Todorov Borislavov Anatoli ν. Αστυνομικού Διευθυντή Πάφου (2015) 2 ΑΑΔ 789

ECLI:CY:AD:2015:B763

(2015) 2 ΑΑΔ 789

[*789]19 Νοεμβρίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 293/2015)

 

ANATOLI BORISLAVOV TODOROV,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΠΑΦΟΥ,

 

Εφεσιβλήτου.

 

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 294/2015)

 

ANATOLI BORISLAVOV TODOROV,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΠΑΦΟΥ,

 

Εφεσιβλήτου.

 

(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 293/2015, 294/2015)

 

 

Ποινική Δικονομία ― Κράτηση μέχρι τη δίκη ― Κατά πόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο μετέτρεψε ένα απλό αίτημα κράτησης σε ακροαματική διαδικασία, για την οποία μάλιστα δαπανήθηκε πολύτιμος δικαστικός χρόνος και κατά πόσον ενώ κατέληξε ότι στη βάση του μαρτυρικού υλικού δεν υπήρχε ορατό ενδεχόμενο καταδίκης του κατηγορούμενου, κατάληξη που εκθεμελίωνε το αίτημα κράτησης, προχώρησε σε βάθος ανάλυση του μαρτυρικού υλικού ― Κατά πόσον ορθά προχώρησε να προβάλει την ευχέρεια του Δικαστηρίου για προσθήκη νέας κατηγορίας σε στάδιο  ακατάλληλο για τέτοιου είδους ζητήματα ― Επέμβαση Εφετείου.

 

Ποινική Δικονομία ― Κράτηση μέχρι τη δίκη ― Η προσαγωγή μαρτυ[*790]ρίας σε αιτήματα κράτησης θα πρέπει να αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα, ώστε η διαδικασία να μην προσλαμβάνει οιονεί δίκη επί της ουσίας, όπως φαίνεται να έγινε στην προκείμενη περίπτωση.

 

O εφεσείων αντιμετώπιζε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου κατηγορίες για συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, ληστεία, συνωμοσία προς διάπραξη πλημμελήματος και επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη, αδικήματα που σύμφωνα με το κατηγορητήριο διέπραξε από κοινού στις 17.8.2015 με το συγκατηγορούμενο του (κατηγορούμενο 2 πρωτοδίκως).

 

Με τον ορισμό της υπόθεσης η οποία ορίστηκε για ακρόαση κατόπιν μη παραδοχής, η Κατηγορούσα Αρχή  ζήτησε την κράτηση του εφεσείοντα μέχρι τη δίκη στη βάση ότι διαφαινόταν κίνδυνος φυγοδικίας. 

 

Η υπεράσπιση έφερε ένσταση στο αίτημα και προς το σκοπό εξέτασης του αιτήματος, κλήθηκε ο εξεταστής της υπόθεσης να καταθέσει ενόρκως το φάκελο που περιείχε τις καταθέσεις που έλαβε η Αστυνομία στο πλαίσιο διερεύνησης της υπόθεσης. Και αυτό για να διαφανεί κατά πόσο στη βάση του μαρτυρικού προέκυπτε πιθανότητα καταδίκης του εφεσείοντα, όπως ήταν και η θέση της Κατηγορούσας Αρχής.

 

Επετράπη δε, η μακρά αντεξέταση του, η οποία επεκτάθηκε σε τρεις (3) δικασίμους.

 

Με αποτέλεσμα, ο  πρωτόδικος Δικαστής να αναβάλει για 5 μέρες την έκδοση της ετυμηγορίας του επί του αιτήματος κράτησης ένεκα, όπως αναφέρει στην απόφασή του, του ογκώδους μαρτυρικού υλικού και των ζητημάτων που ηγέρθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία.

 

Αφού δε μελέτησε το μαρτυρικό υλικό, κατέληξε ότι αυτό δεν συνέδεε τον εφεσείοντα με τα αδικήματα που του καταλόγιζαν.

 

Παρά όμως την πιο πάνω διαπίστωση και παρά την αναφορά στη απόφαση Νικήτας ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54 ότι η πιθανολόγηση καταδίκης, που είναι το ένα από τα τρία αντικειμενικά κριτήρια στη βάση των οποίων σταθμίζεται ο κίνδυνος φυγοδικίας, εκτιμάται στην όψη του μαρτυρικού υλικού, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέρριψε το αίτημα για κράτηση του εφεσείοντα. Προχώρησε σε εξέταση του μαρτυρικού υλικού σε βάθος και κατέληξε ότι  ο εφεσείων ενδεχομένως θα μπορούσε να καταδικαστεί για το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη (του πλημμελήματος) της κλοπής και όχι της ληστείας, εάν το Δικαστήριο ασκούσε επί του ζητήματος την ευχέρεια που είχε για τροποποίηση του κατηγορητη[*791]ρίου με προσθήκη ανάλογης κατηγορίας.

 

Κατέληξε ότι η πιθανότητα καταδίκης του εφεσείοντα σε τέτοια περίπτωση ήταν ορατή και συνεκτιμώντας και τη σοβαρότητα του αδικήματος της συνωμοσίας για κλοπή και της ποινής που ήταν δυνατό να επιβληθεί, καθώς επίσης τους δεσμούς του εφεσείοντα με την Κύπρο, διέταξε την κράτηση του μέχρι τη δίκη δηλαδή μέχρι 29.10.15 και ακολούθως μέχρι τις 16.11.15.

 

Ο εφεσείων αντέδρασε στην πρωτόδικη απόφαση του Δικαστηρίου να διατάξει την κράτηση του μέχρι 29.10.15, με την πρώτη έφεση (την υπ. αρ. 293/15) και στην ανανέωση της κράτησης του μέχρι 16.11.15 με τη δεύτερη έφεση (την υπ. αρ. 294/15), ενώ υπήρχε και τρίτη έφεση ενώπιον άλλου Εφετείου για την περαιτέρω ανανέωση της κράτησης μέχρι 26.11.15.

 

Όπως δε δηλώθηκε από αμφότερους τους συνηγόρους, το αποτέλεσμα στην πρώτη έφεση (293/15), καθόριζε την τύχη  και των άλλων δύο.

 

Η έφεση 293/2015 στηρίχθηκε στο μοναδικό λόγο ότι, ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο καταλήγει στην απόφαση του ότι το μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο δεν καθιστά ορατό το ενδεχόμενο καταδίκης και δεν αποκλείει κάθε λογική προσδοκία αθώωσης, καθ’  ότι δεν υπήρχε καμία μαρτυρία που ενέπλεκ τον εφεσείοντα, στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε, εντούτοις εσφαλμένα, αντινομικά και κατά παράβαση των νομολογημένων αρχών οδηγήθηκε ουσιαστικά σε διαταγή για κράτηση του καθ’ ότι έκρινε ότι υπάρχει ενδεχόμενο τροποποίησης του κατηγορητηρίου από το Δικαστήριο και προσθήκη κατηγορίας για το αδίκημα της συνομωσίας για κλοπή.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκδηλα υπέπεσε σε 3 σφάλματα, από τα οποία τα δύο τελευταία πιο σοβαρά.

2.  Το πρώτο είναι ότι μετέτρεψε ένα απλό αίτημα κράτησης σε ακροαματική διαδικασία, για την οποία μάλιστα δαπανήθηκε πολύτιμος δικαστικός χρόνος 3 δικασίμων.  -Και αυτό, παρόλο που αιτήματα της εξεταζόμενης φύσης εξετάζονται στη βάση του μαρτυρικού υλικού που θέτει ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ο εκπρόσωπος της Κ.Α., χωρίς να απαιτείται ακροαματική διαδικασία.

3.  Τέτοια διαδικασία, όπως είναι νομολογημένο, δεν απαιτείται  ούτε και στην περίπτωση που το αίτημα κράτησης βασίζεται στο ενδεχόμενο επηρεασμού μαρτύρων, χωρίς να αποκλείεται ότι σε συ[*792]γκεκριμένες περιπτώσεις, αν χρειάζεται, επιτρέπεται η προσαγωγή τέτοιας μαρτυρίας.

4.  Η προσαγωγή μαρτυρίας σε αιτήματα κράτησης θα πρέπει να αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα, ώστε η διαδικασία να μην προσλαμβάνει οιονεί δίκη επί της ουσίας, όπως φαίνεται να έγινε στην προκείμενη περίπτωση.

5.  Τοσούτω μάλλον όταν αιτήματα κράτησης βασίζονται στον κίνδυνο φυγοδικίας, τα οποία αποφασίζονται στη βάση των καθιερωμένων από τη νομολογία τριών αντικειμενικών κριτηρίων - πιθανότητα καταδίκης βάσει του μαρτυρικού υλικού που εξετάζεται στην όψη του, σοβαρότητα αδικήματος και ενδεχόμενο επιβολής αυστηρής τιμωρίας - και των εν γένει προσωπικών και οικογενειακών συνθηκών ενός κατηγορουμένου και των δεσμών του με την Κύπρο.

6.  Το δεύτερο, ότι ενώ κατέληξε ότι στη βάση του μαρτυρικού υλικού δεν υπήρχε ορατό ενδεχόμενο καταδίκης του κατηγορούμενου, κατάληξη που εκθεμελίωνε το αίτημα, προχώρησε σε βάθος ανάλυση του μαρτυρικού υλικού, παρόλο που προηγουμένως αναφέρθηκε στη νομολογία ότι για σκοπούς πιθανολόγησης καταδίκης το μαρτυρικό υλικό εξετάζεται στην όψη του.

7.  Και το τρίτο, παρά τα πιο πάνω, προχώρησε να προβάλει την ευχέρεια του Δικαστηρίου για προσθήκη νέας κατηγορίας, σε στάδιο  ακατάλληλο για τέτοιου είδους ζητήματα.

8.  Συνακόλουθα η επέμβαση του Εφετείου ήταν επιβεβλημένη.

 

Οι εφέσεις επέτυχαν.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Νικήτας ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54,

 

Μακαρίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 90,

 

Κλείτου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 213.

 

Εφέσεις εναντίον Κράτησης.

 

Εφέσεις από τον Κατηγορούμενο εναντίον των αποφάσεων  του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Μιχαηλίδης, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 8729/2015), ημερομηνίας 19/10/2015 και 16/11/2015.

 

Αλ. Αλεξάνδρου, για τον Εφεσείοντα.

 

Στ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσίβλητο.

 

[*793]Εφεσείων παρών.

 

Ex tempore

 

EΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χριστοδούλου, Δ..

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: O εφεσείων αντιμετωπίζει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου  κατηγορίες (α) συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος (Άρθρο 371 Π.Κ.), (β) ληστείας (Άρθρα 282, 283, 20 και 21 Π.Κ.), (γ) συνωμοσίας προς διάπραξη πλημμελήματος (Άρθρο 372 Π.Κ.) και (δ) επίθεσης προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη (Άρθρα 243, 20 και 21 Π.Κ.), αδικήματα που σύμφωνα με το κατηγορητήριο διέπραξε από κοινού στις 17.8.2015 με το συγκατηγορούμενο του Nikolay Krastev (κατηγορούμενο 2 πρωτοδίκως).

 

Οι κατηγορίες απαγγέλθηκαν στους δύο κατηγορούμενους στις 14.10.15 και ο εφεσείων (κατηγορούμενος 1) δεν παραδέχθηκε ενοχή και η υπόθεση γι’ αυτόν ορίστηκε για ακρόαση στις 16.10.2015, ενώ η υπόθεση για το συγκατηγορούμενο του, ο οποίος παραδέχτηκε ενοχή, ορίστηκε για γεγονότα και ποινή στις 12.11.15.

 

Με τον ορισμό της υπόθεσης για ακρόαση, η Κατηγορούσα Αρχή (Κ.Α.) ζήτησε την κράτηση του εφεσείοντα μέχρι τη δίκη στη βάση ότι διαφαινόταν κίνδυνος φυγοδικίας.

 

Η υπεράσπιση έφερε ένσταση στο αίτημα της Κ.Α. και προς το σκοπό εξέτασης του αιτήματος, κλήθηκε ο εξεταστής της υπόθεσης αστ. Α. Τσαππής να καταθέσει ενόρκως το φάκελο που περιείχε τις καταθέσεις που έλαβε η Αστυνομία στο πλαίσιο διερεύνησης της υπόθεσης. Και αυτό για να διαφανεί κατά πόσο στη βάση του μαρτυρικού προέκυπτε πιθανότητα καταδίκης του εφεσείοντα, όπως ήταν και η θέση της Κ.Α.. Και ενώ το αναμενόμενο θα ήταν η μαρτυρία του εξεταστή να εξαντληθεί στην κατάθεση του φακέλου επετράπη η μακρά αντεξέταση του, η οποία επεκτάθηκε σε τρεις (3) δικασίμους που μόνο στο πλαίσιο της κυρίας δίκης είχε θέση. Με αποτέλεσμα ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής να αναβάλει για 5 μέρες την έκδοση της ετυμηγορίας του επί του αιτήματος κράτησης ένεκα, όπως αναφέρει στην απόφασή του ημερ. 19.10.15 «… του ογκώδους μαρτυρικού υλικού και των ζητημάτων που ηγέρθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία». Αφού δε μελέτησε το μαρτυρικό υλικό, κατέλη[*794]ξε ότι αυτό δεν συνέδεε τον εφεσείοντα με τα αδικήματα που του καταλόγιζαν. Παραθέτουμε συναφώς αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση:

 

“Θα πρέπει να λεχθεί, ευθύς εξ’ αρχής ότι το μαρτυρικό υλικό, το οποίο έχω διέλθει στο σύνολο του και με πολλή προσοχή, κρινόμενο στην όψη του και μόνο δεν καθιστά ορατό το ενδεχόμενο καταδίκης και δεν αποκλείει καμιά λογική προσδοκία για αθώωση του κατηγορούμενου στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει. Καμία μαρτυρία δεν υπάρχει που να εμπλέκει είτε από μόνη της, είτε σωρευτικά ιδωμένη τον κατηγορούμενο είτε με την επίδικη ληστεία, είτε με την επίδικη επίθεση εναντίον του θύματος. Αλλά ούτε και με τη συνωμοσία για επίθεση εναντίον του συγκεκριμένου θύματος. Επίσης από το μαρτυρικό υλικό δεν αναδύεται οποιαδήποτε μαρτυρία που να συνδέει τον κατηγορούμενο με συνέργεια στα αδικήματα της ληστείας ή της επίθεσης».

 

Παρά όμως την πιο πάνω διαπίστωση – την ορθότητα της οποίας για ευνόητους λόγους δεν σχολιάζουμε – και παρά την αναφορά στη Νικήτας ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54 ότι η πιθανολόγηση καταδίκης, που είναι το ένα από τα τρία αντικειμενικά κριτήρια στη βάση των οποίων σταθμίζεται ο κίνδυνος φυγοδικίας, εκτιμάται στην όψη του μαρτυρικού υλικού, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέρριψε το αίτημα για κράτηση του εφεσείοντα. Προχώρησε σε εξέταση του μαρτυρικού υλικού σε βάθος και κατέληξε ότι στη βάση του ο εφεσείων ενδεχομένως θα μπορούσε να καταδικαστεί για το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη (του πλημμελήματος) της κλοπής και όχι της ληστείας, εάν βεβαίως το Δικαστήριο ασκούσε επί του ζητήματος την ευχέρεια που είχε για τροποποίηση του κατηγορητηρίου με προσθήκη ανάλογης κατηγορίας. Παραθέτουμε και επί τούτου αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα.

 

«Θεωρώ, όμως, ότι το θέμα δεν σταματά εδώ. Καθότι στην βάση της πιο πάνω μαρτυρίας και στην περίπτωση που αυτή γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο θα έχει την ευχέρεια να τροποποιήσει το κατηγορητήριο με την προσθήκη κατηγορίας για συνωμοσία προς διάπραξη του αδικήματος εκείνου που το μαρτυρικό υλικό αναδεικνύει. Στην περίπτωση δε που το Δικαστήριο ήθελε ασκήσει την διακριτική του ευχέρεια προς την πιο πάνω κατεύθυνση το ενδεχόμενο καταδίκης του Κατηγορούμενου στην βάση της πιο πάνω μαρτυρίας κρινόμενης στην όψη της και μόνο είναι ορατό (Βλ. Γενικός Ει[*795]σαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Μανουσαρίδη κ.ά. (2001) 2 Α.Α.Δ. 639). Το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη του κακουργήματος της κλοπής τιμωρείται με ποινή φυλάκισης 3 ετών. Πρόκειται περί σοβαρού αδικήματος. Αντιμετωπίζεται δε από τα Δικαστήρια με ποινές τέτοιες που να μην αποτρέπουν τη σκέψη από κατηγορούμενο να φυγοδικήσει.»

 

Με τη δυνατότητα λοιπόν προσθήκης νέας κατηγορίας σε μεταγενέστερο στάδιο, ως ανωτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η πιθανότητα καταδίκης του εφεσείοντα σε τέτοια περίπτωση ήταν ορατή και συνεκτιμώντας και τη σοβαρότητα του αδικήματος της συνωμοσίας για κλοπή και της ποινής που ήταν δυνατό να επιβληθεί, καθώς επίσης τους δεσμούς του εφεσείοντα με την Κύπρο, διέταξε την κράτηση του μέχρι τη δίκη δηλαδή μέχρι 29.10.15 και ακολούθως μέχρι τις 16.11.15.

 

Ο εφεσείων αντέδρασε στην πρωτόδικη απόφαση του Δικαστηρίου να διατάξει την κράτηση του μέχρι 29.10.15 με την πρώτη έφεση (την υπ. αρ. 293/15) και στην ανανέωση της κράτησης του μέχρι 16.11.15 με τη δεύτερη έφεση (την υπ. αρ. 294/15), ενώ υπάρχει και τρίτη έφεση ενώπιον άλλου Εφετείου για την περαιτέρω ανανέωση της κράτησης μέχρι 26.11.15. Ό,τι όμως έχει σημασία είναι η πρώτη έφεση (293/15), με την οποία προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση ημερ. 19.10.15 εφόσον αυτή αποτελεί και το υπόβαθρο των επόμενων δύο κρατήσεων του εφεσείοντα, για τις οποίες καταχωρίστηκαν οι επόμενες δύο εφέσεις. Όπως δε δηλώθηκε από αμφότερους τους συνηγόρους το αποτέλεσμα στην πρώτη έφεση (293/15), καθορίζει την τύχη  και των άλλων δύο.

 

Η τύχη λοιπόν της έφεσης 293/15 προδιαγράφει και την τύχη τόσο της έφεσης 294/15, όσο και της άλλης που εκκρεμεί ενώπιον άλλου Εφετείου στις 24.11.15.  Με την εν λόγω δε έφεση – την 293/15 – διατυπώνεται ως μόνος λόγος έφεσης ότι, ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο «… καταλήγει στην απόφαση του ότι το μαρτυρικό υλικό στην όψη του και μόνο δεν καθιστά ορατό το ενδεχόμενο καταδίκης και δεν αποκλείει κάθε λογική προσδοκία αθώωσης, καθ’ ότι δεν υπάρχει καμία μαρτυρία που εμπλέκει τον εφεσείοντα, στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει…» εντούτοις εσφαλμένα, αντινομικά και κατά παράβαση των νομολογημένων αρχών «… οδηγείται ουσιαστικά σε διαταγή για κράτηση του καθ’ ότι έκρινε ότι υπάρχει ενδεχόμενο τροποποίησης του κατηγορητηρίου από το Δικαστήριο και προσθήκη κατηγορίας για το αδίκημα της συνομωσίας για κλοπή».

 

[*796]Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα ανέπτυξε τον πιο πάνω λόγο έφεσης και δια ζώσης κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση της έφεσης, ενώ ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσίβλητου υποστήριξε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

 

Όπως θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει, απ’ όσα σε συντομία παραθέτουμε πιο πάνω, δεν χρειάζεται να ειπωθούν και πολλά. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκδηλα υπέπεσε σε 3 σφάλματα, από τα οποία τα δύο τελευταία πιο σοβαρά:-

 

Το πρώτο είναι ότι μετέτρεψε ένα απλό αίτημα κράτησης σε ακροαματική διαδικασία, για την οποία μάλιστα δαπανήθηκε πολύτιμος δικαστικός χρόνος 3 δικασίμων. Και αυτό παρόλο που αιτήματα της εξεταζόμενης φύσης εξετάζονται στη βάση του μαρτυρικού υλικού που θέτει ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ο εκπρόσωπος της Κ.Α., χωρίς να απαιτείται ακροαματική διαδικασία. Τέτοια διαδικασία, όπως είναι νομολογημένο, δεν απαιτείται  ούτε και στην περίπτωση που το αίτημα κράτησης βασίζεται στο ενδεχόμενο επηρεασμού μαρτύρων (Μακαρίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 90), χωρίς να αποκλείεται ότι σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, αν χρειάζεται, επιτρέπεται η  προσαγωγή τέτοιας μαρτυρίας (Κλείτου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 213).  Θα προσθέταμε, επί του προκειμένου, ότι η προσαγωγή μαρτυρίας σε αιτήματα κράτησης θα πρέπει να αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα, ώστε η διαδικασία να μην προσλαμβάνει οιονεί δίκη επί της ουσίας, όπως φαίνεται να έγινε στην προκείμενη περίπτωση. Τοσούτω μάλλον όταν αιτήματα κράτησης βασίζονται στον κίνδυνο φυγοδικίας, τα οποία αποφασίζονται στη βάση των καθιερωμένων από τη νομολογία τριών αντικειμενικών κριτηρίων – πιθανότητα καταδίκης βάσει του μαρτυρικού υλικού που εξετάζεται στην όψη του, σοβαρότητα αδικήματος και ενδεχόμενο επιβολής αυστηρής τιμωρίας – και των εν γένει προσωπικών και οικογενειακών συνθηκών ενός κατηγορουμένου και των δεσμών του με την Κύπρο.

 

Το δεύτερο, ότι ενώ κατέληξε ότι στη βάση του μαρτυρικού υλικού δεν υπήρχε ορατό ενδεχόμενο καταδίκης του κατηγορούμενου, κατάληξη που εκθεμελίωνε το αίτημα, προχώρησε σε βάθος ανάλυση του μαρτυρικού υλικού, παρόλο που προηγουμένως αναφέρθηκε στη νομολογία ότι για σκοπούς πιθανολόγησης καταδίκης το μαρτυρικό υλικό εξετάζεται στην όψη του και

 

Το τρίτο, παρά τα πιο πάνω, προχώρησε να προβάλει την ευχέρεια του Δικαστηρίου για προσθήκη νέας κατηγορίας σε στά[*797]διο ακατάλληλο για τέτοιου είδους ζητήματα.

 

Στη βάση των πιο πάνω κρίνουμε ότι όχι μόνο δικαιολογείται αλλά και επιβάλλεται η επέμβαση του Εφετείου στον τρόπο με τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του εξουσία επί του θέματος. Η υπ’ αρ. 293/15 έφεση και συνακόλουθα, στη βάση της κοινής δήλωσης, και η υπ’ αρ. 294/15 επιτυγχάνουν.

 

Η πρωτόδικη απόφαση για κράτηση του εφεσείοντα μέχρι τη δίκη παραμερίζεται και ο εφεσείοντας να αφεθεί αμέσως ελεύθερος, με όρους, τους οποίους θα καθορίσουμε στη συνέχεια αφού πρώτα ακούσουμε τους ευπαίδευτους συνηγόρους των μερών.

 

Οι εφέσεις επιτυγχάνουν.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο