ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 70/2022)
7 Φεβρουαρίου, 2023
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/στές]
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΥΡΡΗ,
Εφεσίβλητου.
_______________________________________________________________________
Μ. Πασιαρδή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Εφεσείοντα.
Η. Στεφάνου, για τον Εφεσίβλητο.
________________________________________________________________________
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
______________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: O Εφεσίβλητος, κατόπιν παραδοχής του, κρίθηκε από το Κακουργιοδικείο Λευκωσία ένοχος σε έντεκα Κατηγορίες που αφορούν σεξουαλικά αδικήματα. Πιο συγκεκριμένα, εννέα κατηγορίες για παράβαση του Άρθρου 6(4)(α) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμου, Ν. 91(1)/2014[1] και δύο κατηγορίες για παράβαση του Άρθρου 6(3) του ίδιου Νόμου[2], μία εκ των οποίων αφορά και το εδάφιο (7) του εν λόγω Άρθρου[3].
Οι εγκληματικές ενέργειες του Εφεσίβλητου είχαν ως θύματα τρία διαφορετικά ανήλικα πρόσωπα.
Οι επτά Κατηγορίες αφορούν τον Σ.Σ., ηλικίας 17, περίπου, ετών κατά τον επίδικο χρόνο, για το ότι, σε άγνωστη ημερομηνία του Απριλίου 2021, ο Εφεσίβλητος, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής σ’ αυτόν, συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με αυτόν. Σε δύο περιπτώσεις τον άγγιξε στα γεννητικά όργανα (Κατηγορίες 1 και 2), σε τρεις περιπτώσεις προέβηκε σε πεολειχία του (Κατηγορίες 3, 5 και 6), ενώ σε μία εξ αυτών (αυτήν της 3ης Κατηγορίας) ο ανήλικος προέβηκε σε πεολειχία του Εφεσίβλητου (Κατηγορία 4) και, τέλος, σε μία περίπτωση έβαλε το πέος του στον πρωκτό του ανήλικου- (Κατηγορία 7).
Οι δύο Κατηγορίες αφορούν τον Δ.Ε, ηλικίας 12½ και 13½, περίπου, ετών κατά τους επίδικους χρόνους για το ότι, σε άγνωστη ημερομηνία του Δεκεμβρίου του 2017 (Κατηγορία 8) και του Δεκεμβρίου του 2018 (Κατηγορία 9), συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη μ’ αυτόν, ήτοι τον άγγιξε στα γεννητικά όργανα.
Άλλες δύο Κατηγορίες (Κατηγορίες 18 και 19) αφορούν τον Κ.Κ ηλικίας 14, περίπου, ετών κατά τον επίδικο χρόνο, για το ότι, σε άγνωστη ημερομηνία μεταξύ Ιουνίου 2020 και Φεβρουαρίου 2021, ο Εφεσίβλητος, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής σ’ αυτόν συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με αυτόν, ήτοι τον άγγιξε στα γεννητικά όργανα.
Σύμφωνα με τα γεγονότα όπως είχαν τεθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου, ο Εφεσίβλητος, κατά τους επίδικους χρόνους, εργάζετο στο Τμήμα Γεωργίας του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και ήταν ιδιοκτήτης της φάρμας/σχολής με την ονομασία ‘NOTORIOUS EQUESTRIAN & SPORTS CENTRE’, η οποία ευρίσκετο στο Γέρι της επαρχίας Λευκωσίας. Κατά τις απογευματινές ώρες, ο Εφεσίβλητος έκανε μαθήματα ιππασίας και προπονήσεις σε ανήλικα παιδιά και σε ενήλικες.
Ο Σ.Σ. προπονείτο στην ιππασία από τον Εφεσίβλητο από τον καιρό που φοιτούσε στο Δημοτικό και σταμάτησε μετά από ένα ατύχημα που του επεσυνέβη. Άρχισε, εκ νέου, μαθήματα στη σχολή του Εφεσίβλητου τον Απρίλη του 2021. Λόγω της εμπιστοσύνης που είχαν οι γονείς του Σ.Σ. προς τον Εφεσίβλητο, αφού τον γνώριζαν χρόνια ως προπονητή του παιδιού τους, κάποιες φορές επέτρεπαν όπως ο Εφεσίβλητος, μετά την προπόνηση, τον επιστρέφει στο σπίτι τους με το αυτοκίνητο του.
Τον Απρίλιο του 2021, καθώς ο Εφεσίβλητος έπαιρνε τον Σ.Σ. σπίτι του με το αυτοκίνητο του στη διαδρομή σταμάτησε και του ζήτησε να τον ακουμπήσει για να δει εάν έχει κοιλιακούς. Τότε ο Εφεσίβλητος άγγιξε τον Σ.Σ. στα γεννητικά του όργανα μέσα από το εσώρουχο. Στην ίδια πράξη προέβη ο Εφεσίβλητος και λίγες μέρες αργότερα και πάλι ενώ έπαιρνε τον Σ.Σ. με το αυτοκίνητο του στο σπίτι του. Αφού σταμάτησε το αυτοκίνητο, άγγιξε τον Σ.Σ. στα γεννητικά του όργανα μέσα από το εσώρουχο και τον ρώτησε εάν ήθελε να τον αγγίξει και εκείνος και ο Σ.Σ. απάντησε καταφατικά.
Τον Απρίλιο του 2021, κάποιες ημέρες μετά από τα πιο πάνω περιστατικά, ενώ ο Σ.Σ. βρισκόταν μαζί με τον Εφεσίβλητο στο αυτοκίνητο του τελευταίου, αυτός σταμάτησε σε κάποιο σημείο του δρόμου και προέβη σε πεολειχία του Σ.Σ. Κατά το ίδιο περιστατικό, προέβη και ο Σ.Σ. σε πεολειχία του Εφεσίβλητου.
Κατά τον ίδιο μήνα, ενώ ο Σ.Σ. βρισκόταν στη φάρμα του Εφεσίβλητου και συγκεκριμένα σε δωμάτιο που υπήρχε στο χώρο, ο Εφεσίβλητος προέβη σε πεολειχία του. Αυτό συνέβηκε δύο φορές, κατά τον ίδιο μήνα, στο χώρο της φάρμας, σε άλλες περιπτώσεις από αυτές που Σ.Σ. και Εφεσίβλητος βρίσκονταν στο αυτοκίνητο του τελευταίου. Περαιτέρω, σε άλλη περίπτωση και πάλι κατά τον Απρίλιο του 2021, ενώ ο Εφεσίβλητος έπαιρνε τον Σ.Σ. στο σπίτι του μετά την προπόνηση, σταμάτησε το όχημα του σε ένα χωράφι. Κατέβηκαν και οι δύο από το αυτοκίνητο και αφού αφαίρεσαν τα παντελόνια τους, ο Εφεσίβλητος έβαλε προφυλακτικό στο πέος του και έβαλε το πέος του στον πρωκτό του ανήλικου. Η πράξη διήρκησε για λίγο χρόνο και ο Εφεσίβλητος σταμάτησε αφού το θύμα του είπε πως πονούσε.
Kατόπιν διενέργειας ψυχολογικής αξιολόγησης προέκυψε ότι ο Σ.Σ. παρουσίαζε ενεργή συμπτωματολογία μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής ήπιας βαρύτητας. Αισθανόταν θυμό, λύπη, απογοήτευση και ντροπή. Ήταν ευσυγκίνητος, έδειχνε κουρασμένος, η όρεξη του για φαγητό μειώθηκε, είχε δυσκολία στην επέλευση του ύπνου, με όνειρα σχετικά με τα επίδικα περιστατικά, όπως επίσης και έντονες μνήμες. Εξέφρασε δε ευχές θανάτου χωρίς πλάνο αφού αυτό θα του προσέφερε ανακούφιση από τα έντονα συναισθήματα και τις σκέψεις που παρουσίασε.
Ο Δ.Ε. έτυχε κάποιες φορές να πάει μαζί με μια φίλη του στη φάρμα του Εφεσίβλητου, για να παρακολουθήσει τη φίλη του κατά την προπόνηση της. Σε μία περίπτωση, κατά τον Δεκέμβριο του 2017, ενώ βρισκόταν στη φάρμα, ο Εφεσίβλητος, αφού κάθισε δίπλα του, του μιλούσε και προσπάθησε να βάλει τη φανέλα του Δ.Ε. μέσα στο παντελόνι του, λέγοντας του ότι θα κρυώσει. Ο Δ.Ε. ένοιωσε άβολα και του είπε να σταματήσει, αλλά ο Εφεσίβλητος συνέχισε και αφού έβαλε το χέρι του μέσα στο παντελόνι του Δ.Ε., τον άγγιξε στα γεννητικά όργανα. Σε άλλη περίπτωση, το Δεκέμβριο του 2018, ενώ ο Δ.Ε. ήταν και πάλι στη φάρμα μαζί με τη φίλη του, ο Εφεσίβλητος τον πλησίασε και του ζήτησε να του δείξει τις φωτογραφίες που είχε φυλαγμένες στο κινητό του. Κάθισε δίπλα από τον Δ.Ε. και αφού του πήρε το κινητό από τα χέρια για να δει τις φωτογραφίες του, έβαλε το χέρι του μέσα στο παντελόνι του και τον άγγιξε στα γεννητικά όργανα.
Σύμφωνα με ψυχολογική αξιολόγηση που διενεργήθηκε, προέκυψε ότι ο Δ.Ε. εξέλαβε τα αγγίγματα του Εφεσίβλητου ως παραβίαση των προσωπικών του ορίων, ενώ τη στιγμή που αυτά λάμβαναν χώρα του προκάλεσαν δυσφορία και ένοιωθε άβολα.
Όσον αφορά τον Κ.Κ. επειδή του άρεσαν τα άλογα, είχε ξεκινήσει μαθήματα ιππασίας στη φάρμα του Εφεσίβλητου. Ο Εφεσίβλητος τον προπονούσε μεταξύ Ιουνίου 2020 και Φεβρουαρίου 2021. Συχνά ο Εφεσίβλητος ρωτούσε τον Κ.Κ. προσωπικές ερωτήσεις, όπως εάν έβλεπε βίντεο σεξουαλικού περιεχομένου και του έλεγε ότι ήθελε να γίνει ο «κολλητός» του. Κατά τη διάρκεια της πιο πάνω περιόδου, σε μία περίπτωση ο Εφεσίβλητος άγγιξε τον ανήλικο στα γεννητικά του όργανα και όταν ο ανήλικος αντέδρασε, ο Εφεσίβλητος του είπε ότι δεν είχε καταλάβει ότι τον άγγιξε στο συγκεκριμένο σημείο. Σε άλλη περίπτωση, κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, ο Εφεσίβλητος άγγιξε ξανά τον Κ.Κ. στα γεννητικά όργανα και, όταν ο Κ.Κ. αντέδρασε, ο Εφεσίβλητος του είπε «περίμενε θέλω να δω αν θα καυλώσεις».
Στο πλαίσιο ψυχολογικής αξιολόγησης που του διενεργήθηκε προέκυψε, όπως και στην περίπτωση του Δ.Ε., ότι ο Κ.Κ. εξέλαβε τα αγγίγματα του Εφεσίβλητου ως παραβίαση των προσωπικών του ορίων. Του είχαν δε προκαλέσει έκπληξη, αμηχανία, άγχος, θυμό και φόβο τη στιγμή που αυτά συνέβαιναν. Φάνηκε, επίσης, να δημιουργείται στον Κ.Κ. αίσθημα ενοχής, αφού σκεπτόταν πως θα έπρεπε να είχε αποκαλύψει νωρίτερα τα περιστατικά ώστε να μην συνέβαιναν τα ίδια σε άλλα παιδιά καθώς, επίσης, αισθήματα λύπης και θυμού. Τα επίδικα περιστατικά τον επηρέασαν συναισθηματικά και παρουσίασε μερική συμπτωματολογία διαταραχής μετατραυματικού στρες.
Το Κακουργιοδικείο επέβαλε σε κάθε μια από τις Κατηγορίες 1, 2, 8, 9, 18 και 19 - που αφορούσαν αγγίγματα στα γεννητικά όργανα των ανήλικων θυμάτων - ποινή φυλάκισης 5 ετών, ενώ σε κάθε μια από τις Κατηγορίες 3, 4, 5, 6 - που αφορούσαν πράξεις πεολειχίας - αλλά και στην Κατηγορία 7 - που αφορούσε περίπτωση εισδοχής του πέους του Εφεσίβλητου στον πρωκτό του ανήλικου - ποινή φυλάκισης 10 ετών. Αποφάσισε, περαιτέρω, όπως οι ποινές συντρέχουν.
Με την υπό εκδίκαση έφεση ο Γενικός Εισαγγελέας, μέσω τριών Λόγων Έφεσης, προσβάλλει τις επιβληθείσες ποινές ως έκδηλα ανεπαρκείς. Μέσω του Λόγου Έφεσης 1 προβάλλεται ότι οι ποινές στις Κατηγορίες 3, 4, 5 και 6 είναι έκδηλα ανεπαρκείς καθότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στη σοβαρότητα των αδικημάτων που ο Εφεσίβλητος αντιμετώπιζε, ενώ έδωσε δυσανάλογη βαρύτητα στις προσωπικές του περιστάσεις. Με το Λόγο Έφεσης 2 ο Εφεσίβλητος προσβάλλει ως έκδηλα ανεπαρκή την ποινή που το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στην Κατηγορία 7 στη βάση του ότι, πέραν των λόγων που εκτίθενται στο Λόγο Έφεσης 1, το Δικαστήριο δεν έλαβε δεόντως υπόψη ότι η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση σε σχέση με την εν λόγω Κατηγορία και ότι το ανήλικο θύμα κατέθεσε ενόρκως και αντεξετάστηκε. Μέσω του επιπρόσθετου Λόγου Έφεσης που καταχωρήθηκε ο Εφεσίβλητος προωθεί τη θέση ότι οι ποινές που έχουν επιβληθεί είναι έκδηλα ανεπαρκείς, λόγω της απόφασης του Δικαστηρίου όπως οι επιβληθείσες ποινές συντρέχουν.
Το Κακουργιοδικείο κατά την επιμέτρηση της ποινής έλαβε υπόψη του την ιδιαίτερη σοβαρότητα των αδικημάτων, στα οποία κρίθηκε ένοχος ο Εφεσίβλητος, όπως προκύπτει από την ίδια την φύση τους ως εγκλήματα τα οποία στρέφονται κατά των ηθών αλλά προσβάλλουν, παράλληλα, και καταρρακώνουν την προσωπικότητα του θύματος και η οποία, ως τέτοια, ως ορθώς επεσήμανε, επιτάσσει την ανάγκη επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών. Όπως τονίσαμε και στην υπόθεση Κ.Α.Μ. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 127/2021, ημερ. 4/11/2022, ECLI:CY:AD:2022:B419, όντως η επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών αποτελεί καθήκον των Δικαστηρίων, ιδιαίτερα όταν θύματα είναι παιδιά ή ανήλικα πρόσωπα, την ανωριμότητα, την ευαισθησία ή και την αδυναμία των οποίων εκμεταλλεύονται οι δράστες για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους ορέξεις.
Στρεφόμενο δε στα γεγονότα της υπόθεσης, το Κακουργιοδικείο τόνισε ότι το τι προβάλλει με βάση τα διαδραματισθέντα στην παρούσα υπόθεση είναι η επαναλαμβανόμενη δράση του Εφεσίβλητου, ηλικίας 53 ετών, επί τριών ανήλικων παιδιών, για δύο εκ των οποίων, αυτός ήταν ο εκπαιδευτής/προπονητής τους σε μια αγαπημένη τους δραστηριότητα, ενώ για το τρίτο παιδί είχε αυτή την ιδιότητα προς τη φίλη του την οποία το εν λόγω παιδί είχε επισκεφθεί κατά την προπόνηση της. Όπως το Κακουργιοδικείο εμφαντικά υπογράμμισε, ο Εφεσίβλητος φάνηκε ανάξιος της εμπιστοσύνης όχι μόνο των παιδιών αυτών αλλά και των γονέων του Σ.Σ., οι οποίοι τον εμπιστεύτηκαν με τη μεταφορά του παιδιού τους. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε: «Αντί της εκπαίδευσης και προστασίας από τον κατηγορούμενο, τα θύματα υπέφεραν από ενέργειες του, προς ικανοποίηση των σαρκικών του ορέξεων, με επίπτωση στον ψυχικό τους κόσμο.. Απαξία και αποτροπιασμό είναι το τι προκαλούν οι ενέργειες του κατηγορούμενου.»
Παρά τη διαπιστωθείσα ανάγκη για επιβολή αυστηρής και αποτρεπτικής ποινής, στο πλαίσιο εξατομίκευσης της ποινής, το Κακουργιοδικείο έστρεψε στη συνέχεια την προσοχή του σε όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του. Στο πλαίσιο αυτό έλαβε υπόψη του τις οικογενειακές και προσωπικές περιστάσεις του Εφεσίβλητου. Όπως διαπιστώνεται, κατέγραψε με λεπτομέρεια όλες τις σχετικές με το πρόσωπο του Εφεσίβλητου πληροφορίες που μπορούσαν να έχουν σημασία για την επιμέτρηση της ποινής, όπως αυτές προέκυπταν από την Έκθεση του Γραφείου Κοινωνικής Ευημερίας και όπως ανεδείχθησαν μέσω της αγόρευσης του συνηγόρου του, συμπεριλαμβανομένης και της αναμενόμενης επίπτωσης για τον Εφεσίβλητο στην παρούσα υπόθεση, με την απώλεια της εργασίας του και, αναπόφευκτα, την συνεπακόλουθη αποστέρηση της οικογένειας του από τυχόν οικονομική στήριξη.
Επιπλέον, ορθά το Κακουργιοδικείο επεσήμανε ότι η άμεση παραδοχή του Εφεσίβλητου, τουλάχιστον καθόσον αφορά τα αδικήματα που αφορούσαν δύο από τα τρία ανήλικα θύματα, δικαιολογούσε έκπτωση στην ποινή, αφού με αυτό τον τρόπο δεν υποχρεώθηκαν τα εν λόγω θύματα να βιώσουν ξανά τα τραυματικά γεγονότα.
Δεν παρέλειψε, επίσης, το Κακουργιοδικείο να λάβει υπόψη του το στοιχείο της κατάχρησης θέσης εμπιστοσύνης, επιρροής ή εξουσίας το οποίο, με βάση και την πρόνοια του Άρθρου 19(γ) του Ν. 91(Ι)/2014[4], εμπίπτει στις επιβαρυντικές περιστάσεις.
Είναι η πάγια θέση της νομολογίας ότι ο καθορισμός της ποινής, τόσο του είδους όσο και της έκτασης της, αποτελεί ευθύνη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η δε έφεση δεν αποσκοπεί στον επανακαθορισμό της ποινής, αλλά στον έλεγχο της ορθότητάς της. Επέμβαση του Εφετείου χωρεί μόνο όπου η ποινή που επιβλήθηκε, αντικειμενικά κρινόμενη, είναι είτε έκδηλα ανεπαρκής, είτε έκδηλα υπερβολική. Επιπλέον, στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται σφάλμα αρχής (Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525, Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδου (1993) 2 Α.Α.Δ. 355, Γενικός Εισαγγελέας ν. Λάμπρου (2009) 2 Α.Α.Δ. 686, Μιχαήλ ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 130/2013, ημερ. 16/5/2014, ECLI:CY:AD:2014:B327 και Φραγκίσκου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 222/2014, ημερ. 25/11/2015, ECLI:CY:AD:2015:B779). Η επιτυχία ισχυρισμού περί έκδηλα ανεπαρκούς ή υπερβολικής ποινής, προϋποθέτει τεκμηρίωση πασιφανούς αναντιστοιχίας μεταξύ σοβαρότητας του εγκλήματος και επιβληθείσας ποινής ή/και ουσιώδη απόκλιση της ποινής από το πλαίσιο που οριοθετεί η νομολογία σε παρόμοιες περιπτώσεις (Γεωργίου ν. Αστυνομίας (ανωτέρω)).
Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε κατ' επανάληψη την ευκαιρία να καταγράψει τη σοβαρότητα των αδικημάτων αυτής της μορφής. Όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Λευκαρίτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 135/2014 (σχ. με 138/2014), ημερ. 22/11/2016:
«Σεξουαλικής φύσης αδικήματα τιμωρούνται από τα δικαστήρια με αποτρεπτικές ποινές, σε μια προσπάθεια καταστολής τους, τόσο επειδή στρέφονται και προσβάλλουν τα ήθη γενικά, όσο και επειδή προσβάλλουν και συνθλίβουν την προσωπικότητα των θυμάτων (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου (2008) 2 Α.Α.Δ. 562). Ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, η ποινή μπορεί να είναι ιδιαίτερα αυστηρή. Όταν στρέφονται κατά νεαρών προσώπων, τα οποία δεν έχουν ακόμη ολοκληρωμένη και ορθή αντίληψη για τη σεξουαλική πτυχή της ζωής ούτε σταθερές δυνάμεις αντίστασης, τα αδικήματα αυτά καθίστανται ιδιαίτερα σοβαρά. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι, παρόλον που ένα νεαρό θύμα μπορεί, φαινομενικά, να είχε συναινέσει, η συμπεριφορά αυτή μπορεί να του προκαλέσει βλάβη, γι' αυτό ακριβώς ο νομοθέτης προνόησε για το συγκεκριμένο αδίκημα (R. v. Perry [2010] 2 Cr. App. R (S) 98). Βέβαια, και σε αυτές τις περιπτώσεις η εξατομίκευση έχει τη θέση της, αλλά δεν μπορεί να οδηγεί στην εξουδετέρωση της ποινής και του αποτρεπτικού χαρακτήρα της.»
Πιο πρόσφατα στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Σ. Σ., Ποινική Έφεση Αρ. 202/2021, ημερ. 17/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:D116, επαναλήφθηκαν τα ακόλουθα:
«Η σοβαρότητα του αδικήματος διαφαίνεται τόσο από την προβλεπόμενη από το Νόμο ποινή, όσο και από την μεγάλη κοινωνική απαξία που χαρακτηρίζει αυτής της φύσεως τα αδικήματα, ιδιαίτερα όταν τα θύματα είναι ανήλικα άτομα. Τέτοια αδικήματα έχουν δυστυχώς καταστεί δεσπόζοντα, με αποτέλεσμα να καθίσταται έτι περαιτέρω αναγκαία η επιβολή αυστηρών ποινών για σκοπούς αποτροπής. Όπως επαναλήφθηκε πρόσφατα στην ΣΛ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. ΄Εφ. Αρ. 155/19, 25.2.2021, ECLI:CY:AD:2021:B57, οι ανήλικοι βρίσκονται σε μια κρίσιμη διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικότητας τους και ο περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμος 91(Ι)/2014, όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, ακριβώς σκοπό έχει την προστασία τους. Στην υπόθεση Ειρηναίος Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 69/16, 23.3.2017, τονίστηκε ότι τα δικαστήρια είναι επιβεβλημένο να προστατεύουν το αγαθό που ο νομοθέτης ευλόγως θέλησε να προστατεύσει, δηλαδή τα παιδιά, παραπέμποντας στην προνοούμενη υπό του Νόμου ποινή.»
Το Κακουργιοδικείο ορθώς σημείωσε ότι τα επίδικα αδικήματα παρουσιάζουν αυξανόμενη συχνότητα στη διάπραξή τους. Αναμφίβολα στις περιπτώσεις όπου συγκεκριμένα αδικήματα παρουσιάζουν έξαρση δικαιολογείται η επιβολή ακόμη πιο αυστηρών ποινών για σκοπούς αποτροπής (Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551 και Selmani κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 235/2013 και 236/2013, ημερ. 5/10/2016).
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τον παράγοντα που αφορά στις προσωπικές περιστάσεις του αδικοπραγούντα, επαναλαμβάνουμε, για να τονίσουμε, τα όσα σχετικά ειπώθηκαν στην υπόθεση Γ.Α. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 178/2017, ημερ. 24/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B457:
«… η μεγάλη κοινωνική απαξία που τα αδικήματα αυτής της φύσης ενέχουν, η ανάγκη αποτροπής που πηγάζει από την απαράδεκτη συχνότητα με την οποία παρουσιάζονται και η μεγάλη σημασία που έχει το αγαθό που ο Νόμος θέλει να προστατεύσει, δηλαδή το παιδί, είναι παράγοντες που καθιστούν τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις δευτερεύουσας σημασίας.»
Επιβαλλόταν, συνεπώς, η ποινή, χωρίς να αγνοεί τις περιστάσεις του Εφεσίβλητου, να αντανακλά ακριβώς στην ανάγκη προστασίας των ανηλίκων από επίδοξους παραβάτες (Ειρηναίος Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 59/2016, ημερ. 23/3/2017).
Όπως τονίστηκε, συναφώς, στην υπόθεση Σ.Λ. ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 155/2019, ημερ. 25/2/2021, ECLI:CY:AD:2021:B57, τα Δικαστήρια έχουν ευθύνη, με τις ποινές που επιβάλλουν για τέτοια αδικήματα, στο πλαίσιο πάντα και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε υπόθεσης, να συμβάλλουν στην προστασία των παιδιών από τέτοιες απαράδεκτες και ειδεχθείς συμπεριφορές. Η επιβολή επιεικών ποινών για τέτοια αδικήματα και με τέτοιες περιστάσεις διάπραξης, θα έστελνε, λανθασμένα μηνύματα τόσο προς την κοινωνία αλλά και σε κάθε επίδοξο παραβάτη.
Τα γεγονότα που καλύπτουν την ενώπιον μας περίπτωση και οι επιβαρυντικοί παράγοντες, όπως ανεδείχθησαν και από το ίδιο το Κακουργιοδικείο, μεταξύ των οποίων η επαναλαμβανόμενη έκνομη συμπεριφορά του Εφεσίβλητου επί τριών ανήλικων θυμάτων, τα αποτελέσματα που αυτή επέφερε στον ψυχικό τους κόσμο, η κατάχρηση, από μέρους του, της θέσης εμπιστοσύνης και επιρροής που είχε λόγω της ιδιότητας του εκπαιδευτή/προπονητή, καθόσον αφορά τα δύο από τα τρία θύματα, καθιστούσαν την υπό κρίση περίπτωση άκρως ειδεχθή.
Ό,τι προσβάλλεται μέσω και των τριών Λόγων Έφεσης είναι η ανεπάρκεια της ποινής που επιβλήθηκε.
Η ουσία του πράγματος σε υποθέσεις όπως η κρινόμενη, είναι ότι η επιβαλλόμενη ποινή θα πρέπει σφαιρικά να είναι δίκαιη και ανάλογη. Αυτή είναι και η οδηγούσα αρχή του Sentencing Guidelines Council: Definitive Guideline του 2012 (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Θωμά, Ποινική Έφεση Αρ. 132/2017 (σχ. με 136/2017, ημερ. 26/6/2019)). Αντικρίζοντας, δε, την εγκληματική συμπεριφορά του Εφεσίβλητου ως σύνολο, το καίριο και καθοριστικό ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα Έφεση είναι κατά πόσο οι επιβληθείσες συντρέχουσες ποινές καθιστούν, όπως ήταν η εισήγηση της ευπαιδεύτου συνηγόρου για το Γενικό Εισαγγελέα, την ποινική του μεταχείριση έκδηλα ανεπαρκή.
Ό,τι, εν προκειμένω, έχει σημασία είναι ότι, ενώ έγινε από το Κακουργιοδικείο φραστική αναφορά στην επαναλαμβανόμενη εγκληματική δράση του Εφεσίβλητου και στον αριθμό των ανήλικων θυμάτων, η επιβολή συντρεχουσών ποινών φυλάκισης δεν επαρκούσε για να στιγματίσει την ολική εγκληματική συμπεριφορά του, ούτε εναρμονίζετο με τη σοβαρότητα των επιμέρους Κατηγοριών. Εν ολίγοις, η κατ' επανάληψη στηλίτευση από το Κακουργιοδικείο των πράξεων του Εφεσίβλητου, δεδομένης της σοβαρότητας, όπως ορθώς το ίδιο διαπίστωσε, των αδικημάτων που αυτός διέπραξε, των περιστάσεων τους και της έκτασης τους καθώς και της γενικότερης αποτίμησης της παράνομης συμπεριφοράς του Εφεσίβλητου, σαφώς και δεν αντανακλάται στην Απόφαση του, όχι τόσο λόγω του ύψους των ποινών αφ’ εαυτού, αλλά ένεκα της επιβολής συντρεχουσών ποινών.
Όπως υπεδείχθη στην υπόθεση Κατσιαρή ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 163/2019, ημερ. 20/12/2019:
«Όταν αδικήματα του ίδιου ή παρόμοιου χαρακτήρα στρέφονται εναντίον διαφορετικών προσώπων και μάλιστα κατά τρόπο επανειλημμένο, η επιβολή συντρεχουσών ποινών είναι δυνατό να μην αντανακλά τη συνολική εγκληματικότητα της συμπεριφοράς (Ευσταθίου ν. Δημοκρατίας (2014) 2 ΑΑΔ 541, ECLI:CY:AD:2014:B496, R. v. Jamienson & Jamienson [2008] EWCA Crim 2761, Sentencing Council, Offences Taken into Consideration and Totality, Definitive Guideline, 2012, Ορφανίδη ν. xxx Χατζηχριστοδούλου Λτδ κ.α., Ποιν. Εφ. Αρ. 19/18, ημερ. 25.1.2019).
Κατά γενική δε αρχή, το σύνολο των διαδοχικών ποινών θα πρέπει να βρίσκεται σε αναλογία προς τη σοβαρότητα των επιμέρους κατηγοριών (Δημητρίου, Παπαγεωργίου (ανωτέρω)).»
Εν κατακλείδι, η ποινική μεταχείριση του Εφεσίβλητου μέσω της επιβολής συντρεχουσών ποινών αναμφίβολα οδήγησε, εν προκειμένω, στην έκδηλη ανεπάρκεια της ποινής και, ως εκ τούτου, δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου.
Η ποινή φυλάκισης των 5 ετών που επιβλήθηκε σε κάθε μια από τις Κατηγορίες 1, 2, 8, 9, 18 και 19 να εκτιθεί διαδοχικά με την ποινή φυλάκισης των 10 ετών που επιβλήθηκε σε κάθε μια από τις Κατηγορίες 3, 4, 5, 6 και 7 έτσι ώστε το συνολικό ύψος της ποινής φυλάκισης που θα εκτίσει ο Εφεσίβλητος να ανέλθει στα 15 έτη.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Στ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
[1] (4) Όποιος συμμετέχει σε σεξουαλική πράξη με παιδί όταν –
(α) γίνεται κατάχρηση θέσης εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής επάνω στο παιδί, είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου,
[2] (3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 12, όποιος συμμετέχει σε σεξουαλική πράξη με παιδί το οποίο δεν έχει φτάσει στην ηλικία συναίνεσης είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα είκοσι (20) έτη.
[3] (7) Όποιος διαπράττει οποιοδήποτε από τα αδικήματα του παρόντος άρθρου και το θύμα είναι παιδί το οποίο, κατά την διάπραξη του αδικήματος, ήταν ηλικίας κάτω των δεκατριών (13) ετών υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου.
[4] 19. Κατά την εκδίκαση των αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 6 μέχρι 9 και 15 και στην επιμέτρηση της ποινής, λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο, ως επιβαρυντικές οι ακόλουθες περιστάσεις:
………………………………………………………………………………………………………………………
(γ) το αδίκημα διεπράχθη από μέλος της οικογένειας του θύματος, από πρόσωπο που συγκατοικεί με το θύμα ή από πρόσωπο που έχει κάνει κατάχρηση θέσεως εμπιστοσύνης, επιρροής ή εξουσίας·
…………………………………………………………………………………………………………………………………………..
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο