Αντωνίου Καλλής ν. Αστυνομίας (2015) 2 ΑΑΔ 942

ECLI:CY:AD:2015:B855

(2015) 2 ΑΑΔ 942

[*942]21 Δεκεμβρίου, 2015

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

ΚΑΛΛΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 319/2015)

 

 

Ποινική Δικονομία ― Κράτηση μέχρι τη δίκη ― Κίνδυνος μη προσέλευσης κατά τη δικάσιμο ― Κατά πόσον  το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλλε στην κρίση του, ότι υπήρχε κίνδυνος ο εφεσείων να μην παρουσιαστεί στη δίκη του, δεδομένης της ηλικίας του, των πολλαπλών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε και των δεσμών του με την Κύπρο ― Επέμβαση Εφετείου.

 

Ποινική Δικονομία ― Κράτηση μέχρι τη δίκη ― Πιθανότητα μη προσέλευσης υποδίκου κατά την επικείμενη δικάσιμο ― Ποιοι παράγοντες λαμβάνονται υπόψη για την ύπαρξη τέτοιας πιθανότητας.

 

Ποινική Δικονομία ― Απόλυση υποδίκου με εγγύηση ― Αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας του Άρθρου 12.4 του Συντάγματος ― Δικαιολογείται εφόσον το συμφέρον της δικαιοσύνης, συναρτώμενο με τα περιστατικά της υπόθεσης το επιβάλλουν.

 

Ποινική Δικονομία ― Κράτηση μέχρι τη δίκη ― Πιθανότητα καταδίκης ― Η απλή αναφορά σε ονόματα μαρτύρων, χωρίς την αναφορά στο σημείο επί του οποίου το πρωτόδικο δικαστήριο εστιάζει την προσοχή του για να καταδείξει την πιθανότητα καταδίκης, δεν είναι αρκετή ― Θα πρέπει σε συντομία και με αναφορά στο εύρος και το είδος της μαρτυρίας, να καταφαίνεται πού εστίασε την προσοχή του το πρωτόδικο δικαστήριο.

 

Ο εφεσείων κατηγορείτo, μεταξύ άλλων, με την κατηγορία της απόπειρας φόνου, κατά παράβαση του Άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Επιπροσθέτως, αντιμετώπιζε κατηγορίες για με[*943]ταφορά και χρήση πυροβόλου όπλου, όπως και κατοχή και μεταφορά εκρηκτικών υλών.

 

Η έφεση στράφηκε εναντίον της ορθότητας πρωτόδικης απόφασης με την οποία διατάχθηκε η κράτηση του μέχρι την επόμενη καθορισθείσα δικάσιμο, στη βάση της κρίσης ότι υπήρχε μαρτυρικό υλικό, το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιθανότητα καταδίκης, η δε σοβαρότητα του αδικήματος και η ενδεχομένως επιβληθείσα ποινή, οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι υπήρχε πιθανότητα μη προσέλευσης του εφεσείοντα στη δίκη του και τούτο, συνδυαζόμενο με τις προσωπικές του συνθήκες, οι οποίες εκτέθηκαν.

 

Η έφεση επικεντρώθηκε στους λόγους:

 

α)  Απομονώθηκε η σοβαρότητα του αδικήματος και παραγνωρίστηκε η αδύνατη μαρτυρία που υπήρχε, σε συνδυασμό με την απουσία οποιασδήποτε αναφοράς από το πρωτόδικο δικαστήριο στο γεγονός ότι ο εφεσείων παρουσιάστηκε στην Αστυνομία οικειοθελώς, και δεν σταθμίστηκε, η προσδοκία αθώωσης, την οποία το ίδιο το πρωτόδικο δικαστήριο επεσήμανε.

 

β)  Ο εφεσείων έχει ισχυρούς δεσμούς με τη Δημοκρατία, όντας 70 χρόνων, με βεβαρημένο ιατρικό πιστοποιητικό, με οικογένεια που αποτελείται από τέσσερα παιδιά, τα οποία βρίσκονται εγκατεστημένα και εργάζονται στην Κύπρο, όπως και εννέα εγγόνια.

 

γ)  Με βάση ιατρική βεβαίωση που δόθηκε από Παθολόγο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, ο εφεσείων παρουσίαζε αδυναμία στο αριστερό άνω άκρο και μετά από τη διενέργεια δύο αξονικών τομογραφιών (CT), παρουσιάζει μικρής έκτασης υπόλικνες αλλοιώσεις με πιθανότητα μικρών ισχαιμικών αλλοιώσεων.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1.   Το πρώτιστο στοιχείο και ταυτοχρόνως το υπέρτερο, είναι η προστασία του ανθρωπίνου δικαιώματος της ελευθερίας οποιουδήποτε κατηγορουμένου, αρχή η οποία κάμπτεται εφόσον οποιοιδήποτε, ενδεχομένως τεθέντες όροι δεν θα είναι αρκετοί, ούτε θα συμβάλουν ώστε ένας κατηγορούμενος να αποφύγει να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου.

  2.   Όπως, με επάρκεια παρατίθεται στην πρωτόδικη απόφαση, το ενδεχόμενο κράτησης εξετάζεται με αναφορά σε τρεις νομολογημένες παραμέτρους.

  3.   Η Κατηγορούσα Αρχή πρωτοδίκως επικαλέστηκε την πιθανότητα [*944]μη προσέλευσης του εφεσείοντα κατά την επικείμενη δικάσιμο, ενδεχόμενο το οποίο εξετάζεται κατά πρώτο στη βάση της σοβαρότητας του αδικήματος. Στην προκειμένη, σε κανένα σημείο δεν είχε, από οποιαδήποτε πλευρά, αμφισβητηθεί ότι το αδίκημα της απόπειρας φόνου με βάση το συγκεκριμένο Άρθρο 214(α) του Ποινικού Κώδικα είναι από τα σοβαρότερα που περιέχονται στον Κώδικα, αφού η προβλεπόμενη ποινή, σε περίπτωση καταδίκης, είναι φυλάκιση δια βίου.

  4. Κατά δεύτερον, η πιθανότητα μη προσέλευσης εξετάζεται στη βάση της πιθανότητας καταδίκης στο βαθμό που μπορεί να προβλεφθεί από τις καταθέσεις των μαρτύρων. Στο σημείο αυτό υπήρξε διαφωνία του συνηγόρου του εφεσείοντα, ο οποίος υποστήριξε ότι ο πρωτόδικος δικαστής αναφέρθηκε σε πιθανότητα καταδίκης, ενώ, ταυτοχρόνως, προσδιόρισε ότι υπάρχει και προσδοκία αθώωσης.

  5.   Η νομολογία στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο είναι αρκετή για να προσδιορίσει τον τρόπο αντίκρισης του μαρτυρικού υλικού που τίθεται ενώπιον του, και τη δυνατότητα σύνδεσης του με τον κατηγορούμενο.

  6.   Πλην, όμως, πρέπει να σημειωθεί ότι η απλή αναφορά σε ονόματα μαρτύρων, χωρίς την αναφορά στο σημείο επί του οποίου το πρωτόδικο δικαστήριο εστιάζει την προσοχή του για να καταδείξει την πιθανότητα καταδίκης, δεν είναι αρκετή. Θα πρέπει σε συντομία και με αναφορά στο εύρος και το είδος της μαρτυρίας, να καταφαίνεται πού εστίασε την προσοχή του το πρωτόδικο δικαστήριο.

  7.   Βεβαίως, στην υπό κρίση περίπτωση, το μαρτυρικό υλικό στο οποίο αναφέρθηκε το δικαστήριο, είναι πολύ περιορισμένο και εύλογα καταδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίο το αντιμετώπισε. Είχε ως επίκεντρο τη δήλωση του θύματος που έκαμε σε τρία διαφορετικά άτομα ότι «τον έπαιξε ο Καλλής Αντωνίου». Υπό τις συνθήκες αυτές, ορθώς το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε με βάση το μαρτυρικό υλικό ότι υπάρχει πιθανότητα καταδίκης.

  8.   Τρίτος παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη στην πιθανότητα μη προσέλευσης του εφεσείοντα κατά την επικείμενη δικάσιμο,  είναι η  ποινή που ενδεχομένως θα επιβληθεί στον εφεσείοντα.

  9.   Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν κάνει αναφορά, και επίσης δεν γίνεται οποιαδήποτε επίκληση της (δ) προϋπόθεσης, η οποία έχει σχέση με την προηγούμενη προσέλευση ή μη του εφεσείοντα.

10. Ο συνήγορος του εφεσείοντα είχε αναφέρει στο πρωτόδικο δικαστήριο και εντοπίστηκε στα πρακτικά της διαδικασίας, ότι ο εφεσείων είχε οικειοθελώς προσέλθει στον αστυνομικό σταθμό όταν πληροφορήθηκε ότι υπήρχε αυτή η υπόθεση εναντίον του. Το στοιχείο αυτό δεν αμφισβητήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή, συνεπώς έγινε αποδεκτό.

11. Όπως, σημειώθηκε, αυτό το στοιχείο δεν επισημάνθηκε καθόλου [*945]από το πρωτόδικο δικαστήριο και ούτε σχολιάστηκε έτσι ώστε να συνεκτιμηθεί με τα άλλα στοιχεία τα οποία τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου.

12. Αναφορικά με τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα το δικαστήριο θεώρησε ότι, τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει, είναι ενδεχομένως πιθανό να αντιμετωπίζονται «από κάθε Κύπριο πολίτη όταν αντιμετωπίζει ποινική δίωξη εναντίον του» και κατέληξε ότι δεν είναι ιδιάζοντος χαρακτήρα έτσι ώστε να επηρεάσουν ευμενώς την κρίση του δικαστηρίου και να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια, αφήνοντας τον ελεύθερο.

13. Το πρώτιστο στοιχείο και το επίκεντρο όλων των θεμάτων που τίθεντο ήταν, κατά πόσο, συνεκτιμώντας όλα τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, η πιθανότητα μη προσέλευσης του εφεσείοντα στη δίκη του είχε τεκμηριωθεί.

14. Ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο εφεσείων είναι 70 ετών, με την οικογένεια του μονίμως εγκατεστημένη στην Κύπρο, και έχοντας υπόψη τα πολλαπλά χρόνια προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, όπως προσδιορίζονταν σε σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό, συνδυαζόμενα με την επιδείνωση της κατάστασης του, που επέβαλλε την εισαγωγή του στο νοσοκομείο, προέκυπτε ότι, η αναγκαιότητα συνεχούς φροντίδας, που καταδεικνύεται στο εν λόγω πιστοποιητικό, συνδυαζόμενο με την οικειοθελή προσέλευση του στην Αστυνομία, κατεδείκνυαν ότι το δικαστήριο έσφαλλε στην κρίση του, όταν κατέληξε ότι υπήρχε ο κίνδυνος ο εφεσείων να μην παρουσιαστεί στη δίκη του.

15. Παράλληλα, η εισήγηση της υπεράσπισης πρωτοδίκως για την παραχώρηση ενός πολύ ψηλού ποσού εγγύησης, επίσης θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο, κάτι το οποίο σημειώνεται μεν, αλλά δεν σχολιάζεται δε.

16. Στη βάση της εισήγησης της υπεράσπισης που έγινε πρωτοδίκως, διατάχθηκε όπως ο εφεσείων αφεθεί ελεύθερος υπό όρους, οι οποίοι καθορίστηκαν από το Εφετείο.

 

Η έφεση επέτυχε.

 

Αναφερόμενη Υπόθεση:

 

Ψύλλας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 3) (2002) 2 Α.Α.Δ. 388.

 

Έφεση εναντίον Κράτησης.

 

Έφεση από τον Κατηγορούμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Χαραλάμπους, Π.Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 4307/2015), ημερομηνίας  27/11/2015.

[*946]Γ. Πολυχρόνης, για τον Εφεσείοντα.

 

Ε. Παπαλοίζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με Μ. Χατζηαθανασίου (κα), ασκούμενη δικηγόρο, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων κατηγορείται, μεταξύ άλλων, με την κατηγορία της απόπειρας φόνου, κατά παράβαση του Άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Επιπροσθέτως, αντιμετωπίζει κατηγορίες για μεταφορά και χρήση πυροβόλου όπλου, όπως και κατοχή και μεταφορά εκρηκτικών υλών.

 

Στις 27 Νοεμβρίου 2015, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, εξετάστηκε το θέμα παραπομπής του εφεσείοντα στο Κακουργιοδικείο. Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε, στη βάση του Άρθρου 92 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ότι η υπόθεση δεν θα μπορούσε να εκδικαστεί συνοπτικά και παρέπεμψε τον εφεσείοντα, σε απ’ ευθείας, δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου, που θα συνεδριάσει στις 19 Ιανουαρίου 2016.

 

Στο στάδιο εκείνο υποβλήθηκε αίτημα από την Κατηγορούσα Αρχή για την παραμονή του εφεσείοντα υπό κράτηση. Η υπεράσπιση έφερε ένσταση και το πρωτόδικο δικαστήριο, με ενδιάμεση απόφαση του, διέταξε όπως ο εφεσείων παραμείνει υπό κράτηση. Θεώρησε ότι υπάρχει μαρτυρικό υλικό, το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιθανότητα καταδίκης, η δε σοβαρότητα του αδικήματος και η ενδεχομένως επιβληθείσα ποινή οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει πιθανότητα μη προσέλευσης του εφεσείοντα στη δίκη του και τούτο, συνδυαζόμενο με τις προσωπικές του συνθήκες, για τις οποίες θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση. Το παράπονο του εφεσείοντα εστιάζεται σε δύο λόγους έφεσης.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα υποστήριξε ότι, η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη, καθότι απομονώθηκε η σοβαρότητα του αδικήματος και [*947]παραγνωρίστηκε η αδύνατη μαρτυρία που υπάρχει, σε συνδυασμό με την απουσία οποιασδήποτε αναφοράς από το πρωτόδικο δικαστήριο στο γεγονός ότι ο εφεσείων παρουσιάστηκε στην Αστυνομία οικειοθελώς, και δεν σταθμίστηκε, όπως λέχθηκε, η προσδοκία αθώωσης, την οποία το ίδιο το πρωτόδικο δικαστήριο επισημαίνει.

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος υποστήριξε και ουσιαστικώς επανέλαβε, όσα είχε και πρωτοδίκως αναφέρει ότι, ο εφεσείων έχει ισχυρούς δεσμούς με τη Δημοκρατία, όντας 70 χρόνων, με βεβαρημένο ιατρικό πιστοποιητικό, με οικογένεια που αποτελείται από τέσσερα παιδιά, τα οποία βρίσκονται εγκατεστημένα και εργάζονται στην Κύπρο, όπως και εννέα εγγόνια. Ο κ. Πολυχρόνης για να καταδείξει το πρόβλημα που υπάρχει στον εφεσείοντα, κατέθεσε ένα ιατρικό πιστοποιητικό από την Ιατρικό Λειτουργό των Κεντρικών Φυλακών, Δρα Αικ. Χατζηβασιλείου, η οποία περιγράφει τα διάφορα προβλήματα υγείας τα οποία αντιμετωπίζει ο εφεσείων. Τούτο προς επίρρωση των ήδη λεχθέντων ως προς την υγεία του, πρωτοδίκως. Ο συνήγορος έκαμε ιδιαίτερη αναφορά στο γεγονός ότι την περασμένη Παρασκευή, 18 Δεκεμβρίου 2015, ενώ ο εφεσείων μεταφερόταν από τις Κεντρικές Φυλακές στο Δικαστήριο, για την εκδίκαση της παρούσας έφεσης, είχε, όπως λέχθηκε τότε, υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο. Σήμερα, η κατάσταση της υγείας του εφεσείοντα παρουσιάζεται σε μία ιατρική βεβαίωση που δόθηκε από το Δρα Αράμ Κάτσιο, Παθολόγο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Το εν λόγω πιστοποιητικό αναφέρει ότι ο εφεσείων παρουσίαζε αδυναμία στο αριστερό άνω άκρο και μετά από τη διενέργεια δύο αξονικών τομογραφιών (CT), παρουσιάζει μικρής έκτασης υπόλικνες αλλοιώσεις με πιθανότητα μικρών ισχαιμικών αλλοιώσεων και ότι θα υποβαλλόταν σε μαγνητική τομογραφία. Στο σημείο αυτό η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας επιβεβαίωσε στο Δικαστήριο ότι ο εφεσείων είχε υποβληθεί στην εν λόγω μαγνητική τομογραφία, χωρίς να έχει εντοπισθεί οποιοδήποτε στοιχείο εγκεφαλικού επεισοδίου.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας στη δική της γραπτή εισήγηση αναφέρθηκε στο εύρος της μαρτυρίας που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο δικαστήριο, υποδεικνύοντας τα συγκεκριμένα στοιχεία από τις καταθέσεις των μαρτύρων που προσδιορίζονται ονομαστικά, από το πρωτόδικο δικαστήριο. Η κα Παπαλοίζου υποστήριξε ότι το εύρος της μαρτυρίας που υπάρχει είναι ισχυρό για να οδηγήσει σε καταδίκη του εφεσείοντα, καθότι το ίδιο το θύμα επανέλαβε τόσο στο γιο του, όσο και [*948]στον επί καθήκοντι γιατρό και τον εξεταστή της υπόθεσης, ότι το άτομο που τον πυροβόλησε, ήταν ο εφεσείων.

 

Ως προς τα ιατρικά προβλήματα τα οποία ο εφεσείων αντιμετωπίζει, η κα Παπαλοίζου υποστήριξε ότι δεν είναι τέτοιας έκτασης, ώστε να εμποδίζουν τον εφεσείοντα από το να απόσχει να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την εκδίκαση της υπόθεσης από το Κακουργιοδικείο και, εν πάση περιπτώσει, η αντιμετώπιση των όποιων προβλημάτων, αυτός έχει, μπορεί να γίνει και καθόσον αυτός ευρίσκεται υπό κράτηση.

 

Το πρώτιστο στοιχείο και ταυτοχρόνως το υπέρτερο, είναι η προστασία του ανθρωπίνου δικαιώματος της ελευθερίας οποιουδήποτε κατηγορουμένου, αρχή η οποία κάμπτεται εφόσον οποιοιδήποτε, ενδεχομένως τεθέντες όροι δεν θα είναι αρκετοί, ούτε θα συμβάλουν ώστε ένας κατηγορούμενος να αποφύγει να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου. Η απόλυση του υποδίκου με εγγύηση αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας του Άρθρου 12.4 του Συντάγματος. Δικαιολογείται εφόσον το συμφέρον της δικαιοσύνης, συναρτώμενο με τα περιστατικά της υπόθεσης το επιβάλλουν. (Βλ. Ψύλλας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 3) (2002) 2 Α.Α.Δ. 388).

 

Όπως, με επάρκεια παρατίθεται, η νομολογία που αφορά κράτηση, στην πρωτόδικη απόφαση, το ενδεχόμενο κράτησης εξετάζεται με αναφορά σε τρεις παραμέτρους ήτοι, (α) τον κίνδυνο μη προσέλευσης του κατηγορουμένου στη δίκη του, (β) την πιθανότητα διάπραξης άλλου αδικήματος σε περίπτωση απόλυσης ενός κατηγορουμένου και (γ) την πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων. Οι πιο πάνω παράγοντες εξετάζονται ξεχωριστά και ο σεβασμός της προσωπικής ελευθερίας υποχωρεί μόνο μπροστά στο δημόσιο συμφέρον.

 

Η Κατηγορούσα Αρχή πρωτοδίκως επικαλέστηκε την πιθανότητα μη προσέλευσης του εφεσείοντα κατά την επικείμενη δικάσιμο. Τούτο το ενδεχόμενο εξετάζεται στη βάση:

 

(α) Της σοβαρότητας του αδικήματος. Σε κανένα σημείο δεν έχει, από οποιαδήποτε πλευρά, αμφισβητηθεί ότι το αδίκημα της απόπειρας φόνου με βάση το συγκεκριμένο Άρθρο 214(α) του Ποινικού Κώδικα είναι από τα σοβαρότερα που περιέχονται στον Κώδικα, αφού η προβλεπόμενη ποινή, σε περίπτωση καταδίκης, είναι φυλάκιση δια βίου.

 

[*949](β)   Της πιθανότητας καταδίκης στο βαθμό που μπορεί να προβλεφθεί από τις καταθέσεις των μαρτύρων. Στο σημείο αυτό υπήρξε διαφωνία του συνηγόρου του εφεσείοντα, ο οποίος υποστήριξε ότι ο πρωτόδικος δικαστής αναφέρθηκε σε πιθανότητα καταδίκης, ενώ, ταυτοχρόνως, προσδιόρισε ότι υπάρχει και προσδοκία αθώωσης. Η μαρτυρία, υποστήριξε ο κ. Πολυχρόνης, είναι πολύ αδύνατη και η πιθανότητα καταδίκης μειωμένη. Από την άλλη πλευρά η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση επί του προκειμένου, και έκαμε αναφορά στα έγγραφα, που χαρακτηρίστηκαν πρωτοδίκως ως Α, και αποτελούν τη δέσμη του συνόλου του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον του δικαστηρίου. Το πρωτόδικο δικαστήριο, είπε, έκαμε αναφορά σε συγκεκριμένους μάρτυρες και την αντιστοιχία σε «κυανούν», το οποίο καταδεικνύει τη μαρτυρία που έλαβε υπόψη του.

 

Η νομολογία στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο είναι αρκετή για να προσδιορίσει τον τρόπο αντίκρισης του μαρτυρικού υλικού που τίθεται ενώπιον του, και τη δυνατότητα σύνδεσης του με τον κατηγορούμενο. Πλην, όμως, πρέπει να σημειώσουμε ότι η απλή αναφορά σε ονόματα μαρτύρων, χωρίς την αναφορά στο σημείο επί του οποίου το πρωτόδικο δικαστήριο εστιάζει την προσοχή του για να καταδείξει την πιθανότητα καταδίκης, δεν είναι αρκετή. Θα πρέπει σε συντομία και με αναφορά στο εύρος και το είδος της μαρτυρίας, να καταφαίνεται πού εστίασε την προσοχή του το πρωτόδικο δικαστήριο. Βεβαίως, στην υπό κρίση περίπτωση, το μαρτυρικό υλικό στο οποίο αναφέρθηκε το δικαστήριο είναι πολύ περιορισμένο και εύλογα καταδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίο το αντιμετώπισε. Είχε ως επίκεντρο τη δήλωση του θύματος που έκαμε σε τρία διαφορετικά άτομα ότι «τον έπαιξε ο Καλλής Αντωνίου». Υπό τις συνθήκες αυτές ορθώς το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε με βάση το μαρτυρικό υλικό ότι υπάρχει πιθανότητα καταδίκης.

 

(γ) Της ποινής που ενδεχομένως θα επιβληθεί στον εφεσείοντα. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν κάμνει αναφορά, και επίσης δεν γίνεται οποιαδήποτε επίκληση της (δ) προϋπόθεσης, η οποία έχει σχέση με την προηγούμενη προσέλευση ή μη του εφεσείοντα. Στο σημείο αυτό σημειώνουμε ότι ο συνήγορος του εφεσείοντα είχε αναφέρει στο πρωτόδικο δικαστήριο και εντοπίστηκε στα πρακτικά της διαδικα[*950]σίας, ότι ο εφεσείων είχε οικειοθελώς προσέλθει στον αστυνομικό σταθμό όταν πληροφορήθηκε ότι υπήρχε αυτή η υπόθεση εναντίον του. Το στοιχείο αυτό δεν αμφισβητήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή, συνεπώς θεωρούμε ότι έγινε αποδεκτό. Όπως, όμως, σημειώσαμε πιο πάνω, αυτό το στοιχείο δεν επισημαίνεται καθόλου από το πρωτόδικο δικαστήριο και ούτε σχολιάζεται έτσι ώστε να συνεκτιμηθεί με τα άλλα στοιχεία τα οποία τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου.

 

Αναφορικά με τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα το δικαστήριο θεώρησε ότι, τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει είναι ενδεχομένως πιθανό να αντιμετωπίζονται «από κάθε Κύπριο πολίτη όταν αντιμετωπίζει ποινική δίωξη εναντίον του» και κατέληξε ότι δεν είναι ιδιάζοντος χαρακτήρα έτσι ώστε να επηρεάσουν ευμενώς την κρίση του δικαστηρίου και να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια, αφήνοντας τον ελεύθερο.

 

Το πρώτιστο στοιχείο και το επίκεντρο όλων των θεμάτων που τίθενται είναι, κατά πόσο, συνεκτιμώντας όλα τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, η πιθανότητα μη προσέλευσης του εφεσείοντα στη δίκη του έχει τεκμηριωθεί.

 

Ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο εφεσείων είναι 70 ετών, με την οικογένεια του μονίμως εγκατεστημένη στην Κύπρο, και έχοντας υπόψη τα πολλαπλά χρόνια προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, όπως προσδιορίζονται στο πιστοποιητικό της Δρος Χατζηβασιλείου, συνδυαζόμενα με την επιδείνωση της κατάστασης του που επέβαλλε την εισαγωγή του στο νοσοκομείο, θεωρούμε ότι, η αναγκαιότητα συνεχούς φροντίδας, που καταδεικνύεται στο εν λόγω πιστοποιητικό, συνδυαζόμενο με την οικειοθελή προσέλευση του στην Αστυνομία, καταδεικνύουν ότι το δικαστήριο έσφαλλε στην κρίση του, όταν κατέληξε ότι υπάρχει κίνδυνος ο εφεσείων να μην παρουσιαστεί στη δίκη του. Παράλληλα, η εισήγηση της υπεράσπισης πρωτοδίκως για την παραχώρηση ενός πολύ ψηλού ποσού εγγύησης, επίσης θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο, κάτι το οποίο σημειώνεται μεν, αλλά δεν σχολιάζεται δε.

 

Κάτω από τα συγκεκριμένα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, κρίνουμε ότι ο εφεσείων θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους, στη βάση της εισήγησης της υπεράσπισης που έγινε πρωτοδίκως.

 

[*951]Η έφεση επιτρέπεται.  Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Ο εφεσείων να αφεθεί ελεύθερος υπό τους κάτωθι όρους για να εμφανιστεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου που συνεδριάζει στη Λάρνακα στις 19 Ιανουαρίου 2016:

 

(α) Να καταβάλει χρηματικό ποσό ύψους €50.000 καθώς και να υπογράψει εγγύηση ύψους €1.000.000 με έναν αξιόχρεο εγγυητή.

 

(β) Να παραδώσει τα ταξιδιωτικά του έγγραφα.

 

(γ) Να τεθεί το όνομα του στον κατάλογο των προσώπων, των οποίων η έξοδος από την Κύπρο απαγορεύεται και

 

(δ) Να παρουσιάζεται καθημερινά στον πλησιέστερο, προς την κατοικία του, αστυνομικό σταθμό, δύο φορές την ημέρα.

 

Η έφεση επιτυγχάνει.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο