Mονογυιός Xριστάκης ν. Δημοκρατίας και Άλλων (1990) 3 ΑΑΔ 3513

(1990) 3 ΑΑΔ 3513

[*3513]24 Οκτωβρίου, 1990

[ΠΙΚΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΜΟΝΟΓΥΙΟΣ,

Αιτητής,

v.

1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

2. ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΕΡΙΜΝΗΣ ΚΑΙ

    ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΤΟΠΙΣΘΕΝΤΩΝ,

    ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ

    ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ,

3. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 200/89).

 

Διοικητική πράξη — Εκτελεστή — Βεβαιωτική πράξη — Διοικητική πράξη μπορεί να χαρακτηριστεί ως βεβαιωτική εφόσον έχει το ίδιο ουσιαστικό αντικείμενο και ρυθμίζει το ίδιο θέμα με προγενέστερη εκτελεστή πράξη του ιδίου οργάνου χωρίς την παρέμβαση διεξαγωγής νέας έρευνας ή τη θεμελίωσή της σε νομικό καθεστώς — Η βεβαιωτική πράξη δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναθεώρησης.

Η προσφυγή του αιτητή στρέφεται κατά της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να απορρίψουν αίτημά του για αυτοστέγαση σε ιδιόκτητο οικόπεδο.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάνθηκε ότι:

Η απόφαση των καθ’ ων η αίτηση για απόρριψη αιτήματος του αιτητή για αυτοστέγαση σε ιδιόκτητο οικόπεδο, είναι βεβαιωτική προγενέστερης εκτελεστικής απόφασης που εβασίζετο στο ίδιο πραγματικό και νομικό καθεστώς. Το ότι στην επίδικη απόφαση προστίθεται και νέος λόγος για την απόρριψη της αίτησης, δεν μεταβάλλει την αντικειμενική υπόσταση των δύο πράξεων. Ως εκ τούτου, η προδικαστική ένσταση των καθ’ ων η αίτηση, ότι δε χωρεί [*3514]αναθεώρηση της επίδικης απόφασης, γίνεται αποδεκτή.

H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Pieris v. Republic (1983) 3(Β) C.L.R. 1054,

Λευκαρίτη v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 529,

Οικονομίδης v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3106.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του αιτητή για παροχή οικονομικής βοήθειας για αυτοστέγαση.

Τ. Α. Κουμής, για τον Αιτητή.

Μ. Ραφτόπουλος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, εκτοπισθείς από την Αμμόχωστο, εγκαταστάθηκε μετά την τουρκική εισβολή στην επαρχία της Λάρνακας. Στις 2 Ιουνίου, 1980, νυμφεύθηκε με κάτοικο της ελεύθερης περιοχής της Κύπρου, γόνο πτωχής οικογένειας.

Στις 26 Ιουνίου, 1980, αποτάθηκε στην “Υπηρεσία Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων” για την παροχή “οικονομικής βοηθείας και οικοπέδου εις Μενεού”. Ένα περίπου χρόνο αργότερα το αίτημά του απορρίφθηκε λόγω της αδιαφορίας που επέδειξε στην προώθηση και τεκμηρίωσή του, απόφαση που του γνωστοποιήθηκε στις 17/8/81. Τα στοιχεία του φακέλου αποκαλύπτουν ότι ο αιτητής δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση των αρχών για στοιχειοθέτηση του αιτήματός του.

Το 1983 ο αιτητής επανεκδήλωσε ενδιαφέρον για την εξασφάλιση βοήθειας, αναφέροντας ότι “.... συνεχίζω να ενδιαφέρομαι διά την αίτηση αυτοστεγάσεώς μου εις ιδιόκτητον οικόπεδον”. Ουσιαστικά επρόκειτο για νέο αίτημα και όχι για την ανανέωση του προγενέστερου διαβήματός του, του 1980, δεδομένου ότι το αντικείμενο των δύο αιτημάτων ήταν διαφορετικό. Το 1984 αποφασίστηκε η [*3515]απόρριψη της αίτησής του με το δικαιολογητικό, όπως του γνωστοποιήθηκε στις 11/6/84, “Γιατί το σπίτι για το οποίο ζητάτε βοήθεια έχει ήδη τελειώσει”.

Η γραπτή (ένορκες δηλώσεις) και η προφορική μαρτυρία (αντεξέταση των ομνυόντων), που έχει κατατεθεί από τον αιτητή και τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας Κωνσταντίνο Τσικκίνη και Γεώργιο Ζαννέτο, αποδεικνύει ότι ο αιτητής είχε οικοδομήσει ισόγεια κατοικία σε ιδιόκτητο οικόπεδο η οποία είχε συμπληρωθεί το 1982 ή αρχές του 1983.  Σε μεταγενέστερο στάδιο έγιναν επεκτάσεις στην οικοδομή με την προσθήκη αριθμού δωματίων στο ανώγειο της κατοικίας, μερικά από τα οποία παραμένουν ημιτελή. Οι επεκτάσεις έγιναν για την πιο άνετη διαμονή της οικογένειας και τη δημιουργία γραφείου για τη διεξαγωγή της εργασίας του αιτητή. Η διαπίστωση των Αρχών ότι η κατοικία για την οποία επιδιωκόταν βοήθεια είχε ολοκληρωθεί πριν την απόρριψη της αίτησης (που είχε υποβληθεί από τον αιτητή) το 1983, είναι ορθή.

Σε τρίτο στάδιο, στις 11/6/88, ο αιτητής επανέλαβε αίτημα για αυτοστέγαση σε ιδιόκτητο οικόπεδο, το οποίο και πάλι απορρίφθηκε για τους λόγους που εκτίθενται στην επιστολή της 10/1/89 επειδή:-

(α)       Επρόκειτο για οικογένεια που δημιουργήθηκε μετά το 1974 και διότι

(β)       η κατοικία για την οποία επιζητείτο το δάνειο είχε ολοκληρωθεί.

Η τελευταία απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής. Οι λόγοι για τους οποίους επιζητείται η ακύρωση της απόφασης όπως εξειδικεύονται στην αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή αναφέρονται (α) στα κριτήρια τα οποία προσδιορίζουν τη διακριτική ευχέρεια των καθ’ ων η αίτηση τα οποία αμφισβητούνται ως γενόμενα χωρίς εξουσία ή κατά παρέκλιση από το Σύνταγμα και (β) την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση πλημμελώς διότι σε σύγκριση με άλλα πρόσωπα τα οποία κατονομάζονται ο αιτητής έτυχε δυσμενούς μεταχείρισης κατά παράβαση της αρχής της ισότητας που εμπεδώνεται στο άρθρο 28.1 του Συντάγματος.

Έγινε αναφορά στην προϊστορία της απόρριψης της αίτησης του προσφεύγοντος για να καταστεί ευχερής η εξέταση της προδικαστικής ένστασης των καθ’ ων η αίτηση ως προς τη βιωσιμότητα της προσφυγής, η οποία συνοψίζεται στη θέση ότι δε χωρεί αναθε[*3516]ώρηση της επίδικης απόφασης επειδή έχει βεβαιωτικό χαρακτήρα.  Προς θεμελίωση της νομικής πτυχής της εισήγησης ότι η επίδικη απόφαση είναι βεβαιωτική προγενέστερης πράξης, ο δικηγόρος της Δημοκρατίας έκαμε αναφορά στην απόφαση της Ολομέλειας Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, pp. 1061-1064 και στην πρόσφατη απόφαση Λευκαρίτου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 529).

Συνοπτικά, διοικητική πράξη μπορεί να χαρακτηριστεί ως βεβαιωτική εφόσον έχει το ίδιο ουσιαστικό αντικείμενο και ρυθμίζει το ίδιο θέμα με προγενέστερη εκτελεστή πράξη του ίδιου οργάνου [Βλ. Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3106], χωρίς την παρέμβαση διεξαγωγής νέας έρευνας ή τη θεμελίωσή της σε νέο νομικό καθεστώς. Στην Pieris, ανωτέρω, (σ. 1062), λέχθηκε ότι απόφαση κρίνεται βεβαιωτική προγενέστερης απόφασης όταν και οι δύο αποφάσεις σκοπούν στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης και εδράζονται στην ίδια νομική και πραγματική βάση.

Στην ενώπιόν μας υπόθεση η επίδικη απόφαση ρυθμίζει το ίδιο θέμα όπως και η προηγούμενη εκτελεστή απόφαση που κοινοποιήθηκε στις 11/6/84 και βασίζεται στο ίδιο πραγματικό και νομικό καθεστώς. Το ότι στην επίδικη απόφαση προστίθεται και νέος λόγος για την απόρριψη της αίτησης - νέα προσφυγική οικογένεια - δε μεταβάλλει την αντικειμενική υπόσταση των δύο πράξεων και οι δύο απέβλεπαν στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης και στηρίχθηκαν στα ίδια γεγονότα και πλαίσιο δικαίου. Καταλήγω ότι η επίδικη απόφαση συνιστά βεβαιωτική πράξη και συνεπώς δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης.

Η προσφυγή απορρίπτεται.

Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο