Σκουφάρης Aλέξανδρος E. και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 467

(1990) 3 ΑΑΔ 467

[*467]14 Φεβρουαρίου, 1990

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ε. ΣΚΟΥΦΑΡΗΣ,

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 244/85)

ΣΩTHPHΣ ΔHMOΣΘENOYΣ,

(Αιτητής στην Yπόθεση Aρ. 320/85)

v.

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 244/85, 320/85).

 

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Πείρα — O παράγων πείρα εμπίπτει στην αξία.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Συστάσεις Προϊσταμένου — Φύση και βαρύτητα — Παρέκκλιση από αυτές πρέπει να αιτιολογείται ειδικά.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Προσόντα — Γνώση γλώσσας — Tρόπος διαπίστωσης της κατοχής του.

Aίτηση Aκυρώσεως —  Έννομο συμφέρον — Προβολή λόγου ακυρώσεως — Aπαίτηση και συνέπειες — Έκδηλη Yπεροχή — Έννοια.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Δικαστικός έλεγχος — Επέμβαση δικαστηρίου — Aρχές επί προσβολής διορισμών και προαγωγών.

Oι αιτητές προσέβαλαν την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Eξεταστή Λογαριασμών 1ης Tάξης.

Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

[*468]1.      Ο παράγων πείρα εμπίπτει στην αξία, όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε αριθμό αποφάσεων.

2.  Η Επιτροπή έλαβε υπόψη της τις συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος κατά τη λήψη της επίδικης απόφασής της, και οι συστάσεις αυτές δεν ήταν αντίθετες προς τη συνολική εικόνα για τους υποψήφιους, ώστε η Επιτροπή να τις παραγνωρίσει.  ‘Εχει επανειλημμένα νομολογηθεί ότι τέτοιες συστάσεις αποτελούν ένα από τα ουσιαστικότερα κριτήρια, τα οποία βαρύνουν κατά τη λήψη απόφασης από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και ότι παρέκκλιση από τις συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος πρέπει να αιτιολογείται ειδικά.  Ο Προϊστάμενος ενός Τμήματος βρίσκεται σε μοναδική θέση να εκτιμά τις ανάγκες της υπό πλήρωση θέσης και την καταλληλότητα των υποψηφίων προς εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης.

3.  Ως προς το θέμα της γνώσης της Aγγλικής γλώσσας, τόσο τα ενδιαφερόμενα μέρη όσο και οι αιτητές, όπως προκύπτει από την έρευνα στους φακέλους των υποψηφίων, κατείχαν το Ανώτερο Πιστοποιητικό στην Ελεγκτική του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου.  Οι φάκελοι αυτοί ήσαν ενώπιον της Επιτροπής και όπως κάθε έρευνα συμπληρώνεται από τους φακέλους συμπεραίνεται ότι για να αποκτήσει κάποιος Ανώτερο Πιστοποιητικό Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου πρέπει να κατέχει τη γλώσσα.

4.  Ο δικηγόρος του αιτητή στην υπόθεση 244/85, ισχυρίζεται πως οι εμπιστευτικές εκθέσεις ως το ’83 τροποποιήθηκαν κατά τρόπο μειωτικό για τον αιτητή.  Ο δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζεται πως οι τροποποιήσεις αυτές ουδόλως επηρέασαν τον αιτητή.  Αυτό κρίνεται αληθές.  Οι τροποποιήσεις επηρέασαν δυσμενώς το ένα ενδιαφερόμενο μέρος μόνο, και εφόσον οι τροποποιήσεις δεν ενήργησαν αποφασιστικά εναντίον του αιτητή, δεν μπορούν να οδηγήσουν στην ακύρωση μιας διοικητικής πράξεως.

5.  Ένα διοικητικό Δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να παραμερίσει απόφαση προαγωγής, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι ο αιτών έκδηλα υπερτερεί του επιλεγέντος υποψηφίου.

     Το τι συνιστά δέουσα έρευνα εξαρτάται από τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης και κανείς λόγος δεν υπάρχει ώστε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η έρευνα που διεξήχθηκε στην παρούσα υπόθεση δεν ήταν η δέουσα.  Οι αιτητές, στους οποίους βρίσκεται το βάρος αποδείξεως ότι αυτοί υπερέχουν έκδηλα έναντι των εν[*469]διαφερομένων μερών, απέτυχαν, να αποσείσουν το βάρος αποδείξεως.  Το τι συνιστά έκδηλη υπεροχή έχει αναλυθεί στην υπόθεση HadjiSavva v. R. (1982) 3 C.L.R. 76, το σχετικό απόσπασμα βρίσκεται στη σελίδα 78, και έχει επαναληφθεί στην απόφαση της Ολομέλειας HjiIoannou v. R. (1983) 3 C.L.R. 1041, στη σελίδα 1046.

     Επίσης, οι αιτητές δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την επιλογή των υποψηφίων υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας και να καταρρίψουν το τεκμήριο της νομιμότητας που υπάρχει υπέρ των πράξεων και αποφάσεων της διοίκησης.  Ένα διοικητικό όργανο έχει ευρεία, διακριτική ευχέρεια, αρκεί να ενεργεί σύμφωνα με το νόμο και όχι αυθαίρετα.  Οι αιτητές δεν στοιχειοθέτησαν, ούτε έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης.  Η επίδικη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη.  Η συμπλήρωση της αιτιολογίας της απόφασης, εξάλλου, βρίσκεται στο φάκελο της διοίκησης που είχε ενώπιόν της η Επιτροπή και κατατέθηκε και στο Δικαστήριο. (Βλέπε Christos Mouzouris v. R. (1972) 3 C.L.R. 43.)

     To Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση αναφορικά με την καταλληλότητα ενός υποψηφίου για προαγωγή ή διορισμό με την κρίση του αρμοδίου οργάνου.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Ierides v. Republic (1980) 3 C.L.R. 165,

Aργυρίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 3(B) A.A.Δ. 380,

Republic v. Haris (1985) 3(A) C.L.R. 106,

Xατζηδάς ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1121,

Sekkides v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 2136,

Louca v. Savva and Others (1989) 3(A) C.L.R. 672,

Hadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76,

Hadjiioannou v. Republic (1983) 3(B) C.L.R. 1041,

[*470]Mouzouris v. Republic (1972) 3 C.L.R. 43,

Georghiades and Others v. P.S.C., 4 R.S.C.C. 1,

Georghiades and Another v. P.S.C. (1970) 3 C.L.R. 257,

Georghiou v. P.S.C. (1976) 3 C.L.R. 74,

Piperi and Others v. Republic (1984) 3(B) C.L.R. 1306,

Republic v. Zachariades (1986) 3(A) C.L.R. 852.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης της Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας με την οποία τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα προήχθηκαν στη θέση Eξεταστή Λογαριασμών 1ης Tάξης στην Eλεγκτική Yπηρεσία, αντί των αιτητών.

Γ. Μηχανικός, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 244/85.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 320/85.

Α. Παπασάββας, Aνώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ’ ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠAΠAΔOΠOYΛOΣ, Δ.: Ο Μιχαήλ Ευθυμίου και ο Κυριάκος Πιερίδης προήχθηκαν στη θέση του Εξεταστή Λογαριασμών 1ης Τάξης στην Ελεγκτική Υπηρεσία της Δημοκρατίας από την 1/1/85.  Η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας για την προαγωγή των πιο πάνω προσώπων προσβάλλεται από τους αιτητές Σωτήρη Δημοσθένους και Αλέξανδρο Σκουφάρη.

Η θέση του Εξεταστή Λογαριασμών είναι θέση προαγωγής.  Συστάθηκε για το σκοπό της πλήρωσης των θέσεων Τμηματική Επιτροπή που, αφού εξέτασε τους υποψήφιους, τελικά με επιστολή της ημερομηνίας 12/11/84, σύστησε οχτώ από τους εννιά που κατείχαν τα αναγκαία προσόντα.  Στους οχτώ αυτούς υποψήφιους περιλαμβάνονται οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Στις 14/12/84 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας συνεδρίασε για να επιλέξει τους πιο κατάλληλους για την πλήρωση της θέ[*471]σης.  Ο Γενικός Ελεγκτής ήταν επίσης παρών, ο οποίος και εξέθεσε τις απόψεις του και σύστησε τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.  Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έκρινε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν των άλλων υποψηφίων αφού βασίστηκε πάνω στα καθιερωμένα κριτήρια.

Τα νομικά ζητήματα τα οποία εγείρονται από τους δικηγόρους και των δύο αιτητών μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως:

1. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας απέτυχε να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο γι’ αυτό και η απόφαση της πάσχει νομικά και θα πρέπει να ακυρωθεί λόγω ελλειπούς έρευνας.

2. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας παραγνώρισε και/ή δεν έλαβε υπόψη τις ειδικές γνώσεις, την εξαίρετη προσφορά και τη μακρόχρονη ελεγκτική πείρα των αιτητών.

3. Η αρχαιότητα των αιτητών παραγνωρίστηκε και ο υπολογισμός της αρχαιότητας των υποψηφίων ήταν εσφαλμένος και βασισμένος σε άνισα μέτρα σύγκρισης.

4. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν έκαμε καμιά απολύτως  έρευνα για να διαπιστώσει κατά πόσο οι υποψήφιοι διέθεταν το απαιτούμενο προσόν της “πολύ καλής γνώσης της αγγλικής”, όπως προνοείται στην παράγραφο 7 των Σχεδίων Υπηρεσίας.

5. Η σύσταση του Προϊσταμένου του Τμήματος δεν έγινε μετά από αντικειμενική έρευνα με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας σε πλάνη σχετικά με την καταλληλότητα των υποψηφίων.

6. Οι αιτητές δεν υστερούν των ενδιαφερομένων μερών σε προσόντα, τα δε προσόντα των τελευταίων δεν είναι τέτοια που να δημιουργούν υπεροχή στην έννοια του Σχεδίου Υπηρεσίας.

7. Η απόφαση της Επιτροπής είναι αναιτιολόγητη και/ή στερείται της δέουσας αιτιολογίας.

Ο δικηγόρος της καθ’ ης η αίτηση Επιτροπής στην γραπτή του αγόρευση εισηγείται πως όλοι οι πραγματικοί και νομικοί ισχυρισμοί των αιτητών είναι αβάσιμοι και ότι από το όλο υλικό που είχε ενώπιον της η Επιτροπή και το οποίο τώρα βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου, θεμελιώνεται καθοριστικά ότι η Επι[*472]τροπή ορθά άσκησε τη διακριτική της εξουσία και πράγματι επέλεξε τους καταλληλότερους υποψήφιους για τη θέση Εξεταστή Λογαριασμών 1ης Τάξης.

Θεωρώ κατ’ αρχή απαραίτητο να αναφερθώ στα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα τα οποία είναι τα εξής:

Απαιτούμενα Προσόντα:

(1)     (α)     Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τίτλος ή ισότιμο προσόν στις Οικονομικές ή Εμπορικές Επιστήμες, τη Διοίκηση Επιχειρήσεων, τη Δημόσια Διοίκηση ή τα Νομικά.

ή

     (β) (ι)  Απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαιδεύσεως, και

          (ιι) Επιτυχία στην Ανώτερη εξέταση στη Λογιστική (Higher Accounting Exam.) του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου ή σε οποιαδήποτε άλλη εξέταση που θα εγκριθεί ως ισότιμη από τον Υπουργό Οικονομικών.

(2) Πενταετής τουλάχιστο ελεγκτική πείρα, από την οποία τριετής τουλάχιστο υπηρεσία στη θέση Εξεταστή Λογαριασμών, 2ας Τάξεως.

(3) Ανώτερο Πιστοποιητικό στην Ελεγκτική του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου ή άλλο προσόν εγκρινόμενο από τον Γενικό Ελεγκτή ως ισοδύναμου επίπεδου.

(4) Πολύ καλή γνώση των Κυβερνητικών κανόνων και κανονισμών που αφορούν σε δημοσιονομικά και λογιστικά θέματα.

(5) Ικανότητα να συντάσσει ευκρινείς και περιεκτικές εκθέσεις.

(6) Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.

(7) Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής.

Σημ.:(1) Υπάλληλοι που υπηρετούν στην Ελεγκτική Υπηρε[*473]σία κατά την ημερομηνία έγκρισης του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας εξαιρούνται του προσόντος που απαιτείται στο (3) ανωτέρω.”

Ιδιαίτερα το θέμα πείρα εξετάστηκε σε έκταση και από τους δύο δικηγόρους με τις γραπτές τους αγορεύσεις.

Αναφορικά με τον αιτητή στην υπόθεση 320/85 Σωτήρη Δημοσθένους, υποστηρίζεται ότι αυτός διορίστηκε στη Δημόσια Υπηρεσία από το 1966 και από τότε τα καθήκοντά του είναι ο έλεγχος Λογαριασμών Κυβερνητικών Τμημάτων και Οργανισμών.  Έχει δηλαδή 18χρονη ελεγκτική πείρα και υπερέχει καταφανώς του ενδιαφερομένου προσώπου Κυριάκου Πιερίδη, ο οποίος διορίστηκε στη Δημόσια Υπηρεσία το 1977, καθώς και του ενδιαφερόμενου προσώπου Μιχαήλ Ευθυμίου, ο οποίος πρωτοδιορίστηκε το 1966.

Αναφορικά με τον αιτητή στην υπόθεση 244/85 Αλέξανδρο Σκουφάρη, υποστηρίζεται ότι αυτός παρουσιάζει συντριπτική υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους Κυριάκου Πιερίδη ο οποίος, όπως ανεφέρθη και πιο πάνω, πρωτοδιορίστηκε το 1977, ενώ ο αιτητής διορίστηκε για πρώτη φορά στη δημόσια υπηρεσία το 1966, καθώς και έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου Μιχαήλ Ευθυμίου.

Όπως προκύπτει και από τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων, ο αιτητής Σωτήρης Δημοσθένους, ο οποίος πρωτοδιορίστηκε στη Δημόσια Υπηρεσία στις 18/4/66, υπερέχει σε πείρα του ενδιαφερομένου μέρους Κυριάκου Πιερίδη, που πρωτοδιορίστηκε την 1/6/77, κατά έντεκα περίπου χρόνια, ενώ έχει την ίδια περίπου πείρα του ενδιαφερομένου μέρους Μιχαήλ Ευθυμίου που πρωτοδιορίστηκε στις 4/4/66.  Ο αιτητής Αλέξανδρος Σκουφάρης υπερέχει σε πείρα του Πιερίδη κατά έντεκα περίπου χρόνια, ενώ έχει την ίδια περίπου πείρα με το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ Ευθυμίου.

Ο παράγων πείρα εμπίπτει στην αξία, όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε αριθμό αποφάσεων.  (Βλέπε Piperi v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 1306, στη σελίδα 1310, Ierides v. R. (1980) 3 C.L.R. 165, στη σελίδα 178, και Ρένος Αργυρίδης ν. Ε.Δ.Υ. (1989) 3(B) A.A.Δ. 380).

Οι δικηγόροι των αιτητών πρόβαλαν επίσης τον ισχυρισμό ότι αυτοί έχουν την ίδια βαθμολογία ή/και υπερέχουν της βαθμολογίας των ενδιαφερομένων μερών και ότι η Επιτροπή λαν[*474]θασμένα έλαβε υπόψη της μόνο τις δύο τελευταίες εμπιστευτικές εκθέσεις και αγνόησε την καθόλου σταδιοδρομία των υποψηφίων.  Η αξία των υποψηφίων, όπως αυτή αντανακλάται στις εμπιστευτικές εκθέσεις των πέντε τελευταίων ετών, έχει ως εξής:

                                               1979 1980          1981 1982         1983

Αιτητής         Α. Σκουφάρης ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ

Αιτητής         Σ. Δημοσθένους      ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ ΛΚ

Ενδ. Μέρος Μ. Ευθυμίου   ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ

Ενδ. Μέρος Κ. Πιερίδης     ΛΚ    ΛΚ    ΛΚ    Ε       ΛΚ

Από τα πιο πάνω φαίνεται πως τα ενδιαφερόμενα μέρη και οι αιτητές έχουν την ίδια περίπου βαθμολογία τα τελευταία πέντε χρόνια.

Όσον αφορά το θέμα των προσόντων, υπάρχει ο ισχυρισμός εκ μέρους των αιτητών ότι αυτοί δεν υστερούν των ενδιαφερομένων μερών και ότι τα προσόντα των ενδιαφερομένων μερών δεν δημιουργούν υπεροχή υπέρ τους.  Επίσης, για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κυριάκο Πιερίδη αναφέρθηκε ότι αυτός δεν φαίνεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυβέρνησης ότι πέτυχε στις Κυβερνητικές Εξετάσεις.  Από τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων, οι οποίοι κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, φαίνεται ότι υπάρχει πιστοποιητικό το οποίο βεβαιoί ότι αυτός υπέστη επιτυχώς τις Κυβερνητικές Εξετάσεις.  Όσον αφορά τα υπόλοιπα προσόντα, από τους προσωπικούς φακέλους συνάγεται ότι τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη τα κατέχουν, συμπεριλαμβανομένου και του Ανώτερου Πιστοποιητικού στην Ελεγκτική του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου (LCC-Higher), το οποίο διαθέτουν επίσης όλοι, αιτητές και ενδιαφερόμενα μέρη.

Είναι επίσης ισχυρισμός των αιτητών ότι η σύσταση του Γενικού Ελεγκτή υπέρ των ενδιαφερομένων προσώπων πάσχει, γιατί αυτός δεν έκαμε μετά από έρευνα αντικειμενική τη σύσταση του.  Ο Γενικός Ελεγκτής κ. Θεοφίλου ανάφερε τα εξής στη συνεδρίαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ημερομηνίας 14/12/84, κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση:

“Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα καθιερωμένα κριτήρια, αξία, προσόντα και αρχαιότητα και γενικά την απόδοση των υποψηφίων, η οποία κατά το 1984 είναι περίπου στα ίδια επίπεδα όπως και πέρυσι, συστήνονται για προαγωγή ο Ευθυμίου Μιχαήλ και ο Πιερίδης Κυριάκος.  Ο Πιερίδης υπερέχει όλων [*475]των υποψηφίων σε αξία και ο Ευθυμίου υπερέχει των άλλων υποψηφίων σε αρχαιότητα και η αξία του είναι περίπου η ίδια με το Δημοσθένους Σωτήριο.

Οι Ευθυμίου Μιχαήλ, Σκουφάρης Αλέξανδρος, Κουντούρης Χρίστος, Πιερίδης Κυριάκος και Λάμπρου Παναγιώτης διαθέτουν ανώτερο πιστοποιητικό στην Ελεγκτική του L.C.C..

Στο σημείο αυτό ο Γενικός Ελεγκτής αποχώρησε από τη συνεδρίαση.”

Εξετάζοντας κατ’ αρχή το εγειρόμενο ζήτημα της αρχαιότητας των υποψηφίων, παρατηρούμε τα εξής:  Η αρχαιότητα των υπαλλήλων και ο τρόπος υπολογισμού της καθορίζεται από τον περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο, Ν.33/67, άρθρο 46 όπως τροποποιήθηκε.  Η παράγραφος (7) του άρθρου 36 αναφέρει τα εξής:

“‘προηγούμενη αρχαιότης’ σημαίνει αρχαιότητα των υπαλλήλων εν τη θέσει ή τάξει η οποία κατείχετο υπ’ αυτών αμέσως προ της εισόδου των εις την παρούσαν αυτών θέσιν ή τάξιν, εάν δε η τοιαύτη αρχαιότης είναι η αυτή, η προηγουμένη αρχαιότης κρίνεται δια της αυτής μεθόδου εφαρμοζομένης αναδρομικώς μέχρι των πρώτων διορισμών των υπαλλήλων εις την δημοσίαν υπηρεσίαν.  Εν η περιπτώσει η αρχαιότης εις τους πρώτους διορισμούς είναι η αυτή, η προηγουμένη αρχαιότης κρίνεται βάσει της ηλικίας των υπαλλήλων.”

Επίσης βλέπε απόφαση Παπαμιχαήλ ν. Δ. (1987) 3 C.L.R. 291.

Ο αιτητής Σωτήρης Δημοσθένους και το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ Ευθυμίου, διορίστηκαν στην προηγούμενη θέση ταυτόχρονα, στις 15/2/78, το ίδιο και στην αμέσως προηγούμενη αυτής θέση, δηλαδή, την 1/12/70.  Η αρχαιότητα άρα θα κριθεί βάσει της ημερομηνίας πρόσληψης. Το ενδιαφερόμενο μέρος Ευθυμίου πρωτοδιορίστηκε την 1/2/68, ενώ ο αιτητής Δημοσθένους την 1/5/70, άρα το ενδιαφερόμενο μέρος Ευθυμίου υπερέχει του αιτητή Δημοσθένους σε αρχαιότητα.

Ο αιτητής Δημοσθένους υπερέχει του ενδιαφερομένου μέρους Κυριάκου Πιερίδη σε αρχαιότητα, κατά ένα χρόνο περίπου, 15/2/78 και 15/4/79 αντίστοιχα, η αρχαιότητα αυτή όμως είναι ελάχιστη ώστε να είναι αμελητέα.

Ο αιτητής Αλέξανδρος Σκουφάρης υστερεί σε αρχαιότητα του [*476]ενδιαφερομένου μέρους Ευθυμίου κατά ένα χρόνο περίπου, ενώ υπερέχει σαφώς σε αρχαιότητα, οχτώ χρόνων περίπου, του ενδιαφερομένου μέρους Πιερίδη, αφού ο μεν Σκουφάρης διορίστηκε στην αμέσως προηγούμενη θέση στις 15/3/69, ο δε Πιερίδης την 1/6/77.

Η διαπίστωση του Γενικού Ελεγκτή ότι ο Ευθυμίου υπερέχει των άλλων υποψηφίων σε αρχαιότητα είναι απόλυτα ορθή.  Παραθέτω πιο κάτω κατατοπιστικό πίνακα:

      Αιτητής            Αιτητής         Ενδ. Μέρος   Ενδ. Μέρος

Δημοσθένους   Σκουφάρης       Ευθυμίου       Πιερίδης

      15/2/78            15/4/79             15/2/78          15/4/79

      1/12/70            15/3/69             1/12/70           1/6/77

       1/5/70              15/5/68              1/2/68             1/6/77

Ο Γενικός Ελεγκτής συστήνει για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα μέρη Ευθυμίου και Πιερίδη, με την αιτιολογία ότι ο Πιερίδης υπερέχει όλων των υποψηφίων σε αξία και ο Ευθυμίου σε αρχαιότητα.  Η Επιτροπή έλαβε υπόψη της τις συστάσεις του Προισταμένου του Τμήματος κατά τη λήψη της επίδικης απόφασής της, και οι συστάσεις αυτές δεν ήταν, κατά τη γνώμη μου, αντίθετες προς τη συνολική εικόνα για τους υποψήφιους ώστε η Επιτροπή να τις παραγνωρίσει.  Έχει επανειλημμένα νομολογηθεί ότι τέτοιες συστάσεις αποτελούν ένα από τα ουσιαστικότερα κριτήρια, τα οποία βαρύνουν κατά τη λήψη απόφασης από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και ότι παρέκκλιση από τις συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος πρέπει να αιτιολογείται ειδικά.  Ο Προϊστάμενος ενός Τμήματος βρίσκεται σε μοναδική θέση να εκτιμά τις ανάγκες της υπό πλήρωση θέσης και την καταλληλότητα των υποψηφίων προς εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. (Βλέπε Republic v. Haris (1985) 3 C.L.R. 106 στις σελίδες 110, 111:

“The recommendations of a Head of a Department were always considered a most vital consideration not lightly to be disregarded.  Long before the enactment of the Public Service Law, No. 33/67, the Supreme Constitutional Court in Theodossiou v. The Republic, 2 R.S.C.C. 44, at p. 48, had this to say:-

‘In the opinion of the Court the recommendation of a Head of Department or other senior responsible officer, and especially so in cases where specialized knowledge and ability are required for the performance of certain duties, is a most vital consideration which should weigh with the [*477]Public Service Commission in coming to a decision in a particular case and such recommenation should not be lightly disregarded.’”

Επί του σημείου αυτού υπάρχει πληθώρα αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Ως προς το θέμα της γλώσσας, τόσο τα ενδιαφερόμενα μέρη όσο και οι αιτητές, όπως προκύπτει από την έρευνα στους φακέλους των υποψηφίων, κατείχαν το Ανώτερο Πιστοποιητικό στην Ελεγκτική του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου.  Οι φάκελοι αυτοί ήσαν ενώπιον της Επιτροπής και όπως κάθε έρευνα συμπληρώνεται από τους φακέλους, ένας μπορεί άνετα να συμπεράνει πως για να αποκτήσει κάποιος Ανώτερο Πιστοποιητικό Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου πρέπει να κατέχει τη γλώσσα.

Ο δικηγόρος του αιτητή στην υπόθεση 244/85 Αλέξανδρου Σκουφάρη, ισχυρίζεται πως οι εμπιστευτικές εκθέσεις ως το ‘83 τροποποιήθηκαν κατά τρόπο μειωτικό για τον αιτητή.  Ο δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζεται πως οι τροποποιήσεις αυτές ουδόλως επηρέασαν τον αιτητή.  Αυτό είναι αλήθεια.  Οι τροποποιήσεις επηρέασαν δυσμενώς το ενδιαφερόμενο μέρος Πιερίδη μόνο, και εφόσον οι τροποποιήσεις δεν ενήργησαν αποφασιστικά εναντίον του αιτητή, δεν μπορεί να οδηγήσει στην ακύρωση μιάς διοικητικής πράξεως. (Βλέπε Xατζηδάς ν. Δ. (1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1121. Επίσης Σεκκίδης ν. Δ. (1988) 3(C) C.L.R. 2136 όπου αναφέρεται στη σελίδα 2151:

“We believe that one must always look first at the circumstances of the case in hand in order to ascertain the extent of the irregularity and the effect such report had on the sub judice decision.”

Επίσης βλέπε Γιαννούλα Λουκά, Μιχαλάκης Σάββα ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και Άλλων (1989) 3(A) C.L.R. 672, όπου στη σελίδα 677 αναφέρεται:

“Such irregularity, however, must be of a material kind in order to lead to the annulment of the decision taken. The extent of the irregularity and the effect such confidential report had on the decision always depends on the circumstances and facts of the case.”

[*478]Ένα διοικητικό Δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να παραμερίσει απόφαση προαγωγής, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι ο αιτών έκδηλα υπερτερεί του επιλεγέντος υποψηφίου.  Στην υπό εξέταση περίπτωση οι αιτητές και ενδιαφερόμενα μέρη παρουσιάζουν την ίδια εικόνα όσον αφορά την αξία όπως αυτή προκύπτει από τις εμπιστευτικές τους εκθέσεις, με ελαφριά υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους Πιερίδη κατά το έτος 1982. Τα προσόντα όλων είναι περίπου τα ίδια.  Όσον αφορά τον παράγοντα πείρα, ο αιτητής Σκουφάρης και το ενδιαφερόμενο μέρος Πιερίδης παρουσιάζουν υπεροχή των υπολοίπων, όλοι όμως οι υποψήφιοι ικανοποιούν το απαιτούμενο από τα σχέδια Υπηρεσίας προσόν της πενταετούς τουλάχιστον ελεγκτικής πείρας, από την οποία τριετής τουλάχιστον υπηρεσία να είναι στη θέση Εξεταστή Λογαριασμών 2ης Τάξης.  Επιπλέον, τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν τη σύσταση του Προισταμένου η οποία, όπως λέχθηκε και προηγουμένως, είναι ένα επιπρόσθετο στοιχείο αξίας το οποίο δεν μπορεί να παραγνωριστεί από το διορίζον όργανο χωρίς ειδική αιτιολογία.  Η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, όπως καταγράφτηκε στα πρακτικά, έχει ως ακολούθως:

“Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.

Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το Φάκελο Πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τις Εμπιστευτικές Εκθέσεις των υποψηφίων, και έλαβε επίσης υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και τις κρίσεις και συστάσεις του Γενικού Ελεγκτή.

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές Εκθέσεις των υποψηφίων και σημείωσε ότι τις υψηλότερες Εκθέσεις έχει τα τελευταία χρόνια ο Πιερίδης.  Ενδεικτικά αναφέρεται ότι αυτός ήταν λίαν καλός το 1981 και 1983, με αναλυτική βαθμολογία (6-6-0), και εξαίρετος το 1982 (8-4-0).

Από πλευράς αρχαιότητας πρώτος είναι ο Ευθυμίου, και ακολουθούν κατά σειρά οι Αλεξάνδρου, Δημοσθένους, Σκουφάρης, Κουντούρης, Πιερίδης, Λάμπρου και Ηρακλείδης.

Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων.

Έχοντας υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, η Επιτροπή υιοθέτησε τις συστάσεις του Γενικού Ελεγκτή.

[*479]

Επιλέγοντας τον Πιερίδη, η Επιτροπή, πέρα από το γεγονός ότι αυτός έχει τις υψηλότερες Εμπιστευτικές Εκθέσεις και συστήθηκε από το Διευθυντή, σημείωσε ότι, παρ’ όλο που αυτός είναι έκτος στη σειρά αρχαιότητας, υστερεί του δεύτερου σε αρχαιότητα Αλεξάνδρου μόλις κατά ένα χρόνο και δύο μήνες.

Συμπερασματικά η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιον της ουσιώδη στοιχεία, έκρινε με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολο τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) ότι οι παρακάτω υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και αποφάσισε να τους προαγάγει σαν τους πιο κατάλληλους στη μόνιμη (Τακτ. Προυπ.) θέση Εξεταστή Λογαριασμών, 1ης Τάξης, στην Ελεγκτική Υπηρεσία από 1/1/85:

1.  ΕΥΘΥΜΙΟΥ Μιχαήλ

2.  ΠΙΕΡΙΔΗΣ Κυριάκος.”

Το τι συνιστά δέουσα έρευνα εξαρτάται από τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης και κανείς λόγος δεν υπάρχει ώστε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η έρευνα που διεξήχθηκε στην παρούσα υπόθεση δεν ήταν η δέουσα.  Οι αιτητές, στους οποίους βρίσκεται το βάρος αποδείξεως ότι αυτοί υπερέχουν έκδηλα έναντι των ενδιαφερομένων μερών, απέτυχαν, κατά τη γνώμη μου, να αποσείσουν το βάρος αποδείξεως.  Το τι συνιστά έκδηλη υπεροχή έχει αναλυθεί στην υπόθεση HadjiSavva v. R. (1982) 3 C.L.R. σ. 76, το σχετικό απόσπασμα βρίσκεται στη σελίδα 78, και έχει επαναληφθεί στην απόφαση της Ολομέλειας HjiIoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041, στη σελίδα 1046 έχει ως εξής:

“As the expression ‘striking superiority’ suggests, a party’s superiority, to validate an allegation of this kind, must be selfevident and apparent from a perusal of the files of the candidates.  Superiority must be of such a nature as to emerge on any view of the combined effect of the merits, qualifications and seniority of the parties competing for promotion; in other words, it must emerge as an unquestionable fact; so telling, as to strike one at first sight.”

Επίσης, οι αιτητές δεν κατόρθωσαν, κατά τη γνώμη μου, να αποδείξουν ότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την επιλογή των υποψηφίων υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας και να καταρρίψουν το τεκμήριο της νομιμότητας που υπάρχει υπέρ των πράξεων και αποφάσεων της διοίκησης.  [*480]Ένα διοικητικό όργανο έχει ευρεία, διακριτική ευχέρεια, αρκεί να ενεργεί σύμφωνα με το νόμο και όχι αυθαίρετα.  Οι αιτητές δεν στοιχειοθέτησαν, κατά τη γνώμη μου, ούτε έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης.  Η επίδικη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη. Η συμπλήρωση της αιτιολογίας της απόφασης, εξάλλου, βρίσκεται στο φάκελο της διοίκησης που είχε ενώπιον της η Επιτροπή και κατατέθηκε και στο Δικαστήριο. (Βλέπε Christos Mouzouris v. Republic (1972) 3 C.L.R. 43.)

To Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση αναφορικά με την καταλληλότητα ενός υποψηφίου για προαγωγή ή διορισμό με την κρίση του αρμοδίου οργάνου. (Βλέπε Alexandros Georghiades and Others v. P.S.C. 4 R.S.C.C. 1-6, Charalambos Georghiades and Another v. P.S.C. (1970) 3 C.L.R. 257, 268, Odysseas Georghiou v. P.S.C. (1976) 3 C.L.R. 74, 82, Piperi and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1306, Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852.)

Για τους πιο πάνω λόγους, οι αιτήσεις απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο