ECLI:CY:AD:2020:B269
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ποινική Έφεση Αρ. 218/2017
(σχ. με 219/2017)
28 Ιουλίου, 2020
[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΜΕΤΑΞΥ:
xxx ΑΘΗΝΑΚΗ,
Εφεσείοντα,
ΚΑΙ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης
…………………
Ποινική Έφεση Αρ. 219/2017
(σχ. με 218/2017)
ΜΕΤΑΞΥ:
xxx ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσείοντα,
ΚΑΙ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης
……………….
Κύπρος Ανδρέου, για Κύπρος Ανδρέου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα στην Ποιν. Έφ. αρ. 218/2017
Κωνσταντίνος Ταμπούρλας, για τον Εφεσείοντα στην Ποιν. Έφ. αρ. 219/2017
Όλγα Σοφοκλέους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
……………….
(Η διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών)
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Πούγιουρου.
………………..
A Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.: Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λεμεσού έκρινε ένοχους τους εφεσείοντες/κατηγορούμενους 1 και 2, κατόπιν ακρόασης, σε σοβαρές κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης με θύματα τους ΜΚ5, ΜΚ11, ΜΚ21, ΜΚ7, ΜΚ8 και ΜΚ13.
Τον μεν εφεσείοντα στην Ποιν. Έφ. 218/2017 (στο εξής «ο εφεσείων 1») για βιασμό, διαφθορά και άσεμνη επίθεση της ΜΚ11 (άρθρα 144, 153 και 151 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154), καθώς και για άσεμνη επίθεση εναντίον της ΜΚ11 και ΜΚ21 ως και για παρά φύση ασέλγεια διά βίας του ΜΚ8 (άρθρο 172 του Ποινικού Κώδικα), για συνουσία διά βίας με τον ΜΚ7 (άρθρο 172 του Ποινικού Κώδικα) και για άσεμνη επίθεση εναντίον του ΜΚ7 και του ΜΚ13 (άρθρο 152 του Ποινικού Κώδικα).
Τον δε εφεσείοντα στην Ποιν. Έφεση 219/2017 (στο εξής «ο εφεσείων 2») για βιασμό της ΜΚ11, για απόπειρα βιασμού της ΜΚ11, για διαφθορά νεαρής γυναίκας κάτω των 13 χρόνων, της ΜΚ11, για άσεμνη επίθεση εναντίον της ΜΚ11 και της ΜΚ5 και για σεξουαλική εκμετάλλευση προσώπου, της ΜΚ5 (άρθρα 2, 3(1)(γ)2(β) του Νόμου 3(Ι)/2000).
Επιπροσθέτως των πιο πάνω κατηγοριών, ο εφεσείων 1 αντιμετώπιζε και άλλες κατηγορίες για αδικήματα κατά των ηθών, στις οποίες αθωώθηκε και απαλλάχθηκε, αλλά προστέθηκαν από το Κακουργιοδικείο οι αντίστοιχες κατηγορίες 41-50, που αφορούσαν σε αδικήματα της ίδιας φύσης, με τη μόνη διαφορά ως προς το χρόνο διάπραξης τους. Το ίδιο έγινε και με τον εφεσείοντα 2 όπου η κατηγορία 28 που τον αφορούσε αντικαταστάθηκε με την 51.
Ο εφεσείων 1, αθωώθηκε και απαλλάχθηκε επιπρόσθετα σε άλλες δύο κατηγορίες, που αφορούσαν σε σεξουαλική εκμετάλλευση προσώπου.
Στις 28/9/2017 επιβλήθηκαν οι ακόλουθες ποινές στους εφεσείοντες.
Στο μεν εφεσείοντα 1 στις κατηγορίες 6, 8, 9, 18, 41, 43 και 44, συντρέχουσες ποινές φυλάκισης από 6 μήνες μέχρι 12 χρόνια στην κατηγορία του βιασμού (κατηγορία 41), συντρέχουσες ποινές φυλάκισης από 9 μήνες μέχρι 6 χρόνια στις 45, 46, 47, 48, 49 και 50 αλλά η έκτιση τους να είναι διαδοχική της ποινής φυλάκισης στις κατηγορίες 6, 8, 9, 18, 41, 43 και 44. Στην κατηγορία 42 δεν του επιβλήθηκε ποινή.
Στον δε εφεσείοντα 2 στις κατηγορίες 19, 20, 21, 31, 32 και 51 συντρέχουσες ποινές φυλάκισης από 4 μήνες μέχρι 8 χρόνια στην κατηγορία του βιασμού (κατηγορία 19). Στις κατηγορίες 22, 23-27, 29 και 30 δεν επιβλήθηκε ποινή, είτε γιατί τα γεγονότα τους ήταν τα ίδια με άλλες κατηγορίες για τις οποίες επιβλήθηκε ποινή, είτε λόγω του χρόνου που παρήλθε από τη διάπραξη των αδικημάτων και του πολύ νεαρού της ηλικίας του, που τότε ήταν έφηβος.
Αρχικά μαζί με τους εφεσείοντες στην ίδια υπόθεση αντιμετώπιζαν κατηγορίες και άλλα δύο πρόσωπα, τα οποία όμως αθωώθηκαν και απαλλάχθηκαν.
Και οι δύο εφεσείοντες προσέβαλαν ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση αναφορικά με την καταδίκη τους όσο και την ποινή που τους επιβλήθηκε, ως έκδηλα υπερβολική. Οι λόγοι έφεσης κατά της καταδίκης περιστρέφονται γύρω από δύο άξονες ότι δηλ. 1) η αξιολόγηση της μαρτυρίας και τα συμπεράσματα του Κακουργιοδικείου ήταν λανθασμένα και 2) η προσθήκη από το Κακουργιοδικείο των κατηγοριών 41-50 για τον εφεσείοντα 1 σε αντικατάσταση των 1, 3, 5, 7, 10-13, 16, 17 και της 51 για τον εφεσείοντα 2 σε αντικατάσταση της 28, στις οποίες τους καταδίκασε, ήταν επίσης εσφαλμένη.
Ως προς το πρώτο ζήτημα προώθησαν τη θέση ότι κακώς το Κακουργιοδικείο δέχθηκε τη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής παρά τις αντιφάσεις που παρουσίαζε και την παράλογη εκδοχή των παραπονουμένων σε ορισμένα σημεία, καθώς επίσης και ότι το Κακουργιοδικείο προέβη σε αυθαίρετα ευρήματα ως προς το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων εφόσον δεν υποστηρίζετο από σχετική μαρτυρία. Η τελευταία εισήγηση είναι συναφής με το δεύτερο ζήτημα που εγείρεται δηλ. την τροποποίηση του κατηγορητηρίου από το Κακουργιοδικείο με την αντικατάσταση αριθμού κατηγοριών με άλλες.
Έχοντας διεξέλθει με προσοχή τα πρακτικά της πρωτόδικης διαδικασίας, την πολυσέλιδη απόφαση του Κακουργιοδικείου και τους λόγους έφεσης των υπό συνεκδίκαση Ποινικών Εφέσεων, διαπιστώσαμε την ύπαρξη γεγονότων τα οποία είναι παραδεκτά ή δεν αμφισβητούνται, όπως τα εντόπισε επίσης και το Κακουργιοδικείο, που είναι τα εξής:
Η Μ.Κ.11, μία εκ των παραπονουμένων, γεννήθηκε στις 30/4/86, και είναι θυγατέρα του Α.Χ.Π. και της Δ.Σ. (Μ.Κ.3). Έχει τρία αδέλφια, τον Π. Π. (Μ.Κ.15) που γεννήθηκε το 1976, την Α. Π. (Μ.Κ.4), 39 χρονών περίπου, και τη Σ.Χ. (Μ.Κ.2) που γεννήθηκε το 1981.
Η Μ.Κ.5, επίσης παραπονούμενη, γεννήθηκε στις 18/3/86 και είναι θυγατέρα του Γ. Χ. και της Α. Φ. (Μ.Κ.17). Έχει τρία αδέλφια, τον Γ. Χ. (Μ.Κ.13), την Π. και τον Α.. Είναι παντρεμένη με τον S. C. (M.Κ.10).
Η πρώην κατηγορούμενη 4 είναι θεία της Μ.Κ.11 και της Μ.Κ.5 εφόσον είναι αδελφή του πατέρα της Μ.Κ.11, και του πατέρα της Μ.Κ.5. Είναι παντρεμένη με τον εφεσείοντα 1 και από το γάμο τους απέκτησαν δύο γιούς, τον εφεσείοντα 2, που γεννήθηκε στις 6/10/78 και τον πρώην κατηγορούμενο 3. Η πρώην κατηγορούμενη 4 είναι επιπρόσθετα και νονά της Μ.Κ.5.
Η Μ.Κ.21, παραπονούμενη, γεννήθηκε το 1969 και είναι ξαδέλφη του εφεσείοντα 1, εφόσον οι μητέρες τους είναι αδελφές.
Η Κατηγορούσα Αρχή προς απόδειξη της υπόθεσης της κάλεσε συνολικά εικοσιένα (21) μάρτυρες περιλαμβανομένων των παραπονουμένων (ΜΚ5, ΜΚ7, ΜΚ8, ΜΚ11, ΜΚ13 και ΜΚ21). Ο εφεσείων 1 επέλεξε να προβεί σε ανώμοτη δήλωση και δεν κάλεσε μάρτυρες, ενώ ο εφεσείων 2 κατέθεσε ενόρκως και κάλεσε και μια μάρτυρα, τη Μ. Κ. (ΜΥ1), πρώην σύζυγο του.
Ο εφεσείων 1 στην ανώμοτη του δήλωση αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στα αδικήματα που του καταλογίζουν οι παραπονούμενοι. Για μεν τις ΜΚ11 και ΜΚ21 αποδίδει τις καταγγελίες τους στα αισθήματα εχθρότητας που οι οικογένειες τους είχαν προς το άτομο του, ενώ για τους ΜΚ5 και ΜΚ13 ότι παρασύρθηκαν από την ξαδέλφη τους, ΜΚ11. Ειδικά για την ΜΚ11 πρόταξε την ατίθαση και αντικοινωνική της συμπεριφορά από την ηλικία των 13-14 χρόνων, ως εκ της οποίας αναζητούσε εξιλαστήρια θύματα. Σ’ όσον αφορά τα επεισόδια που του καταλογίζουν οι δύο συναδέλφοι του, ΜΚ7 και ΜΚ8, τα απέδωσε σε υπόδειξη της Αστυνομίας.
Στα ίδια πλαίσια κινήθηκε και η ένορκη μαρτυρία του εφεσείοντα 2 ο οποίος χαρακτηρίζει ψευδείς τις σε βάρος του καταγγελίες.
Το Κακουργιοδικείο κατέληξε μετά από εξονυχιστική ανάλυση της μαρτυρίας των ΜΚ11 και ΜΚ5, οι οποίες υπέστησαν τη μεγαλύτερη κακοποίηση, ότι ήταν καθόλα αξιόπιστη. Απέδωσε τις όποιες μικροαντιφάσεις στη μεταξύ τους μαρτυρία και με τη μαρτυρία των υπόλοιπων μαρτύρων κατηγορίας ως φυσιολογικές, δεδομένου του μεγάλου χρόνου που μεσολάβησε και της αναστάτωσης που προκλήθηκε όταν τα γεγονότα ήλθαν στο φως, στα οποία μάλιστα εμπλέκοντο συγγενείς. Έκρινε την αδύνατη μνήμη τους κατά την εξιστόρηση των γεγονότων ότι οφειλόταν στην τρυφερή τους ηλικία όταν υπέστησαν την σεξουαλική κακοποίηση, προσθέτοντας ότι οι μικροαντιφάσεις ενίσχυαν μάλιστα την υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής. Θεώρησε την εν γένει συμπεριφορά τους από το εδώλιο του μάρτυρα, ότι εξηγείτο από την επιστημονική μαρτυρία του ΜΚ19, ψυχοθεραπευτή, και την δικαστικώς αναγνωρισθείσα ανθρώπινη εμπειρία. Το Κακουργιοδικείο προβληματίστηκε σε κάποιο βαθμό από το γεγονός ότι η ΜΚ5 όχι μόνο δεν κατήγγειλε τα όσα βίωσε από τους εφεσείοντες στους γονείς της, αλλά έδωσε στον εφεσείοντα 2, από τον οποίο υπέστη τη μεγαλύτερη κακοποίηση, το παιδί της να το βαφτίσει που εκ πρώτης όψεως φαντάζει ανορθόδοξη ενέργεια. Απέδωσε τη στάση της αυτή στην στενή τους συγγένεια και την αντίδραση των γονέων της όταν θα μάθαιναν τα συμβάντα αλλά και στον καλό τρόπο που την αντιμετώπιζε ο εφεσείων 2, παίρνοντας την βόλτα και ψυχαγωγώντας την, καθώς και στο νεαρό της ηλικίας της που δεν αντιλαμβάνετο τη σοβαρότητα των πράξεων του σε βάρος της και την εγκληματική του συμπεριφορά. Το Κακουργιοδικείο αποκόμισε θετική εικόνα για τη ΜΚ5 η οποία παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε από την παιδική ηλικία της εν τούτοις θεώρησε ότι επρόκειτο για αρκετά ισορροπημένο άτομο που αγωνίζετο να ξεπεράσει όσα βίωσε.
Σ’ όσον αφορά τη ΜΚ11 το Κακουργιοδικείο την χαρακτήρισε ως «δύσκολη» μάρτυρα ενόψει των έντονων ξεσπασμάτων της κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας της και της αγένειας που επιδείκνυε στο δικηγόρο του εφεσείοντα 1. Απέδωσε τη συμπεριφορά της αυτή στον πόνο που τη διακατείχε κατά την αφήγηση των επίδικων γεγονότων, όπου έκλαιγε και φώναζε, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να διακόψει τη δίκη και να την ορίσει σε άλλη ημερομηνία. Παρά ταύτα έκρινε ότι η αφήγηση έγινε με αντικειμενικό τρόπο, για όσα βεβαίως γεγονότα ήταν σε θέση να θυμηθεί, ενόψει της εξασθενημένης της μνήμης που, όπως η ίδια δήλωσε, το μυαλό της ήταν «θολό». Όπως διαπίστωσε το Κακουργιοδικείο, η μη καλή θύμηση όλων των γεγονότων δεν την καθιστούσε από μόνο του αναξιόπιστη.
Προειδοποιώντας τους εαυτούς τους για τον κίνδυνο καταδίκης των εφεσειόντων στην απουσία ενισχυτικής μαρτυρίας, το Κακουργιοδικείο κατέληξε χωρίς δισταγμό ότι μπορούσε να βασιστεί στη μαρτυρία όλων των παραπονούμενων ακόμη και χωρίς την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας. Παρά τα πιο πάνω έκρινε όμως ότι η μαρτυρία της ΜΚ11 υποστηρίζετο απ’ εκείνη του ΜΚ16, πρώην ερωτικού της συντρόφου, της ΜΚ3, μητέρας της, της ΜΚ2, της ΜΚ4 και του ΜΚ15, αδελφών της, του ΜΚ13, ξαδέλφου της και τέλος του ΜΚ19, ψυχολόγου, ψυχοθεραπευτή. Υποστηρικτικές επίσης της μαρτυρίας των ΜΚ5 και ΜΚ11 έκρινε και τις καταθέσεις του εφεσείοντα 1 και της πρώην κατηγορούμενης 4, στις οποίες γίνεται αναφορά ότι ο εφεσείων 1 είχε στο σπίτι του ταινίες πορνογραφικού περιεχομένου, που συνήδε με τη μαρτυρία τους.
Αξιόπιστους έκρινε το Κακουργιοδικείο και τους ΜΚ7 και ΜΚ8, παραπονούμενους, αποδεχόμενο τη μαρτυρία τους σημειώνοντας ότι δεν τους αποδόθηκαν από πλευράς υπεράσπισης αλλότρια κίνητρα, σε αντίθεση με τις ΜΚ5 και ΜΚ11. Τους χαρακτηρίζει ως απλοϊκά άτομα, κάπως αφελή και περιορισμένης μόρφωσης, ιδιαίτερα ο ΜΚ8. Σημειώνει την αμηχανία και το σοκ που τους διακατείχε κατά τη διάρκεια της κατάθεσης τους από το εδώλιο του μάρτυρα, προσθέτοντας ότι όσα μαρτύρησαν τα είχαν βιώσει και δεν επρόκειτο για γεγονότα που επινόησε η Αστυνομία, σύμφωνα με την εισήγηση των εφεσειόντων.
Αξιόπιστη επίσης έκρινε και τη ΜΚ21, παραπονούμενη, τη μαρτυρία της οποίας αποδέχθηκε εκτός από ένα σημείο που αφορούσε την πρώην κατηγορούμενη 4. Το ίδιο έκρινε και για τον ΜΚ13, επίσης παραπονούμενο, χαρακτηρίζοντας τη μαρτυρία του ότι είχε συνοχή, όπως εκείνη της ΜΚ21, ότι ήταν θετική και παρέμεινε ακλόνητη.
Ειδικά για τον ΜΚ19, την αξιολόγηση της μαρτυρίας του οποίου αμφισβήτησαν έντονα οι εφεσείοντες, μετά την παράθεση των ακαδημαϊκών του προσόντων και πείρας, το Κακουργιοδικείο τον έκρινε ως εμπειρογνώμονα ψυχολόγο – ψυχοθεραπευτή με αποτέλεσμα να αποδεχθεί στην ολότητα της τη μαρτυρία του. Σημειώνει το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του ότι το μέρος της μαρτυρίας του που αναφέρετο στο μετατραυματικό στρες, στο προφίλ και στη συμπεριφορά των προσώπων που υπήρξαν κατά την παιδική τους ηλικία θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, ότι δεν είχε στην ουσία αμφισβητηθεί από την υπεράσπιση ή αντικρουστεί με άλλη μαρτυρία. Σύμφωνα με τον ΜΚ19, μετατραυματικό στρες παρουσίαζε σίγουρα η ΜΚ5.
Πλήρως αξιόπιστη έκρινε και τη μαρτυρία των ΜΚ2, ΜΚ3, ΜΚ4, ΜΚ12, ΜΚ15 και ΜΚ17 που όλοι προέρχοντο από το οικογενειακό περιβάλλον των ΜΚ5 και ΜΚ11, η οποία συνήδε σε γενικές γραμμές με εκείνη των ΜΚ5 και ΜΚ11.
Το Κακουργιοδικείο απέρριψε την εκδοχή των εφεσειόντων που αρνούντο όλα όσα τους καταλογίζοντο, όπως και τη μαρτυρία της ΜΥ1, που δεν ήταν ειλικρινής για κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό που έκαμε αναφορά η ΜΚ11, ότι δηλαδή στην παρουσία της ΜΥ1 ο εφεσείων 2 προσπάθησε να τη βιάσει.
Τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου τα οποία διαμόρφωσε με βασικούς μάρτυρες τους παραπονούμενους, καταγράφονται ξεχωριστά για την κάθε κατηγορία και τον κάθε κατηγορούμενο μαζί με τη νομική πτυχή και κατάληξη του, τα οποία, παρά τη μεγάλη έκταση που καταλαμβάνουν, κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτούσια για σκοπούς καλύτερης κατανόησης:
ΓΙΑ ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΑ 1:
Σ’ όσον αφορά τη ΜΚ5:
«Η κατηγορία 8 στρέφεται εναντίον του κατηγορουμένου 1 και αφορά το αδίκημα της άσεμνης επίθεσης. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, ο κατηγορούμενος 1, σε άγνωστη ημερομηνία, μεταξύ των ετών 1992-1993, γονάτισε πίσω από τη xxx xxx, την χάιδευε και τριβόταν στο κορμί της. Για το θέμα αυτό κατέθεσε η ίδια η παραπονουμένη, η πιο πάνω μαρτυρία, η οποία στην ουσία δεν έχει αμφισβητηθεί, είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας.»
Σ’ όσον αφορά τη ΜΚ11:
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των κατηγοριών 1 και 3 ο κατηγορούμενος 1 σε άγνωστη ημερομηνία μεταξύ των ετών 1992-1993, στη Λεμεσό, ήλθε σε παράνομη συνουσία με την xxx xxx, ΜΚ11.
Η ΜΚ11 στην κατάθεσή της ανέφερε ότι όταν ήταν 7 ετών οι γονείς της την είχαν πάρει στο σπίτι των κατηγορουμένων 1 και 4 και έφυγαν. Ο κατηγορούμενος 1 την έβαλε να καθήσει στα πόδια του ενώ παρακολουθούσε στην τηλεόραση πορνοταινία. Η μάρτυρας θυμόταν άνδρες και γυναίκες γυμνούς να χαιδεύουν ο ένας τον άλλο. Στη συνέχεια την οδήγησε στο δωμάτιο των παιδιών του, της έβγαλε τα ρούχα από τη μέση μέχρι κάτω και κατέβασε και ο ίδιος το παντελόνι του μέχρι τα γόνατα. Έβαλε το γεννητικό του όργανο μέσα στο δικό της και μετά από αυτό «έτρεξε αίμα και γέμισε το κρεβάτι». Η μάρτυρας, μόλις αυτός μπήκε μέσα της έκλαψε, αυτός σταμάτησε για λίγο αλλά μετά ξανασυνέχισε. Δεν ήταν σε θέση να θυμηθεί ο,τιδήποτε άλλο από το επεισόδιο. Κατά την αντεξέτασή της ανέφερε ότι το επίδικο επεισόδιο έγινε στον Ύψωνα και η πόρτα του υπνοδωματίου ήταν συρτή. Τη συγκεκριμένη ώρα η πόρτα του υπνοδωματίου ήταν ανοικτή. Η κατηγορουμένη 4 βρισκόταν στο σπίτι αλλά η μάρτυρας δεν ήταν σε θέση να θυμηθεί που ακριβώς βρισκόταν στο δεδομένο χρόνο.
Ο συνήγορος του κατηγορουμένου 1 τόσο κατά την αντεξέταση της μάρτυρας όσο και κατά την αγόρευση του έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο αίμα και ιδιαίτερα στη δήλωση της παραπονουμένης ότι “το κρεβάτι είχε γεμίσει με αίμα”. Οι εισηγήσεις του κ. Ανδρέου εκλαμβάνουν ως δεδομένο ότι όταν βιασθεί ένα παιδί ηλικίας επτά περίπου ετών από κάποιον ενήλικα η ποσότητα αίματος που αναμένεται να εντοπισθεί στο κρεβάτι όπου έγινε η πράξη είναι μικρή. Εκλαμβάνει δε ως δεδομένο ότι η ποσότητα αίματος που θα εντοπισθεί θα είναι μόνο από τη ρήξη του παρθενικού υμένα και όχι για παράδειγμα από τη βίαια είσοδο του οργάνου στον κόλπο της μικρής. Καμία μαρτυρία έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου για το θέμα αυτό.
Σε σχέση δε με την εισήγησή του ότι θα ήταν αδύνατο η κατηγορουμένη 4 να έβλεπε το αίμα και να μην αντιδρούσε, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε ότι και σε αυτή την περίπτωση ο ευπαίδευτος συνήγορος εκλαμβάνει ως δεδομένο ότι αν εντόπιζε η κατηγορουμένη 4 αίμα στο κρεβάτι των παιδιών της, θα κατέληγε ότι επρόκειτο για αίμα από ρήξη του παρθενικού υμένα και όχι από οποιαδήποτε άλλη αιτία, όπως για παράδειγμα αίμα από κάποια πληγή των δικών της παιδιών.
Τέλος, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι η αναφορά της ΜΚ11 “έτρεξε αίμα και γέμισε το κρεβάτι” επιδέχεται διάφορες ερμηνείες και δεν εξυπακούεται αυτόματα ότι καλύφθηκε από αίμα όλη η επιφάνεια του κρεβατιού. Αντεξεταζόμενη η μάρτυρας διευκρίνισε ότι δεν επρόκειτο για “αιμορραγία”, αλλά για αίμα που ρέει κατά το “χάσιμο της παρθενίας”.
Η μαρτυρία της ΜΚ11 είναι δεκτή και γίνεται εύρημα μας. Με βάση τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον μας καταλήγουμε ότι τα πιο πάνω συμβάντα έλαβαν χώραν στον Ύψωνα, στην οικία των κατηγορουμένων, όχι όμως το 1992 - 1993, όταν η παραπονουμένη ήταν 6 - 7 ετών, αλλά λίγο αργότερα το 1994. Το 1994 η μάρτυρας ήταν περίπου 7 ετών. Καταλήξαμε στο πιο πάνω εύρημα έχοντας υπόψη ότι το συμβάν, με βάση τη δική της μαρτυρία, έγινε στον Ύψωνα, στην ηλικία των 7 ετών περίπου και η οικογένεια των κατηγορουμένων, με βάση τη μαρτυρία των ιδίων, μετακόμισε στον Ύψωνα το 1994.
Οι κατηγορίες 5 και 7 αφορούν ως αναφέραμε και πιο πάνω το αδίκημα της άσεμνης επίθεσης. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των δύο κατηγοριών ο κατηγορούμενος 1, σε άγνωστη ημερομηνία, μεταξύ των ετών 1992-1993, κατηγορία 5 και σε άγνωστη ημερομηνία, μεταξύ των ετών 1995-1996, κατηγορία 7, έβγαλε τα ρούχα της xxx xxx, ΜΚ11 και την έγλειψε στα γεννητικά της όργανα.
..............................................................................................................
Η ΜΚ11 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία αναφέρει ότι όταν ήταν επτά περίπου ετών, ενώ ήταν στο σπίτι των κατηγορουμένων, ο κατηγορούμενος 1 την πήρε στο υπνοδωμάτιο όπου ήταν και η θεία της, της έβγαλε τα ρούχα, την έριξε στο κρεβάτι και γονάτισε. Εκείνη την ώρα η θεία της, της είπε ότι θα πήγαινε να απλώσει ρούχα και έφυγε κλείνοντας πίσω της την πόρτα. Ο κατηγορούμενος 1 έμεινε γονατισμένος και της έγλειφε τα γεννητικά της όργανα. Η ΜΚ11 παραξενεύτηκε αλλά δεν έκανε ο,τιδήποτε, δεν αντέδρασε γιατί δεν καταλάβαινε τι έκανε. Η μάρτυρας δεν θυμόταν οποιοδήποτε άλλο γεγονός τη συγκεκριμένη ημέρα. Κατά την αντεξέτασή της κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ότι ενώ ο κατηγορούμενος 1 την έγλειφε αυτή έβλεπε το ταβάνι και έκλαιγε. Στη συνέχεια όταν αντεξετάσθηκε από το συνήγορο του κατηγορουμένου 2, ανέφερε τα πιο κάτω:
«Μάρτυρας: Όπως είπα πήγαμε στο δωμάτιο τους και μου κατέβασε τα ρούχα και άρχισε να με γλείφει από κάτω. Αυτή στεκόταν στην πόρτα και κρατούσε την πόρτα με το ένα χέρι και είπε “εγώ πάω να απλώσω τα ρούχα” και έφυγε και έκλεισε και την πόρτα.»
............................................................................................................
Το δεύτερο επεισόδιο, κατηγορία 7, έλαβε χώραν σε κάποιο σπίτι που γειτνίαζε με το σπίτι των κατηγορουμένων στην Πάχνα. Το σπίτι αυτό, ως ανέφερε η ΜΚ11 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία, ήταν το εξοχικό κάποιων Άγγλων που απουσίαζαν συχνά. Διέθετε και πισίνα. Το συγκεκριμένο βράδυ η ΜΚ11 διανυκτέρευσε στο σπίτι των κατηγορουμένων. Ενώ κοιμόταν πάνω σε κάποιο πάπλωμα, έξω στη βεράντα, ο κατηγορούμενος 1 την ξύπνησε και την οδήγησε στο πιο πάνω γειτονικό σπίτι. Εισήλθαν από το καγκέλι του σπιτιού που ήταν πάντα ανοικτό και “την πήρε δίπλα από την πισίνα”. Εκεί της έβγαλε τα ρούχα της, την έβαλε να ξαπλώσει και άρχισε να τη γλείφει στα γεννητικά της όργανα. Η μάρτυρας δεν θυμόταν “… πως τέλειωσε η συγκεκριμένη φάση”. Στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι τέτοιας φύσης κακοποιήσεις δεχόταν από το θείο της, από την ηλικία των έξι ετών μέχρι την ηλικία των εννέα-δέκα ετών. Κατά την αντεξέτασή της δεν μπορούσε να τοποθετήσει επακριβώς χρονικά πότε έλαβε χώραν το πιο πάνω συμβάν.
Με βάση τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον μας έχουμε ικανοποιηθεί ότι τα συμβάντα έλαβαν χώραν, το πρώτο στην οικία των κατηγορουμένων στον Ύψωνα και το δεύτερο στην Πάχνα, σε κάποια οικία που γειτνίαζε με την οικία των κατηγορουμένων. Το πρώτο επεισόδιο, έχοντας υπόψη ότι η οικογένεια μετακόμισε στον Ύψωνα το 1994, σε συνδυασμό με τη δήλωση της ΜΚ11 ότι ήταν 7 ετών περίπου, καταλήγουμε ότι το πρώτο συμβάν έγινε σε άγνωστη ημερομηνία μετά που οι κατηγορούμενοι μετακόμισαν στον Ύψωνα, κατά το έτος 1994, όταν αυτή ήταν 7 ετών περίπου. Το επεισόδιο στην πισίνα, κατηγορία 7, η ΜΚ11 δεν μπορούσε να το τοποθετήσει χρονικά έχοντας όμως υπόψη τη δήλωσή της ότι παρενοχλείτο από την ηλικία των 6 μέχρι 9 - 10 ετών καταλήγουμε ότι το επεισόδιο έλαβε χώραν μεταξύ των ετών 1992 - 1996.»
Σ’ όσον αφορά τον ΜΚ13:
«Η κατηγορία 9 αφορά τον xxx xxx, ΜΚ13. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος ο κατηγορούμενος 1 σε άγνωστη ημερομηνία κατά το έτος 1998 επιτέθηκε άσεμνα στον πιο πάνω μάρτυρα, ήτοι τον άγγιξε στα οπίσθια του με το γεννητικό του όργανο. Ο xxx xxx, ΜΚ13, ως αναφέραμε και πιο πάνω μας έκανε καλή εντύπωση, η μαρτυρία του είναι δεκτή στο σύνολό της και γίνεται εύρημα του Δικαστηρίου. Υπενθυμίζουμε ότι με βάση την κατάθεσή του όταν ήταν 10 ετών περίπου, ήτοι κατά το έτος 1998 και βρισκόταν γονατιστός στο φωτογραφείο του πατέρα του, μπροστά από ένα κρεβάτι, ο κατηγορούμενος 1 τον πλησίασε και τον πίεζε με το μπροστινό μέρος της λεκάνης του ενώ το φερμουάρ του παντελονιού του ήταν ανοικτό. Η μαρτυρία του ΜΚ13 είναι δεκτή από το δικαστήριο και γίνεται εύρημα μας.»
Σ’ όσον αφορά τη ΜΚ21:
«Η κατηγορία 18 Η κατηγορία 18 αφορά τη xxx xxx, ΜΚ21. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αδικήματος, ο κατηγορούμενος 1 σε άγνωστη ημερομηνία μεταξύ των ετών 1980-1981, υποχρέωσε την παραπονούμενη να του πιάσει το γεννητικό του όργανο. Η μαρτυρία της xxx xxx σε σχέση με το συγκεκριμένο επεισόδιο είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας. Με βάση τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας προκύπτει ότι το εν λόγω επεισόδιο έγινε όταν η παραπονούμενη ήταν 12 ετών περίπου.»
Σ΄ όσον αφορά τους ΜΚ8 και ΜΚ7:
«Οι κατηγορίες 10 και 11 αφορούν τον παραπονούμενο xxx xxx, ΜΚ8. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες αμφοτέρων των κατηγοριών τα αδικήματα διαπράχθηκαν το 1998, από τη μαρτυρία όμως του εν λόγω μάρτυρα προκύπτει ότι και τα δύο συμβάντα έλαβαν χώραν σε κάποιο χρόνο άγνωστο το έτος 2000 όταν ο ΜΚ8 ήταν 19 ετών, ήτοι όταν ήταν ενήλικας. Η μαρτυρία του xxx xxx, ΜΚ8, είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας.
Οι κατηγορίες 12, 13, 14, 15 και 16 αφορούν τον κατηγορούμενο 1 και σε όλες παραπονούμενος είναι ο xxx xxx, ΜΚ7.
Οι κατηγορίες 12 και 13 αφορούν το αδίκημα της συνουσίας διά της βίας ήτοι ότι ο κατηγορούμενος 1 ήρθε σε συνουσία διά βίας με το xxx xxx, ΜΚ7, το 2005. Από τη μαρτυρία του ΜΚ7 η οποία είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας, προκύπτει ότι τα επίδικα συμβάντα έλαβαν χώραν, σε ημερομηνία άλλη από αυτή που καταγράφεται στο κατηγορητήριο, όταν αυτός ήταν ενήλικας, μετά που υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία. Στην Εθνική Φρουρά κατατάγηκε τον Ιανουάριο του 2007, είναι άγνωστο όμως πότε απολύθηκε. ΄Εχοντας όμως δικαστική γνώση ότι κατά τον επίδικο χρόνο η στρατιωτική θητεία δεν υπερέβαινε τους 26 μήνες, καταλήγουμε ότι το αδίκημα διαπράχθηκε σε κάποια άγνωστη ημερομηνία μεταξύ των ετών 2007-2009.
Η μαρτυρία αμφοτέρων των παραπονουμένων, ΜΚ7 και ΜΚ8 είναι αποδεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας. Έχουμε ικανοποιηθεί πως ο κατηγορούμενος 1 είχε συνουσία με τους δύο παραπονουμένους και ότι για να επιτύχει την επαίσχυντη συμπεριφορά του άσκησε βία η οποία ήταν σε τέτοιο βαθμό που εμπόδισε τους ΜΚ7 και ΜΚ8 να προβάλουν την απαιτούμενη αντίσταση προς αποτροπή του τραγικού γι΄ αυτούς αποτελέσματος. Έχουμε ακόμη πεισθεί ότι η θέση του κατηγορουμένου 1, ως «μάστρου» των ΜΚ7 και ΜΚ8 ήταν τέτοια που του επέτρεπε από θέση εξουσίας να εξασκήσει τέτοια πίεση στη βούληση των δύο αυτών νεαρών προσώπων, που τους ανάγκασε να ενδώσουν, ακόμα και χωρίς την εξάσκηση σημαντικού βαθμού βίας, στις αποτρόπαιες πράξεις του κατηγορουμένου 1.»
Επαναλαμβάνουμε ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση οι κατηγορίες 1, 3, 5, 7, 10 – 13, 16 και 17 αντικαταστάθηκαν με τις νέες κατηγορίες 41-50 αντίστοιχα.
ΓΙΑ ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΑ 2:
Σ’ όσον αφορά τη ΜΚ5:
«Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 23 ο κατηγορούμενος 2, το 1992, επιτέθηκε κατά της xxx xxx, ΜΚ5, την χάιδεψε στα γεννητικά της όργανα ενώ με το άλλο χέρι του αυνανιζόταν μέχρι να εκσπερματώσει. Η ΜΚ5 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι όταν ήταν έξι ετών περίπου όταν βρισκόταν με “τον Αθηνή και τους γιούδες του” ήτοι τον κατηγορούμενο 2 και τον πρώην κατηγορούμενο 3, αυτοί “την επείραζαν”. Ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι ο μεγάλος γιος του Αθηνή, ήτοι ο κατηγορούμενος 2, την έπαιρνε στο υπνοδωμάτιο του και της έδειχνε περιοδικά “με γυμνούς ανθρώπους”. Ενώ της τα έδειχνε, την χάιδευε με το ένα χέρι σε όλο της το κορμί, στο στήθος, στα γεννητικά της όργανα και με το άλλο χέρι, “έπαιζε με το όργανό του μπροστά της”. Θυμόταν ότι σε μια περίπτωση είχαν “πεταχτεί υγρά πάνω της” και εκ των υστέρων αντιλήφθηκε ότι αυτός “είχε τελειώσει πάνω της”. Η μάρτυρας δεν αντεξετάσθηκε σε σχέση με τα γεγονότα που περίγραψε, της υποβλήθηκε απλώς ότι ό,σα ανέφερε ήταν ψέματα. Η πιο πάνω μαρτυρία είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας. Με βάση τη μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον μας προκύπτει ότι κατά τον επίδικο χρόνο η παραπονουμένη ήταν 6 ετών και ο κατηγορούμενος 2, 14 ετών.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 24 ο κατηγορούμενος 2, μεταξύ των ετών 1992-1996, επιτέθηκε κατά της xxx xxx, ΜΚ5, την χάιδεψε στα γεννητικά της όργανα ενώ με το άλλο χέρι του αυνανιζόταν. Η ΜΚ5 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος 2, την έπαιρνε σε κάποιο σημείο πίσω από το σπίτι του όπου υπήρχαν κλουβιά με κουνέλια, για να ταΐσουν τα κουνέλια. Εκεί την άγγιζε στα γεννητικά της όργανα, τόσο από μπροστά όσο και από πίσω και με το άλλο του χέρι «κρατούσε το όργανό του και έπαιζε». Η μάρτυρας αντεξετάστηκε για το χρόνο που έλαβε χώρα το επίδικο συμβάν και για τον αριθμό και το χρώμα των κουνελιών. Δεν ήταν σε θέση να τοποθετήσει με ακρίβεια το χρόνο, ούτε να δώσει λεπτομέρειες σε σχέση με τα κουνέλια, στοιχεία που κατά την άποψη μας είναι επουσιώδη και ουδόλως επηρεάζουν την αξιοπιστία της. Από τη μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιο μας και δεν έχει αμφισβητηθεί προκύπτει ότι η οικογένεια των κατηγορουμένων διέμενε στη Πάχνα μέχρι το 1994. Στη συνέχεια μετακόμισαν στον Ύψωνα χρησιμοποιούσαν όμως την εν λόγω οικία ως εξοχική και όχι ως μόνιμη. Η μαρτυρίας της ΜΚ5 γίνεται δεκτή και καταλήγουμε ότι το πιο πάνω συμβάν έλαβε χώραν στην Πάχνα σε κάποιο χρόνο μεταξύ των ετών 1992-1994, ενώ η παραπονουμένη ήταν 6-8 ετών και ο κατηγορούμενος 2, 13-15 ετών.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 25 ο κατηγορούμενος 2, μεταξύ των ετών 1992-1996, επιτέθηκε κατά της xxx xxx, ΜΚ5, την ανάγκασε να του κρατεί το γεννητικό του όργανο. Η ΜΚ5 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία, ανέφερε ότι πήγαινε μαζί με τον κατηγορούμενο 2, πάνω από το σπίτι του, σε «ένα μικρό βουναλάκι και έστηναν βερκά». Καθόντουσαν εκεί και περίμεναν μέχρι να πιάσουν «πουλάκια». Εκεί που περίμεναν ο κατηγορούμενος 2 της έδειχνε τα πορνοπεριοδικά που είχε το συνήθειο να κουβαλά πάντα μαζί του, την «άγγιζε παντού» και πολλές φορές της έπιανε το χέρι και την έβαζε να του κρατά το όργανό του. Η αντεξέταση της μάρτυρας περιορίστηκε στο χώρο που «έστηναν τα βερκά». Η μάρτυρας διευκρίνισε ότι επρόκειτο για ένα χώρο λίγο έξω από το χωριό κοντά σε ένα ντεπόζιτο. Πρόσθεσε ότι εκεί πήγαιναν συνήθως το καλοκαίρι και ο κατηγορούμενος 2 έκρυβε τα πορνοπεριοδικά κάτω από τη φανέλα του. Η πιο πάνω μαρτυρία είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας. Από τη μαρτυρία της και συγκεκριμένα την κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία, προκύπτει ότι το πιο πάνω συμβάν έλαβε χώραν πριν αυτή γίνει 10 ετών, ήτοι όταν ήταν 6-10 ετών και ο κατηγορούμενος 2, 14 – 18 ετών, κατά τα έτη 1992-1996.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 26 ο κατηγορούμενος 2, σε άγνωστη ημερομηνία, μεταξύ των ετών 1992-1996, στην Αυδήμου, ανάγκασε τη xxx xxx να του πιάσει το πέος του και να τον αυνανίσει. Η ΜΚ5 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι σε μία περίπτωση ο κατηγορούμενος 2, την πήρε στη θάλασσα της Αυδήμου και εκεί «άπλωσε ένα ττόρο, την εξάπλωσε μπρούμυτα τάχα για να της κάνει μασάζ και αυτός έππεσε πάνω της και ετρίφκετουν». Όταν στη συνέχεια έκατσαν πάνω στην πετσέτα, την έβαλε να πιάσει το όργανό του και «να του το παίζει». Κατά την αντεξέτασή της ανέφερε ότι δεν ήταν σε θέση να θυμηθεί ακριβώς την ηλικία, τόνισε όμως ότι ήταν πάνω από 10 χρονών. Υποβλήθηκε τότε σε αυτήν ότι το περιστατικό έγινε πριν γίνει 10 χρονών, θέση που η μάρτυρας απόρριψε. Η μαρτυρία της είναι δεκτή και γίνεται εύρημα του Δικαστηρίου. Με βάση τη μαρτυρία της προκύπτει ότι το πιο πάνω συμβάν έλαβε χώραν σε άγνωστη ημερομηνία κατά η περί το έτος 1996.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 27 ο κατηγορούμενος 2, σε άγνωστη ημερομηνία, μεταξύ των ετών 1992-1996, στην Πάχνα, έβαλε το γεννητικό του όργανο μέσα στα πόδια της xxx xxx, ΜΚ5, έξω από το δικό της όργανο ενώ αυτή στεκόταν, μέχρι να εκσπερματώσει. Η ΜΚ5 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος 2 ουδέποτε έβαλε το γεννητικό όργανό του μέσα στο δικό της αλλά το έβαζε ανάμεσα στα πόδια της, ενώ αυτή στεκόταν μέχρι “να τελειώσει”. Αυτό το έκανε και όταν αυτή ήταν “πιο μικρή στην Πάχνα”. Η ΜΚ5 δεν αντεξετάστηκε σε σχέση με την πιο πάνω δήλωσή της. H μαρτυρία της είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημα μας. Από τη μαρτυρία προκύπτει ότι το πιο πάνω συμβάν έλαβε χώραν κατά τη χρονική περίοδο 1992-1995, όταν αυτή ήταν 6-9 ετών και ο κατηγορούμενος 2 ήταν 14-17 ετών.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 28 ο κατηγορούμενος 2, μεταξύ των ετών 1996-2000, ανάγκασε τη xxx xxx, ΜΚ5, να του πιάσει το πέος του και να τον αυνανίσει μέσα στο αυτοκίνητο. Η ΜΚ5 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος 2 την έπαιρνε περίπατο με το αυτοκίνητό του και κατά τη διαδρομή την έβαζε να τον αυνανίσει. Παραθέτουμε αυτούσια τη σχετική αναφορά:
«…Έβγαζε το όργανό του έξω, μου έβαζε το χέρι μου πάνω στο όργανό του και εγώ επειδή από τις πολλές φορές έμαθα ότι έπρεπε να το κρατώ και να το παίζω, του το έπαιζα ώσπου να δω ότι βγήκαν υγρά για να σταματήσω και πάντα είχε χαρτιά στην πόρτα και στο ντουλαπάκι και σκουπιζόταν.»
Σε κάποιο άλλο στάδιο της κατάθεσης της ανέφερε ότι ό,τι έκανε το έκανε μετά από πίεση, αυτή προσπαθούσε να ‘φύγει’ το χέρι της αυτός όμως έπιανε το χέρι της και το έβαζε στο όργανο του.
Αρχικά, η μάρτυρας ανέφερε στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ότι το πιο πάνω συμβάν έλαβε χώραν όταν αυτή ήταν 10 – 14 ετών, στη συνέχεια όμως αφού έλαβε υπόψη συγκεκριμένα συμβάντα διευκρίνισε ότι αυτό γινόταν όταν ήταν κάπως μεγαλύτερη, στην ηλικία των 15 – 16 ετών. Η πιο πάνω μαρτυρία είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημά μας. Καταλήγουμε ότι το πιο πάνω συμβάν έλαβε χώραν όταν αυτή ήταν έφηβη, στην ηλικία των 15 -16 ετών περίπου, κατά τα έτη 2001-2002 και ο κατηγορούμενος 2 ήταν 23-24 ετών.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας 29, ο κατηγορούμενος 2, σε άγνωστη ημερομηνία, το 2002, στην Πάφο, χάδευσε παντού τη xxx xxx, ΜΚ5 και την ανάγκασε να τον αυνανίσει μέχρι να εκσπερματώσει. Η ΜΚ5 στην κατάθεσή της στην αστυνομία ανέφερε ότι όταν ήταν 15-16 ετών πήγαινε στο σπίτι του κατηγορουμένου 2 και της συζύγου του στην Πάφο και εκεί, σε δύο με τρεις περιπτώσεις, ο κατηγορούμενος 2 τη χάιδευε παντού και έβαζε το χέρι της στο όργανό του για να χύσει. Αυτό το έκανε «γρήγορα-γρήγορα προτού έρθει η γυναίκα του». Σε κάποια άλλη περίπτωση κατά το ίδιο έτος ο κατηγορούμενος 2, την πήρε σπίτι του στην Πάφου, ‘για περίπατο. Της είχε πει ότι θα ήταν και η μητέρα του εκεί, η κατηγορούμενη 4, αλλά τελικά αυτή δεν ήταν. Επαναλήφθηκε το ίδιο περιστατικό, ήτοι την «έβαλε να του την παίζει ώσπου να χύσει». Η μάρτυρας αντεξετάσθηκε γιατί συνέχισε να πηγαίνει μετά την πρώτη παρενόχληση που δέχθηκε στη Πάφο, αυτή δήλωσε ότι «η ψυχολογία της δεν τη βοηθούσε» και ούτε η ίδια μπορούσε να εξηγήσει τους λόγους που ξαναπήγε. Η μαρτυρία της ΜΚ 5 επί του συγκεκριμένου συμβάντος είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημα μας.
Η κατηγορία 30 αναφέρεται στο ίδιο αδίκημα, στις ίδιες λεπτομέρειες σε άγνωστη ημερομηνία το 2002, άλλη όμως από αυτή που αναγράφεται στην κατηγορία 29. Η ΜΚ5 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι το 2002 ο κατηγορούμενος 2 την κάλεσε να πάει στο σπίτι του στην Πάφο, σε σπίτι άλλο από αυτό που διέμενε με την πρώην σύζυγο του. Της είχε αναφέρει ότι στο σπίτι θα ήταν και η νονά της, η κατηγορουμένη 4. Η μάρτυρας πήγε στο σπίτι του όταν έφτασε όμως εκεί αντιλήφθηκε ότι την είχε ξεγελάσει σε σχέση με την παρουσία της νονάς της. Και σε εκείνη την επίσκεψη επαναλήφθηκε το ίδιο περιστατικό ήτοι «την έβαλε να του την παίξει ώσπου να χύσει.» Η μαρτυρία της είναι δεκτή και γίνεται εύρημα του Δικαστηρίου."
Σε σχέση με τις κατηγορίες 31 και 32 το Κακουργιοδικείο διαπίστωσε ότι τα γεγονότα τους είναι μεν τα ίδια με τις κατηγορίες 29 και 30 αλλά στη βάση διαφορετικής νομοθεσίας δηλ. του περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμου (Ν.3(Ι)/2000). Με αναφορά σε Αγγλική νομολογία (βλ. C (2012) EWCA και Peter K, Terence K. V. R (2008) EWCA Crim. 434) έκρινε ότι ως εκ της ηλικίας της ΜΚ5, 16 ετών, και της μη συγκατάθεσης της όπου απλά ενέδωσε στις σεξουαλικές ορέξεις του εφεσείοντα 2, αποδείχθηκαν και αυτές οι κατηγορίες.
Σ΄ όσον αφορά τη ΜΚ11:
Οι κατηγορίες 19 και 20 στρέφονται εναντίον του κατηγορουμένου 2 και αφορούν τα αδικήματα του βιασμού και της απόπειρας βιασμού. Το πρώτο αδίκημα, κατηγορία 19, έγινε στην Πάχνα, μεταξύ των ετών 1998-1999 και το δεύτερο, κατηγορία 20, στην Πάφο μεταξύ των ετών 1999-2000. Και στα δύο αδικήματα παραπονούμενη είναι η xxx xxx, ΜΚ11.
Η ΜΚ11 στην κατάθεσή της στην αστυνομία ανέφερε τα πιο κάτω σε σχέση με το αδίκημα της κατηγορίας 19:
«Ο ξάδερφος μου xxx θυμήθηκα τώρα ότι μια φορά με βίασε και αυτός και συγκεκριμένα με έβαλε να βλέπω σε ένα καθρέφτη που είχε στο δωμάτιο του στο σπίτι του στην Πάχνα και ήρθε από πίσω μου και μου έβαλε το γεννητικό του όργανο στο δικό μου γεννητικό όργανο. Εγώ τότε πρέπει να ήμουν περίπου 12 χρονών. Δεν μπορώ να θυμηθώ άλλες λεπτομέρειες, ούτε άλλη φορά που με βίασε ο xxx. Θυμάμαι όμως ότι πολύ τακτικά και αυτός και ο αδερφός του xxx με χάιδευαν στο στήθος και σε όλο μου το κορμί.»
Δεν ζητήθηκε από τη μάρτυρα κατά την αντεξέταση της να δώσει οποιεσδήποτε λεπτομέρειες σε σχέση με τον πιο πάνω βιασμό, ρωτήθηκε μόνο κατά πόσο το επεισόδιο αυτό έγινε πριν ή μετά την κατ΄ ισχυρισμόν απόπειρα βιασμού της στην Πάφο και αυτή απάντησε ότι παρά το γεγονός ότι δεν θυμόταν ακριβή ημερομηνία πρέπει να ήταν προηγουμένως. Σε κάποιο άλλο στάδιο της μαρτυρίας της κατά την αντεξέταση ανέφερε ότι το περιστατικό αυτό το «θυμόταν πάντα» αλλά κατάφερε να το εξωτερικεύσει με τη βοήθεια του ψυχολόγου.
Σε σχέση με την απόπειρα βιασμού της από τον κατηγορούμενο 2, κατηγορία 20, η ΜΚ11 ανέφερε τα πιο κάτω στην κατάθεσή της στην αστυνομία:
“Όταν μετά ήμουν περίπου 13 χρονών, ο xxx παντρεύτηκε με την xxx xxx η οποία είναι γειτόνισσα μου στο σπίτι μου στον Ύψωνα και μια φορά που η μητέρα μου θα έλειπε κανόνισε με τον xxx να με πάρει μαζί του στην Πάφο που είχε σπίτι και θα πήγαινε με την γυναίκα του με σκοπό να με προσέχουν. Με πήραν στο σπίτι του στην Πάφο και θυμάμαι ότι η xxx έπλενε τα πιάτα κάτω στην κουζίνα και ο xxx ο οποίος ήταν στον πάνω όροφο του σπιτιού μού φώναξε για να μου δείξει κάτι. Εγώ δεν πήγαινα γιατί φοβόμουν ότι κάτι θα μου έκανε γιατί πλέον είχα αρχίσει να καταλαβαίνω και ήταν κάτι που επαναλαμβανόταν πολύ τακτικά. Η σύζυγός του xxx με ρώτησε γιατί δεν πάω και μετά ήρθε κάτω ο xxx, με έπιασε από το χέρι να με πάρει πάνω. Με πήρε πάνω στο δωμάτιο σε μια γωνιά, με γύρισε μας τον τοίχο, έβγαλε τα ρούχα μου από την μέση και κάτω, κατέβασε και μας τα δικά του ως το γόνατο και ένιωθα ότι προσπαθούσε να βάλει το όργανό του στον πισινό μου. Μου κρατούσε τα χέρια μου και μου έλεγε συνέχεια να μην φωνάζω. Εγώ προσπαθούσα να τον σπρώξω και ξαφνικά όταν γύρισα το κεφάλι μου είδα ότι μπήκε η xxx στο δωμάτιο και του φώναξε “Τι κάμνεις ρε;” Αμέσως ο xxx σταμάτησε αλλά δεν θυμάμαι μετά τι έγινε, ούτε πως πήγα Λεμεσό, ούτε τίποτε.»
Κατά την αντεξέτασή μας ανέφερε ότι δεν ήταν δική μας επιλογή να πάει να μείνει στο σπίτι του κατηγορουμένου 2 και μας πρώην συζύγου του στην Πάφο. Την πήραν εκεί οι γονείς μας γιατί οι ίδιοι είχαν μία υποχρέωση και έπρεπε κάποιος να την προσέχει. Κατέθεσε μας ότι αν δεν έμπαινε η σύζυγός του κατηγορουμένου 2 στο δωμάτιο, η xxx xxx, ΜΥ1, ο κατηγορούμενος 2 θα κατάφερνε να ολοκληρώσει την εγκληματική του ενέργεια. Μετά το συμβάν ο κατηγορούμενος 2 ακολούθησε τη σύζυγό του έξω από το υπνοδωμάτιο, η ΜΚ11 δεν ήταν σε θέση μας να θυμηθεί τι ακριβώς επακολούθησε.
Η ΜΚ11 δεν συζήτησε τότε το επεισόδιο με τη xxx xxx, ΜΥ1, το συζήτησε μαζί μας για πρώτη φορά πρόσφατα. Συγκεκριμένα όταν έγινε η καταγγελία εναντίον των κατηγορουμένων η ΜΚ11 τηλεφώνησε στη ΜΥ1, την πληροφόρησε ότι “άρχισε η διαδικασία” και την ρώτησε αν επιθυμούσε να καταθέσει. Μας ζήτησε να πει ό,τι είχε δει την ημέρα εκείνη. Η ΜΥ1 μας απάντησε «xxx, δεν μπορώ, τώρα ξαναμπήκα, είμαι σε ένα δεσμό και η πεθερά μου είναι αυστηρή και δεν μπορώ να μπω σε έτσι διαδικασία, συγγνώμη».
Με βάση τη μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον μας καταλήγουμε ότι τα συμβάντα έλαβαν χώραν ως τα περιέγραψε η xxx xxx, ΜΚ11 και γίνονται εύρημα μας.»
Η κατηγορία 6 αφορά και στους δύο εφεσείοντες. Παραθέτουμε τα σχετικά ευρήματα:
«Στην κατηγορία 6 εμπλέκεται τόσο ο κατηγορούμενος 1 όσο και ο κατηγορούμενος 2. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του πιο πάνω αδικήματος, οι κατηγορούμενοι 1 και 2 σε άγνωστη ημερομηνία, μεταξύ των ετών 1995-1996, στην Πάχνα, ενώ έβαλαν στην xxx, ΜΚ11, να δει ταινία πορνό, την χάιδευαν σε διάφορα μέρη του σώματός της και στο στήθος της. Η ΜΚ11 στην κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ανέφερε ότι σε μια περίπτωση όταν η xxx, ΜΚ5 και εκείνη ήταν εννέα-δέκα ετών βρισκόντουσαν με τους κατηγορουμένους 1 και 2 στο σαλόνι του σπιτιού τους στην Πάχνα, ο κατηγορούμενος 1 έβαλε στην τηλεόραση μια πορνοταινία και ταυτόχρονα τις έβαλε να μάθουν σκάκι. Τις έβαλε να κάθονται τη μια απέναντι από την άλλη και πήγαινε ο ένας πίσω από τη μια και ο άλλος πίσω από την άλλη και τις χάιδευαν σε διάφορα σημεία του σώματός τους, στο στήθος και παντού. Δεν διευκρίνισε ποιος παρενοχλούσε ποια. Η κατηγορουμένη 4 ήταν τη συγκεκριμένη μέρα στο σπίτι, πηγαινοερχόταν “…κρατώντας μια κούπα να παίρνει και να φέρνει ρούχα και να βλέπει ακριβώς τι γινόταν αλλά και πάλι να μην λέει τίποτε”. Η μάρτυρας κατά την προφορική της κατάθεση δεν ήταν σίγουρη κατά πόσο τους είχαν “σηκώσει τις μπλούζες και τις χάιδευαν ή όχι”.
Δεν διαλάθει της προσοχής μας ότι με βάση την ήδη αποδεχθείσα μαρτυρία, η οικογένεια των κατηγορουμένων μετακόμισε στον Ύψωνα το 1994. Η xxx, ΜΚ11, κατέθεσε ότι το περιστατικό έλαβε χώραν στην Πάχνα, ενώ σε κάποιο άλλο μέρος της μαρτυρίας της είπε ότι οι κατηγορούμενοι χρησιμοποιούσαν το εν λόγω σπίτι ως εξοχικό, ισχυρισμός που δεν αμφισβητήθηκε από την Υπεράσπιση. Η μαρτυρία της ΜΚ11 είναι δεκτή από το Δικαστήριο και γίνεται εύρημα μας. Με βάση τα πιο πάνω, καταλήγουμε ότι το επίδικο συμβάν έλαβε χώραν στην Πάχνα, μεταξύ των ετών 1995-1996.»
ΟΙ ΕΦΕΣΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΚΑΤΑΔΙΚΗΣ
Λόγοι έφεσης που αφορούν στο έργο της αξιολόγησης και εξαγωγής συμπερασμάτων (λόγοι 1-11, 13 και 15-18, στην Ποιν. Έφ. 218/2017 και 1-8 στην Ποιν. Εφ. 219/2017)
Με τους λόγους αυτούς προσβάλλεται η αξιολόγηση των πλείστων εκ των μαρτύρων της Κατηγορούσας Αρχής, κυρίως των ουσιαστικών, και κατ’ επέκταση και άλλων, που η μαρτυρία τους κρίθηκε υποστηρικτική εκείνης των παραπονουμένων.
Το θέμα της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των μαρτύρων κατηγορίας επαφίεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο έχει την ευχέρεια να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους μέσα στο Δικαστήριο από το εδώλιο του μάρτυρα. Αν από το σύνολο της μαρτυρίας που έχει παρουσιασθεί τα ευρήματα του Δικαστηρίου είναι εύλογα, το Εφετείο δεν επεμβαίνει. Επεμβαίνει μόνο αν η αξιολόγηση της μαρτυρίας ήταν αυθαίρετη ή ολότελα λανθασμένη, ενόψει αδιαμφισβήτητων στοιχείων της μαρτυρίας που δυνατόν να οδηγήσουν τρίτο συνετό πρόσωπο σε αντίθετη κρίση ή τα ευρήματα συγκρούονται με την κοινή λογική ή δεν συνάδουν με την προσκομισθείσα μαρτυρία. Σε τέτοιες περιπτώσεις το Εφετείο έχει τη διακριτική ευχέρεια να επέμβει παραμερίζοντας τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και καταλήγοντας το ίδιο στα δικά του συμπεράσματα. (βλ. Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 655, Παπανδρέας Αθανάση ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. αρ. 45/2014, ημερ. 5/10/2016, ECLI:CY:AD:2016:B470 και Χριστοφή ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 156/16 ημ. 25/9/2018), ECLI:CY:AD:2018:B414.
Σημαντικούς λόγους έφεσης κρίνουμε εκείνους που προσβάλλουν την αξιολόγηση της μαρτυρίας των παραπονουμένων. Προβάλλεται ιδιαίτερα από πλευράς εφεσειόντων ότι δεν παρουσιάστηκε σαφής μαρτυρία ως προς το χρόνο και τον τόπο διάπραξης των αδικημάτων και ο χρόνος που υπολόγισε το Κακουργιοδικείο και προχώρησε στην καταδίκη των εφεσειόντων ήταν αυθαίρετος. Εξετάσαμε την εισήγηση με την οποίαν δεν συμφωνούμε. Το Κακουργιοδικείο κατέληξε στο χρόνο διάπραξης των αδικημάτων στη βάση των αδιαμφισβήτητων γεγονότων και της ενώπιον του μαρτυρίας, όπου οι παραπονούμενοι συνέδεαν το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων με την ηλικία που είχαν τότε ή από άλλα γεγονότα, όπως ο ΜΚ7 με την στρατιωτική του θητεία.
Ειδικότερα οι εφεσείοντες παρέπεμψαν σε αριθμό αντιφάσεων που κατ’ ισχυρισμόν εντόπισαν μεταξύ της μαρτυρίας των ΜΚ5 και ΜΚ11 και με εκείνη των άλλων μαρτύρων, τις οποίες θεώρησαν ουσιώδεις. Ήταν εισήγηση τους ότι το Κακουργιοδικείο θα έπρεπε να αξιολογήσει αρνητικά την αδυναμία μνήμης των ΜΚ5 και ΜΚ11 και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων όπου παρουσιάζονται κενά και παράλογες εκδοχές και περιβάλλεται από αλλότρια κίνητρα. Ειδικά για τους ΜΚ7 και ΜΚ8 ο εφεσείων 1 πρόβαλε τη θέση ότι θα έπρεπε να κριθούν αναξιόπιστοι ενόψει της αρχικής τους εκδοχής ότι όταν υπέστησαν την κακοποίηση ήταν ανήλικοι ενώ διαφάνηκε στη συνέχεια ότι ήταν ενήλικες. Αμφισβητούν επίσης τη διαπίστωση ότι η πάροδος 40 χρόνων περίπου δεν επηρέασε τη μνήμη της ΜΚ21. Υποβάλλουν περαιτέρω ότι δεν έλαβε υπόψη του την ψευδή αναφορά της ΜΚ11 για επεισόδιο, που είχε ως αποτέλεσμα την απόσυρση της σχετικής κατηγορίας. Υπήρξαν πολλές άλλες εισηγήσεις που υποστήριζαν την εκδοχή των εφεσειόντων για ύπαρξη αντιφάσεων και παράλογων διαπιστώσεων, που δεν κρίνουμε σκόπιμο να επεκταθούμε εφόσον όλες κινούντο στα ίδια πλαίσια. Τις ίδιες κατ’ ισχυρισμό αντιφάσεις και θέσεις πρόβαλαν και πρωτόδικα και το Κακουργιοδικείο σημειώνει στην απόφαση ότι πράγματι οι δύο παραπονούμενες, ΜΚ5 και ΜΚ11, σε αρκετές περιπτώσεις δεν ήταν σε θέση να δώσουν λεπτομέρειες για συγκεκριμένα συμβάντα ενώ σε άλλες περιπτώσεις δήλωναν ότι δεν ήταν σε θέση να θυμηθούν συγκεκριμένα στοιχεία. Το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι αυτή η συμπεριφορά τους δικαιολογήθηκε από τον ΜΚ19, που τον θεώρησε εμπειρογνώμονα, ο οποίος ανέφερε ότι είναι φυσικό επακόλουθο σεξουαλικής κακοποίησης σε τρυφερή ηλικία. Ιδιαίτερα για τη ΜΚ5, με την οποίαν είχε περισσότερες από μια συναντήσεις, ανέφερε ότι οφείλετο στο μετατραυματικό στρες. Συνεχίζει στην απόφαση «ότι θα ήταν παράλογο να αναμένει κανείς από δύο θύματα σεξουαλικής κακοποίησης να απαντούν με τρόπο συγκροτημένο ωσάν να περιέγραφαν ένα τυχαίο συμβάν και να είναι σε θέση να προσδιορίσουν τις περιπτώσεις που κακοποιήθηκαν σεξουαλικά με ημερομηνία, χρόνο, μέρα, μήνα ή ακόμα και τόπο. Ούτε μπορεί να κριθεί η αξιοπιστία τους επί διαφορών σε γεγονότα επουσιώδη που έλαβαν χώραν προ πολλών ετών.»
Κρίνουμε τις κατ’ ισχυρισμόν αντιφάσεις ότι δεν ήταν σημαντικές. Το ίδιο ισχύει και για την δήθεν ανακολουθία στην εκδοχή των παραπονουμένων. Το Κακουργιοδικείο έκρινε όλους τους παραπονούμενους αξιόπιστους και προχώρησε στην καταδίκη των εφεσειόντων χωρίς ενισχυτική μαρτυρία. Η κρίση αυτή του Κακουργιοδικείου βάλλεται επίσης με λόγους έφεσης.
Σημειώνουμε ότι σε αντίθεση με τον δικηγόρο του εφεσείοντα 2 ο οποίος δεν έκαμε καμιά αναφορά επί του συγκεκριμένου θέματος κατά την προφορική αγόρευση του, ο δικηγόρος του εφεσείοντα 1 δήλωσε ότι δεν επιμένει στους σχετικούς λόγους.
Εν προκειμένω το Κακουργιοδικείο ακολούθησε τον παραδοσιακό τρόπο αξιολόγησης των παραπονουμένων. Έκρινε κατά πρώτο μετά από εξονυχιστική ανάλυση της μαρτυρίας τους, τους παραπονούμενους, ως αξιόπιστους, και κατέληξε χωρίς δισταγμό αφού προειδοποίησε κατάλληλα τους εαυτούς τους ότι μπορούσε να βασιστεί επ’ αυτής χωρίς την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας. (βλ. Ε.Α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 231/2018 ημερ. 19/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:B473). Δεν βρίσκουμε οτιδήποτε το μεμπτό στην πιο πάνω προσέγγιση του Κακουργιοδικείου.
Με αυτό ως δεδομένο το Κακουργιοδικείο διαπίστωσε ότι η μαρτυρία τους υποστηρίζετο και από άλλη μαρτυρία.
Είναι σαφής η νομολογία ότι η κρίση ως προς το ασφαλές ή μη μιας καταδίκης δεν είναι θέμα φραστικής διατύπωσης η οποία μπορεί στην πραγματικότητα να είναι κενή από ουσία. Είναι ζήτημα ουσιαστικού δικανικού συλλογισμού.
Στην υπόθεση Σ.Σ. ν. Δημοκρατία, Ποιν. Έφ. 148/2016, ημερ. 20/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:B477 το Εφετείο μετά από ανασκόπηση της νομολογίας και νομοθεσίας ως προς το θέμα της αναζήτησης ενισχυτικής μαρτυρίας γενικά, κατέληξε στα εξής:
«Συνοψίζοντας το αποτέλεσμα των νομοθετικών ρυθμίσεων σημειώνουμε ότι: Έχει καταργηθεί η εκ του νόμου υποχρέωση για ενίσχυση ανώμοτης μαρτυρίας παιδιού, η υποχρέωση με βάση κανόνα πρακτικής για αναζήτηση ενίσχυσης ένορκης μαρτυρίας παιδιού, η υποχρέωση με βάση κανόνα πρακτικής για αναζήτηση ενίσχυσης παραπονούμενων για σεξουαλικά αδικήματα με βάση το Ν. 87(Ι)/2007 και ακολούθως με βάση το Ν. 91(Ι)/2014, αλλά παραμένει ο κανόνας πρακτικής για αναζήτηση ενίσχυσης της μαρτυρίας των παραπονούμενων όταν οι κατηγορίες για σεξουαλικά αδικήματα στηρίζονται στον Ποινικό Κώδικα και ο ίδιος κανόνας έχει υιοθετηθεί ως νομοθετική πρόνοια στο Ν. 119(Ι)/2000. Παραμένει επίσης σε ισχύ και ο κανόνας αναφορικά με τη μαρτυρία συνεργών ή μαρτύρων που έχουν δικό τους σκοπό να εξυπηρετήσουν.
Έχουμε διαπιστώσει ότι στην Reg. v. Gilbert (202) 2 AC 531, (Eastern Caribbean Court of Appeal) αναγνωρίστηκε η δυνατότητα του δικαστηρίου για κατάργηση του κανόνα πρακτικής χωρίς την ανάγκη νομοθετικής παρέμβασης, εφόσον δεν πρόκειται για νομοθετικό κανόνα, αλλά για κανόνα που δημιουργήθηκε εμπειρικά και νομολογιακά. Δεν χρειάζεται ούτε είναι σκόπιμος τέτοιος προβληματισμός, εν προκειμένω, εφόσον δεν έχει τεθεί τέτοιο ζήτημα στην παρούσα υπόθεση. Είναι όμως ζήτημα που πρέπει να απασχολήσει τη νομοθετική εξουσία για σκοπούς εκσυγχρονισμού και, εν πάση περιπτώσει, ομοιογένειας του δικαίου, εφόσον προκύπτει διαφορετική μεταχείριση αλλά και διαφορετικές ρυθμίσεις ακόμα και στα πλαίσια της ίδιας υπόθεσης, ακόμα και για την ίδια πράξη ανάλογα με το νομικό της χαρακτηρισμό.
Εν πάση όμως περιπτώσει, επαναλαμβάνουμε χάριν τονισμού ότι ο κανόνας πρακτικής δεν μπορεί να εφαρμόζεται μηχανιστικά. Το ζητούμενο δεν είναι απλώς να αναζητηθεί, ως ζήτημα τυπικού κανόνα, ενισχυτική μαρτυρία. Ούτε να δοθεί μια λεκτική προειδοποίηση, όσο δυνατή και αν είναι. Το ζητούμενο είναι το δικαστήριο να αισθάνεται βέβαιο, επειδή έχει εντοπίσει και ενισχυτική μαρτυρία, ή να αισθάνεται εξίσου ασφαλές να καταδικάσει, έστω και χωρίς ενισχυτική μαρτυρία. Αυτά όμως πρέπει να εξετάζονται κατά συγκεκριμένο τρόπο και πρέπει να φαίνονται κατά τρόπο πειστικό μέσα στην απόφαση, ως το αποτέλεσμα ενός συμπαγούς και συγκεκριμένου σκεπτικού, εδραζομένου στα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου.
Εξετάσαμε την κάθε εισήγηση για λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας των παραπονουμένων και κρίνουμε ότι δεν παρέχεται δυνατότητα επέμβασης του Εφετείου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας στην οποία προέβη το Κακουργιοδικείο και στα συνακόλουθα ευρήματα του, ως αποτέλεσμα της αποδοχής της μαρτυρίας των παραπονουμένων ως αξιόπιστης.
Λόγοι έφεσης που αφορούν στην τροποποίηση του κατηγορητηρίου (λόγοι 12 και 14 Ποιν. Έφ. 218/2017 και λόγος 9 Ποιν. Έφ. 219/2017)
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν επίσης με τους λόγους έφεσης κατά της καταδίκης την προσθήκη από το Κακουργιοδικείο των κατηγοριών 41-51.
Τέτοια εξουσία παρέχει στο Δικαστήριο το άρθρο 85(4) της Ποινικής Δικονομίας προς το σκοπό ορθής απονομής της δικαιοσύνης διαφορετικά, θα οδηγούσε σε αδικαιολόγητη αθώωση του κατηγορουμένου (βλ. Κυριάκου ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 458).
Θα πρέπει να λεχθεί ότι όλες οι νέες κατηγορίες εκτός από την 51 που αφορά στον εφεσείοντα 2, αναφέρονται στον εφεσείοντα 1, είναι οι ίδιες με τις αρχικές και μόνο ως προς το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων κατά ένα με δύο χρόνια περίπου διαφέρουν. Όπως διευκρινίζει το Κακουργιοδικείο, σε σχέση με τις κατηγορίες που αφορούν στους ΜΚ7 και ΜΚ8 η διαφορά στο χρόνο διάπραξης των αδικημάτων προήλθε από την ίδια την υπεράσπιση. Προσθέτει δε, με παραπομπή σε νομολογία (βλ. (1918) 13 Cr. Αpp. R. 158 και σύγγραμμα Archbold: Criminal Pleading, Evidence and Practice 2015, par. 1-204 μέχρι 1-2016) ότι η ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο του αδικήματος. Ειδικά για την παρούσα περίπτωση έκρινε ότι η τροποποίηση του κατηγορητηρίου δεν επηρέαζε δυσμενώς την υπεράσπιση των εφεσειόντων αφενός μεν γιατί τα αδικήματα παρέμειναν τα ίδια και αφετέρου τους δόθηκε η ευκαιρία να αντεξετάσουν επί μακρόν τους μάρτυρες κατηγορίας επί του συγκεκριμένου ζητήματος, χωρίς να ζητήσουν ποτέ περισσότερες λεπτομέρειες.
Εξετάσαμε την εισήγηση υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και συνθηκών της υπόθεσης και δεν εντοπίζουμε οτιδήποτε το μεμπτόν στην πιο πάνω προσέγγιση του Κακουργιοδικείου. Ούτε και παρουσιάστηκε οποιοδήποτε στοιχείο που να υποστηρίζει δυσμενή επηρεασμό των εφεσειόντων στην υπεράσπιση τους από την τροποποίηση του κατηγορητηρίου.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι εφέσεις εναντίον της καταδίκης απορρίπτονται και η επί τούτου πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.
ΟΙ ΕΦΕΣΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ.
Λόγοι έφεσης 19, 20 και 21 Ποιν. Έφ. 218/2017:
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα 1 εισηγήθηκε ότι το Κακουργιοδικείο κατά την επιμέτρηση της ποινής δεν έλαβε υπόψη την ηλικία του εφεσείοντα 1, το μεγάλο χρονικό διάστημα που διέρρευσε από την τέλεση των αδικημάτων μέχρι την καταδίκη του, τα βιώματα που είχε και την απουσία βίας και εξαναγκασμού κατά την τέλεση των αδικημάτων. Η συνολική ποινή των 18 ετών, ενόψει της διαταγής για έκτιση διαδοχικών ποινών, κατά την άποψη του, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.
Στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, αντέτεινε η δικηγόρος της εφεσίβλητης, η ποινή των 12 χρόνων φυλάκισης που επέβαλε το Κακουργιοδικείο στον εφεσείοντα 1 στην κατηγορία του βιασμού της ΜΚ11, και των 6 χρόνων για παρά φύση ασέλγεια των ΜΚ7 και 8, οι οποίες να είναι διαδοχικές, ήταν οι αρμόζουσες.
Εξετάσαμε με προσοχή τους λόγους έφεσης σε συνάρτηση με τις εκατέρωθεν εισηγήσεις των δικηγόρων.
Το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του, θεώρησε για σκοπούς επιβολής ποινής ως επιβαρυντικούς παράγοντες το πολύ νεαρό της ηλικίας των παραπονουμένων, ιδιαίτερα της ΜΚ11 που τη βίασε στην ηλικία των 7 χρόνων, και τη στενή συγγενική του σχέση με τις ΜΚ5 και ΜΚ11 όπου αντί να τις περιβάλλει με αγάπη και στοργή τις εκμεταλλεύτηκε με τον πιο αναίσχυντο τρόπο για να ικανοποιήσει τις ανώμαλες ορέξεις του. Λόγω της ηλικίας τους, συνεχίζει, δεν μπορούσαν οι ΜΚ5, ΜΚ11, ΜΚ13 και ΜΚ21 να αντιληφθούν το επαίσχυντο της συμπεριφοράς του που τραυμάτισε τον ψυχικό τους κόσμο.
Σ’ όσον αφορά τους ΜΚ7 και ΜΚ8, συνεχίζει, τους εκμεταλλεύτηκε επίσης, λόγω της θέσης του, στο χώρο εργασίας τους, που ήταν βοηθοί του και τη διαφορά ηλικίας με αυτούς. Το Κακουργιοδικείο σημειώνει ότι ειδικά για τον ΜΚ7 προτού να έλθει σε συνουσία διά της βίας μαζί του, του επιτίθετο προηγουμένως άσεμνα.
Έλαβε υπόψη τη μεγάλη χρονική περίοδο που διαπράχθηκαν τα αδικήματα μεταξύ των ετών 1992 – 2009, ενώ εκείνο της κατηγορίας 18 το 1980 -1981, όπως και την καθυστέρηση στην καταγγελία των υποθέσεων από τις ΜΚ5 και ΜΚ11, που έγινε το 2015, που ήταν η αφορμή να ακολουθήσουν και οι καταγγελίες των υπόλοιπων παραπονουμένων. Έκρινε ότι η καθυστέρηση δεν ήταν βαρύνουσας σημασίας λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της υπόθεσης και των τραυματικών εμπειριών των παραπονουμένων.
Ενδιέτρεψε επίσης επί του θέματος επιβολής διαδοχικών ποινών με αναφορά σε νομολογία (βλ. Christoforos Nicolaou Pirikkis v. The Republic (1985) 2 A.A.Δ. 232 και R. v. Andrew David Fletcher (2002) Cr. App. R. (5) 127).
Έλαβε ως ελαφρυντικά ότι απουσίαζε το στοιχείο της βίας σ’ όσον αφορά τα περιστατικά που αφορούσαν τους ΜΚ5, ΜΚ11, ΜΚ13 και ΜΚ21 σε αντίθεση με τους ΜΚ7 και ΜΚ8, που ασκήθηκε βία όχι όμως μεγάλη.
Επιπροσθέτως έλαβε υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις, την ηλικία του, 64 χρονών, και ότι αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας οι οποίες όμως λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων έκρινε ήσσονος σημασίας.
Εξετάσαμε ό,τι τέθηκε ενώπιον μας, έχοντας κατά νου ότι το δύσκολο έργο επιμέτρησης της ποινής ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο και η έφεση δεν αποσκοπεί στον επανακαθορισμό της ποινής, αλλά στον έλεγχο της ορθότητας της. Το Εφετείο έχει εξουσία επέμβασης μόνο όπου η επιβληθείσα ποινή, αντικειμενικά κρινόμενη, είναι είτε έκδηλα ανεπαρκής είτε έκδηλα υπερβολική (βλ. Ismen Bora v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 79/2017, ημερ. 13/3/2018, ECLI:CY:AD:2018:B110, O.O. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 337/2018 και 351/2018, ημερ. 20/1/2020 και xxx xxx xxx H. E. v. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. 50/2018 και 137/2018, ημερ. 8/4/2020).
Στην υπό κρίση περίπτωση, όπως ορθά επισήμανε το Κακουργιοδικείο, τα αδικήματα που διέπραξαν οι εφεσείοντες είναι πολύ σοβαρά ιδιαίτερα του βιασμού και του αδικήματος της διαφθοράς γυναίκας κάτω των 13 χρονών, όπου η προβλεπόμενη ποινή είναι φυλάκιση διά βίου, ενώ για τα υπόλοιπα οι ποινές φυλάκισης κυμαίνονται από 2 μέχρι 14 χρόνια.
Σε συμφωνία με το Κακουργιοδικείο, η υπό κρίση υπόθεση μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια από τις χειρότερες που προσήχθησαν ενώπιον των Κυπριακών Δικαστηρίων που αφορά σε αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης νεαρών παιδιών και προσώπων.
Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων κρίνουμε ότι το ύψος των ποινών φυλάκισης που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα 1, όχι μόνο δεν είναι έκδηλα υπερβολικό αλλά αντίθετα είναι πάρα πολύ επιεικές και ότι αυτό άρμοζε περισσότερο στην περίπτωση παραδοχής του στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε και όχι κατόπιν ακρόασης. Ενόψει όμως της μη καταχώρησης Αντέφεσης από πλευράς Δημοκρατίας δεν θα προχωρήσουμε σε αύξηση της ποινής.
Σ’ όσον αφορά την καθυστέρηση δεν μας διαφεύγει ότι η πάροδος αρκετού χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος είναι μεταξύ των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψιν κατά την επιβολή της ποινής και ότι, εκτός των περιπτώσεων που κρίνεται απόλυτα αναγκαίο, η επιβολή ποινής φυλάκισης μετά από παρέλευση μακρού χρόνου από την ημέρα διάπραξης του αδικήματος είναι ανεπιθύμητη. Ωστόσο, σε υποθέσεις όπως η παρούσα, τα πράγματα είναι διαφορετικά και προς τούτο παραθέτουμε αυτούσιο το πιο κάτω απόσπασμα από την xxx Μηνά ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. 228/2018 ημερ. 16/2/2020, ECLI:CY:AD:2020:B102 το οποίο ομιλεί αφεαυτού:
«Όμως, σ΄ ό,τι αφορά τα σεξουαλικά αδικήματα, η καθυστέρηση στην καταγγελία του θύτη διαφοροποιεί τα πράγματα. Όπως παρατηρήθηκε στη Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 123 (με αναφορά σε αγγλική νομολογία), η καθυστέρηση σε τέτοιου είδους αδικήματα είναι κατανοητή εφόσον είναι σύνηθες ότι χρειάζεται αρκετό θάρρος από νεαρό θύμα γενετήσιας ασέλγειας από πατέρα ή θετό πατέρα να το καταγγείλει. Αυτό ακριβώς έχει συμβεί και στην παρούσα περίπτωση αφού η καταγγελία της Κλ., η οποία έγινε στους οικείους της 2 περίπου χρόνια μετά τη σεξουαλική κακοποίηση της από τον εφεσείοντα, αντιμετωπίστηκε από τα μόνα πρόσωπα που ήταν σε θέση να προβούν στην καταγγελία - τη μητέρα της, το βιολογικό της πατέρα, τη θεία και τη γιαγιά της - με τον τρόπο που περιγράφουμε πιο πάνω και η ίδια χρειάστηκε ακόμη 14 χρόνια να βρει το σθένος, ώριμη πια, να καταγγείλει τα όσα φρικιαστικά βίωσε από τον εφεσείοντα. Κάτω απ΄ αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί η καθυστέρηση να λειτουργήσει ως ελαφρυντικός για τον εφεσείοντα παράγοντας εφόσον κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε αναποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου και θα αφαιρούσε από τα Δικαστήρια το μόνο όπλο που διαθέτουν - την ποινή - για προστασία των πλέον ευάλωτων μελών της κοινωνίας από τις εις βάρος τους χυδαιότητες των αρρωστημένων ενηλίκων.»
Συνεπώς δεν θα μπορούσε η καθυστέρηση στην καταγγελία των αδικημάτων να ενεργήσει ως ελαφρυντικό ή διαφορετικά στην παρούσα περίπτωση.
Ο εφεσείων 1 παραπονείται επίσης για τη διαταγή για έκτιση διαδοχικών ποινών θεωρώντας ότι σε συνάρτηση με την ποινή των 12 χρόνων, η συνολική ποινή παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας της ποινής. Το θέμα της διαδοχικής ποινής υπήρξε αντικείμενο εξέτασης στην πρόσφατη υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. xxx Θωμά, Ποιν. Έφ. 132/2017, ημερ. 26/6/2019 όπου αναφέρθησαν τα εξής:
«Από την άλλη, η διαδοχικότητα των ποινών είναι δυνατή όπου τα αδικήματα είναι μεταξύ τους ασύνδετα σε τόπο και χρόνο ή υποδηλώνουν συμπεριφορά που να δικαιολογεί τη διαδοχικότητα όπως όταν κάποιος διαπράττοντας σεξουαλικό αδίκημα, προχωρεί ταυτόχρονα φεύγοντας και σε ληστεία του θύματος (R. v. Sam Buckland [2013] EWCA Crim 91, Ομήρου ν. Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2018:B214, Ποιν. Έφ. αρ. 91/2017 ημερ. 2.5.2018).
Η αρχή που υπερίπταται στη διαδοχικότητα είναι αυτή της συνολικότητας. Οι διαδοχικές ποινές δεν πρέπει να είναι δυσανάλογες εν τω συνόλω τους με τη γενικότερη αποτίμηση της παράνομης συμπεριφοράς. Η επιβαλλόμενη ποινή οφείλει σφαιρικά να είναι δίκαιη και ανάλογη. Αυτή είναι και η οδηγούσα αρχή του Sentencing Guidelines Council: Definitive Guideline του 2012. Σημειώνεται όμως επίσης ότι αδικήματα τα οποία έστω και αν απορρέουν από την ίδια συμπεριφορά ή είναι μεταξύ τους συνδεδεμένα εκ της φύσεως τους, δυνατόν να επισύρουν την ανάγκη για διαδοχικές ποινές εάν οι συντρέχουσες ποινές δεν επαρκούν για να στιγματίσουν την ολική εγκληματική συμπεριφορά. Ακόμη και αν το αποτέλεσμα των διαδοχικών ποινών είναι η σωρευτική ποινή να υπερβαίνει το ανώτατο όριο που επιτρέπεται από το Νόμο, αυτό δεν αποκλείεται όταν κρίνεται αναγκαίο (George Blake [1961] 45 Cr. App. Rep. 292). Στoν Thomas, ανωτέρω, σελ. 56, αναφέρεται ότι ακόμη και εάν δύο αδικήματα είναι χρονικά συνδεδεμένα αυτό δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι θα αντιμετωπισθούν ως μέρος μιας συμπεριφοράς εάν είναι κατ' ουσίαν διαφορετικά σε χαρακτήρα ή έχουν αναφορά σε διαφορετικό θεματολόγιο.»
Είναι φανερό ότι τα αδικήματα κατά των ΜΚ7 και ΜΚ8 ήταν ασύνδετα τόσο από άποψη χρόνου όσο και τόπου με εκείνα που στρέφοντο κατά των υπολοίπων παραπονούμενων. Κρίνουμε συνεπώς ότι υπό τις συνθήκες της υπόθεσης και τη νομολογία, η έκτιση διαδοχικών ποινών δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας οπότε η σχετική εισήγηση είναι απορριπτέα.
Λόγος έφεσης 10 Ποινικής Έφεσης 219/2017
Με το λόγο έφεσης 10 προσβάλλεται η ποινή φυλάκισης των 8 ετών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα 2 στην κατηγορία 19, του βιασμού, ως έκδηλα υπερβολική εφόσον, το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε υπόψη την ηλικία του εφεσείοντα 2, και ότι όπως προβλήθηκε, όταν διαπράχθηκαν τα αδικήματα ήταν μόλις 8 χρόνια μεγαλύτερος της ΜΚ5. Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση. Στην απόφαση του το Κακουργιοδικείο έλαβε, μεταξύ των άλλων ελαφρυντικών, σοβαρά υπόψη το νεαρό της ηλικίας του εφεσείοντα 2 κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων.
Σημειώνουμε ότι σύμφωνα με τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου ο εφεσείων 2 βίασε τη ΜΚ11 όταν αυτή ήταν 12 με 13 ετών το 1998 – 1999 ενώ ο ίδιος ήταν ενήλικας άνω των 20 ετών, οπότε η διαφορά των οκτώ χρόνων δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ελαφρυντικός παράγοντας.
Συνεπώς ούτε τη συγκεκριμένη ποινή θεωρούμε ως έκδηλα υπερβολική. Αντίθετα την θεωρούμε επίσης πολύ επιεική.
Για τους πιο πάνω λόγους οι εφέσεις κατά της ποινής απορρίπτονται και η επί τούτου πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο