Φωτιάδης Φώτος και Άλλοι ν. Θεατρικού Oργανισμού Kύπρου και Άλλων (1990) 3 ΑΑΔ 2079

(1990) 3 ΑΑΔ 2079

[*2079]16 Ιουνίου, 1990

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Yπόθεση Aρ. 83/89)

ΦΩΤΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΘΕΑΤΡΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ’ ου η αίτηση.

 

(Yπόθεση Aρ. 158/89)

NIKOΣ ΠANAΓIΩTOY,

Aιτητής,

ν.

1. YΠOYPΓOY ΠAIΔEIAΣ,

2. ΘEATPIKOY OPΓANIΣMOY KYΠPOY,

Kαθ’ ων η αίτηση.

 

ΦΩTOΣ ΦΩTIAΔHΣ,

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 160/89)

XPIΣTOΣ ΣIOΠAXA,

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 171/89)

ν.

1. ΘEATPIKOY OPΓANIΣMOY KYΠPOY,

2. KYΠPIAKHΣ ΔHMOKPATIAΣ, MEΣΩ YΠOYPΓOY      ΠAIΔEIAΣ,

Kαθ’ ων η αίτηση.

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 83/89, 158/89, 160/89, 171/89).

 

Διοικητική πράξη — Eκτελεστή — Προπαρασκευαστική πράξη — Στερείται εκτελεστότητας εφόσον ενσωματώνεται στην τελική.

[*2080]Aίτηση Aκυρώσεως — Έννομο συμφέρον —  Yπάλληλοι — Yποθέσεις διορισμού ή προαγωγής — Στερείται εννόμου συμφέροντος όποιος δεν κατέχει απαιτούμενο για διορισμό ή προαγωγή προσόν.

Σχέδια υπηρεσίας — Eρμηνεία και εφαρμογή τους από το διορίζον όργανο — Όρια δικαστικής επεμβάσεως.

Aίτηση Aκυρώσεως — Προθεσμία — Έναρξη — Πλήρης γνώση της πράξεως από τον αιτητή — Yπολογισμός της προθεσμίας με βάση τη γενική διάταξη του Άρθρου 31 του Kεφ. 1.

Oργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Θεατρικός Oργανισμός Kύπρου — Δημόσιος χαρακτήρας — Nομοθετικό πλαίσιο — Άσκηση δημόσιας εξουσίας.

Διοικητικό Όργανο — Συλλογικά όργανα — Λήψη απόφασης — H διάκριση μεταξύ απαρτίας και πλειοψηφίας — Tο ζήτημα των αποχών από την ψηφοφορία.

Oργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Θεατρικός Oργανισμός Kύπρου — Yπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Προσόντα και κριτήρια — H προηγούμενη πείρα — Συμπεράσματα από την Iωνά ν. Δημοκρατίας.

Oργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Θεατρικός Oργανισμός Kύπρου — Yπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Συνεντεύξεις — Πότε αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα.

Oργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Θεατρικός Oργανισμός Kύπρου — Yπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές —Yψηλές ιεραρχικά θέσεις — Eξαιρετικά ευρεία διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου.

Aίτηση Aκυρώσεως — Λόγοι ακυρώσεως — Έκδηλη υπεροχή — Bάρος αποδείξεως — H απόδειξή της απαιτείται από τον αιτητή για να ακυρωθεί διορισμός ή προαγωγή όχι από το διορίζον όργανο ή το ενδιαφερόμενο μέρος για να θεμελιωθεί η επιλογή του — Γενικά, τα όρια επέμβασης του Δικαστηρίου επί διορισμού ή προαγωγής.

Oι αιτητές προσέβαλαν το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους ως Διευθυντή του Θ.O.K.

Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

1.  Tο θέμα της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πρά[*2081]ξης είναι ένα από τα θέματα που το δικαστήριο εξετάζει και αυτεπάγγελτα. Στην προκείμενη περίπτωση η απόφαση την οποία προσβάλλει ο αιτητής στην προσφυγή αρ. 83/89 είναι ενδιάμεση πράξη, μέρος μιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας, η οποία διατηρούσε τον εκτελεστό της χαρακτήρα και ήταν προσβλητή μέχρι τη στιγμή που η σύνθετη διοικητική ενέργεια περατώθηκε. Mε την τελική πράξη επιλογής όμως, αυτή έχασε τον εκτελεστό της χαρακτήρα και ενσωματώθηκε στην τελική πράξη η οποία είναι και η μόνη εκτελεστή και την οποία ο αιτητής προσβάλλει με την προσφυγή 160/89.

2.  Έχει επανειλημμένα νομολογηθεί ότι σε υποθέσεις διορισμού και προαγωγής, πρόσωπο το οποίο δεν κατέχει τα προσόντα που προνοούνται στο Σχέδιο Yπηρεσίας, δεν έχει έννομο συμφέρον με το νόημα της παρ. 2 του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Mε άλλα λόγια, ένα πρόσωπο για να έχει έννομο συμφέρον, μια προϋπόθεση απαραίτητη για να προσβάλει το διορισμό ή την προαγωγή κάποιου σε μια θέση, πρέπει να κατέχει τα προσόντα για κατάληψη της θέσης.

     H ερμηνεία και εφαρμογή του Σχεδίου Yπηρεσίας ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου. Tο έργο του Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας και της τήρησης από τη Διοίκηση των ακραίων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας. Σαν συνέπεια των όσων ειπώθηκαν πιο πάνω, η προσφυγή του αιτητή απορρίπτεται για το λόγο ότι ήταν εύλογα επιτρεπτό για τον καθ’ ου η αίτηση Oργανισμό να θεωρήσει ότι ο αιτητής δεν κάλυπτε το απαιτούμενο από το Σχέδιο Yπηρεσίας της θέσης προσόν του πανεπιστημιακού τίτλου για το λόγο ότι ήταν απόφοιτος Aνώτερης και όχι Aνώτατης Σχολής. Ως εκ τούτου, ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση.

3.  Eίναι νομολογημένο πως η γνώση της πράξης πρέπει να είναι πλήρης και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου. H γραμματική ερμηνεία του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος οδηγεί στο συμπέρασμα πως όταν δημοσιευτεί μια πράξη ή όταν υπάρχει πλήρης γνώση της πράξης στις περιπτώσεις που δεν απαιτείται από το νόμο δημοσίευση, τότε αρχίζει να τρέχει ο χρόνος της προθεσμίας. Για τον υπολογισμό αυτής της χρονικής περίοδου των 75 ημερών, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η παράγραφος (α) του Άρθρου 31 του Interpretation Law (Kεφ. 1).

     Ως εκ τούτου, εάν εξαιρεθεί από τον υπολογισμό του χρόνου η 23η Δεκεμβρίου, 1988, η ημέρα δηλαδή κατά την οποία ο αιτητής έλαβε γνώση της επίδικης απόφασης, η χρονική περίοδος μέχρι την 8η Mαρτίου, 1989, που είναι η ημερομηνία καταχώρισης της προσφυ[*2082]γής, είναι ακριβώς 75 μέρες. O αιτητής καταχώρισε την προσφυγή του εμπρόθεσμα την τελευταία μέρα αυτής της χρονικής περιόδου.

4.  O Θεατρικός Oργανισμός Kύπρου ιδρύθηκε δια νόμου και ο ίδιος ο νομοθέτης απένειμε ρητά σ’ αυτόν το χαρακτηρισμό του νομικού προσώπου με το Nόμο 71/70, Άρθρο 3.

     Eπίσης, ο Yπουργός ασκεί, σύμφωνα με το Άρθρο 7 του N. 71/70, εποπτεία επί του Oργανισμού και το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υπόλογο σ’ αυτό. O Yπουργός Oικονομικών καθορίζει τον τρόπο που καταρτίζεται ο προϋπολογισμός τους, άρα φανερή η εξάρτησή του από το κράτος. Eπιπροσθέτως, διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο, έχει Πρόεδρο και Διευθυντή. Πρόκειται φανερά για ανάθεση άσκησης δημόσιας εξουσίας από το ίδιο το κράτος, στη συγκεκριμένη περίπτωση παροχή ορισμένων υπηρεσιών πολιτιστικής φύσης, μόνιμα και συστηματικά.

     Tο Διοικητικό Συμβούλιο του Oργανισμού προτού προσφέρει διορισμό στο ενδιαφερόμενο μέρος ζήτησε πρώτα νομική συμβουλή τόσο από το Γράφειο του Γενικού Eισαγγελέα, όσο και από το δικηγόρο του Θεατρικού Oργανισμού Kύπρου. Kαι οι δύο γνωματεύσεις συμπίπτουν και συμφωνούν ότι ο νομοθέτης με τη λέξη “πλειοψηφία” εννοεί την πλειονότητα ψήφων και όχι απλώς την πλειονότητα των παρόντων μελών και ότι οι αποχές δεν λογαριάζονται ούτε ως θετικές ούτε ως αρνητικές ψήφοι· άρα, νόμιμη η πλειοψηφία με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος επιλέγηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο για τη θέση.

     H γνωμοδότηση έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα, άρα μη δεσμευτικό. Tο αποφασίζον όργανο δεν οφείλει να συμμορφωθεί προς αυτήν, εντούτοις, η τυχόν ασυμφωνία της επιχειρούμενης πράξης προς τη γνωμοδότηση δημιουργεί υποχρέωση για αιτιολογία.

     Tο Διοικητικό Συμβούλιο του Θ.O.K. ακολουθώντας τις γνωματεύσεις που του δόθηκαν, ενήργησε ορθά και νόμιμα, μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας και σύμφωνα με τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

     O ισχυρισμός ως προς την πλειοψηφία με την οποία εγκρίθηκε ο διορισμός του ενδιαφερομένου μέρους, απορρίπτεται.

6.  Tο ενδιαφερόμενο μέρος διετέλεσε Διευθυντής δύο εταιρειών από το 1972 έως το 1984 και ακολούθως υπεύθυνος τμήματος άλλης εταιρείας από το 1984-87. Στην υπόθεση Iωνά ν. Δημοκρατίας [*2083](1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1775 τονίστηκε το καθήκον το οποίο έχει το διορίζον όργανο στην προσπάθειά του να επιλέγει τον καταλληλότερο υποψήφιο για μια θέση, να λαμβάνει υπόψη όλα εκείνα τα στοιχεία και όλο το υλικό που θα μπορούσε να βοηθήσει στη διαμόρφωση ορθής κρίσης. Tο Διοικητικό Συμβούλιο του Θ.O.K. έλαβε υπόψη του την υπηρεσία του ενδιαφερομένου μέρους στις ιδιωτικές αυτές Eταιρείες υπό τις προαναφερθείσες ιδιότητές του και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά προς το σημείο τούτο ήταν εύλογα επιτρεπτό.

7.  Eίναι νομολογημένο πως όταν απαιτείται από τα Σχέδια Yπηρεσίας “διοικητική, οργανωτική υπευθυνότητα” τότε δίνεται ιδιαίτερη σημασία στις συνεντεύξεις. Eπίσης η συνέντευξη αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν πρόκειται για θέσεις πρώτου διορισμού όπου το υλικό που έχει ενώπιόν της η Eπιτροπή είναι περιορισμένο.

8.  Eίναι καθήκον του διορίζοντος οργάνου να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο για μια θέση και σε περιπτώσεις όπου πρόκειται για θέσεις που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία, όπως στην υπό εξέταση περίπτωση, η διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου είναι εξαιρετικά ευρεία.

     Tο διορίζον όργανο κατά την επιλογή ενός υποψηφίου με βάση τη σύγκριση με άλλους υποψηφίους, δεν είναι απαραίτητο να καταδείξει ότι ο επιλεγείς ήταν έκδηλα υπέρτερος των υπολοίπων υποψηφίων. Aντίθετα, το βάρος αποδείξεως για έκδηλη υπεροχή έχουν αυτοί που προσβάλλουν ένα διορισμό γιατί μόνο σε τέτοια περίπτωση μπορεί να στοιχειοθετηθεί υπέρβαση των ορίων της διακριτικής ευχέρειας ή εξουσίας από μέρους του διορίζοντος οργάνου.

     Eπίσης είναι πάγια νομολογία πως το δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση για την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου με την κρίση του αρμόδιου οργάνου, όταν η κρίση του οργάνου είναι εύλογα επιτρεπτή.

     Στην υπό εξέταση υπόθεση οι αιτητές οι οποίοι έχουν το βάρος αποδείξεως, άν και προσοντούχοι και αξιόλογοι υποψήφιοι δεν μπόρεσαν να καταδείξουν έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερομένου μέρους.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Prezas and Another v. Republic (1986) 3(C) C.L.R. 2525,

[*2084]Papanicolaou v. Republic (No. 1) (1968) 3 C.L.R. 225,

Economides and Other v. Republic (1978) 3 C.L.R. 230,

Philippou v. Republic, 4 R.S.C.C. 139,

Neophytou v. Republic (1964) C.L.R. 280,

Constantinou and Another v. Republic (1966) 3 C.L.R. 174,

Santos and Others v. Republic (1969) 3 C.L.R. 28,

Constantinidou v. Republic (1974) 3 C.L.R. 416,

Paraskevopoulou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 647,

Meletis and Others v. Cyprus Ports Authority and Another (1986) 3(A) C.L.R. 418,

Kyriacou v. Republic (1975) 3 C.L.R. 37,

Skarparis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 106,

Hλιάδης και Άλλος v. Δημοκρατίας (1989) 3(B) A.A.Δ. 479,

Aspri v. Republic (1979) 3 C.L.R. 490,

Tsiaou, as Treasurer of the Committee of the Irrigation Division “Katzilos” of Peristerona v. Republic (1983) 3(B) C.L.R. 1068,

Xατζηιωάννου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1645,

Tυλληρίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Δ) A.A.Δ. 2373,

Holy See of Kitium v. Municipal Council of Limassol, 1 R.S.C.C. 15,

Mikrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125,

Marcoullides v. Republic, 4 R.S.C.C. 7,

Hadjisavva and Another v. Republic (1967) 3 C.L.R. 155,

K.M.C. Motors Ltd. v. Republic (1985) 3(B) C.L.R. 1235,

[*2085]Aιμίλιος Έλληνας & Σία ν. Δημοκρατίας (1990) 3 A.A.Δ. 181,

Tourpeki v. Republic (1973) 3 C.L.R. 592,

Iωνά και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1775,

Duncan ν. Republic (1977) 3 C.L.R. 153,

Panayiotou  and Another ν. Republic (1968) 3 C.L.R. 639,

Christodoulou and Another v. Cyprus Telecommunications Authority (1978) 3 C.L.R. 61,

Stylianou and Another ν. Public Service Commission (1980) 3 C.L.R. 11,

Christoudias v. Republic (1984) 3(A) C.L.R. 657,

Andronicou and Others ν. Republic (1987) 3(B) C.L.R. 1237,

Public Service Commission v. Potoudes and Others (1987) 3(C) C.L.R. 1591,

Frangos v. Republic (1970) 3 C.L.R. 312,

Simillis v. Republic (1986) 3(A) C.L.R. 608,

Demetriades v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1034,

Georghiades and Another v. Republic (1970) 3 C.L.R. 257,

Paschalis ν. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 1897,

Christou and Others v. Public Service Commission, 4 R.S.C.C. 1,

Piperi and Others v. Republic (1984) 3(B) C.L.R. 1306,

Petrides v. Republic (1984) 3(A) C.L.R. 341,

Eliades v. Republic (1985) 3(C) C.L.R. 1904.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης του Θεατρικού Oργανισμού Kύπρου με την οποία διορίστηκε στη θέση Διευθυντή του Θεατρι[*2086]κού Oργανισμού Kύπρου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντί των αιτητών.

N. Σάντης για Π. Αγγελίδη, για τον Αιτητή στην υπόθεση 83/89 και 160/89.

Α. Μαρκίδης, για τον Αιτητή στην υπόθεση 158/89.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή στην υπόθεση 171/89.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Καθ’ ου η αίτηση, Θεατρικό Oργανισμό Kύπρου.

Ε. Λοϊζίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Kαθ’ ου η αίτηση Yπουργό Παιδείας.

A. Λεμονάρης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO:  Οι πιο πάνω υποθέσεις συνεκδικάσθησαν με την εισήγηση όλων των διαδίκων και του ενδιαφερόμενου μέρους.

ΠAΠAΔOΠOYΛOΣ, Δ.: Οι αιτητές με τις παρούσες προσφυγές ζητούν δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, με την οποία διορίστηκε στη θέση Διευθυντή του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Άντης Παρτζίλης αντί των αιτητών, και η οποία έτυχε της έγκρισης του Υπουργού Παιδείας, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

Σύμφωνα με το Άρθρο 9(1) του περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Νόμου, Ν. 71/70.

“9.-(1) O Διευθυντής του Oργανισμού διορίζεται υπό του Διοικητικού Συμβουλίου τη εγκρίσει του Yπουργού.”

Σύμφωνα με το εδάφιο 2 του ιδίου άρθρου,

“(2)  Ο Διευθυντής είναι το ανώτατον εκτελεστικόν όργανον του Οργανισμού, προΐσταται της υπηρεσίας αυτού, μεριμνά δια την εκτέλεσιν των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και ασκεί παν έτερον καθήκον ως ήθελε καθορισθή υποκείμενος εις τας εκάστοτε διδομένας προς αυτόν οδηγίας [*2087]του Διοικητικού Συμβουλίου.”

Η επίδικη θέση του Διευθυντή του Θ.Ο.Κ. προκηρύχθηκε μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου στις 7/10/88 με τελευταία προθεσμία υποβολής αιτήσεων την 12η Νοεμβρίου, 1988.  Σύμφωνα με την προκήρυξη (Παράρτημα 1 στην ένσταση), “ο διορισμός στη θέση θα είναι με σύμβαση για περίοδο πέντε ετών, με δυνατότητα παράτασης”.

Για την πλήρωση της θέσης Διευθυντή του Θ.Ο.Κ. υποβλήθηκαν συνολικά 16 αιτήσεις αλλά μόνο 13 υποψήφιοι κρίθηκε ότι κάλυπταν τα υπό του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης απαιτούμενα τυπικά προσόντα και κλήθηκαν για προσωπική συνέντευξη ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου.  Όσον αφορά τον αιτητή στις προσφυγές 160/89 και 83/89, Φώτο Φωτιάδη, η Επιτροπή Προσωπικού στη Συνεδρίασή της, ημερομηνίας 21/11/88 (Παράρτημα 5 στην ένσταση της προσφυγής 160/89), κατά τη μελέτη των αιτήσεων των υποψηφίων από πλευράς τυπικών προσόντων, έκρινε ότι το δίπλωμα Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου Ελλάδας που κατείχε ο αιτητής, δεν είναι Πανεπιστημιακού επιπέδου ή ισοδύναμου επιπέδου όπως απαιτούν τα Σχέδια Υπηρεσίας και ειδοποίησε σχετικά τον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 22/11/88 (Παράρτημα 6 στην ένσταση).

Κατάσταση των 13 υποψηφίων που κάλυπταν τα μίνιμουμ απαιτούμενα τυπικά προσόντα με τα προσόντα και την προϋπηρεσία του καθενός, κατατέθηκε σαν Παράρτημα 2 στην ένσταση.

Τα σχετικά Σχέδια Υπηρεσίας της θέσης, τα οποία καταρτίστηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο και εγκρίθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τον Κανονισμό 6(1) των Περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Κανονισμών του 1974, επισυνάφθηκαν σαν Παράρτημα 3 στην ένσταση.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Θ.Ο.Κ. κατά τη Συνεδρία του αρ. 243, ημερομηνίας 5/12/88, καθόρισε τη διαδικασία που θα ακολουθείτο για τις προσωπικές συνεντεύξεις (Παράρτημα 4) και όλοι οι υποψήφιοι που κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα, μεταξύ αυτών και οι αιτητές Νίκος Παναγιώτου και Χρίστος Σιοπαχάς και το ενδιαφερόμενο μέρος Άντης Παρτζίλης, κλήθηκαν για προσωπική συνέντευξη ενώπιον της ολομέλειας του Διοικητικού Συμβουλίου στις 15/12/88 (Παράρτημα 5).

Η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά τη συνέ[*2088]ντευξη της 15/12/88 έγινε σε Συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 16/12/88 και 18/12/88.  Τα πρακτικά της Συνεδρίας αυτής επισυνάφθηκαν σαν Παράρτημα 6.

Η συγκριτική αξιολόγηση των 10 υποψηφίων, ένας υποψήφιος είχε αποσύρει την αίτησή του και δύο υποψήφιοι δεν προσήλθαν στην προσωπική συνέντευξη, έγινε κατά τη Συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου αρ. 246 στις 19 και 20/12/88 (Παράρτημα 7).  Σύμφωνα με τη διαδικασία που είχε προκαθοριστεί σε προηγούμενη Συνεδρία (Παράρτημα 4 ανωτέρω), ακολουθήθηκε η μέθοδος του αποκλεισμού με τον καταρτισμό μικρότερων καταλόγων (short lists) με τους επικρατέστερους υποψήφιους.  Καταρτίστηκαν συνολικά τέσσερις μικροί κατάλογοι. Ο αιτητής στην προσφυγή 171/89, Χρίστος Σιοπαχάς με έξι ψήφους εναντίον και τρεις ψήφους υπέρ, δεν εγκρίθηκε για ένταξη στον τέταρτο μικρό κατάλογο και έτσι παρέμειναν στον τελικό μικρό κατάλογο επικρατέστερων υποψηφίων, ο αιτητής Νίκος Παναγιώτου και το ενδιαφερόμενο μέρος Άντης Παρτζίλης. Στη συνέχεια ακολούθησε γενική συζήτηση και συγκριτική αξιολόγηση των δύο πιο πάνω επικρατέστερων υποψηφίων και με τέσσερις ψήφους υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους Άντη Παρτζίλη, τρεις ψήφους υπέρ του αιτητή Νίκου Παναγιώτου και δύο αποχές, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε την προσφορά διορισμού στη θέση του Διευθυντή του Θ.Ο.Κ. στο ενδιαφερόμενο μέρος Άντη Παρτζίλη.

Ο Υπουργός Παιδείας με επιστολή του προς τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 21/12/88 (Παράρτημα 8), ενέκρινε το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους Άντη Παρτζίλη στη θέση του Διευθυντή του Θ.Ο.Κ. για περίοδο πέντε χρόνων από 1/1/88 μέχρι 31/12/88.

Οι αιτητές με τις προσφυγές που καταχώρισαν, προσβάλλουν τον πιο πάνω διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση.

Θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω σ’ αυτό το στάδιο τις δύο προσφυγές τις οποίες καταχώρισε ο αιτητής Φώτος Φωτιάδης. Η προσφυγή του με αριθμό 83/89 στρέφεται εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Προσωπικού η οποία λήφθηκε στη Συνεδρία, ημερομηνίας 21/11/88 (βλέπε τεκμήριο 5, σ.4, παράγραφος 13 στη γραπτή αγόρευση του αιτητή) και κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 22/11/88 (τεκμήριο 6) και με την οποία η αίτησή του για τη θέση δεν έγινε δεχτή γιατί θεωρήθηκε πως αυτός δεν κάλυπτε τα υπό του Σχεδίου Υπηρεσίας μίνιμουμ απαιτούμενα τυπικά προσό[*2089]ντα για τη θέση. Ο δικηγόρος του καθ’ ου η αίτηση Οργανισμού ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί, γιατί στρέφεται εναντίον πράξης μη εκτελεστής ή πράξης που ήδη ενσωματώθηκε στην τελική πράξη διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση την οποία ο αιτητής προσβάλλει με νεώτερη προσφυγή του. Το θέμα της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης είναι ένα από τα θέματα που το δικαστήριο εξετάζει και αυτεπάγγελτα. Στην προκείμενη περίπτωση η απόφαση την οποία προσβάλλει ο αιτητής είναι ενδιάμεση πράξη, μέρος μιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας, η οποία διατηρούσε τον εκτελεστό της χαρακτήρα και ήταν προσβλητή μέχρι τη στιγμή που η σύνθετη διοικητική ενέργεια περατώθηκε. Με τη τελική πράξη επιλογής όμως, αυτή έχασε τον εκτελεστό της χαρακτήρα και ενσωματώθηκε στη τελική πράξη η οποία είναι και η μόνη εκτελεστή και την οποία ο αιτητής προσβάλλει με την προσφυγή 160/89. (Βλέπε Τσάτσος, “Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας”, 3η έκδοση, σ. 152 και 153, Ioannis Prezas and Another ν. Republic (1986) 3 C.L.R. 2525 στις σ. 2527-2528, Papanicolaou ν. Republic (No. 1) (1968) 3 C.L.R. 225, 232, Economides and Other v. Republic (1978) 3 C.L.R. 230, 235.) H προσφυγή αυτή για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω απορρίπτεται.

Ο κ. Φ. Φωτιάδης, με μεταγενέστερη προσφυγή που καταχώρισε, την 160/89, προσβάλλει το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση. Ο αιτητής αποκλείστηκε επειδή δεν κατείχε προσόν το οποίο προβλέπεται από τα Σχέδια Υπηρεσίας της θέσης. Ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους και ο δικηγόρος του καθ’ ου η αίτηση Υπουργού Παιδείας, εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρο να προσβάλει την επίδικη απόφαση. Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης (Παράρτημα 2 στην ένσταση του καθ’ ου η αίτηση Υπουργού Παιδείας) για τη θέση Διευθυντή του Θ.Ο.Κ., απαιτείται: “(α) Πτυχίο ή τίτλος Πανεπιστημίου ή ισοδυνάμου Ανωτάτης Σχολής εις κλάδον των Κοινωνικών Επιστημών ή των Καλών Τεχνών ή της Διοικήσεως”. Ο αιτητής υπόβαλε εμπρόθεσμα την αίτησή του για τη θέση του Διευθυντή. Τα τυπικά προσόντα του, σύμφωνα με τα στοιχεία της αίτησης του (Παράρτημα 3), είναι τα ακόλουθα: (α) Παγκύπριο Γυμνάσιο (Κλασσικό Τμήμα), (β) Δίπλωμα Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου Ελλάδας (τριετής φοίτηση), (γ) Σπουδές στη Βρετανία στη σκηνοθεσία θεάτρου (attachments σε διάφορα θέατρα).

Η Διευρυμένη Επιτροπή προσωπικού του Οργανισμού, η οποία συνήλθε σε Συνεδρίαση στις 21/11/88 (Παράρτημα 5), με [*2090]σκοπό να μελετήσει τις αιτήσεις των υποψηφίων για τη θέση Διευθυντή του Θ.Ο.Κ. από πλευράς τυπικών προσόντων, αποφάσισε τα εξής για την αίτηση του αιτητή Φώτου Φωτιάδη:

“13.   ΦΩΤΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ (Ηθοποιός-Σκηνοθέτης-Λειτουργός Προγραμμάτων Α, ΡΙΚ)

Θεωρείται ότι δεν καλύπτει τα υπό του Σχεδίου Υπηρεσίας μίνιμουμ απαιτούμενα τυπικά προσόντα για τη θέση, γιατί το Δίπλωμα Δραματικής Σχολής Εθνικού Θεάτρου που κατέχει δεν είναι Πανεπιστημιακού Επιπέδου ή Ισοδύναμο Ανώτατης Σχολής.  Το ίδιο ισχύει και για τις σπουδές του στη Βρετανία στη σκηνοθεσία θεάτρου (ATTACHMENTS σε διάφορα θέατρα), 1973-75.”

Ο Οργανισμός με επιστολή του προς τον αιτητή, ημερομηνίας 14/12/88 (Παράρτημα 7), πληροφόρησε τον αιτητή ως ακολούθως:

“Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτησή σας για διορισμό στη θέση Διευθυντού του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου και να σας πληροφορήσω ότι η αίτησή σας δεν γίνεται δεκτή, γιατί δεν καλύπτετε τα υπό του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης μίνιμουμ απαιτούμενα τυπικά προσόντα.”

Ο αιτητής είναι κάτοχος διπλώματος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου Ελλάδας. Για το θέμα της ισοτιμίας του πιο πάνω διπλώματος με πανεπιστημιακό τίτλο, η Διεύθυνση Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας απέστειλε προς το Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου επιστολή ημερομηνίας 14/12/88 (Παράρτημα 7) με το εξής περιεχόμενο:

Θέμα: Ισοτιμία Διπλωμάτων

Έχω οδηγίες να αναφερθώ σε επιστολή σας με Αρ. Φακ. 19/71/Δ και ημερομηνία 23 Νοεμβρίου, 1988 και να σας πληροφορήσω ότι η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπως και όλες οι Σχολές Θεάτρου στην Ελλάδα, είναι Ανώτερη και όχι Ανώτατη Σχολή.”

Έχει επανειλημμένα νομολογηθεί ότι σε υποθέσεις διορισμού και προαγωγής, πρόσωπο το οποίο δεν κατέχει τα προσόντα που προνοούνται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, δεν έχει έννομο συμφέρον με το νόημα της παρ. 2 του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Με άλλα λόγια ένα πρόσωπο για να έχει έννομο συμφέρον, μια προϋπόθε[*2091]ση απαραίτητη για να προσβάλει το διορισμό ή την προαγωγή κάποιου σε μια θέση, πρέπει να κατέχει τα προσόντα για κατάληψη της θέσης. (Βλέπε Anastasios Philippou ν. The Republic (Public Service Commission) 4 R.S.C.C. 139, 140, 141, Costas Neophytou ν. The Republic of Cyprus through The Public Service Commission (an Independent Body) 1964 C.L.R. 280, Sophocles Constantinou and Another ν. The Republic of Cyprus through The Public Service Commission (1966) 3 C.L.R. 174, Michael Santos and Others v. Republic (Public Service Commission) (1969) 3 C.L.R.. 28, 33, Mary Constantinidou v. Republic (Public Service Commission) (1974) 3 C.L.R. 416, 418, Paraskevopoulou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 647, Meletis and Others v. C.P.A. and Another (1986) 3 C.L.R. 418.)

Η ερμηνεία και εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου.  Το έργο του Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας και της τήρησης από τη Διοίκηση των ακραίων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας. (Βλέπε Kyriacou v. Republic (1975) 3 C.L.R. 37, Skarparis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 106, Ηλιάδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3(B) A.A.Δ. 479).  Σαν συνέπεια των όσων ειπώθηκαν πιο πάνω, η προσφυγή του αιτητή Φώτου Φωτιάδη απορρίπτεται για το λόγο ότι ήταν εύλογα επιτρεπτό για τον καθ’ ου η αίτηση Οργανισμό να θεωρήσει ότι ο αιτητής δεν κάλυπτε το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόν του πανεπιστημιακού τίτλου για το λόγο ότι ήταν απόφοιτος Ανώτερης και όχι Ανώτατης Σχολής. Ως εκ τούτου, ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση.  Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Όσον αφορά την προσφυγή 171/89, του αιτητή Χρίστου Σιοπαχά, οι καθ’ ων η αίτηση ήγειραν προδικαστική ένσταση και ισχυρίστηκαν πως η προσφυγή του δεν πρέπει να γίνει δεχτή γιατί καταχωρίστηκε εκπρόθεσμα, μετά τη λήξη των 75 ημερών που προνοεί το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος.  Η παράγραφος 3 του Άρθρου 146 του Συντάγματος προνοεί τα ακόλουθα:

“3. Η προσφυγή ασκείται εντός εβδομήκοντα πέντε ημερών από της ημέρας της δημοσιεύσεως της αποφάσεως ή της πράξεως ή εν περιπτώσει μη δημοσιεύσεως ή εν περιπτώσει παραλείψεως, από της ημέρας καθ’ην η πράξις ή παράλειψις περιήλθεν εις γνώσιν του προσφεύγοντος.”

Είναι νομολογημένο πως η γνώση της πράξης πρέπει να είναι [*2092]πλήρης και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου.  (Βλέπε Aspri v. Republic (1979) 3 C.L.R. 490, Tsiaou, as Treasurer of the Irrigation Division “Katzilos” of Peristerona v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1068, Χ” Ιωάννου Zωτιάδου Λουκία και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) A.A.Δ 1645, Αντώνιος Τυλληρίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Δ) A.A.Δ. 2373. Επίσης βλέπε Κυριακόπουλος, “Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο”, 4η έκδοση, Τόμος 3, σ. 131).

Η γραμματική ερμηνεία του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος οδηγεί στο συμπέρασμα πως όταν δημοσιευτεί μια πράξη ή όταν υπάρχει πλήρης γνώση της πράξης στις περιπτώσεις που δεν απαιτείται από το νόμο δημοσίευση, τότε αρχίζει να τρέχει ο χρόνος της προθεσμίας. Για τον υπολογισμό αυτής της χρονικής περιόδου των 75 ημερών, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η παράγραφος

(α) του άρθρου 31 του Interpretation Law (Κεφ. 1), η οποία προνοεί τα ακόλουθα:

“31.  In computing time for the purposes of any Law or public instrument unless the contrary intention appears -

(a)   a period of days from the happening of any event or the doing of any act or thing shall be deemed to be exclusive of the day in which the event happens or the act or thing is done;”

Ως εκ τούτου, εάν εξαιρεθεί από τον υπολογισμό του χρόνου η 23η Δεκεμβρίου, 1988, η ημέρα δηλαδή κατά την οποία ο αιτητής έλαβε γνώση της επίδικης απόφασης, η χρονική περίοδος μέχρι την 8η Μαρτίου, 1989, που είναι η ημερομηνία καταχώρισης της προσφυγής, είναι ακριβώς 75 μέρες.  Ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή του εμπρόθεσμα την τελευταία μέρα αυτής της χρονικής περιόδου.  (Βλέπε, μεταξύ άλλων Holy See of Kitium v. Municipal Council of Limassol, 1 R.S.C.C. 15, Mikrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125, Marcoullides v. Republic, 4 R.S.C.C. 7 και HjiSavva v. Republic (1967) 3 C.L.R. 155.)

Ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους εγείρει στις προσφυγές 171/89 και 158/89 την προδικαστική ένσταση ότι ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου δεν είναι όργανο, αρχή ή πρόσωπο ασκούν εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία και ως εκ τούτου, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να ελέγχει τις αποφάσεις του.

Ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου ιδρύθηκε δια νόμου και ο ίδιος ο νομοθέτης απένειμε ρητά σ’ αυτόν το χαρακτηρισμό του [*2093]νομικού προσώπου με το Νόμο 71/70, άρθρο 3, το οποίο ορίζει ότι:

“3.  Ιδρύεται οργανισμός υπό την επωνυμίαν “Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου”, όστις αποτελεί νομικόν πρόσωπον κεκτημένον απάσας τας ιδιότητας νομικού προσώπου και διέπεται υπό του παρόντος Νόμου.”

Επίσης, ο Υπουργός ασκεί, σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν. 71/70, εποπτεία επί του Οργανισμού και το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υπόλογο σ’ αυτόν. Ο Υπουργός Οικονομικών καθορίζει τον τρόπο που καταρτίζεται ο προϋπολογισμός του, άρα φανερή η εξάρτησή του από το κράτος.  Επιπροσθέτως, διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο, έχει Πρόεδρο και Διευθυντή.  Πρόκειται φανερά για ανάθεση άσκησης δημόσιας εξουσίας από το ίδιο το κράτος, στη συγκεκριμένη περίπτωση παροχής ορισμένων υπηρεσιών πολιτιστικής φύσης, μόνιμα και συστηματικά. Στο σύγγραμα Δαγτόγλου, “Γενικό Διοικητικό Δίκαιο”, Τόμος Α, στη σελίδα 280 αναφέρονται σχετικά παραδείγματα τα οποία παραθέτω:

“Η ποικιλία της δεύτερης κατηγορίας δημοσίων ιδρυμάτων είναι μεγάλη. Σ’ αυτήν ανήκουν όλοι οι φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως (όπως προπάντων το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων) ή της ανωτάτης εκπαιδεύσεως (τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα που φέρουν όμως και ορισμένα “σωματειακά” στοιχεία) ή της δημοσίας περιθάλψεως (κρατικά, δημοτικά ή κοινοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα, γηροκομεία κ.λπ.) ή πολιτιστικής δραστηριότητας (κρατικά θέατρα ή μουσεία, ο Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων κ.λπ.) ή παροχής άλλων, οικονομικής εν γένει φύσεως υπηρεσιών (π.χ. ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς ή το Χρηματιστήριο Αθηνών).”

Επομένως, εκ των όσων αναφέρθηκαν πιο πάνω, η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.

Το πρώτο επιχείρημα το οποίο εγείρεται τόσο από το δικηγόρο του αιτητή στην προσφυγή 171/88 όσο και από το δικηγόρο του αιτητή στην προσφυγή 158/89, αφορά την πλειοψηφία με την οποία εγκρίθηκε ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους. Ο ισχυρισμός τους βασίζεται στις πρόνοιες του άρθρου 4 του περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Νόμου, Ν. 71/70, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 2(γ) του Νόμου 36/72 και το οποίο ορίζει ότι, “απαρτίαν κατά την συνεδρίασιν αποτελούσιν ο Πρόεδρος και τέσσερα επί πλέον μέλη και αποφασίζει η πλειοψηφία των παρόντων μελών. Εν περιπτώσει ισοψηφίας ο Πρόεδρος κέκτη[*2094]ται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.” Σύμφωνα με τους δικηγόρους των αιτητών επειδή στην παρούσα περίπτωση τα παρόντα μέλη ήταν εννέα, ασχέτως εάν τα δύο μέλη κα Νίκη Κατσαούνη και ο κ. Άντης Ιωαννίδης, απείχαν από την τελική ψηφοφορία, η απαραίτητη πλειοψηφία για να ήταν έγκυρη η απόφαση απαιτούσε τουλάχιστον πέντε ψήφους υπέρ. Στην προκείμενη όμως περίπτωση οι θετικές ψήφοι ήταν μόνο τέσσερις άρα η επίδικη απόφαση ήταν νομικά άκυρη, γιατί το ενδιαφερόμενο μέρος δεν εξασφάλισε την υπό του Ν. 71/70 απαιτούμενη πλειοφηφία.

Ο δικηγόρος του καθ’ ου η αίτηση Οργανισμού αντικρούει τον ισχυρισμό αυτό και διαχωρίζει την έννοια της απαρτίας, όπως αυτή ορίζεται στο Νόμο 71/70, όπως τροποποιήθηκε, από την έννοια της πλειοψηφίας, υποστηρίζοντας ότι “απαρτία” είναι ο ελάχιστος αριθμός παρόντων μελών που είναι απαραίτητος από το Νόμο για να ληφθεί μια νόμιμη απόφαση η οποία στην προκείμενη περίπτωση είναι ο αριθμός 5. Το θέμα της απαραίτητης πλειοψηφίας, σύμφωνα με το δικηγόρο του καθ’ ου η αίτηση Οργανισμού, δίδεται πάλι από το ίδιο το άρθρο του πιο πάνω Νόμου, το οποίο ορίζει ότι, “αποφασίζει η πλειοψηφία των παρόντων μελών.” Στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνεχίζει, άνκαι ήταν παρόντα και τα εννέα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, εντούτοις τα ψηφίζοντα μέλη ήταν επτά, άρα η πλειοψηφία των επτά μελών που ψήφισαν, ήταν τα τέσσερα μέλη που ψήφισαν υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου, άρα έγκυρη κατά Νόμο η επίδικη απόφαση.

Θα πρέπει να αναφερθεί στο σημείο τούτο πως το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού προτού προσφέρει διορισμό στο ενδιαφερόμενο μέρος ζήτησε πρώτα νομική συμβουλή τόσο από το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, όσο και από το δικηγόρο του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου.  Και οι δύο γνωματεύσεις συμπίπτουν και συμφωνούν ότι ο νομοθέτης με τη λέξη “πλειοψηφία” εννοεί την πλειονότητα ψήφων και όχι απλώς την πλειονότητα των παρόντων μελών και ότι οι αποχές δε λογαριάζονται ούτε ως θετικές ούτε ως αρνητικές ψήφοι· άρα, νόμιμη η πλειοψηφία με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος επιλέγηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο για τη θέση.

Η γνωμοδότηση έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα, άρα μη δεσμευτικό. Το αποφασίζον όργανο δεν οφείλει να συμμορφωθεί προς αυτήν, εντούτοις, η τυχόν ασυμφωνία της επιχειρούμενης πράξης προς τη γνωμοδότηση δημιουργεί υποχρέωση για αιτιολογία. (Βλέπε μεταξύ άλλων, Δαγτόγλου, “Γενικό Διοικητικό Δίκαιο” Α (1977) σ. 143, Στασινόπουλου, “Μαθήματα Διοικητικού [*2095]Δικαίου”, σ. 242, K.M.C. Motors Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1235, σ. 1256, Αιμίλιος Έλληνας & Σία ν. Δημοκρατίας, (1990) 3 A.A.Δ. 181).

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Θ.Ο.Κ. ακολουθώντας τις γνωματεύσεις που του δόθηκαν, ενήργησε ορθά και νόμιμα, μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας και σύμφωνα με τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Ο ισχυρισμός ως προς την πλειοψηφία με την οποία εγκρίθηκε ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους, απορρίπτεται.

Οι άλλοι βασικοί νομικοί λόγοι που επικαλούνται οι αιτητές στις γραπτές τους αγορεύσεις για να υποστηρίξουν την απόρριψη της επίδικης απόφασης, μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:

α) Έκδηλη υπεροχή των αιτητών έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.

β) Έλλειψη ειδικής αιτιολογίας γιατί προτιμήθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο δεν κατέχει το απαιτούμενο από τα Σχέδια Υπηρεσίας πρόσθετο προσόν και παραγνωρίστηκαν οι αιτητές οι οποίοι το κατείχαν.

γ)  Κακή άσκηση της διακριτικής εξουσίας του διορίζοντος οργάνου το οποίο απέτυχε να επιλέξει τον καταλληλότερο για τη θέση υποψήφιο.

δ) Όσον αφορά τον αιτητή Χρίστο Σιοπαχά, έλλειψη ειδικής αιτιολογίας της ενδιάμεσης απόφασης του Συμβουλίου να αποκλειστεί ο αιτητής από τον Δ’ μικρό κατάλογο, έτσι ώστε να είναι αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος της απόφασης αυτής.

Οι δικηγόροι των δύο αιτητών βασίζουν τον πρώτο τους ισχυρισμό στα Σχέδια Υπηρεσίας της θέσης, στο απαιτούμενο προσόν (ε), το οποίο προνοεί ότι:

“(ε)   Ειδικαί σπουδαί εν Ελλάδι ή τω εξωτερικώ αφορώσαι εις το θέατρον ή/και παρακολούθησις δραστηριοτήτων αναλόγου ενδιαφέροντος εις ανεγνωρισμένους θεατρικούς οργανισμούς της Ελλάδος ή του εξωτερικού και σχετική πείρα θεωρούνται ως πρόσθετον προσόν.”

Η διαπίστωση ότι οι αιτητές κατέχουν το πρόσθετο προσόν ενώ [*2096]το ενδιαφερόμενο μέρος δεν το κατέχει, έγινε από τους ίδιους τους καθ’ων η αίτηση, υποστηρίζουν οι δύο δικηγόροι των αιτητών, και αυτό φαίνεται στις σελίδες 6, 8 και 9 του Παραρτήματος 6 των πρακτικών των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου, όπου για μεν τον αιτητή Χρίστο Σιοπαχά διαπιστώνεται ότι “έχει το πρόσθετο προσόν του διπλώματος Σχολής Θεάτρου Κινηματογράφου (Τμήμα Δραματικής) του ΛΥΚ. ΣΤΑΥΡΑΚΟΥ Ελλάδος (1968-70)” για δε τον αιτητή Νίκο Παναγιώτου ότι “έχει το πρόσθετο προσόν Μ.Α. του Πανεπιστημίου Ιντιάνα (Η.Π.Α.) στο Arts Administration (με έμφαση στο θέατρο)”.  Για το ενδιαφερόμενο μέρος διαπιστώνεται ότι “δεν έχει πρόσθετο προσόν”. Οι δικηγόροι των αιτητών αναφέρθηκαν σε σχετική νομολογία επί του θέματος. Βλέπε, μεταξύ άλλων, Tourpeki v. Republic (1973) 3 C.L.R. 592, το σχετικό απόσπασμα στη σελίδα 603, το οποίο παραθέτω πιο κάτω:

“Moreover, the outcome of such inquiry should have appeared in the reasoning of the sub-judice decision and in case it was found by the Commission that the diploma possessed by the applicant was constituting an advantage, then convincing reasons should have been given for ignoring it, inasmuch as the interested party was holding the lower post on secondment, as against the applicant who had been holding same substantively, such preferment, as already stated, constituting an exceptional course.  I, therefore, annul the decision for lack of du reasoning which makes the sub-judice decision contrary to law in excess and abuse of power.”

Οι δικηγόροι των αιτητών υποβάλλουν ότι στην παρούσα υπόθεση καμιά απολύτως αιτιολογία δε δόθηκε γιατί διορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος που δεν είναι κάτοχος του πρόσθετου προσόντος και παραγνωρίστηκαν οι αιτητές οι οποίοι το κατέχουν, πράγμα που από μόνο του αποτελεί λόγο ακύρωσης της απόφασης.

Οι δικηγόροι των δύο αιτητών προβάλλουν επίσης τον ισχυρισμό πως οι καθ’ ων η αίτηση έκαναν κακή χρήση της διακριτικής τους εξουσίας και απέτυχαν να επιλέξουν τον καταλληλότερο υποψήφιο για τη θέση, παραγνωρίζοντας τα προσόντα και την αξία των αιτητών τα οποία είναι καταφανώς ανώτερα αυτών του ενδιαφερόμενου μέρους.

Όσον αφορά τον αιτητή Χρίστο Σιοπαχά, αναφέρεται από το δικηγόρο του πως τα προσόντα που κατέχει, αλλά και η πείρα του σε θέματα θεάτρου, τον καθιστούν έκδηλα υπέρτερο του ενδιαφερόμενου μέρους.  Αναφέρω πιο κάτω τα σχετικά προσόντα [*2097]του αιτητή Χρίστου Σιοπαχά, όπως απαντώνται στη σελίδα 4 του Παραρτήματος 2 των πρακτικών:

Εκπαίδευση - Τυπικά Προσόντα

(α)   Δίπλωμα Σχολής Θεάτρου Κινηματογράφου (Τμήμα Δραματικής) ΛΥΚ. ΣΤΑΥΡΑΚΟΥ Ελλάδος 1968-1970 (βλ. σελ. 104).

(β)   Πτυχίο Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών (Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης) 1968-72 (βλ. σελ. 105).

(γ)   Δίπλωμα του Πανενωσιακού Κρατικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου Μ.Α. της Μόσχας, 1973-78. (Specialized in Film Direction and qualified as Director of feature film and TV film) - (βλ. σελ. 102 μετάφραση του διπλώματος).

(δ)   Πιστοποιητικό του Πανενωσιακού Κρατικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου της Μόσχας (Μετεκπαίδευση 6/6-6/7/1988 “Modern trends in the creative process of film production” (βλ. σελ. 100).

Προϋπηρεσία

-  Συνεργασία ως σκηνοθέτης με ΕΡΤ 1 - ΕΡΤ 2 (Τηλεόραση Ραδιόφωνο) Ιαν. 82 - Οκτ. 88.

-  Συνεργασία ως σκηνοθέτης με το Εθνικό Θέατρο 1986-1988.                             

-  Βλέπετε συμπληρωματικές πληροφορίες στην παράγραφο 20 της αίτησής του για τα βραβεία Κινηματογραφικών ταινιών που πήρε.”

Όσον αφορά επίσης τον αιτητή Νίκο Παναγιώτου, προβάλλεται από το δικηγόρο του ο ισχυρισμός ότι αυτός κατέχει προσόντα που καθιστούν έκδηλα υπέρτερο του ενδιαφερόμενου μέρους.  Αναφέρω πιο κάτω τα σχετικά προσόντα του αιτητή από τη σελίδα 5 του Παραρτήματος 2 των πρακτικών:

Εκπαίδευση - Τυπικά Προσόντα

(α)   Παγκύπριο Γυμνάσιο, 1953-1959.

(β)   Πτυχίο Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών 1959-64 (σελ.110).

[*2098]

(γ)   Μ.Α. του Πανεπιστημίου Ιντιάνα (Η.Π.Α.) στο ARTS ADMINISTRATION (με έμφαση στο θέατρο), Ιαν. 1975 - Μάιος 1976 (βλ. σελ. 109 αντίγραφο του τίτλου και σελ. 113-112 περιγραφή των μαθημάτων για το Μ.Α. ARTS ADMINISTRATION. Βλέπετε επίσης δύο συστατικές επιστολές για την πρακτική του εξάσκηση (Θέματα Διοίκησης) στο Θέατρο του Πανεπιστημίου Ιντιάνα στις σελ. 115-114 και μια συστατική επιστολή για την πρακτική του εξάσκηση στο ACTORS THEATRE OF LOUISVILLE στη σελ. 116).

(δ)   Δίπλωμα Δημοσίων Σχέσεων από το INTERNATIONAL CORRESPONDENCE SCHOOL Λονδίνου (1975).

Προϋπηρεσία

-  Καθηγητής Μέσης Παιδείας 1965-1970.

-  Λειτουργός Εκδόσεων (Απεσπασμένος στο Υπουργείο Παιδείας) 1970- 1972.

-  Καθηγητής Παιδ. Ακαδημίας Γεν. 72 - Σεπτ. 72.

-  Μορφωτική Υπηρεσία (Βοηθός Μορφωτικός Λειτουργός, Μορφωτικός Λειτουργός Α) 1972 μέχρι σήμερα.

-  Βλέπετε συμπληρωματικές πληροφορίες στην παράγραφο 20 της αίτησής του για διάφορα βραβεία που πήρε στο Π. Γυμνάσιο και τα καθήκοντά του σαν υπεύθυνου του Τομέα των Τεχνών στη Μορφωτική Υπηρεσία.

-  Βλέπετε επίσης βιογραφικό του σημείωμα στις σελ. 129-127 για τις σπουδές, την επαγγελματική απασχόληση και τις δραστηριότητές του.”

Ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους αντικρούοντας τους πιο πάνω ισχυρισμούς υπέβαλε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν καταλληλότερο για τη θέση τόσο ένεκα των προσόντων του, όσο και ένεκα της εντύπωσης που δημιούργησε κατά τις συνεντεύξεις. Αναφέρω πιο κάτω τα σχετικά προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους από τη σελ. 3 των πρακτικών, Παράρτημα 1:

 

Εκπαίδευση - Τυπικά Προσόντα

[*2099]

(α)   Γυμνάσιο Αμμοχώστου (1965).

(β)   Δίπλωμα Σκηνογραφίας στην Ανωτάτη Σχολή Εφαρμοσμένων Τεχνών Πράγας και το Θεατρικό Τμήμα της Ανωτάτης Ακαδημίας Καλών Τεχνών Πράγας, 1965-1970 (βλ. σελ. 75-74 και 73 μαθήματα διδασκαλίας).

Προϋπηρεσία

-  Καθηγητής Μέσης Παιδείας 1972-79.

-  Διευθυντής ECASTICA LTD., Λεμεσός 1979-82.

-  Διευθυντής ADVERTA LTD., Λευκωσία 1982-1984.

-  Υπεύθυνος Τμήματος PIP LTD., Λευκωσία 84-87.

-  Καθηγητής Μέσης Παιδείας, από Σεπτ. 1988.

-  Βλέπετε συμπληρωματικές πληροφορίες στην παράγραφο 20 της αίτησής του και βιογραφικό Σημείωμα στις σελίδες 72-69 (για εκθέσεις, συλλογές και σκηνογραφίες-κοστούμια που έκαμε).”

Επίσης παρατηρεί πως το ενδιαφερόμενο μέρος έχει άμεση ζύμωση με τα καλλιτεχνικά θέματα σαν μέλος της Επιτροπής Γραμμάτων και Τεχνών και σαν Γενικός Γραμματέας του ΕΚΑΤΕ και τονίζει πως το ενδιαφερόμενο μέρος κατά το τελευταίο έτος των σπουδών του έκαμε ειδική σπουδή και μελέτη γύρω από το θέμα “Οργάνωσης Θεάτρου”. Επίσης παραπέμπει στο βιογραφικό σημείωμα του ενδιαφερόμενου μέρους, το οποίο παρουσιάζει σαν τεκμήριο “Ω” στην γραπτή του αγόρευση, για να καταδείξει τις δραστηριότητες που ανέπτυξε κατά τη σταδιοδρομία του.

Εκτός από τα πιο πάνω, ο δικηγόρος του καθ’ ου η αίτηση τονίζει τις πολύ καλές κρίσεις και εντυπώσεις που δημιούργησε στο Διοικητικό Συμβούλιο η απόδοση του ενδιαφερομένου μέρους κατά τις συνεντεύξεις όπου τονίστηκε από την πλειοψηφία πως επρόκειτο για άτομο με ενημερότητα και ζωηρό ενδιαφέρο για τα θεατρικά πράγματα με ανάμειξη στην πολιτιστική ζωή και ποιότητα προσωπικότητας. Αντίθετα, υποβάλλει πως για τον αιτητή Χρίστο Σιοπαχά το Διοικητικό Συμβούλιο επεσήμανε υπεροψία στο χαρακτήρα του και τον χαρακτήρισε σαν άτομο χωρίς ιδιαίτερη ευελιξία, πράγμα που σίγουρα έδρασε αρνητικά αφού είχε σχέση [*2100]με την προσωπικότητά του. Παραπέμπει δε σε αριθμό αποφάσεων για να τονίσει την αυξημένη βαρύτητα που μπορεί να αποδοθεί στις συνεντεύξεις των υποψηφίων όταν η προσωπικότητα και καταλληλότητα των υποψηφίων για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όπως στην παρούσα θέση, είναι σημαντικές ιδιότητες.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του δικηγόρου του αιτητή Χρίστου Σιοπαχά πως καμιά αιτιολογία δε δόθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο γιατί ο αιτητής αποκλείστηκε από τον 4o μικρό κατάλογο, (βλέπε Παράρτημα 7), ο δικηγόρος του καθ’ ου η αίτηση υποστηρίζει πως ήταν θέμα του Διοικητικού Συμβουλίου να αποφασίσει την ακολουθητέα διαδικασία και το ότι κατέληξαν στον 4ο μικρό κατάλογο με τον αιτητή Νίκο Παναγιώτου και το ενδιαφερόμενο μέρος, δε σημαίνει πως δεν έγινε σύγκριση μεταξύ όλων των υποψηφίων σε προηγούμενο στάδιο.

Είμαι της γνώμης πως ήταν απόλυτα επιτρεπτό για το Διοικητικό Συμβούλιο να υιοθετήσει τη διαδικασία των μικρών καταλόγων, ειδικά για μια θέση όπου οι υποψήφιοι ήταν αρκετοί σε αριθμό.  Όλοι οι υποψήφιοι κλήθηκαν αρχικά σε συνέντευξη και όπως φαίνεται και από τη σελίδα 2 του Παραρτήματος 5 των πρακτικών το Διοικητικό Συμβούλιο συζήτησε γενικά την περίπτωση του κάθε υποψηφίου ξεχωριστά και ακολούθως συγκριτικά μεταξύ όλων των υποψηφίων, προτού προβεί στη γενική αξιολόγηση των υποψηφίων και τον καταρτισμό των μικρών καταλόγων. Με τη μέθοδο του αποκλεισμού που επέλεξε να ακολουθήσει το Διοικητικό Συμβούλιο, όλοι οι υποψήφιοι συγκρίθηκαν μεταξύ τους, ο καθένας με όλους τους άλλους, μέχρι το τελικό στάδιο, άρα και ο αιτητής. Όσον αφορά την αιτιολογία, παραθέτω πιο κάτω το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά που την περιέχει:

“(3)  ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΙΟΠΑΧΑΣ

Το Διοικ. Συμβούλιο με βάση όλα τα πιο πάνω και την αξιολόγηση της απόδοσής του κατά τη συνέντευξη (πβ. πρακτικά συνεδρίας Δ.Σ. αρ. 245 της 16 και 18.12.88) με 6 ψήφους εναντίον (κ. Π. Ποιονίδης, κ. Α. Σπυριδάκης, κ. Γ. Κουτσάκος, κ. Π. Περσιάνης, κα Γ. Ιωάννου και κ. Άντης Ιωαννίδης) και 3 ψήφους υπέρ (κ. Κ. Οικονόμου, κα Νέφεν Μιχαηλίδου και Κα Νίκη Κατσαούνη) δεν εγκρίνει την ένταξή του στον Δ’ Μικρό Κατάλογο (SHORT LIST) επικρατεστέρων υποψηφίων.”

Παρατηρώ πως ο αιτητής αποκλείστηκε με πλειοψηφία 6 προς 3 από τον 4ο μικρό κατάλογο. Είμαι της γνώμης πως η αιτιολογία [*2101]της σχετικής απόφασης ήταν πλήρης και το περιεχόμενό της συμπληρώνεται από όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που το Διοικητικό Συμβούλιο είχε ενώπιόν του, δηλαδή, τόσο τα προσόντα του υποψηφίου όσο και την εντύπωση που έκανε κατά τη συνέντευξη.

Όσον αφορά τη γνώση της Αγγλικής γλώσσας από το ενδιαφερόμενο μέρος, διατυπώθηκαν δύο απόψεις: α) Για καλή (λειτουργική) γνώση και β) για καλή γνώση της Αγγλικής.  Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης απαιτεί πολύ καλή γνώση τουλάχιστο μίας των επικρατέστερων Ευρωπαϊκών γλωσσών και το Διοικητικό Συμβούλιο ερμήνευσε το σημείο τούτο (βλέπε Παράρτημα 4) ως εξής:

“Σαν επικρατέστερες Ευρωπαϊκές γλώσσες θεωρούνται από το Συμβούλιο οι πιο κάτω:

Αγγλική, Γαλλική, Ιταλική, Ρωσσική, Γερμανική.

Υιοθετείται η εισήγηση του κ. Κουτσάκου όπως όσοι από τους υποψήφιους εσπούδασαν σε χώρα με μια από τις πιο πάνω επικρατέστερες Ευρωπαϊκές γλώσσες μη εξετασθούν για τη ξένη γλώσσα. Για τις άλλες περιπτώσεις θα γίνονται στους υποψηφίους 1-2 ερωτήσεις στη γλώσσα που επιθυμούν κατά τη συνέντευξη.”

Το ενδιαφερόμενο μέρος φοιτούσε σε Πανεπιστήμιο της Σοβιετικής Ένωσης για πέντε χρόνια, επομένως τεκμαίρεται, σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν, ότι κατείχε το προσόν τούτο.

Όσον αφορά τη διοικητική πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους, υπάρχει ο ισχυρισμός πως η εργοδότηση από ιδιωτικές εταιρείες δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσδίδει διοικητική πείρα. Το σημείο (δ) του Σχεδίου Υπηρεσίας απαιτεί οργανωτική και διοικητική ικανότητα και πείρα και όσον αφορά την ερμηνεία του σημείου αυτού, είχε υιοθετηθεί η άποψη ότι “από τα στοιχεία της αίτησης του κάθε υποψηφίου προκύπτει αν έχει οργανωτική και διοικητική ικανότητα και πείρα”.  Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου υποστηρίζοντας την υποψηφιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους ανάφερε τα ακόλουθα:

“(γ)   Η διοικητική πείρα του κ. Άντη Παρτζίλη βγαίνει από το γεγονός ότι υπηρέτησε σε τρεις ιδιωτικούς Οργανισμούς (ECASTICA LTD., ADVERDA LTD και PIP LTD)”.  (Βλ. Παράρτημα 7 σελ. 9, παραγρ. (γ)).

Το ενδιαφερόμενο μέρος διετέλεσε Διευθυντής δύο εταιρειών [*2102]από το 1972 έως το 1984 και ακολούθως υπεύθυνος τμήματος άλλης εταιρείας από το 1984-87.  Στην υπόθεση Ιωάννης Ιωνά ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1775 ειπώθηκαν τα ακόλουθα στη σελίδα 1792:

“Η Επιτροπή στην έρευνά της για την επιλογή του καταλληλότερου είχε καθήκο να λάβει υπόψη την απόδοση του υποψηφίου δημοσίου υπαλλήλου στην Υπηρεσία. Η Επιτροπή δεν ενήργησε με βάση την πρόνοια του Άρθρου 44(3), που προβλέπει ότι πρέπει να δίδει τη δέουσα βαρύτητα στις ετήσιες εμπιστευτικές εκθέσεις σε περιπτώσεις προαγωγής.

Η Επιτροπή μπορούσε, εάν είχε στοιχεία ενώπιόν της, να λάβει υπόψη της και την επίδοση άλλου υποψηφίου στην εργασία του εκτός Δημόσιας Υπηρεσίας.”

(οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου).

Η απόφαση αυτή τονίζει το καθήκον το οποίο έχει το διορίζον όργανο στην προσπάθειά του να επιλέγει τον καταλληλότερο υποψήφιο για μια θέση, να λαμβάνει υπόψη όλα εκείνα τα στοιχεία και όλο το υλικό που θα μπορούσε να βοηθήσει στη διαμόρφωση ορθής κρίσης. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Θ.O.K. έλαβε υπόψη του την υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους στις ιδιωτικές αυτές Εταιρείες υπό τις προαναφερθείσες ιδιότητές του και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά προς το σημείο τούτο ήταν εύλογα επιτρεπτό.

Είναι φανερό από το πλούσιο υλικό των πρακτικών του καθ’ ου η αίτηση Συμβουλίου, πως όλες οι πλευρές της επίδικης απόφασης μελετήθηκαν με προσοχή.  Ανταλλάχθηκαν απόψεις και εκφράστηκαν και καταγράφτηκαν διαφωνίες και προβληματισμοί μελών. Το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε υπόψη τα προσόντα όλων των υποψηφίων και σημείωσε πως οι δύο αιτητές κατείχαν το πρόσθετο προσόν ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος δεν το κατείχε.

Στη γενική εκτίμηση των υποψηφίων που έγινε μετά την αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη, το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε σαν “αρκετά ενήμερος με σταθερά ενδιαφέροντα για το θέατρο και την εν γένει πολιστική ανάπτυξη του τόπου” και σαν “συμπαθής προσωπικότητα, θετικός και σοβαρός”.  Για τον αιτητή Χρίστο Σιοπαχά έγιναν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα σχόλια:

“Ισχυρή προσωπικότητα, φιλόδοξη, χωρίς ιδιαίτερη ευελιξία.

Πέντε μέλη του Συμβουλίου (κα Γούλα Ιωάννου, κ. Γ. Κουτσά[*2103]κος, κ. Άντης Ιωαννίδης, κ. Ανδρέας Σπυριδάκης και κ. Παναγιώτης Περσιάνης), βάσει των απόψεων που εξέφρασε κατά τη συνέντευξη, επεσήμαναν υπεροψία στο χαρακτήρα του.

Οι κ.κ. Γιάννης Κουτσάκος και Παναγιώτης Περσιάνης εκφράζουν την επιθυμία να καταχωρηθούν στα πρακτικά και τα πιο κάτω:

Η θέση που διετύπωσε κατά τη συνέντευξη ότι ο Διευθυντής πρέπει να είναι ισότιμος προς το Διοικητικό Συμβούλιο, εκτός του ότι είναι αντίθετος προς το Νόμο, θα δημιουργήσει προβλήματα αν γίνει αποδεκτή. Η μακρά απουσία του από την Κύπρο είχε ως αποτέλεσμα κενά στην ενημερότητά του για την Κυπριακή Θεατρική πραγματικότητα.

Ο κ. Κώστας Οικονόμου δε συμφωνεί με την άποψη ότι παρατηρήθηκε έλλειψη ευελιξίας.”

Και:

“Πολύ καλή ενημερότης και ζωηρό ενδιαφέρον και καλύπτει το (β) προσόν.”

Ο αιτητής Νίκος Παναγιώτου απέσπασε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα σχόλια:

“Υπάρχουν δύο απόψεις:

(ι)  Συγκροτημένη, σοβαρή προσωπικότητα χωρίς όμως χαρισματικότητα και χωρίς ιδιαίτερη ζέση γύρω από τα θεατρικά πράγματα.

      Την πιο πάνω άποψη υποστηρίζουν ο Πρόεδρος κ. Π. Παιονίδης και τα Μέλη κα Νέφεν Μιχαηλίδου, κα Νίκη Κατσαούνη, κ. Κώστας Οικονόμου, κ. Άντης Ιωαννίδης και κ. Ανδρέας Σπυριδάκης.

(ιι) Συγκροτημένη προσωπικότητα με συστηματική, οργανωμένη και τεκμηριωμένη σκέψη, ικανός, προσγειωμένος και θετικός.

      Την πιο πάνω άποψη υποστηρίζει ο Αντιπρόεδρος κ. Γιάννης Κουτσάκος και τα Μέλη κα Γούλα Ιωάννου και κ. Παναγιώτης Περσιάνης.”

[*2104]

Και:

“Από τα στοιχεία της αιτήσεώς του (πβ. Φακ. 19/71/Δ) και τη συνέντευξη προκύπτει ενημερότης και ενδιαφέρον ως προς το (β) προσόν.

Η κα Κατσαούνη εκφράζει επιφυλάξεις ως προς το σημείο “ενδιαφέρον”.

Ακολούθως έγινε ψηφοφορίας και λήφθηκε κατά πλειοψηφία η επίδικη απόφαση, την οποία παραθέτω αυτούσια:

“Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία το διορισμό του κ. Άντη Παρτζίλη στη θέση του Διευθυντή γιατί κρίνει, αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία που παρέθεσε στην αίτησή του και τη συνέντευξή του, ότι σε σύγκριση με τον ανθυποψήφιό του Νίκο Παναγιώτου στον τελικό μικρό κατάλογο, ανταποκρίνεται πληρέστερα προς τις ανάγκες και το πνεύμα του ΘΟΚ. Η ενημερότητά του και το ζωηρό ενδιαφέρον του για τα θεατρικά πράγματα, η τριβή του με το θέατρο κα η ενεργός του ανάμειξη στην πολιτιστική ανάπτυξη όπως επίσης και η ποιότητα της προσωπικότητάς του τον καθιστούν κατάλληλο για τη θέση του Διευθυντή.”

Η πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου θεώρησε πως το ενδιαφερόμενο μέρος Άντης Παρτζίλης για τους λόγους τους οποίους εξέθεσε στην απόφασή του, ανταποκρινόταν πληρέστερα στις ανάγκες και το πνεύμα του Θ.Ο.Κ. και τον θεώρησε κατάλληλο για τη θέση του Διευθυντή.  Οι απόψεις της μειοψηφίας, που υποστήριξε την υποψηφιότητα του αιτητή Νίκου Παναγιώτου, επίσης καταγράφτηκαν στα πρακτικά.

Είναι νομολογημένο πως όταν απαιτείται από τα Σχέδια Υπηρεσίας “διοικητική, οργανωτική υπευθυνότητα” τότε δίνεται ιδιαίτερη σημασία στις συνεντεύξεις. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Duncan v. Republic (1977) 3 C.L.R. 153, Panayiotou and Another v. Republic (1968) 3 C.L.R. 639, Christodoulou and Another v. Cyprus Telecommunications Authority (1978) 3 C.L.R. 61, Stylianou and Another v. Public Service Commission (1980) 3 C.L.R. 11.). Επίσης η συνέντευξη αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν πρόκειται για θέσεις πρώτου διορισμού όπου το υλικό που έχει ενώπιόν της η Επιτροπή είναι περιορισμένο. (Βλέπε Christoudias v. Republic (1984) 3(A) C.L.R. 657, Andronicou [*2105]and Others v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1237. Επίσης βλέπε “Συνεντεύξεις σημασία & ρόλος τους στη διαδικασία επιλογής του καλύτερου από τους διαθέσιμους υποψηφίους”. “Επιθεώρηση Κυπριακού Δικαίου”, τεύχος 17ο, σ. 2708.

Στην υπόθεση P.S.C. v. Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591, ειπώθηκαν τα εξής σχετικά στις σελίδες 1597-1598:

“The interviews though they may not be referred to by the Law as being one of the criteria to be born in mind by the Public Service Commission, yet, they constitute one of the methods of carrying out a due inquiry which a collective organ has to carry and therefore interviews are useful and must be used as methods of discovering the relevant factors on which the discretionary power of an administrative organ will be exercised. They have, in my view, more significance in instances of first appointment, or first appointment and promotion when not all the relevant factors are before the administrative organ, or the factors which there may be before the competent organ can be identical as in the case of candidates who all are graduates of secondary schools and all have passed the one or other examination. The personality therefore, of the candidates of those other factors which will help the administrative organ to choose, will be revealed inter alia and from a personal interview.  Moreover they are useful in selections in cases of appointment to the higher posts in the hierarchy of the Service or in such posts where the personality of the candidates plays a significant role in the successful discharge of their duties.”  (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου)

Είναι η γνώμη μου πως, εφόσον το Διοικητικό Συμβούλιο είχε ενώπιόν του ολόκληρο το υλικό για τους υποψηφίους, τόσον όσον αφορά τα προσόντα τους όσο και τις εντυπώσεις κατά τις συνεντεύξεις, το έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα σχετικά στοιχεία.

Είναι καθήκον του διορίζοντος οργάνου να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο για μια θέση και σε περιπτώσεις όπου πρόκειται για θέσεις που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία, όπως στην υπό εξέταση περίπτωση, η διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου είναι εξαιρετικά ευρεία. (Βλέπε Frangos v. Republic (1970) 3 C.L.R. 312, στη σ. 343, Simillis v. Republic (1986) 3 C.L.R. 608, στη σ. 613, Demetriades v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1034).

[*2106]

Το διορίζον όργανο κατά την επιλογή ενός υποψηφίου με βάση τη σύγκριση με άλλους υποψηφίους, δεν είναι απαραίτητο να καταδείξει ότι ο επιλεγείς ήταν έκδηλα υπέρτερος των υπόλοιπων υποψηφίων. Αντίθετα, το βάρος αποδείξεως για έκδηλη υπεροχή έχουν αυτοί που προσβάλλουν ένα διορισμό γιατί μόνο σε τέτοια περίπτωση μπορεί να στοιχειοθετηθεί υπέρβαση των ορίων της διακριτικής ευχέρειας ή εξουσίας από μέρους του διορίζοντος οργάνου. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Georghiades and Another v. Republic (1970) 3 C.L.R. 257, 269, Paschalis v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 1897).

Επίσης είναι πάγια νομολογία πως το δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση για την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου με την κρίση του αρμόδιου οργάνου όταν η κρίση του οργάνου είναι εύλογα επιτρεπτή. (Βλέπε Alexandros Christou and Others v. P.S.C., 4 R.S.C.C. 1, 6, Piperi and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1306, Petrides v. Republic (1984) 3 C.L.R. 341, 350, Eliades v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1904, 1909.)

Είναι η γνώμη μου πως στην υπό εξέταση υπόθεση οι αιτητές οι οποίοι έχουν το βάρος αποδείξεως, άνκαι προσοντούχοι και αξιόλογοι υποψήφιοι, δεν μπόρεσαν να καταδείξουν έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.

Αφού εξέτασα με προσοχή όλα τα επιχειρήματα των δικηγόρων των αιτητών σε συνάρτηση με το υλικό του φακέλου της υπόθεσης, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως οι αιτητές δεν έχουν καταδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Το Συμβούλιο άσκησε τη διακριτική του εξουσία η οποία στην περίπτωση τούτη ήταν διευρυμένη λόγω της φύσης της θέσης, αιτιολόγησε τις αποφάσεις του στα σχετικά πρακτικά και κατέληξε με πλειοψηφία στην επίδικη απόφαση.  Το Δικαστήριο τούτο δεν θα επέμβει στην κρίση του διορίζοντος οργάνου την οποία κρίνει ότι έλαβε εντός των ορίων της διακριτικής του εξουσίας.

Δε δίδεται διαταγή ως προς τα έξοδα.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο