Σ. Λ. v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 155/2019, 25/2/2021

ECLI:CY:AD:2021:B57

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 155/2019)

 

25 Φεβρουαρίου, 2021

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ  Δ/στές]

 

Σ. Λ.,

Εφεσείων

       v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης

_________________________

Ηλ. Στεφάνου με Ε. Ευθυμίου και Θ. Λουκά (κα.), για τον Εφεσείοντα.          

Αντ. Αντωνίου για  Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

__________________________

 

[Η κυκλοφορία της απόφασης υπόκειται σε περιορισμό και έτσι το πρωτότυπο που περιλαμβάνει τα ονόματα ή άλλα στοιχεία των αδικημάτων θα παραμείνει στο φάκελο, ενώ θα κυκλοφορήσει κείμενο της απόφασης χωρίς ονομασίες προσώπων, τόπων και άλλων στοιχείων που δύνανται να οδηγήσουν σε αποκάλυψη προσώπων και αυτό βέβαια για προστασία του ανήλικου προσώπου]

                                   ______________________

 

Λ. Παρπαρίνος, Δ.:   Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Ι. Ιωαννίδη, Δ..

____________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:  Στις 20.2.2018 και περί ώρα 19.10 περιπολικό της Αστυνομίας πλησίασε σταθμευμένο όχημα σε χωματόδρομο παρά τον αυτοκινητόδρομο Αμμοχώστου-Λάρνακας.  Κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε από τους Αστυνομικούς, διαπιστώθηκε ότι εντός του οχήματος καθόταν στη θέση του οδηγού ο Εφεσείων, γεννηθείς στις x.x.1947. Στη θέση του συνοδηγού καθόταν η ανήλικη I. C., από τη Μολδαβία, γεννηθείσα στις x.x.2001.  Ο Εφεσείων τότε ανέφερε στους Αστυνομικούς «Ήντα που θέλετε ολάν τωρά, εν συγγένισσα μου η κορού τζιαι ήταν να την πάρω xxx τζιαι έχασα το δρόμο».    Σε έρευνα που διενεργήθηκε εντός του αυτοκινήτου του Εφεσείοντα, εντοπίστηκε ένα σωληνάριο με λιπαντικό, ζελέ, και μια συσκευασία «ERVIΑGRA» με ετικέτα στην τουρκική γλώσσα.   Η εν λόγω συσκευασία ήταν φαρμακευτικό προϊόν για το οποίο δεν είχε εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. 

 

Η  ανήλικη με τη συγκατάθεση της εισήλθε στο αστυνομικό όχημα, όπου και μεταφέρθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό xxx.   Κατά τη διαδρομή ξέσπασε σε λυγμούς  και ανέφερε πως ο πραγματικός λόγος που είχε συναντηθεί με τον Εφεσείοντα εντός του οχήματος του, ήταν για να έλθουν σε σεξουαλική επαφή επί πληρωμή κάτι που, ως ανέφερε, συνέβαινε για αρκετό καιρό.     Ανέφερε ακόμη ότι γνώρισε εντελώς τυχαία τον Εφεσείοντα, όταν τον συνάντησε στο προαύλιο της εκκλησίας του χωριού xxx, στο οποίο διέμενε με τη μητέρα και την αδελφή της.   Αρχικά ο Εφεσείων  έδιδε χρήματα τόσο στην ίδια όσο και στην αδελφή της, οι οποίες είναι ορφανές από πατέρα, αφού αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα.   Ακολούθως ο Εφεσείων άρχισε να μεταφέρει την ανήλικη στο σχολείο της, ενώ τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο του 2016 αυτή τον ακολούθησε, χωρίς τη συγκατάθεση της μητέρας της, στην xxx όπου διέμενε μαζί του για περίοδο περίπου 4 μηνών.   Η σεξουαλική επαφή με τον Εφεσείοντα άρχισε όταν η ανήλικη του ζητούσε χρήματα και αυτός της έλεγε πως για να συνεχίσει να της δίδει χρήματα θα έπρεπε να έχει σεξουαλική επαφή μαζί του.  Αυτή ενέδωσε, και ο Εφεσείων άρχισε να έχει σεξουαλικές επαφές μαζί της έναντι χρηματικής αμοιβής.    Όταν δε σε κάποιες περιπτώσεις αυτή δεν υπέκυπτε στις ορέξεις του, αυτός της έλεγε «ε μείνε τζιαμέ απένταρη και αδέκαρη».       

 

Μετά την πιο πάνω εξέλιξη, ο Εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Κακουργιοδικείου xxx αριθμό σοβαρών κατηγοριών, οι οποίες αφορούσαν κυρίως σε σεξουαλικής φύσεως αδικήματα εις βάρος της ανήλικης.   

 

Κατόπιν παραδοχής του κρίθηκε ένοχος στις ακόλουθες κατηγορίες:

 

«Πέμπτη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Αρπαγή ανηλίκου από νόμιμη κηδεμονία κατά παράβαση των άρθρων 246 και 248 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος, σε άγνωστο ακριβή χρόνο μεταξύ Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2016 παρέσυρε σε διαφυγή την I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001 χωρίς την συναίνεση του νόμιμου κηδεμόνα της, δηλαδή την μετάφερε από την xxx για να διαμείνει μαζί του σε κατοικία στην xxx της Επαρχίας xxx.

 

Έκτη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2 και 6(3) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(1)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος, σε άγνωστο ακριβή χρόνο, μεταξύ Νοεμβρίου 2016 και Μαρτίου 2017, στην xxx, της Επαρχίας xxx, τέλεσε σεξουαλική πράξη με παιδί, δηλαδή ήρθε σε συνουσία με την I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001.

 

Όγδοη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2 και 6(3) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(1)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος, σε άγνωστο ακριβή χρόνο, μεταξύ Μαρτίου 2017 και Φεβρουαρίου 2018, στο xxx τέλεσε σεξουαλική πράξη με παιδί, δηλαδή ήρθε σε συνουσία με την I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001.

 

Δέκατη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2 και 6(3) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(1)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος, περί τις 15/2/2018, σε άλλη περίπτωση από αυτή στην όγδοη και ένατη κατηγορία, στο xxx τέλεσε σεξουαλική πράξη με παιδί, δηλαδή ήρθε σε συνουσία με την I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001.

 

Δωδέκατη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Κατοχή φαρμακευτικού προϊόντος χωρίς άδεια κυκλοφορίας, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 9(1), 99 και 101 του περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (Έλεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Τιμών) Νόμου 70(1)/2001, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και ΚΔΠ 283/04.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος στις 20/2/2018 στο xxx είχε στην κατοχή του φαρμακευτικό προϊόν με την επιγραφή ERVIAGRA χωρίς άδεια κυκλοφορίας από το Συμβούλιο Φαρμάκων.»

 

 

Κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας κρίθηκε ένοχος στις ακόλουθες κατηγορίες:

 

«Έβδομη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2, 7(7) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(1)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος, στον ίδιο τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην έκτη κατηγορία, τέλεσε σεξουαλική πράξη, δηλαδή ήρθε σε συνουσία, μέσω παιδικής πορνείας, με την I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001.

 

Ένατη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

Σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2, 7(7) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(1)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος, στον ίδιο τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην όγδοη κατηγορία, τέλεσε σεξουαλική πράξη, δηλαδή ήρθε σε συνουσία, μέσω παιδικής πορνείας, με την I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001.

 

Εντέκατη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2, 7(7) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(1)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος, στον ίδιο τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην δέκατη κατηγορία, τέλεσε σεξουαλική πράξη, δηλαδή ήρθε σε συνουσία, μέσω παιδικής πορνείας, με την I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001.

 

Δέκατη-τρίτη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας, κατά παράβαση του άρθρου 151 Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος σε άγνωστη ακριβή ημερομηνία περί τον Φλεβάρη του 2016, στην xxx, επιτέθηκε άσεμνα στην I. C. από την Μολδαβία, προσπαθώντας να της ανοίξει τα πόδια της και χαϊδεύοντας την στο σημείο των γεννητικών οργάνων πάνω από το παντελόνι.

 

Δέκατη-τέταρτη Κατηγορία

ΕΚΘΕΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των άρθρων 2 και 6(3) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου 91(1)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ  ΠΟΙΝΙΚΟΥ  ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ

 

Ο κατηγορούμενος στον ίδιο τόπο και χρόνο με την 13η κατηγορία συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με παιδί, δηλαδή προσπάθησε να ανοίξει τα πόδια της I. C. από την Μολδαβία, ημερομηνίας γεννήσεως x/x/2001, και την χάιδεψε  στο σημείο των γεννητικών οργάνων.»

 

 

Το Κακουργιοδικείο, με την εμπεριστατωμένη απόφαση του ημερ. 6.9.2019, επέβαλε στον Εφεσείοντα τις ακόλουθες ποινές:

 

1.    Στην 5η κατηγορία ποινή φυλάκισης 3 ετών.

2.   Στην 6η, 8η και 10η κατηγορία ποινή φυλάκισης 10 ετών σε κάθε κατηγορία.

3.   Στην 7η, 9η και 11η  κατηγορία ποινή φυλάκισης 14 ετών σε κάθε κατηγορία.

4.   Στη 12η  κατηγορία ποινή φυλάκισης 6 μηνών.

5.   Στη 13η  κατηγορία ουδεμία ποινή.

6.   Στη 14η κατηγορία ποινή φυλάκισης 8 ετών.

(να σημειωθεί ότι στη 13η κατηγορία δεν επέβαλε ποινή, αφού ως ανέφερε, τα γεγονότα αυτής εμπεριέχονταν στα γεγονότα της 14ης κατηγορίας στην οποία επέβαλε ποινή).

 

Το Κακουργιοδικείο διέταξε όπως όλες οι πιο πάνω ποινές φυλάκισης συντρέχουν, ενώ αποφάσισε όπως η περίοδος έκτισης των ποινών φυλάκισης, μειωθεί κατά το χρονικό διάστημα που ο Εφεσείων «τελούσε σε προφυλάκιση ή/και υπό κράτηση βάσει του άρθρου 117(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155».

 

Ως ελέχθη, ο Εφεσείων κρίθηκε ένοχος σε σοβαρές κατηγορίες οι οποίες εδράζονταν στον περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμο του 2014, Ν 91(Ι)/2014.   Σύμφωνα με τις πρόνοιες του εν λόγω Νόμου, «παιδί» σημαίνει πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18 ετών, ενώ «ηλικία συναίνεσης» σημαίνει την ηλικία κάτω της οποίας απαγορεύεται η τέλεση σεξουαλικών πράξεων με παιδί, και η οποία ορίζεται ως η ηλικία των 17 ετών.   Κατά τη διάπραξη όλων των αδικημάτων, η παραπονούμενη ήταν ηλικίας κάτω των 17 ετών.    

 

Η γενετήσια ελευθερία είναι έκφανση της προσωπικής ελευθερίας.  Κάθε ενήλικο πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να τελεί γενετήσιες πράξεις με πρόσωπα που συνειδητά επιλέγει.  Οι ανήλικοι βρίσκονται σε  μια κρίσιμη διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικότητας τους.  Έχουν μειωμένη δυνατότητα αντίληψης των δικαιωμάτων τους και των συνεπειών των πράξεων τους.   Κατ΄ επέκταση δεν έχουν την ωριμότητα να επιλέγουν τους ερωτικούς τους συντρόφους ή τα πρόσωπα με τα οποία θα αναπτύξουν σεξουαλικές δραστηριότητες.  Ο πιο πάνω Νόμος έχει στο επίκεντρο  του την προστασία των παιδιών.   Όσοι διαπράττουν αξιόποινες πράξεις εις βάρος των παιδιών, βρίσκονται αντιμέτωποι με αυστηρές ποινές.   Στην περίπτωση τέλεσης σεξουαλικών πράξεων με παιδί οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω παιδικής πορνείας, ως ο Νόμος ορίζει, η ποινή φυλάκισης φθάνει τα 25 έτη.

Ο καταδικασθείς κατηγορούμενος καταχώρισε προσωπικά, στις 12.9.2019, έφεση στην οποία αναφέρει ότι  «λανθασμένα καταδικάστηκε στις κατηγορίες 7, 9, 11, 13, 14 και ότι η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική».   Ενώπιον μας ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα απέσυρε στις 15.2.2021 την έφεση εναντίον της καταδίκης, και έτσι παρέμεινε μόνο η έφεση εναντίον των επιβληθεισών ποινών.    Για τα αδικήματα στα οποία ο Εφεσείων κρίθηκε ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας (7η, 9η και 11η κατηγορία), ο Νόμος, ως ελέχθη, προβλέπει ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα 25 έτη.  Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι η προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή είναι ενδεικτική της έκτασης της σοβαρότητας ενός αδικήματος, και αυτό είναι κάτι που τα Δικαστήρια οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη όταν καλούνται να επιβάλουν ποινή (Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ, 248 και Γεν. Εισαγγελέας ν. Πέτρου (1993) 2 ΑΑΔ, 9).  Βεβαίως, τα Δικαστήρια στα πλαίσια εξατομίκευσης της ποινής, δεν βασίζονται μόνο στην προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή αλλά λαμβάνουν υπόψη τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων, τις προσωπικές περιστάσεις των δραστών και γενικότερα κάθε σχετικό ελαφρυντικό ή επιβαρυντικό παράγοντα (Salaryand v. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ, 541).  Εδώ, δυστυχώς, δεν είναι μόνο η προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή που είναι αυστηρή. Οι περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων που ο Εφεσείων διέπραξε εις βάρος της ανήλικης, είναι  ιδιαίτερα επιβαρυντικές, με αποτέλεσμα τα αδικήματα που αυτός διέπραξε να κατατάσσονται στην κατηγορία των εξαιρετικά σοβαρών.   Εδώ ο Εφεσείων, αφού κατάφερε να δημιουργήσει μια ιδιαίτερη σχέση με την ανήλικη, βοηθώντας την οικονομικά και άλλως πως, έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο του που δεν ήταν άλλο από του να ασελγεί ποικιλοτρόπως επί του σώματος της.    Γύρω στο Φεβρουάριο του 2016, και  πριν ακόμη αυτή συμπληρώσει τα 15 της χρόνια, της επιτέθηκε άσεμνα προσπαθώντας να της ανοίξει τα πόδια, και χαϊδεύοντας την στο σημείο των γεννητικών της οργάνων πάνω από το παντελόνι της.  Μάλιστα της υποσχέθηκε πως θα της έδιδε μεγαλύτερο χρηματικό ποσό, αν δεχόταν να κάνει σεξ μαζί του.    Το σχέδιο του είχε  και συνέχεια αφού παρέσυρε την ανήλικη σε διαφυγή, διαπράττοντας έτσι και το αδίκημα της αρπαγής ανηλίκου από νόμιμη κηδεμονία (5η κατηγορία).    Συγκεκριμένα, την μετέφερε παράνομα από την επαρχία xxx στην xxx για να διαμένει και διέμενε μαζί του για μεγάλο χρονικό διάστημα.   Οι λόγοι της αρπαγής και της διαμονής στον ίδιο χώρο  προφανείς.  Στην xxx ήρθε σε συνουσία μαζί της μέσω παιδικής πορνείας (7η κατηγορία).   Σε συνουσία μαζί της μέσω παιδικής πορνείας, ήρθε και στο χωριό xxx σε μεταγενέστερες ημερομηνίες (9η και 11η κατηγορία).    Εκείνο το οποίο προκύπτει, είναι πως όλες οι ενέργειες και η εν γένει συμπεριφορά του Εφεσείοντα, είχαν ένα και μοναδικό στόχο, να τον αφήνει η ανήλικη, με δέλεαρ τα χρήματα και άλλες παροχές όπως φαγητό, ενδύματα κλπ.,  να ασελγεί κατ΄ εξακολούθηση επάνω της.                       

Όλα τα πιο  πάνω προκύπτουν από την απόφαση του Κακουργιοδικείου, μέρος της οποίας θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτολεξεί:

 

«Τον κατηγορούμενο (η παραπονούμενη) τον γνώρισε όταν έμεναν στην xxx, περίπου κατά το 2012-2013.  Τα γεγονότα, όπως προέκυψε από το σύνολο της μαρτυρίας της, διαχωρίζονται σε τρεις ενότητες, με κεντρικό χρονολογικό σημείο αναφοράς την περίοδο που διέμενε μαζί με τον κατηγορούμενο στην xxx. Η πρώτη περίοδος ήταν πριν την μετάβαση της στην xxx, η δεύτερη είναι η περίοδος της διαμονής της εκεί και τέλος, η τρίτη περίοδος ήταν μετά την επιστροφή της από την xxx στην xxx, όπου διέμενε εκεί με κάποιο φίλο της ονόματι  xxx. Στην xxx πήγε τέλος Νοεμβρίου αρχές Δεκεμβρίου του 2016 και παρέμεινε εκεί για 4 μήνες.

 

Πριν όμως αναφερθούμε στα γεγονότα της xxx, είναι σημαντικό να σκιαγραφηθεί η σχέση που δημιουργήθηκε μεταξύ της παραπονούμενης και του κατηγορούμενου, όπως αυτή αναδύθηκε μέσα από τη μαρτυρία. Αποτέλεσε παραδεκτός ο τρόπος που γνωρίστηκαν έξω από την εκκλησία του χωριού xxx, μαζί με την αδελφή της και με κάποιο άλλο παιδί, ονόματι xxx. Η σχέση αυτή οδήγησε σταδιακά στην ανάπτυξη κάποιων σχέσεων μεταξύ τους, τέτοιων, με τον κατηγορούμενο να δίνει αρχικά τόσο στην ίδια, όσο και στους άλλους, ως βοήθεια, €2-€5. Στη συνέχεια, όταν η παραπονούμενη μετακόμισε στην xxx, η σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ τους εξελίχθηκε και έφθασε σε άλλο επίπεδο. Η παραπονούμενη, όποτε έχαναν το λεωφορείο για το σχολείο, του τηλεφωνούσε για να τις πάρει, μαζί με την αδελφή της, στο σχολείο και ο κατηγορούμενος τους έδινε χρήματα, από €30 ή €40 για να παίρνουν φαί από την καντίνα, είτε τους αγόραζε κάρτες του λεωφορείου ώστε, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, να μην του τηλεφωνούν για να τις παίρνει στο σχολείο. Μάλιστα, ως κατέθεσε η παραπονούμενη, του τηλεφωνούσαν γιατί βαριόντουσαν να πάνε στο σχολείο με το λεωφορείο.

 

... αναπτύχθηκε μια σχέση μεταξύ του και της παραπονούμενης, τέτοια ώστε, τηλεφωνούσαν ο ένας στον άλλο, και κυρίως κατόπιν τηλεφωνημάτων της παραπονούμενης προς τον κατηγορούμενο, μετέφερε τόσο την ίδια, όσο και την αδελφή της στο σχολείο και τους έδινε διάφορα ποσά, είτε για να αγοράσουν κάρτες του λεωφορείου, είτε για να αγοράσουν φαγητό από την καντίνα του σχολείου.

 

Έχει ιδιαίτερη σημασία πως ο κατηγορούμενος αντιλαμβανόταν την σχέση αυτή που ανέπτυξε με την παραπονούμενη, πριν ακόμα μεταβούν στην xxx. Κατ’ αρχή έμαθε από την αδελφή της ότι η παραπονούμενη έφυγε από το σπίτι της και την αναζητούσαν. Στη συνέχεια η παραπονούμενη άρχισε να του τηλεφωνά για να την μεταφέρει σε διάφορους τόπους, γεγονός που τον προβλημάτισε, αφού, όπως κατέθεσε, ενώ αυτός προσπαθούσε να την βοηθήσει, αυτή, όπως το έθεσε με νόημα, έκαμνε διάφορα πράγματα. Μάλιστα, όταν αρνείτο να την μεταφέρει κάπου, αυτή του έλεγε γιατί της κάμνει έτσι και ότι ξέρει ότι δεν έχει κανένα και με διάφορους τρόπους τον έπειθε. Όπως πολύ παραστατικά το έθεσε (ο κατηγορούμενος), από τα 9 χωριά των κοκκινοχωριών την μάζεψε από τα 8 και την πήρε στην xxx, ενώ συνολικά η παραπονούμενη διέμενε σε 18 διαφορετικά υποστατικά και σε 18 άτομα από τα οποία την παρέλαβε και την έπαιρνε. Αυτή ήταν η εικόνα και η εντύπωση που σχημάτισε ο κατηγορούμενος για την παραπονούμενη, ότι διέμενε σε διάφορα υποστατικά, ότι γύριζε και διέμενε σε διάφορα χωριά και έκαμνε διάφορα πράγματα. Η παραπονούμενη, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, διέμενε εδώ και εκεί σε διάφορα χωριά της περιοχής, έκαμνε «διάφορα πράγματα» και είχε ανάγκη από χρήματα. Ενώ αρχικά της έδινε μικροποσά, και καταγράφουμε εδώ ότι σύμφωνα με την παραπονούμενη, τον καιρό που πρωτογνωρίστηκαν με τον κατηγορούμενο, γνώριζε ότι είχαν προβλήματα και ότι δεν είχαν χρήματα και άρχισε να τις βοηθά, στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος, δημιουργώντας μια ασφαλή σχέση μαζί της και μια οικονομική εξάρτηση εκ μέρους του, άρχισε να την μεταφέρει στο σχολείο, της αγόραζε κάρτες του λεωφορείου και του τηλεφώνου, της έδινε χρήματα για φαγητό και επιπλέον της έδινε και €10.

 

Είναι συνεπώς μέσα σε αυτό το πλαίσιο της αντίληψης του κατηγορούμενου για την παραπονούμενη, που εντάσσεται και η μαρτυρία της ίδιας, ότι ο κατηγορούμενος, δυο χρόνια πριν δώσει την κατάθεση της, ήτοι περί τον Φεβρουάριο του 2016, και ενώ την έπαιρνε σε μια φίλη της, μέσα στο αυτοκίνητο, και ενώ είχε κλειστά τα πόδια της, ο κατηγορούμενος προσπάθησε να της τα ανοίξει και την πίεσε και παρά την άρνηση της, τα άνοιξε. Φορούσε, όπως κατέθεσε παντελόνι τζιν και ο κατηγορούμενος την χάιδευε πάνω από το παντελόνι και άρχισε να της ζητά «πουτί» και να της δώσει χρήματα. Η παραπονούμενη τα προσδιόρισε, κατ’ εκείνο το στάδιο, στα €35. Μάλιστα ως ήταν η θέση της, αυτό γινόταν κάθε λίγο, όποτε την έπαιρνε ή την έφερνε από κάπου. Στην άρνηση της ο κατηγορούμενος της είπε «μείνε τζιαμέ απένταρη και αδέκαρη».

 

Ήταν τελικά μέσα σε αυτό το σκηνικό πλαίσιο που δημιούργησε ο κατηγορούμενος που η παραπονούμενη βρέθηκε τελικά να κοιμάται μέσα στο αυτοκίνητο του, μη έχοντας που αλλού να πάει. Δεν έχει σημασία αν του ζήτησε να μείνει το βράδυ στο αυτοκίνητο του, ή αν την βρήκε ο ίδιος το πρωί που κοιμόταν. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως η παραπονούμενη έφθασε στο σημείο να μην έχει που να κοιμηθεί και βρέθηκε μέσα στο αυτοκίνητο του κατηγορούμενου, γιατί ήταν και κρύο. Του ζήτησε να την πάρει μαζί του, γιατί δεν είχε που αλλού να πάει και έτσι βρέθηκε στην xxx.

 

  Από το σύνολο της μαρτυρίας όπως την έχουμε αποδεκτεί ένα και μοναδικό είναι το συμπέρασμα που εξάγεται. Τόσο για την περίοδο που η παραπονούμενη διέμενε με τον κατηγορούμενο στην xxx, που είναι η 7η κατηγορία, δεδομένου ότι οι λεπτομέρειες του αδικήματος αυτού αναφέρονται στον χρόνο μεταξύ Νοεμβρίου 2016 και Μαρτίου του 2017, αλλά όσο και της 9ης και 11ης κατηγορίας, που οι λεπτομέρειες των αδικημάτων αναφέρονται στην περίοδο που η παραπονούμενη ήταν στην xxx, ο κατηγορούμενος υποσχόμενος διάφορα χρηματικά ποσά, είτε €30-35-40, είτε δια διαφόρων άλλων ειδών υποσχέσεις και ανταλλάγματα, όπως φαγητό, ρούχα, παροχή στέγης στην xxx, αγορά τσιγάρων, διακίνηση της παραπονούμενης σε διάφορους τόπους και περιοχές, την χρησιμοποιούσε σε σεξουαλικές πράξεις. Η παραπονούμενη καθ’ όλους τους ουσιώδης χρόνους που αναφέρονται στις λεπτομέρειες των κατηγοριών, 7, 9 και 11 ήταν ηλικίας κάτω των 17 ετών και εκ του νόμου δεν ήταν σε ηλικία συναίνεσης και ως παιδί, απαγορεύεται η τέλεση σεξουαλικών πράξεων μαζί της. Συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος με τα πιο πάνω ανταλλάγματα, υποσχέσεις και προσφορές, την φιλούσε, την έγλυφε, της έβγαζε την φανέλα και την έγλυφε στο στήθος, της έβγαζε το παντελόνι πείραζε το γεννητικό της όργανο και έβαζε την «πουλού του».

 

            Όλες οι πιο πάνω ενέργειες του κατηγορούμενου ανάγλυφα και παραστατικά αναδύουν ένα και μοναδικό γεγονός. Ότι, δια των ενεργειών και των πράξεων του, των υποσχέσεων πληρωμής και προσφορών πληρωμής του ποσού των €30-40, ή και άλλων ανταλλαγμάτων ως έχουμε αναφέρει ανωτέρω, ήταν το μέσο προς την παραπονούμενη την οποία και χρησιμοποιούσε για να συμμετέχει σε σεξουαλικές πράξεις μαζί του, οι οποίες συνιστούν παιδική πορνεία.

  ………………………………………………………………………

 

«Προκύπτει συνεπώς ότι είναι ο κατηγορούμενος, εξ ιδίας πρωτοβουλίας του, που ικανοποιούσε τις διάφορες παρακλήσεις της παραπονούμενης, δίνοντας της συνάμα και διάφορα ποσά προφασιζόμενος διάφορους λόγους και πως, είναι αυτός που βλέποντας όλα όσα γίνονταν με την παραπονούμενη, με βάση πάντοτε την δική του μαρτυρία, αντί να ειδοποιήσει τις αρμόδιες αρχές του Κράτους, επρόκειτο περί ανήλικης, συνέβαλε με τον τρόπο του, όπως τον περιγράψαμε και εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση που βρισκόταν η παραπονούμενη. Επιζητώντας τελικά ανταλλάγματα από αυτήν. Αν πραγματικά ήθελε να την βοηθήσει μια ήταν ο οδός. Να ειδοποιήσει πάραυτα τις αρμόδιες αρχές. Και όχι με διάφορα ποσά να επιδιώξει μια παράλογη και εντελώς αφύσικη σχέση και κατ’ επίφαση φιλία μαζί της, η παραπονούμενη ήταν 14 χρονών και αυτός 70 κατά τον επίδικο χρόνο, και να την παίρνει και να την φέρνει σε διάφορα χωριά και να της αγοράζει φαγητό και γάλατα από τους φούρνους. Όλες οι ενέργειες και οι πράξεις του αλλού σηματοδοτούν και κατευθύνουν την σχέση αυτή και δεν αναδεικνύουν πράξη βοήθειας προς αυτήν, ως επιχείρησε να την παρουσιάσει».

 

     ………………………………………………………………………

 

«Η παραπονούμενη κατέθεσε, χωρίς να αμφισβητηθεί, ότι κατά τη διάρκεια της διαμονής της στην xxx ο κατηγορούμενος προφασιζόμενος διάφορες δικαιολογίες, το πρωί της τηλεφωνούσε και την ρωτούσε αν ήθελε να φάει και να πιει. Του έλεγε τι ήθελε και αυτός τα έφερνε. Νόμιζε, όπως κατέθεσε, ότι σοβαρομιλούσε και ήθελε να της πάρει φαγητό και κάτι για να πιει, αλλά αυτός της ζητούσε να κάμουν κάτι και να της δώσει λεφτά, ή να της αγοράσει και τσιγάρα. Όταν της έφερνε το φαγητό, καθόταν δίπλα της στον καναπέ την φιλούσε, την έγλυφε, της έβγαζε την φανέλα και την έγλυφε στο στήθος, της έβγαζε το παντελόνι πείραζε το γεννητικό της όργανο και έβαζε την «πουλού του». Τελείωνε έξω και δεν χρησιμοποιούσε προφυλακτικό. Όταν τελείωνε, της έδινε και χρήματα και έφευγε για την εργασία του. Όταν επέστρεφε στο σπίτι έκαμνε ότι δεν συνέβαινε τίποτε. Παρόλο που αυτά γίνονταν χωρίς την θέληση της, ανέφερε ότι είχε ανάγκη από τα χρήματα».»

 

 

 

Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία πως τα αδικήματα που ο Εφεσείων διέπραξε εις βάρος της ανήλικης παραπονούμενης, και μάλιστα κατ΄ εξακολούθηση, προκαλούν αποστροφή, κάτι που ορθά δέχθηκε και ο ευπαίδευτος συνήγορος του ενώπιον μας.    Ο Εφεσείων εκμεταλλευόμενος την οικονομική ένδεια και τα άλλα σοβαρά προβλήματα της ορφανής από πατέρα ανήλικης, κατάφερνε με τη δύναμη του χρήματος, να εκτονώνει τις σεξουαλικές του ορμές στο σώμα της, το οποίο χρησιμοποιούσε ως σεξουαλικό αντικείμενο.   Είναι δε από ευτυχείς συγκυρίες που εξιχνιάστηκαν τα αδικήματα που διέπραξε, και ανεκόπη έτσι η παράνομη και ειδεχθής συμπεριφορά του εις βάρος της ανήλικης.  Για το θέμα αυτό παραπέμπουμε στα όσα είχαμε αναφέρει προηγουμένως, όταν περιπολικό της Αστυνομίας πλησίασε στις 20.2.2018, για συνήθη έλεγχο, το όχημα του Εφεσείοντα εντός του οποίου βρισκόταν τόσο αυτός όσο και η ανήλικη παραπονούμενη.    

Δεν θα πούμε πολλά για τα αδικήματα σεξουαλικής φύσης που διαπράττονται εις βάρος των παιδιών.  Το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Λευκαρίτης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 135/14 (σχ. με 138/14), απόφαση ημερ. 22.11.2016,  τα λέγει όλα:

 

«Σεξουαλικής φύσης αδικήματα τιμωρούνται από τα δικαστήρια με αποτρεπτικές ποινές, σε μια προσπάθεια καταστολής τους, τόσο επειδή στρέφονται και προσβάλλουν τα ήθη γενικά, όσο και επειδή προσβάλλουν και συνθλίβουν την προσωπικότητα των θυμάτων (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου (2008) 2 Α.Α.Δ. 562). Ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, η ποινή μπορεί να είναι ιδιαίτερα αυστηρή.  Όταν στρέφονται κατά νεαρών προσώπων, τα οποία δεν έχουν ακόμη ολοκληρωμένη και ορθή αντίληψη για τη σεξουαλική πτυχή της ζωής ούτε σταθερές δυνάμεις αντίστασης, τα αδικήματα αυτά καθίστανται ιδιαίτερα σοβαρά.  Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι, παρόλον που ένα νεαρό θύμα μπορεί, φαινομενικά, να είχε συναινέσει, η συμπεριφορά αυτή μπορεί να του προκαλέσει βλάβη, γι' αυτό ακριβώς ο νομοθέτης προνόησε για το συγκεκριμένο αδίκημα  (R. v. Perry [2010] 2 Cr. App. R (S) 98).  Βέβαια, και σε αυτές τις περιπτώσεις η εξατομίκευση έχει τη θέση της, αλλά δεν μπορεί να οδηγεί στην εξουδετέρωση της ποινής και του αποτρεπτικού χαρακτήρα της.»

 

 

Στην αιτιολογία του λόγου έφεσης που αφορά στις ποινές που έχουν επιβληθεί, αναφέρεται ότι λανθασμένα το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε υπόψη του την αρχική παραδοχή του Εφεσείοντα σε όλες τις κατηγορίες.    Έχουμε μελετήσει πολύ προσεκτικά την αρχική αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εφεσείοντα ενώπιον του Κακουργιοδικείου, για μετριασμό των ποινών, όταν ο Εφεσείων δήλωσε παραδοχή και στις κατηγορίες της σεξουαλικής εκμετάλλευσης.   Πολύ ορθά το Κακουργιοδικείο βρήκε πως τα όσα είχαν εκτεθεί ενώπιον του από την Υπεράσπιση, δεν συνιστούσαν παραδοχή στις εν λόγω  κατηγορίες.   Και πολύ ορθά όρισε, ως όφειλε, την υπόθεση για ακρόαση σε σχέση με αυτές τις κατηγορίες.   Αυτό το παραδέχθηκε στις 21.11.2018 και ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα, ο οποίος δήλωσε ενώπιον του Κακουργιοδικείου πως υπάρχει διάσταση γεγονότων αναφορικά με τις  κατηγορίες που αφορούν σε σεξουαλική εκμετάλλευση της παραπονούμενης, λέγοντας τότε «αναγκαστικά θα πρέπει να γίνει ακρόαση».   Η διάσταση αυτή αφορούσε στο κατά πόσο οι σεξουαλικές πράξεις του Εφεσείοντα με την παραπονούμενη πραγματοποιούνταν μέσω παιδικής πορνείας, στην προκείμενη περίπτωση με προσφορά και καταβολή σ΄  αυτή χρημάτων και άλλων παροχών, κάτι που είναι συστατικό στοιχείο των αδικημάτων που αφορούν σε σεξουαλική εκμετάλλευση (Άρθρο 7(7) του Ν 91(Ι)/2014, επί του οποίου βασίζονταν οι σοβαρότερες κατηγορίες).    Συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο συνήγορο της Εφεσίβλητης πως «Η διαφορά δεν οφειλόταν μόνο σε νομικό σημείο, δηλαδή στην ερμηνεία του όρου ‘πορνεία’, αλλά και στα πραγματικά γεγονότα που περιέβαλλαν την όλη σχέση και το ιστορικό της, ιδιαίτερα σε σχέση με το αντάλλαγμα για τις σεξουαλικές συνευρέσεις».       

Υπό το φως των πιο πάνω, δεν μπορεί ο Εφεσείων να παραπονείται τώρα γιατί έχασε έναν δυνατό μετριαστικό παράγοντα, ως είναι η παραδοχή, η οποία μάλιστα αποκτά ιδιαίτερη σημασία σε σεξουαλικής φύσεως αδικήματα.   Όπως ορθά σημειώνει και το Κακουργιοδικείο «… γεγονός παραμένει ότι η ανήλικη τελικά έδωσε μαρτυρία επί όλου του φάσματος και ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος μετά από ακρόαση στις κατηγορίες αυτές».      Καθίσταται σαφές πως ο Εφεσείων είχε  κάθε δικαίωμα να αρνηθεί τις κατηγορίες της σεξουαλικής εκμετάλλευσης, και η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος του (που είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο), δεν ήταν σε καμιά περίπτωση επιβαρυντικός παράγων.    Πολύ ορθά το Κακουργιοδικείο σημείωσε μόνο πως ο Εφεσείων έχασε το ευεργέτημα της παραδοχής, η οποία κατά κανόνα οδηγεί σε μείωση της ποινής (Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ, 28, Δημήτρης Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 110/14, απόφαση ημερ. 15.6.2015 και Η.Ε. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 137/18 (σχ. με 50/18), απόφαση ημερ. 8.4.2020).   Για να προσθέσει, ότι αυτός δεν θα τιμωρηθεί γιατί δεν παραδέχθηκε τις κατηγορίες, στις οποίες κρίθηκε ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας.   Θα σημειώσουμε ακόμη ότι ο Εφεσείων, ως είχε βεβαίως κάθε δικαίωμα, δεν συνεργάστηκε ούτε με τις ανακριτικές αρχές.  Αν συνεργαζόταν, θα είχε έναν πρόσθετο ελαφρυντικό παράγοντα αφού, ως λέχθηκε στην υπόθεση Mbakoup ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 86/14, απόφαση ημερ. 27.3.2015, «Η έμπρακτη συνεργασία με την Αστυνομία θεωρείται  άλλωστε πάντοτε από τη Νομολογία ως μετριαστικός παράγων και αυτό πρέπει να είναι στη γνώση των κατηγορουμένων προσώπων».   Πάνω στην ίδια βάση κινήθηκε και η υπόθεση Λευκαρίτης (πιο πάνω), στην οποία το Εφετείο σημείωσε πως η ουσιαστική βοήθεια του Εφεσείοντα 2 προς τις ανακριτικές αρχές και η συνεργασία του με αυτές, έπρεπε να είχε και την ανάλογη μείωση στο ύψος της ποινής φυλάκισης. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα στην προσπάθεια του να μας πείσει ότι οι ποινές είναι έκδηλα υπερβολικές παρέπεμψε σε προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις σε σχέση με την επιβολή ποινών για όμοια ή παρόμοια αδικήματα με αυτά που διέπραξε ο Εφεσείων.   Έχει επανειλημμένα λεχθεί ότι οι  προηγούμενες αποφάσεις αναφορικά με τις επιβληθείσες ποινές, είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας για συγκεκριμένα αδικήματα και δεν έχουν το δεσμευτικό χαρακτήρα που ενέχει ο καθορισμός αρχών δικαίου, αφού η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε κατηγορούμενο είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων της κάθε υπόθεσης και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του κάθε παραβάτη (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ, 1, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 ΑΑΔ, 123, Σάμπη ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ, 100 και Fowokan v. Δημοκρατίας (2014) 2(Α) ΑΑΔ, 36).   Όπως εύστοχα ανέφερε ο Ναθαναήλ, Δ., στην υπόθεση Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 242/18, απόφαση ημερ. 31.5.2019

 

«… οι προηγούμενες αποφάσεις επί ποινών δεν παρέχουν πάντοτε ασφαλή καθοδήγηση για τον απλό λόγο ότι σπάνια υπάρχει ταυτοσημία επί όλων των γεγονότων (Σάμπη ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ, 100).   Εκείνο στο οποίο οι προηγούμενες αποφάσεις βοηθούν είναι η παροχή κατευθυντήριων γραμμών ως προς τα όσα ένα Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη υπέρ ή εναντίον ενός κατηγορουμένου, (Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 ΑΑΔ, 123)».  

 

για να καταλήξει ότι τα Δικαστήρια έχουν ευρεία διακριτική ευχέρεια να κρίνουν, χωρίς προδεσμεύσεις, τη συγκεκριμένη υπόθεση που τίθεται ενώπιον τους, επιβάλλοντας εκείνη την ποινή που θεωρούν εύλογη και δίκαιη υπό τις περιστάσεις.

 

Έχουμε προσεγγίσει όλες τις απόφασεις που έχουν τεθεί ενώπιον μας τόσο από την Υπεράσπιση όσο και από την Κατηγορούσα Αρχή, υπό το φως των πιο πάνω.   Στη Λευκαρίτης, πιο πάνω, στην οποία ορθά παρέπεμψε το Κακουργιοδικείο, ο Νόμος τότε προέβλεπε για το αδίκημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού ανώτατη ποινή φυλάκισης 20 ετών.  Με το Ν 91(Ι)/2014 προβλέπεται η αυστηρότερη  ποινή φυλάκισης των 25 ετών.   Στη Λευκαρίτης, πιο  πάνω, υπήρχε παραδοχή εκ μέρους και των δύο Εφεσειόντων, στην οποία, σύμφωνα με την απόφαση του Εφετείου, το Κακουργιοδικείο δεν έδωσε τη δέουσα βαρύτητα.   Περαιτέρω, το Εφετείο βρήκε πως το Κακουργιοδικείο έδωσε μόνο φραστική σημασία στην ουσιαστική βοήθεια που έδωσε ο δεύτερος Εφεσείων προς τις Ανακριτικές Αρχές.   Εδώ ελλείπει και η παραδοχή και η συνεργασία.  Τέλος στη Λευκαρίτης, πιο πάνω, το Εφετείο, εν αντιθέσει με το Κακουργιοδικείο, βρήκε πως δεν υπήρχε γνώση εκ μέρους του Εφεσείοντα 1 για την οικονομική και κοινωνική δυσπραγία των ανήλικων κοριτσιών.   Εδώ, σύμφωνα με τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου, ο Εφεσείων γνώριζε από τον καιρό που συνάντησε την ανήλικη παραπονούμενη, ότι αυτή είχε οικονομικά και άλλα προβλήματα, και άρχισε να της δίδει χρήματα δημιουργώντας σταδιακά μια τέτοια σχέση μαζί της, ώστε αυτή να εξαρτάται οικονομικά από τον ίδιο. Στη βάση αυτή της εξάρτησης διέπραξε τα συγκεκριμένα ειδεχθή αδικήματα.  Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Κακουργιοδικείου, χωρίς εμείς να χρειάζεται να προσθέσουμε ο,τιδήποτε άλλο σε σχέση με αυτό το θέμα:  

 

«Κατά την κρίση μας είναι ο κατηγορούμενος που δημιούργησε, ηθελημένα, μια κατάσταση εξοικείωσης και επιχείρησε να την εκμεταλλευτεί και όχι η παραπονούμενη, που ως ισχυρίστηκε, με τον τρόπο της τον έπειθε. Δεν ήταν η παραπονούμενη που τον έπειθε με τον τρόπο της, αλλά γιατί ήταν ο ίδιος που εσκεμμένα χειραγώγησε την όλη κατάσταση, δημιουργώντας μια στοχευμένη σχέση οικονομικής εξάρτησης και όχι μόνο, της παραπονούμενης μαζί του. Είναι επίσης σημαντικό το γεγονός ότι, ως κατέθεσε η παραπονούμενη χωρίς να αμφισβητηθεί, ότι ο κατηγορούμενος άμα άκουε ότι ήταν με τον φίλο της, της έλεγε, «εγαμήθηκες μητά του» και ότι οι άλλοι – οι φίλοι της – δηλαδή δεν δίνουν τίποτε για την ίδια, δηλαδή δεν πληρώνουν. Και αυτή του απαντούσε ότι δεν ήταν πουτάνα. Αυτή ήταν η εικόνα και αντίληψη που σχημάτισε ο κατηγορούμενος για την παραπονούμενη. Και είναι πάνω σε αυτή την βάση και σαθρή αντίληψη που επιχείρησε και τελικά έκτισε και καθοδήγησε μια άνομη σχέση μαζί της. Μια σχέση τέτοια, που στη συνέχεια τον οδήγησε, ή του έδωσε το δικαίωμα να νομίζει, ότι μπορούσε να αγγίζει την παραπονούμενη στα πόδια και να την χαϊδεύει και να προσπαθεί να της ανοίξει τα πόδια, υποσχόμενος μεγαλύτερο ποσό αν δεχόταν να κάμουν σεξ». 

 

(Η υπογράμμιση γίνεται από το Εφετείο)

 

       

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα ανέφερε ότι κακώς το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε προς όφελος του Εφεσείοντα το γεγονός ότι κατά την έναρξη των σεξουαλικών πράξεων μεταξύ αυτού και της παραπονούμενης, η τελευταία ήταν σε ηλικία «κοντινή από αυτή της συναίνεσης».    Θεωρούμε πως αν το Κακουργιοδικείο έπραττε κάτι τέτοιο, θα διέπραττε σφάλμα.   Παρόμοια θέματα εξετάστηκαν στην Γεν. Εισ. Δημοκρατίας ν. Θεοδώρου (1997) 2 ΑΑΔ, 1.  Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:

 

 

«Ο πρωτόδικος δικαστής, κατά τη γνώμη μας, υποβάθμισε σε ανεπίτρεπτο σημείο τη σοβαρότητα το αδικήματος, που προβλέπεται στο άρθρο 153(1) του Ποινικού Κώδικα. Στην ανάλυση μάλιστα των ελαφρυντικών στοιχείων που έλαβε υπόψη του για μετριασμό της ποινής διέπραξε και ένα σοβαρό λάθος. Είπε στην απόφαση του πως η παραπονούμενη υπολειπόταν λιγότερο από ένα μήνα για να συμπληρώσει τα 13 της χρόνια, αφήνοντας έτσι να νοηθεί πως η σοβαρότητα του κακουργήματος μετριάζεται προοδευτικά και ανάλογα με το πλησίασμα της ηλικίας του κοριτσιού στα 13. Παρατηρούμε εδώ πως το άρθρο 154 του Ποινικού Κώδικα καθιστά πλημμέλημα τη διαφθορά νεαρού κοριτσιού ηλικίας 13, και κάτω των 16 χρόνων.»

 

Ο Εφεσείων παραπονείται ότι εσφαλμένα το Κακουργιοδικείο κατέληξε περί δεδομένης ύπαρξης ψυχολογικών συνεπειών στο θύμα χωρίς να έχει προσκομιστεί μαρτυρία για κάτι τέτοιο.  Το Κακουργιοδικείο προσέγγισε, με αναφορά και στην υπόθεση Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 59/16, απόφαση ημερ. 23.3.2017, ορθά το θέμα.    Στην εν λόγω υπόθεση λέχθηκε ότι το πλήγμα που υφίσταται το θύμα στην προσωπικότητα του δεν είναι αντικειμενικά μετρήσιμο και δεν χρειάζεται μαρτυρία για να το επισημάνει.   Όπως αναφέρεται και στο σύγγραμμα Blackstone΄s, Criminal Practice, Έκδοση 2009, σελ. 3109, στο οποίο παραπέμπει η πιο πάνω απόφαση,  «Harm is also inherent where victims ostensibly consent but where their capacity to give informed consent is affected by their youth or mental disorder».  Πάνω στην ίδια βάση κινήθηκε και η μεταγενέστερη απόφαση στη Μηνά ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 228/18, απόφαση ημερ. 16.3.2020, όπου λέχθηκε ότι «… ως θέμα λογικής και εμπειρίας δεν απαιτείται η μαρτυρία επαγγελματία ψυχολόγου προς τεκμηρίωση της θέσης  ότι όντως τα σεξουαλικά αδικήματα προκαλούν ψυχικά τραύματα στο θύμα».  Να σημειώσουμε εδώ πως η ανήλικη, η οποία ήταν αναγκασμένη λόγω οικονομικών και άλλων προβλημάτων, να υποκύπτει στις σεξουαλικές ορέξεις του Εφεσείοντα,   σε κάποιες περιπτώσεις ενοχλημένη από τον τρόπο που αυτός της συμπεριφερόταν και την χρησιμοποιούσε, του έλεγε πως «δεν ήταν πουτάνα».

 

Ορθά το Κακουργιοδικείο θεώρησε ως επιβαρυντικό παράγοντα και τη μεγάλη διαφορά στην ηλικία μεταξύ Εφεσείοντα και ανήλικης (the age gap).  Να σημειώσουμε απλώς πως όταν ο Εφεσείων επιτέθηκε άσεμνα στην ανήλικη, αυτή δεν είχε ακόμη συμπληρώσει τα 15 έτη, ενώ αυτός ήταν 69 ετών περίπου.          

Ορθά επίσης σημείωσε πως η εγκληματική δραστηριότητα του Εφεσείοντα εις βάρος της ανήλικης, κάλυπτε μια μεγάλη χρονική περίοδο κατά την οποία αυτός «προσχεδιασμένα και συστηματικά» διέπραττε εις βάρος της σοβαρά εγκλήματα σεξουαλικής φύσεως.

Το Κακουργιοδικείο ορθά σημειώνει πως τα αδικήματα που ο Εφεσείων διέπραξε «βρίσκονται σε εξαιρετικά ανησυχητική έξαρση με όλες τις ευρύτερες αρνητικές διαστάσεις  και επιπτώσεις που επιφέρει στα θύματα και γενικότερα στη συνοχή των διαπροσωπικών αλλά και των οικογενειακών σχέσεων και δεσμών.  ……  Εκφράζουμε την έντονη ανησυχία μας για τις διαστάσεις που παίρνουν τέτοιας μορφής αδικήματα και συνάμα τον αποτροπιασμό και την αποστροφή μας».    Αναφέρουμε από τώρα το αυτονόητο, πως εκεί  όπου συγκεκριμένα αδικήματα βρίσκονται σε έξαρση, τότε δικαιολογείται η επιβολή ακόμη πιο αυστηρών ποινών προς αποτροπή (Abunazha ν. Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ, 551 και Hamisi Selmani κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 235/13 και 236/13, απόφαση ημερ. 5.10.2016).   Τα Δικαστήρια έχουν ευθύνη, με τις ποινές που επιβάλλουν για τέτοια αδικήματα, στο πλαίσιο πάντα και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε υπόθεσης, να συμβάλλουν στην προστασία των παιδιών από τέτοιες απαράδεκτες και ειδεχθείς  συμπεριφορές.  Η επιβολή επιεικών ποινών για τέτοια αδικήματα και με τέτοιες περιστάσεις διάπραξης, θα έστελλε, όπως ορθά σημειώνει και το Κακουργιοδικείο, λανθασμένα μηνύματα τόσο προς την κοινωνία αλλά και σε κάθε επίδοξο παραβάτη.  Η φύση των αδικημάτων που ο Εφεσείων διέπραξε, μαζί με τα  ιδιαίτερα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, συνηγορούσαν υπέρ της επιβολής αποτρεπτικών ποινών, αφού προέχει η προστασία του έννομου αγαθού της ανηλικότητας από τέτοιες συμπεριφορές, οι οποίες προσβάλλουν την αγνότητα της παιδικής ηλικίας.

 

Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι ο προσδιορισμός της ποινής και η επιμέτρηση του ύψους της, είναι πρωταρχική ευθύνη  του Πρωτόδικου Δικαστηρίου (Αστυν. Λεμεσού ν. Toorac Fashion (1993) 2 ΑΑΔ, 117).  Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο εκεί που διαπιστώνει ότι η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική ή ανεπαρκής ή όταν το Πρωτόδικο Δικαστήριο, επιβάλλοντας τις ποινές, στηρίχθηκε σε λανθασμένη νομική αρχή.   Το κριτήριο κατά πόσο μια επιβληθείσα ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής ή έκδηλα υπερβολική είναι αντικειμενικό.   Ούτε το ζητούμενο είναι ποια ενδεχομένως θα εθεωρείτο ως αρμόζουσα ποινή από ένα άλλο Δικαστήριο ή ακόμη και από το ίδιο το Εφετείο (Αναστασιάδης, πιο πάνω).  Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην Mihalta κ.α. ν. Δημοκρατίας (2014) 2(Β) ΑΑΔ, 764, η έφεση κατά της ποινής δεν διανοίγει πεδίο για επανακαθορισμό της από το Εφετείο.      Το Κακουργιοδικείο με αναφορά στη Νομολογία καθοδηγήθηκε ορθά ως προς τις αρχές, και επιμέτρησε την ποινή αφού έλαβε υπόψη του κάθε σχετικό παράγοντα.   Δεν παρέβλεψε ούτε την ηλικία του Εφεσείοντα και προς τούτο παρέπεμψε στα όσα λέχθηκαν στην υπόθεση Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 176/18, απόφαση ημερ. 11.1.2019.  Τονίστηκε εκεί, με αναφορά στην Chokami v. Δημοκρατίας (1998) 2 ΑΑΔ, 189, πως σε σοβαρά αδικήματα τα οποία παρουσιάζουν έξαρση, η ηλικία του δράστη δεν έχει ουσιαστική βαρύτητα.  Αντιθέτως, σε σεξουαλικής φύσεως αδικήματα,  η τεράστια διαφορά ηλικίας συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα και προσδίδει στην εγκληματική δράση, ακόμη μεγαλύτερη κοινωνική απαξία.   

 

΄Ελαβε υπόψη του και τα προβλήματα υγείας του Εφεσείοντα, ως αυτά είχαν εκτεθεί από την Υπεράσπιση, για να σημειώσει, ορθά, ότι δεν έχει φανεί ότι αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Κράτους μας.  Δεν αγνόησε ούτε το λευκό του ποινικό μητρώο ούτε τις υπόλοιπες οικογενειακές-προσωπικές του περιστάσεις, τις οποίες επίσης συνυπολόγισε, για να σημειώσει όμως πως σε τέτοια σοβαρά και ειδεχθή εγκλήματα, τα οποία δυστυχώς βρίσκονται σε έξαρση, οι προσωπικές περιστάσεις δεν μπορούν να έχουν καταλυτική επίδραση στην επιβολή της ποινής.  Πολύ ορθά έδωσε την έμφαση στο στοιχείο της αποτρεπτικότητας των ποινών, η οποία θα πρέπει να αντανακλάται στο ύψος τους.

 

Εν κατακλείδι, βρίσκουμε ότι το Κακουργιοδικείο ζύγιασε με ακριβοδίκαιο τρόπο κάθε μετριαστικό και επιβαρυντικό παράγοντα, και επέβαλε στον Εφεσείοντα τις συγκεκριμένες ποινές φυλάκισης.        Οι επιβληθείσες από το Κακουργιοδικείο ποινές, δεν είναι έκδηλα υπερβολικές που να δικαιολογούν την επέμβαση του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου.            

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

                                                Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

                                                Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                                Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο