ΠΑΝΑΓΙΔΗ κ.α. ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 197/2017, 8/10/2018

ECLI:CY:AD:2018:B434

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Ποινική Έφεση Αρ. 197/2017

 

 

  8 Οκτωβρίου, 2018

 

 

 

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

1.   XXXXX  ΠΑΝΑΓΙΔΗ

2.   Π. Π. ΕΙΚΟΝΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ  ΛΤΔ

                                                                             Εφεσειόντων

 

-      ν  -

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

                                                                             Εφεσίβλητης

………………….

 

Χρ. Χατζηλοϊζου, για εφεσείοντες

Μ. Χαραλάμπους (κα), για Γενικό Εισαγγελέα

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από το Δικαστή Χριστοδούλου.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

      ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων 1 είναι διευθυντής της εφεσείουσας εταιρείας 2, η οποία λειτουργεί μαζί με άλλο πρόσωπο (τον κατηγορούμενο 2 πρωτοδίκως) περίπτερο στην πλατεία της Ιεράς Μονής Κύκκου. 

 

      Στις 29.5.12 η χημικός της εταιρείας Οινοποιείο Κύκκου Λτδ εντόπισε στο πιο πάνω περίπτερο 5 – 6 μπουκάλια κρασί, οι ετικέτες επί των οποίων παρέπεμπαν αναληθώς ότι επρόκειτο για το κρασί «Holy Wine» (Ιερός Οίνος) που εμφιάλωνε το Οινοποιείο της εταιρείας, η οποία ανήκει στην Ιερά Μονή Κύκκου.

 

      Με δεδομένο, όμως, ότι η εμφιάλωση του προαναφερθέντος κρασιού σταμάτησε τον Ιανουάριο του 2009, η χημικός κατάγγειλε την επομένη την υπόθεση στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων  (ΤΑΕ) της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μόρφου.

 

      Η καταγγελία ενεργοποίησε τον ανακριτικό μηχανισμό του ΤΑΕ προς διερεύνηση της υπόθεσης, στο πλαίσιο της οποίας έγιναν συλλήψεις, διερευνήθηκαν με δικαστικά εντάλματα υποστατικά, λήφθηκε μεγάλος αριθμός καταθέσεων και ανακρίθηκαν ύποπτοι από τους οποίους λήφθηκαν ανακριτικές καταθέσεις.  Με κατάληξη να κατηγορηθούν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην ποινική υπόθεση 8480/13, οι δύο εφεσείοντες (κατηγορούμενοι 1 και 6 πρωτοδίκως) και τρία άλλα πρόσωπα (κατηγορούμενοι 2, 3 και 4) ότι το 2012:

 

1.   Συνωμότησαν να καταδολιεύσουν την Ιερά Μονή Κύκκου[1] και την Κυπριακή Δημοκρατία, δηλαδή να τοποθετήσουν ετικέτα με την ονομασία «Holy Wine» σε φιάλες που δεν περιείχαν το συγκεκριμένο κρασί και να τις πωλούν (άρθρα 302 και 29 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154) και

 

2.   Τοποθέτησαν επί φιαλών που περιείχαν κρασί τις πιο πάνω ετικέτες οι οποίες ήσαν ανακριβείς και παραπλανητικές καθότι η αναγραφή «Holy Wine» ήταν ιδιοκτησίας της Ιεράς Μονής Κύκκου, (άρθρα  3(1)(α), 4(1)(γ)(ε), 5(1), 8, 16(1)(α) και 17 του περί Εμπορικών Περιγραφών Νόμου 5/87 όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 166/87 και 3/92, Κ.Δ.Π. 81/87 και άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154).

      Επιπρόσθετα έκτο πρόσωπο (κατηγορούμενος 5 πρωτοδίκως) κατηγορήθηκε με 3η κατηγορία ως συνεργός μετά τη διάπραξη του αδικήματος.

 

      Η ακρόαση της υπόθεσης άρχισε στις 19.5.16 και για την Κατηγορούσα Αρχή κατέθεσαν 14 μάρτυρες κατηγορίας (ΜΚ) – 7 αστυνομικοί (ΜΚ 1, 2, 3, 10, 11, 12, 13), η χημικός του Οινοποιείου (ΜΚ5), η χημικός στον Κλάδο Αμπελουργίας και Οινολογίας του Τμήματος Γεωργίας (ΜΚ8), η πρώην λογίστρια του Οινοποιείου (ΜΚ7), 2 υπάλληλοι της Ιεράς Μονής Κύκκου (ΜΚ 4 και 9), η υπάλληλος του περιπτέρου (ΜΚ14) και ο ιδιοκτήτης του τυπογραφείου που εκτύπωσε τις ετικέτες (ΜΚ6).

 

      Με την ολοκλήρωση της μαρτυρίας για την Κατηγορούσα Αρχή, στις  15.12.16, υποβλήθηκε εισήγηση ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον των κατηγορουμένων.  Εισήγηση η οποία αποτέλεσε αντικείμενο ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερ. 27.1.17, αποτέλεσμα της οποίας οι εφεσείοντες και τα άλλα τρία πρόσωπα που ήταν συγκατηγορούμενοι τους στη 2η κατηγορία να αθωωθούν.  Και αυτό στη βάση ότι το αδίκημα της κατηγορίας αυτής είχε παραγραφεί.  Παρολ΄ αυτά κλήθηκαν σε απολογία στην 1η κατηγορία τόσο  οι εφεσείοντες όσο και οι κατηγορούμενοι 2 και 3, ενώ οι κατηγορούμενοι 4 και 5 αθωώθηκαν και απαλλάχθηκαν στη βάση ότι η προσαχθείσα μαρτυρία δεν τους συνέδεε με τις κατηγορίες που τους είχαν προσαφθεί.

 

      Με την κλήση τους σε απολογία - στην 1η κατηγορία μόνο -, οι εφεσείοντες και οι κατηγορούμενοι 2 και 3 παρέθεσαν τη δική τους εκδοχή, οι μεν κατηγορούμενοι 1 (εφεσείων 1) και 3 με ένορκη μαρτυρία ο δε κατηγορούμενος 2 με ανώμοτη δήλωση από το εδώλιο. Με κατάληξη η ακροαματική διαδικασία να ολοκληρωθεί στις 7.4.17 και η τελική απόφαση να δοθεί στις 29.5.17.

 

      Πρόκειται για 66σέλιδη απόφαση, η οποία είχε ως  κατάληξη την καταδίκη τόσο των εφεσειόντων όσο και των κατηγορουμένων 2 και 3 στην κατηγορία της συνωμοσίας, και στους μεν κατηγορούμενους 1 (εφεσείοντα 1), 2 και 3 επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 6 και 4 μηνών με αναστολή, στη δε εφεσείουσα εταιρεία πρόστιμο €5.000.

 

      Τα πιο πάνω τα καταγράψαμε όχι γιατί έχουν οποιαδήποτε νομική συνέπεια για την τύχη των πέντε Λόγων Έφεσης, με τους οποίους οι εφεσείοντες προσβάλλουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.  Τα καταγράψαμε για να επισημάνουμε ότι για τη διερεύνηση μιας απλής υπόθεσης - η οποία αφορούσε 5-6 μπουκάλια κρασιού αξίας €12 έκαστο - ασχολήθηκαν τουλάχιστον 7 αστυνομικοί και για την εκδίκασή της χρειάστηκε ένας ολόκληρος χρόνος.  Με επιπρόσθετη επισήμανση ότι η 66σέλιδη απόφαση που εντέλει εκδόθηκε να παραπέμπει σε απόφαση Κακουργιοδικείου για πολύ σοβαρή υπόθεση.  Και αυτό, παρόλο που ως αποτέλεσμα της ενδιάμεσης απόφασης  η μόνη κατηγορία που παρέμεινε εναντίον των εφεσειόντων και των συγκατηγορούμενων τους 2 και 3 ήταν αυτή της συνωμοσίας για καταδολίευση του Οινοποιείου Κύκκου Λτδ. 

 

      Η καταδικαστική για τους εφεσείοντες απόφαση προσβάλλεται στη βάση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε σε συμπέρασμα ενοχής των εφεσειόντων καθότι (α) η προσαχθείσα περιστατική μαρτυρία δεν στοιχειοθετούσε την κατηγορία της συνωμοσίας (Λόγοι Έφεσης 1 και 2), (β)  δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτή η εξ  ακοής μαρτυρία του ΜΚ2 χωρίς ο ίδιος να κληθεί στο εδώλιο του μάρτυρα και να αντεξεταστεί, όπως δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτή και η μαρτυρία του ΜΚ11 λόγω του ότι ο μάρτυρας αυτός ήταν έντονα προκατειλημμένος υπέρ της παραπονούμενης εταιρείας (Λόγοι Έφεσης 3 και 4) και (γ) η τροποποίηση των λεπτομερειών της κατηγορίας, με την απάλειψη της Ιεράς Μονής Κύκκου και της προσθήκης ως παραπονουμένης της εταιρείας Οινοποιείο Κύκκου Λτδ, επηρέασε την υπεράσπιση των εφεσειόντων (Λόγος Έφεσης 5).

 

      Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων ανέπτυξε τους Λόγους Έφεσης με σύντομο διάγραμμα αγόρευσης, χωρίς να ασχοληθεί με τις συνέπειες της παραγραφής του ουσιαστικού αδικήματος στο αδίκημα της συνωμοσίας που προηγήθηκε.  Πρόκειται για ζήτημα που εκ πρώτης όψεως οδήγησε στο μη εύλογο και αντιφατικό αποτέλεσμα να καταδικαστούν οι εφεσείοντες στο αδίκημα της συνωμοσίας (συμφωνίας) διάπραξης ποινικού αδικήματος – το οποίο όντως διέπραξαν – και την ίδια στιγμή να αθωώνονται για το ουσιαστικό αδίκημα λόγω παραγραφής.   Δεν θα εξετάσουμε όμως το υπό αναφορά ζήτημα γιατί δεν έχει εγερθεί τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ΄ έφεση, επισημαίνοντας ωστόσο ότι στην Αγγλία το θέμα προβλημάτισε την Επιτροπή Νομοθεσίας (Law Commission) που εισηγήθηκε, αντίθετα με τα όσα λέχθηκαν στην R. v. Simmonds [1969] 1 QB 685, 695, ότι η παραγραφή για το ουσιαστικό αδίκημα θα πρέπει να ισχύει και για το αδίκημα της συνωμοσίας που προηγήθηκε και οδήγησε στη διάπραξή του.  Παραθέτουμε επί του προκειμένου αυτούσια τη σχετική εισήγηση:-

 

«1.75 It is not in accordance with our basic approach to conspiracy that  charges of conspiracy should be used in this way to circumvent restrictions placed upon the prosecution of substantive offences. If an offence has been committed for which prosecution is statute barred we do not think that this legislative restriction should be circumvented by using the inchoate offence of conspiracy nor do we think that a necessary consent to prosecution should be overridden in the same way. We therefore recommend that conspiracies to commit offences should be subject to the same procedural limitations as to time and consent as the offences themselves.»

 

 

      Η πιο πάνω εισήγηση του Law Commission υιοθετήθηκε από τον άγγλο νομοθέτη - κάτι που εισηγούμαστε να πράξει και ο κύπριος νομοθέτης για άρση της αντίφασης - ο οποίος προχώρησε σε τροποποίηση του s.4(4) του Criminal Law Act του 1977 που ρητώς προνοεί ως ακολούθως:-

 

(4)  Where

(a)    an offence has been committed in pursuance of any agreement; and

(b)    proceedings may not be instituted for that offence because any time limit applicable to the institution of any such proceedings has expired,

proceedings under section 1 above for conspiracy to commit that offence shall not be instituted against any

person on the basis of that agreement.

 

 

       Στην Κύπρο, λοιπόν, το αδίκημα της συνωμοσίας φαίνεται να διατηρεί την αυτοτέλεια του ανεξαρτήτως της αθώωσης του κατηγορουμένου από το ουσιαστικό αδίκημα (βλ. Gani v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 134).  Όμως, όπως ήδη έχουμε σημειώσει, δεν θα συζητήσουμε περαιτέρω το ζήτημα γιατί δεν έχει εγερθεί και ως εκ τούτου θα περιοριστούμε στην εξέταση της ορθότητας ή μη της πρωτόδικης απόφασης στο πλαίσιο που οι ίδιοι οι εφεσείοντες έθεσαν.

 

      Έχουμε εξετάσει την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας και καταλήξαμε ότι ουδείς από τους Λόγους Έφεσης ευσταθεί.  Προς τούτο είναι αρκετό να παρατηρήσουμε τα ακόλουθα:-

 

      Η συνωμοσία προς καταδολίευση και γενικώς η ύπαρξη συνωμοσίας αποδεικνύεται συνήθως συμπερασματικά εφόσον συστατικό της στοιχείο είναι η πρόθεση (mens rea) χρήσης παράνομων μέσων προς επίτευξη του σκοπού της συμφωνίας (βλ. μεταξύ άλλων, Λαζάρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633 που παραπέμπει και σε προηγούμενη νομολογία και Blackstone΄s Criminal Practice 2003, par.A6.25).

 

      Στην παρούσα περίπτωση το πρωτόδικο δικαστήριο απεφάνθη ότι το ουσιαστικό αδίκημα διεπράχθη ως αποτέλεσμα πράξεων 4 προσώπων – των εφεσειόντων και των κατηγορουμένων 2 και 3 – και το συμπέρασμα του αυτό δεν εφεσιβλήθηκε.  Με αυτό ως δεδομένο θεωρούμε, ως θέμα απλής κοινής λογικής, εύλογο το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι από τη στιγμή που διεπράχθη το ουσιαστικό αδίκημα εξυπακούεται, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, ότι προηγήθηκε μεταξύ των 4 προσώπων που το διέπραξαν συμφωνία διάπραξης του.  Το ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απεφάνθη ότι όντως διεπράχθη το ουσιαστικό αδίκημα από τους εφεσείοντες και τους κατηγορούμενους (πρωτοδίκως) 2 και 3, καταφαίνεται από τα ευρήματα στα οποία κατέληξε που εν τέλει το οδήγησαν στο απόσπασμα που ακολουθεί:-

 

«Η καταδολίευση της εταιρείας Οινοποιείο Κύκκου Λτδ προκύπτει από το ότι ο Κατηγορούμενος 1 εκ μέρους της Κατηγορούμενης 6 μαζί με τον Κατηγορούμενο 2 προέβαιναν στην παραγγελία ετικετών Holy Wine και σε τοποθέτηση τους σε μπουκάλια που δεν περιείχαν το ποτό αυτό ενώ γνώριζαν το γεγονός αυτό. Στις ετικέτες αναγραφόταν επίσης ότι το συγκεκριμένο ποτό παράχθηκε και εμφιαλώθηκε από το Οινοποιείο Κύκκου, ενώ το ποτό Holy Wine σταμάτησε να παράγεται από το εν λόγω Οινοποιείο από το 2009. Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τη μαρτυρία της Μ.Κ. 7, όταν ο Κατηγορούμενος 1 ενημερώθηκε ως προς τον τερματισμό της παραγωγής του συγκεκριμένου ποτού, αυτός συνέχισε να το ζητά επίμονα. Επίσης, από τα πιο πάνω προκύπτει πως οι Κατηγορούμενοι 1, 2, 3 και 6 πωλούσαν τα συγκεκριμένα μπουκάλια ποτού Holy Wine στην τιμή των €12 ενώ γνώριζαν ότι δεν περιείχαν το συγκεκριμένο ποτό και η τιμή θα έπρεπε να ήταν χαμηλότερη».

 

    

      Όπως γίνεται αντιληπτό από τα ανωτέρω, οι Λόγοι Έφεσης 1 και 2 δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.  Για τους ίδιους λόγους δεν ευσταθεί και ο 3ος Λόγος Έφεσης με τον οποίο προβάλλεται ως μόνο παράπονο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε την εξ ακοής μαρτυρία του ΜΚ2 ότι «… την 31.5.12 ο XXXXX Γεωργίου του ανέφερε ότι το τεκμ. (24) μπουκάλα την έπιασε από το περίπτερο του Τότη» (εφεσείοντα 1).  Τούτο γιατί η μαρτυρία αυτή ουδεμία επίπτωση έχει στο γεγονός ότι οι εφεσείοντες είχαν στο περίπτερο τους 5-6 μπουκάλια «Ιερού Οίνου» με τις επίδικες ετικέτες, οι οποίες τοποθετήθηκαν στα μπουκάλια ως το πιο πάνω εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

      Αναφορικά τώρα με τον Λόγο Έφεσης 4, με τον οποίο οι εφεσείοντες παραπονούνται για προκατάληψη του εξεταστή της υπόθεσης (ΜΚ11) λόγω του ότι παρότρυνε ή εξανάγκασε την υπάλληλο τους (ΜΚ14) να δώσει κατάθεση εναντίον τους, να  παρατηρήσουμε ότι η ΜΚ14 περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι στις 30.5.12 της δόθηκαν οδηγίες από τον εφεσείοντα 1 να αφαιρέσει τις ετικέτες από τα μπουκάλια και η μαρτυρία αυτή δεν αμφισβητήθηκε κατά την αντεξέταση.  Με αυτό ως δεδομένο αδυνατούμε να κατανοήσουμε το υπό αναφορά παράπονο των εφεσειόντων, το οποίο εν πάση περιπτώσει ουδεμία επίπτωση στην καταδίκη τους έχει εφόσον η καταδίκη τους βασίστηκε στο ότι τοποθέτησαν αναληθείς ετικέτες στα μπουκάλια και όχι ότι τις αφαίρεσαν.

      Τέλος,  αβάσιμος κρίνεται και ο Λόγος Έφεσης 5 με τον οποίο διατυπώνεται ως παράπονο η τροποποίηση των λεπτομερειών της κατηγορίας μετά το πέρας της δίκης δυνάμει του άρθρου 85(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, στοιχείο που κατ΄ ισχυρισμό επηρέασε δυσμενώς την Υπεράσπιση των εφεσειόντων λόγω του ότι δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να επανακλητεύσουν μάρτυρες.  Τούτο γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προέβη στην υπό αναφορά τροποποίηση δυνάμει του άρθρου 85(1) εφόσον τόνισε  ότι η αντικατάσταση της Ιεράς Μονής Κύκκου με το Οινοποιείο Κύκκου Λτδ «… δεν αφορά συστατικό στοιχείο του αδικήματος, επομένως δεν κρίνεται αναγκαία η τροποποίηση του κατηγορητηρίου για σκοπούς καταδίκης των κατηγορομένων» και προς τούτο παρέπεμψε στις πρόνοιες του άρθρου 85(1) που προνοεί για την περίπτωση που αποδεικνύεται μέρος του κατηγορητηρίου που δεν ήταν τέτοια η περίπτωση που είχε ενώπιον του.  Όπως παρέπεμψε και στην Μελή ν. Vassos Leptos Ltd, Ποιν. Εφ. 182/14 ημερ. 23.10.15 όπου τονίστηκε με αναφορά και στην Κυριάκου ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 458 ότι η διαφοροποίηση των λεπτομερειών δεν έχει επιπτώσεις στην καταδίκη εφόσον δεν αφορά συστατικό στοιχείο του αδικήματος.  Εν πάση περιπτώσει εξ αρχής η μαρτυρία που προσάχθηκε καθόριζε ως παραπονούμενη την εταιρεία Οινοποιείο Κύκκου Λτδ, στοιχείο που καθιστά αβάσιμη τη θέση των εφεσειόντων ότι επηρεάστηκε δυσμενώς η Υπεράσπιση τους.

 

      Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 

                                                          Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

                                                          Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                          Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

 

/κβπ

 



[1] Σε μεταγενέστερο στάδιο το πρωτόδικο δικαστήριο τροποποίησε τις λεπτομέρειες του κατηγορητηρίου, με την απάλειψη της Ιεράς Μονής Κύκκου και της προσθήκης ως παραπονούμενης της εταιρείας Οινοποιείο Κύκκου Λτδ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο