Σιδερένος Σάββας ν. Αστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 487

ECLI:CY:AD:2016:B271

(2016) 2 ΑΑΔ 487

[*487]9 Ιουνίου, 2016

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΝΑΓΗ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΣΑΒΒΑΣ ΣΙΔΕΡΕΝΟΣ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 46/2016)

 

 

Ποινή ― Ναρκωτικά ― Κατοχή έξι φυτών κάνναβης και καλλιέργεια αυτών ― Επικύρωση εξάμηνης άμεσης ποινής φυλάκισης ― Καλλιέργεια σε δωμάτιο/κρύπτη, μικρό ύψος φυτών, παραδοχή, λευκό ποινικό μητρώο, πάροδος τριών χρόνων από τη διάπραξη, απεξάρτηση ― Απόφανση Εφετείου ότι δεν υπήρξε σφάλμα αρχής στην πρωτόδικη κρίση περί μη αναστολής της ποινής ― Χαρακτηρίστηκε επιεικής, ως αποτέλεσμα προσμέτρησης από το πρωτόδικο Δικαστήριο όλων των σχετικών παραμέτρων.

 

Ο Εφεσείων, παραδέχθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, μία κατηγορία, για κατοχή έξι φυτών κάνναβης χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας και δεύτερη κατηγορία για καλλιέργεια των έξι φυτών κάνναβης.

 

Σύμφωνα με τα εκτεθέντα γεγονότα πρωτοδίκως, στις 10.7.2013 δυνάμει δικαστικού εντάλματος έρευνας, ερευνήθηκε το αγροτόσπιτο και τα υποστατικά του Εφεσείοντα στο χωριό Σωτήρα. Σε υποστατικό του εντοπίστηκε κρυφή είσοδος, καλυμμένη με χώμα, η οποία οδηγούσε σε δωμάτιο-κρύπτη όπου υπήρχαν έξι πλαστικές γλάστρες με ένα φυτό κάνναβης στην καθεμιά, ενώ ολόκληρο το δωμάτιο είχε διαμορφωθεί σε θερμοκήπιο με σύστημα παραγωγής - καλλιέργειας φυτών κάνναβης. Τα φυτά κάνναβης, από τα οποία δεν εξήχθη ρητίνη, ήταν ύψους 13, 15, 23, 25, 28 και 30 εκατοστών.

 

Μετά από αρχική δήλωση άγνοιας, ο Εφεσείων κατηγορήθηκε και παραδέχθηκε.

[*488]Ο πρωτόδικος Δικαστής, κατά την επιμέτρηση της ποινής έλαβε υπόψιν του, μεταξύ άλλων, το λευκό ποινικό μητρώο του Εφεσείοντα, τα όσα ανέφερε ο συνήγορος του εφεσείοντα για σκοπούς μετριασμού της ποινής, ως επίσης το μικρό ύψος των φυτών, ότι είχαν παρέλθει σχεδόν τρία χρόνια από τη διάπραξη των αδικημάτων και την παραδοχή του Εφεσείοντα, ύστερα από την έκδοση ενδιάμεσης απόφασης κατόπιν δίκης εντός δίκης.

 

Καθοδηγούμενο από σχετική νομολογία και σταθμίζοντας όλα τα ενώπιον του στοιχεία και, αφού έλαβε υπόψιν τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του Εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε σ’ αυτόν ποινή φυλάκισης έξι μηνών στη δεύτερη κατηγορία και καμία ποινή στην πρώτη κατηγορία, αφού τα γεγονότα της πρώτης κατηγορίας περιλαμβάνονταν στη δεύτερη.

 

Ειδική αναφορά, το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκανε στο γεγονός ότι ο Εφεσείων «έσκαψε» κρύπτη με υπόγεια σήραγγα και στο ότι μέσα στην κρύπτη υπήρχε κατάλληλος εξοπλισμός, με σύστημα εξαερισμού αποτελούμενο από συστήματα φωτισμού, ειδικά κάτοπτρα, ανεμιστήρες και κλιματισμό. Παρατήρησε ότι το όλο δημιούργημα κατεδείκνυε μιαν οργανωμένη σκέψη και πράξη του Εφεσείοντα για να καλλιεργήσει φυτά κάνναβης και εδειχνε άνθρωπο με ιδιαίτερο ζήλο για την κατασκευή του προαναφερόμενου δωματίου-κρύπτης, με στόχο την προφύλαξή του, ώστε να μην μπορεί εύκολα να εντοπιστεί.

 

Σε σχέση με τον χρόνο που παρήλθε από τη διάπραξη των αδικημάτων, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκαμε λεπτομερή αναφορά στις περιστάσεις, υπό τις οποίες αναβλήθηκε η υπόθεση αρκετές φορές.  Μερικές από αυτές τις περιστάσεις οφείλονταν σε απουσία του Κατηγορούμενου και αιτήματα του συνηγόρου του για αναβολή.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε από σχετική Νομολογία αναφορικά με το ζήτημα της αναστολής και, αφού μελέτησε την πιθανότητα αναστολής της ποινής, έκρινε ότι, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορούμενου, η ποινή φυλάκισης θα έπρεπε να ήταν άμεση και να άρχιζε από την ημερομηνία που ο Κατηγορούμενος τέθηκε υπό κράτηση.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την επιβολή της ποινής, προέβη σε αυθαίρετα συμπεράσματα που δεν υποστηρίζονταν από τα γεγονότα της υπόθεσης.

[*489]β)     Διέπραξε σφάλμα αρχής, εφόσον δεν έδωσε σημασία στη διάσταση θέσεων μεταξύ Κατηγορούσας Αρχής και Υπεράσπισης, αναφορικά με το ποιος «έσκαψε» την υπόγεια κρύπτη.

 

γ)  Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει επαρκώς υπόψιν του τους σοβαρούς μετριαστικούς προσωπικούς και οικογενειακούς παράγοντες του Κατηγορούμενου.

 

δ)  Εσφαλμένα αποφάσισε ότι δεν συνέτρεχαν λόγοι αναστολής της ποινής φυλάκισης. Επίσης, διέπραξε σφάλμα αρχής, αποφασίζοντας πρώτα το θέμα της αναστολής και μετά το θέμα της επιβολής ποινής φυλάκισης.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Όλοι οι λόγοι έφεσης ήταν αβάσιμοι και η ποινή την οποία επέβαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν υπό τις περιστάσεις, ορθή και δίκαιη.

 

2.  Δεν προέβη, το πρωτόδικο Δικαστήριο, σε οποιαδήποτε αυθαίρετα συμπεράσματα στην απόφαση του. Απεναντίας, βασίστηκε στα όσα ανέφερε η Κατηγορούσα Αρχή και δεν αντέκρουσε η Υπεράσπιση.

 

3.  Η Υπεράσπιση κάλεσε το Δικαστήριο να δει τις φωτογραφίες, ως το σχετικό τεκμήριο, πράγμα το οποίο το Δικαστήριο έπραξε. Δεν μπορούσε, επομένως, ενώπιον του Εφετείου, ο συνήγορος του Εφεσείοντα να παραπονείται επειδή το πρωτόδικο Δικαστήριο είδε τις φωτογραφίες εκείνες και αναφέρθηκε σε αυτές.

 

4.  Ως προς το ζήτημα του δωματίου-κρύπτης, δεν μπορούσε να αποδοθεί οποιαδήποτε σημασία στο κατά πόσον ο ίδιος ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων «έσκαψε» την κρύπτη, ή κατά πόσον η κρύπτη εκείνη προϋπήρχε.

 

5.  Το σημαντικό, ήταν ότι, όπως ανέφερε η Κατηγορούσα Αρχή και δεν αμφισβήτησε η Υπεράσπιση, μέσα στα υποστατικά του Εφεσείοντα βρέθηκε η κρύπτη, σ’ αυτήν υπήρχε σήραγγα και σκάλα η οποία κατέβαινε σε δωμάτιο, ειδικά οργανωμένο και διαμορφωμένο, με όλες τις ανέσεις για την κατοχή και καλλιέργεια των φυτών κάνναβης.

 

6.  Ουδέποτε ο Εφεσείων αμφισβήτησε ότι η δημιουργία και η διαμόρφωση του προαναφερόμενου δωματίου έγινε από τον ίδιον.  [*490]Επομένως, αν κάποια κρύπτη ή κρησφύγετο προϋπήρχε από την εποχή της ΕΟΚΑ, όπως λέχθηκε εκ μέρους του Εφεσείοντα, δε διαφοροποιεί καθ’ οιονδήποτε ουσιαστικό τρόπο τα γεγονότα, ούτε και το πρωτόδικο εύρημα ότι ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο για την κατασκευή - διαμόρφωση του επίδικου δωματίου και ότι το δημιούργημα του καταδεικνύει οργανωμένη σκέψη και πράξη του.

 

7.  Ως προς τους προσωπικούς και οικογενειακούς μετριαστικούς παράγοντες που εξετέθησαν ενώπιον του, το πρωτόδικο Δικαστήριο τους έλαβε επαρκώς υπόψιν. Έλαβε υπόψιν, την απεξάρτηση του από τα ναρκωτικά μετά τη διάπραξη των αδικημάτων και πριν από την επιβολή της ποινής, το χρονικό διάστημα που διέρρευσε από τη διάπραξη των αδικημάτων, την παραδοχή του σε κάποιο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας και το λευκό του ποινικό μητρώο.

 

8.  Δεν φαίνεται να διέφυγε του πρωτοδίκου Δικαστηρίου οποιοσδήποτε μετριαστικός παράγοντας, γι’ αυτό και επέβαλε την επιεική ποινή φυλάκισης των έξι μηνών, και όχι μεγαλύτερη.

 

9.  Περαιτέρω, δεν προέκυπτε ότι διέπραξε οποιοδήποτε σφάλμα αρχής ως προς τη μη αναστολή της ποινής φυλάκισης έξι μηνών.  Πρώτα επέβαλε στον Κατηγορούμενο την ποινή φυλάκισης των έξι μηνών στη δεύτερη κατηγορία και καμιά ποινή στην πρώτη κατηγορία, και, στη συνέχεια, προχώρησε στην εξέταση του ενδεχομένου αναστολής της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που του είχε επιβληθεί.

 

10. Αφού συνυπολόγισε ορθά όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε να μην αναστείλει την ποινή φυλάκισης έξι μηνών που επέβαλε και δεν συνέτρεχε οποιοσδήποτε λόγος για επέμβαση του Εφετείου στην πρωτόδικη απόφαση.

 

11. Δεν υπήρξε οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή των προσωπικών συνθηκών του Εφεσείοντα, από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την επιβολή της ποινής, όπως εισηγήθηκε ο συνήγορος του Εφεσείοντα.

 

Η έφεση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Παγιαβλάς v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240,

[*491]Ηλιάδη v. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 412,

 

Παντελή v. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 301, ECLI:CY:AD:2014:B285,

 

Παπαευσταθίου v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 39,

 

Τραλαλάς v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 323,

 

Χριστοφίδης v. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 148,

 

Γενικός Εισαγγελέας v. Κανάρη (Αρ. 2) (2005) 2 Α.Α.Δ. 327,

 

Γενικός Εισαγγελέας v. Τζαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161.

 

Έφεση κατά Καταδίκης και Ποινής.

 

Έφεση από τον Κατηγορούμενο εναντίον των αποφάσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Μουγής, Α.Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 2199/2014), ημερομηνίας 15/3/2016 και 22/3/2016.

 

Γ. Πολυχρόνης, για τον Εφεσείοντα.

 

Ν. Δημητρίου, Δημόσιος Κατήγορος Α΄, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π..

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Ο Εφεσείων, Κατηγορούμενος ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, μετά από ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου σε δίκη εντός δίκης, και αφού έγινε δεκτή η κατάθεση, ως τεκμήριο, των φυτών κάνναβης για τα οποία κατηγορείτο, δήλωσε παραδοχή σε δύο κατηγορίες για τα αδικήματα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β και της καλλιέργειας κάνναβης, κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Νόμος 29/1977).

 

Η πρώτη κατηγορία, αφορούσε την κατοχή έξι φυτών κάνναβης χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας και η δεύτερη κατηγορία αφορούσε την καλλιέργεια των έξι φυτών κάνναβης. Άλλη κατηγορία για κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια, διακόπηκε.

[*492]

Τα γεγονότα, όπως εκτείθενται στην πρωτόδικη απόφαση, σε συντομία, είναι ότι στις 10.7.2013 δυνάμει δικαστικού εντάλματος έρευνας, ερευνήθηκε το αγροτόσπιτο και τα υποστατικά του Εφεσείοντα στη Σωτήρα. Σε υποστατικό του εντοπίστηκε κρυφή είσοδος, καλυμμένη με χώμα. Όταν αφαιρέθηκε το χώμα, υπήρχε κουβέρτα, κάτω από την οποία υπήρχαν τρεις ορθογώνιες πολυστερίνες. Όταν αφαιρέθηκαν και αυτές, υπήρχε ξύλινο παλέτο που στήριζε ξύλινο πλακάζ, το οποίο έφραζε κρυφή είσοδο. Αφαιρώντας το πλακάζ, διαπιστώθηκε η ύπαρξη μικρής υπόγειας σήραγγας, μήκους τεσσάρων μέτρων και ύψους 60 εκατοστών, η οποία κατέληγε σε υπόγειο δωμάτιο-κρύπτη, διαστάσεων 1,80 x 3,00 μέτρα και ύψους 2,40 μέτρα, στο οποίο κατέβαινε κάποιος με αλουμινένια σκάλα. Μέσα στο δωμάτιο-κρύπτη υπήρχαν έξι πλαστικές γλάστρες με ένα φυτό κάνναβης στην καθεμιά, ενώ ολόκληρο το δωμάτιο είχε διαμορφωθεί σε θερμοκήπιο με σύστημα παραγωγής – καλλιέργειας φυτών κάνναβης που αποτελείτο από συστήματα φωτισμού και εξαερισμού, ειδικά κάτοπτρα, ανεμιστήρα, κλιματισμό, λιπάσματα και υλικά που βοηθούν στην ανάπτυξη φυτών. Τα φυτά κάνναβης, από τα οποία δεν εξήχθη ρητίνη, ήταν ύψους 13, 15, 23, 25, 28 και 30 εκατοστών.

 

Μετά από αρχική δήλωση άγνοιας, ο Εφεσείων κατηγορήθηκε και παραδέχθηκε. 

 

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, κατά την επιμέτρηση της ποινής έλαβε υπόψιν του, μεταξύ άλλων, το λευκό ποινικό μητρώο του Εφεσείοντα και τα όσα ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος του για σκοπούς μετριασμού της ποινής. Ο Εφεσείων, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν 38 ετών, πατέρας τεσσάρων ανήλικων παιδιών, οι γονείς του καταδικάστηκαν σε πολυετείς ποινές φυλάκισης, το 2008, και ο Εφεσείων ανέλαβε την περιουσία του πατέρα του για να συντηρήσει την οικογένεια του. Πέραν των προαναφερομένων, ο Εφεσείων είχε και καθήκον συντήρησης της οικογένειας της αδελφής του, επειδή ο σύζυγός της ήταν ανίκανος για εργασία. Όσον αφορά το άτομο του Εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψιν του ότι αυτός παρακολούθησε πρόγραμμα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά και, σύμφωνα με ιατρική έκθεση, την οποία παρουσίασε, είχε απαλλαγεί από την εξάρτηση. Προς τούτο, κατέθεσε και σχετικά αποτελέσματα εξέτασης χημείου, ημερομηνίας 2.3.2016.

 

Αναφορικά με το ύψος των φυτών, το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψιν ότι αυτό ήταν μικρό. Ως προς το χρόνο διάπραξης [*493]των αδικημάτων, το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψιν του ότι είχαν παρέλθει σχεδόν τρία χρόνια από τη διάπραξη των αδικημάτων. Ακόμα, το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψιν την παραδοχή του Εφεσείοντα, μετά από την έκδοση ενδιάμεσης απόφασης κατόπιν δίκης εντός δίκης. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε από σχετική Νομολογία. Αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση στην υπόθεση Παγιαβλάς v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240, στην οποία τονίστηκε ότι η χρήση ναρκωτικών προσέλαβε ανησυχητικές διαστάσεις και, κατά κανόνα, θα πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές σε τέτοιες υποθέσεις. Αναφέρθηκε, επίσης, στις αποφάσεις  Ηλιάδη v. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 412 και Παντελή v. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 301, ECLI:CY:AD:2014:B285, στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο μείωσε τις επιβληθείσες ποινές φυλάκισης των έξι ετών για την κατοχή δώδεκα φυτών κάνναβης με σκοπό την προμήθεια και τεσσάρων ετών για την καλλιέργειά τους, σε ποινές τριών και δύο ετών φυλάκισης, αντίστοιχα.

 

Σταθμίζοντας όλα τα ενώπιον του στοιχεία και, αφού έλαβε υπόψιν τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του Εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε σ’ αυτόν ποινή φυλάκισης έξι μηνών στη δεύτερη κατηγορία και καμία ποινή στην πρώτη κατηγορία, αφού τα γεγονότα της πρώτης κατηγορίας περιλαμβάνονται στη δεύτερη. Ειδική αναφορά, το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκανε στο γεγονός ότι ο Εφεσείων «έσκαψε» κρύπτη με υπόγεια σήραγγα και στο ότι μέσα στην κρύπτη υπήρχε κατάλληλος εξοπλισμός, με σύστημα εξαερισμού αποτελούμενο από συστήματα φωτισμού, ειδικά κάτοπτρα, ανεμιστήρες και κλιματισμό. Αναφέρθηκε στις φωτογραφίες του τεκμηρίου 10 και παρατήρησε ότι το όλο δημιούργημα καταδεικνύει μιαν οργανωμένη σκέψη και πράξη του Εφεσείοντα για να καλλιεργήσει φυτά κάνναβης και δείχνει άνθρωπο με ιδιαίτερο ζήλο για την κατασκευή του προαναφερόμενου δωματίου-κρύπτης, με στόχο την προφύλαξή του, ώστε να μην μπορεί εύκολα να εντοπιστεί.

 

Σε σχέση με τον χρόνο που παρήλθε από τη διάπραξη των αδικημάτων, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκαμε λεπτομερή αναφορά στις περιστάσεις, υπό τις οποίες αναβλήθηκε η υπόθεση αρκετές φορές. Μερικές από αυτές τις περιστάσεις οφείλονταν σε απουσία του Κατηγορούμενου και αιτήματα του συνηγόρου του για αναβολή. Τα αδικήματα διαπράχθηκαν στις 10.7.2013 και η υπόθεση εναντίον του καταχωρήθηκε στις 25.6.2014. Μεσολάβησε η εξέταση των φυτών από το Κρατικό Χημείο και η ετοιμασία σχετικής έκθε[*494]σης. Η ακροαματική διαδικασία άρχισε στις 5.11.2015 και η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκδόθηκε στις 22.3.2016.

 

Μετά την απόφαση για επιβολή ποινής φυλάκισης έξι μηνών στη δεύτερη κατηγορία, το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε και στη δυνατότητα αναστολής της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης, σύμφωνα με το Νόμο 95/1972, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 186(Ι)/2003. Σύμφωνα με το Άρθρο 3(2) του Νόμου, όπως τροποποιήθηκε, το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης, αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορούμενου.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε από σχετική Νομολογία αναφορικά με το ζήτημα της αναστολής και, συγκεκριμένα, τις αποφάσεις Παπαευσταθίου v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 39, Τραλαλάς v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 323, Χριστοφίδης v. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 148, Γενικός Εισαγγελέας v. Κανάρη (Αρ. 2) (2005) 2 Α.Α.Δ. 327 και Γενικός Εισαγγελέας v. Τζαουχάρη (2005) 2 Α.Α.Δ. 161.

 

Αφού μελέτησε την πιθανότητα αναστολής της ποινής, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορούμενου, η ποινή φυλάκισης θα έπρεπε να είναι άμεση και να αρχίζει από τις 15.3.2016, ημερομηνία που ο Κατηγορούμενος τέθηκε υπό κράτηση.

 

Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με τέσσερις λόγους έφεσης:

 

Πρώτος Λόγος                Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά                                              την επιβολή της ποινής προέβη σε                              αυθαίρετα συμπεράσματα που δεν                                 υποστηρίζονταν από τα γεγονότα                                  της υπόθεσης.

 

Δεύτερος Λόγος              Διέπραξε σφάλμα αρχής, εφόσον                                             δεν έδωσε σημασία στη διάσταση                                                θέσεων μεταξύ Κατηγορούσας                                                         Αρχής και Υπεράσπισης, αναφο                                              ρικά με το ποιος «έσκαψε» την                                          υπόγεια κρύπτη.

 

Τρίτος Λόγος                  Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέ         [*495]                              λειψε να λάβει επαρκώς υπόψιν                                       του τους σοβαρούς μετριαστικούς                                            προσωπικούς και οικογενειακούς                                              παράγοντες του Κατηγορούμενου.

 

Τέταρτος Λόγος              Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλ                                            μένα αποφάσισε ότι δεν συνέτρε                                          χαν λόγοι αναστολής της ποινής                                              φυλάκισης. Επίσης, διέπραξε                                                  σφάλμα αρχής, αποφασίζοντας                                                πρώτα το θέμα της αναστολής και                                  μετά το θέμα της επιβολής ποινής                                  φυλάκισης.

 

Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία υπό το φως των ικανών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων. Θεωρούμε, ότι όλοι οι λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι και ότι η ποινή την οποία επέβαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι, υπό τις περιστάσεις, ορθή και δίκαιη. Δεν προέβη, το πρωτόδικο Δικαστήριο, σε οποιαδήποτε αυθαίρετα συμπεράσματα στην απόφαση του. Απεναντίας, βασίστηκε στα όσα ανέφερε η Κατηγορούσα Αρχή και δεν αντέκρουσε η Υπεράσπιση. Η Υπεράσπιση κάλεσε το Δικαστήριο να δει τις φωτογραφίες, Τεκμήριο 10, πράγμα το οποίο το Δικαστήριο έπραξε. Δεν μπορεί, επομένως, σήμερα, ενώπιον του Εφετείου, ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα να παραπονείται επειδή το πρωτόδικο Δικαστήριο είδε τις φωτογραφίες εκείνες και αναφέρθηκε σε αυτές. Ως προς το ζήτημα του δωματίου-κρύπτης, δεν αποδίδουμε οποιανδήποτε σημασία στο κατά πόσον ο ίδιος ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων «έσκαψε» την κρύπτη, ή κατά πόσον η κρύπτη εκείνη προϋπήρχε. Το σημαντικό, κατά την κρίση μας, είναι ότι, όπως ανέφερε η Κατηγορούσα Αρχή και δεν αμφισβήτησε η Υπεράσπιση, μέσα στα υποστατικά του Εφεσείοντα βρέθηκε η κρύπτη, σ’ αυτήν υπήρχε σήραγγα και σκάλα η οποία κατέβαινε σε δωμάτιο, ειδικά οργανωμένο και διαμορφωμένο, με όλες τις ανέσεις για την κατοχή και καλλιέργεια των φυτών κάνναβης. Ουδέποτε ο Εφεσείων αμφισβήτησε ότι η δημιουργία και η διαμόρφωση του προαναφερόμενου δωματίου έγινε από τον ίδιον. Επομένως, αν κάποια κρύπτη ή κρησφύγετο προϋπήρχε από την εποχή της ΕΟΚΑ, όπως λέχθηκε εκ μέρους του Εφεσείοντα, δε διαφοροποιεί καθ’ οιονδήποτε ουσιαστικό τρόπο τα γεγονότα, ούτε και το πρωτόδικο εύρημα ότι ο Κατηγορούμενος-Εφεσείων επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο για την κατασκευή – διαμόρφωση του επίδικου δωματίου και ότι το δημιούργημα του καταδεικνύει οργανωμένη σκέψη και πράξη του.

 

[*496]Ως προς τους προσωπικούς και οικογενειακούς μετριαστικούς παράγοντες που εξετέθησαν ενώπιον του, θεωρούμε ότι ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής τους έλαβε επαρκώς υπόψιν. Έλαβε υπόψιν του τις προσωπικές και οικογενειακές συνθήκες του Κατηγορούμενου-Εφεσείοντα, την απεξάρτηση του από τα ναρκωτικά μετά τη διάπραξη των αδικημάτων και πριν την επιβολή της ποινής, το χρονικό διάστημα που διέρρευσε από τη διάπραξη των αδικημάτων, την παραδοχή του σε κάποιο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας και το λευκό του ποινικό μητρώο. Δεν φαίνεται να διέφυγε του πρωτοδίκου Δικαστηρίου οποιοσδήποτε μετριαστικός παράγοντας, γι’ αυτό και επέβαλε την επιεική ποινή φυλάκισης των έξι μηνών, και όχι μεγαλύτερη.

 

Ως προς τη μη αναστολή της ποινής φυλάκισης έξι μηνών, δε βρίσκουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε οποιοδήποτε σφάλμα αρχής. Πρώτα επέβαλε στον Κατηγορούμενο την ποινή φυλάκισης των έξι μηνών στη δεύτερη κατηγορία και καμιά ποινή στην πρώτη κατηγορία, και, στη συνέχεια, προχώρησε στην εξέταση του ενδεχομένου αναστολής της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που του είχε επιβληθεί, όπως, σαφώς, φαίνεται στη σελίδα 16 της απόφασης. Το σχετικό άρθρο του Νόμου 95/1972, όπως τροποποιήθηκε, παρέχει ευρεία διακριτική εξουσία στο Δικαστήριο να συνυπολογίσει, τόσο το σύνολο των περιστάσεων μιας υπόθεσης, όσο και τα προσωπικά περιστατικά του Κατηγορούμενου. Αφού τα συνυπολόγισε όλα, ορθά, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε να μην αναστείλει την ποινή φυλάκισης έξι μηνών που επέβαλε στον Εφεσείοντα – Κατηγορούμενο, και δε βρίσκουμε ότι συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για επέμβαση του Εφετείου στην πρωτόδικη απόφαση. Δεν υπήρξε οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή των προσωπικών συνθηκών του Εφεσείοντα, από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι την επιβολή της ποινής, όπως εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα.

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους, η Έφεση απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο