ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 176/2020, 29/10/2020

ECLI:CY:AD:2020:B373

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 176/2020)

 

 

29 Οκτωβρίου 2020

 

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, X. ΜΑΛΑΧΤΟΥ, ΔΔ]

 

 

 

xxx ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ

Εφεσείοντα

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

---------------

 

Α. Αλεξάνδρου, για τον Εφεσείοντα.

Σ. Παπαλαζάρου (Κα), για την Εφεσίβλητη.

 

--------------

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χ. Μαλαχτό, Δ.

--------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου παράπεμψε τον Εφεσείοντα σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου που θα συνεδριάσει την 2.11.2020 και διάταξε όπως αυτός παραμείνει υπό κράτηση μέχρι τότε.  Η κράτηση του κρίθηκε επιβεβλημένη για την εξασφάλιση της παρουσίας του στη δίκη του και γιατί διαπιστώθηκε κίνδυνος να επηρεάσει μάρτυρες της υπόθεσης. 

 

Το Κατηγορητήριο περιέχει 39 κατηγορίες.  Οι περισσότερες αφορούν σεξουαλικά αδικήματα και περιλαμβάνουν τρείς κατηγορίες για βιασμό, εννέα σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού και αριθμό άλλων αξιόποινων πράξεων με σκοπό την διευκόλυνση της διάπραξης τέτοιων αδικημάτων.  Οι κατηγορίες αναφέρονται στην περίοδο 2013-2017 και στο 2020, με παραπονούμενη την D.K. από τη Ρωσία και τώρα στην Πάφο, που γεννήθηκε τον Ιούνιο του 2001.  Υπάρχουν ακόμα δέκα κατηγορίες που αφορούν στην κατοχή κάνναβης και παρακίνησης της παραπονούμενης να την καπνίσει.  Αυτές αφορούν το 2015 και μέχρι τον Απρίλιο του 2017.  Η τελευταία κατηγορία αφορά σε παρέμβαση σε δικαστική διαδικασία και σε αυτή αναφερόμαστε ειδικά στη συνέχεια στα πλαίσια της εξέτασης του δεύτερου λόγου για τον οποίο διατάχτηκε η κράτηση του Εφεσείοντα.

 

Η απόφαση για την κράτηση του προσβάλλεται από τον Εφεσείοντα με δύο λόγους έφεσης που αφορούν τους δύο ξεχωριστούς λόγους για τους οποίους αυτή διατάχτηκε.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαλμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρχε κίνδυνος φυγοδικίας, στη βάση ότι απέτυχε να σταθμίσει σωστά τα ενώπιον του δεδομένα.  Παραπονείται ο Εφεσείων ότι ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στους δεσμούς του με την Κύπρο και στην κατάσταση της υγείας του, δεν τους έλαβε ουσιαστικά υπόψη και δεν τους απόδωσε αξία.  Και αυτό με υπόβαθρο τις σοβαρές αδυναμίες της υπόθεσης, που ο Εφεσείοντας αποδίδει στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι αναγνώρισε, παραπέμποντας προς τούτο στην αναφορά στην απόφαση του ότι το μαρτυρικό υλικό φανέρωνε «μια πιθανότητα καταδίκης».

 

Δεν διαπιστώνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε και εξέτασε το ζήτημα της κράτησης του Εφεσείοντα με αυτό το υπόβαθρο.  Ο τρόπος που εκφράστηκε δεν υποδηλώνει τίποτε περισσότερο από την αντικειμενική του προσέγγιση στο μαρτυρικό υλικό που είχε τεθεί ενώπιον του που, όπως ρητά ανάφερε, στην ενώπιον του διαδικασία δεν αξιολογείται.  Και στη βάση του, ορθά αποφάσισε ότι η υπόθεση της κατηγορούσας αρχής είχε τόση δύναμη ώστε να πιθανολογείται καταδίκη (Ευριπίδου κ.α. ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Μαλά ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 135).

 

Η επιμέρους κατάληξη, με δεδομένη τη σοβαρότητα των αδικημάτων που περιλαμβάνουν κατηγορίες που επισύρουν την δια βίου φυλάκιση και ότι σε περίπτωση καταδίκης η ποινή που ενδέχεται να επιβληθεί θα είναι πολυετής ποινή φυλάκισης, στοιχειοθετούσε το αντικειμενικό υπόβαθρο για φυγοδικία στη βάση του φόβου του Εφεσείοντα για τη τύχη του.

  

Υπεισέρχονται στη συνέχεια στην εξίσωση και προσμετρούν άλλοι σχετικοί παράγοντες που συνδέονται με το χαρακτήρα του κατηγορούμενου, την κατοικία του, το επάγγελμα του, τα οικονομικά του, τους οικογενειακούς αλλά και άλλων ειδών δεσμούς με την Κύπρο (Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109 και Kazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 326).  Όπως εύστοχα τέθηκε στη Θεοχάρους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48: «Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ' ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικαστεί ο κατηγορούμενος, αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος».  Στη Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538, αναφέρθηκε χαρακτηριστικά ότι: «Η συνεκτίμηση των στοιχείων που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση πρέπει να γίνεται με πνεύμα ρεαλιστικής προσέγγισης και με πνεύμα επιείκειας όπως επιβάλλει το άρθρο 11 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο οι κατηγορούμενοι τεκμαίρεται ότι είναι αθώοι και ως ζήτημα γενικής αρχής, πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι».

 

Εξετάζοντας τους παράγοντες αυτούς, όπως προκύπτουν από τα γεγονότα της υπόθεσης, σημειώνουμε κατ’ αρχάς την διαφωνία μας με τη θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε κατά τρόπο εσφαλμένο το γεγονός της καλής οικονομικής κατάστασης του Εφεσείοντα και ότι είχε κατά το παρελθόν για δέκα χρόνια, την περίοδο 2000-2010, δραστηριοποιηθεί επιχειρηματικά στη Ρωσία, όπου και διέμενε.  Ορθά λοιπόν λήφθηκε υπόψη ότι στην περίπτωση που ο Εφεσείοντας θα εξέταζε το ενδεχόμενο να φυγοδικήσει μεταβαίνοντας στο εξωτερικό, είχε την οικονομική δυνατότητα να το πράξει και να συντηρηθεί σε μια ξένη χώρα, με την Ρωσία να παρουσιάζεται ως ένα περιβάλλον που δεν θα του ήταν άγνωστο.

Ωστόσο, το ενδεχόμενο φυγοδικίας συνεπικουρούμενο από την προαναφερθείσα δυνατότητα αντισταθμιζόταν, κατά τρόπο καταλυτικό, από τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του Εφεσείοντα, σε συνδυασμό με την κατάσταση της υγείας του στην ηλικία των 65 ετών, που καθιστούσαν την εγκατάλειψη της Κύπρου απομακρυσμένη πιθανότητα, σε βαθμό που να μην δικαιολογείται το έσχατο μέτρο της κράτησης προς εξασφάλιση της παρουσίας του κατά τη δίκη του. 

 

Ο Εφεσείοντας είναι κύπριος πολίτης, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Κύπρο. Είναι νυμφευμένος και πατέρας τριών παιδιών.  Έχει και έξι εγγόνια.  Διαμένει με τη σύζυγο του και τον γιό του, που έχει νοητικά προβλήματα, και μαζί τους διαμένει και το παιδί του γιού του, που ο τελευταίος απέκτησε με την μητέρα της παραπονούμενης που σήμερα βρίσκεται στη Ρωσία, έχοντας συνάψει νέο γάμο.  Ο Εφεσείων έχει διάφορα  προβλήματα υγείας,  με σοβαρότερο το αορτικό ανεύρυσμα, με κίνδυνο, ανά πάσα στιγμή, τη ρήξη.  Περαιτέρω, δεν αμφισβητήθηκε ότι είναι ιδιοκτήτης ακίνητης περιουσίας, σημαντικής αξίας, στη Κύπρο. 

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαλμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρχε πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων αν αφηνόταν ελεύθερος.  Κατά τον Εφεσείοντα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε ενώπιον του ίχνος μαρτυρίας προς υποστήριξη μιας τέτοιας προσέγγισης και προέβηκε σε αυθαίρετους, ανυπόστατους και ανεπίτρεπτους συλλογισμούς.

 

Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρχε κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων τεκμηριώθηκε στη βάση της μακρόχρονης σχέσης οικονομικής εξάρτησης της παραπονούμενης από τον Εφεσείοντα η οποία, όπως ανάφερε, φαινόταν να είχε δημιουργηθεί και της συγγενικής σχέσης μεταξύ του Εφεσείοντα και της μητέρας της παραπονούμενης.  Οι περιστάσεις αυτές, συνεπικουρούμενες από μαρτυρία της ίδιας για επηρεασμό της από τον Εφεσείοντα το 2019, δημιούργησαν την εντύπωση στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι, αν ο Εφεσείοντας αφηνόταν ελεύθερος, υπήρχε κίνδυνος να προσπαθήσει να επηρεάσει την παραπονούμενη ή την μητέρα της ή άλλα μέλη της οικογένειας της.

 

Το 2019, η μητέρα της παραπονούμενης είχε καταγγείλει την υπόθεση στη Ρωσία και η κυπριακή Αστυνομία έλαβε κατάθεση από την παραπονούμενη.  Αυτή διέψευσε την μητέρα της αποδίδοντας την καταγγελία της σε άλλες διαφορές της με τον Εφεσείοντα.  Όταν αργότερα κατάγγειλε η ίδια την υπόθεση έδωσε την εξήγηση ότι είχε διαψεύσει τη μητέρα της υποκινούμενη από τον Εφεσείοντα.  Πρόκειται για τους ισχυρισμούς στους οποίους εδράζεται η Κατηγορία 39 στο Κατηγορητήριο.  Όπως ορθά σημειώνει στην αγόρευση του ο δικηγόρος του Εφεσείοντα, η Κατηγορούσα Αρχή δεν επικαλέστηκε την παράμετρο αυτή ως λόγο που επίτεινε την ανησυχία της Αστυνομίας για επηρεασμό μαρτύρων.

 

Σε κάθε περίπτωση, αυτό ήταν το ένα σκέλος που συνέθετε, μαζί με την εικόνα των σχέσεων του Εφεσείοντα με την παραπονούμενη, τη μητέρα της και άλλα συγγενικά τους πρόσωπα, την ανησυχία του πρωτόδικου Δικαστηρίου. 

 

Στις σχέσεις αυτές είχε θεμελιωθεί το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής.  Όμως, τα δεδομένα είχαν διαφοροποιηθεί, εφόσον η παραπονούμενη προέβηκε στη καταγγελία της μετά που έπαψε να είναι εξαρτημένη οικονομικά από τον Εφεσείοντα και δεν διέμενε πλέον στην πολυκατοικία του, η δε μητέρα της βρίσκεται εκτός Κύπρου, στη Ρωσία.

 

Καταλήγουμε ότι οι φόβοι για φυγοδικία και επηρεασμό μαρτύρων, στο βαθμό που αναδύονταν μέσα από τις περιστάσεις της υπόθεσης, μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τους κατάλληλους όρους και πως συνεπώς η κράτηση του Εφεσείοντα δεν ήταν αναγκαία και επιβεβλημένη.

 

Δραττόμαστε της ευκαιρίας να σημειώσουμε και το εξής.  Ολοκληρώνοντας την απόφαση του το πρωτόδικο Δικαστήριο ανάφερε ότι: «Έλαβα επίσης υπόψη μου ότι η υπόθεση ενώπιον του Κακουργιοδικείου είναι ορισμένη την 2.11.20 και ο χρόνος αυτός δεν κρίνεται υπερβολικός».  Το μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι την ημερομηνία που η υπόθεση ορίζεται για ακρόαση μπορεί στις κατάλληλες περιπτώσεις να οδηγήσει στην απόλυση του κατηγορούμενου με όρους, εκεί όπου διαφορετικά θα διατασσόταν η κράτηση του.  Δεν είναι όμως επιτρεπτό το αντίθετο.  Δεν λέμε πως έτσι λειτούργησε το πρωτόδικο Δικαστήριο και η υπόδειξη μας εξαντλείται στην αποφυγή παρερμηνείας.

 

Η έφεση λοιπόν επιτυγχάνει και διατάσσεται όπως ο Εφεσείων αφεθεί ελεύθερος νοουμένου ότι θα συμμορφωθεί και θα εξακολουθεί να τηρεί τους ακόλουθους όρους:

 

-      Να καταθέσει στον Πρωτοκολλητή το ποσό των €40.000 σε μετρητά.

-      Να δώσει εγγύηση €100.000 με ένα αξιόχρεο κατά την κρίση του Πρωτοκολλητή εγγυητή.

-      Να εμφανίζεται καθημερινά στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Πάφου μεταξύ των ωρών 4μμ και 7μμ.

-      Να παραδώσει όλα τα ταξιδιωτικά του έγγραφα στην Αστυνομία και το όνομα του να τεθεί στον κατάλογο προσώπων των οποίων απαγορεύεται η έξοδος από τη Δημοκρατία (stop-list).

-      Να μην πλησιάσει την παραπονούμενη σε απόσταση λιγότερη των 200 μέτρων και να μην επιδιώξει οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί της τηλεφωνική ή με άλλο τρόπο είτε έμμεση είτε άμεση.

 

 

 

                                                Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

 

                                                Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.

 

                                                Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο