(1996) 3 ΑΑΔ 39
[*39]12 Φεβρουαρίου, 1996
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΣΦΑΓΕΙΩΝ (ΚΟΦΙΝΟΥ)
ΚΑΙ/ Ή ΑΛΛΟΙ,
Εφεσείοντες,
v.
ΌΜΗΡΟΥ ΡΩΣΣΙΔΗ,
Εφεσίβλητου.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1219).
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Περιορίζεται σε πράξεις, αποφάσεις ή παραλείψεις που είναι εκτελεστές — Απόφαση υποκείμενη σε έγκριση και μη τελειοποιηθείσα με την παροχή της έγκρισης, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναθεώρησης.
Διοικητικό Δίκαιο — Η δυνατότητα χορήγησης θεραπείας με βάση το Άρθρο 146.4 του Συντάγματος, παρέχεται μόνο σε σχέση με αποφάσεις, πράξεις και παραλείψεις που υπόκεινται στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο περί Ερμηνείας Νόμος Κεφ. 1, Άρθρο 19 — Η εξουσία διορισμού περιλαμβάνει και εξουσία απόλυσης.
Το Συμβούλιο των Κεντρικών Σφαγείων τερμάτισε τις υπηρεσίες του εφεσίβλητου, Γενικού Διευθυντή του Σφαγείου, χωρίς την έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών η οποία απαιτείτο στην περίπτωση απόλυσης του διευθυντικού προσωπικού.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την επίδικη διοικητική απόφαση, παρά τη διαπίστωση ότι δεν ήταν παράγωγος εννόμων αποτελεσμάτων. Επίσης ενεργώντας αυτεπάγγελτα έκρινε ανυπόστατη την απόφαση του Συμβουλίου για τερματισμό των υπηρεσιών του εφεσίβλητου χωρίς την απαιτούμενη έγκριση του Υπουργού.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εφαρμόζοντας τις νομι[*40]κές αρχές που αναφέρονται στις πιο πάνω εισαγωγικές σημειώσεις διέταξε τον παραμερισμό και την απόρριψη της πρωτόδικης απόφασης αφού σύμφωνα με τις αρχές αυτές η προσφυγή εστερείτο αντικειμένου υποκείμενου στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Κυπριακή Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Limited (1994) 3 A.A.Δ. 26,
Στεφανίδης κ.ά. v. Δήμου Έγκωμης (1994) 3 Α.Α.Δ. 49,
Krashias Modern Land & Building Developers Ltd v. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 Α.Α.Δ. 198,
Χατζηβασιλείου v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού κ.ά., Προσφυγή Aρ. 648/91, ημερ. 30.4.1993,
Hadjivassiliou v. Cyprus Athletics Organ. (1987) 3 C.L.R. 2142,
Παπαδόπουλος και Άλλοι v. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και Άλλου (1996) 3 Α.Α.Δ. 1.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Δ. Στυλιανίδη, Δ.) που δόθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1990 (Προσφυγή αριθμός 800/88), με την οποία κρίθηκε ανυπόστατη η απόφαση των εφεσειόντων για τερματισμό των υπηρεσιών του εφεσίβλητου.
K. Μιχαηλίδης με την Τ. Καρακάννα (κα), για τους Εφεσείοντες.
Κ. Ευσταθίου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Γ. Μ. Πική, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Το Άρθρο 17(1) του περί Σφαγείων Νόμου του 1981 (Ν. 69/81), παρέχει εξουσία στο Συμβούλιο των Κεντρικών Σφαγείων, που καθιδρύθηκε βάσει του νόμου, να προσλαμβάνει υπαλλήλους για τη διεκπεραίωση του έργου του. Η πρόσληψη υπαλλήλων [*41]υπόκειται, στην περίπτωση του ανώτερου προσωπικού (Γενικός Διευθυντής - Τμηματάρχης - Ανώτερος Υπάλληλος), στην έγκριση του Υπουργού των Εσωτερικών [βλ. Άρθρο 177(1) (Επιφύλαξη)].
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενεργώντας αυτεπάγγελτα, έκρινε την απόφαση του Συμβουλίου για τον τερματισμό των υπηρεσιών του Γενικού Διευθυντή, που αποτελούσε το επίδικο θέμα της προσφυγής, ανυπόστατη, για το λόγο ότι εκδόθηκε χωρίς την έγκριση του Υπουργού. Η κρίση του Δικαστηρίου στο θέμα, αποτυπώνεται στο ακόλουθο απόσπασμα της απόφασης:
“... Η έγκριση δεν προέρχεται από το ίδιο σώμα. Η απόφαση του Συμβουλίου χωρίς την έγκριση του Υπουργού δεν είναι έγκυρη, γιατί δεν συμπληρώθηκε η διαδικασία της παραγωγής της και πάσχει από παράβαση ουσιώδους τύπου. Η πράξη αυτή δεν μπορεί να εκτελεστεί και δεν παράγει σύννομα αποτελέσματα. ...”.
Η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι και οι αποφάσεις για την απόλυση του διευθυντικού προσωπικού υπόκεινται, όπως και οι αποφάσεις για την πρόσληψή του, στην έγκριση του Υπουργού, είναι ορθή υπό το φως των διατάξεων του Άρθρου 19 του περί Ερμηνείας Νόμου - ΚΕΦ. 1.
Παρά τη διαπίστωση ότι η επίδικη διοικητική απόφαση δεν ήταν παράγωγος εννόμων αποτελεσμάτων, και συνεπώς εστερείτο εκτελεστότητας, το Δικαστήριο προέβη στην ακύρωσή της με το δικαιολογητικό ότι -
“... Ο πολίτης όμως έχει δικαίωμα δικαστικής προστασίας με την κήρυξή της και τυπικά ως άκυρης, με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος, για λόγους δικαίου. (Βλ., μεταξύ άλλων, Βεγλερή - “Η Συμμόρφωσις της Διοικήσεως εις τας Αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας”, σελ. 34, σημείωση 2· Π.Δ. Δαγτόγλου - “Γενικό Διοικητικό Δίκαιο”, γ’/Ι σελ. 252-253).”.
Η κατάληξη του Δικαστηρίου εξυπακούει ότι η παράγραφος 4 του Άρθρου 146, παρέχει τη δυνατότητα χορήγησης θεραπείας και σε σχέση με αποφάσεις, πράξεις και παραλείψεις μη υποκείμενες στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Τέτοια εξουσία δεν υπάρχει. Η παράγραφος 4 του Άρθρου 146 προσδιορίζει τις θεραπείες που μπορεί να παρασχεθούν σε σχέση με το αντικείμενο της προσφυγής, δηλαδή την πράξη η [*42]οποία προσβάλλεται. Και εφόσον, μόνο εκτελεστές διοικητικές πράξεις, αποφάσεις ή παραλείψεις υπόκεινται σε αναθεωρητικό έλεγχο, μόνο ως προς εκείνες μπορεί να χορηγηθεί θεραπεία. Η αναθεωρητική δικαιοδοσία περιορίζεται, όπως είναι καθολικά παραδεκτό, σε πράξεις, αποφάσεις ή παραλείψεις που είναι εκτελεστές, δηλαδή παράγωγες εννόμων αποτελεσμάτων [βλ. μεταξύ πολλών άλλων, Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Limited (1994) 3 A.A.Δ. 26, Φειδίας Στεφανίδης κ.ά. v. Δήμου Έγκωμης (1994) 3 A.A.Δ. 49 και Krashias Modern Land & Building Developers Ltd v. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 A.A.Δ. 198].
Στη Χ”Bασιλείου v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού κ.ά. (Υπ. Αρ. 648/91 - 30.4.93), εξηγείται ότι, απόφαση υποκείμενη σε έγκριση και μη τελειοποιηθείσα με την παροχή της έγκρισης, στερείται εκτελεστότητας και δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης [βλ. επίσης ΗjiVassiliou v. Cyprus Athletics Organ. (1987) 3 C.L.R. 2142].
Σε ερώτηση του Δικαστηρίου, και τα δύο μέρη αναγνώρισαν ότι η πράξη που συνιστούσε το επίδικο θέμα της προσφυγής, δεν ήταν εκτελεστή. Η υπαγωγή του αντικειμένου της προσφυγής στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση των εξουσιών μας, όπως και πρόσφατα επαναλάβαμε στην Παπαδόπουλος και Άλλοι v. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και Άλλου (Α.Ε. 1298-12.1.96). Η διαπίστωση ότι η προσφυγή εστερείτο αντικειμένου υποκείμενου σε αναθεώρηση, οδηγεί στον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης και την απόρριψη της προσφυγής ως απαράδεκτης.
Επομένως, δε θα εξετάσουμε οποιοδήποτε άλλο θέμα που ηγέρθη στην προσφυγή.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.
Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
H έφεση επιτρέπεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο