Δημοσθένους Kύπρος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 2517

(1990) 3 ΑΑΔ 2517

[*2517]14 Ιουλίου, 1990

[A. N. ΛΟΪΖΟΥ, Πρόεδρος]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΥΠΡΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΆΛΛΟΙ,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 49/89, 86/89, 161/89).

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Κριτήρια — Αξία, προσόντα, αρχαιότητα —  Θέση Επόπτη Θαλάμων (Ψυχιατρείου) στις Ψυχιατρικές Υπηρεσίες — Σχέδιο υπηρεσίας — Προσόν — Πλεονέκτημα — Τμηματική Επιτροπή — Συστάσεις Προϊσταμένου — Εμπιστευτικές εκθέσεις — Αξιολόγηση υποψηφίων — Αρχαιότητα του αιτητή κατά 3 και 7 χρόνια έναντι των ενδιαφερομένων προσώπων — Δεν του δημιούργησε έκδηλη υπεροχή λόγω του ότι υστερούσε σε αξία και προσόντα και δεν είχε τη σύσταση του Διευθυντή.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Διορισμοί — Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) — Αίτημα για αναστολή διαδικασίας πλήρωσης κενών θέσεων από την Ε.Δ.Υ. μέχρι την εκδίκαση αναθεωρητικής έφεσης από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου — Δεν έγινε αποδεκτό για τις δυσμενείς συνέπειες που θα επέφερε, τόσο στην εύρυθμη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας, όσο και στην κανονική ανέλιξη των δημοσίων υπαλλήλων.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Αρχαιότητα — Δεν μπορεί από μόνη της να δημιουργήσει έκδηλη υπεροχή — Υπερισχύει όταν όλα τα άλλα νόμιμα στοιχεία κρίσης είναι ίσα.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Συστάσεις προϊσταμένου — Πρέπει να συνάδουν πλήρως με το περιεχόμενο των φακέλων — Σε αντίθετη περίπτωση χρειάζεται ειδική αιτιολογία.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Σχέδια Υπηρεσίας — Ερμηνεία και εφαρμογή — Αποτελεί έργο της Ε.Δ.Υ. — Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει να δώσει διαφορετική ερμηνεία αν η ερμηνεία της Ε.Δ.Υ. ήταν εύλογη [*2518]ακόμα και αν το Δικαστήριο έχει διαφορετική άποψη.

Διοικητική πράξη — Δέουσα έρευνα — Είναι θέμα πραγματικό και εξαρτάται από τα περιστατικά κάθε υπόθεσης.

Αίτηση ακυρώσεως — Λόγοι ακυρώσεως — Προκατάληψη — Η ύπαρξη συγγένειας από μόνη της δεν μπορεί να δημιουργήσει υπόνοιες για εύνοια.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Προσόντα — Πλεονέκτημα — Ειδική αιτιολογία απαιτείται αν ο υποψήφιος διαθέτει το πλεονέκτημα και ο προαχθείς δεν το διαθέτει.

Διοικητικό όργανο — Συλλογικά όργανα — Συγκρότηση — Ε.Δ.Υ. — Συνεδρίες — Απουσία μελών — Ισχυρισμός ότι η ληφθείσα απόφαση πάσχει λόγω απουσίας μελών — Δεν τεκμηριώθηκε λόγω εφαρμογής της νόμιμης διαδικασίας από την Ε.Δ.Υ..

Τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα υπερείχαν των αιτητών από πλευράς βαθμολογίας στις εμπιστευτικές εκθέσεις όπως και από πλευράς προσόντων.

Ο Διευθυντής Ψυχιατρικών Υπηρεσιών ο οποίος ήταν παρών στη συνεδρίαση της Ε.Δ.Υ. κατά την εξέταση των προαγωγών, σύστησε τα ενδιαφερόμενα μέρη Α. Κωνσταντίνου, Χ. Παναγίδη και Σ. Γεωργίου.  Η Ε.Δ.Υ. εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τις Εμπιστευτικές Εκθέσεις των υποψηφίων και έλαβε υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και τις συστάσεις του Διευθυντή. Στη συνέχεια, αφού έλαβε υπόψη τις εμπιστευτικές εκθέσεις, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων, υιοθέτησε τις συστάσεις του Διευθυντή για τους Κωνσταντίνου και Παναγίδη οι οποίοι διέθεταν και το πλεονέκτημα των σχεδίων υπηρεσίας και αποφάσισε να τους προάξει στις επίδικες θέσεις με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα).

Λόγοι ακυρώσεως των επίδικων προαγωγών στην υπόθεση υπ’ αρ. 49/89.

Η αιτήτρια Ε. Δημοσθένους εσφαλμένα δε συστήθηκε από την Τμηματική Επιτροπή με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια.  Η Τμηματική Επιτροπή εσφαλμένα αποφάσισε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Α. Κωνσταντίνου κατέχει το πλεονέκτημα που προβλέπεται από τα σχέδια υπηρεσίας.

[*2519]Αποφασίστηκε ότι:

Από πλευράς αρχαιότητας η αιτήτρια υπερέχει κατά ένα μήνα μόνο του ενδιαφερομένου προσώπου Παναγίδη. Αναφορικά με τα προσόντα, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα υπερέχουν έκδηλα της αιτήτριας με βάση την αξιολόγησή τους, όπως καταδεικνύεται στους σχετικούς φακέλους.

Επιπρόσθετα το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κωνσταντίνου ορθά θεωρήθηκε ότι κατέχει το πλεονέκτημα, λόγω των μεταπτυχιακών του σπουδών σε διοικητικά θέματα.

Οι συστάσεις του Διευθυντή για τα δύο ενδιαφερόμενα πρόσωπα συνάδουν πλήρως με το περιεχόμενο των φακέλων και ως εκ τούτου η επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων από την Ε.Δ.Υ. ήταν ορθή.

Η αρχαιότητα του αιτητή από μόνη της δεν μπορεί να του προσδώσει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων προσώπων. Η αρχαιότητα του αιτητή θα υπερίσχυε όταν όλα τα άλλα προσόντα ήταν ίσα. Όμως στην παρούσα υπόθεση όλα τα άλλα νόμιμα στοιχεία κρίσης δεν ήταν ίσα.

Ο ισχυρισμός των αιτητών για εύνοια δεν ευσταθεί.  Η ύπαρξη συγγένειας δεν μπορεί από μόνη της να δημιουργήσει υπόνοιες για εύνοια.  Από το περιεχόμενο των Εμπιστευτικών Εκθέσεων του ενδιαφερόμενου προσώπου Κωνσταντίνου δεν προκύπτει τίποτα που να δημιουργεί τέτοιες υπόνοιες.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή υπ’ αρ. 49/89 απορρίπτεται.

Λόγοι ακυρώσεως των επίδικων προαγωγών στην υπόθεση υπ’ αρ. 86/89.

Οι λόγοι ακυρώσεως που προβλήθηκαν και που είναι οι ίδιοι με τους λόγους της προσφυγής 49/89 απορρίφθηκαν για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω.

Ο λόγος για έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης για τη μη προαγωγή της αιτήτριας δεν ευσταθεί αφού τόσο οι προαχθέντες όσο και η ίδια κατείχαν το πλεονέκτημα.  Η νομολογία απαιτεί ειδική αιτιολογία στις περιπτώσεις που ένας υποψήφιος διαθέτει το πλεονέκτημα και ο προαχθείς δεν το διαθέτει.

[*2520]Η προσφυγή 86/89 απορρίπτεται.

Λόγοι ακυρώσεως των επίδικων προαγωγών στην υπόθεση υπ’ αρ. 161/89.

Η απόφαση πάσχει επειδή τα μέλη της Ε.Δ.Υ. δεν ήταν τα ίδια κατά τη διάρκεια των επιδίκων προαγωγών.  Επίσης προβλήθηκε ισχυρισμός για έλλειψη αιτιολογίας και παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας.

Αποφασίστηκε ότι:

Τα μέλη που απουσίαζαν από τις συνεδρίες της Ε.Δ.Υ. έλαβαν γνώση του περιεχομένου των συνεδριάσεων αυτών και υιοθέτησαν την απόφαση της Ε.Δ.Υ..

Η διαδικασία που ακολούθησε η Ε.Δ.Υ. ήταν καθόλα νόμιμη.

Ο ισχυρισμός ότι η ετοιμασία των εμπιστευτικών εκθέσεων του αιτητή έγινε κατά παράβαση των σχετικών Κανονιστικών Διατάξεων δε βρίσκει έρεισμα στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.

Τα επιχειρήματα του αιτητή για έλλειψη αιτιολογίας και παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας δεν ευσταθούν.  Στο πρακτικό της υπόθεσης αναφέρεται ότι η Ε.Δ.Υ. εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης καθώς και από τους προσωπικούς φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων και έλαβε επίσης υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και τις κρίσεις και συστάσεις του Διευθυντή.

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων προσώπων.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους και γι’ αυτούς που αναφέρονται στην προσφυγή 49/89 και η προσφυγή αυτή επίσης απορρίπτεται.

Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Knai v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1534,

Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60,

Frangoullides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1680,

[*2521]Partellides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 480,

Kalos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 135,

Makris v. Republic (1985) 3(B) C.L.R. 1103,

Zinieris v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1876,

Louca v. Savva and Others (1989) 3(A) C.L.R. 672,

Savva v. Republic (1985) 3 C.L.R. 694,

Savva and Another v. Public Service Commission (1988) 3(A) C.L.R. 102.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης της Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας με την οποία τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα προήχθηκαν στη θέση Eπόπτη Θαλάμων (Ψυχιατρείου), στις Ψυχιατρικές Yπηρεσίες αντί των αιτητών.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 49/89 και 86/89.

Α. Ευτυχίου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 161/89.

Α. Βασιλειάδης, για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

Ι. Τυπογράφος, για τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα.

Cur. adv. vult.

A. N. ΛOΪZOY, Π.: Οι αιτητές με τις προσφυγές τους αυτές που συνεκδικάστηκαν, ύστερα από διαταγή του Δικαστηρίου, προσβάλλουν το κύρος της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η Επιτροπή, με την οποία προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη Ανδρέας Κωνσταντίνου και Χαράλαμπος Παναγίδης στη θέση Επόπτη Θαλάμων (Ψυχιατρείου), στις Ψυχιατρικές Υπηρεσίες.

Η θέση αυτή είναι θέση προαγωγής και σύμφωνα με τις Κανονιστικές Διατάξεις που διέπουν τη σύσταση, τις αρμοδιότητες και τη μέθοδο ενέργειας Τμηματικών Επιτροπών και σύμφωνα [*2522]με το Άρθρο 36 των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων του 1967 έως 1987, συστήθηκε τέτοια Επιτροπή με Πρόεδρο το Διευθυντή Ψυχιατρικών Υπηρεσιών.

Στην έκθεσή της (Παράρτημα 4) που διαβιβάστηκε από τον Πρόεδρό της στις 31 Ιανουαρίου, 1987, η Τμηματική Επιτροπή ανέφερε ότι αφού εξέτασε τον κατάλογο των υποψηφίων και τα ενώπιόν της στοιχεία σχετικά με τους υποψήφιους που κατείχαν τα προσόντα, σύστησε οκτώ υποψήφιους προς επιλογή για προαγωγή στις πιο πάνω θέσεις, συμπεριλαμβανομένων των Ενδιαφερόμενων Μερών. Ο Αιτητής Αναστάσιος Χαραλάμπους δε συστήθηκε από την Τμηματική Επιτροπή.

Η Επιτροπή, στη συνεδρίαση της στις 24 Μαρτίου, 1987, (Παράρτημα 5), κατά την εξέταση της έκθεσης, παρατήρησε ότι η Τμηματική Επιτροπή δεν ασχολήθηκε με το πλεονέκτημα “(δ) Μεταπτυχιακή εκπαίδευσις εις Διοικητικά ή συναφή προς την Ψυχιατρική Νοσηλευτικήν θέματα” που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της Θέσης και γι’ αυτό αποφάσισε να σταλεί ξανά το θέμα στην Τμηματική Επιτροπή για να το επανεξετάσει και να αναφέρει σχετικά.  Ο Πρόεδρος της Τμηματικής Επιτροπής, με επιστολή του ημερομηνίας 8 Ιουλίου, 1987, διαβίβασε συμπληρωματική έκθεση (Παράρτημα 7), με ημερομηνία 20 Ιουνίου, 1987, σχετικά με το πλεονέκτημα αυτό που προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας.

Η Επιτροπή, στη συνεδρίαση της στις 31 Ιουλίου, 1987, αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον της στοιχεία και με βάση τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής αποφάσισε (Παράρτημα 8), να εξετάσει το θέμα της πλήρωσης των πιο πάνω κενών θέσεων σε ημερομηνία που θα οριστεί αργότερα και να κληθεί να παραστεί στη συνεδρίαση εκείνη και ο Διευθυντής Ψυχιατρικών Υπηρεσιών. Όσο δε αφορά το θέμα του πλεονεκτήματος, η Επιτροπή επιφυλάχθηκε να το εξετάσει αργότερα. Στην πραγματικότητα η Επιτροπή ασχολήθηκε με το θέμα του πλεονεκτήματος στις συνεδριάσεις της ημερομηνίας 5 Οκτωβρίου, 1987 και ημερομηνίας 23 Μαΐου, 1988. Η Επιτροπή καθοδηγούμενη, όπως φαίνεται, από συμβουλή της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας που δόθηκε στις 10 Μαρτίου, 1988, (Παράρτημα 11), έκρινε ότι ο συστηθείς από την Τμηματική Επιτροπή Κύπρος Δημοσθένους καθώς και η Ελένη Δημοσθένους και ο Ευριπίδης Δημητρίου, οι οποίοι δεν συστήθηκαν από την Τμηματική Επιτροπή, δε διαθέτουν το πλεονέκτημα. (Αντίγραφα των πρακτικών των συνεδριάσεων της Επιτροπής με ημερομηνίες 5 Οκτωβρίου, 1987, και 23 Μαΐου, 1988 επισυνάπτονται στην ένσταση ως Παραρτήματα 9, 10 και 11 αντίστοιχα).

[*2523]Η επίδικη απόφαση λήφθηκε από την Επιτροπή στη συνεδρία της στις 21 Νοεμβρίου, 1988. Αξίζει να παραθέσω σε κάποια έκταση το σχετικό πρακτικό (Παράρτημα 13), στο οποίο αναφέρονται μεταξύ άλλων τα πιο κάτω:-

“Ο κ. Χατζηπροδρόμου, ο οποίος απουσίαζε κατά την πιο πάνω αναφερόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής με ημερομηνία 19.9.88 (θέμα 5 πρακτικών), έλαβε γνώση των σχετικών στοιχείων και υιοθέτησε την απόφαση που πήρε η Επιτροπή. Ύστερα από αυτό λαμβάνει κανονικά μέρος στην παραπέρα διαδικασία.

Στη αρχή η Επιτροπή έλαβε γνώση των επιστολών (α) του δικηγόρου κ. Ανδρέα Σ. Αγγελίδη με στοιχεία 2021/86 και ημερ. 27.10.88 από μέρους της Ελένης Κυπριανού, Επόπτριας Θαλάμων (Ψυχιατρείου), και (β) των δικηγόρων κ.κ. Λ. Παπαφιλίππου και Σία με στοιχεία BB1977 και ημερ.27.10.88 από μέρους του Τάκη Αγαθαγγέλου, Επόπτη Θαλάμων (Ψυχιατρείου), Ψυχιατρικές Υπηρεσίες, με τις οποίες ζητείται η αναστολή της διαδικασίας πλήρωσης των δύο κενών θέσεων Επόπτη/τριας θαλάμων (Ψυχιατρείου), μέχρις ότου εκδικαστεί η Αναθεωρητική Έφεση 790 και εκδοθεί η απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου.

Η Επιτροπή δε αποδέχτηκε το αίτημα, για το λόγο ότι, αν σε κάθε περίπτωση που καταχωρείτο προσφυγή ή έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, οι ενώπιον της Επιτροπής διαδικασίες αναστέλλονταν, αυτό θα παρακώλυε την έγκαιρη πλήρωση των κενών θέσεων, με επακόλουθο να επηρεάζονται δυσμενώς τόσο η εύρυθμη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας όσο και η κανονική ανέλιξη των ενδιαφερομένων δημοσίων υπαλλήλων.

Ύστερα από αυτό η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στην εξέταση του θέματος.

Ακολούθως προσήλθε στη συνεδρίαση ο Διευθυντής ψυχιατρικών Υπηρεσιών κ. Γεώργιος Μαλεκίδης.

Αυτός, αφού ενημερώθηκε ότι η Επιτροπή καθοδηγούμενη από νομική συμβουλή έκρινε ότι οι υποψήφιοι Κύπρος Δημοσθένους και Ιωάννης Σοφοκλέους δε διαθέτουν το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, το οποίο διαθέτουν όλοι οι άλλοι υποψήφιοι που συστήθηκαν από την Τμηματική Επιτροπή, ανάφερε τα εξής:-

Λαμβάνοντας υπόψη συνολικά την αξία, τα προσόντα [*2524]και την αρχαιότητα, ως πρώτο συστήνει τον Ανδρέα Κωνσταντίνου, γιατί έχει καλές διοικητικές και εποπτικές ικανότητες, διοικεί το θάλαμο καλώς και εφαρμόζει τα προγράμματα προς όφελος των ασθενών. Επίσης με τις ικανότητές του μπορεί να διατηρεί ένα καλό κλίμα μεταξύ του προσωπικού και απέδειξε, σε όλους τους θαλάμους που εργάστηκε, ότι έχει ικανότητες.

Για τη δεύτερη θέση συστήνει δύο, τους Σοφοκλή Γεωργίου και Χαράλαμπο Παναγίδη. Τα τελευταία δύο χρόνια η αξία τους είναι περίπου η ίδια, όμως ο Παναγίδης είναι πιο σταθερός στις Εμπιστευτικές Εκθέσεις του και σε σύγκριση με το Σοφοκλέους είναι πιο ικανός για να καταλάβει τη θέση.  Ωστόσο ο Σοφοκλέους διαθέτει κατάρτιση τόσο στη Γενική Νοσηλευτική όσο και στην Ψυχιατρική.

Στο σημείο αυτό ο Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρίαση.

Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.

Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το Φάκελο Πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τις Εμπιστευτικές Εκθέσεις των υποψηφίων, και έλαβε επίσης υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και τις κρίσεις και συστάσεις του Διευθυντή.”

Στη συνέχεια αναφέρεται στο πρακτικό αυτό ότι η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις εμπιστευτικές εκθέσεις στο σύνολό τους και ενδεικτικά αναφέρθηκε στις βαθμολογίες των υποψηφίων στις εκθέσεις τους στα πέντε τελευταία χρόνια. Χάριν συντομίας δεν θα τα παραθέσω εδώ. Το πρακτικό δε συνεχίζει:-

“Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους, όπως αυτή φαίνεται στον ενώπιον της Επιτροπής κατάλογο των υποψήφιων.

Η Επιτροπή, με βάση τα τρία κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα), υιοθετεί τη σύσταση του Διευθυντή για τον Ανδρέα Κωνσταντίνου, ο οποίος διαθέτει και το πλεονέκτημα που προβλέπεται στα Σχέδια Υπηρεσίας.

Ανάμεσα στους δύο που σύστησε ο Διευθυντής για τη δεύτερη [*2525]θέση, η Επιτροπή επέλεξε το Χαράλαμπο Παναγίδη, ο οποίος έχει συνολικά καλύτερες Εμπιστευτικές Εκθέσεις.  Επιλέγοντας τον Παναγίδη η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι και οι δύο που συστήθηκαν για τη δεύτερη θέση διαθέτουν το πλεονέκτημα και ότι ο Γεωργίου είναι αρχαιότερος (ένα μόνο χρόνο) και έχει κατάρτιση και στη Γενική Νοσηλευτική, όπως ανάφερε ο Διευθυντής. Ωστόσο, ο Παναγίδης υπερτερεί στο σύνολο των Εμπιστευτικών Εκθέσεων και έτσι επιλέγεται αυτός.

Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να συγκρίνει και με τους επιλεγέντες όλους τους άλλους υποψήφιους και ιδιαίτερα ασχολήθηκε με την περίπτωση του Κύπρου Δημοσθένους, ο οποίος έχει μεγάλη αρχαιότητα έναντι του Παναγίδη (61/2 χρόνια). Ωστόσο, στις Εμπιστευτικές Εκθέσεις αυτός υστερεί σαφώς των δύο επιλεγέντων και δε διαθέτει το πλεονέκτημα.

Συμπερασματικά η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία, έκρινε με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) ότι οι παρακάτω υπερέχουν των άλλων υποψήφιων και αποφάσισε να τους προαγάγει σαν τους πιο κατάλληλους στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Επόπτη Θαλάμων (Ψυχιατρείου), Ψυχιατρικές Υπηρεσίες, από 1.12.88:

1.  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Ανδρέας

2.  ΠΑΝΑΓΙΔΗΣ Χαράλαμπος.”

Οι αιτητές στην υπόθεση Αρ. 49/89 θέτουν σαν πρώτο νομικό λόγο ακύρωσης των επιδίκων προαγωγών το γεγονός ότι η αιτήτρια Ελένη Δημοσθένους, καίτοι κρίθηκε από την Τμηματική Επιτροπή σαν προσοντούχος για προαγωγή δε συστήθηκε από αυτή, γιατί με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολο τους υστερούσε σε σύγκριση με αυτούς που συστήθηκαν, παρόλο που αυτή υπερέχει έκδηλα των ενδιαφερομένων προσώπων σε αρχαιότητα και δεν υστερεί σε προσόντα, ιδιαίτερα έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου Ανδρέα Κωνσταντίνου.  Η αιτήτρια, κατά τον ευπαίδευτο δικηγόρο της εκτελούσε στο παρελθόν καθήκοντα εκ περιτροπής, καθότι εκπληρούσε τους όρους υπηρεσίας της θέσης Επόπτη Θαλάμου, άρα είχε πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης. Γι’ αυτό και εσφαλμένα δε συστήθηκε από την Τμηματική Επιτροπή. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η Τμηματική Επιτροπή στη νέα της έκθεση (παράρτημα 7), εσφαλμένα αποφάσισε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Ανδρέας Κωνσταντίνου κατέχει το πλεονέκτημα που προβλέπεται από τα σχέδια υπηρεσίας.

[*2526]Μια εξέταση των σχετικών φακέλων καταδεικνύει ότι ορθά η Τμηματική Επιτροπή δε σύστησε για προαγωγή την αιτήτρια γιατί αυτή υστερεί έναντι των ενδιαφερομένων μερών.  Η αιτήτρια τα έτη 1983-1987 αξιολογείται ως “Λίαν Καλός” ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρέας Κωνστατίνου τα έτη 1983-1984 ως “Λίαν Καλός” και τα έτη 1985-1987 “Εξαίρετος”, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Χαράλαμπος Παναγίδης το 1983 αξιολογείται “Λίαν Καλός” και τα έτη 1984-1987 ως “Εξαίρετος”. Είναι φανερό από αυτά ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν σημαντικά της αιτήτριας στην αξία.  Όσο δε αφορά την αρχαιότητα, η αιτήτρια δεν υπερτερεί καθόλου του ενδιαφερομένου μέρους Α. Κωνσταντίνου ενώ η αιτήτρια διορίστηκε Νοσοκόμος Ψυχιατρείου την 1.3.69 και το ενδιαφερόμενο μέρος Χαράλαμπος Παναγίδης την 1.4.69. Δηλαδή σε μια συνολική υπηρεσία περίπου 20 ετών η αιτήτρια υπερέχει σε αρχαιότητα του ενδιαφερομένου μέρους Παναγίδη κατά 1 μήνα. Από πλευράς δε προσόντων κατά την άποψή μου και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν της αιτήτριας. Επομένως, η αιτήτρια όχι μόνο δεν έχει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών, αλλά αντίθετα τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν έκδηλα της αιτήτριας.

Αναφορικά με το πλεονέκτημα του ενδιαφερομένου μέρους Ανδρέα Κωνσταντίνου, ορθά η Επιτροπή έκρινε ότι αυτός διαθέτει το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας. Είναι βασική αρχή του Διοικητικού Δικαίου, καθιερωμένη από τη νομολογία μας, ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας είναι έργο της Επιτροπής και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει να δώσει διαφορετική ερμηνεία αν αυτή ήταν εύλογη (reasonably open) ακόμη και αν το Δικαστήριο έχει διαφορετική άποψη (Βλέπε Petsas v. Republic 3 R.S.C.C. 60 στη σελ. 63 Frangoullides v. Republic (1985) 3. C.L.R. 1680 στις σελ. 1684-1685).

Στην παρούσα υπόθεση τόσο η Τμηματική Επιτροπή όσο και η Επιτροπή έκριναν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρέας Κωνσταντίνου έχει και το πλεονέκτημα, αφού έλαβαν υπόψη τους το περιεχόμενο του Προσωπικού του Φακέλου στον οποίο περιέχονται τα προσόντα αυτού.  Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας (Παράρτημα 3), “Μεταπτυχιακή Εκπαίδευσις εις Διοικητικά ή συναφή προς την Ψυχιατρική Νοσηλευτική θέματα θα θεωρηθεί ως πλεονέκτημα”. Το ενδιαφερόμενο αυτό μέρος ορθά θεωρήθηκε ότι κατέχει το πλεονέκτημα, γιατί έχει μεταπτυχιακές σπουδές σε διοικητικά θέματα (Παράρτημα 9). Όπως παρατηρεί και η Τμηματική Επιτροπή στο Παράρτημα 7, “στην περίπτωση του υποψηφίου Ανδρέα Κωνσταντίνου η Τμηματική Επιτροπή πιστεύει ότι η παρακολούθηση Εκπαιδευτικών μαθημάτων στο Βασιλικό Κολλέγιο Νοσηλευτικής [*2527]στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Διοίκηση, με ιδιαίτερη αναφορά στο τομέα της υγείας κρίνεται ότι αποτελεί πλεονέκτημα, διότι η σειρά μαθημάτων ήτο πέραν των 65 ωρών εντατικής διδασκαλίας, το πρόγραμμα ήτο περιεκτικό και ανωτέρου επιπέδου και η σειρά αυτή μαθημάτων προσφέρεται στο Ηνωμένο Βασίλειο για άτομα που καλούνται να αναλάβουν διοικητική θέση. Επιπρόσθετα, εκτός από την παρακολούθηση υπήρχε στο πρόγραμμα και υποχρεωτική μελέτη την οποία έφερε επιτυχώς εις πέρας.”.

Η δε Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο αυτό μέρος διαθέτει το πλεονέκτημα, αφού έκανε τη δική της έρευνα.  Δεν ήταν απαραίτητο για την Επιτροπή να ζητήσει γνωμάτευση και για την περίπτωση του ενδιαφερομένου μέρους, όπως έκανε στην περίπτωση των άλλων υποψηφίων. Εκ περισσού θα μπορούσε να αναφερθεί ότι, το τί είναι δέουσα έρευνα είναι θέμα πραγματικό και εξαρτάται από τα περιστατικά κάθε υπόθεσης (A. Knai v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1534 στη σελ. 1546).

Πρέπει όμως να λεχθεί ότι η Γνωμάτευση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα (Παράρτημα 11), δόθηκε σε σχέση με την 9μηνο σειρά μαθημάτων του ενδιαφερομένου μέρους Κωνσταντίνου στη Νοσηλευτική Διοίκηση (Ψυχιατρείου) στην Κύπρο (Παράρτημα 14, Σημείωμα 1).  Ενώ ο λόγος για τον οποίο θεωρήθηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος διαθέτει το πλεονέκτημα είναι διότι αυτός, μετά το τέλος των Εκπαιδευτικών μαθημάτων που παρακολούθησε στο Ηνωμένο Βασίλειο και συγκεκριμένα στο Βασιλικό Κολλέγιο Νοσηλευτικής, είχε υποβάλει υποχρεωτική μελέτη με επιτυχία. Τούτο προκύπτει από το περιεχόμενο του Προσωπικού του Φακέλου Κυανά 47 - 32 και 52 - 51.

Επομένως σύμφωνα με τη Γνωμάτευση αυτή το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει το πλεονέκτημα.

Αναφορικά με τις συστάσεις του Διευθυντή, αυτές βρίσκονται σε αρμονία με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Αυτός σύστησε τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη όχι όμως τον αιτητή. Ο Διευθυντής, προβαίνοντας στις συστάσεις, ανάφερε ότι “λαμβάνοντας υπόψη συνολικά την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, ως πρώτο συστήνει τον Ανδρέα Κωνσταντίνου γιατί έχει καλές διοικητικές και εποπτικές ικανότητες, διοικεί το θάλαμο καλώς και εφαρμόζει τα προγράμματα προς όφελος των ασθενών.  Επίσης με τις  ικανότητές του μπορεί να διατηρεί ένα καλό κλίμα μεταξύ του προσωπικού και απέδειξε σε όλους τους θαλάμους που εργάστηκε ότι έχει ικανότητες”.  Για τη δεύτερη θέση συστήνει δύο, “τους Σο[*2528]φοκλή Γεωργίου και Χαράλαμπο Παναγίδη. Τα τελευταία δύο χρόνια η αξία τους είναι περίπου η ίδια, όμως ο Παναγίδης είναι πιο σταθερός στις εμπιστευτικές εκθέσεις του και σε σύγκριση με το Σοφοκλέους είναι πιο ικανός για να καταλάβει τη θέση”.

Οι συστάσεις αυτές συνάδουν πλήρως με το περιεχόμενο των φακέλων και η επιλογή των ενδιαφερομένων μερών από την Επιτροπή ήταν ορθή και βέβαια θα απαιτείτο ειδική αιτιολογία για μια απόφαση που θα ήταν αντίθετη με τις συστάσεις αυτές.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών ισχυρίστηκε ότι οι συστάσεις του Διευθυντή πάσχουν, διότι σύστησε τον υποψήφιο Σοφοκλή Γεωργίου (δεν είναι ενδιαφερόμενο μέρος) ο οποίος στις 7 Νοεμβρίου, 1987 αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει και το γεγονός αυτό το γνώριζε ο Διευθυντής. Δεν φαίνεται να έχει οποιαδήποτε σχέση ή επίδραση η σύσταση του υποψηφίου Σοφοκλή Γεωργίου πάνω στις συστάσεις των ενδιαφερομένων μερών ούτε και θα ήταν ορθό να αξιολογήσει το Δικαστήριο το θέμα αυτό χωρίς να έχει την ολότητα των σχετικών στοιχείων ενώπιόν του.  Το γεγονός παραμένει ότι ορθά συστήθηκαν τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.

Όσο δε αφορά την αρχαιότητα του αιτητή, αρκεί να λεχθεί ότι η αρχαιότητα από μόνη της δεν μπορεί να προσδώσει σε ένα αιτητή έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών.

Η αρχαιότητα αυτή του αιτητή είναι 3 χρόνια έναντι του ενδιαφερομένου μέρους Κωνσταντίνου και 7 χρόνια έναντι του ενδιαφερομένου μέρους Παναγίδη, σε μια συνολική περίοδο υπηρεσίας 25 περίπου ετών.  Η αρχαιότητα υπερισχύει όταν όλα τα άλλα νόμιμα στοιχεία κρίσης είναι περίπου ίσα.  (Βλέπε Partellides v. Republic (1969) 3 C.L.R. 480 στη σελ. 484· Kalos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 135 στη σελ. 150· Makris v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1103 στη σελ. 1110· Zinieris v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1876.)

Όμως στην παρούσα υπόθεση όλα τα άλλα νόμιμα στοιχεία κρίσης δεν ήταν ίσα. Από πλευράς βαθμολογίας στις εμπιστευτικές εκθέσεις τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν των αιτητών, όπως και από πλευράς προσόντων. Και περιπλέον τα ενδιαφερόμενα μέρη συστήθηκαν από το Διευθυντή, ενώ οι αιτητές όχι.

Αναφορικά με τη σχέση συγγένειας που επικαλείται ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών και που υπάρχει μεταξύ του Αξιολογόντα Λειτουργού και του ενδιαφερομένου μέρους Κωνσταντίνου, η συγγένεια αυτή είναι πολύ μακρινή. Εν πάση όμως περιπτώσει η [*2529]ύπαρξη συγγένειας δεν μπορεί να δημιουργήσει υπόνοιες για εύνοια. Από το περιεχόμενο των Εμπιστευτικών Εκθέσεων του ενδιαφερομένου μέρους Κωνσταντίνου δεν προκύπτει τίποτα που να δημιουργεί έστω και έμμεσα υπόνοιες για εύνοια. Για το θέμα αυτό αναφορά μπορεί να γίνει στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Αναθεωρητικές Εφέσεις 777 και 780, Yiannoulla Louka v. Savva and Others (1989) 3(A) C.L.R. 672, όπου αναφέρεται:-

“The general principle is that the organs participating in any particular administrative process must appear to act impartially which cannot be said to be the case when there exists any special tie or relationship which relates to the persons involved in the process or to its outcome.  (See Christou v. The Republic (1980) 3 C.L.R. 437 at 449). But any lack of impartiality must be established with sufficient certainty from facts emanating from official records or by safe inferences drawn from such facts.  (See Othonos v. The Republic, R.A. 720 unreported 19.4.89) and invariably bias always depends on the facts of the case. The fact that a person may make a report in respect of a close relation or even his brother, does not per se invalidate the administrative process and even though it should be avoided, in a country of the size of Cyprus it may not always be possible to avoid the possibility of a person serving under a close relative, though in such a case it would be expected that the relationship will be disclosed.  (See Petsas v. The Republic 3 R.S.C.C. 60 at p. 63.)

In any event it is clear from the facts that the assessment made for the years in question by her close relative is, as is also stated by the trial Court’ on the whole similar to that made by other reporting officers’ therefore it cannot be said that such reports were in any way biased since the assessment contained therein does not differ from the general picture presented by this interested party throughout her career and in any case as also found by the trial Court, ‘it would be difficult to discern any disposition of favour on the part’ of the reporting officer towards this interested party.  As we have found therefore no evidence of bias, this ground of appeal succeeds.”

Για όλους πιο πάνω λόγους η Προσφυγή Αρ. 49/89 των αιτητών πρέπει ν’ απορριφθεί.

Εις ό,τι αφορά την Προσφυγή Αρ. 86/89 επιπρόσθετα προς τους διάφορους νομικούς λόγους που προβάλλονται σ’αυτή και [*2530]που είναι οι ίδιοι με αυτούς που προβλήθηκαν στην Προσφυγή Αρ. 49/89, με τους οποίους έχω ήδη ενδιατρίψει και δεν χρειάζεται να προσθέσω οτιδήποτε, αξίζει να αναφέρω ότι η αιτήτρια στην προσφυγή αυτή δε συστήθηκε από το Διευθυντή.

Επίσης η βαθμολογία της αιτήτριας στις εμπιστευτικές εκθέσεις είναι πολύ κατώτερη των ενδιαφερομένων μερών.  Αυτή βαθμολογείται από το 1983-1987 ως “Λίαν Καλός” ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Κωνσταντίνου το 1983 και 1984 ως “Λίαν Καλός” και τα έτη 1985, 1986 και 1987 ως “Εξαίρετος”, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Παναγίδης το 1983 αξιολογείται ως “Λίαν Καλός” και τα έτη 1984, 1985, 1986 και 1987 ως “Εξαίρετος”.”

Από πλευράς πλεονεκτήματος, τόσο η αιτήτρια όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέχουν το πλεονέκτημα. Απο πλευράς όμως προσόντων και αρχαιότητας τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν της αιτήτριας.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε την απόφασή της για τη μη προαγωγή της αιτήτριας, επειδή διαθέτει το πλεονέκτημα, θα πρέπει να λεχθεί ότι η νομολογία απαιτεί ειδική αιτιολογία στις περιπτώσεις όπου ένας υποψήφιος διαθέτει το πλεονέκτημα και ο προαχθείς δεν το διαθέτει.  Στην υπόθεση όμως που εξετάζουμε, το πλεονέκτημα το κατέχουν και η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Για τους πιο πάνω λόγους και για τους λόγους που έχουν εκτεθεί στην Προσφυγή Αρ. 49/89, η προσφυγή αυτή πρέπει επίσης ν’ απορριφθεί.

Σχετικά με την Προσφυγή Αρ. 161/89 και επιπρόσθετα προς τα συμπεράσματα στα οποία έχω καταλήξει για όσους νομικούς λόγους εγείρονται στην προσφυγή αυτή και ηγέρθησαν και στις Προσφυγές Αρ. 49/89 και 86/89, έχει εγερθεί ο νομικός λόγος ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει επειδή τα μέλη της Επιτροπής δεν ήταν τα ίδια κατά τη διάρκεια των επιδίκων προαγωγών. Πάνω στο θέμα αυτό αξίζει να γίνει αναφορά στα Παραρτήματα 2, 5, 8, 9 και 10, το περιεχόμενο των οποίων επικαλείται ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή. Σύμφωνα με το Παράρτημα 2 το μέλος της Επιτροπής κ. Λ. Ξενόπουλος δεν παρακάθησε κατά την εξέταση των θεμάτων 1 και 2. Τα θέματα 1 και 2 όμως ήταν άσχετα με τη διαδικασία πλήρωσης των επιδίκων προαγωγών.  Εκείνο που ήταν σχετικό με τη διαδικασία πλήρωσης των επιδίκων προαγωγών ήταν το θέμα 7 για το οποίο ήταν παρών. Από τη συνεδρία αυτή της 28ης Ιουλίου, [*2531]1986, απουσίαζε ο κ. Χατζηπροδρόμου.  Όμως η συνεδρίαση αυτή ήταν εντελώς τυπική και προκαταρκτική, γιατί η Επιτροπή ασχολήθηκε μόνο με την επιστολή του Υπουργείου Υγείας για την πλήρωση της θέσης. Στη συνεδρία της 24ης Μαρτίου, 1987, ήταν παρόντα όλα τα μέλη της Επιτροπής (Παράρτημα 5).

Από τη συνεδρίαση της Επιτροπής της 31ης Ιουλίου, 1987, απουσίαζε ο κ. Λ. Ξενόπουλος (Παράρτημα 8). Στην επόμενη όμως συνεδρίαση της Επιτροπής με ημερομηνία 5 Οκτωβρίου, 1987, ο κ. Ξενόπουλος έλαβε γνώση του περιεχομένου της συνεδρίασης της 31ης Ιουλίου, 1987 και υιοθέτησε την απόφαση της Επιτροπής (Παράρτημα 9, σελ. 5, 1η παράγραφος). Από τη συνεδρίαση αυτή της 5ης Οκτωβρίου, 1987, απουσίαζε λόγω ασθενείας ο κ. Παπαξενοφώντος ο οποίος στην επόμενη συνεδρία της 23ης Μαΐου, 1988, έλαβε γνώση του περιεχομένου της συνεδρίας της 5ης Οκτωβρίου, 1987, και υιοθέτησε την απόφαση της Επιτροπής (Παράρτημα 10, 1η παράγραφος).

Από τα πιο πάνω, προκύπτει ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Επιτροπή ήταν καθόλα νόμιμη.

Στην απόφαση Savva v. Republic (1985) 3 C.L.R. 694 στη σελ. 702, παρόλο που δεν ανεγράφετο στα πρακτικά ότι το απουσιάζον μέλος της Επιτροπής λάμβανε γνώση του περιεχομένου της προηγούμενης συνεδρίασης, εν τούτοις κρίθηκε ότι έλαβαν γνώση από το γεγονός ότι τα πρακτικά ήταν ενώπιόν τους. Η απόφαση αυτή επικυρώθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατ’ έφεση. (Βλέπε Savva v. The Public Service Commission (1988) 3(A) C.L.R. 102).  Στην παρούσα υπόθεση ρητά αναφέρεται ότι τα μέλη που απουσίαζαν λάμβαναν γνώση του περιεχομένου της προηγούμενης συνεδρίασης που απουσίαζαν.

Ο ισχυρισμός ότι η ετοιμασία των εμπιστευτικών εκθέσεων του αιτητή έγινε κατά παράβαση των σχετικών Κανονιστικών Διατάξεων, δεν υποστηρίζεται από τα γεγονότα της υπόθεσης. Η ύπαρξη διακύμανσης στη βαθμολογία του αιτητή στα επί μέρους θέματα και στα διάφορα χρόνια οφείλεται στην απόδοση του αιτητή.  Η διακύμανση υπάρχει στα εξής: Στο με αρ. 7 που είναι η Συνεργασία/Σχέσεις, στο 10 που είναι Διευθυντική/Εποπτική ικανότης και στο 12 που είναι ο Χαρακτήρ. Είναι δε λογικό ένας υπάλληλος να έχει διακυμάνσεις στα πιο πάνω θέματα. Στο θέμα 10 η διακύμανση ήταν υπέρ του αιτητή. Δηλαδή το έτος 1984 αξιολογήθηκε “Καλός” ενώ τα άλλα έτη αξιολογήθηκε “Λίαν Καλός”. Εν πάση περιπτώσει, τα χρόνια που αναφέρει ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή για δια[*2532]κύμανση στη βαθμολογία του αιτητή, αυτή αφορά τις επί μέρους αξιολογήσεις και όχι τη συνολική εικόνα η οποία τα χρόνια αυτά παρέμεινε αναλλοίωτη. Δηλαδή, όλα τα χρόνια 1983, 1984, 1985 και 1986 ο αιτητής βαθμολογείται ως “Λίαν Καλός”.

Δεν υπάρχει τίποτε που να δείχνει ότι ο Αξιολογών Λειτουργός επηρεάστηκε στις εκτιμήσεις του από τα προηγούμενα χρόνια.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δε δόθηκε αιτολογία για τη μη προαγωγή του αιτητή, ο δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση υπόβαλε ότι η Επιτροπή αιτιολόγησε πλήρως την απόφασή της γιατί προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή στο σχετικό πρακτικό (Παράρτημα 13) αναφέρει γιατί προτιμήθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη απ’ όλους τους υποψηφίους, περιλαμβανομένου φυσικά και του αιτητή.

Το δε επιχείρημα του αιτητή αυτού, ότι η Επιτροπή δε διερεύνησε την περίπτωση του αιτητή, δεν ευσταθεί, γιατί η Επιτροπή εξέτασε, όπως αναφέρεται στο πιο πάνω πρακτικό, τα ουσιώδη στοιχεία από το Φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους προσωπικούς φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων και έλαβε επίσης υπόψη τα πορίσματα της Τμηματικής Επιτροπής και τις κρίσεις και συστάσεις του Διευθυντή και ασφαλώς αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η περίπτωση του αιτητή διερευνήθηκε από την Επιτροπή.

Είναι φανερό από τα πιο πάνω, ότι ο αιτητής αυτός απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών γιατί: Aπό πλευράς βαθμολογίας στις Εμπιστευτικές Εκθέσεις, αρχαιότητας και προσόντων ο αιτητής υστερεί των ενδιαφερομένων μερών. Από πλευράς προσόντων ο αιτητής υστερεί των ενδιαφερομένων μερών. Επίσης ο αιτητής δε συστήθηκε για επιλογή από την Τμηματική Επιτροπή.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους και γι’ αυτούς που αναφέρονται στην Προσφυγή 49/89 και η προσφυγή αυτή πρέπει ν’ απορριφθεί.

Ως αποτέλεσμα οι προσφυγές απορρίπτονται και επικυρώνονται οι επίδικες αποφάσεις. Δεν γίνεται όμως οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο