Tζήρου Γεώργιος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 4350

(1990) 3 ΑΑΔ 4350

[*4350]13 Δεκεμβρίου, 1990

[A. N. ΛΟΪΖΟΥ, Πρόεδρος]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΖΗΡΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 105/89).

 

Φορολογία — Φορολογία Εισοδήματος — Φορολογικά έτη 1983-1987 — Επιβολή φορολογίας επί μηνιαίου ποσού το οποίο πληρωνόταν στον αιτητή από εταιρεία — Ισχυρισμός ότι το εν λόγω ποσό δεν αποτελούσε αμοιβή από εργοδότησή του αλλά οικονομική βοήθεια από διευθύνοντα σύμβουλο της εν λόγω εταιρείας ο οποίος ήταν στενός συγγενής του —  Η απόφαση του Εφόρου να θεωρήσει ότι το εν λόγω ποσό αποτελούσε μέρος του φορολογητέου εισοδήματος του αιτητή κρίθηκε ορθή και επικυρώθηκε.

Φορολογία — Φορολογία Eισοδήματος — Bάρος αποδείξεως — Tο βάρος αποδείξεως ότι η φορολογία αναφορικά με την οποία ασκείται η προσφυγή είναι υπερβολική, βρίσκεται στο πρόσωπο που προσβάλλει την απόφαση — Οι Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμοι 1978-79, Άρθρο 21(2) — Ο αιτητής πρέπει να πείσει το Δικαστήριο να επέμβει και να ελέγξει τη νομιμότητα της απόφασης του Eφόρου.

Aναθεωρητική Δικαιοδοσία — Δικαστικός έλεγχος — Eπέμβαση Δικαστηρίου — Εκτίμηση γεγονότων — Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν ο αιτητής αποδείξει ότι το αρμόδιο όργανο υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας ή ενήργησε με πλάνη περί τα πράγματα.

Διοικητική πράξη — Nομοθετικό καθεστώς — Η νομιμότητά των διοι[*4351]κητικών πράξεων κρίνεται από τα στοιχεία που ευρίσκοντο ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού οργάνου και όχι από τα στοιχεία που τίθενται εκ των υστέρων ενώπιον του Δικαστηρίου.

Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η απόφαση του Εφόρου με την οποία επιβλήθηκε στον αιτητή φόρος εισοδήματος ύψους ΛΚ14.760,80 σεντ για τα φορολογικά έτη 1983-1987.  Το εισόδημα του αιτητή κατά τον ουσιώδη χρόνο προήρχετο από αμοιβή ως ανώτερος Διοικητικός Λειτουργός στη Δημόσια Υπηρεσία μέχρι 21.3.83, από σύνταξη από την Κυπριακή Δημοκρατία και από αμοιβή από την εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ. Ο αιτητής υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος για όλα τα φορολογικά έτη από 1983-1987.  Ο Έφορος επέβαλε φορολογίες για τα επίδικα έτη στις οποίες ο αιτητής υπέβαλε ένσταση και έδωσε όλες τις πληροφορίες που του ζητήθηκαν για εξέταση των ενστάσεών του.

Ο Έφορος πήρε απόφαση για τις ενστάσεις σύμφωνα με την οποία διατήρησε την αρχική του απόφαση και απέστειλε στον αιτητή ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας μαζί με συνοδευτική επιστολή στην οποία έδινε την αιτιολογία της απόφασής του.

Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι το 1982, ενώ κατείχε τη θέση του Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού, παραιτήθηκε πρόωρα (στο 58ο έτος της ηλικίας του) από τη Δημόσια Υπηρεσία, μετά από εισήγηση του επ’ αδελφή γαμβρού του κ. Καλλή Λευκαρίτη για να αναλάβει ως Διευθυντής της εταιρείας πετρελαιοειδών FINA η οποία τότε περίπου αγοράσθηκε από την εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.  Ισχυρίστηκε επίσης ότι το μηνιαίο ποσό των ΛΚ500.- που έπαιρνε από την εν λόγω εταιρεία, από την 1.1.83, το ελάμβανε ως βοήθεια από τον γαμπρό του ο οποίος αισθάνετο υπεύθυνος για την πρόωρη αφυπηρέτησή του και δεν ήταν αμοιβή ή μισθός από την εργοδότησή του στην εταιρεία.

Ο Έφορος δεν πείσθηκε από τους ισχυρισμούς του αιτητή ότι δεν υπήρχε σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου μεταξύ του αιτητή και της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ. Η θέση του υποστηρίχθηκε και από έγγραφα τα οποία αποδείκνυαν ότι ο αιτητής ήταν εξουσιοδοτημένος να υπογράφει και να δεσμεύει την εταιρεία και η εταιρεία με τη σειρά της να αποδέχεται τις ενέργειες του αιτητή και να ενεργεί ανάλογα.  Ο Έφορος επίσης πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής κατά το 1983 πληρώθηκε από την εταιρεία το ποσό των ΛΚ1.200 το οποίο παρέλειψε να δηλώσει. Ως εκ τούτου φορολόγησε το μηνιαίο ποσό των ΛΚ500 μαζί με τα υπόλοιπα εισοδήματα του αιτητή.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή και αποφάν[*4352]θηκε ότι:

1.  Οι ισχυρισμοί του αιτητή περί λήψεως της επίδικης απόφασης μετά από ανεπαρκή έρευνα και με πλάνη περί τα πράγματα δεν τεκμηριώνονται από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.

2.  Η απόφαση του Εφόρου ήταν σύμφωνα με τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του λογικά εφικτή και μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας.

3.  Ο αιτητής δεν πέτυχε να αποσείσει το βάρος αποδείξεως για να πείσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει λόγος επεμβάσεως στην απόφαση του Εφόρου η οποία και επικυρώνεται.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Coussoumides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 1,

Makrides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 147,

Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659,

Christou v. Republic (1969) 3 C.L.R. 134,

Ioannou v. Water Board of Limassol (1984) 3(A) C.L.R. 728,

Ζαβρός v. Δημοκρατίας (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 106.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Eφόρου Φόρου Eισοδήματος με την οποία επιβλήθηκε στον αιτητή φόρος εισοδήματος ύψους £14.760,80 σεντ για τα φορολογικά έτη 1983-1987.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Aιτητή.

Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

A. N. ΛOΪZOY, Π.: Με την προσφυγή αυτή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση του καθ’ ου η αίτηση Εφόρου Φόρου Εισοδήμα[*4353]τος, που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως ο Έφορος, με την οποία επιβλήθηκε φόρος εισοδήματος ύψους £14,760.80 σεντ για τα φορολογικά έτη 1983-1987.

To εισόδημα του αιτητή κατά τον ουσιώδη χρόνο προέρχετο από αμοιβή ως ανώτερος Διοικητικός Λειτουργός στη Δημόσια Υπηρεσία μέχρι 21 Μαρτίου 1983, από σύνταξη από την Κυπριακή Δημοκρατία και από αμοιβή από την Εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ. Ο αιτητής υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1983, 1984, 1985, 1986 και 1987 στις 6 Δεκεμβρίου 1984, 29 Αυγούστου 1985, 28 Απριλίου 1986, 2 Aπριλίου 1987 και 21 Μαρτίου 1988 αντίστοιχα. Οι φορολογίες φόρου εισοδήματος επιβλήθηκαν κατά τις ημερομηνίες που αναφέρονται στο Παράρτημα Α.  Η φορολογία φόρου εισοδήματος για το φορολογικό έτος 1987 είναι αρχική φορολογία ενώ οι φορολογίες για τα φορολογικά έτη 1983-1986 είναι πρόσθετες φορολογίες. Ο τρόπος υπολογισμού του εισοδήματος του αιτητή φαίνεται στην επιστολή του Εφόρου με ημερομηνία 1 Ιουλίου 1988 (Παράρτημα Β).

Ο αιτητής για τις πιο πάνω φορολογίες υπέβαλε ένσταση με επιστολή του ημερομηνίας 12 Ιουλίου 1988 (Παράρτημα Γ).

Ο Έφορος για εξέταση της ένστασης ζήτησε τα πιο κάτω:

1.  Κατάσταση κεφαλαίου κατά την 1 Ιανουαρίου 1983, 31 Δεκεμβρίου 1983 και 31 Δεκεμβρίου 1987.

2.  Δήλωση πλήρους αποκάλυψης.

3.  Πιστοποιητικά Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος αναφορικά με τα υπόλοιπα των δύο λογαριασμών του αιτητή με την τράπεζα αυτή.

Τα πιο πάνω στοιχεία υποβλήθηκαν στις 15 Σεπτεμβρίου 1988.  Επίσης κατά τη διάρκεια της εξέτασης των φορολογικών υποχρεώσεων του αιτητή ο Έφορος ζήτησε τα ακόλουθα στοιχεία:

1. Αντίγραφα των τραπεζικών λογαριασμών του αιτητή για την περίοδο 1 Ιανουαρίου 1983 έως 31 Δεκεμβρίου 1987, αναφορικά με το υποκατάστημα της οδού Νίκης και με το υποκατάστημα Λάρνακας της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος.

2. Πιστοποιητικό από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ότι ο αιτητής δε διατηρούσε οποιουσδήποτε άλλους τραπεζικούς λογαρια[*4354]σμούς στο όνομά του ή στο όνομα της συζύγου και του παιδιού του κατά την περίοδο 31 Δεκεμβρίου 1983 έως 31 Δεκεμβρίου 1987.

3. Πιστοποιητικό από τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Στροβόλου που να δείχνει τα υπόλοιπα όλων των τραπεζικών λογαριασμών του αιτητή κατά την 31 Δεκεμβρίου 1982 και 31 Δεκεμβρίου 1983.

4. Πιστοποιητικό από το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων που να δείχνει τα υπόλοιπα όλων των τραπεζικών λογαριασμών του αιτητή κατά την 31 Δεκεμβρίου 1986 έως 31 Δεκεμβρίου 1987.

5. Αντίγραφο του τραπεζικού λογαριασμού του αιτητή για την περίοδο 1 Ιανουαρίου 1983 έως 31 Δεκεμβρίου 1983 στον οποίο κατέθεσε την επιταγή αρ. 127132 για ποσό £20,448.- που αντιπροσωπεύει φιλοδώρημα αφυπηρέτησής του που εισέπραξε κατά την 22 Μαρτίου 1983.

6. Τα διαβατήρια του αιτητή και της συζύγου του που ήταν σε ισχύ κατά την περίοδο 1 Ιανουαρίου 1983 έως 31 Δεκεμβρίου 1987.

Επίσης κατά τη διάρκεια της διερεύνησης των φοροθετικών υποθέσεων της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ., ο Έφορος ζήτησε και του δόθηκαν αντίγραφα διαφόρων αποδεικτικών στοιχείων και αρχείων που σχετίζονται με τις εγγραφές στα λογιστικά βιβλία της πιο πάνω εταιρείας.

Οι καταστάσεις κεφαλαίου και τα άλλα στοιχεία που υποβλήθηκαν από τον αιτητή καθώς επίσης και τα αντίγραφα των αποδεικτικών στοιχείων και αρχείων της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ., εξετάστηκαν από τον Έφορο και συζητήθηκαν χωρίς να επέλθει συμφωνία για το επίδικο σημείο στις ακόλουθες συναντήσεις:

Στις 30 Ιουνίου 1988 στα γραφεία της εταιρείας Πετρολίνα Λτδ., στη Λάρνακα, παρευρέθηκαν ο κ. Ανδρέας Χαραλάμπους, Αρχιφοροθέτης, η κ. Δέσπω Δημητριάδου, Γραφέας του Επαρχιακού Γραφείου Φόρου Εισοδήματος Λάρνακας και ο αιτητής.

Στις 26 Νοεμβρίου 1988, στο Γραφείο Φόρου Εισοδήματος Λάρνακας παρευρέθηκαν ο κ. Ανδρέας Χριστοφίδης, Ανώτερος Αρχιφοροθέτης, ο κ. Ανδρέας Χαραλάμπους, Αρχιφοροθέτης και ο κ. Ανδρέας Αποστολίδης - Φορολογικός Σύμβουλος και ο αιτητής.

[*4355]Ο Έφορος, μετά από προσεκτική, όπως αναφέρεται στην ένσταση, εξέταση, της όλης υπόθεσης, πήρε απόφαση για τις ενστάσεις σύμφωνα με την οποία διατήρησε την αρχική του απόφαση και απέστειλε στον αιτητή ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας (Παραρτήματα Δ-Θ), μαζί με συνοδευτική επιστολή ημερομηνίας 12 Δεκεμβρίου 1988, (Παράρτημα Ι), στην οποία δίδεται η αιτιολογία της απόφασης.

Πριν προχωρήσω πιο πέρα θα ήταν ορθό να αναφέρω ότι σε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος, το βάρος της απόδειξης προκειμένου να πεισθεί το Δικαστήριο να επέμβει και να ελέγξει τη νομιμότητα της διοικητικής πράξης, φέρει ο αιτητής. (Coussoumides v. The Republic (1966) 3 C.L.R. 1, Makrides v. The Republic (1967) 3 C.L.R. 147). Στη δε υπόθεση Georghiades v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 659, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου τόνισε ότι αν η απόφαση του Διευθυντή του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων είναι εύλογα επιτρεπτή γι’ αυτόν, τότε το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να την ανατρέψει.

Επιπλέον το άρθρο 21(2) των Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1979 προνοεί ότι σε υποθέσεις επιβολής φορολογίας το βάρος της απόδειξης στο Δικαστήριο ότι η φορολογία αναφορικά με την οποία ασκείται η προσφυγή είναι υπερβολική, επιρρίπτεται στο πρόσωπο που προσβάλλει την απόφαση.

Eίναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι το 1982, ενώ αυτός κατείχε τη θέση του Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού, (Βοηθός Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων) στη Δημόσια Υπηρεσία, ο επ’ αδελφή γαμπρός του κ. Καλλής Λευκαρίτης του εισηγήθηκε να παραιτηθεί πρόωρα (στο 58ο έτος της ηλικίας του) από τη Δημόσια Υπηρεσία και να αναλάβει ως Διευθυντής της εταιρείας πετρελαιοειδών FINA η οποία, τότε περίπου, αγοράστηκε από την εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

Ο γαμπρός του αιτητή είναι ένας από τους πέντε συνιδιοκτήτες και Διευθύνοντες Συμβούλους του συγκροτήματος των εταιρειών Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ και λέχθηκε τότε στον αιτητή ότι ο μισθός του μαζί με άλλα πρόσθετα ωφελήματα, θα ήταν ίσος ή ψηλότερος εκείνου που έπαιρνε τότε (Κλίμακα Α13).  Ο αιτητής αποδέχθηκε την πρόταση και υπέβαλε παραίτηση από τη Δημόσια Υπηρεσία η οποία και έγινε αποδεκτή, οπότε από την 1 Ιανουαρίου 1983, άρχισε η άδεια προ της αφυπηρετήσεως.

[*4356]Η πιο πάνω διευθέτηση-πρόταση εργοδότησης προς τον αιτητή ήταν προφορική και ο αιτητής ήταν με την εντύπωση ότι θα υπογράφονταν τα σχετικά έγγραφα όταν θα αναλάμβανε καθήκοντα.

Όταν στις 2 Ιανουαρίου 1983 επικοινώνησε ο αιτητής στην απουσία του γαμπρού του στο εξωτερικό με το Διευθύνοντα Σύμβουλο κ. Τάκη Λευκαρίτη για να πάρει οδηγίες και να αναλάβει καθήκοντα στη FINA, πληροφορήθηκε ότι δεν υπήρχε τέτοια απόφαση περί προσλήψεώς του, ότι δεν υπήρχε τέτοια δυνατότητα και ότι ως εκ τούτου δε θα μπορούσε να εργοδοτηθεί στη FINA ή στην Εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι ενόψει των πιο πάνω, η επίδικη απόφαση λήφθηκε μετά από ανεπαρκή έρευνα των πραγματικών γεγονότων, βρίσκεται δε σε πλήρη αντίθεση με την πραγματικότητα ή/και με επίσημα έγγραφα, είναι αναιτιολόγητη και αυθαίρετη και αντίθετη προς τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου και της χρηστής διοίκησης.

Συγκεκριμένα, είναι η θέση του αιτητή ότι η εργοδοτούσα εταιρεία δεν τον εμφανίζει πουθενά ως έμμισθο υπάλληλο γιατί ουδέποτε υπήρξε εργοδοτούμενός της. Το ποσό των £500 το ελάμβανε ως βοήθεια από το γαμπρό του ο οποίος αισθάνετο υπεύθυνος για την πρόωρη αφυπηρέτηση του αιτητή. Όπως δε αναφέρει στην ένορκη δήλωση του ημερομηνίας 8 Νοεμβρίου 1989, δεν είχε καμμία εξουσιοδότηση να δεσμεύει την εταιρεία, απλώς μερικές φορές υπέγραφε ορισμένα έγγραφα για διευκόλυνση του γαμπρού του όταν ο τελευταίος απουσίαζε.

Είναι η θέση του Εφόρου αναφορικά με τους ισχυρισμούς αυτούς ότι η συμφωνία για την αγορά των μετοχών της εταιρείας FINA (CYPRUS) LTD., υπογράφηκε στις 28 Δεκεμβρίου 1982 και επικυρώθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1983 σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας ΠΕΤΡΟΛΙΝΑ ΛΤΔ ημερομηνίας 17 Φεβρουαρίου 1983 (Παράρτημα Ι).  Θα μπορούσε επομένως να λεχθεί ότι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι του έγινε πρόταση για να γίνει Διευθυντής της εταιρείας πετρελαιοειδών FINA το 1982, ενώ ήταν στη Δημόσια Υπηρεσία, την οποία αποδέκτηκε και ως εκ τούτου παραιτήθηκε από τη θέση του, δεν μπορούσε να ευσταθήσει, διότι ο κ. Καλλής Λευκαρίτης δεν μπορούσε να προδικάσει την απόφαση της εταιρείας ΠΕΤΡΟΛΙΝΑ ΛΤΔ και εκτός τούτου, ούτε αυτός ούτε και η εταιρεία ΠΕΤΡΟΛΙΝΑ ΛΤΔ μπορούσαν να παύσουν ή να διορίσουν προσωπικό της εταιρείας FINA (CYPRUS) LTD προτού μεταβιβασθούν οι μετοχές [*4357]της FINA (CYPRUS) LTD επ’ ονόματι της εταιρείας ΠΕΤΡΟΛΙΝΑ ΛΤΔ και εκλεγεί νέο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας FINA (CYPRUS) LTD. Δεν είναι όμως ασύνηθες όταν γίνεται διαπραγμάτευση για αγορά μιας επιχείρησης από μια άλλη εταιρεία που στην ουσία είναι οικογενειακή, να προγραμματίζεται και ο μελλοντικός τρόπος διεύθυνσης και διαχείρισής της. Πολλά δε εξαρτώνται από την έκταση της απόφασης του αγοραστή, όπως και το στάδιο στο οποίο έφθασαν οι διαπραγματεύσεις. Δεν είναι βέβαια αποκλειστικό θέμα κατά πόσο μπορούσε τη δεδομένη στιγμή να ληφθεί νομικά μια απόφαση που δεν μπορούσε να δεσμεύσει την αγοραζόμενη εταιρεία πριν ή συμπληρωθούν οι νομικές διαδικασίες της μεταβίβασής της στους νέους αγοραστές της.

Άσχετα όμως από το πιο πάνω επιχείρημα του Εφόρου που δεν μπορεί να θεωρηθεί από μόνο του ότι βαρύνει την πλάστιγγα εναντίον του αιτητή, αυτός άρχισε να παίρνει τις £500 από την εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ από την 1 Ιανουαρίου 1983, δηλαδή μόλις άρχισε η άδεια της αφυπηρετήσεώς του από τη Δημόσια Υπηρεσία. Εξάλλου στην παράγραφο (γ) της επιστολής του φορολογικού συμβούλου του αιτητή ημερομηνίας 12 Ιουλίου 1988, (Παράρτημα Γ), αναφέρεται διαφορετικός ισχυρισμός από τον πιο πάνω, ότι δηλαδή “Μετά την αφυπηρέτηση του κ. Τζήρου από τη δημόσια υπηρεσία, ο γαμπρός του κ. Καλλής Λευκαρίτης του επρότεινε να πηγαίνει στη Λάρνακα να κάθεται κοντά στο γραφείο του στα γραφεία της Εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη για να περνά τις ώρες του, όπως και έγινε.”

Περαιτέρω είναι η θέση του Εφόρου ότι δεν ευσταθεί επίσης ο ισχυρισμός του αιτητή ότι τα επίδικα ποσά χρημάτων δόθηκαν σ’ αυτόν από το γαμπρό του κ. Καλλή Λευκαρίτη λόγω συγγένειας για να τον βοηθά, ενόψει των εισοδημάτων του κ. Καλλή Λευκαρίτη από την εταιρεία του συγκροτήματος Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ, για τα έτη 1983-1980, τα οποία έχουν ως ακολούθως:

Έτος                     Εισόδημα

1983                       £  7,300

1984                       £10,000

1985                       £10,300

1986                       £11,714

1987                       £11,900

Κατά τον Έφορο είναι φανερό ότι αυτός δεν μπορούσε να πληρώνει £6,000 ετησίως στον αιτητή.

[*4358]Εξάλλου στα διατακτικά τα οποία υπέγραφε ο κ. Κ. Λευκαρίτης εκ μέρους της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ., και τα οποία εστέλλοντο στο λογιστήριο της εταιρείας για να γίνουν οι λογιστικές εγγραφές με το μηνιαίο ποσό των £500 το οποίο επληρώνετο στον αιτητή με επιταγή της προαναφερθείσας εταιρείας, ο κ. Κ. Λευκαρίτης σαν δικαιολογία δήλωνε ότι είναι μισθός του αιτητή (Παραρτήματα 2-7).

Από τα πιο πάνω κατά τον Έφορο συνάγεται ότι οι £500 αποτελούσαν χρήματα της εταιρείας, και όχι χρήματα του κ. Κ. Λευκαρίτη, και επομένως δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι δεν υπήρχε ποτέ σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου μεταξύ του αιτητή και της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

Στήριξη των πιο πάνω θέσεων που υποστηρίζει ο Έφορος δίδουν επίσης και τα Παραρτήματα 8-11 από τα οποία έγγραφα αποδεικνύεται ότι ο αιτητής ήταν εξουσιοδοτημένος να υπογράφει και να δεσμεύει την εταιρεία και η εταιρεία με τη σειρά της να αποδέχεται τις ενέργειες του αιτητή και να ενεργεί ανάλογα.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί όπως αναφέρεται στην ένσταση ότι ο αιτητής:

(α) Ασχολήθηκε με πωλήσεις οικοπέδων και διαμερισμάτων της εταιρείας και τη σύνταξη πωλητηρίων εγγράφων.  Σε όλες τις επί πιστώσει πωλήσεις οικοπέδων, υπόγραφε τα σχετικά συμβόλαια πώλησης οικοπέδων ως μάρτυρας της υπογραφής του κ. Κίκη Λευκαρίτη ο οποίος υπέγραφε ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

(β) Ασχολήθηκε με αλληλογραφία μεταξύ της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ και πελατών της από πωλήσεις μεταχειρισμένων αυτοκινήτων.

(γ)  Ασχολήθηκε με την έκδοση αδειών εισαγωγής μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και μηχανημάτων για την εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ (Παραρτήματα 12-14).

(δ)  Ασχολήθηκε με έγγραφα τα οποία κατατίθεντο στο Γραφείο του Επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου καθώς επίσης και με έγγραφα Δικαστηρίου (Παράρτημα 15).

(ε)  Έδωσε οδηγίες στο λογιστήριο της εταιρείας να εφαρμόσει απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου (Παράρτημα 16).

[*4359](στ) Ασχολήθηκε με αλληλογραφία μεταξύ της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ και διαφόρων Κυβερνητικών Τμημάτων σχετικά με εισαγωγή μεταχειρισμένων οχημάτων και εξαρτημάτων.  Σε όλες τις περιπτώσεις υπέγραφε για Αδελφούς Λευκαρίτη Λτδ.

(ζ) Παρακολουθούσε τη σχετική Νομοθεσία και Κανονισμούς σχετικά με την εγγραφή μηχανοκινήτων οχημάτων και έδιδε ανάλογες οδηγίες.

(η) Παρουσιάζετο στο Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων για σκοπούς ακίνητης ιδιοκτησίας και κεφαλαιουχικών κερδών και εξασφάλιζε σχετικά πιστοποιητικά από το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων για μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

(θ) Ασχολήθηκε με θέμα που αφορούσε διαφορές μεταξύ της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ και ενοικιαστών της εταιρείας.

(ι) Είσπραττε ενοίκια από τους ενοικιαστές διαμερισμάτων της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

(κ) Είχε στη διάθεσή του το αυτοκίνητο της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ για τη μεταφορά του από την κατοικία του στη Λευκωσία στον τόπο εργασίας του στη Λάρνακα.  Τα έξοδα των αυτοκινήτων καταχωρούντο κάθε μήνα στα βιβλία της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ ως έξοδα αυτοκινήτων και στο τέλος του έτους εχρεώνετο ο λογαριασμός κερδοζημιών της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

(λ) Διατηρούσε τρεχούμενο λογαριασμό με την εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

Επίσης απορρίπτεται από τον Έφορο ο ισχυρισμός του δικηγόρου του αιτητή ότι οι αιτήσεις οι οποίες υποβάλλονταν από τον αιτητή στα αρμόδια τμήματα υπογράφονταν αποκλειστικά από τον κ. Κ. Λευκαρίτη, γιατί όπως φαίνεται από τα έγγραφα, (Παραρτήματα 11-14), αυτά δεν υπογράφονταν από τον κ. Κ. Λευκαρίτη αλλά από τον αιτητή για λογαριασμό της εταιρείας Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

Ο Έφορος επίσης πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής κατά το έτος 1983 πληρώθηκε από την εταιρεία το ποσό των £1,200 το οποίο παρέλειψε να δηλώσει. Το δε ποσό αυτό περιγράφεται στους λογαριασμούς της εταιρείας ως έξοδα για νομικές υπηρε[*4360]σίες (Παράρτημα 17).

Προς υποστήριξη της δικής του εκδοχής ο αιτητής καταχώρησε δύο ενόρκους δηλώσεις, μια από τον ίδιο και μια από τον κ. Καλλή Λευκαρίτη.

Η ένορκη δήλωση του αιτητή περιέχει περισσότερα επιχειρήματα παρά στοιχεία, στην δε του κ. Κ. Λευκαρίτη αναφέρονται τα πιο κάτω:-

“1. Διάβασα την ένορκη δήλωση του αιτητή ο οποίος είναι αδελφός της συζύγου μου.

2. Κάθε ποσό που έλαβε δηλαδή 500 λίρες Κύπρου για κάθε μήνα από 28.1.83 και για όλον τον ουσιώδη χρόνο της με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο υπόθεσης, καταβάλλετο από εμένα προσωπικά και όχι από την Εταιρεία Αδελφοί Λευκαρίτη Λτδ.

3. Η κάθε καταβολή ποσού εγίνετο με χρέωση του προσωπικού λογαριασμού μου  που είχα με το στοιχείο “Β” στην εταιρεία.

4. Όλα τα καταβληθέντα ποσά έγιναν υπό μορφή οικονομικής ενίσχυσης λόγω της συγγένειας και δεσμού μου με τον αιτητή και δεν είχε ποτέ τη μορφή μισθού.  Θα πρέπει να σημειωθεί πως η ανεψιά μου και κόρη του αιτητή είναι το μόνο παιδί στην οικογένεια της συζύγου μου και βοηθώ δι’ αυτού του τρόπου.

5. Όσες εξυπηρετήσεις πρόσφερε ή εμφανίζεται ότι πρόσφερε ο αιτητής στην εταιρεία κατά τον ουσιώδη χρόνο έγιναν προς προσωπική δική μου διευκόλυνση.

6. Αυτά αποτελούν τα απλά γεγονότα, που έλαβαν χώρα μετά την πρόωρη αφυπηρέτηση του αιτητή και την μη πραγμάτωση της εργοδότησής του σαν Διευθυντή της FINA όπως του είχα υποσχεθεί.

7. Τα όσα ο Έφορος διατυπώνει σε επιστολές και στην ένορκη δήλωση αποτελούν συμπεράσματα που δεν στηρίζονται στα πραγματικά γεγονότα, τα οποία αναφέρω και είναι όπως πιο πάνω.”

Τις ενόρκους αυτές δηλώσεις τις αντικρούει ο Έφορος με δύο ενόρκους δηλώσεις με ημερομηνία 25 Ιανουαρίου 1990 και 3 Απριλίου 1990, που έγιναν από τον κ. Ανδρέα Χαραλάμπους, [*4361]Αρχιφοροθέτη στο Επαρχιακό Γραφείο Φόρου Εισοδήματος Λάρνακος, σε απάντηση της ενόρκου δηλώσεως του κ. Κ. Λευκαρίτη μεταξύ άλλων αναφέρονται τα πιο κάτω:-

“...............................................................................................

3. Ο αιτητής ελάμβανε από την εταιρεία Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ £500 το μήνα από τον Ιανουάριο του έτους 1983. Ο μισθός επληρώνετο δι’ επιταγής της εταιρείας Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ και η επιταγή εκδίδετο στο όνομα του αιτητή. (Επισυνάπτεται ως Παράρτημα 1 φωτοαντίγραφο επιταγής της Τράπεζας Κύπρου Αρ. 281851 της εταιρείας Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ ημερομηνίας 31.3.1986).

4. Διατακτικά για πληρωμή των £500 με αριθμούς ημερολογιακής εγγραφής 292 και 363 του έτους 1983 υπεγράφησαν από τον κ. Καλλή Λευκαρίτη και αναφέρουν ότι είναι ο μισθός του αιτητή (Επισυνάπτονται φωτοαντίγραφα ως Παράρτημα 2).

5. Διατακτικό για μεταφορά £1,200 στο λογαριασμό Κερδών και Ζημιών της εταιρείας Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ με αριθμό ημερολογιακής εγγραφής 948 του έτους 1983 το οποίον υπέγραψε ο κ. Καλλής Λευκαρίτης αναφέρεται ότι το ποσό αντιπροσωπεύει αμοιβή συμβούλου του αιτητή για το έτος 1983. (Επισυνάπτονται φωτοαντίγραφα ως Παράρτημα 3).

6. Η καταβολή του ποσού των £500 αρχικά κατεχωρείτο στον προσωπικό λογαριασμό του αιτητή στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ. Αργότερα για τεχνικούς λόγους η χρέωση εγίνετο σε ειδικό λογαριασμό ο οποίος ονομάστηκε Λογαριασμός Καλλή Λευκαρίτη Β.  Ο κ. Καλλής Λευκαρίτης διατηρεί άλλον τρεχούμενο προσωπικό λογαριασμό στην εταιρεία Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ στον οποίον καταχωρούνται οι προσωπικές δοσοληψίες του κ. Καλλή Λευκαρίτη με την εταιρείαν Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ.

7. Τα χρηματικά ποσά των £500 μηνιαίως κατεβάλλοντο στον αιτητή για τις υπηρεσίες που ο αιτητής προσέφερε στην εταιρεία Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ.

8. Στις 7.3.1986 η εταιρεία Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ επλήρωσε ποσό £3,000 στον αιτητή (Αριθμός Λογιστικής Εγγραφής Τ/161) αλλά για να μην φαίνεται ο αιτητής ως χρεώστης της [*4362]εταιρείας Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ έγινε άλλη ημερολογιακή εγγραφή με αρ. Ε.514 και το ποσό των £3,000 μεταφέρθηκε στον προσωπικό τρεχούμενο λογαριασμό της κ. Φανής Λευκαρίτη, συζύγου του κ. Καλλή Λευκαρίτη και αδελφής του αιτητή.  Το ποσό των £3,000 το εθεώρησα ως δωρεά του κ. Καλλή Λευκαρίτη προς τον αιτητή.

9. Ο αιτητής διατηρούσε προσωπικό τρεχούμενο λογαριασμό στην εταιρεία Α/φοί Λευκαρίτη Λτδ από το έτος 1980, πολύ πιο πριν από την αγορά της εταιρείας FINA (CYPRUS) LTD από την εταιρεία Πετρολίνα Λτδ.

10. Από τα πιο πάνω είναι φανερό ότι τα συμπεράσματα του καθ’ ου η αίτηση στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα τα οποία αναφέρω και είναι όπως πιο πάνω.”

Με βάση τα πιο πάνω γεγονότα δεν μπορώ να δεκτώ τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε μετά από ανεπαρκή έρευνα γιατί ο Έφορος, τόσο μέσω του γραφείου του όσο και απ’ ευθείας ζήτησε από τον αιτητή να του δώσει όλες τις σχετικές και απαραίτητες πληροφορίες επιπρόσθετα προς το γεγονός ότι ήταν θέμα εξετάσεως λογαριασμών και εγγράφων στα οποία ο Έφορος κάμνει αναφορά.

Όσον αφορά το θέμα της πλάνης περί τα πράγματα, παρόλο που διαφωνώ με τη θέση του Εφόρου ότι το ύψος του μισθού του κ. Κ. Λευκαρίτη από την εταιρεία δεν δικαιολογεί την άποψη ότι το ποσό που έπαιρνε ο αιτητής μπορούσε να ήταν βοήθεια, γιατί πιστεύω ότι το ύψος των πιο πάνω εισοδημάτων του κ. Λευκαρίτη, προφανώς ως Διευθύνοντος Συμβούλου, δεν μπορεί να είναι ούτε και αντιπροσωπευτικό των ολικών του εισοδημάτων από την εταιρεία αλλά ούτε και σχετικό με οποιαδήποτε βοήθεια που τυχόν να έδιδε στον αιτητή, όμως αυτό από μόνο του δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε κάτω από πλάνη.

Από το σύνολο των γεγονότων όμως, βρίσκω ότι η απόφαση του Εφόρου ήταν, σύμφωνα με τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του, λογικά εφικτή, νόμιμη και ορθή και μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του εξουσίας. Είναι καλά καθιερωμένη αρχή ότι η εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων και η κρίση γι’ αυτά είναι θέμα που ανάγεται στην  ανέλεγκτη σφαίρα της διοίκησης. Είναι με αυτή την αρχή που έχω καθήκο να προσεγγίσω την προσαχθείσα μαρτυρία.  Το δε Δικαστήριο τούτο επεμβαίνει μόνο όταν ο αιτητής αποδείξει ότι στην υπό εξέταση περίπτωση το αρμόδιο διοικητικό [*4363]όργανο υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας ή ενήργησε με πλάνη περί τα πράγματα, που στην προκειμένη περίπτωση δε δικαιολογούμαι υπό τις περιστάσεις να βρω ότι υπάρχει οποιαδήποτε από τις δύο αυτές εξαιρέσεις του γενικού κανόνα. Η δε νομιμότητα μιας πράξης, γενικά μιλώντας, εξετάζεται από τα στοιχεία που βρίσκοντο ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού οργάνου και όχι από τα στοιχεία τα οποία εκ των υστέρων τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου. (Βλέπε Christou v. The Republic (1969) 3 C.L.R. 134, Ioannou v. The Water Board of Limassol (1984) 3 C.L.R. 728, Ζαβρός ν. Της Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 106.)

Αναμφίβολα ο αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος της αποδείξεως για να πείσει το Δικαστήριο αυτό ότι υπάρχει λόγος επεμβάσεως στην απόφαση του Εφόρου η οποία και επικυρώνεται.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται, χωρίς έξοδα.

H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο