Θεμιστοκλέους Γεώργιος ν. Aστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 154

ECLI:CY:AD:2016:B102

(2016) 2 ΑΑΔ 154

[*154]19 Φεβρουαρίου, 2016

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 96/2015)

 

 

Ναρκωτικά ― Κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι κοκαΐνης 10,7741 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης περί ύπαρξης τεκμηρίου κατοχής με σκοπό την προμήθεια και μη ανατροπής του, από τον κατηγορούμενο.

 

Ποινή ― Ναρκωτικά ― Κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι κοκαΐνης 10,7741 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα ― Επιβλήθηκε πρωτοδίκως ποινή φυλάκισης 2½ χρόνων ― Επικυρώθηκε κατ’ έφεση.

 

Ναρκωτικά ― Δημιουργία τεκμηρίου κατοχής με σκοπό την προμήθεια εφόσον κατέχεται ποσότητα πέραν της εκάστοτε προβλεπόμενης ―  Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/1977 ― Η  δημιουργία μαχητών τεκμηρίων δεν μεταθέτει το νομικό βαρος στον κατηγορούμενο, αλλά του δίδει την ευκαιρία να δημιουργήσει λογική αμφιβολία επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων.

 

Δικαιώματα κατηγορούμενου ― Διάγνωση ποινικής ευθύνης κατηγορούμενου εντός ευλόγου χρόνου ― Ο Εφεσείων δεν δικαιούτο να αποκομίσει όφελος από την ανοχή που επέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο στα αιτήματα αναβολών που υπέβαλλε.

 

Ποινή ― Αποτελεί καθήκον που βαρύνει το πρωτόδικο Δικαστήριο και το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν καταφαίνεται ότι η ποινή είναι αποτέλεσμα σφάλματος αρχής ή έκδηλα υπερβολική ή ανεπαρκής και δεν ικανοποιεί τους σκοπούς του Νόμου.

[*155]Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος ύστερα από δική του παραδοχή στην κατηγορία της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή κοκαΐνης, 10,7921 γραμμαρίων, χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας (1η κατηγορία) και στην κατηγορία χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή κοκαΐνης (3η κατηγορία). Κρίθηκε επίσης ένοχος στη κατηγορία της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή κοκαΐνης συνολικού βάρους 10,7741 γρ., με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα (2η κατηγορία), ύστερα από ακροαματική διαδικασία. Επιβλήθηκαν σ’ αυτόν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 18 μηνών στην 1η κατηγορία, 2½ χρόνων στην 2η κατηγορία και 9 μηνών στην 3η κατηγορία.

 

Κατόπιν αξιολόγησης της δοθείσας μαρτυρίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε το σύνολο της μαρτυρίας του ΜΚ1 και κατέληξε ότι ο εφεσείων κατείχε, εν τη εννοία του Νόμου, 10,7741 γρ. κοκαΐνης. Έκρινε συναφώς ότι, με βάση το Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου Ν.29/77, όπως τροποποιήθηκε, υπήρχε μαχητό τεκμήριο ότι ο εφεσείων κατείχε την εν λόγω ποσότητα ναρκωτικών ουσιών με σκοπό την προμήθεια. Ενόψει αυτής του της κατάληξης προχώρησε να αξιολογήσει τη μαρτυρία του εφεσείοντα με στόχο να εξετάσει κατά πόσο κατάφερε να δημιουργήσει λογική αμφιβολία και να ανατρέψει το μαχητό τεκμήριο του Νόμου. Για τους λόγους που λεπτομερώς επεξηγήθηκαν στην απόφασή του, απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα στο σύνολό της και κατέληξε ότι ο εφεσείων απέτυχε να δημιουργήσει λογική αμφιβολία που να ανέτρεπε το μαχητό τεκμήριο του Άρθρου 30Α.

 

Με την έφεση αμφισβητήθηκε τόσο η καταδίκη του εφεσείοντα όσο και η επιβληθείσα ποινή.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε σε εύρημα ενοχής του εφεσείοντα στην 2η κατηγορία ήτοι στην κατηγορία της κατοχής κοκαΐνης βάρους 10,7741 γρ. με σκοπό την προμήθεια, καθ’ ότι πέραν από το μαχητό τεκμήριο που δημιουργεί ο νόμος, τα υπόλοιπα στοιχεία που έλαβε υπόψιν του το Δικαστήριο, δεν ήταν ικανοποιητικά σε τέτοια έκταση για απόδειξη της κατηγορίας αυτής πέραν από κάθε λογική αμφιβολία.

 

β)  Η ποινή που επέβαλε το Πρωτόδικο Δικαστήριο στον Εφεσείοντα είναι έκδηλα υπερβολική και/ή καθίστατο έκδηλα υπερβολική από το σύνολο των γεγονότων και/ή στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου και/ή των ελαφρυντικών.

[*156]γ)     Περαιτέρω το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε επαρκώς υπόψιν του στην επιμέτρηση της ποινής όλα τα στοιχεία και/ή γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του, και ιδιαίτερα του χρόνου που παρήλθε από την ημερομηνία διάπραξης των αδικημάτων μέχρι και την ημερομηνία επιβολής ποινής που ήταν πέραν των 5 ετών.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Το Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου Ν. 29/77, όπως τροποποιήθηκε, προνοεί ως εξής: «Εφόσον ήθελε αποδειχθεί ότι πρόσωπο καλλιέργησε, ή κατείχε ή μετέφερε ελεγχόμενο φάρμακο ή ουσία, που αναφέρεται στην πρώτη στήλη, σε ποσότητα που υπερβαίνει την καθοριζόμενη στη δεύτερη στήλη, θεωρείται ότι καλλιέργησε ή κατείχε ή μετέφερε το ελεγχόμενο αυτό φάρμακο ή την ουσία με σκοπό να το προμηθεύσει σε τρίτο πρόσωπο, εκτός αν ικανοποιήσει το Δικαστήριο για το αντίθετο.»

 

2.  Ως προς «την παρασκευασμένη κοκαΐνη ή παράγωγα αυτής» προνοείται ως καθοριζόμενη ποσότητα αυτή των 10 ή περισσότερων γραμμαρίων.

 

3.  Σύμφωνα με τη νομολογία, η δημιουργία μαχητών τεκμηρίων δεν μεταθέτει το νομικό βάρος στον κατηγορούμενο, αλλά του δίδει την ευκαιρία να δημιουργήσει λογική αμφιβολία επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων.

 

4.  Το Δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα. Όπως διευκρίνισε ενώπιόν του Εφετείου ο συνήγορός του, κατά τη συζήτηση της έφεσης, η αξιολόγηση του Δικαστηρίου δεν τελούσε υπό αμφισβήτηση.

 

5.  Δεν διαπιστωνόταν σφάλμα στην προσέγγιση του Δικαστηρίου, ούτε υπήρξε λανθασμένη εφαρμογή των αρχών της νομολογίας στα γεγονότα της υπόθεσης.

 

6.  Το γεγονός ότι τα σακουλάκια με τις ναρκωτικές ουσίες που ανευρέθηκαν δεν περιείχαν την ίδια ποσότητα ναρκωτικών και δεν υπήρχε στο χώρο ζυγαριά, δεν διαφοροποιούσε την κατάσταση.

 

7.  Από τη στιγμή που δεν έγινε αποδεκτή η εκδοχή του εφεσείοντα, ο διαχωρισμός των ναρκωτικών σε σακουλάκια και το γεγονός ότι ανευρέθηκαν σακουλάκια σε σχήμα τετράγωνο που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία κοκαΐνης, αποτελούν επιπρόσθετα στοιχεία που ήταν θεμιτό να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο.

[*157]8.      Η εκδοχή του εφεσείοντα ότι αυτά τα σακουλάκια θα τα χρησιμοποιούσε για την τροφή ψαριών δεν έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο και αυτή του η κατάληξη δεν αμφισβητήθηκε.

 

9.  Συνακόλουθα, η έφεση κατά της καταδίκης απορρίφθηκε.

 

10. Αναφορικά με την επιβληθείσα ποινή, το πρωτόδικο Δικαστήριο, έλαβε μεταξύ άλλων υπόψη του, ότι η ποσότητα των ναρκωτικών που κατείχε ο εφεσείων δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί μεγάλη, χωρίς όμως να παραγνωριζόταν ότι επρόκειτο για ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α, κοκαΐνη, που είναι από τις σοβαρότερες μορφές ναρκωτικών σύμφωνα με το Νόμο.

 

11. Ως ελαφρυντικά στοιχεία έλαβε υπόψη (α)  την ομολογία και συνεργασία του εφεσείοντα με την Αστυνομία σε σχέση με τις κατηγορίες 1 και 3, (β) το λευκό του ποινικό μητρώο, (γ) το γεγονός ότι εκ συμφώνου εκδόθηκε διάταγμα δήμευσης της περιουσίας του (δ) τις προσωπικές και οικονομικές του περιστάσεις, (ε) το χρόνο που διέρρευσε από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την επιβολή ποινής, που ανερχόταν σε περισσότερο από πέντε χρόνια, και, (στ) τις διάφορες αλλαγές στις συνθήκες του εφεσείοντα.

 

12. Όπως έχει νομολογηθεί ο χρόνος της καθυστέρησης δεν μπορεί να προσμετρήσει προς όφελος του Εφεσείοντος, εφόσον όπως και ο συνήγορος του δέχθηκε, τις πλείστες φορές ζητήθηκε αναβολή από την πλευρά του. Δεν μπορούσε ο Εφεσείων να αποκομίσει όφελος από την ανοχή που του επέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

13. Στην προκείμενη περίπτωση το Δικαστήριο στάθμισε ορθά όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που τέθηκαν ενώπιόν του και λεπτομερώς εξέτασε και το θέμα της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε.

 

14. Δεν προέκυπτε ότι η ποινή που επέβαλε ήταν υπερβολική και ότι δεν δόθηκε η δέουσα βαρύτητα σ’ αυτούς τους παράγοντες. Η σοβαρότητα των αδικημάτων που κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων, η συχνότητα με την οποία διαπράττονται και η ανάγκη αποτροπής, οι περιστάσεις διάπραξής τους, καθώς επίσης και ότι λήφθηκε υπόψη ακόμα μία υπόθεση, ορθά οδήγησαν το Δικαστήριο στην επιβολή ποινής φυλάκισης.

 

15. Η καθυστέρηση η οποία παρατηρήθηκε ορθά αντανακλάται στο ύψος της επιβληθείσας ποινής και οποιαδήποτε διαφορετική προσέγγιση θα έστελλε λανθασμένα μηνύματα.

[*158]16.    Δεν υπήρχε πεδίο παρέμβασης στην ποινή που επιβλήθηκε.

 

Η έφεση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Σκούλλου ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 87,

 

Μαυρικίου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 359,

 

Emegoakor v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 31,

 

Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264,

 

Souilmi ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248,

 

Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632,

 

Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240,

 

Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 296,

 

Philippou ν. Republic (1983) 2 C.L.R. 245,

 

Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525,

 

Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342,

 

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 Α.Α.Δ. 355.

 

Έφεση κατά Καταδίκης και Ποινής.

 

Έφεση από τον Καταδικασθέντα εναντίον των αποφάσεων καταδίκης και ποινής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Χριστοδούλου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 16094/2011), ημερομηνίας 8/12/2014 και 31/3/2015.

 

Α. Αλεξάνδρου, για την Εφεσείουσα.

 

Χρ. Περγαντή (κα), Δημόσια Κατήγορος, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου [*159]θα δώσει η Σταματίου, Δ..

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος μετά από δική του παραδοχή στην κατηγορία της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή κοκαΐνης, συνολικού βάρους 10,7921 γρ., χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας (1η κατηγορία) και στην κατηγορία χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή κοκαΐνης (3η κατηγορία). Κρίθηκε επίσης ένοχος στη κατηγορία της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή κοκαΐνης συνολικού βάρους 10,7741 γρ., με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα (2η κατηγορία), μετά από ακροαματική διαδικασία. Επιβλήθηκαν σ’ αυτόν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 18 μηνών στην 1η κατηγορία, 2½ χρόνων στην 2η κατηγορία και 9 μηνών στην 3η κατηγορία.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία έδωσε μαρτυρία ως μοναδικός μάρτυρας για την κατηγορούσα αρχή ο Αστυφ. 2790 Σταύρος Νεοφύτου, ενώ καταχωρήθηκαν παραδεκτά γεγονότα και τεκμήρια. Μετά που κλήθηκε σε απολογία ο εφεσείων, αυτός έδωσε ένορκη μαρτυρία.

 

Από τα παραδεκτά και μη αμφισβητούμενα γεγονότα το δικαστήριο κατέληξε στα πιο κάτω γεγονότα:

 

«Στις 12/01/2010, μετά από παρακολούθηση της οικίας του κατηγορουμένου στην Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ στη Χλώρακα, στην Πάφου, Αστυφύλακες της Υ.Κ.Α.Ν. Πάφου εισήλθαν σε αυτή κατόπιν δικαστικού εντάλματος έρευνας. Στην εν λόγω οικία τη δεδομένη στιγμή βρίσκονταν ο κατηγορούμενος, κάποια Λευκοθέα Δημητρίου, ανήλικη με την οποία ο κατηγορούμενος συζούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο και κάποιος Νίκος Χαραλάμπους και Μάριος Χριστοδούλου, οι οποίο βρίσκονταν εκεί ως επισκέπτες. Κατά την έρευνα που ακολούθησε στην παρουσία των πιο πάνω προσώπων βρέθηκαν τα ακόλουθα τεκμήρια:

 

Στο τραπέζι του καθιστικού της οικίας όπου δειπνούσαν όλα τα πιο πάνω άτομα, ανευρέθηκαν τρία νάιλον διαφανές σακουλάκια τα οποία περιείχαν άσπρη σκόνη εκ των οποίων τα δύο κλειστά διά καψίματος (βλ. τεκμήρια 4,5 και 6). Σύμφωνα με την Έκθεση του Γενικού Χημείου του Κράτους (τεκμήριο Ζ) στο τεκμήριο 4 υπήρχε κοκαΐνη βάρους 0,5092 γρ., στο τεκμήριο 5 κοκαΐνη βάρους 0,3573 γρ. και στο τεκμήριο 6 κοκαΐνη βάρους 0,2060 γρ.

 

Επίσης, στο ίδιο πιο πάνω τραπέζι, κοντά στα πιο πάνω τεκ[*160]μήρια, ανευρέθηκαν τρία νάιλον διαφανές σακουλάκια του ιδίου τύπου τα οποία ήταν κομμένα σε σχήμα τετραγώνων αλλά δεν περιείχαν οτιδήποτε μέσα (βλ. τεκμήριο 9). Μετά από επίστηση της προσοχής στο Νόμο προς όλους τους παρευρισκομένους ότι τα εν λόγω σακουλάκια πιθανόν να χρησιμοποιούνταν για τη συσκευασία κοκαΐνης, ο κατηγορούμενος απάντησε: «έχω τα για την τροφή των ψαρκών».

 

Σε περαιτέρω έρευνα, ανευρέθηκε πάνω στο τζάκι της οικίας ένα νάιλον διαφανές σακούλι (τεκμήριο 7) εντός του οποίου υπήρχαν 11 νάιλον διαφανές σακουλάκια κλειστά δια καψίματος τα οποία περιείχαν ποσότητα άσπρης σκόνης (βλ. τεκμήρια 8Α - 8Λ). Σύμφωνα με την Έκθεση του Γενικού Χημείου του Κράτους, η άσπρη σκόνη που βρισκόταν και στα 11 πιο πάνω νάιλον σακουλάκια ήταν κοκαΐνη. Στο τεκμήριο 8Α ήταν βάρους 0,8617 γρ., στο τεκμήριο 8Β 0,8499 γρ., στο τεκμήριο 8Γ 0,9010 γρ., στο τεκμήριο 8Δ 0,9990 γρ., στο τεκμήριο 8Ε 0,8309 γρ., στο τεκμήριο 8Ζ 0,7710 γρ., στο τεκμήριο 8Η 0,9134 γρ., στο τεκμήριο 8Θ 0,8975 γρ., στο τεκμήριο 8Ι 0,8827 γρ., στο τεκμήριο 8Κ 0,8223 γρ. και στο τεκμήριο 8Λ 0,9722 γρ.

 

Σύμφωνα με τα πιο πάνω, το σύνολο της ποσότητας της κοκαΐνης που ανευρέθηκε σε όλα τα σακουλάκια είναι βάρους 10,7741 γρ.»

 

Μετά από αξιολόγηση, το Δικαστήριο αποδέχθηκε το σύνολο της μαρτυρίας του ΜΚ1 και κατέληξε ότι ο εφεσείων κατείχε, εν τη εννοία του Νόμου, 10,7741 γρ. κοκαΐνης. Συναφώς, κατέληξε ότι, με βάση το Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου Ν.29/77, όπως τροποποιήθηκε, υπήρχε μαχητό τεκμήριο ότι ο εφεσείων κατείχε την εν λόγω ποσότητα ναρκωτικών ουσιών με σκοπό την προμήθεια. Ενόψει αυτής του της κατάληξης προχώρησε να αξιολογήσει τη μαρτυρία του εφεσείοντα με στόχο να εξετάσει κατά πόσο κατάφερε να δημιουργήσει λογική αμφιβολία και να ανατρέψει το μαχητό τεκμήριο του Νόμου. Για τους λόγους που λεπτομερώς επεξηγούνται στην απόφασή του, απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα στο σύνολό της και κατέληξε ότι ο εφεσείων απέτυχε να δημιουργήσει λογική αμφιβολία που να ανατρέπει το μαχητό τεκμήριο του Άρθρου 30Α.

 

Με ένα λόγο έφεσης αμφισβητείται η καταδίκη του εφεσείοντα ως ακολούθως:

 

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε σε εύρημα [*161]ενοχής του εφεσείοντα στην 2η κατηγορία ήτοι στην κατηγορία της κατοχής κοκαΐνης βάρους 10,7741 γρ. με σκοπό την προμήθεια, καθ’ ότι πέραν από το μαχητό τεκμήριο που δημιουργεί ο νόμος, τα υπόλοιπα στοιχεία που έλαβε υπόψιν του το Δικαστήριο, δεν ήταν ικανοποιητικά σε τέτοια έκταση για απόδειξη της κατηγορίας αυτής πέραν από κάθε λογική αμφιβολία.»

 

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα, όπως προκύπτουν από το διάγραμμα αγόρευσης του συνηγόρου του, καθώς και την προφορική του αγόρευση, το Δικαστήριο λανθασμένα απέκλεισε την εκδοχή του εφεσείοντα και οδηγήθηκε σε εύρημα ότι η ανευρεθείσα ποσότητα κοκαΐνης δεν κατείχετο για δική του χρήση.

 

Το βάρος της απαγορευμένης ουσίας, το οποίο δημιουργεί μαχητό τεκμήριο δυνάμει του Νόμου, και το γεγονός ότι η συγκεκριμένη ποσότητα ήταν διαχωρισμένη σε σακουλάκια, ήταν τα στοιχεία που οδήγησαν στην καταδίκη του εφεσείοντα. Αποτελεί θέση του εφεσείοντα ότι όσο μικρότερη είναι η υπέρβαση από το όριο των 10 γραμμαρίων που τίθεται από το Νόμο, τόσο αυξάνεται το βάρος απόδειξης που πάντοτε παραμένει στους ώμους της κατηγορούσας αρχής. Τονίζεται από το συνήγορο, ότι τα σακουλάκια που ανευρέθηκαν δεν περιείχαν την ίδια ποσότητα της ναρκωτικής ουσίας, όπως θα αναμένετο, εάν η πρόθεση του εφεσείοντα ήταν να την προμηθεύσει σε άλλα πρόσωπα, ούτε ανευρέθηκε ζυγαριά. Περαιτέρω, ο συνήγορος ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο δεν εφάρμοσε ορθά τις αρχές που τέθηκαν από τη νομολογία. Κατά την εισήγησή του, έστω και αν το Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα, όφειλε, προτού οδηγηθεί σε εύρημα ενοχής, να εξετάσει κατά πόσο, από το σύνολο της ενώπιόν του μαρτυρίας, δημιουργείτο λογική αμφιβολία ως προς τον σκοπό κατοχής των ναρκωτικών από τον εφεσείοντα. Αποτελεί, τέλος, εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου ότι το σύνολο της περιστατικής μαρτυρίας δεν ήταν ικανό να οδηγήσει το Δικαστήριο σε εύρημα ότι μοναδικός σκοπός που κατείχετο η απαγορευμένη ουσία από τον εφεσείοντα ήταν η προμήθειά της σε τρίτα πρόσωπα.

 

Το Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου Ν. 29/77, όπως τροποποιήθηκε, προνοεί ως εξής:

 

«30Α. Εφόσον ήθελε αποδειχθεί ότι πρόσωπο καλλιέργησε, ή κατείχε ή μετέφερε ελεγχόμενο φάρμακο ή ουσία, που αναφέρεται στην πρώτη στήλη, σε ποσότητα που υπερβαίνει την καθοριζόμενη στη δεύτερη στήλη, θεωρείται ότι καλλιέργησε ή κα[*162]τείχε ή μετέφερε το ελεγχόμενο αυτό φάρμακο ή την ουσία με σκοπό να το προμηθεύσει σε τρίτο πρόσωπο, εκτός αν ικανοποιήσει το Δικαστήριο για το αντίθετο.»

 

Ως προς «την παρασκευασμένη κοκαΐνη ή παράγωγα αυτής» προνοείται ως καθοριζόμενη ποσότητα αυτή των 10 ή περισσότερων γραμμαρίων.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, η δημιουργία μαχητών τεκμηρίων δεν μεταθέτει το νομικό βαρος στον κατηγορούμενο, αλλά του δίδει την ευκαιρία να δημιουργήσει λογική αμφιβολία επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (βλ. Σκούλλου ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 87, Μαυρικίου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 359 και Emegoakor v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 31).

 

Το Δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα. Όπως διευκρίνισε ενώπιόν μας ο ευπαίδευτος συνήγορός του, κατά τη συζήτηση της έφεσης, η αξιολόγηση του Δικαστηρίου δεν αμφισβητείται. Παραθέτουμε αυτούσια την τελική κατάληξη του Δικαστηρίου:

 

«Με βάση τα πιο πάνω αναφερόμενα ευρήματα του Δικαστηρίου που προέκυψαν από τα παραδεκτά γεγονότα και τη μαρτυρία του Μ.Κ.1 που το Δικαστήριο έκανε αποδεκτή, κρίνω ότι έχει αποδειχθεί το μαχητό τεκμήριο του Νόμου δυνάμει του Άρθρου 30Α. Εν όψει της απόρριψης της μαρτυρίας του κατηγορουμένου για του λόγους που αναφέρθηκαν ανωτέρω, ο κατηγορούμενος έχει αποτύχει να δημιουργήσει λογική αμφιβολία που να ανατρέπει το εν λόγω μαχητό τεκμήριο. Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι στην παρούσα υπόθεση εκτός του ότι η ποσότητα της κοκαΐνης που ανευρέθηκε στην κατοχή του κατηγορουμένου είναι πέραν των 10 γραμμαρίων και συγκεκριμένα 10,7741 γραμμάρια, ανευρέθηκε συσκευασμένη σε διάφορες ποσότητες και επίσης ανευρέθηκαν και σακουλάκια σε σχήμα τετραγώνων τα οποία χρησιμοποιούνταν για τη συσκευασία της κοκαΐνης. Επομένως, δεν πρόκειται μόνο για μια ποσότητα κοκαΐνης που υπερβαίνει κατ’ ελάχιστο τη ποσότητα του Νόμου, όπως ήταν η θέση της υπεράσπισης, αλλά είναι και τα υπόλοιπα στοιχεία που αναφέρθηκαν ανωτέρω για τα οποία ο κατηγορούμενος δεν έδωσε επαρκείς και σαφείς εξηγήσεις και δεν έπεισε για τα όσα ανέφερε. Περαιτέρω, το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είναι γνωστός στην ΥΚΑΝ και ότι γνωρίζουν ότι είναι χρήστης δεν μπορεί να έχει καταλυτική σημασία αφού το γεγονός αυτό και μόνο δεν αναιρεί και την εμπλοκή του με την εμπορία.»

[*163]Δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στην προσέγγιση του Δικαστηρίου, ούτε θεωρούμε ότι υπήρξε λανθασμένη εφαρμογή των αρχών της νομολογίας στα γεγονότα της υπόθεσης. Το γεγονός ότι τα σακουλάκια με τις ναρκωτικές ουσίες που ανευρέθηκαν δεν περιείχαν την ίδια ποσότητα ναρκωτικών και δεν υπήρχε στο χώρο ζυγαριά, δεν αλλοιώνει την κατάσταση. Από τη στιγμή που δεν έγινε αποδεκτή η εκδοχή του εφεσείοντα, ο διαχωρισμός των ναρκωτικών σε σακουλάκια και το γεγονός ότι ανευρέθηκαν σακουλάκια σε σχήμα τετράγωνο που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία κοκαΐνης, αποτελούν επιπρόσθετα στοιχεία που ήταν θεμιτό να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο. Επαναλαμβάνουμε ότι η εκδοχή του εφεσείοντα ότι αυτά τα σακουλάκια θα τα χρησιμοποιούσε για την τροφή ψαριών δεν έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο και αυτή του η κατάληξη δεν αμφισβητείται.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση κατά της καταδίκης απορρίπτεται.

 

Η έφεση κατά της ποινής περιορίστηκε μόνο στον 1ο λόγο έφεσης, ο οποίος προνοεί ως ακολούθως:

 

«Η ποινή που επέβαλε το Πρωτόδικο Δικαστήριο στον Εφεσείοντα είναι έκδηλα υπερβολική και/ή καθίσταται έκδηλα υπερβολική από το σύνολο των γεγονότων και/ή στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου και/ή των ελαφρυντικών. Περαιτέρω το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε επαρκώς υπόψιν του στην επιμέτρηση της ποινής όλα τα στοιχεία και/ή γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του, και ιδιαίτερα του χρόνου που παρήλθε από την ημερομηνία διάπραξης των αδικημάτων μέχρι και την ημερομηνία επιβολής ποινής που είναι πέραν των 5 ετών.»

 

Το παράπονο του εφεσείοντα εστιάζεται στο ότι, κατά την εισήγησή του, το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρά τη φραστική αναφορά που κάνει στους μετριαστικούς παράγοντες που έλαβε υπόψη, ουσιαστικά δεν απέδωσε σ’ αυτούς τη βαρύτητα που όφειλε, με αποτέλεσμα η ποινή που επέβαλε να είναι έκδηλα υπερβολική. Το σημαντικότερο στοιχείο, το οποίο μάλιστα χαρακτηρίζεται ως καταλυτικής σημασίας, σύμφωνα με την εισήγηση του κ. Αλεξάνδρου, είναι ο χρόνος που παρήλθε από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την ημερομηνία επιβολής της ποινής.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την επιμέτρηση της ποινής, έλαβε υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων σε συνάρτηση με [*164]τις προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές, καθώς επίσης και τη συχνότητα με την οποία διαπράττονται τέτοιας φύσεως αδικήματα, στοιχεία που καθιστούν αναγκαία την αυστηρή αντιμετώπισή τους και την επιβολή αποτρεπτικών ποινών, όπως έχει αναγνωρίσει και η νομολογία (βλ. Δημοκρατία ν. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 264, Souilmi ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248, Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632, Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240).

 

Έλαβε, επίσης, υπόψη του το Δικαστήριο ότι η ποσότητα των ναρκωτικών που κατείχε ο εφεσείων δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μεγάλη, χωρίς όμως να παραγνωρίζεται ότι επρόκειτο για ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α, κοκαΐνη, που είναι από τις σοβαρότερες μορφές ναρκωτικών σύμφωνα με το Νόμο. Κατά την επιμέτρηση της ποινής λήφθηκε υπόψη και η υπόθεση 17412/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, η οποία αφορούσε κατοχή 1,5896 γρ. κοκαΐνης και άλλα αδικήματα που σχετίζονται με τον περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου 152(Ι)/2003, αδικήματα που διαπράχθηκαν στις 12.10.2011, δηλαδή σε διάστημα λιγότερο των δύο ετών μετά την σύλληψή του για την υπό εκδίκαση υπόθεση.

 

Όπως ορθά αναφέρθηκε από το συνήγορο του εφεσείοντα, το Δικαστήριο, αναφέρει στην απόφασή του, ότι έλαβε υπόψη ως ελαφρυντικά στοιχεία (α) την ομολογία και συνεργασία του εφεσείοντα με την Αστυνομία σε σχέση με τις κατηγορίες 1 και 3, (β) το λευκό του ποινικό μητρώο, (γ) το γεγονός ότι εκ συμφώνου εκδόθηκε διάταγμα δήμευσης της περιουσίας του για είσπραξη του ποσού των €123.680,91, (δ) τις προσωπικές και οικονομικές του περιστάσεις, όπως προκύπτουν από την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, (ε) το χρόνο που διέρρευσε από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την επιβολή ποινής, που ανέρχεται σε περισσότερο από πέντε χρόνια, και, (στ) τις διάφορες αλλαγές στην εργασία του εφεσείοντα, καθώς επίσης και το γεγονός ότι συμβιεί με γυναίκα η οποία είναι στον τρίτο μήνα εγκυμοσύνης.

 

Το Δικαστήριο αναλώνει μεγάλο μέρος της απόφασής του στην ανάλυση της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την επιβολή ποινής και τις επιπτώσεις που αυτή έχει στην επιλογή της ποινής. Παρατηρήθηκε καθυστέρηση σχεδόν δύο χρόνων από της διάπραξης των αδικημάτων μέχρι την καταχώρηση της ποινικής υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου, χωρίς να δοθεί οποιοδήποτε στοιχείο από την [*165]κατηγορούσα αρχή που να δικαιολογεί αυτή την καθυστέρηση. Μετά την καταχώρηση της υπόθεσης, καταγράφεται η πορεία της, απ’ όπου προκύπτει ότι για τη μετέπειτα καθυστέρηση σημαντικό μερίδιο ευθύνης φέρει και ο εφεσείων, αφού η υπόθεση αναβλήθηκε κατ’ επανάληψη λόγω δικών του αιτημάτων, κάτι το οποίο το Δικαστήριο συνυπολόγισε.

 

Όπως προκύπτει από την καταγραφή της πορείας της υπόθεσης, κατά την έγκριση αιτημάτων αναβολής, η υπόθεση αναβάλλετο μετά από λίγους μήνες. Αυτό, όμως, το στοιχείο ήταν σε γνώση της πλευράς του εφεσείοντα όταν υπέβαλλε αίτημα αναβολής, καθότι ανέτρεπε τον προγραμματισμό του Δικαστηρίου. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 296, «Ο χρόνος της καθυστέρησης δεν μπορεί να προσμετρήσει προς όφελος του Εφεσείοντος, εφόσον όπως και ο συνήγορος του δέχθηκε, τις πλείστες φορές ζητήθηκε αναβολή από την πλευρά του. Μπορεί το Δικαστήριο να ενέκρινε τα αιτήματα αναβολής, αλλά δεν μπορεί ο Εφεσείων να αποκομίσει όφελος από την ανοχή που του επέδειξε το πρωτόδικο  Δικαστήριο.»

 

Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι η επιβολή ποινής είναι καθήκον που βαρύνει το πρωτόδικο Δικαστήριο και ότι το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν καταφαίνεται ότι η ποινή είναι αποτέλεσμα σφάλματος αρχής ή έκδηλα υπερβολική ή ανεπαρκής και δεν ικανοποιεί τους σκοπούς του Νόμου (βλ. Philippou ν. Republic (1983) 2 C.L.R. 245, Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525, Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342).

 

Στην προκείμενη περίπτωση θεωρούμε ότι το Δικαστήριο στάθμισε ορθά όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που τέθηκαν ενώπιόν του, όπως έχουν τεθεί πιο πάνω, και λεπτομερώς εξέτασε και το θέμα της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε. Δεν θεωρούμε ότι η ποινή που επέβαλε είναι υπερβολική και ότι δεν δόθηκε η δέουσα βαρύτητα σ’ αυτούς τους παράγοντες. Η σοβαρότητα των αδικημάτων που κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων, η συχνότητα με την οποία διαπράττονται και η ανάγκη αποτροπής, οι περιστάσεις διάπραξής τους, καθώς επίσης και ότι λήφθηκε υπόψη ακόμα μία υπόθεση, ορθά οδήγησαν το Δικαστήριο στην επιβολή ποινής φυλάκισης. Η καθυστέρηση η οποία παρατηρήθηκε ορθά αντανακλάται στο ύψος της επιβληθείσας ποινής και οποιαδήποτε διαφορετική προσέγγιση θα έστελλε λανθασμένα μηνύματα. Η υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 Α.Α.Δ. 355, που μας παρέπεμψε ο κ. Αλεξάνδρου, διαφοροποιείται ως προς τα γεγονότα και δεν θα μπορούσε να [*166]αντληθεί καθοδήγηση για το είδος της ποινής που θα έπρεπε να επιβληθεί στον εφεσείοντα. Συνακόλουθα, δεν κρίνουμε ότι υπάρχει πεδίο παρέμβασής μας στην ποινή που επιβλήθηκε.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο