Συμεωνίδου & άλλοι ν. Δημοκρατία(Αρ.2) (1993) 3 ΑΑΔ 258

(1993) 3 ΑΑΔ 258

[*258] 29 Ιουνίου, 1993

[ΚΟΥΡΡΗΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤ1ΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

ν,

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (Αρ. 2),

Καθ'ων η αίτηση.

(Υποθέσεις Αρ. 853/91879/91, 895/91,901/91,914/91 και 922/91).

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί σε εξειδικευμένες θέσεις — Διαδικασία επιλογής υποψηφίου —Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) — Συμβουλευτικές Επιτροπές — Προσόντα υποψηφίων — Διερεύνηση προσόντων — Εμπίπτει στην αρμοδιότητα των Συμβουλευτικών Επιτροπών — Η ΕΔΥ δεσμεύεται να επιλύει για διορισμό μόνο ανάμεσα στους υποψηφίους που συστάθηκαν από τις Συμβουλευτικές Επιτροπές — Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1967 (αρ. 33/67) άρθρα 34 και 35.

Διοικητικό δίκαιο — Συνάφεια προσβαλλόμενων διοικητικών πράξεων — Πότε οι πράξεις αυτές θεωρούνται συναφείς — Αρχές και κριτήρια που εφαρμόζονται για διαπίστωση ύπαρξης συνάφειας.

Δικόγραφα — Χωρισμός δικογράφων — Τι προνοούν τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας της Ελλάδας 1929 -1959 πάνω στο θέμα.

Διοικητικό Δίκαιο — Έννομο συμφέρον — Προαγωγή υποψηφίου σε ανώτερη θέση — Δεν την αποστερεί από το έννομο συμφέρον για προώθηση προσφυγής της.

Λέξεις και Φράσεις — "Η αυτή σύνθεσις του οργάνου" — Ποιά η έννοια της φράσης στην ελληνική νομική βιβλιογραφία.

Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας με δύο επιστολές του ζήτησε την πλήρωση 4 και 10 κενών θέσεων Δικηγόρου της Δημοκρατίας Β', στη Νομική Υπηρεσία.

Μετά τη δημοσίευση των κενών θέσεων στην Επίσημη Εφημερί[*259]δα της Δημοκρατίας οι αιτήσεις παραπέμφθηκαν στις Συμβουλευτικές Επιτροπές που συστάθηκαν για εξέταση των αιτήσεων και οι οποίες σύστησαν για επιλογή στην πρώτη περίπτωση όλους τους αιτητές εκτός της αιτήτριας στην προσφυγή 853/91, και εκείνα τα ενδιαφερόμενα μέρη που ήταν υποψήφιοι εκτός από δύο. Στην περίπτωση των 10 θέσεων συστήθηκαν όλοι οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Οι υποψήφιοι που συστήθηκαν από τις πιο πάνω επιτροπές κλήθηκαν σε προφορικές συνεντεύξεις από την ΕΔΥ για αξιολόγηση της απόδοσής τους σ' αυτές.

Ο Γενικός Εισαγγελέας εξέφρασε τις απόψεις του αναφορικά με το ποιοί από τους υποψηφίους κατείχαν προσόντα που αποτελούσαν πλεονέκτημα σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στην πείρα/πλεονέκτημα των Γ. Γεωργαλλή και Ε. Σιέλις - Νικολαΐδου.

Η ΕΔΥ κατόπιν αξιολόγησης των στοιχείων που είχε ενώπιόν της επέλεξε για διορισμό 4 από τους υποψηφίους μεταξύ των οποίων ήταν και το ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Γεωργαλλή, και σε επόμενη συνεδρία της 10 από τους υποψηφίους ανάμεσα στους οποίους τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη.

Στις 5/7/90 η ΕΔΥ αποφάσισε να προσφέρει διορισμό στους επιλεγέντες εκτός του ενδιαφερομένου μέρους Καουτζάνη για να διερευνήσει αν αυτή είχε κάποιο προσόν που απαιτείτο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Σαν ημερομηνία ισχύος του διορισμού καθορίστηκε η 16/7/90. Ο διορισμός των ενδιαφερομένων μερών · ακυρώθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου και για τον λόγο ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα για την διακρίβωση του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας που απαιτείτο στα σχέδια υπηρεσίας.

Στα πλαίσια επανεξέτασης των ακυρωθέντων διορισμών, η ΕΔΥ ζήτησε νομική συμβουλή από τον Γενικό Εισαγγελέα ως προς τον τρόπο προσέγγισης του θέματος και ιδιαίτερα τον τρόπο διερεύνησης της κατοχής από τους υποψηφίους του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας η οποία και δόθηκε προς αυτή.

Κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 21/6/91, η ΕΔΥ ασχολήθηκε πρώτα με την πλήρωση μιας από τις 4 θέσεις η οποία κενώθηκε με την ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους Γ. Γεωργαλλή, και αφού εξέτασε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, τον επέλεξε πάλι ως τον πιο κατάλληλο για διορισμό στη θέση αυτή.

Στη συνέχεια η ΕΔΥ ασχολήθηκε με την πλήρωση των υπολοίπων 9 θέσεων οι οποίες κενώθηκαν ως αποτέλεσμα της ακυρωτικής απόφασης του Δικαστηρίου και αφού έκρινε ότι τα ενδιαφερό[*260]μένα μέρη Παπακυριακού και Καουτζάνη είχαν τα απαιτούμενα προσόντα, επέλεξε για διορισμό τους 9 υποψηφίους των οποίων ο διορισμός είχε ακυρωθεί, ανάμεσα στους οποίους και τα ενδιαφερόμενα μέρη 1,3,4,5,6,7 και 8.

Όλοι οι πιο πάνω διορισμοί αποτέλεσαν αντικείμενο των παρούσων προσφυγών.

Ο δικηγόρος του εκ των ενδιαφερομένων μερών Γ. Γεωργαλλή ήγειρε θέμα συνάφειας και ισχυρίστηκε ότι με την ίδια προσφυγή επροσβάλλοντο δύο ξεχωριστές διοικητικές πράξεις που δεν ήταν συναφείς και ζήτησε την απόρριψη της προσφυγής κατά το μέρος της που αφορούσε το ενδιαφερόμενο μέρος αυτό που δεν επροτάσσετο στην αίτηση θεραπείας.

Οι δικηγόροι της αιτήτριας ισχυρίστηκαν ότι δεν επρόκειτο για δύο αυτοτελείς διοικητικές πράξεις αλλά ότι το θέμα πλήρωσης των 4 και 10 θέσεων εξετάστηκε ως ένα θέμα κατά την ίδια διαδικασία, η δε επίδικη απόφαση στηρίχθηκε στα (δια αποτελέσματα εκτιμήσεων και συμπερασμάτων που είχαν εξαχθεί από την ενιαία διαδικασία. Περαιτέρω ισχυρίστηκαν ότι το Δικαστήριο εκωλύετο να εξετάσει το θέμα της συνάφειας τώρα αφού δεν το εξέτασε στην πρώτη ακυρωτική του απόφαση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στη σχετική Νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας αποφάνθηκε ότι δεν υπήρχε συνάφεια μεταξύ των δύο προσβαλλόμενων με την απόφαση 895/ 91 αποφάσεων εφόσον δεν ήταν αποτέλεσμα της ίδιας διοικητικής διαδικασίας, ούτε η μια αποτελούσε προϋπόθεση της άλλης. Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας της Ελλάδας 1929 - 1959 αναφέρεται ότι "οσάκις δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της συνάφειας η αίτησις ακυρώσεως θεωρείται ως παραδεκτώς ασκουμένη μόνον ως προς την πρώτην των προσβαλλομένων πράξεων". Για τον λόγο αυτό η προσφυγή του ενδιαφερομένου μέρους Γεωργαλλή, που προτάσσεται δεύτερη στο δικόγραφο, δεν μπορεί να εξεταστεί. Σύμφωνα όμως με τα Πορίσματα Νομολογίας χωρεί χωρισμός δικογράφου, η δε προσφυγή που θα προκύψει ως αποτέλεσμα του χωρισμού αυτού θεωρείται εμπρόθεσμη. Επίσης το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι υπήρχε κώλυμα στην εξέταση του θέματος της συνάφειας για τον λόγο που επικαλέσθηκε.

Το Δικαστήριο απέρριψε επίσης τον ισχυρισμό του Γενικού Εισαγγελέα ότι η αιτήτρια Σιέλις - Νικολαΐδου έπαυσε να έχει έννομο συμφέρον λόγω της προαγωγής της στη θέση Ανώτερου Νομικού Λειτουργού καθότι η προαγωγή της σε ανώτερη θέση εκείνης που κατείχε στο Ανώτατο Δικαστήριο, είναι εντελώς άσχετη με την επίδικη θέση στην οποία επεδίωξε διορισμό.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επέτρεψε τις παρούσες προσφυγές και ακύρωσε την επίδικη απόφαση για τους πιο [*261] κάτω λόγους:

1. Η διαδικασία επιλογής για εξειδικευμένες θέσεις καθορίζεται στον περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμο του 1967 (αρ. 33/67) άρθρα 34 και 35.

2. Όπως προκύπτει από το άρθρο 35 (1) η λήψη συμβουλής από την Συμβουλευτική Επιτροπή είναι επιτακτική. Το άρθρο 35 (3) προνοεί ότι η διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η δε εξουσία της ΕΔΥ με βάση το άρθρο 35 (6) περιορίζεται στην επιλογή εκείνων που θα διορίσει, από τον κατάλογο των συστηθέντων από την Συμβουλευτική Επιτροπή.

3. Εφόσον το Δικαστήριο έκρινε ότι η ακυρωθείσα απόφαση έπασχε από έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με τα προσόντα ορισμένων υποψηφίων το θέμα αυτό έπρεπε να επανεξεταστεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων εμπίπτει στην αρμοδιότητά της.

4. Όπως προκύπτει από τη σχετική Νομολογία οι εξουσίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής στις υπό εξέταση υποθέσεις, είναι ανάλογες με αυτές της Συμβουλευτικής Επιτροπής που συστήνεται σε υποθέσεις που αφορούν πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία.

5. Η αφυπηρέτηση εν τω μεταξύ ορισμένων μελών της τότε Συμβουλευτικής Επιτροπής, δεν εμπόδιζε την επανασύστασή της με διαφορετική σύνθεση αφού σκοπός της επανασύστασής της θα ήταν απλώς και μόνο η διερεύνηση των προσόντων για (ορισμένους υποψηφίους που συστήθηκαν και όχι η υποβολή νέων συστάσεων με βάση τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων που διενήργησε η Συμβουλευτική Επιτροπή με την πρώτη της διαφορετική σύνθεση.

6. Όπως προκύπτει από την ελληνική νομική βιβλιογραφία η έννοια της "αυτής συνθέσεως του οργάνου" δεν αναφέρεται εις τα πρόσωπα, αλλά εις την ιδιότητα υπό την οποία, σύμφωνα με τον νόμο, πρέπει να μετάσχουν αυτά του οργάνου, δεδομένου ότι τα πρόσωπα δυνατόν να έχασαν την εν λόγω ιδιότητα, όπως π.χ. εάν έχουν συνταξιοδοτηθεί.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται λόγω μη τήρησης της ορθής διαδικασίας στην επιλογή των υποψηφίων όπως προνοεί ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1967 (αρ. 33/67) χωρίς να παραστεί ανάγκη να εξεταστούν οι υπόλοιποι λόγοι ακυρώσεως που προβλήθηκαν. Οι παρούσες προσφυγές επιτυγχάνουν. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα. [*262]

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

Πογιατζή ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 10/1/92·

Δημοκρατία ν. Πογιατζή. Αναθεωρητική έφεση. Απόφαση   ημερ. 17/9/92·

Δημοσθένους ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 10/12/92·

Ζήνωνος ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 23/12/92·

Πολυκάρπου ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 15/1/93·

Kalos v. Republic (1985) 3 C.L.R.  135·

Χ"Ρούσου ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 18/6/90·

Χατζηλοή - Κατσώνη & Άλλοι ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 11/11/92·

Ιατρού ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας. Απόφαση ημερ. 26/9/91·

Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 12/6/92·

Μεταξάς & Άλλη ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 29/10/92·

Ελευθερίου ν. Αρχής    Ηλεκτρισμού Κύπρου,   Απόφαση ημερ. 10/7/92

Λυώνας ν. Δημοκρατίας. Αναθεωρητική Έφεση ημερ. 14/6/90·

Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδης & Άλλοι. Αναθεωρητική Έφεση ημερ. 13/12/90

Βανέζη & Άλλων ν. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 31/10/89.

Προσφυγές.

Προσφυγές με τις οποίες οι αιτητές ζητούν την ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Δικηγόρου   της   Δημοκρατίας, Νομική Υπηρεσία,   από 16/7/90.

Η αιτήτρια στην 853/91 παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Για τον αιτητή στην 879/91: Α Σ. Αγγελίδης. [*263]

Για την αιτήτρια στην 895/91: Α Μαρκίδης με Ι. Νικολάου.

Ο αιτητής στην 901/91 παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Ο αιτητής στην 914/91 παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Για την αιτήτρια στην 922/91: Α Μάγος.

Για τους καθ' ων η αίτηση σε όλες τις υποθέσεις:

Μ. Τριανταφυλλίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με Α Κουρσουμπά (Κα), Ανώτερη Δικηγόρο της Δημοκρατίας και Τ. Πολυχρονίδου (Δνις), Δικηγόρο της Δημοκρατίας Α'.

Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Ε. Ρωσσίδου-Παπακυριακού και Γ. Παπαΐωάννου: Αλ. Ταλιαδώρος.

Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Κ. Σταυρινό, Μ. Ευαγγέλου, Γ. Γιωργαλλή και Λ. Καουτζάνη: Αντ. Κωνσταντίνου.

Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Γ. Κυριακίδου: Π. Πολυβίου.

Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Ρ. Παπαέτη: Ι. Λοϊζίδου (Κα).

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής κ. Α Γ. Κούρρης.

ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ. Οι αιτητές επιδιώκουν, με τις προσφυγές αυτές, την ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών (1) Εύας Ρωσσίδου-Παπακυριακού, (2) Γεώργιου Γεωργαλλή, (3) Λεμονιάς Καουτζάνη, (4) Ρένας [*264] Παπαέτη, (5) Παναγιώτας Κυριακίδου, (6) Γεώργιου Παπαΐωάννου, (7) Κυριάκου Σταυρινού και (8) Μιχαήλ Ευαγγέλου, στη θέση Δικηγόρου της Δημοκρατίας, Νομική Υπηρεσία, από 16/7/90 που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 12/7/91.

Αρχικά προσβαλλόταν, με την προσφυγή 895/91 και ο διορισμός των Γεώργιου Στυλιανίδη και Μενέλαου Τσαγγαρίδη στην πιο πάνω θέση. Στις 27/1/93, ημερομηνία κατά την οποία οι υποθέσεις αυτές ήταν ορισμένες για ακρόαση, η αιτήτρια στην πιο πάνω προσφυγή απέσυρε την προσφυγή της αναφορικά με τα προαναφερθέντα πρόσωπα, με αποτέλεσμα η προσφυγή εναντίον τους ν' απορριφθεί.

Οι προσφυγές αυτές συνεκδικάστηκαν γιατί παρουσιάζουν κοινά πραγματικά και νομικά στοιχεία. Τα γεγονότα που τις αφορούν είναι σε συντομία τα ακόλουθα:

Με επιστολές του Γενικού Εισαγγελέα με ημερομηνίες 13/9/89 και 22/12/89, ζητήθηκε η πλήρωση 4 και 10 αντίστοιχα, θέσεων Δικηγόρου της Δημοκρατίας Β', όπως ονομάζετο τότε η θέση, στη Νομική Υπηρεσία.

Οι κενές θέσεις δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 29/9/89 και 12/1/90 αντίστοιχα και οι αιτήσεις παραπέμφθηκαν, και στις δύο περιπτώσεις, στις Συμβουλευτικές Επιτροπές που συστάθηκαν για εξέταση των αιτήσεων, αφού η θέση είναι εξειδικευμένη.

Όλοι οι αιτητές ανταποκρίθηκαν και στις δύο δημοσιεύσεις και ήταν υποψήφιοι και στις δύο περιπτώσεις. Από τα ενδιαφερόμενα μέρη, υποψήφιοι και στις δύο περιπτώσεις ήταν όλοι, πλην των Καουτζάνη, Κυριακίδου και Ευαγγέλου, που υπέβαλαν αιτήσεις μόνο αναφορικά με τη δεύτερη δημοσίευση.

Οι αντίστοιχες Συμβουλευτικές Επιτροπές, με τις εκθέσεις τους που υπέβαλαν στις 15/12/89 και 15/3/90, σύστησαν για επιλογή, στην πρώτη περίπτωση όλους τους αιτη[*265]τές εκτός της Χρυστάλλας Συμεωνίδου, αιτήτριας στην προσφυγή 853/91, και εκείνα από τα ενδιαφερόμενα μέρη που ήταν υποψήφιοι, εκτός των Εύα Ρωσσίδου- Παπακυριακού και Ρένας Παπαέτη. Η τελευταία θεωρήθηκε ότι δεν κατείχε τα προσόντα για διορισμό. Αναφορικά με τη δεύτερη περίπτωση, συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όλοι οι αιτητές και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Ακολούθως, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 27/3/90, εξέτασε τις εκθέσεις και των δύο Συμβουλευτικών Επιτροπών και αποφάσισε να καλέσει τους υποψηφίους που συστήθηκαν από αυτές σε προφορικές συνεντεύξεις. Οι συνεντεύξεις ήταν ενιαίες, και για τις δύο περιπτώσεις υποβολής αιτήσεων, για δε εκείνους που ήταν υποψήφιοι και στις δύο περιπτώσεις, έγινε μόνο μια συνέντευξη. Μετά το πέρας των συνεντεύξεων, η ΕΔΥ αξιολογούσε την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές.

Κατά τη συνεδρία της ΕΔΥ ημερομηνίας 1/6/90, μετά το πέρας των συνεντεύξεων, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εξέφρασε τις απόψεις του, αναφορικά με το ποιοί από τους υποψηφίους κατείχαν προσόντα που αποτελούσαν πλεονέκτημα σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν οι αιτητές στις προσφυγές 914/91 (Σωτήριος Λιασίδης), 895/91 (Λουΐζα Χριστοδουλίδου) και 879/91 (Ελεονώρα Σιέλις- Νικολαΐδου), όπως και τα ενδιαφερόμενα μέρη Γεώργιος Γεωργαλλής και Λεμονιά Καουτζάνη. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε, από το Γενικό Εισαγγελέα, στην πείρα/πλεονέκτημα των Γεώργιου Γεωργαλλή και Ελεονώρας Σιέλις-Νικολαΐδου.

Κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 12/6/90, η ΕΔΥ αφού προέβηκε στη διαπίστωση ότι οι πιο πάνω υποψήφιοι διέθεταν το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας, ασχολήθηκε με την πλήρωση των 4 κενών θέσεων, αναφορικά με τις οποίες η διαδικασία προτάσσετο χρονικά εκείνης των άλλων 10 θέσεων. Κατόπιν αξιολόγησης των στοιχείων που ήταν ενώπιόν της, η ΕΔΥ επέλεξε για διο[*266]ρισμό 4 από τους υποψηφίους, ανάμεσα στους οποίους το ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Γεωργαλλή.

Κατά την επόμενη συνεδρία της, ημερομηνίας 14/6/90, η ΕΔΥ ασχολήθηκε με την πλήρωση των υπόλοιπων 10 κενών θέσεων, κι' αφού αξιολόγησε τα στοιχεία ενώπιόν της, επέλεξε για διορισμό 10 από τους υποψηφίους, ανάμεσα στους οποίους τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη.

Στις 5/7/90, η ΕΔΥ αποφάσισε να προσφέρει διορισμό στους επιλεγέντες, εκτός του ενδιαφερόμενου μέρους Καουτζάνη, αναφορικά με την οποία η ΕΔΥ αποφάσισε με αφορμή επιστολές που έλαβε από ορισμένους από τους υποψηφίους που δε διορίστηκαν, να διερευνήσει περαιτέρω το θέμα της κατοχής από αυτήν, του προσόντος της μονοετούς τουλάχιστον άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος, που απαιτείτο από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.

Κατά τη συνεδρία της, ημερομηνίας 10/7/90, η ΕΔΥ καθόρισε ως ημερομηνία ισχύος του διορισμού όλων των ενδιαφερομένων μερών, συμπεριλαμβανομένης της Καουτζάνη, τις 16/7/90.

Οι διορισμοί δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 20/7/90, ως αποτέλεσμα δε, καταχωρήθηκαν οι προσφυγές 614/90, 754/90, 758/90, 770/ 90, 772/90, 776/90 και 777/90. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την απόφασή της που εξέδωσε στις 16/5/ 91 στις πιο πάνω προσφυγές (Βλέπε Χρυστάλλα Χ"Γιάννη Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας), ακύρωσε το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, γιατί:

(α) Η ΕΔΥ εφάρμοσε άνισα μέτρα κρίσεως κατά την επιλογή των υποψηφίων.

(β) Η ΕΔΥ ενήργησε κάτω από καθεστώς πλάνης περί τα πράγματα όσον αφορά το προσόν/πλεονέκτημα της αιτήτριας Λουΐζας Χριστοδουλίδου.

[*267]

(γ) Δε διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα όσον αφορά την κατοχή, από το ενδιαφερόμενο μέρος Καουτζάνη, των απαραίτητων προσόντων για διορισμό.

(δ) Δε δόθηκε ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του σχεδίου υπηρεσίας, που είχαν ορισμένοι από τους αιτητές, και

(ε) Η διεξαχθείσα έρευνα ως προς την κατοχή από τους υποψηφίους του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, ήταν πλημμελής.

Στα πλαίσια της επανεξέτασης των ακυρωθέντων διορισμών, η ΕΔΥ, με επιστολή της ημερομηνίας 3/6/91, ζήτησε νομική συμβουλή από το Γενικό Εισαγγελέα, ως προς τον τρόπο προσέγγισης του θέματος, και ιδιαίτερα τον τρόπο διερεύνησης της κατοχής, από τους υποψηφίους, του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας (Παράρτημα 3 στην ένσταση). Η συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα παρασχέθηκε στην ΕΔΥ με επιστολή του ημερομηνίας 5/6/91 (Παράρτημα 4).

Η ΕΔΥ, ακολουθώντας τη συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα ζήτησε, με επιστολές της ημερομηνίας 6/6/91, από τους υποψηφίους εκείνους που δεν είχαν το τεκμήριο της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής και ούτε υπήρχαν, στις αιτήσεις τους, επαρκή στοιχεία για τη διαπίστωση του βαθμού γνώσεως της γλώσσας αυτής, να παράσχουν οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία αναφορικά με το προσόν αυτό, τα οποία ν' αναφέρονται στον ουσιώδη χρόνο κατοχής των προσόντων.

Επίσης, με επιστολή ημερομηνίας 6/6/91, η ΕΔΥ ζήτησε από το ενδιαφερόμενο μέρος Καουτζάνη, να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία αναφορικά με την κατοχή, από αυτή, του προσόντος της μονοετούς τουλάχιστον άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος, που προνοείται από το σχέδιο υπηρεσίας.

Κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 21/6/91 (Παράρτη[*268]μα 5 στην ένσταση), η ΕΔΥ ασχολήθηκε πρώτα με την πλήρωση μιας από τις 4 θέσεις της πρώτης διαδικασίας, που ξεκίνησε με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 29/9/89, η οποία κενώθηκε μετά την ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους Γεωργαλλή, από το Ανώτατο Δικαστήριο. Η ΕΔΥ, αφού έλαβε υπόψη τα συμπληρωματικά στοιχεία που υπέβαλαν διάφοροι υποψήφιοι, απέκλεισε, μεταξύ άλλων, τον αιτητή Ιωάννη Ιωαννίδη (Προσφυγή αρ. 901/91), από την περαιτέρω διαδικασία, για το λόγο ότι παρέλειψε να υποβάλει στοιχεία αναφορικά με την υπηρεσία του ως μεταφραστής στην Υπηρεσία Αναθεώρησης της Κυπριακής Νομοθεσίας, που του ζητήθηκαν, σύμφωνα με τα πρακτικά της πιο πάνω συνεδρίας, τηλεφωνικά. Για το λόγο αυτό, κρίθηκε ότι δεν κατέχει το προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Στη συνέχεια, αφού εξέτασε όλα τα στοιχεία ενώπιόν της, η ΕΔΥ επέλεξε και πάλι, ως τον πιο κατάλληλο για διορισμό, το ενδιαφερόμενο μέρος Γεωργαλλή.

Ακολούθως, η ΕΔΥ, κατά την ίδια συνεδρία της, ασχολήθηκε με την πλήρωση των υπόλοιπων 9 θέσεων, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 12/1/90 και οι οποίες κενώθηκαν ως αποτέλεσμα της ακυρωτικής απόφασης του Δικαστηρίου. Η ΕΔΥ, έκρινε βάσει συμπληρωματικών στοιχείων που υποβλήθηκαν, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Εύα Ρωσσίδου-Παπακυριακού διέθετε το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας, η δε Καουτζάνη, το απαραίτητο προσόν της μονοετούς άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος και στη συνέχεια επέλεξε για διορισμό τους 9 υποψηφίους, των οποίων ο διορισμός είχε ακυρωθεί, ανάμεσα στους οποίους και τα ενδιαφερόμενα μέρη 1,3,4,5, 6,7 και 8.

Ο διορισμός όλων των ενδιαφερομένων μερών, έγινε αναδρομικά, από 16/7/90, ημερομηνία από την οποία ίσχυε ο αρχικός τους διορισμός, που ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Οι διορισμοί των ενδιαφερομένων μερών, δημοσιεύτη[*269]καν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 12/7/91 και ακολούθησαν οι παρούσες προσφυγές.

Θ' ασχοληθούμε πρώτα με το θέμα της συνάφειας, που εγέρθηκε από το δικηγόρο του ενδιαφερόμενου μέρους Γεωργαλλή, στην προσφυγή 895/91.

Είναι η θέση του δικηγόρου του ενδιαφερόμενου μέρους, ότι με την ίδια προσφυγή προσβάλλονται δύο ξεχωριστές διοικητικές πράξεις που δεν είναι συναφείς, και κατέληξε ότι η προσφυγή παραμένει ισχυρή μόνο όσον αφορά την προτασσόμενη στο δικόγραφο πράξη. Κατά συνέπεια, πρέπει ν' απορριφθεί κατά το μέρος της που αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος Γεωργαλλή, που δεν προτάσσεται στην αίτηση θεραπείας. Είναι όμως παραδεκτή εναντίον των υπολοίπων ενδιαφερομένων μερών, που αν και έπονται στη σειρά, στο αιτητικό, του ενδιαφερόμενου μέρους Γεωργαλλή, ο διορισμός τους αφορά την ίδια διοικητική διαδικασία και πράξη, με το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους Εύας Ρωσσίδου-Παπακυριακού, που προτάσσεται στο δικόγραφο.

Οι δικηγόροι της αιτήτριας στην προσφυγή 895/91, αντικρούοντας τους πιο πάνω ισχυρισμούς του δικηγόρου του ενδιαφερόμενου μέρους, υποστήριξαν ότι στην προκειμένη περίπτωση αν και αρχικά οι διαδικασίες πλήρωσης των 4 και 10 κενών θέσεων ξεκίνησαν με διαφορετικές προκηρύξεις/ δημοσιεύσεις, ακολουθήθηκε αργότερα μια ενιαία διαδικασία συνεντεύξεων και άλλων προπαρασκευαστικών πράξεων, και το θέμα πλήρωσης των 4 και 10 θέσεων εξετάστηκε ως ένα θέμα κατά την ίδια διαδικασία, η δε επίδικη απόφαση στηρίχθηκε στα ίδια αποτελέσματα εκτιμήσεων και συμπερασμάτων που είχαν εξαχθεί από την ενιαία διαδικασία. Περαιτέρω, η επίδικη πράξη, που εκδόθηκε μετά την επανεξέταση του θέματος, ήταν το αποτέλεσμα μιας και μόνης διαδικασίας. Είναι η θέση των δικηγόρων της αιτήτριας, ότι εδώ δεν πρόκειται για δύο αυτοτελείς διοικητικές πράξεις, αλλά εν πάση περιπτώσει και αν ακόμα βρεθεί ότι υπάρχουν δύο αυτοτελείς διοικητικές πράξεις, αυτές είναι συναφείς γιατί η αιτήτρια ήταν [*270] υποψήφια και στις δύο περιπτώσεις, οι δύο πράξεις στηρίζονται στις ίδιες διατάξεις του Νόμου, έχουν ταυτόσημη αιτιολογία η οποία πηγάζει από τις ίδιες προπαρασκευαστικές πράξεις και διαδικασίες και εκδόθηκαν κατά την ίδια διαδικασία (τη συνεδρία της ΕΔΥ ημερομηνίας 21/6/91), από το ίδιο όργανο, κατά την εξέταση του ιδίου θέματος. Περαιτέρω, ότι το Δικαστήριο κωλύεται από του να εξετάσει το θέμα της συνάφειας τώρα, αφού δεν το εξέτασε στην υπόθεση Χ" Γιάννη Ιωσήφ (όπως πιο πάνω).

Κατά πρώτο, θεωρούμε ότι το Δικαστήριο δεν κωλύεται με κανένα τρόπο από του να εξετάσει το θέμα αυτό, για το λόγο και μόνο ότι δεν το εξέτασε προηγουμένως, στην πρώτη ακυρωτική απόφασή του.

Στην προκειμένη περίπτωση η διαδικασία άρχισε με διαφορετικές προτάσεις και δημοσιεύσεις, συνεχίστηκε με ξεχωριστές Συμβουλευτικές Επιτροπές, αλλά κοινές συνεντεύξεις των υποψηφίων και κατέληξε σε δύο αποφάσεις. Αν και πλείστοι των υποψηφίων ήταν υποψήφιοι και στις δύο περιπτώσεις, εν τούτοις όλοι οι υποψήφιοι δεν ήταν κοινοί. Δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι πρόκειται για δύο ξεχωριστές και αυτοτελείς διοικητικές πράξεις. Σχετικές είναι και οι υποθέσεις Πογιατζή ν. Δημοκρατίας (Υποθ. αρ. 1067/90, ημερομ. 10/1/92), που αν και ανατράπηκε κατ' έφεση (βλέπε Δημοκρατία ν. Πογιατζή, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 1490, ημερομ. 17/9/92), το θέμα της ομοδικίας και συνάφειας δεν εγέρθηκε κατ' έφεση, Δημοσθένους ν. Δημοκρατίας (Υποθ. αρ. 430/91, ημερομ. 10/12/92), Ζήνωνος ν. Δημοκρατίας (Υποθ. αρ. 213/92, ημερομ. 23/12/92) και Πολυκάρπου ν. Δημοκρατίας (Υποθ. αρ. 374/91, ημερομ. 15/1/93). Το γεγονός ότι η επανεξέταση όλων των ακυρωθέντων διορισμών έγινε κατά την ίδια ημερομηνία και αποτέλεσε το ίδιο θέμα των πρακτικών της ΕΔΥ, δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα των πράξεων, ούτε κι' αποτελεί στοιχείο κρίσεως του κατά πόσο οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι δύο ξεχωριστές πράξεις. Εξάλλου, η ΕΔΥ, κατά την επανεξέταση του θέματος προέβηκε πρώτα στην πλήρωση της μιας θέσης που αφορούσε την πρώτη δημοσίευση και μετά των υπολοίπων 9. Εκείνο που πρέπει να εξετά[*271]σουμε τώρα, είναι κατά πόσο οι δύο προσβαλλόμενες πράξεις είναι συναφείς.

Συνάφεια υπάρχει όταν η μια πράξη αποτελεί προϋπόθεση της άλλης, ή όταν οι προσβαλλόμενες με το ίδιο δικόγραφο πράξεις αφορούν τον ίδιο αιτητή, βασίζονται στις ίδιες διατάξεις του νόμου, φέρουν ταυτόσημη αιτιολογία και εκδόθηκαν από το ίδιο όργανο και κατά την ίδια διοικητική διαδικασία (Βλέπε, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας της Ελλάδας 1929-1959, σελίδα 274).

Στην υπόθεση του Συμβουλίου Επικρατείας με αρ. 1965/56, στην οποία μας παρέπεμψαν οι δικηγόροι της αιτήτριας, έγινε δεκτό ότι προαγωγές υπαλλήλων στον ίδιο βαθμό, που στηρίζονταν στην ίδια γνωμοδότηση του ιδίου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, αλλά απήχαν μικρό χρονικό διάστημα η μια από την άλλη, ήταν συναφείς.

Στην υπόθεση όμως 1570/70, του Συμβουλίου Επικρατείας, κρίθηκε ότι δεν υπήρχε συνάφεια μεταξύ δύο πράξεων προαγωγών στον ίδιο βαθμό, που απείχαν και πάλι μικρό χρονικό διάστημα η μια από την άλλη, αλλά έγιναν επί τη βάσει ξεχωριστών ερωτημάτων της οικείας υπηρεσίας και δύο ξεχωριστών γνωμοδοτήσεων του ιδίου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, η δε μια δεν αποτελούσε προϋπόθεση της άλλης.

Η διάκριση μεταξύ των δύο πιο πάνω αποφάσεων είναι εμφανής. Στην παρούσα περίπτωση υπήρξαν ξεχωριστές προτάσεις για πλήρωση των θέσεων, ξεχωριστές δημοσιεύσεις και επιπλέον συστάθηκαν ξεχωριστές Συμβουλευτικές Επιτροπές, με διαφορετική σύνθεση που επιλήφθηκαν της υποψηφιότητας των υποψηφίων στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά και υπέβαλαν ξεχωριστές εκθέσεις και συστάσεις.

Υπό το φως των πιο πάνω, και ιδιαίτερα της υπόθεσης 1570/90 του Συμβουλίου Επικρατείας, βρίσκουμε ότι οι δύο προσβαλλόμενες με την προσφυγή 895/91 αποφάσεις, [*272] δεν είναι συναφείς εφόσον δεν ήταν αποτέλεσμα της Ιδιας διοικητικής διαδικασίας, ούτε η μια αποτελούσε προϋπόθεση της άλλης.

Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας της Ελλάδας 1929-1959, αναφέρονται, στη σελίδα 274, τα ακόλουθα:

"Οσάκις δεν συντρέχουσιν αι προϋποθέσεις της συναφείας η αίτησις ακυρώσεως θεωρείται ως παραδεκτούς ασκουμένη μόνον ως προς την πρώτην των προσβαλλόμενων πράξεων".

Σχετικές είναι επίσης κι' οι αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας της Ελλάδας με αρ. 858/54 και 1654/56. Σύμφωνα με τα πιο πάνω, και την κρατούσα νομολογία μας (Πογιατζή ν. Δημοκρατίας, Ζήνωνος ν. Δημοκρατίας και Πολυκάρπου ν. Δημοκρατίας - όπως πιο πάνω), η προσφυγή παραμένει ισχυρή μόνο όσον αφορά την πρώτη πράξη που προσβάλλεται με το δικόγραφο, που στην προκειμένη περίπτωση είναι η πράξη που αφορά το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών Εύας Ρωσσίδου-Παπακυριακού, Λεμονιάς Καουτζάνη, Ρένας Παπαέτη, Παναγιώτας Κυριακίδου, Γεώργιου Παπαϊωάννου, Κυριάκου Σταυρινού και Μιχαήλ Ευαγγέλου.

Η προσφυγή όσον αφορά το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους Γεώργιου Γεωργαλλή, που προτάσσεται δεύτερη στο δικόγραφο, δεν μπορεί να εξεταστεί. Χωρεί όμως, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη σελίδα 274 των Πορισμάτων Νομολογίας (όπως πιο πάνω), χωρισμός δικογράφου, η δε προσφυγή που θα προκύψει ως αποτέλεσμα του χωρισμού αυτού, θεωρείται εμπρόθεσμη. Επαφίεται στους δικηγόρους της αιτήτριας στην προσφυγή 895/ 91 να προβούν στα αναγκαία διαβήματα για χωρισμό του δικογράφου.

Εγέρθηκε επίσης το θέμα του εννόμου συμφέροντος της αιτήτριας στην προσφυγή 879/91, Ελεονώρας Σιέλις-Νικολαΐδου. Ο Γενικός Εισαγγελέας ισχυρίστηκε ότι το [*273] έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει σε όλα τα στάδια της διαδικασίας και η αιτήτρια, η οποία προάχθηκε από 1/11/ 92 στη θέση του Ανώτερου Νομικού Λειτουργού (Κλίμακα Α13), που είναι μισθολογικά ανώτερη της επίδικης, έπαυσε να έχει έννομο συμφέρον για την προώθηση της προσφυγής της.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι η αιτήτρια έχει έννομο συμφέρον το οποίο μπορεί να είναι και ηθικό, γιατί η προαγωγή της, που είναι σε άλλη θέση, είναι μεταγενέστερη τόσο της επίδικης απόφασης, όσο και της προσφυγής της, την οποία διατήρησε.

Είμαστε της γνώμης ότι η αιτήτρια, που είχε έννομο συμφέρον κατά το χρόνο καταχώρησης της προσφυγής της, διατηρεί το συμφέρον της αυτό. Η προαγωγή της σε ανώτερη θέση εκείνης που κατείχε στο Ανώτατο Δικαστήριο, είναι εντελώς άσχετη με την επίδικη θέση, στην οποία επιδίωξε διορισμό (Σχετικές είναι οι υποθέσεις Kalos ν. _ Republic (1985) 3 CLR 135, 142-144, Χ"Ρούσσου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 422/88, ημερομηνίας 18/6/90, Αναστασίας Χατζηλοή-Κατσώνη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 639/91, ημερομηνίας 11/11/92).

Οι ισχυρισμοί του Γενικού Εισαγγελέα επί του θέματος τούτου, απορρίπτονται.

Στις προσφυγές αυτές εγέρθηκαν διάφοροι λόγοι γι' ακύρωση των επίδικων διορισμών. Θ' ασχοληθούμε πρώτα με τους γενικούς λόγους, που αφορούν όλες τις υποθέσεις.

Πρώτη θέση έχει ο ισχυρισμός που προβλήθηκε από το δικηγόρο της αιτήτριας στην προσφυγή 879/91, ότι κατά την επανεξέταση έπρεπε να επαναληφθεί η διαδικασία από το στάδιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Έπρεπε, δηλαδή, η ΕΔΥ να παραπέμψει το θέμα της διερεύνησης των προσόντων των υποψηφίων στη Συμβουλευτική Επιτροπή, που έχει αρμοδιότητα εκ του Νόμου (άρθρο 35 του Νόμου 33/67), να ερευνήσει τα προσόντα των υποψηφίων [*274] και να συστήσει τους καταλληλότερους, ενώ η ΕΔΥ έχει εξουσία να επιλέξει μόνο μεταξύ των συστηθέντων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

Οι προαγωγές των ενδιαφερομένων μερών ακυρώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο και για το λόγο ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα για τη διακρίβωση του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, που απαιτείτο από τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης. Στην απόφασή του το Δικαστήριο δεν έκανε ειδική αναφορά στην έρευνα είτε της Συμβουλευτικής Επιτροπής είτε της ΕΔΥ. Η διαπίστωσή του ήταν γενική και αφορούσε όλη τη διαδικασία.

Η απόφαση της ΕΔΥ ακυρώθηκε επίσης και για το λόγο ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί κατά πόσο το ενδιαφερόμενο μέρος Καουτζάνη κατείχε τα απαραίτητα προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση.

Το ενδιαφερόμενο μέρος Εύα Ρωσσίδου-Παπακυριακού, έθεσε επίσης, με επιστολή της προς την ΕΔΥ ημερομηνίας 22/5/91, θέμα κατοχής από αυτήν του πλεονεκτήματος της πείρας της σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης, θέτοντας ενώπιον της ΕΔΥ λεπτομέρειες των καθηκόντων που εκτέλεσε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας της ως Διοικητική Λειτουργός στην Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, από το 1983.

Η ΕΔΥ κατά την επανεξέταση του θέματος, επιλήφθηκε η ίδια της διερεύνησης των προσόντων των ενδιαφερομένων μερών, χωρίς να παραπέμψει το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή.

Η επίδικη θέση είναι εξειδικευμένη. Ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1967 (αρ. 33/67) που ίσχυε τότε, καθορίζει ειδική διαδικασία για επιλογή σε εξειδικευμένες θέσεις (άρθρα 34 και 35). Το άρθρο 35 προνοεί τα ακόλουθα:

"35.- (1) Προ παντός διορισμού ή προαγωγής εις εξειδικευμένην θέσιν, η Επιτροπή ζητεί την συμβουλήν της [*275] αρμοδίας Συμβουλευτικής Επιτροπής.

(2) Άπασαι αι δι' οιανδήποτε δημοσιευθείσαν κενήν θέσιν ληφθείσαι υπό της Επιτροπής αιτήσεις, εν περιπτώσει δε προαγωγής εις θέσιν Προαγωγής κατάλογος των εκλεξίμων διά προαγωγήν υποψηφίων ετοιμασθείς υπό της Επιτροπής αποστέλλονται υπό του Γραμματέως της Επιτροπής εις τον πρόεδρο της αρμοδίας Συμβουλευτικής Επιτροπής εντός δύο εβδομάδων από της τελευταίας ημερομηνίας διά την υποβολήν αιτήσεων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, από της ημερομηνίας κατά την οποίαν εζητήθη παρά της Επιτροπής η πλήρωσις της θέσεως Προαγωγής.

(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή εξετάζει απάσας τας διά δημοσιευθείσαν κενήν θέσιν ληφθείσας αιτήσεις ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τον κατάλογον των εκλεξίμων διά προαγωγήν υποψηφίων, και ετοιμάζει κατάλογον των κατεχόντων τα εν τω οικείω σχεδίω υπηρεσίας καθοριζόμενα προσόντα υποψηφίων.

(4) Η Συμβουλευτική Επιτροπή επιλαμβάνεται τότε της κρίσεως της σχετικής αξίας των υποψηφίων. Κατά την υπ' αυτής κρίσιν της αξίας των υποψηφίων η Συμβουλευτική Επιτροπή δυνατόν να απαιτήση παρ' αυτών όπως υποστώσι γραπτήν ή προφορικήν εξέτασιν ή αμφοτέρας.

(5) Η Συμβουλευτική Επιτροπή αποστέλλει τότε έκθεσιν εις την Επιτροπήν, περιέχουσαν κατ' αλφαβητικήν σειράν τα ονόματα των συνιστωμένων προς επιλογήν διά διορισμόν ή προαγωγήν:

Νοείται ότι, ουχί ολιγώτεροι των τεσσάρων δέον όπως συστηθώσιν δι' εκάστην κενήν θέσιν εφ' όσον υπάρχουσι πρόσωπα κατάλληλα διά τοιαύτην σύστασιν.

(6)     Η Επιτροπή προβαίνει εις την επιλογήν των διορισθησομένων ή προαχθησομένων προσώπων εκ των [*276] υπό της Συμβουλευτικής Επιτροπής συστηθέντων υποψηφίων:

Νοείται ότι η Επιτροπή δύναται να καλέση εις συνέντευξιν τους υπό της Συμβουλευτικής Επιτροπής συστηθέντας υποψηφίους πριν ή προβή εις την εκλογήν.".

Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η λήψη συμβουλής από τη Συμβουλευτική Επιτροπή είναι επιτακτική (άρθρο 35 (1)). Όσον αφορά τη διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων, το θέμα αυτό εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Επιτροπής (άρθρο 35(3)), η δε εξουσία της ΕΔΥ περιορίζεται στο να επιλέξει εκείνους που θα διορίσει, από τον κατάλογο των συστηθέντων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή (άρθρο 35(6)).

Εφόσον το Δικαστήριο έκρινε ότι η ακυρωθείσα απόφαση έπασχε από έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με τα προσόντα ορισμένων υποψηφίων (προσόντα Καουτζάνη, έρευνα για διαπίστωση πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής), το θέμα αυτό έπρεπε να επανεξετασθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων εμπίπτει στην αρμοδιότητά της. Η Συμβουλευτική Επιτροπή έπρεπε επίσης να επιληφθείτης διερεύνησης του ισχυριζόμενου πλεονεκτήματος του ενδιαφερόμενου μέρους Εύας Ρωσσίδου-Παπακυριακού, που τέθηκε ενώπιον της ΕΔΥ από την ίδια. Σχετική αναφορά μπορεί να γίνει στις υποθέσεις Ιατρού ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Υπόθεση αρ. 164/90, ημερομηνίας 26/9/91), Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 861/91, ημερομηνίας 12/6/92) και Μεταξάς και Άλλη ν. Δημοκρατίας (Υποθέσεις αρ. 717/90 και 766/90, ημερομηνίας 29/10/92).

Οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία. Και στις πιο πάνω περιπτώσεις συστάθηκε Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία είχε, βάσει του Νόμου, εξουσία, ανάμεσα σ' άλλα, να διερευνήσει τα προσόντα των υποψηφίων, να προβεί σε αριθμητική αποτίμησή τους και να καταρτίσει κατάλογο των υποψηφίων που συστή[*277]νει. Παρόλο που, βάσει του Νόμου, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας είχε εξουσία, στις πιο πάνω περιπτώσεις, εξετάζοντας ενστάσεις υποψηφίων ν' αναθεωρήσει τον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής και να καταρτίσει τελικό κατάλογο υποψηφίων, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι ο καταρτισμός καταλόγου των υποψηφίων που κατέχουν τα προσόντα και καταλόγου συστηθέντων ανάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η δε Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δε δικαιούται αυτοβούλως, χωρίς να υπάρξει ένσταση, ν' αναθεωρήσει τον κατάλογο που ετοιμάζει η Συμβουλευτική Επιτροπή.

Οι εξουσίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής στις υπό εξέταση υποθέσεις, αναφορικά με τη διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων και τη σύσταση καταλόγων προσοντούχων και συστηθέντων υποψηφίων είναι ανάλογες με αυτές της Συμβουλευτικής Επιτροπής στις πιο πάνω υποθέσεις.

Με βάση όλα τα πιο πάνω βρίσκουμε ότι η διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων έπρεπε να είχε γίνει, στην παρούσα περίπτωση, από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και όχι την ΕΔΥ, που όπως είπαμε πιο πάνω, δεσμεύεται να επιλέξει για διορισμό μόνο ανάμεσα στους συστηθέντες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή υποψηφίους.

Το γεγονός ότι ορισμένα από τα μέλη της τότε Συμβουλευτικής Επιτροπής είχαν στο μεταξύ αφυπηρετήσει, δεν εμπόδιζε την επανασύστασή της με διαφορετική σύνθεση, αφού σκοπός της επανασύστασής της θα ήταν απλώς και μόνο η διερεύνηση των προσόντων ορισμένων από τους υποψηφίους που συστήθηκαν και όχι η υποβολή νέων συστάσεων με βάση τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων που διενήργησε η Συμβουλευτική Επιτροπή με την πρώτη της διαφορετική σύνθεση.

Ο Δικαστής Αρτεμίδης, στην υπόθεση Χαράλαμπος Ελευθερίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Προσφυγή αρ. 629/91, ημερομηνίας 10/7/92, αναφέρει τα εξής: [*278]

"Το ζήτημα επιλαμβάνεται στο βιβλίο της η Δήμητρα Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου "Αι συνέπειαι της ακυρώσεως διοικητικής πράξεως έναντι της διοικήσεως κατόπιν ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως". (Ανατύπωση 1988). Στη σελίδα 249 του βιβλίου διαβάζουμε τα πιο κάτω:

"Συνεπώς, αρμόδιον συλλογικόν όργανον είναι εκείνο το οποίον κατά την ημερομηνίαν της εκδόσεως της ακυρωθείσης πράξεως θα επιλαμβάνετο νομίμως της υποθέσεως. Μετά δε την ακύρωσιν οφείλει το ως άνω όργανον να συνέλθη εκ νέου, ανασυγκροτούμενο εις σώμα και να συνεδρίαση υπό την σύνθεσιν υπό την οποίαν εξέδωκε την ακυρωθείσαν πράξιν, εφόσον βεβαίως συντρέχει η εξής διπλή προϋπόθεσις: Ότι τα μέλη τούτου ανήκουν εισέτι εις το σώμα το οποίον έπρεπε βάσει του οικείου νόμου να προέρχονται και ότι η διοικητική και η προσωπική κατάστασις των ως άνω μελών δεν αίρει τας εγγυήσεις αμεροληψίας και αντικειμενικότητος της διαδικασίας εκδόσεως της πράξεως και της λειτουργίας του συλλογικού οργάνου. Ήτοι, θα πρέπει να τηρηθούν αι γενικαί αρχαί περί συνθέσεως, ανασυγκροτήσεως και λειτουργίας των συλλογικών οργάνων" και στην υποσημείωση 31 στην ίδια σελίδα, που αναφέρεται στην πιο πάνω παράγραφο "Διευκρινίζεται ότι η έννοια της "αυτής συνθέσεως του οργάνου" δεν αναφέρεται εις τα πρόσωπα, αλλ' εις την ιδιότητα υπό την οποία, σύμφωνος τω νόμω. δέον να μετάσχουν αυτά του οργάνου, δεδομένου ότι τα πρόσωπα δυνατόν να έχασαν την εν λόγω ιδιότητα.

όπως π.χ. εάν έχουν ήδη συνταξιοδοτηθή...."

(Υπογραμμίσεις δικές μας)

Το περιεχόμενο της πιο πάνω παραπομπής εναρμονίζεται με τη νεότερη νομολογία της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως παρουσιάζεται στις υποθέσεις Γεώργιος Λυώνας ν. Δημοκρατίας Α.Ε. 683, 14.6.90 και Δημοκρατίας ν. Αλέκος Πιτσιλλίδης κ.α. Α.Ε. 1086, 13.12.90. Στις δύο αυτές υποθέσεις το Ανώ[*279]τατο Δικαστήριο έκρινε πως, κατά την επανεξέταση ακυρωθείσας απόφασης ορθά κλήθηκε ο προϊστάμενος του τμήματος για να εκφράσει απόψεις και να προβεί σε συστάσεις αναφορικά με τους υποψήφιους εφόσον αυτές που έκαμε στον ουσιώδη χρόνο ο προϊστάμενος, που στο μεταξύ είχε αφυπηρετήσει, κρίθηκαν ουσιαστικά ως ανύπαρκτες λόγω ουσιώδους νομικού ελαττώματος. Στην επανεξέταση η Επιτροπή κάλεσε το νέο προϊστάμενο του τμήματος, σε εφαρμογή των διατάξεων του ισχύοντος κατά τον ουσιώδη χρόνο δικαίου, δηλαδή του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 33/67, σύμφωνα με τον οποίον η ΕΔΥ οφείλει να ακούσει τις συστάσεις του προϊσταμένου του τμήματος".

Η υπόθεση Βανέζη και Άλλων ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 320/87 κ.ά., ημερομηνίας 31/10/89), όπως και οι άλλες στις οποίες έγινε αναφορά από τους ευπαίδευτους δικηγόρους, διαφέρουν από τις παρούσες ως προς τα γεγονότα τους.

Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση πρέπει ν' ακυρωθεί για το λόγο αυτό. Ενόψει του πιο πάνω αποτελέσματος, δεν εγείρεται θέμα ν' ασχοληθούμε με τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβλήθηκαν.

Ως αποτέλεσμα, οι παρούσες προσφυγές επιτυγχάνουν και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο