ΜΑΥΡΟΥ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Εφεση Αρ. 67/2020, 23/11/2020

ECLI:CY:AD:2020:B397

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Εφεση Αρ. 67/2020)

 

23 Νοεμβρίου, 2020

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

xxx ΜΑΥΡΟΥ,

Εφεσείων,

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

_ _ _ _ _ _

Κ. Ευσταθίου, για τον Εφεσείοντα.

Α. Χατζηκύρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.

­­­_ _ _ _ _ _


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Πάφου, με απόφασή του ημερομηνίας 18.3.2020, έκρινε, μετά από ακροαματική διαδικασία, ένοχο τον Εφεσείοντα σε κατηγορίες συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος (κατηγορίες 1 και 3 επί του κατηγορητηρίου), απάτης (κατηγορία 2 επί του κατηγορητηρίου) και εξασφάλισης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις (κατηγορία 4 επί του κατηγορητηρίου), κατά παράβαση των άρθρων 371, 300, 297 και 298(1), αντιστοίχως, του Ποινικού Κώδικα, Κεφάλαιο 154. Καταδικάστηκε επίσης σε κατηγορία νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (κατηγορία 5 επί του κατηγορητηρίου), κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, Ν. 188(Ι)/2007. Στον Κατηγορούμενο επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης τριών ετών στη δεύτερη και τέταρτη κατηγορία και πέντε ετών στην πέμπτη κατηγορία. Στην πρώτη και τρίτη κατηγορία δεν επιβλήθηκε καμία ποινή.

Με δύο λόγους έφεσης επιχειρείται η ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης. Προβάλλεται η εισήγηση ότι η απόφαση του Κακουργιοδικείου επί της καταδίκης είναι εσφαλμένη κατά νόμο, ενόψει των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Πιο συγκεκριμένα, πλήττονται ως εσφαλμένα τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων είχε προβεί σε ψευδείς παραστάσεις και/ή απάτη. Προβάλλεται ακόμη ότι το Κακουργιοδικείο «….. παρερμήνευσε την έννοια του όρου συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος ενόψει των περιστατικών της υπόθεσης», αφού δεν υφίστατο μαρτυρία περί προηγούμενης συνεννόησης με τρίτο πρόσωπο, προκειμένου να πληρούνται τα προαπαιτούμενα για την συνομωσία.

 

Η καταγραφή των βασικών δεδομένων που καλύπτουν την ενώπιόν μας υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν με διαύγεια μέσα από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου και τα συνακόλουθα ευρήματά του, θα καταδείξει το αβάσιμο των υπό εξέταση λόγων έφεσης:

 

Η παραπονούμενη, συμφώνησε τον Ιανουάριο του 2006, με τρίτο πρόσωπο, εργολάβο οικοδομών (ο εργολάβος), να εκτελέσει κάποιες εργασίες στο σπίτι της, στην Πάφο, καθώς επίσης και στον τάφο της μητέρας της. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν και το σχετικό, συμφωνηθέν, ποσό κατεβλήθη στον εργολάβο. Ακολούθησε επιπρόσθετη μεταξύ τους συμφωνία, που αφορούσε την επισκευή της στέγης του σπιτιού. Κατά τον χρόνο επισκευής, ο εργολάβος ανέφερε στην παραπονούμενη ότι, επειδή το σπίτι είναι παλιό, υπήρχε η δυνατότητα να κηρυχθεί διατηρητέο και με αυτό τον τρόπο να λάβει χρηματική επιχορήγηση από το κράτος. Η παραπονούμενη ήταν διστακτική ως προς τούτο. Μετά από αυτή τη συζήτηση, την επισκέφθηκε ο εργολάβος συνοδευόμενος από τον Εφεσείοντα, ο οποίος της συστήθηκε με άλλο από το πραγματικό του όνομα και τον οποίο αναγνώρισε, αργότερα, ως τον κατηγορούμενο. Ο Εφεσείων της ανέφερε ότι ήταν υπάλληλος της Πολεοδομίας Λευκωσίας και ότι θα αναλάμβανε προσωπικά την αίτησή της προς την αρμόδια αρχή, την Πολεοδομία, φροντίζοντας μαζί με την προϊσταμένη του ώστε να εγκριθεί το σπίτι της ως διατηρητέο. Η παρεμβολή του Εφεσείοντα και τα όσα της ανέφερε έπεισαν την παραπονούμενη να προχωρήσει στη διαδικασία αναπαλαίωσης του σπιτιού. Ο Εφεσείων, ανέλαβε να προωθήσει τη σχετική αίτηση στην Πολεοδομία και επισκεπτόταν τακτικά και επιθεωρούσε τις εργασίες αναπαλαίωσης. Κατά τις επισκέψεις αυτές, τόσο ο ίδιος όσο και ο εργολάβος, έλεγαν στην παραπονούμενη ότι, όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες, θα ερχόταν κάποιος από την Πολεοδομία για τελική επιθεώρηση και θα έπαιρνε πίσω τα χρήματα που πλήρωσε. Μάλιστα ο Εφεσείων της είπε ότι η αίτησή της εγκρίθηκε για το ποσό των €888.000. Παρεμβάλλουμε ότι ακόμη ένα πρόσωπο, γυναίκα με το όνομα Μάρω, αναμείχθηκε στα γεγονότα. Είχε επισκεφθεί τον Οκτώβριο του 2016 το σπίτι της παραπονούμενης, της είπε ότι εργάζεται στην Πολεοδομία και της υποσχέθηκε ότι θα προωθούσε τον φάκελο ώστε να κηρυχθεί διατηρητέο το σπίτι. Ο Εφεσείων, σε διάφορες ημερομηνίες, ζήτησε και έλαβε από την παραπονούμενη διάφορα χρηματικά ποσά προς προώθηση της αίτησής της, αλλά και για έξοδα επιβλέποντος μηχανικού, τον οποίο ουδέποτε συνάντησε η παραπονούμενη. Το συνολικό ποσό το οποίο κατέβαλε στον εργολάβο ήταν €571.145, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και τα ποσά που έδωσε στον Εφεσείοντα και στη Μάρω. Τελικά ο εργολάβος εγκατέλειψε την οικοδομή χωρίς να ολοκληρώσει τις εργασίες και η παραπονούμενη απευθύνθηκε σε δικηγόρο, ο οποίος, μετά από σχετική έρευνα, διαπίστωσε ότι στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως δεν εργαζόταν κανένας υπάλληλος με το όνομα που έδωσε ο Εφεσείοντας ή η Μάρω, ούτε και υποβλήθηκε ποτέ αίτηση για κήρυξη του σπιτιού της παραπονούμενης ως διατηρητέου. Κατά την αναγνωριστική παράταξη που έγινε στις 27.11.2018, στα κρατητήρια της Αστυνομικής Διεύθυνσης Πάφου, η παραπονούμενη αναγνώρισε τον Εφεσείοντα ως το πρόσωπο που παρουσιαζόταν, με άλλο όνομα, στο σπίτι της ως υπάλληλος της Πολεοδομίας. Ας σημειωθεί ότι το σύνολο των οικοδομικών εργασιών που έγιναν στο υπό αναφορά σπίτι από τον εργολάβο ανερχόταν στο ποσό των €106.884,82.

 

Τα πιο πάνω συνιστούσαν ευρήματα του Κακουργιοδικείου, εδραζόμενα στην αξιολόγηση της ενώπιόν του μαρτυρίας, αξιολόγηση η οποία δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση στα πλαίσια της υπό κρίση έφεσης. Με αυτά ως δεδομένα, το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στη νομική ανάλυση των ενώπιόν του κατηγοριών και στην εξέταση των συστατικών στοιχείων που τις καλύπτουν. Έκρινε ότι τεκμηριώθηκε ύπαρξη σύμπτωσης της βούλησης του εργολάβου και του Εφεσείοντα, ο οποίος ήταν άγνωστο πρόσωπο στην παραπονούμενη αλλά γνωστό στον εργολάβο. Κατέληξε ότι η μόνη λογική εξήγηση που μπορεί να δοθεί ως προς την επίσκεψη του Εφεσείοντα στο σπίτι της παραπονούμενης και την αναφορά του στο ίδιο θέμα - της κρατικής ενίσχυσης με σκοπό την αναπαλαίωση, για το οποίο συζήτησε σε προηγούμενο χρόνο και ο εργολάβος με την παραπονούμενη – ήταν ότι τα δύο πρόσωπα μίλησαν μεταξύ τους γι΄ αυτό το ζήτημα και ως αποτέλεσμα υπήρξε μεταξύ τους συμφωνία, αναλαμβάνοντας ο κάθε ένας τον δικό του ρόλο στη συμφωνία αυτή.

 

Σε πλήρη ταύτιση με την πρωτόδικη προσέγγιση, είναι κατάληξή μας ότι η καταδίκη του Εφεσείοντα στο σύνολο των κατηγοριών που αντιμετώπιζε ήταν το αναπόδραστο αποτέλεσμα της αποδοχής, μετά από καθόλα ορθή αξιολόγηση, της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου από την Κατηγορούσα Αρχή. Τα συνακόλουθα ευρήματα οδηγούσαν, κατά τρόπο συντριπτικό, στη στοιχειοθέτηση των συστατικών στοιχείων των κατηγοριών που αντιμετώπιζε ο Εφεσείοντας και στη, συνακόλουθη, απόδειξη της ενοχής του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

 

Η τεκμηρίωση ύπαρξης συμφωνίας, συνάγεται από τις ίδιες τις περιστάσεις που περιβάλλουν την υπό κρίση περίπτωση, όπως ορθά τις κατέγραψε το Κακουργιοδικείο. Από τα ιδιαίτερα γεγονότα που καλύπτουν την παρούσα υπόθεση, προβάλλει, κατά τρόπο που δεν επιδέχεται σοβαρής αμφισβήτησης,  ότι ο Εφεσείοντας και ο εργολάβος διέπραξαν το έγκλημα της συνομωσίας, αφού μέσα από αυτά αποκαλύπτεται η συνομολόγηση συμφωνίας μεταξύ τους, προς διάπραξη της έκνομης συμπεριφοράς. Ακολούθως, με δόλιο τρόπο, όπως επιμαρτυρούν τα περιστατικά που έχουμε ήδη παραθέσει, ο Εφεσείων καρπώθηκε παράνομα διάφορα χρηματικά ποσά από την παραπονούμενη. Οι ψευδείς παραστάσεις αναδύονται ξεκάθαρα μέσα από το σύνολο των ενεργειών του Εφεσείοντα, ως αποτέλεσμα των οποίων εξαπάτησε την παραπονούμενη και την ώθησε να ενεργήσει κατά τον τρόπο που ενήργησε. Παρουσιάστηκε ως υπάλληλος της Πολεοδομίας, με άλλο από το πραγματικό του όνομα, ισχυριζόμενος ότι θα αναλάβει προσωπικά την προώθηση της αίτησής της και διαβεβαιώνοντας την παραπονούμενη ως προς την έγκριση για το ποσό των €888.000.

 

Σε ό,τι αφορά την πέμπτη κατηγορία, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως ορθά εντόπισε το Κακουργιοδικείο, είχε αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, δεδομένης της στοιχειοθέτησης των υπολοίπων κατηγοριών. Εντέλει, η επιβολή ποινής φυλάκισης πέντε ετών στην κατηγορία αυτή, ήταν το αποτέλεσμα ορθής στάθμισης όλων των δεδομένων, ζήτημα που κρίθηκε ήδη στα πλαίσια της Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας, Ποινικής ΄Εφεσης 298/2018, ημερ. 27.6.2019, όπου, επί των ιδίων γεγονότων, επικυρώθηκε ως ορθή, ποινή φυλάκισης έξι ετών που επιβλήθηκε στον εργολάβο, μετά από παραδοχή.

 

Υπό το πρίσμα των πιο πάνω, οι ενώπιόν μας λόγοι έφεσης δεν έχουν περιθώρια επιτυχίας και απορρίπτονται.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

                                                              

 

                                                               Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

                                                               Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                                               Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο