ΑΠΟΛΛΟ ΒΙΝΣΙ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 178/2021, 27/9/2022

ECLI:CY:AD:2022:B367

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 178/2021)

 

 

27 Σεπτεμβρίου, 2022

 

 

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

 

ΑΠΟΛΛΟ ΒΙΝΣΙ,

 

Εφεσείων,

v.

 

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

________________________________________________________________

 

Κ. Σοφοκλέους (κα) με Ι. Ιωάννου (κα), για τον Εφεσείοντα.

Α. Χατζηκύρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

Εφεσείων παρών.

________________________________________________________________

 

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.

 

A Π Ο Φ Α Σ Η

[Ex-tempore]

 

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: O Εφεσείων ως αποτέλεσμα δικής του παραδοχής καταδικάστηκε σε δύο Κατηγορίες. Η πρώτη αφορά το αδίκημα της καλλιέργειας 47 φυτών κάνναβης κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3 και 7(1)(α)(2) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων Νόμου, Ν. 29/1977 και η δεύτερη το αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, δηλ. 47 φυτών κάνναβης, χωρίς άδεια του Υπουργού Υγείας κατά παράβαση των Άρθρων 2, 3 και 6(1) του πιο πάνω Νόμου. Του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης δύο ετών στην Κατηγορία της καλλιέργειας φυτών κάνναβης και 18 μηνών στην Κατηγορία της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β.

 

Κατά τη συζήτηση της Έφεσης αυτή έχει περιοριστεί σε λόγους που αφορούν στην ποινή και υποβάλλεται ότι είναι υπερβολική υπό τις περιστάσεις, υπό την έννοια ότι θα μπορούσε να διαταχθεί η αναστολή της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του Εφεσείοντα δεν αμφισβήτησε το είδος και το ύψος της ποινής. Τόνισε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να λάβει υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης από τις οποίες, όπως επεσήμανε, προέκυπτε ότι ο μοναδικός σκοπός της καλλιέργειας των φυτών κάνναβης ήταν η παραγωγή βιομηχανικής κάνναβης στο πλαίσιο ανάπτυξης της επιστημονικής κοινότητας. Στη βάση δε αυτών των δεδομένων ήταν η θέση της ότι, στη υπό κρίση περίπτωση, η εκτέλεση της ποινής θα έπρεπε να ανασταλεί. Από την άλλη, ο ευπαίδευτος εκπρόσωπος της Εφεσίβλητης, διαφωνώντας με την πιο πάνω θέση, εξέφρασε την έγνοια και ανησυχία της Κατηγορούσας Αρχής για το ενδεχόμενο να προβάλλεται ως δικαιολογία ότι η παραγωγή της κάνναβης έχει ως στόχο τη χρήση της για βιομηχανικούς σκοπούς γενικότερα και, με αυτό τον τρόπο, η εφαρμογή ενός Νόμου με αδιαμφισβήτητη σοβαρότητα και κοινωνική σημασία να χάνει την αποτελεσματικότητα του.

 

Είναι γνωστές οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο μπορεί να επέμβει σε επιβληθείσα πρωτοδίκως ποινή. Ειδικά σε σχέση με τον έλεγχο του τρόπου άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με την αναστολή ποινής φυλάκισης, σε συνάρτηση με την κείμενη νομοθεσία, εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη, στην κάθε περίπτωση, τις περιστάσεις της υπόθεσης και του αδικοπραγούντα, με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Στο πλαίσιο αυτό το πρωτόδικο Δικαστήριο οφείλει να συνυπολογίσει όλους τους παράγοντες, έχοντας υπόψη την εγκληματική συμπεριφορά του αδικοπραγούντος από τη μια και τις προσωπικές του περιστάσεις από την άλλη.

 

Η ευχέρεια που παρέχει ο Νόμος για αναστολή εκτέλεσης της ποινής είναι ευρεία, με το εκδικάζον Δικαστήριο να έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής, περιλαμβανομένης της επιλογής για αναστολή της εκτέλεσής της. Κατά την εξέταση του ζητήματος σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας. Είναι στη βάση των πιο πάνω αρχών που εξετάζεται ο τρόπος που άσκησε την πιο πάνω εξουσία του το πρωτόδικο Δικαστήριο για να διατάξει αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Το Εφετείο δεν επεμβαίνει εκτός αν διαπιστωθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει υποπέσει σε λανθασμένη κρίση στη βάση της λογικής και των καθιερωμένων αρχών της νομολογίας (Σ.Π. ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 468, ECLI:CY:AD:2014:B426, Αστυνομία ν. Βρυώνης, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 92/2017 και 93/2017, ημερ. 19/7/2019 και Αστυνομία ν. Μιχαήλ, Ποινική Έφεση Αρ. 78/2019, ημερ. 15/10/2020).

 

Ο περί της Υφ΄ Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ορισμένας Περιπτώσεις Νόμος του 1972,                         Ν. 95/1972, θεσπίστηκε έτσι ώστε να προσφέρεται η δυνατότητα διεύρυνσης του περιθωρίου επιείκειας προς ένα πρόσωπο με απόφαση για αναστολή της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης. Ο εν λόγω Νόμος τροποποιήθηκε αρχικά με το Ν. 41(Ι)/1997, ο οποίος περιόρισε σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή της εκτέλεσης ποινής φυλάκισης καθιστώντας τις προϋποθέσεις ανελαστικές. Συναρτάτο δηλαδή με την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, είτε στο πρόσωπο ενός κατηγορουμένου, είτε στις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος. Ακολούθησε στη συνέχεια η τροποποίηση του με το Ν. 186(Ι)/2003 μέσω του οποίου η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για αναστολή της ποινής φυλάκισης έχει διευρυνθεί, έτσι ώστε αυτή αποφασίζεται, εάν δικαιολογείται, στη βάση του συνόλου των περιστάσεων της υπόθεσης και των προσωπικών περιστατικών του κατηγορουμένου (Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 583).

 

Όπως έχει τονισθεί την υπόθεση Άγγελος Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930:

 

«Εναπόκειται στο δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και οποιεσδήποτε προσωπικές περιστάσεις που αφορούν στον συγκεκριμένο κατηγορούμενο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την οικογένεια του με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Αυτό βέβαια συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση των συνθηκών διάπραξης του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σε όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες – είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς – οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρούμε ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας.»

 

 

Εδώ ήταν εύρημα του Δικαστηρίου ότι οι παράνομες, αδιαμφισβήτητα, ενέργειες του Εφεσείοντα δεν συνδέονταν με παράνομο σκοπό και δη με πρόθεση εμπορίας όπως είναι οι συνήθεις περιπτώσεις που αντιμετωπίζουν και οφείλουν να αντιμετωπίζουν με κάθε αυστηρότητα τα Δικαστήρια. Όπως συναφώς τέθηκε, η κατοχή και καλλιέργεια των 47 φυτών κάνναβης ήταν για σκοπούς έρευνας και όχι με σκοπό την προμήθεια σε τρίτα πρόσωπα.

 

Υπό αυτά τα δεδομένα θα μπορούσε, εν προκειμένω, να υπάρξει διαφορετική προσέγγιση και θεωρούμε ότι η πρόσδοση άμεσης εκτελεστότητας στην ποινή κατέστησε την ποινική μεταχείριση του Εφεσείοντα έκδηλα υπερβολική. Λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη και τον χρόνο που παρέμεινε στις Φυλακές μέχρι σήμερα, κρίνουμε ότι είναι πρέπουσα η περίπτωση της αναστολής της ποινής φυλάκισης.

 

Ως εκ τούτου κρίνουμε ορθό όπως το υπόλοιπο της ποινής του ανασταλεί για περίοδο 3 ετών από σήμερα και προβαίνουμε στην ανάλογη διαταγή, οπότε θα πρέπει ο Εφεσείων να αφεθεί αμέσως ελεύθερος.

 

(Εξηγείται στον Εφεσείοντα η έννοια της αναστολής ποινής φυλάκισης)

 

 

 

                                           Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                           Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

                                            Στ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο