FILIP v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 112/2019, 3/12/2020

ECLI:CY:AD:2020:D412

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική ΄Εφεση Αρ. 112/2019)

 

3 Δεκεμβρίου, 2020

 

[ΠΑΝΑΓΗ, Πρόεδρος]

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ/στές]

 

xxx FILIP,

Εφεσείων,

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

________________________

 

Κυριακή Χατζησέργη, για τον Εφεσείοντα.

Αλεξία Σιαπανή, μαζί με Κωνσταντίνο Γερασίμου, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Εφεσείων παρών.

________________________

 

ΠΑΝΑΓΗ, Π.:  Την  ομόφωνη  απόφαση  του  Δικαστηρίου θα

δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.

_________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Η παρούσα έφεση αφορά υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, συγκεκριμένα, ενός κοριτσιού ηλικίας δεκατριών ετών, από πρόσωπο το οποίο τελεί σε «θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής» προς αυτό.  Καταχωρίστηκε από τον εφεσείοντα, το περί ου ο λόγος πρόσωπο, κατηγορούμενο ενώπιον του Μόνιμου Κακουργοδικείου Λευκωσίας στην ποινική υπόθεση αρ. 475/2019.  Με το μοναδικό λόγο της έφεσης, ο εφεσείων προβάλλει τη θέση ότι η ποινή φυλάκισης των επτά ετών που του επιβλήθηκε είναι έκδηλα υπερβολική, για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογία.

 

Η πιο πάνω ποινή επιβλήθηκε στον εφεσείοντα στις δύο από τις τέσσερις κατηγορίες που αυτός αντιμετώπιζε, την πρώτη και την τέταρτη, οι οποίες ήταν οι πιο σοβαρές και βασίζονταν στις πρόνοιες του άρθρου 6(4)(α) και (γ) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου του 2014, (Ν. 91(Ι)/2014), (ο «Νόμος»).  Η έφεση δεν αφορά στις άλλες δύο κατηγορίες, οι οποίες ήταν μικρότερης σημασίας, οπότε, ανάλογα, πιο χαμηλή ήταν και η επιβληθείσα, σε σχέση με αυτές, ποινή.   

 

Η συνήγορος του εφεσείοντος, επιδιώκοντας τη μείωση της ποινής, εισηγήθηκε, κατ’ αρχάς, ότι το Κακουργοδικείο δεν εκτίμησε, δεόντως, την παραδοχή του στις κατηγορίες.  Επεσήμανε, ειδικά, πως αυτό δεν εφάρμοσε ορθά τη νομολογία, στην οποία το ίδιο αναφέρθηκε.  Εισηγήθηκε, επίσης, ότι το Κακουργοδικείο δεν έλαβε υπόψη του τις, συνεπεία της μακράς περιόδου φυλάκισης του εφεσείοντος, δυσμενείς επιπτώσεις στα δύο ανήλικα αγόρια του και, ιδιαίτερα, σε σχέση με την ψυχολογία τους.  Ο ισχυρισμός αυτός ενισχύεται, όπως έχει υποδειχθεί, από το γεγονός ότι ο εφεσείων είναι ο μοναδικός προστάτης της οικογένειάς του, η οποία, ουσιαστικά, αποτελείται, πέραν του ιδίου, από την παραπονουμένη και τα εν λόγω ανήλικα αγόρια του.  Από την πλευρά της, η συνήγορος για την κατηγορούσα αρχή υποστήριξε την ορθότητα της ποινής.  Υπέδειξε δε, συναφώς, τις περιστάσεις υπό τις οποίες ο εφεσείων διέπραξε τα πιο πάνω αδικήματα.    

 

Κατά την παράθεση των γεγονότων, έγινε αναφορά, πρώτα, στο περιστατικό της 21.5.2018, στο οποίο αφορά η τέταρτη κατηγορία.  ΄Οπως λέχθηκε, κατά την ημέρα εκείνην, ο εφεσείων εισήλθε κάποια ώρα στο δωμάτιο της παραπονουμένης, ενώ αυτή βρισκόταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της.  Την πλησίασε και άρχισε να την αγγίζει σε διάφορα μέρη του σώματός της, οπότε αυτή αντέδρασε, φωνάζοντας, για να τον απωθήσει.  Στη συνέχεια, ο εφεσείων ξάπλωσε δίπλα της, της αφαίρεσε τα εσώρουχα και άρχισε να την αγγίζει στα γεννητικά όργανα.  ΄Οπως αναφέρθηκε στα γεγονότα, παρόμοιο περιστατικό είχε συμβεί και κατά τον Απρίλιο του ιδίου έτους.  Σε εκείνο το περιστατικό, όταν η παραπονουμένη αντέδρασε, φωνάζοντας, ο εφεσείων την κτύπησε στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα αυτή να πέσει από το κρεβάτι και να κτυπήσει το κεφάλι της στο πάτωμα.  Τα γεγονότα αυτά αφορούν στην πρώτη κατηγορία.

 

Η φύση των αδικημάτων τα οποία διέπραξε ο εφεσείων, με αναφορά στη σοβαρότητα των συνεπειών τους στα πρόσωπα που τις υπόκεινται, τα παιδιά, προκύπτει από το Νόμο και τις σχετικές Διεθνείς Συμβάσεις και Προκηρύξεις που αφορούν στη διασφάλιση των δικαιωμάτων των παιδιών.  Οι αρχές που καθορίζουν την φύση των εν λόγω αδικημάτων και οι αρχές που εφαρμόζονται προς καθοδήγηση των δικαστηρίων για την επιλογή της αρμόζουσας, σε κάθε περίπτωση, ποινής αναφέρονται στην απόφαση του Εφετείου που μόλις έχει απαγγελθεί στην Ποινική ΄Εφεση Αρ. 51/2020 (Αστυνομία ν. Χ.Π.)· δε χρειάζεται να γίνει επανάληψή τους και εδώ.

 

΄Οσον αφορά την παρούσα υπόθεση, τα συγκεκριμένα αδικήματα εμπίπτουν στην κατηγορία της επαφής, διά του αγγίγματος σε διάφορα μέρη του σώματος.  Οι περιστάσεις δε, υπό τις οποίες αυτά διαπράχθηκαν, όπως τούτες εκτίθενται πιο πάνω, χαρακτηρίζονται από σχετική σοβαρότητα.  Σημειώνεται ότι ο εφεσείων είναι ο πατέρας της παραπονουμένης, η οποία, ουσιαστικά, τελούσε υπό τη φροντίδα και την προστασία του.  Την κακοποίησε σεξουαλικά, με τον τρόπο που έχει προαναφερθεί, ενώ, στη μια περίπτωση, την κτύπησε, στην προσπάθειά του να την σταματήσει από του να αντιστέκεται στις ορέξεις του.  Η συνήγορος για την κατηγορούσα αρχή επεσήμανε, ιδιαίτερα, τις πιο πάνω περιστάσεις, καθώς, επίσης, το γεγονός ότι, κατά το δεδομένο χρόνο, ο εφεσείων ήταν φορέας του AIDS, εισηγούμενη ότι, με τις πράξεις του, έθεσε σε ανάλογο κίνδυνο την υγεία της παραπονουμένης.  Σημειώνεται πως η θέση αυτή δε φαίνεται να έτυχε επιστημονικής υποστήριξης, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως της επαφής που ο εφεσείων είχε με την παραπονουμένη.    

 

Με δεδομένη, εν πάση περιπτώσει, τη σοβαρότητα των πιο πάνω περιστάσεων, είναι, επίσης, γεγονός ότι ο εφεσείων παραδέχθηκε, εξαρχής, τις παράνομες πράξεις  του.  Τούτο αποτελεί σοβαρή ένδειξη της μεταμέλειάς του.  Περαιτέρω, η παραδοχή του είχε ως συνέπεια τη μη διεξαγωγή δίκης, η οποία θα έθετε την παραπονουμένη στη δεινή θέση να βιώσει ξανά τις περιστάσεις διάπραξης των υπό αναφορά αδικημάτων, με ενδεχόμενο τον περαιτέρω ψυχολογικό τραυματισμό της.  Ο παράγοντας αυτός δε φαίνεται να προσμέτρησε στον καθορισμό της ποινής, παρά μόνο φραστικά.  Η πιο πάνω διαπίστωση συνάγεται από το γεγονός ότι το Κακουργοδικείο, προς το σκοπό καθοδήγησής του, αναφέρθηκε μεν στις υποθέσεις Ν.Σ. ν. Δημοκρατίας, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 184/2015, 13.2.2018, Γ.Α. ν. Δημοκρατίας, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 178/2017, 24.10.2018 και Ρ. ν. Δημοκρατίας, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 253/2017, 28.2.2019, χωρίς, ωστόσο, να σημειώσει ότι, σε όλες αυτές, οι εφεσείοντες είχαν κριθεί ένοχοι μετά από τη διεξαγωγή δίκης.

 

Οι συγκεκριμένες υποθέσεις, με παρόμοιας φύσεως περιστατικά, εμπίπτουν στην κατηγορία στην οποία ταξινομείται η παρούσα υπόθεση.  Στη δεύτερη από αυτές, οι κατηγορίες της σεξουαλικής κακοποίησης είχαν στηριχθεί στο άρθρο 6(4)(α) του Νόμου και αφορούσαν σε διάφορα περιστατικά, τα οποία συνέβησαν, κατά τη διάρκεια ενός έτους, σε βάρος κοριτσιού ηλικίας δέκα ετών.  Το Εφετείο, αφού απέρριψε την έφεση κατά της καταδίκης, επικύρωσε την ποινή φυλάκισης των έξι ετών, η οποία είχε επιβληθεί στον εφεσείοντα πρωτοδίκως.  Παρόμοια με την πιο πάνω ήταν και η τρίτη υπόθεση.  Το Εφετείο επικύρωσε την ορθότητα της ποινής φυλάκισης των πέντε ετών, την οποία είχε επιβάλει το Κακουργοδικείο σε κάθε μια από τις τέσσερις κατηγορίες που είχαν βασιστεί στο άρθρο 6(4)(α) του Νόμου.  Στην πρώτη υπόθεση, η οποία αφορούσε σε ένα μόνο περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης, επιβλήθηκε στον εφεσείοντα, από το ίδιο το Εφετείο, ποινή φυλάκισης πέντε ετών, σε κατηγορία δυνάμει του άρθρου 6(3) του Νόμου.  Σε αυτήν, το Εφετείο αναφέρθηκε, ιδιαίτερα, στον παράγοντα παραδοχή, παρατηρώντας, συναφώς, ότι:   «Πολλάκις εκφράσαμε την αξία της παραδοχής, ειδικά σε σεξουαλικά αδικήματα, όπου το θύμα δεν υποβάλλεται στη βάσανο της μαρτυρίας, κάτι που εδώ δεν ισχύει.»  Εμφανώς, δίδεται το μήνυμα ότι η παραδοχή ανταμείβεται ανάλογα.

 

Η υπέρμετρη αυστηρότητα των ποινών που επέβαλε το Κακουργοδικείο, στην προκειμένη περίπτωση, διαπιστώνεται και μέσα από τη σύγκρισή τους με τις ποινές που επιβλήθηκαν στις υποθέσεις Ειρηναίος Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 59/2016, 23.3.2017 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ν.Ν., Ποινική ΄Εφεση Αρ. 69/2017, 5.12.2017, οι οποίες αφορούσαν περιστατικά παρόμοιας φύσεως με αυτά της παρούσας.  Σε τούτες, είχαν επιβληθεί ποινές φυλάκισης δυόμισι και τριών ετών, αντίστοιχα.  Το Εφετείο είχε λάβει σοβαρά υπόψη στις εν λόγω υποθέσεις ότι οι εφεσείοντες είχαν, εξαρχής, παραδεχτεί τις εναντίον τους κατηγορίες.  Συνεπεία τούτου, το θύμα, στην κάθε μια, δεν υποχρεώθηκε να επαναλάβει, κατά τη δίκη, την εμπειρία της κακοποίησης που αυτό είχε υποστεί.

 

Επιπρόσθετα, όσον αφορά την παρούσα υπόθεση, σημειώνεται, επίσης, το γεγονός πως το Κακουργοδικείο ουδόλως αναφέρθηκε στη δυσμενή επίδραση που η μακρά φυλάκιση του εφεσείοντος τυχόν να έχει στα δύο ανήλικα αγόρια του.  Περιορίστηκε στη γενική αναφορά για συνεκτίμηση των προσωπικών και οικογενειακών του περιστάσεων.

 

Τέλος, με την ευκαιρία αυτή, επισημαίνεται πως η ορθή παρακολούθηση της νομολογίας, από το δικαστήριο, στην περίπτωση καθορισμού μιας ποινής, καταδεικνύει την αντικειμενικότητα της επιλογής του.  Συγχρόνως, ενισχύει τη δυνατότητά του να λάβει υπόψη, ως το καθήκον του επιβάλλει, και να αναδείξει και οποιοδήποτε άλλο παράγοντα ή στοιχείο υπάρχει, σχετικά.

 

Υπό το πρίσμα, λοιπόν, των ως άνω διαπιστώσεων, κρίνεται ότι, στην παρούσα υπόθεση, δικαιολογείται η παρέμβαση του Εφετείου, προς μείωση των ποινών φυλάκισης που το Κακουργοδικείο επέβαλε στον εφεσείοντα στις κατηγορίες 1 και 4.  Σε αντικατάστασή τους, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης πέντε ετών, σε κάθε κατηγορία, ποινές οι οποίες να συντρέχουν, όπως η σχετική διαταγή του Κακουργοδικείου.        

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει.  Οι ποινές φυλάκισης στις κατηγορίες 1 και 4 μειώνονται ως ανωτέρω.

 

 

 

                                                     Π. Παναγή, Π.

 

 

                                                     Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.

 

 

                                                     Χ. Μαλαχτός, Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο