(1990) 3 ΑΑΔ 703
[*703]28 Φεβρουαρίου, 1990
[A. N. ΛΟΪΖΟΥ, Πρόεδρος]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 254/87).
Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Παράλειψη του φορολογούμενου να υποβάλλει τα εις γνώση του απαραίτητα στοιχεία προς καθορισμό του φόρου — Συνέπειες — Άρθρο 13(3) των περί Bεβαιώσεως και Eισπράξεως Φόρων Nόμων του 1978-1979 — Περιστάσεις της παρά ταύτα αυθαίρετης βεβαίωσης του φόρου στην κριθείσα περίπτωση.
O αιτητής αμφισβήτησε τις σε βάρος του επιβληθείσες φορολογίες εισοδήματος των ετών 1979 έως 1982.
Tο Aνώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Έχει νομολογηθεί σε αριθμό αποφάσεων ότι η παράλειψη αιτητή να υποβάλει στον Έφορο τις σχετικές πληροφορίες που του ζητούνται και η οποία να περιέχει στοιχεία που είναι μέσα στη δική του αποκλειστική γνώση και θα μπορούσε να εξεταστούν από το φόρο, παίρνει τον κίνδυνο να καθοριστεί το φορολογητέο εισόδημά του από μια έρευνα που δεν μπορεί να είναι η καλύτερη δυνατή. Έτσι κάτω από το Άρθρο 13(3) των Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978-1979 σε περίπτωση που ένα πρόσωπο δεν έχει υποβάλει δήλωση του εισοδήματος και ο Έφορος είναι της γνώμης ότι τέτοιο πρόσωπο υπόκειται σε φορολο[*704]γία, όσο καλύτερα μπορεί να κρίνει ο Έφορος μπορεί να αποφασίσει το αντικείμενο του φόρου και να επιβάλει φορολογία πάνω σε τέτοιο πρόσωπο σύμφωνα με τη φύση και έκταση των εργασιών του. (Βλέπε Trikomitis v. Commissioner of Income Tax (1987) 3 C.L.R. 592, Zaphiris v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 2512.
Όμως η απόφαση του Εφόρου θα πρέπει να είναι λογική και εύλογη βάσει των γεγονότων που ήδη βρίσκονται ενώπιόν του και να αιτιολογείται.
2. Στην προκειμένη περίπτωση το γεγονός ότι ο αιτητής παρέλειψε να υποβάλει στον Έφορο τις σχετικές πληροφορίες που του ζητήθηκαν, αυτό από μόνο του δεν καθιστά αυτόματα την απόφαση του Εφόρου εύλογη και επιτρεπτή ούτε της δίδει την απαραίτητη αιτιολογία.
Ειδικά, αναφορικά με τον καθορισμό των μετρητών του αιτητή κρίνεται ότι κατά πρώτον ο ισχυρισμός του καθ’ ου η αίτηση ότι εάν ο αιτητής είχε το ποσό που δήλωσε θα το είχε κατατεθημένο σε τράπεζα ή θα είχε αποπληρώσει χρέη του, είναι αυθαίρετος και ως αιτιολογία δεν ευσταθεί, γιατί η ύπαρξη μετρητών δεν έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση τη μη ύπαρξη χρεών ή την κατάθεσή τους σε τραπεζικό λογαριασμό.
Δεύτερο, όσον αφορά τον ισχυρισμό του καθ’ ου η αίτηση περί παράλειψης του αιτητή να υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη του ποσού των μετρητών όπως αυτός δήλωσε, κρίνεται ότι θα ήταν μάλλον αδύνατο για τον αιτητή να συμμορφωθεί λαμβανομένου υπόψη ότι η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου ποσού μετρητών κατά μια συγκεκριμένη ημερομηνία είναι μάλλον δύσκολο να αποδειχτεί σε μεταγενέστερο χρόνο σε βαθμό που να μπορεί κάποιος να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.
Επίσης, όσον αφορά τον καθορισμό των εξόδων συντήρησης της οικογένειας του αιτητή σε £11,000.- αντί του ποσού των £8,300 που δήλωσε ο αιτητής, κρίνεται, ελλείψει αιτιολογίας σχετικά με το πως κατέληξε ο Έφορος στο ποσό αυτό, ως μάλλον αυθαίρετος.
Άνευ αιτιολογίας θεωρείται επίσης το ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν έλαβε υπόψη την αξία του εξοπλισμού του γραφείου του αιτητή κατά την 1η Ιανουαρίου, 1978, νοουμένου ότι ο εξοπλισμός αυ[*705]τός είχε αγοραστεί απ’ ό,τι φαίνεται από τις σχετικές αποδείξεις, πριν την ημερομηνία αυτή και του γεγονότος ότι δεν ήταν παράλογο για τον αιτητή να έχει ετοιμάσει το γραφείο του δύο μήνες πριν την αποχώρησή του από τη Δημόσια Υπηρεσία.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η απόφαση του καθ’ ου η αίτηση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας και για το λόγο αυτό ακυρώνεται.
H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Trikomitis v. Commissioner of Income Tax (1987) 3(A) C.L.R. 592,
Zaphiris v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 2512,
Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Eφόρου Φόρου Eισοδήματος να επιβάλει στον αιτητή Φόρο Εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1979 έως 1982, ύψους £3.629,15.
O αιτητής παρουσιάσθηκε αυτοπροσώπως.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας B΄, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
A. N. ΛOΪZOY, Π.: Η προσφυγή αυτή αφορά τις φορολογίες φόρου εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1979 έως 1982 (έτη εισοδήματος 1978 έως 1982) οι οποίες έχουν εκδοθεί και τύχει τελικής βεβαιώσεως όπως φαίνεται στο σχετικό πίνακα (Παραρτήματα Α.1-Α.2), και με τις οποίες επιβλήθηκε φόρος εισοδήματος ύψους £3,629.15.
Ο αιτητής κατάγεται από την Αμμόχωστο και είναι τώρα κάτοικος Λεμεσού. Το εισόδημα για τα επίδικα έτη προερχόταν από την εξάσκηση του επαγγέλματός του ως αρχιτέκτονα μηχανικού, από ενοίκια και από την ιδιοκατοικία του.
Ο αιτητής δεν υπέβαλε οποιαδήποτε δήλωση εισοδήματος ή λογαριασμούς για τα έτη 1978 έως 1981 ενώ για το έτος 1982 [*706]υπέβαλε δήλωση εισοδήματος στις 6 Απριλίου 1983, που δείχνει τα ακόλουθα ποσά εισοδήματος χωρίς την υποβολή λογαριασμού εσόδων και εξόδων:
Εισόδημα ως αρχιτέκτονας £3500
Ενοίκια £600
Μείον: Έξοδα £400 200
4% για ιδιοκατοικία 8
£3708
Μείον: Ποσά πληρωθέντα για αγορά
διαμερισμάτων 1454
Καθαρό εισόδημα που δηλώθηκε £2254
=====
Στις 23 Μαΐου 1983, ο καθ’ ου η αίτηση έκδωσε τις φορολογίες για τα φορολογικά έτη 1979/78-82 για τις οποίες ο αιτητής υπέβαλε ένσταση στις 21 Ιουνίου, 1983, (Παράρτημα Β). Οι λόγοι στους οποίους έχει βασίσει την ένστασή του ήσαν οι εξής:
(α) Οι φορολογίες ήσαν υπερβολικές.
(β) Οι φορολογίες δεν έγιναν με βάση τη δήλωσή του για το έτος 1981.
(γ) Δεν είχε δοθεί έκπτωση για ένα τέκνο από το 1981. Επίσης ο αιτητής ανέλαβε να υποβάλει κατάσταση κεφαλαίου κατά την 31 Δεκεμβρίου, 1982 και εισηγείτο να πληρώσει ποσό £600 έναντι του ποσού του φόρου που θα εξακριβώνετο μετά την εξέταση της ένστασής του.
Ο καθ’ ου η αίτηση με επιστολή του προς τον αιτητή ημερομηνίας 11 Ιουλίου, 1983, του ζήτησε να υποβάλει κατάσταση κεφαλαίου κατά την 31 Δεκεμβρίου, 1982, την οποία υπέβαλε στις 17 Οκτωβρίου, 1983. Η κατάσταση αυτή (Παράρτημα Γ) παρουσιάζει τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού που έχουν δηλωθεί και φαίνονται πιο κάτω. Παρατίθενται επίσης τα ποσά όπως έχουν καθοριστεί από τον καθ’ ου η αίτηση με βάση την επιστολή του ημερομηνίας 20 Ιανουαρίου, 1987 (Παράρτημα Δ).
[*707] Δήλωση Απόφαση
Αιτητή Εφόρου
£ £
α) Μετρητά 100 664
β) Αποταμίευση συζύγου
στην Τράπεζα Κύπρου 3357 3357
γ) Έπιπλα και σκεύη οικίας1000 1500
δ) Έπιπλα Γραφείου 1500 2000
ε) Αυτοκίνητο Μερσεντές FG.784 3500 3500
στ) Αυτοκίνητο Σουζούκι Βαν MN.214 1500 1500
ζ) Ακίνητη περιουσία (Κατάσταση Β) 17700 28411
η) Ακίνητη περιουσία (Κατάσταση Γ) 17725 18212
Ολικό Ενεργητικού 46382 59144
===== =====
Μείον: Πιστωτές:-
Τράπεζα Κύπρου 1401 1401
Συνεργατικό Ταμιευτήριο
Διδασκάλων Κύπρου 7725 7725
Χρέος για οικόπεδο
Αρχιεπισκοπής ή για
διαμέρισμα στο Άμπεη Τάουερ - 4000
9126 19473
Κεφάλαιο κατά την 31/12/82 37256 39671
===== =====
Στην κατάσταση αυτή ο αιτητής είχε δηλώσει ότι τα έξοδα συντήρησης του ιδίου και της οικογένειάς του για τα έτη 1978-1982 ανήρχοντο σε £8300 μη συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που αναφέρονται στην παράγραφο 10(δ) της ίδιας δήλωσης στην οποία όμως δεν είχε δηλώσει οποιοδήποτε ποσό δαπάνης, ιδιαίτερα για τις σπουδές του γιού του Πανίκου που φοιτούσε στο εξωτερικό από το 1979 ώς το 1983.
Στην ίδια κατάσταση κεφαλαίου περιλαμβάνονταν τα ακόλουθα πρόσθετα στοιχεία:
α) Ότι είχε φέρει μετρητά από την Αμμόχωστο £1300.
β) Ότι είχε υποστεί ζημιά £500 από την πώληση του αυτοκινήτου με αρ. εγγραφής JP 969.
γ) Διεκδικούσε ζημιές για στοιχεία ενεργητικού που έχασε [*708]λόγω της εισβολής όπως αναφέρονταν σε επισυναπτόμενους πίνακες ως εξής:
Χρεώστες κατά την 15/8/74 £58400
Γεωργικά μηχανήματα 3300
Λιπάσματα 400
Έπιπλα και εξοπλισμός
αρχιτεκτονικού γραφείου 3500
Ολικό £65.600
======
Ο καθ’ ου η αίτηση με επιστολή του ημερομηνίας 21 Φεβρουαρίου 1984, (Παράρτημα Ε), κάλεσε τον αιτητή να προσέλθει στο γραφείο του στη Λεμεσό και να παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη της ένστασής του και τελική διευθέτηση της φορολογικής του υποχρεώσεως. Κατά τη συνέντευξη αυτή παρουσίασε τα αγοραπωλητήρια έγγραφα και τίτλους εγγραφής που αφορούσαν την ακίνητη ιδιοκτησία του ιδίου και της συζύγου του από τα οποία έγιναν οι προσαρμογές όσον αφορά τις τιμές κτήσεως λόγω της πληρωμής δικαιωμάτων μεταβιβάσεως στο Κτηματολόγιο. Το όλο θέμα επίσης συζητήθηκε και με τον σύμβουλο του αιτητή κ. Χριστάκη Καρακάννα και είχε επέλθει κατ’ αρχή συμφωνία όσον αφορά τον προσδιορισμό του εισοδήματος, όπως φαίνεται στο Παράρτημα Δ. Όταν όμως υπολογίστηκε το ποσό του πληρωτέου φόρου με βάση το υπολογιζόμενο εισόδημα, ο σύμβουλος του αιτητή δήλωσε ότι δεν αποδέχεται την πληρωμή τέτοιου ποσού φόρου και πρότεινε τη μείωση του ποσού του πληρωτέου φόρου κατά £2000.
Στις 20 Ιανουαρίου 1987 ο καθ’ ου η αίτηση απέστειλε στον αιτητή την αιτιολογημένη απόφασή του (Παράρτημα Δ) και στις σχετικές Ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας (Παραρτήματα Ζ. Η. Θ. Ι. και Κ). Οι λόγοι στους οποίους ο καθ’ ου η αίτηση έχει βασίσει την απόφασή του είναι οι ακόλουθοι:
(α) Ο αιτητής έχει παραλείψει να υποβάλει οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία όσον αφορά τα ακόλουθα θέματα και για το λόγο αυτό ο καθ’ ου η αίτηση έχει καθορίσει τα σχετικά ποσά με βάση τη δική του κρίση:
(ι) Μετρητά κατά την 1/1/78 και 31/12/82.
(ιι) Έπιπλα και σκεύη, και εξοπλισμός οικίας και Γραφείου.
(ιιι) Έξοδα συντηρήσεως και έξοδα για τις σπουδές του τέκνου του στο εξωτερικό.
[*709](β) Δεν εδικαιούτο σε οποιαδήποτε έκπτωση για τους χρεώστες που υπήρχαν κατά την 15/8/74 για το λόγο ότι ο αιτητής ως επαγγελματίας αρχιτέκτων φορολογείται με βάση τα ποσά που εισπράττει και γιαυτό το ποσό από £58400 δεν έχει υπαχθεί σε φορολογία μέχρι το 1974 και δεν μπορούσε να λογιστεί ως απωλεσθέν στοιχείο κακών χρεωστών στα επόμενα έτη. Ανεξάρτητα από το λόγο αυτό, δεν είχε υποβληθεί οποιαδήποτε μαρτυρία για την ορθότητα ή/και την πραγματική υπόσταση των χρεωστών.
(γ) Ο αιτητής δεν εδικαιούτο σε οποιαδήποτε έκπτωση για ζημιές από μεταφορά από τα φορολογικά έτη 1974 ώς 1977 για την διεκδικούμενη ζημιά για την απώλεια γεωργικών μηχανημάτων, λιπασμάτων και επίπλων, και εξοπλισμού του Γραφείου του της Αμμοχώστου, για το λόγο ότι είχε ήδη φορολογηθεί για τα έτη 1976 και 1977 με βάση τις αποδοχές του ως δημοσίου υπαλλήλου και για το φορολογικό έτος 1978 με βάση την κρίση του καθ’ ου η αίτηση και οι φορολογίες εγένοντο δεκτές χωρίς να υποβληθεί ένσταση και τα σχετικά ποσά φόρου, όπως αναφέρεται πιο κάτω, έχουν πληρωθεί από τον αιτητή:
Φορολογικά έτη 1976 1977 1978
£ £ £
Mισθός 2551 3184 706
Άλλο εισόδημα - - 2500
Ολικό εισόδημα 2551 3184 3206
Ποσό φόρου πληρωθέν 207.40 390.70 394.50
===== ===== =====
Ο αιτητής δεν έχει υποβάλει οποιαδήποτε δήλωση εισοδήματος για τα έτη 1974 και 1975 και στις δηλώσεις εισοδήματος του για τα έτη 1976 και 1977 που έχει υποβάλει κατά τα έτη 1977 και 1978 (Παραρτήματα Δ και Μ), δεν είχε διεκδικήσει οποιοδήποτε ποσό ζημιάς.
Ανεξάρτητα από τη μη διεκδίκηση ζημιών στις δηλώσεις εισοδήματος για τα έτη 1976 και 1977 και από το γεγονός ότι δεν υποβλήθηκαν δηλώσεις εισοδήματος για τα έτη 1974 και 1975 για τα οποία οποιοδήποτε εισόδημα θα έπρεπε να λογιστεί έναντι της σχετικής ζημιάς, παραμένει το γεγονός ότι το εισόδημα με το οποίο έχει φορολογηθεί για τα φορολογικά έτη 1976, 1977 και 1978 είναι μεγαλύτερο από την διεκδικούμενη ζημιά και γιαυτό δεν παραμένει οποιοδήποτε υπόλοιπο ζημιάς κατά την 31/12/77 προς μεταφορά και συμψηφισμό με το εισόδημα του αιτητή για τα έτη 1978 ως 1982.
[*710](δ) Ο αιτητής ή/και η σύζυγός του δεν ήταν δυνατό να είχαν αποταμιεύσεις σε μετρητά κατά την 1/1/78 πέραν του ποσού των £200 που έχει καθορίσει κατά την κρίση του ο καθ’ ου η αίτηση για τους πιο κάτω λόγους:
(ι) Τα μετρητά που είχε φέρει από την Αμμόχωστο τον Αύγουστο του 1974 ανήρχοντο σε £1300 σύμφωνα με την δήλωση του αιτητή στην παράγραφο 10(β) της Κατάστασης Κεφαλαίου (Παράρτημα Γ).
(ιι) Ο αιτητής και η σύζυγός του είχαν αγοράσει το 1976 δύο διαμερίσματα για £8500 και μέχρι το τέλος του 1977 είχαν πληρώσει μόνο £4425 όπως εμφαίνεται σε επιστολή του αιτητή με ημερομηνία 10/8/78 (Παράρτημα Ν). Αν είχαν περισσότερες αποταμιεύσεις θα τις χρησιμοποιούσαν για πληρωμή έναντι της οφειλής τους ή θα τις είχαν κατατεθειμένες σε τραπεζικό λογαριασμό, για την ύπαρξη του οποίου δεν έχει υποβληθεί οποιαδήποτε μαρτυρία.
(ε) Ο αιτητής δεν μπορούσε να είχε εξοπλισμό Γραφείου κατά την 1/1/78 αφού το Γραφείο του το είχε λειτουργήσει μετά την 1/3/78 ημερομηνία που έπαυσε να είναι δημόσιος υπάλληλος, σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν στη διάθεση του καθ’ ου η αίτηση.
(στ) Ο καθορισμός των εξόδων συντηρήσεως του ιδίου και της οικογένειας του αιτητή (τρία τέκνα) σε £11000 ήταν λογικός και δίκαιος, λαμβάνοντας υπόψη τη δήλωση του αιτητή στο Παράρτημα Γ ότι ανήρχετο σε £10700.
(ζ) Ο καθορισμός ποσού από £2000 ως δαπάνη για τη συντήρηση και σπουδές στο εξωτερικό του γιού του αιτητή για τα έτη 1979 ως 1982 είναι λογικός και δίκαιος, αφού λήφθηκε υπόψη ότι ο φοιτητής σπούδαζε με υποτροφία.
Το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει τα έξοδα ένδυσης και υπόδησης, αεροπορικά εισητήρια προς και από την Πράγα και άλλα έξοδα για την συντήρηση του τόσο στην Κύπρο κατά τις διακοπές όσο και συμπληρωματικά έξοδα στο εξωτερικό. Αν ληφθεί υπόψη ότι έχει παραχωρηθεί έκπτωση από £1000 μόνο για το έτος 1982 τότε το υπόλοιπο ποσό από £1000 για τα έτη 1979-1981 είναι μάλλον πολύ χαμηλό.
(η) Η κεφαλαιουχική ζημιά από την πώληση του ιδιωτικού αυ[*711]τοκινήτου JP 969, όπως έχει δηλωθεί από τον ίδιο τον αιτητή, έχει ορθά προστεθεί στον προσδιορισμό του φορογητέου εισοδήματος του αιτητή για το λόγο ότι αντιπροσωπεύει απώλεια κεφαλαίου.
(θ) Ο καθ’ ου η αίτηση είχε νόμιμα εξασκήσει την διακριτική εξουσία που του παρέχει το Άρθρο 51 των Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978-79, σύμφωνα με το οποίο έχει δικαίωμα να μην εγκρίνει την παραχώρηση έκπτωσης για ετήσια φθορά σε στοιχεία ενεργητικού, σε περίπτωση που δεν υποβάλλονται εξελεγμένοι λογαριασμοί προς εξακρίβωση του ορθού ποσού εισοδήματος για κάθε έτος.
Είναι η θέση του αιτητή ότι οι επίδικες φορολογίες είναι υπερβολικές γιατί ο καθ’ ου η αίτηση δεν έλαβε υπόψη τις αποταμιεύσεις που είχε ο αιτητής την 1 Ιανουαρίου, 1978 αλλά μόνο αυτές που είχε κατά την 31 Δεκεμβρίου, 1982.
Ο επόμενος ισχυρισμός του αιτητή είναι ότι ο υπολογισμός του καθ’ ου η αίτηση σχετικά με τα μετρητά του ότι δηλαδή αυτά ήταν κατά την 1 Ιανουαρίου, 1978 £200 και £664 την 31 Δεκεμβρίου, 1982, είναι αυθαίρετος και λανθασμένος, αναιτιολόγητος και αβάσιμος, ειδικά ενόψει του ότι ο αιτητής ουδεμία σχετική δήλωση έχει κάμει εκτός του ποσού των £100 που δήλωσε ως τα μετρητά του στην σχετική φόρμα που είχε συμπληρώσει.
Ένας άλλος ισχυρισμός του αιτητή είναι ότι ο καθ’ ου η αίτηση υπολόγισε τα έξοδα συντήρησης της οικογένειάς του σε £11.000 αντί σε £8.300 όπως είχε δηλώσει ο ίδιος. Ο καθορισμός των εξόδων συντήρησης όπως ανέφερε ο καθ’ ου η αίτηση έγινε απ’ αυτόν αφού λήφθηκε υπόψη το μέγεθος της οικογένειας του αιτητή (σύζυγος και τρία τέκνα), καθώς και το ποσό των £10,700 που δήλωσε ο ίδιος στην “Κατάσταση Κεφαλαίου”, (Παράρτημα Γ), ως έξοδα συντήρησης, ποσό που, όπως θεώρησε ήταν επόμενο να δηλωθεί πιο χαμηλό από το πραγματικό γιατί θα ήταν προς το συμφέρον του αιτητή.
Επίσης είναι η θέση του αιτητή ότι το ποσό των £2,000 που καθορίστηκε από τον καθ’ ου η αίτηση ως δαπάνη για τη συντήρηση και σπουδές στο εξωτερικό του γιού του για τα έτη 1979 έως 1982 είναι υπερβολικό ποσό για τα έξοδα συντήρησης του γιου του στην Κύπρο κατά τις διακοπές όσο και συμπληρωματικά έξοδα στο εξωτερικό, νοουμένου ότι ο γιός του σπούδαζε στο εξωτερικό με υποτροφία και τα αεροπορικά του εισητήρια από [*712]και προς την Πράγα πληρώνονταν από την Κυβέρνηση.
Τέλος είναι ο ισχυρισμός του ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν έλαβε υπόψη την αξία του εξοπλισμού του γραφείου του κατά την 1 Ιανουαρίου 1978 αλλά μόνο κατά την 31 Δεκεμβρίου 1978 γιατί όπως θεώρησε δεν μπορούσε ο αιτητής να είχε εξοπλισμό γραφείου κατά την 1 Ιανουαρίου, 1978 αφού το γραφείο του λειτούργησε μετά την 1 Μαρτίου, 1978 που έπαυσε να είναι δημόσιος υπάλληλος. Είναι η θέση του καθ’ ου η αίτηση ότι εφόσον ο αιτητής παρέλειψε να προσκομίσει οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη των ισχυρισμών του, η απόφαση του ήταν υπό τις περιστάσεις λογική και εύλογη.
Έχει νομολογηθεί σε αριθμό αποφάσεων ότι η παράλειψη αιτητή να υποβάλει στον Έφορο τις σχετικές πληροφορίες που του ζητούνται και η οποία να περιέχει στοιχεία που είναι μέσα στη δική του αποκλειστική γνώση και θα μπορούσε να εξεταστούν από το φόρο, παίρνει τον κίνδυνο να καθοριστεί το φορολογητέο εισόδημά του από μια έρευνα που δεν μπορεί να είναι η καλύτερη δυνατή. Έτσι κάτω από το άρθρο 13(3) των Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978-1979 σε περίπτωση που ένα πρόσωπο δεν έχει υποβάλει δήλωση του εισοδήματος και ο Έφορος είναι της γνώμης ότι τέτοιο πρόσωπο υπόκειται σε φορολογία, όσο καλύτερα μπορεί να κρίνει ο ‘Εφορος μπορεί να αποφασίσει το αντικείμενο του φόρου και να επιβάλει φορολογία πάνω σε τέτοιο πρόσωπο σύμφωνα με τη φύση και έκταση των εργασιών του. (Βλέπε Trikomitis v. Commissioner of Income Tax (1987) 3 C.L.R. 592, Ζαφείρης Δημήτρης ν. Της Δημοκρατίας (1988) 3(C) C.L.R. 2512.)
Όμως η απόφαση του Εφόρου θα πρέπει να είναι λογική και εύλογη βάσει των γεγονότων που ήδη βρίσκονται ενώπιόν του και να αιτιολογείται. Σχετικό είναι το ακόλουθα απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Lilian Georghiades v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 659 στις σελ. 668-669.
“Provided they confine their action within the ambit of their power, an organ of public administration remains the arbiter of the decision neces sary to give effect to the law; and so long as they make a correct assessment of the factual background and act in accordance with the notions of sound administration, their decision will not be faulted. In the end, the courts must sustain their decision if it was reasonably open to them. The same approach was sanctioned by the House of Lords, with regard to [*713]the powers vested in the courts in England, to review decisions of an administrative nature. In Zamir v. Secretary of State [1980] 1 All E.R. 768, they decided that the administrative decision of an immigration officer could be impugned only on two grounds: (a) Absence οf evidence on which he could reach his decision, and (b) where no reasonable person in the position of the immigration officer could reach the deci sion taken. The approach of the court to the validity of a taxing decision is no different from its approach in respect of any other adminisrative decision liable to review under Article l46.”
Στην προκειμένη περίπτωση θεωρώ ότι το γεγονός ότι ο αιτητής παρέλειψε να υποβάλει στον Έφορο τις σχετικές πληροφορίες που του ζητήθηκαν, αυτό από μόνο του δεν καθιστά αυτόματα την απόφαση του Εφόρου εύλογη και επιτρεπτή ούτε της δίδει την απαραίτητη αιτιολογία.
Ειδικά, αναφορικά με τον καθορισμό των μετρητών του αιτητή θεωρώ ότι κατά πρώτον ο ισχυρισμός του καθ’ ου η αίτηση ότι εάν ο αιτητής είχε το ποσό που δήλωσε θα το είχε κατατεθημένο σε τράπεζα ή θα είχε αποπληρώσει χρέη του, ως αυθαίρετο και ως αιτιολογία ότι δεν ευσταθεί, γιατί η ύπαρξη μετρητών δεν έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση τη μη ύπαρξη χρεών ή την κατάθεσή τους σε τραπεζικό λογαριασμό.
Δεύτερο, όσον αφορά τον ισχυρισμό του καθ’ ου η αίτηση περί παράλειψης του αιτητή να υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη του ποσού των μετρητών όπως αυτός δήλωσε, θεωρώ ότι θα ήταν μάλλον αδύνατο για τον αιτητή να συμμορφωθεί λαμβανομένου υπόψη ότι η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου ποσού μετρητών κατά μια συγκεκριμένη ημερομηνία είναι μάλλον δύσκολο να αποδειχτεί σε μεταγενέστερο χρόνο σε βαθμό που να μπορεί κάποιος να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.
Επίσης, όσον αφορά τον καθορισμό των εξόδων συντήρησης της οικογένειας του αιτητή σε £11,000.- αντί του ποσού των £8,300 που δήλωσε ο αιτητής, θα τον θεωρούσα ελλείψει αιτιολογίας σχετικά με το πως κατέληξε ο Έφορος στο ποσό αυτό, ως μάλλον αυθαίρετο.
Άνευ αιτιολογίας θεωρώ επίσης το ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν έλαβε υπόψη την αξία του εξοπλισμού του γραφείου του αιτητή κατά την 1 Ιανουαρίου, 1978, νοουμένου ότι ο εξοπλισμός αυτός είχε αγοραστεί απ’ ό,τι φαίνεται από τις σχετικές αποδείξεις, [*714]πριν την ημερομηνία αυτή και του γεγονότος ότι δεν ήταν παράλογο για τον αιτητή να έχει ετοιμάσει το γραφείο του δύο μήνες πριν την αποχώρησή του από τη Δημόσια Υπηρεσία.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι η απόφαση του καθ’ ου η αίτηση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας και για το λόγο αυτό πρέπει να ακυρωθεί.
Η προσφυγή επομένως επιτυγχάνει σε όση έκταση αναφέρθηκα πιο πάνω αλλά υπό τις περιστάσεις δεν δίδεται καμιά διαταγή ως προς τα έξοδα.
H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο