ΜΑΡΙΟΣ ΑΣΠΡΗΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 39/2022, 4/4/2023

ECLI:CY:AD:2023:B129

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Ποινική Έφεση Αρ. 39/2022

 

4 Απριλίου, 2023

 

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΜΑΡΙΟΣ ΑΣΠΡΗΣ

Εφεσείων

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

---------

 

Δ. Τσολακίδης, για Εφεσείοντα

Α. Παναγή (κα), Δημόσιος Κατήγορος,  εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσίβλητη

 

                                                                 -----------------

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Στ. Χατζηγιάννη

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.:  Στις 23.5.2020 και περί ώρα 03.43, ενώ οι Αστ. 928 και 893, περιπολούσαν στην οδό Προδρόμου στη Λευκωσία, τους προσπέρασαν πέντε μοτοσυκλέτες μεγάλου κυβισμού, χωρίς αριθμούς εγγραφής και οι οδηγοί τους δεν έφεραν κράνος ασφάλειας. Αφού τους προσπέρασαν με κατεύθυνση προς Λεωφ. Γρίβα Διβενή, εισήλθαν στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας της οδού Προδρόμου, ανασήκωσαν επιδεικτικά τον μπροστινό τροχό της μοτοσυκλέτας τους και προσπερνώντας άλλα οχήματα, εισήλθαν με αναμμένο κόκκινο φωτεινό σηματοδότη στα φώτα τροχαίας της συμβολής της Λεωφ. Γρίβα Διγενή και οδού Προδρόμου και οδηγήθηκαν προς Λεωφ. Θεμιστοκλή Δέρβη.  Οι πιο πάνω αστυφύλακες τους ακολούθησαν από απόσταση, χωρίς να χάσουν οπτική επαφή με αυτούς, χρησιμοποιώντας τους φάρους και σειρήνες του υπηρεσιακού τους οχήματος.  Στην συμβολή των Λεωφ. Γρίβα Διγενή και Θεμιστοκλή Δέρβη, οι πέντε μοτοσυκλετιστές έκαναν παράνομη επαναστροφή,  κινήθηκαν με κατεύθυνση προς τη συμβολή των Λεωφ. Προδρόμου και Γρίβα Διγενή και  στη συνέχεια κινήθηκαν προς άγνωστη κατεύθυνση. 

 

          Από τους πέντε μοτοσυκλετιστές, ο Αστυφ. 928 αναγνώρισε τον Εφεσείοντα, ο οποίος οδηγούσε μοτοσυκλέτα πορτοκαλί χρώματος, πιθανής κατασκευής ΚΤΜ και ακόμα ένα πρόσωπο.

 

          Στη βάση των πιο πάνω, ο Εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, 8 κατηγορίες που αφορούσαν τα αδικήματα της  α)  οδήγησης μηχανοκινήτου οχήματος χωρίς ισχύουσα άδεια οδήγησης, β)   χρήσης μηχανοκινήτου οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου και χωρίς διακριτικά σημεία ταυτότητας, γ)   παράλειψης οδηγού μοτοσυκλέτας να φέρει στέρεα προσδεδεμένο προστατευτικό κράνος, δ)  παράλειψης συμμόρφωσης από τον οδηγό ή πρόσωπο που έχει τον έλεγχο ή ευθύνη του οχήματος, σε σήμα Αστυνομικού με στολή,  στην ένδειξη κόκκινου φανού σε φωτεινούς σηματοδότες για οχήματα, ως και σε σήμα τροχαίας (παράνομη επαναστροφή) και τέλος ε) της αλόγιστης ή επικίνδυνης οδήγησης. 

 

          Ο Εφεσείων αρνήθηκε ενοχή και ακολούθησε ακροαματική διαδικασία.  Ο Αστ. 928 (ΜΚ1) αναγνώρισε και εντός της αίθουσας του Δικαστηρίου τον Εφεσείοντα, ως ένα από τα πρόσωπα που αναγνώρισε στις 23.5.2020 να οδηγά μία από τις πέντε (5) μοτοσυκλέτες, τον οποίο γνώριζε προσωπικά μέσω κοινών γνωστών από το παρελθόν και τον είχε συναντήσει λίγους  μήνες πριν το επίδικο συμβάν.  Σύμφωνα με τον ΜΚ1, το επίδικο βράδυ αναγνώρισε τον Εφεσείοντα στα φώτα τροχαίας στη συμβολή της Λεωφ. Γρίβα Διγενή και Θεμιστοκλή Δέρβη και κατά το χρόνο που αυτός προέβηκε σε επαναστροφή, βρέθηκε ακριβώς δίπλα του, σε απόσταση 3-4 μέτρων, με πάρα πολύ καλό φωτισμό.

 

          Μετά την ολοκλήρωση της μαρτυρίας του ΜΚ1, εκ συμφώνου κατατέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου και για την αλήθεια του περιεχομένου τους, αριθμός τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και η ανακριτική κατάθεση του Εφεσείοντα ημερ. 27.5.2020 (Τεκμήριο 2), σύμφωνα με την οποία, ο Εφεσείων είχε δηλώσει ότι το επίδικο βράδυ και κατά την εξέλιξη του επίδικου συμβάντος, βρισκόταν μόνος του στο σπίτι και κατά τον τελευταίο χρόνο, δεν οδηγούσε μοτοσυκλέτα. 

 

          Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά την αξιολόγηση της ενώπιον του προσκομισθείσας μαρτυρίας και αποδεχόμενο ως πλήρως αξιόπιστη τη μαρτυρία του ΜΚ1, κατέληξε ότι η Κατηγορούσα Αρχή είχε αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την ενοχή του

Εφεσείοντα στις πιο πάνω κατηγορίες, εξαιρουμένων των κατηγοριών που αφορούσαν το αδίκημα της παράλειψης συμμόρφωσης σε σήμα τροχαίας (παράνομη επαναστροφή), ως και το αδίκημα της αλόγιστης ή επικίνδυνης οδήγησης, στις οποίες αθωώθηκε και απαλλάγηκε.  Επέβαλε δε στον Εφεσείοντα ποινή προστίμου σε έκαστη των υπόλοιπων κατηγοριών και αποστέρησε επίσης αυτόν, του δικαιώματος του να λαμβάνει ή να αποκτά άδεια οδήγησης για περίοδο 14 και 30 ημερών από την επαύριο της επιβολής της ποινής. 

 

          Με την Έφεση, ο Εφεσείων προσβάλλει την καταδίκη του, με πέντε (5) λόγους Έφεσης.  Με τον 1ο λόγο Έφεσης, εισηγείται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε και/ή δεν έλαβε υπόψη του το γεγονός ότι στην βάση των παραδεκτών γεγονότων, τα οποία είχαν κατατεθεί εκ συμφώνου για την αλήθεια του περιεχομένους τους, ο Εφεσείων δεν θα μπορούσε να είναι ο δράστης των αδικημάτων.

 

          Με τον 2ο  και 3ο λόγο Έφεσης, προσβάλλει ως εσφαλμένη την εκτίμηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία του ΜΚ1, στο βαθμό που αυτή σχετίζεται  με την αναγνώριση του από αυτόν.  Με τον 4ο λόγο Έφεσης προσβάλλει ως εσφαλμένη την καταδίκη του στην κατηγορία της οδήγησης μηχανοκινήτου οχήματος χωρίς ισχύουσα άδεια οδηγού, στη βάση του Τεκμηρίου 5 που είχε επίσης εκ συμφώνου κατατεθεί για την αλήθεια του περιεχομένου του.  Τέλος, με τον 5ο λόγο Έφεσης προσβάλλει ως εσφαλμένη την καταδίκη του στην κατηγορία της παράλειψης συμμόρφωσης σε σήμα αστυνομικού με στολή, στην απουσία μαρτυρίας ότι ο ΜΚ1 κατά το επίδικο βράδυ, έφερε αστυνομική περιβολή.

 

          Θέτοντας την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας και όσων οι συνήγοροι αμφοτέρων των διαδίκων προέβαλαν και κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης, θεωρούμε ότι προέχει η  εξέταση του 1ου λόγου Έφεσης, η τύχη του οποίου ενδέχεται να  έχει καταλυτική σημασία για την παρούσα Έφεση.

 

          Είναι η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εφεσείοντα  ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε και/ή δεν απέδωσε την δέουσα βαρύτητα στα παραδεκτά γεγονότα που είχαν εκ συμφώνου κατατεθεί ως προς την αλήθεια του περιεχομένου τους και συγκεκριμένα στην ανακριτική κατάθεση του Εφεσείοντα (Τεκμήριο 2), σύμφωνα με την οποία αυτός κατά την διάρκεια εξέλιξης του υπό αναφορά  συμβάντος βρισκόταν στο σπίτι του, δεν είχε πάει πουθενά το επίδικο βράδυ και κατά τον τελευταίο χρόνο δεν οδηγούσε καθόλου μοτοσυκλέτα.

 

          Κρίνεται χρήσιμο, να παραθέσουμε αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, αλλά και από τα πρακτικά του Δικαστηρίου ημερ. 6.10.2021, ώστε να δοθεί η πλήρης εικόνα αντιμετώπισης του συγκεκριμένου ζητήματος, από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Πρακτικά ημερ. 6.10.2021:

 

«Κα Α. Παναγή:  Σε σχέση με την κατάθεση του Κατηγορούμενου, σε σχέση με τη βεβαίωση πληροφόρησης και παραλαβής εγγράφων δικαιωμάτων και σε σχέση με συμπλήρωση ημερολογίου ενεργείας.

 

Δικαστήριο:  Τούτα που καταχωρείτε, καταχωρούνται εκ συμφώνου για την αλήθεια του περιεχομένου τους ως παραδεκτά;

 

Κος. Δ. Τσολακίδης:  Μάλιστα.

 

Δικαστήριο:  Γραπτή κατάθεση του Κατηγορούμενου, η οποία φέρει αριθμό κυανούν 14, ένα φύλλο χαρτιού δύο σελίδες, κατατίθεται ως Τεκμήριο 2 και εκ συμφώνου δηλώνεται και εγκρίνεται ως παραδεκτό γεγονός, ότι κατατίθεται για την αλήθεια του περιεχομένου του ως προς το ότι είναι η κατάθεση που έδωσε, έτσι:

 

Κος Δ. Τσολακίδης:  Μάλιστα.»

 

 

 

Σελ. 5 πρωτόδικης απόφασης:

 

«Μετά την ολοκλήρωση της μαρτυρίας του Μ.Κ 1, οι συνήγοροι κατέθεσαν εκ συμφώνου για την αλήθεια του περιεχομένου τους τα Τεκμήρια 2, 3, 4, 5 και 6. Το Τεκμήριο 2, είναι ανακριτική κατάθεση που λήφθηκε από τον κατηγορούμενο στις 27/05/2020, σύμφωνα με την οποία ο Κατηγορούμενος είχε δηλώσει ότι καθ' όλη τη διάρκεια εξέλιξης των πιο πάνω γεγονότων βρισκόταν μόνος του στο σπίτι, δεν είχε πάει πουθενά το συγκεκριμένο βράδυ και ότι κατά τον τελευταίο χρόνο (πριν από την ημερομηνία λήψης της ανακριτικής κατάθεσης) δεν οδηγούσε καθόλου μοτοσικλέτα.»

 

Είναι επομένως, προφανές, ότι κατά την εκ συμφώνου κατάθεση της ανακριτικής κατάθεσης του Εφεσείοντα (Τεκμήριο 2), το πρωτόδικο Δικαστήριο, λεκτικά δεν απέδωσε με ακρίβεια τον σκοπό για τον οποίο αυτή κατατέθηκε ενώπιον του.   Παραδόξως, όπως προκύπτει από τα πρακτικά του Δικαστηρίου, η εν λόγω ανακριτική κατάθεση φέρεται να κατατέθηκε για «την αλήθεια του περιεχομένου της» αλλά συγχρόνως και «ως προς το ότι είναι η κατάθεση που έδωσε», με αποτέλεσμα, να προκύπτει πασιφανής σύγχυση ως προς το συγκεκριμένο σκοπό για τον οποίο  είχε κατατεθεί. 

Αυτή τη σύγχυση, το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο, την ξεκαθάρισε στην απόφαση του, όπου πλέον αναφέρει ρητά και  με τον πιο σαφή και αδιαμφισβήτητο τρόπο, ότι η ανακριτική κατάθεση του Εφεσείοντα, είχε κατατεθεί εκ συμφώνου, για την αλήθεια του περιεχομένου της.

 

Με αυτά τα δεδομένα, το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρά το παραδεκτό γεγονός που αφορούσε την αλήθεια του περιεχομένου της ανακριτικής κατάθεσης του Εφεσείοντα – ως το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο  ξεκαθάρισε στην απόφαση του -  με βάση το οποίο αυτός αποσυνδέετο πλήρως από την διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, ορθά προχώρησε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ουσιαστικού μάρτυρα της Κατηγορούσας Αρχής (ΜΚ1), τον οποίο έκρινε ως αξιόπιστο και με βάση αυτή, έκρινε ένοχο τον Εφεσείοντα στα επίδικα αδικήματα.

 

Αποτελεί νομική αρχή ότι όπου υπάρχει σύγκρουση μαρτυρίας και παραδεκτών γεγονότων, υπερισχύουν τα παραδεκτά γεγονότα. Το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Γιαννίδης ν. Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ, 143 είναι σχετικό:

 

«η νομική αρχή είναι ότι εκεί όπου υπάρχει σύγκρουση μαρτυρίας και παραδεκτών γεγονότων υπερισχύουν τα παραδεκτά γεγονότα.  Ένα παραδεκτό γεγονός αποτελεί όχι μόνο μέρος της μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά και αδιαμφισβήτητο γεγονός αναγόμενο ουσιαστικά σε δεδομένο.  Επίσημες δικαστικές παραδοχές, δηλ. αυτές που γίνονται στη διάρκεια μιας δίκης, αποτελούν, ως γνωστό, αμάχητη απόδειξη των γεγονότων που γίνονται παραδεκτά.

 

(….)

 

Όπως ορθά επισημαίνεται στην εκκαλούμενη απόφαση, η νομική αρχή είναι ότι εκεί όπου υπάρχει σύγκρουση μαρτυρίας και παραδεκτών γεγονότων υπερισχύουν τα παραδεκτά γεγονότα.  Βλ.  Ευριπίδης Ανδρέα Γεωργίου άλλως Παφίτης ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 444, Ανδρέας Μ. Ανδρέα κ.ά. ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 498 και ΚΟΤ ν. Πάμπου Χαραλάμπους (2000) 2 Α.Α.Δ. 186, 603».

 

          Υπενθυμίζουμε ότι δεν μπορεί να προσαχθεί μαρτυρία που αντιστρατεύεται το γεγονός που έγινε παραδεκτό, εκτός αν η αποδοχή του αποσυρθεί με την άδεια του Δικαστηρίου, όπως προνοείται στο Άρθρο 19(4) του περί Απόδειξης Νόμου, ΚΕΦ. 9, (βλ. Α.Aburamadan v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 148/2021, σχ. με 155/2021, ημερ. 10.11.2022).

 

Επανερχόμενοι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, με βάση τις πιο πάνω νομικές αρχές, κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, εσφαλμένα προχώρησε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΚ1, εφόσον, μετά την ολοκλήρωση της,  είχε εγκριθεί ως παραδεκτό γεγονός, η αλήθεια του περιεχομένου της  ανακριτικής κατάθεσης του Εφεσείοντα, σύμφωνα με την οποία αυτός κατά το επίδικο συμβάν βρισκόταν στην οικία του.  Το παραδεκτό αυτό γεγονός, ως «αδιαμφισβήτητο γεγονός, αναγόμενο ουσιαστικά σε δεδομένο», προφανώς ερχόταν σε σύγκρουση και ως τέτοιο, υπερίσχυε της  μαρτυρίας του ΜΚ1, ο οποίος, όπως ισχυρίστηκε,   είχε  αναγνωρίσει τον Εφεσείοντα κατά το επίδικο βράδυ να διαπράττει τα υπό αναφορά αδικήματα.

 

Σημειώνουμε ότι η θέση της ευπαίδευτης εκπροσώπου της Εφεσίβλητης, ότι κατά την κατάθεση της ανακριτικής κατάθεσης του Εφεσείοντα ως Τεκμήριο 2,  η ίδια είχε παρέμβει ώστε να διευκρινισθεί ότι αυτή κατατίθετο, όχι για την αλήθεια του περιεχομένου της, αλλά μόνο ως προς το ότι αυτή ήταν η κατάθεση που είχε δώσει ο  Εφεσείοντας στην αστυνομία, δεν αποτυπώνεται ούτε στα τηρηθέντα πρακτικά, ούτε και στην πρωτόδικη απόφαση, στην οποία, όπως ανωτέρω σημειώνεται, ξεκαθαρίζεται ότι για το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εν λόγω κατάθεση κατατέθηκε προς απόδειξη της αλήθειας του περιεχομένου της.  Επί του προκειμένου τονίζεται πώς η θέση αυτή της ευπαίδευτης εκπροσώπου της Εφεσίβλητης, όσο και αν φαίνεται να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, δεν μπορεί να αλλοιώσει τόσο τα πρακτικά, όσο και την πρωτόδικη απόφαση, εφόσον αυτή, ουδέποτε ζήτησε την άδεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου για να αποσυρθεί το εν λόγω παραδεκτό γεγονός, ούτε και αιτήθηκε οποτεδήποτε την τροποποίηση των πρακτικών του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ώστε να συμπεριληφθεί η εν λόγω παρέμβαση της.

 

Κατ’ ακολουθία των πιο πάνω, η επιτυχία του 1ου λόγου Έφεσης σφραγίζει και την τύχη της Έφεσης, η οποία επιτυγχάνει χωρίς να απαιτείται η εξέταση των υπόλοιπων λόγων Έφεσης.

 

   Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και ο Εφεσείων αθωώνεται και απαλλάσσεται.

                                     

Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

                                               

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

                                                          ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

/Α.Λ.Ο.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο