω θεώρηση των γεγονότων είναι λανθασμένη. Ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος γνώριζε ότι ο αυτόματος διακόπτης διαρροής ηλεκτρικού ρεύματος δεν σταθεροποιείτο στην ορθή θέση για παροχή ρεύματος λόγω προβλήματος. Εργαζόταν για χρόνια ως ηλεκτρολόγος κατοικιών και γνώριζε την χρησιμότητα του αυτόματου διακόπτη διαρροής ηλεκτρισμού ως μηχανισμού προστασίας. Γνώριζε επίσης ότι με την ενέργεια του να παρακάμψει  με «καβαλλέττα» τον μηχανισμό, η προστασία που παρείχε ως εκ της φύσεως του, εξουδετερώθηκε. Γνώριζε περαιτέρω ότι συνεπεία της παράκαμψης που προκάλεσε, όλα τα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης που ήταν προσγειωμένα έγιναν ρευματοφόρα.  Ουσιαστικά ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος με την άνω ενέργεια του μετέτρεψε την ηλεκτρική εγκατάσταση της οικίας του θύματος κατά το μέρος των μεταλλικών της μερών που ήταν προσγειωμένα, σε θανατηφόρα όργανα. Η ηλεκτροπληξία οποιουδήποτε θα άγγιζε αυτά θα ήταν αναπόφευκτη, όπως συνέβηκε και στην παρούσα υπόθεση με το τραγικό αποτέλεσμα το θάνατο ενός ανθρώπου.

 

Στην Rossides v. Republic (1983) 2 C.L.R 391, 400 υιοθετήθηκε τ’ ακόλουθο απόσπασμα από τον Halsbury’s Laws of England, 4η έκδοση, τεύχος 11, παραγρ. 1156, σελ. 615-616:

 

«1156. Causation. For the purposes of offences of homicide, a person causes the death of another where by any act or omission he accelerates the death of that other. Te act or omission need not be the sole or the substantial cause but it must be one of the causes, and one that is more than minimal. It is therefore possible to have two or more independent operative causes of death, and any person whose conduct constitutes a cause may be convicted [*924]of an offence in respect of the death.

It is not necessary that the death should have been caused in the way intended or foreseen by the defendant. It is enough that the death was a foreseeable or natural consequence of the defendant΄s conduct, so if the defendant threatened the victim who accidentally killed himself in trying to make his escape, the defendant is liable for murder or manslaughter according to his men rea.

 

If a wound is inflicted and death results, the person who inflicted the wound will be held to have caused the death although the victim may have neglected to use proper remedies, or have refused to undergo a necessary operation. Similarly, where a wound or hurt has necessitated medical treatment and such treatment is improper or negligent so that death ensues, the wound will be regarded as causing the death if it continues to be an operative cause at the time of death, but if the original wound is merely the setting in which another cause operates, or has become merely part of the history of the case, an ensuing death cannot be said to result from the wound and the person who inflicted it cannot be said to have caused the death.”

 

(Βλ. επίσης R. v. Smith [1959] 2 All E.R. 193, R. v. Blane [1975] 3 All E.R. 446, R. v. Malcherek and R. v. Steel [1981] 2 All E.R. 422).

 

Είναι αρκετο συνεπώς η ενέργεια ή πράξη ή παράλειψη του κατηγορουμένου να είναι μία από τις αιτίες θανάτου του θύματος, η οποία βεβαίως να μην είναι επουσιώδης, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί η νομική αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξης και του αποτελέσματος. Η νομική αυτή αρχή έχει κωδικοποιηθεί στο Άρθρο 211 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπου προβλέπεται:

 

«211. Κάποιο πρόσωπο θεωρείται ότι επέφερε θάνατο άλλου, άνκαι η πράξη του δεν είναι η άμεση ή η μόνη αιτία από την οποία προήλθε ο θάνατος σε οποιοδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

 

(α)…………………………………………………………………

 

(ε) αν η τέτοια πράξη ή παράλειψη δεν θα επέφερε το θάνατο, εκτός αν συνακολουθείτο από πράξη ή παράλειψη αυτού που φονεύτηκε ή άλλων προσώπων.»

 

Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης προσεκτική εξέταση [*925]των γεγονότων όπως διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο και δεν αμφισβητήθηκαν, αποκαλύπτει χωρίς αμφιβολία ότι ο θάνατος του θύματος προκλήθηκε από την επικίνδυνη ενέργεια του εφεσίβλητου/κατηγορούμενου. Το βραχυκυκλωμένο καλώδιο από μόνο του στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης δεν θα μπορούσε να προκαλέσει το θάνατο του θύματος διότι ακριβώς ο αυτόματος διακόπτης διαρροής («αυτόματο») δεν θα επέτρεπε κάτι τέτοιο. Παρείχε προστασία λόγω της ικανότητας του να διακόπτει τη διέλευση ηλεκτρικού ρεύματος. Η παράκαμψη που έγινε από τον εφεσίβλητο/κατηγορούμενο μετέτρεψε τα μεταλλικά μέρη της ηλεκτρικής εγκατάστασης, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, σε φονικό όργανο που προκάλεσε το θάνατο του θύματος χωρίς οιανδήποτε άλλη παρέμβαση. Η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξης και αποτελέσματος είναι πέραν από ορατή.

 

Ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, γνώριζε τους κινδύνους. Αλόγιστα τους αψήφισε και απερίσκεπτα, με τις πράξεις του να παρακάμψει τον αυτόματο διακόπτη διαρροής εξουδετερώνοντας την διακοπτιτική ικανότητα του, εξέθεσε την ασφάλεια του θύματος σε προβλεπτούς κινδύνους, που τελικά η έλευση τους οδήγησε σε μοιραίες συνέπειες.  Σχετικά με τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος που αντιμετωπίζει ο εφεσίβλητος, σύμφωνα με το Άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Σάζος (2001) 2 Α.Α.Δ. 18, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χρυσοστόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 473, Zυπίτης ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 220, Φιντανάκης ν. Αστυνομίας (2014) 2 , ECLI:CY:AD:2014:B725A.A. 695 (απόφαση πλειοψηφίας).

 

Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και αντικαθίσταται με καταδικαστική, κρίνοντας τον εφεσίβλητο ένοχο στην κατηγορία που αντιμετωπίζει υπό το φως των γεγονότων και της αποδεκτής μαρτυρίας που δόθηκε.

 

Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και αντικαθίσταται με καταδικαστική.

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο