ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ν. ΜΟΔΕΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ποινική Έφεση 217/2016, 11/5/2017
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ν. ΜΟΔΕΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ποινική Έφεση 217/2016, 11/5/2017
Παραπομπή:
ECLI:CY:AD:2017:B168

ECLI:CY:AD:2017:B168

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

11 Μαΐου, 2017

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

 

(Ποινική Έφεση 217/2016)

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,

 

Εφεσείουσα,

ν.

 

ΜΟΔΕΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

 

Εφεσίβλητου.

 

 

Μ. Κουτσόφτας, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσείουσα.

 

Π. Παυλίδης για Καραπατάκης & Παυλίδης, για τον Εφεσίβλητο.

 

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Την απόφαση της πλειοψηφίας θα απαγγείλει ο Δικαστής Παμπαλλής, με την οποία συμφωνεί ο Δικαστής Χριστοδούλου και η Δικαστής Ψαρά-Μιλτιάδου θα εκφωνήσει τη διϊστάμενη απόφαση.

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Το προς απόφανση  ζήτημα  άπτεται της οδικής συμπεριφοράς του εφεσιβλήτου, που, δυστυχώς, είχε ως τραγικό αποτέλεσμα την απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής. 

 

Τα γεγονότα, στη βάση των οποίων στοιχειοθετήθηκε το αδίκημα της πρόκλησης θανάτου λόγω αλόγιστης ή απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης μη αναγόμενης σε υπαίτια αμέλεια του άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, και οδήγησε στην παραδοχή της κατηγορίας από τον εφεσίβλητο, καταγράφονται πρωτοδίκως και έχουν ως εξής:

 

″Στις 13/9/2013 περί ώρα 20:25 ο κατηγορούμενος οδηγούσε το αυτοκίνητο του με αρ. εγγραφής KRW 260 επί της Λεωφόρου Αμαθούντος στην περιοχή Αγίου Τύχωνα στην Λεμεσό, κατευθυνόμενος Δυτικά προς Λεμεσό. Η τροχαία κίνηση στο δρόμο κατά την συγκεκριμένη ώρα ήταν αραιή. Σε κάποιο σημείο του δρόμου ενώ διερχόταν έξω από το νυχτερινό κέντρο «DOLCE» κανονικά εντός της λωρίδας κυκλοφορίας του, συγκρούστηκε με το θύμα με το μπροστινό αριστερό μέρος του οχήματος του και την παρέσυρε τραυματίζοντας την θανάσιμα. Το θύμα τη στιγμή της σύγκρουσης διασταύρωνε την Λεωφ. Αμαθούντος από τα βόρεια προς νότια (από τα δεξιά προς τα αριστερά) σύμφωνα της πορείας του οχήματος που οδηγούσε ο κατηγορούμενος. Από τη σύγκρουση το θύμα εκτινάχθηκε πάνω στο ανεμοθώρακα του οχήματος του κατηγορούμενου και στη συνέχεια έπεσε στην άσφαλτο.″

 

 

Κάποια άλλα σημαντικά γεγονότα που επίσης αναφέρονται στην εκκαλούμενη απόφαση είναι το σημείο επαφής του οχήματος με την αποβιώσασα.

 

″Το όχημα του κατηγορουμένου υπέστη ζημιά στο μπροστινό αριστερό του μέρος και συγκεκριμένα έσπασε ο μπροστινός του ανεμοθώρακας, το μπροστινό αριστερό φανάρι, ο μπροστινός προφυλακτήρας, το καπώ, το μπροστινό αριστερό φτερό, το οποίο σπρώχθηκε προς τα πίσω και ακούμπησε την πόρτα του συνοδηγού, και η αριστερή σιδερένια δοκός του ανεμοθώρακα.″

 

 

Παράλληλα υπήρχε, αποτυπωμένο σε κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης παρακείμενου υποστατικού, η πορεία της πεζής πριν το δυστύχημα, η σύγκρουση και η πορεία, όπως και η κατάληξη του αυτοκινήτου του εφεσιβλήτου.

 

″Σύμφωνα με τις καταγραφές των καμερών διακρίνεται το θύμα του δυστυχήματος να κατεβαίνει από το λεωφορείο στην παρακείμενη στάση, να φοράει άσπρα ρούχα και αφού περπατά πάνω στο πεζοδρόμιο στην βόρεια πλευρά του δρόμου για μερικά μέτρα με δυτική κατεύθυνση στη συνέχεια κατεβαίνει από το πεζοδρόμιο στο δρόμο στο σημείο ακριβώς που εισέρχεσαι στο χώρο στάθμευσης μπροστά από το Νυκτερινό Κέντρο.

 

Εκεί αφού κοντοστέκεται ελέγχοντας τον δρόμο διασταυρώνει με σχετικά γρήγορο βήμα με διαγώνια Νοτιοδυτική πορεία για να πάει απέναντι, κοντοστέκεται στιγμιαία ξανά όταν φθάνει στην μέση του δρόμου και συνεχίζει να διασταυρώνει τον δρόμο με την ίδια πορεία και ρυθμό οπόταν και όταν σχεδόν βρίσκεται στην άκρια της Λωρίδας του δρόμου προς την Λεμεσό εμφανίζεται το όχημα του Νικολάου από τα αριστερά το οποίο την χτυπά και την παρασύρει χωρίς καμιά αντίδραση εκ μέρους του παρά μόνο μετά που την χτυπά όπου φαίνεται να κινείται απότομα προς τα δεξιά και στην συνέχεια αριστερά.″

 

 

Περαιτέρω το δικαστήριο επισημαίνει:

 

″Με βάση το οπτικό υλικό και τον αριθμό των βημάτων του θύματος, 11 στο σύνολο, σημειώθηκε η πορεία της επί του σχεδίου Τεκμήριο 1. Το σημείο σύγκρουσης Χ 1 απέχει 50 εκ από τη νότια άκρη του δρόμου. Το θύμα είχε σχεδόν διασταυρώσει δηλαδή.

 

Ο καιρός ήταν αίθριος και ο δρόμος στεγνός. Υπήρχε καλός οδικός φωτισμός. Δεν δόθηκαν στοιχεία για την ορατότητα το βράδυ, την ημέρα η ορατότητα περιγράφηκε ως απεριόριστη. Ο δρόμος είναι ευθύς και η άσφαλτος φέρει σήμανση. Από έλεγχο που έγινε σε σχέση με την εμβέλεια των φώτων πορείας του οχήματος του κατηγορουμένου διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα υπό συνθήκες πλήρους σκότους:

 

  «…. στην χαμηλή τους στάση αυτά είχαν εμβέλεια 18,50 μέτρα και 25,50 μέτρα και στην ψηλή στάση είχαν εμβέλεια πέραν των 50 μέτρων.″

 

Το δικαστήριο προέβη σε μια σε βάθος ανάλυση των αρχών               που διέπουν την επιβολή ποινής, όπως καθορίστηκαν και επιβεβαιώθηκαν προσφάτως από τη νομολογία, με ιδιαίτερη αναφορά στην υπόθεση Νικολάου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 195/2014, ημερ. 20 Μαρτίου 2015, ECLI:CY:AD:2015:B205.

 

Κατά το στάδιο επιβολής της ποινής, στην κατηγορία του άρθρου 210 του Κεφ. 154, για την οποία υπάρχει παράπονο από την εφεσείουσα, ήτοι €3.000 πρόστιμο, πλέον 5 βαθμούς ποινής, επιπροσθέτως ο εφεσίβλητος στερήθηκε του δικαιώματος κατοχής ή απόκτησης άδειας οδηγού για περίοδο 12 μηνών.

 

Στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, λήφθηκε υπόψη ότι:

 

″Τούτων λεχθέντων, δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε άλλη επικινδυνότητα ή επιβαρυντικό παράγοντα στην οδήγηση του κατηγορουμένου. Η παράλειψη του εστιάζεται στην παράλειψη του να δει την πεζή. Το σφάλμα του αυτό δεν εντάσσεται, κατά την άποψη μου, στα πλαίσια της απερίσκεπτης οδήγησης. Μπορεί όμως να χαρακτηριστεί, με βάση τις αρχές που προανέφερα ως επικίνδυνο. Η παράλειψη του να δει την πεζή ενώ ήταν ορατή ήταν σφάλμα που κατέστησε την οδήγηση του επικίνδυνη.  Η επικινδυνότητα αυτή προέκυψε από στιγμιαία, κατά την άποψη μου, παράλειψη. Εκλείπουν οποιαδήποτε στοιχεία εγωϊστικής ή αδιάφορης συμπεριφοράς ή παρατεταμένα επικίνδυνης οδήγησης που να δικαιολογούν άλλη προσέγγιση.″

 

 

Περαιτέρω, το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα μεταξύ της διάπραξης του αδικήματος (13 Σεπτεμβρίου 2013) και της επιβολής ποινής (5 Οκτωβρίου 2016), σε συνδυασμό με το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσιβλήτου και την παραδοχή του, στην κατηγορία που αντιμετώπιζε, συνέδραμαν έτσι ώστε το δικαστήριο να αποφύγει να επιβάλει στερητική της ελευθερίας ποινή.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας, επικαλούμενος προς τούτο νομολογία, υποστήριξε ότι η επιβληθείσα ποινή είναι ανεπαρκής, καθότι το δικαστήριο δεν προσέδωσε την ανάλογη βαρύτητα στη σοβαρότητα του αδικήματος, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται από την προβλεπόμενη από το νόμο ποινή που, «σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση μέχρι τεσσάρων χρόνων ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δυο χιλιάδες πεντακόσιες λίρες».

 

Περαιτέρω υποστηρίχθηκε από το συνήγορο ότι, η ανάγκη                    για επιβολή αποτρεπτικών ποινών δεν εξυπηρετείται, στις περιπτώσεις αδικημάτων, όπως το εξεταζόμενο, που παρουσιάζουν έξαρση, ούτε θα μπορούσε να συμβάλει στην αποτροπή διάπραξης ανάλογου σοβαρότητας αδικημάτων.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσιβλήτου υποστήριξε, επίσης στηριζόμενος σε νομολογία ότι, το εκδικάσαν δικαστήριο αξιολόγησε σωστά όλα τα δεδομένα της υπόθεσης και η ευθύνη επιβολής ποινής ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν καταδειχθεί ότι η ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής ή όπου διαπιστωθεί ότι το δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα αρχής.  Δεν είναι τέτοια η εξεταζόμενη υπόθεση, κατέληξε.

 

Στη βάση των συμπερασμάτων του δικαστηρίου έχουμε κατ’ αρχάς να παρατηρήσουμε ότι η κατάληξη του ότι η παράλειψη του εφεσιβλήτου «να δει την πεζή» κατέστησε την οδήγηση του επικίνδυνη, είναι ορθή.

 

Η επικίνδυνη οδήγηση, όπως επισημαίνεται στη νομολογία που το πρωτόδικο δικαστήριο επικαλείται, απαιτείται «να αποδειχθεί η πρόκληση, αντικειμενικά ιδωμένης, επικίνδυνης κατάστασης από σφάλμα του οδηγού» (Πέτρου ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 233, Σάββα ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 115, Γενικός Εισαγγελέας ν. Σαζός (2001) 2 Α.Α.Δ. 18 και R. v. Gosney  (1971) 2 Q.B. 674).

 

Αυτή η διαπίστωση επέβαλλε διαφορετική αντιμετώπιση από αυτής που έτυχε;

 

Παρατηρούμε συναφώς, ότι ο εφεσίβλητος οδηγούσε στη λεωφόρο Αμαθούντας, σ’ ένα σημείο του δρόμου που είναι ευθύς με  απεριόριστη ορατότητα, κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ η εμβέλεια των φώτων του αυτοκινήτου του, ήταν 18,50 μέτρα και 25,50 στη χαμηλή στάση και 50 μέτρων στην ψηλή στάση.  Δεν έχει αναφερθεί οτιδήποτε, που να συνέτεινε ώστε να εμποδίζεται η απρόσκοπτη παρατήρηση, με οποιοδήποτε τρόπο, του δρόμου και τυχόν άλλων που τον χρησιμοποιούσαν, τη δεδομένη στιγμή διέλευσης του αυτοκινήτου του εφεσιβλήτου.

 

Στη βάση του οπτικού υλικού που παρουσιάστηκε η πεζή κτυπήθηκε, ενώ διέσχιζε τη λεωφόρο Αμαθούντας από δεξιά προς αριστερά σε σχέση με την πορεία του εφεσιβλήτου, με το αριστερό μπροστινό φτερό του αυτοκινήτου του τελευταίου, και σε απόσταση 50 εκ. προτού καλύψει όλο το πλάτος του δρόμου. Τούτο προσδίδει, σαφώς, μια χρονική διάρκεια, μέχρι η πεζή να φθάσει στο κέντρο του δρόμου και να συνεχίσει την πορεία με σκοπό να ολοκληρώσει τη διασταύρωση ενός μεγάλου, σε πλάτος, δρόμου. Η αντίδραση του εφεσιβλήτου καταγράφεται να έχει εκδηλωθεί μετά τη σύγκρουση. Η μη έγκαιρη αντίδραση του εφεσιβλήτου υποδηλοί απουσία πλήρους προσοχής στο δρόμο, ιδιαιτέρως όταν δεν έχει αναφερθεί ύπαρξη ψηλής ταχύτητας.

 

Σ’ ένα δρόμο ευθύ, χωρίς οποιοδήποτε εμπόδιο, ο εφεσίβλητος οδηγούσε, αδιαφορώντας, όπως αποδείχθηκε, για τους άλλους που χρησιμοποιούσαν το δρόμο. Η συμπεριφορά αυτή ανάγεται σε επικίνδυνη οδήγηση, που δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ότι υποβαθμίστηκε πρωτοδίκως και διαπιστώνουμε σφάλμα αρχής από το δικαστήριο.

 

Η, εν τέλει, ενώπιον του δικαστηρίου, παραδοχή του εφεσιβλήτου, έχει τη σπουδαιότητα της και την πρόσδοση αναλόγου βαρύτητας  κατά το στάδιο επιβολής της ποινής. Πλην, όμως, στην προκείμενη περίπτωση η επιβληθείσα ποινή προστίμου (€3.000), ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί ότι αντικατοπτρίζει το σοβαρό, από απόψεως επικινδυνότητας τρόπο οδήγησης του. Όπως, συναφώς, αποδεικνύεται από τη νομολογία, ήτοι, Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 189 και Δημοκρατία ν. Γερολέμου, Ποιν. Εφ. 169/2016, ημερ. 28 Φεβρουαρίου 2017, ECLI:CY:AD:2017:B63, η επιβολή ποινής φυλάκισης ενδείκνυται κατ’ αρχάς στις περιπτώσεις εκείνες που η αμέλεια εμπεριέχει το στοιχείο της αδιαφορίας για την ασφάλεια των άλλων.

 

Στην προκείμενη υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη ότι το θύμα διασταύρωνε μια πλατιά λεωφόρο από δεξιά προς τα αριστερά σε σχέση με την πορεία του εφεσιβλήτου, δεν είχε αντιληφθεί το θύμα το οποίο είχε σχεδόν ολοκληρώσει τη διασταύρωση, η αμέλεια που υπέδειξε, αντικειμενικά κρινόμενη, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ότι εμπεριείχε έκδηλα το στοιχείο της αδιαφορίας για την ασφάλεια των άλλων προσώπων που χρησιμοποιούσαν το δρόμο. Υπ’ αυτή τη θεώρηση, κρίνεται ότι, υπό τις περιστάσεις, η μόνη επιβαλλόμενη ποινή ήταν η ποινή της φυλάκισης και ως συνέπεια τούτου, η επιβληθείσα χρηματική ποινή κρίνεται ως έκδηλα ανεπαρκής και επιβάλλεται η παρέμβασή μας. Η αμέλεια την οποία υπέδειξε, υπό τις περιστάσεις, όπως την αναλύσαμε πιο πάνω, επιβάλλει την επιβολή ποινής στερητικής της ελευθερίας.

 

Έχουμε σοβαρά προβληματιστεί αναφορικά με το ύψος της επιβαλλόμενης, υπό τις περιστάσεις, ποινής, έχοντας ως βασικό δεδομένο τη μεγάλη καθυστέρηση που παρατηρείται, από τη διάπραξη του αδικήματος στις 13 Σεπτεμβρίου 2013 μέχρι και σήμερα που καλούμαστε να επιβάλουμε ποινή. 

 

Το θέμα απασχόλησε και το πρωτόδικο δικαστήριο και αναφέρεται σχετικά:

 

″Ως προς τον χρόνο που διέρρευσε από την διάπραξη των αδικημάτων μέχρι σήμερα διαπιστώνω, ότι μεσολάβησαν εννέα μήνες για την καταχώριση κατηγορητηρίου από τη διάπραξη των αδικημάτων. Ο κατηγορούμενος κατά την 1η εμφάνιση ζήτησε χρόνο να απαντήσει. Η υπόθεση αναβλήθηκε ακόμη τρεις φορές (συνολική καθυστέρηση 4.5 μηνών) για να απαντήσει. Η υπόθεση ορίστηκε για απάντηση εν τέλει στις 4/12/2014 και ακολούθως στις 8/6/2015 για ακρόαση. Από τον Ιούνιο 2015 αναβλήθηκε δύο φορές λόγω ελλείψεως δικαστικού χρόνου, μία φορά λόγω αλλαγής δικηγόρου υπεράσπισης και μία φορά λόγω αιτήματος της κατηγορούσας αρχής. Στις 27/6/2016 ορίστηκε για ακρόαση χωρίς μάρτυρες και ακολούθως στις 21/7/2016 για ενδεχόμενη αλλαγή απάντησης, πράγμα το οποίο και έγινε. Στις 13/9/2016 αναβλήθηκε εκ νέου λόγω αιτήματος της Υπεράσπισης. Τα γεγονότα εν τέλει ακούστηκαν στις 29/9/2016. Διαφαίνεται επομένως ότι παρά την καθυστέρηση των δύο ετών που παρατηρήθηκε από την καταχώριση και μετά μέρος της ευθύνης φέρει και ο κατηγορούμενος. Προσδίδω επομένως μειωμένη βαρύτητα στην παρατηρηθείσα καθυστέρηση.″

 

 

Παρατηρούμε συναφώς ότι στην προκληθείσα καθυστέρηση συνέδραμε ουσιωδώς ο εφεσίβλητος.  Βεβαίως, τούτο δεν σημαίνει απαράκλητα ότι δεν συνυπολογίζεται στη στάθμιση της υπό τις περιστάσεις επιβληθείσας ποινής.

 

Στην πλήρη θεώρηση όλων των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και των προσωπικών περιστάσεων του εφεσιβλήτου, η πρωτόδικη απόφαση επιβολής προστίμου παραμερίζεται και κρίνουμε και επιβάλλουμε την ποινή των τριών μηνών φυλάκισης από σήμερα.

 

 

 

 

 

                                      Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

 

 

 

                                      Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

/ΔΓ

 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση 217/2016)

 

 

11 Μαίου, 2017

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,

 

Εφεσείουσα,

ν.

 

ΜΟΔΕΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

 

Εφεσίβλητου.

 

 

Μ. Κουτσόφτας, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσείουσα.

Π. Παυλίδης για Καραπατάκης & Παυλίδης, για τον Εφεσίβλητο.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

         (Διιστάμενη)      

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:   Συμφωνώ με το μεγαλύτερο μέρος της απόφασης του αδελφού μου Δικαστή Παμπαλλή.  Διαφοροποιούμαι ωστόσο ως προς το αναπόφευκτο της επιβολής ποινής φυλάκισης, και αυτό λόγω του διαρρεύσαντος χρόνου.

 

Το αδίκημα διεπράχθη τον Σεπτέμβριο του 2013.  Χρειάστηκε στην Κατηγορούσα Αρχή 9 μήνες για να καταχωρηθεί το κατηγορητήριο.  Δεν έχω εντοπίσει επαρκή λόγο για την καθυστέρηση αυτή.  Από το μητρώο δε των αναβολών στην ποινική δίκη διαπιστώνω ότι σχεδόν ένα έτος «απωλέσθηκε» λόγω αναβολών λόγω έλλειψης χρόνου του Δικαστηρίου (2 φορές) και 1 φορά λόγω αιτήματος της Κατηγορούσας Αρχής.  Κάποιες αναβολές που ζητήθηκαν από την Υπεράσπιση (λόγω αλλαγής δικηγόρου και για αλλαγή απάντησης) κρίθηκαν δικαιολογημένες.  Συνεπώς θεωρώ ότι το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης του διαρρεύσαντος χρόνου δεν αφορά τον εφεσίβλητο.  Εξάλλου η αντικειμενική παρέλευση ενός τόσο μεγάλου χρονικού διαστήματος, σχεδόν τεσσάρων χρόνων πλέον, από την ημέρα του αδικήματος και ενώ ο εφεσείων αντιμετώπιζε την ποινική υπόθεση, δεν καθιστά την ποινή φυλάκισης αναπόφευκτο τιμωρητικό μέτρο με δεδομένα πάντα φυσικά την εκφρασθείσα μεταμέλεια, το λευκό ποινικό του μητρώο και τις λοιπές του περιστάσεις  (50 χρονών, οικογενειάρχης με 2 ανήλικα παιδιά) – και αυτό παρά τη σοβαρότητα του αδικήματος.  Συντρέχουσα δε σημασία έχει και το πρωτόδικο εύρημα ότι δεν επρόκειτο για επίδειξη εγωιστικής συμπεριφοράς εκ μέρους του εφεσίβλητου.   

 

Στην υπόθεση Γεν.Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδη (1993) 2 Α.Α.Δ. 355 η οποία αφορούσε επίσης έφεση επί ποινής προστίμου μετά από παραδοχή σε θανατηφόρο δυνάμει του αρθρ.210 του Ποινικού Κώδικα λέχθηκαν τα εξής:

«Έχει νομολογηθεί ότι η πάροδος αρκετού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι στοιχείο ουσιώδες που λαμβάνεται υπόψη στην επιβολή της ποινής, ειδικά αναφορικά με το είδος της ποινής, δηλαδή αν θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης. Εκτός στις περιπτώσεις που θεωρείται απόλυτα αναγκαίο, είναι ανεπιθύμητη η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα της διάπραξης του αδικήματος - (βλ., μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας ν. Νεοφύτου (1991) 2 Α.Α.Δ. 5, σελ. 10· και Γενικός Εισαγγελέας ν. Τέλλα (1991) 2 Α.Α.Δ. 71, σελ. 77).»

 

(η υπογράμμιση δική μου)

 

(Βλ. και Γεν. Εισαγγελέας ν. Γεώργιου Ανδρέα Πότση (2000)2 Α.Α.Δ. 252 και Γεν. Εισαγγελέας ν. Γεωργίου (2001) 2 Α.Α.Δ. 272).

 

Με βάση ακριβώς την πιο πάνω αιτιολογία δεν θα επενέβαινα στην ποινή που επιβλήθηκε και θα απέρριπτα την έφεση.

 

                                                          Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου,

                                                                           Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο