(1990) 3 ΑΑΔ 2245
[*2245]29 Ιουνίου, 1990
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ,
Αιτήτρια,
v.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
2. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 422/87).
Δημόσιοι Yπάλληλοι — Διορισμοί — Προσωπικές Συνεντεύξεις — Bαρύτητα — Αυξημένη.
Δημόσιοι Yπάλληλοι — Σχέδια υπηρεσίας — Eρμηνεία από την E.Δ.Y. — Pόλος του ακυρωτικού Δικαστηρίου.
Aίτηση Aκυρώσεως — Λόγοι ακυρώσεως — Έκδηλη υπεροχή.
H αιτήτρια προσέβαλε το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Aσφαλιστικού Λειτουργού 3ης Tάξης.
Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. H απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις έχει αυξημένη βαρύτητα στις περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού, όπου δεν υπάρχουν εμπιστευτικές εκθέσεις ή σε περιπτώσεις όπου η προσωπικότητα, ή χαρακτήρας κ.λπ. ενός υποψηφίου είναι στοιχεία σημασίας για τη σχετική θέση.
Στην υπό εξέταση υπόθεση, από όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, είναι φανερό, ότι τόσο η Eπιτροπή Δημόσιας όσο και η Tμηματική Eπιτροπή έλαβε υπόψη της όλα τα ουσιώδη και νόμιμα κριτήρια και απέδωσε στις συνεντεύξεις τη δέουσα βαρύτητα, χωρίς όμως αυτές ν’ αποτελέσουν όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια το αποκλειστικό ή το αποφασιστικό κριτήριο κατά την τελική επιλο[*2246]γή των υποψηφίων.
2. Eίναι νομολογημένο σε σειρά αποφάσεων του Aνωτάτου Δικαστηρίου, ότι το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην ερμηνεία που δόθηκε από την Eπιτροπή στο Σχέδιο Yπηρεσίας, αν αυτή η ερμηνεία είναι λογική.
Eίναι επίσης νομολογημένο ότι το ζήτημα των προσόντων που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, είναι ζήτημα πραγματικό, το οποίο πέφτει μέσα στη διακριτική ευχέρεια της Eπιτροπής.
Tο Δικαστήριο δε θα επέμβει στην παρούσα υπόθεση, γιατί ήταν εύλογα επιτρεπτό στην Eπιτροπή να αποφασίσει, ότι η αιτήτρια δεν είχε το πρόσθετο προσόν.
3. H αιτήτρια για να επιτύχει πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει έκδηλη υπεροχή. Tο Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση, αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου για προαγωγή ή διορισμό, με την κρίση του αρμοδίου οργάνου.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Γιωργή και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3336,
Δρουσιώτης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 519,
Georghiades and Another v. Republic (1966) 3(Β) C.L.R. 827,
Mιλτιάδους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1318,
Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60,
Christou and Others v. Public Service Commission, 4 R.S.C.C. 1,
Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74,
Piperi and Others v. Republic (1984) 3(B) C.L.R. 1306,
Republic v. Zachariades (1986) 3(A) C.L.R. 852.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση με την [*2247]οποία τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα διορίσθησαν στη θέση Aσφαλιστικού Λειτουργού, 3ης Tάξης, στην Υπηρεσία των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αντί της αιτήτριας.
A. Παπαχαραλάμπους και Π. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Γ. Φράγκου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A΄, για τους Καθ’ ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
MAΛAXTOΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια ζητά διακήρυξη και/ή απόφαση του Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 15 Μαΐου 1987, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για το διορισμό στη θέση του Ασφαλιστικού Λειτουργού Τρίτης Τάξης στην Υπηρεσία των Κοινωνικών Ασφαλίσεων των 23 Ενδιαφερομένων Μερών, αντί της Αιτήτριας, είναι άκυρη και στερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Τα σχετικά γεγονότα της παρούσας προσφυγής έχουν ως ακολούθως:
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με επιστολή του ημερομηνίας 28 Μαρτίου, 1986, ζήτησε την πλήρωση των 23 κενών θέσεων Ασφαλιστικού Λειτουργού Τρίτης τάξης Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ο Υπουργός Οικονομικών συμφώνησε για την πλήρωση των ως άνω θέσεων. Η θέση Ασφαλιστικού Λειτουργού Τρίτης Τάξης Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με τα σχέδια υπηρεσίας είναι θέση πρώτου διορισμού. Τα καθήκοντα και οι ευθύνες, καθώς και τα απαιτούμενα προσόντα της θέσης, είναι τα ακόλουθα:
Καθήκοντα και ευθύνες:
Εκτελεί συνήθη γραφειακά καθήκοντα σχετιζόμενα με την εργασίαν των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Βοηθεί εις την διεξαγωγήν επιθεωρήσεων δυνάμει των υπό των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων εφαρμοζομένων νομοθεσιών. Ελέγχει καταστάσεις εισφορών και εισπράττει εισφοράς, δυνάμει των ως είρηται νομοθεσιών. Εξετάζει και αποφασίζει επί συνήθων απαιτήσεων διά παροχάς, δυνάμει των σχετικών νομοθεσιών. Εκτελεί οιαδήποτε άλλα καθήκοντα τα οποία ήθελον ανατεθή εις αυτόν.
[*2248]Απαιτούμενα Προσόντα:
1. Απολυτήριον ανεγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαιδεύσεως και επιτυχία εις την Κυβερνητικήν εξέτασιν προς απόκτησιν δικαιώματος υποψηφιότητος δι’ ωρισμένας θέσεις της Δημοσίας Υπηρεσίας.
2. Ακεραιότης χαρακτήρος, ευθυκρισία, πρωτοβουλία, ζήλος και ικανότητας αναλήψεως ευθύνης.
3. Πολύ καλή γνώσις της Ελληνικής και καλή γνώσις της Αγγλικής γλώσσης εις περίπτωσιν Έλληνος υποψηφίου, ή πολύ καλή γνώσις της Τουρκικής και καλή γνώσις της Αγγλικής γλώσσης εις περίπτωσιν Τούρκου υποψηφίου.
4. Οι διορισθησόμενοι υποχρεούνται όπως εντός δύο ετών από του διορισμού των υποστούν επιτυχώς ενδοτμηματικήν εξέτασιν επί των υπό των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων εφαρμοζομένων νομοθεσιών.
5. Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία θα αποτελεί πλεονέκτημα.
Σημειώσεις:
(1) Υπάλληλοι οι οποίοι κατά την ημερομηνίαν εγκρίσεως του παρόντος Σχεδίου υπηρεσίας υπηρέτουν εις οιανδήποτε θέσιν των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύνανται να θεωρώνται ως υποψήφιοι έστω και αν δεν έχουν επιτύχει εις την Κυβερνητικήν εξέτασιν.
(2) Οι διορισθησόμενοι εις την παρούσαν θέσιν θα προχωρούν από την Κλίμακα Α2 εις την Κλ. Α5 αφού προηγουμένως εξαντλήσουν την Κλίμακα Α2 και ικανοποιήσουν τους οιουσδήποτε άλλους όρους του Σχεδίου Υπηρεσίας.
(3) Υπάλληλοι κατέχοντες την θέσιν Ασφαλιστικού Λειτουργού, 3ης Τάξεως κατά την 1.10.1981 προχωρούν από την Κλίμακα Α2 εις την Κλ. Α5 όταν φθάσουν το αντίστοιχον σημείον της αφετηρίας της Κλίμακος Α5, νοουμένου ότι ικανοποιούν και τις προϋποθέσεις τας οποίας προβλέπουν τα Σχέδια Υπηρεσίας. Υπάλληλοι όμως οι οποίοι ευρίσκονται εις την Κλίμακα Α2 ή Α4 και λαμβάνουν μισθόν υψη[*2249]λότερον της αφετηρίας της Α5, τοποθετούνται από την 1.10.1981 εις την Κλίμακα Α5 με βάσιν τον μισθόν των εις την Κλίμακα Α2 ή την Κλ. Α4, αναλόγως της περιπτώσεως.
(4) Ο όρος “υπάλληλοι” περιλαμβάνει και πρόσωπα απασχολούμενα επί εκτάκτου βάσεως ή/και επί συμβάσει.
(5) Κάτοχοι Πανεπιστημιακού Διπλώματος ή άλλης Ανωτάτης Σχολής εξαιρούνται της υποχρεώσεως επιτυχίας εις την Κυβερνητικήν εξέτασιν προς απόκτησιν δικαιώματος υποψηφιότητος δι’ ωρισμένας θέσεις της Δημοσίας Υπηρεσίας.
(6) Όσον αφορά τους υποψηφίους -
(α) των οποίων η μητρική γλώσσα δεν είναι η Ελληνική και δεν έχουν απολυτήριον Ελληνικού Σχολείου Μέσης Εκπαιδεύσεως· και
(β) οι οποίοι, δυνάμει του άρθρου 2(3) του Συντάγματος, επέλεξαν να ανήκουν εις την Ελληνικήν κοινότητα, απαιτείται μόνον καλή γνώσις της Ελληνικής γλώσσης, νοουμένου ότι ούτοι έχουν αρίστην γνώσιν της Αγγλικής γλώσσης.”
Η πιο πάνω θέση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 25 Απριλίου 1986 και Αρ. Γνωστοποίησης 1067. Για την πιο πάνω θέση υποβλήθηκαν συνολικά 782 αιτήσεις.
Ο Γραμματέας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ενεργώντας σύμφωνα με τις Κανονιστικές Διατάξεις που διέπουν τη σύσταση και τις αρμοδιότητες και τη μέθοδο ενεργείας των Τμηματικών Επιτροπών, σύμφωνα με το άρθρο 36 των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων 1967-1986, με επιστολή του ημερομηνίας 16 Ιουνίου 1986 έστειλε στο Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ως Προέδρου της αρμόδιας Τμηματικής Επιτροπής, τις 782 αιτήσεις των υποψηφίων καθώς και τα άλλα σχετικά έγγραφα. Ο Πρόεδρος της Τμηματικής επιτροπής με επιστολή του ημερομηνίας 5 Δεκεμβρίου 1986 διεβίβασε την έκθεση της Επιτροπής, η οποία σύστησε προς επιλογή για διορισμό στις πιο πάνω κενές θέσεις κατ’ αλφαβητική σειρά 89 υποψηφίους μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν η Αιτήτρια και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη. Με νεώτερη επιστολή του, ο Πρόεδρος της Τμηματικής Επιτροπής, ημερομηνίας 7 Ιανουαρίου 1987, έδωσε συ[*2250]μπληρωματικά στοιχεία σε ότι αφορά το πλεονέκτημα που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, για έξι υποψηφίους μη συμπεριλαμβανομένης της Αιτήτριας.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στη συνεδρία της με ημερομηνία 7 Ιανουαρίου 1987 σύμφωνα με τα πρακτικά αφού έλαβε υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία, αποφάσισε να καλέσει σε συνεντεύξεις τους υποψηφίους που συστήθηκαν από την Τμηματική Επιτροπή. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δέχθηκε τους υποψηφίους περιλαμβανομένης και της Αιτήτριας σε συνεντεύξεις στις συνεδριάσεις της με ημερομηνία 9 Φεβρουαρίου 1987, 10 Φεβρουαρίου 1987, 12 Φεβρουαρίου 1987, 13 Φεβρουαρίου 1987 και 16 Φεβρουαρίου 1987. Στην τελευταία συνεδρία μετά τη συμπλήρωση των συνεντεύξεων, η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και τις αιτήσεις και τα δικαιολογητικά των υποψηφίων και αφού έλαβε επίσης υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων και απόψεων του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο οποίος κλήθηκε και ήταν παρών στις συνεντεύξεις, έκρινε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και τους επέλεξε σαν τους πιο κατάλληλους για διορισμό στη μόνιμη θέση Ασφαλιστικού Λειτουργού Τρίτης Τάξης και αποφάσισε να τους προσφερθεί διορισμός από τις 2 Μαΐου 1987.
Οι νομικοί λόγοι που προβάλλονται για ακύρωση της επίδικης απόφασης, όπως εξάγονται από τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου της αιτήτριας, είναι οι ακόλουθοι:
(1) Η μείωση του μέσου όρου της βαθμολογίας στο θέμα των Αγγλικών, κατά τη διεξαγωγή των γραπτών εξετάσεων, είχε σαν συνέπεια την αύξηση του αριθμού των επιτυχόντων υποψηφίων, σε βάρος της αιτήτριας.
(2) Οι καθ’ ων η αίτηση έλαβαν υπόψη μόνο τις προσωπικές συνεντεύξεις και/ή έδωσαν υπέρμετρον βαρύτητα σ’ αυτές, παραγνωρίζοντας την υπεροχή της αιτήτριας στις γραπτές εξετάσεις.
(3) Οι καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη το γεγονός ότι η αιτήτρια υπηρετούσε ως προσωρινή στη Δημόσια Υπηρεσία [*2251]από το 1982, που σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας θεωρείται ως πλεονέκτημα.
Στις παραγράφους 8, 9, 10 και 11 της Έκθεσης της Τμηματικής Επιτροπής αναφέρονται τα ακόλουθα:
“8. Μετά την εξέταση και τη βαθμολογία των γραπτών από το Υπουργείο Παιδείας, η Επιτροπή συνήλθε σε νέα συνεδρία στις 11.11.86. Προτού αποκαλύψει τα ονόματα των υποψηφίων στα γραπτά, η Επιτροπή αποφάσισε ότι θα θεωρούνται ότι πέτυχαν στο διαγωνισμό:
(α) όσοι υποψήφιοι συγκέντρωσαν τουλάχιστον 25 βαθμούς από τους 50 στην έκθεση, 12 βαθμούς από τους 30 στα Αγγλικά και 10 βαθμούς από τους 20 στις γενικές γνώσεις, νοουμένου ότι το σύνολο της βαθμολογίας δε θα υπολείπετο των 50 βαθμών· και
(β) οι υποψήφιοι οι οποίοι συγκέντρωσαν τουλάχιστον 10 βαθμούς στα Αγγλικά, νοουμένου ότι έχουν συγκεντρώσει τουλάχιστον 35 βαθμούς στην έκθεση και 15 βαθμούς στις γενικές γνώσεις.
9. Στη συνέχεια η Επιτροπή αποκάλυψε τα ονόματα των υποψηφίων και καταχώρησε την επιμέρους και ολική βαθμολογία έναντι του ονόματος του κάθε υποψηφίου πάνω στον κατάλογο που φαίνεται στο Παράρτημα Ε.
10. Με βάση το βαθμό επιτυχίας που καθόρισε η Επιτροπή, στο διαγωνισμό πέτυχαν οι υποψήφιοι που αναφέρονται στον κατάλογο που επισυνάπτεται ως Παράρτημα Ζ, στο οποίο φαίνεται επίσης η επιμέρους και η ολική βαθμολογία εκάστου επιτυχόντος.
11. Η Επιτροπή συνήλθε σε νέα συνεδρία στις 13.11.86, και αφού εξέτασε τα προσόντα των υποψηφίων που έχουν πετύχει στο γραπτό διαγωνισμό, όπως φαίνονται στις σχετικές αιτήσεις, αποφάσισε ομόφωνα να συστήσει σαν κατάλληλους για διορισμό στη θέση του Ασφαλιστικού Λειτουργού, 3ης Τάξης, όλους τους αιτητές, οι οποίοι πέτυχαν στο γραπτό διαγωνισμό και των οποίων τα ονόματα φαίνονται κατ’ αλφαβητική σειρά στο Παράρτημα Η”.
Από τα πιο πάνω, είναι φανερό ότι η διαδικασία που ακο[*2252]λουθήθηκε ήταν από την αρχή η ίδια. Πουθενά στην έκθεση δε φαίνεται ότι υπήρξε μείωση του μέσου όρου βαθμολογίας στο θέμα των Αγγλικών, αντίθετα στην παράγραφο 8 της πιο πάνω έκθεσης της Τμηματικής Επιτροπής, αναφέρονται οι βαθμολογίες που ίσχυαν και βάσει των οποίων βρέθηκε ότι 89 υποψήφιοι πέτυχαν στις γραπτές εξετάσεις. Επομένως ο ισχυρισμός της αιτήτριας για αλλοίωση του μέσου όρου της βαθμολογία και που σαν συνέπεια είχε την αύξηση του αριθμού των επιτυχόντων υποψηφίων, δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Τώρα όσον αφορά τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι οι καθ’ ων η αίτηση έδωσαν υπέρμετρη βαρύτητα στις προσωπικές συνεντεύξεις, ή ότι στηρίχτηκαν αποκλειστικά σ’ αυτές, κρίνω ότι ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί, γιατί η απόδοση των υποψηφίων κατά τις προσωπικές συνεντεύξεις πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς αξιολόγησης και εξακρίβωσης της αξίας των υποψηφίων. Εάν οι εντυπώσεις αυτές που δημιουργούνται στην Επιτροπή, δεν έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη, τότε η διεξαγωγή των συνεντεύξεων θα ήταν περιττή. Όπως δε έχει νομολογηθεί από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η απόδοση των υποψηφίων έχει αυξημένη βαρύτητα στις περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού, όπου δεν υπάρχουν εμπιστευτικές εκθέσεις ή σε περιπτώσεις όπου η προσωπικότητα, ή χαρακτήρας κ.λ.π. ενός υποψηφίου είναι στοιχεία σημασίας για τη σχετική θέση. (Βλέπε Γεωργίου Γιωργή και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1989) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3336.) Σχετική είναι και η απόφαση στις Υποθέσεις Μάριος Δρουσιώτης και Άλλος v. Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 519, όπου στη σελ. 528 διαβάζουμε:
“Οι συνεντεύξεις, παρόλο, ότι δεν προνοούνται νομοθετικά, αναγνωρίστηκαν νομολογιακά σε σειρά υποθέσεων. Είναι πρακτική της Επιτροπής να καλεί σε συνεντεύξεις υποψηφίους για την εκτίμηση της καταλληλότητάς τους για διορισμό ή προαγωγή, χωρίς οι συνεντεύξεις να είναι υποχρεωτικό μέρος της διαδικασίας. Οι συνεντεύξεις διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διακρίβωση της αξίας των υποψηφίων - ειδικά στις περιπτώσεις πρώτου διορισμού. Η Επιτροπή όμως, δεν πρέπει να αποδίδει υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, ούτε να θεωρεί την απόδοση αυτή ως ξεχωριστό κριτήριο - (Lambis and Others v. Republic (1966) 3 C.L.R. 130, 141; Stephanou v. Republic (1987) 3 C.L.R. 431; Republic v. Panayiotides (1987) 3 C.L.R. 1081). Στις περιπτώσεις πρώτου διορισμού η απόδοση στις συνεντεύξεις έχει συγκριτικά μεγαλύτερη βαρύτητα από τις περιπτώσεις προαγω[*2253]γής - (Christoudias v. Republic (1984) 3 C.L.R. 657)”.
Στη σελίδα 4 των πρακτικών της Επιτροπής, ημερομηνίας 16.2.1987, αναφέρονται τα πιο κάτω:
“Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τις αιτήσεις και τα δικαιολογητικά των υποψηφίων και έλαβε επίσης υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις τους με την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, υπό το φως και των σχετικών κρίσεων και απόψεων του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων”.
Στην υπό εξέταση υπόθεση, από όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία, είναι φανερό ότι τόσο η Επιτροπή Δημόσιας όσο και η Τμηματική Επιτροπή, έλαβε υπόψη της όλα τα ουσιώδη και νόμιμα κριτήρια και απέδωσε στις συνεντέυξεις τη δέουσα βαρύτητα, χωρίς όμως αυτές ν’ αποτελέσουν όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια το αποκλειστικό ή το αποφασιστικό κριτήριο κατά την τελική επιλογή των υποψηφίων.
Η αιτήτρια προβάλλει επίσης τον ισχυρισμό ότι παραγνωρίστηκε η υπηρεσία της ως προσωρινής στη Δημόσια Υπηρεσία από το 1982, και ότι δε θεωρήθηκε ότι κατέχει το πλεονέκτημα που προβλέπεται στα σχέδια υπηρεσίας της θέσης.
Το σχέδιο υπηρεσίας προβλέπει στην παράγραφο 3(5): “Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία, θα αποτελεί πλεονέκτημα”.
Στην υπό εξέταση υπόθεση θεωρήθηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση ότι κατέχουν το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο σχέδιο υπηρεσίας όσοι υπηρέτησαν “στο Τμήμα πάνω σε έκτακτη βάση”, εννοώντας προφανώς το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η αιτήτρια απλά, εργάζεται περιοδικά στο Τμήμα Εγγραφής Οχημάτων και στο Ταχυδρομείο. Είναι νομολογημένο σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην ερμηνεία που δόθηκε από την Επιτροπή στο Σχέδιο Υπηρεσίας, αν αυτή η ερμηνεία είναι λογική (Βλέπε Georghiades and Another v. Republic (1966) 3 C.L.R. 827. Κλέαρχος Μιλτιάδους και Άλλοι v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1318).
[*2254]Είναι επίσης νομολογημένο, ότι το ζήτημα των προσόντων που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, είναι ζήτημα πραγματικό το οποίο πέφτει μέσα στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής (Βλέπε Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60).
Το Δικαστήριο δε θα επέμβει στην παρούσα υπόθεση, γιατί ήταν εύλογα επιτρεπτό στην Επιτροπή, να αποφασίσει ότι η αιτήτρια δεν είχε το πρόσθετο προσόν.
Η αιτήτρια για να επιτύχει, πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει έκδηλη υπεροχή. Το δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση, αναφορικά με την επιλογή του καταλληλοτέρου υποψηφίου για προαγωγή ή διορισμό με την κρίση του αρμοδίου οργάνου (Βλέπε Alexandros Christou and Others and The Republic, 4 R.S.C.C. 1 σελ. 6· Odysseas Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74, σελ. 82· Piperi and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1306· Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852.)
Το Δικαστήριο εξέτασε με προσοχή τα επιχειρήματα του δικηγόρου της αιτήτριας και από όλα τα ενώπιόν του στοιχεία κατέληξε ότι η αιτήτρια δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών.
Η Επιτροπή άσκησε σύμφωνα με το νόμο τη διακριτική της ευχέρεια και οι προσβαλλόμενοι διορισμοί ήταν εύλογα επιτρεπτοί σ’ αυτή.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Ουδεμία διαταγή για έξοδα.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο