KANIKA HOTELS LTD. και Άλλοι ν. Συμβουλίου Aποχετεύσεων Λεμεσού-Aμαθούντας (1997) 3 ΑΑΔ 15

(1997) 3 ΑΑΔ 15

[*15]17 Ιανουαρίου, 1997

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ,

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

KANIKA HOTELS LTD. KAI AΛΛOI,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

ν.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΥΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ-ΑΜΑΘΟΥΝΤΑΣ,

Εφεσίβλητου-Καθ’ ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1491)

 

Φορολογία — Αποχετευτικά τέλη — Επιβολή φορολογίας για τη δημιουργία και λειτουργία του αποχετευτικού συστήματος Λεμεσού-Αμαθούντας — Οι περί Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας Κανονισμοί του 1991 (Κ.Δ.Π. 99/91) — Δεν είναι ultra vires του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου του 1971 (Ν. 1/71), όπως τροποποιήθηκε — Κατά πόσο η επιβληθείσα φορολογία ενέχει το χαρακτήρα ανταποδοτικού τέλους ή αποτελεί φορολογικό μέτρο γενικού χαρακτήρα προς προαγωγή των σκοπών του Νόμου 1/71.

Συνταγματικό Δίκαιο — Σύνταγμα Άρθρο 28.1 — Αρχή της ίσης μεταχείρισης — Φορολογία — Αποχετευτικά τέλη — Εφαρμοστέες αρχές.

To πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή των αιτητών-εφεσειόντων, ιδιοκτητών και/ή συνιδιοκτητών και/ή διαχειριστών ξενοδοχείων και αδειούχων οργανωμένων διαμερισμάτων στην περιοχή Λεμεσού-Αμαθούντας, με την οποία επεδιώκετο η ακύρωση των περί Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 99/91) (οι Κανονισμοί) γενικά και ειδικά του Κανονισμού 32 και επίσης η ακύρωση της πράξης ή απόφασης, η οποία δημοσιεύτηκε στο Παράρτημα 1, Κ.Δ.Π. 99/91, βάσει της οποίας επιβλήθηκαν αποχετευτικά τέλη σε σχέση με τα ακίνητά τους, για το έτος 1991.  Το Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω προσφυγή είχε σαν αντικείμενό της, πράξη νομοθετικού περιεχομένου μη υποκείμενη στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισε ότι η επιβληθείσα βάσει των Κανονισμών φορολογία συνιστά διοικητική πράξη [*16]υπαγόμενη στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου και, ως εκ τούτου, προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της προσφυγής.

Οι αιτητές αμφισβητούν τη φορολογική απόφαση για δύο κυρίως λόγους:

α)           Oι Κανονισμοί είναι ultra vires του εξουσιοδοτούντος νόμου και

β)           σε περίπτωση που δε θα κριθούν ως τέτοιοι, οι Κανονισμοί 32, 33 και 34 πάνω στους οποίους εδράζεται η φορολογία, είναι αντισυνταγματικοί λόγω αντίθεσής τους προς το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος.

Oι αιτητές εισηγήθηκαν επίσης ότι:

Το Παράρτημα 1 των Κανονισμών δεν αποτελεί μέρος τους και ως εκ τούτου η έκδοσή του έγινε αντικανονικά.

Η εξουσία για επιβολή φορολογίας δεν καλύπτει τους κατόχους ακινήτων.

Οι αιτητές ισχυρίστηκαν ότι η επιβληθείσα φορολογία έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα η οποία σχετίζεται με τις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται, οπόταν δεν παρέχεται ευχέρεια για την επιβολή τέλους, πριν τη σύνδεση με το αποχετευτικό σύστημα.

Αντίθετα οι καθ’ ων η αίτηση υποστήριξαν ότι η επιβληθείσα φορολογία συνιστά φορολογικό μέτρο ευρύτερης εμβέλειας προς προαγωγή των σκοπών του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου του 1971 (Ν. 1/71), όπως έχει τροποποιηθεί.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:

1.  Η επιβολή τέλους στους εφεσείοντες το 1991, μετά την έναρξη του συστήματος αποχέτευσης αλλά πριν την ολοκλήρωσή του και τη σύνδεση των ακινήτων τους με το σύστημα, ήταν νομικά παραδεκτή στο πλαίσιο του Ν. 1/71.  Οι επίμαχοι Κανονισμοί του 1991, οι οποίοι εκδόθηκαν από το Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας, και οι οποίοι προβλέπουν την επιβολή τέλους πριν την ολοκλήρωση του έργου, ευρίσκονται εντός του εξουσιοδοτούντος νόμου.

2.  Όπως προκύπτει από το κείμενο του Καν. 33, το Παράρτημα απο[*17]τελεί αναπόσπαστο μέρος των Κανονισμών.

3.  Η διαφοροποίηση μεταξύ ξενοδοχειακών μονάδων και καταλυμάτων αφενός και άλλων μορφών ιδιοκτησίας αφετέρου, δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας, η οποία κατοχυρώνεται στο Άρθρο 28.1 του Συντάγματος.  Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, η διαφοροποίηση είναι, όχι μόνο νομικά παραδεκτή, αλλά και δίκαιη, ενόψει των εγγενών διαφορών μεταξύ των δύο κατηγοριών ιδιοκτησίας, σε σχέση με τη χρήση και τα ευεργετήματα από το αποχετευτικό σύστημα.

4.  Δε διατυπώθηκε οποιοδήποτε παράπονο από τους εφεσείοντες ως λόγος ακύρωσης της απόφασης, για το λόγο ότι είναι κάτοχοι και όχι ιδιοκτήτες.  Τόσο οι ιδιοκτήτες, όσο και οι κάτοχοι τυγχάνουν των ευεργετημάτων του αποχετευτικού συστήματος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, εξαιρουμένων των εξόδων τα οποία καλύπτονται από τη διαταγή η οποία περιέχεται στην απόφαση της 29.3.96.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Constantinides v. E.A.C. (1982) 3 C.L.R. 798,

Loizou v. Sewage Board  of Nicosia (1988) 1 C.L.R. 122,

Philippa Estates Ltd και Άλλοι v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος, Yπόθ. Aρ. 85/93 κ.ά., ημερ. 22.1.1996.

Έφεση.

Έφεση εναντίον απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Στυλιανίδης, Δ.) που δόθηκε στις 20 Δεκεμβρίου, 1991 (Προσφυγή Aρ. 543/91) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή των εφεσειόντων για ακύρωση (α) των περί Aποχετεύσεων Λεμεσού - Aμαθούντας Kανονισμών του 1991 και (β) της απόφασης για επιβολή αποχετευτικών τελών πριν την άμεση παροχή υπηρεσιών αποχέτευσης, ως απαράδεκτη.

Π. Παύλου, για τους Eφεσείοντες.

Ν. Ιωάννου για Γ. Aγαπίου, για τον Eφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

[*18]ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Οι εφεσείοντες 1 - 33 περιγράφονται στην προσφυγή ως “ιδιοκτήτες και/ή συνιδιοκτήτες και/ή διαχειριστές” ξενοδοχείων, οι εφεσείοντες 34 - 38, ως “ιδιοκτήτες και/ή διαχειριστές αδειούχων οργανωμένων διαμερισμάτων” και οι εφεσείοντες 39 ως “ιδιοκτήτες ξενοδοχείων και αδειούχων οργανωμένων διαμερισμάτων”. Τα ακίνητά τους ευρίσκονται στην περιοχή Λεμεσού-Αμαθούντας. Προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο με διπλό αίτημα:

(α)   Την ακύρωση των περί Αποχευτεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 99/91) γενικά, και ειδικά του Κανονισμού 32, και

(β)   Την ακύρωση της πράξης ή απόφασης η οποία δημοσιεύτηκε στο Παράρτημα 1, Κ.Δ.Π. 99/91, βάσει της οποίας επιβλήθηκαν στους αιτητές αποχετευτικά τέλη σε σχέση με τα ακίνητά τους (ξενοδοχεία και αδειούχα οργανωμένα διαμερίσματα) για το έτος 1991.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κήρυξε την προσφυγή απαράδεχτη.  Έκρινε ότι το αντικείμενό της ήταν πράξη νομοθετικού περιεχομένου μη υποκείμενη στον αναθεωρητικό έλεγχο του Άρθρου 146.

Στο πρώτο στάδιο της ακρόασης της έφεσης εξετάσαμε το παραδεχτό της προσφυγής.  Αποφασίσαμε (η ομόφωνη απόφαση δόθηκε από τον Αρτέμη Δ., στις 29.3.96) ότι το αντικείμενο της προσφυγής δεν περιορίζεται στη θεώρηση της εγκυρότητας των Κανονισμών, αλλά επεκτείνεται και στη φορολογία που επιβλήθηκε στους αιτητές, βάσει των Κανονισμών, πράξη διοικητική υπαγόμενη στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Μόνο έμμεσα μπορεί να εξεταστεί η εγκυρότητα και συνταγματικότητα των Κανονισμών, στην έκταση που αμφισβητείται η δικαιοδοτική βάση της υπό αναθεώρηση διοικητικής απόφασης. Στη συνέχεια εξετάσαμε, σύμφωνα με τα καθιερωμένα, την ουσία της προσφυγής.

Οι αιτητές αμφισβητούν τη φορολογική απόφαση για δύο κυρίως λόγους:  (α)  Το έκνομο (ultra vires) των περί Αποχευτεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας Κανονισμών του 1991 και σε περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι αυτοί δεν εκφεύγουν της νομοθετικής εξουσιοδότησης, (β) Την αντισυνταγματικότητα των Κανονισμών 32, 33, 34 στους οποίους εδράζεται η φορολογία, λόγω της αντίθεσης [*19]τους προς το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος.

Και τα δύο μέρη συμφωνούν ότι τα επιβληθέντα τέλη συνιστούν φορολογία.  Διαφωνούν όμως ως προς το χαρακτήρα της.  Η θέση των αιτητών είναι ότι πρόκειται περί φορολογίας ανταποδοτικού χαρακτήρα η οποία συσχετίζεται με τις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται, οπόταν δεν αφήνεται ευχέρεια για την επιβολή τέλους πριν τη σύνδεση με το αποχετευτικό σύστημα.

Αντίθετα, οι καθ’ ων η αίτηση υποστήριξαν ότι η φορολογία δεν ενέχει το χαρακτήρα ανταποδοτικού τέλους, αλλά φορολογικού μέτρου γενικού χαρακτήρα προς προαγωγή των σκοπών του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου, 1971 (Ν.1/71, όπως έχει τροποποιηθεί), που συνίσταται στην καθαριότητα της περιοχής, στην υγεία των κατοίκων και εξύψωση της ποιότητας της ζωής, της περιοχής που καλύπτεται από το αποχετευτικό σύστημα.  Η επιβολή του προβλεπόμενου τέλους, υποστήριξαν, έχει όλα τα χαρακτηριστικά γενικού φορολογικού μέτρου ευρύτερης εμβέλειας, τα οποία εξειδικεύονται στην Constantinides v. E.A.C. (1982) 3 C.L.R. 798.

Το συγκεκριμένο ζήτημα της φύσης της φορολογίας για τη δημιουργία και λειτουργία αποχετευτικού συστήματος είναι λυμένο από τη νομολογία, όπως υπέδειξαν οι καθ’ ων η αίτηση, από την απόφαση του Eφετείου στη Loizou v. Sewage Board N’sia  (1988) 1 C.L.R. 122.  Η διαπίστωση αυτή είναι ορθή.  Το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στη Loizou κατοπτρίζει τη θεώρηση του θέματος από το Δικαστήριο:

“Τhe rates in this case are plainly a tax.  They are a compulsory exaction of money by a public authority for public purposes, enforceable by Law and is not a payment for services rendered.”

Συνεπώς, η θέση των εφεσειόντων ότι η εξουσιοδότηση η οποία παρέχεται από το άρθρο 30 του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου, 1971 (Ν.1/71 όπως έχει τροποποιηθεί), για την επιβολή φορολογίας περιορίζεται σε τέλη ανταποδοτικού χαρακτήρα, είναι ανεδαφική.  Το Άρθρο 30 του Νόμου, το οποίο παρέχει την εξουσία για την επιβολή του τέλους, όχι μόνο δε συσχετίζει την εξουσία με την άμεση παροχή υπηρεσιών αποχέτευσης, αλλά ρητά την επεκτείνει και σε ιδιοκτήτες ή κατόχους ακινήτων, οι οποίοι προορίζονται να εξυπηρετηθούν ή να επωφεληθούν από την εγκατάσταση συστημάτων αποχέτευσης λυμάτων και ομβρίων υδάτων.  Κατ’ ακολουθία, η επιβολή τέλους στους εφεσείοντες το 1991, μετά την έναρξη του έργου, αλλά πριν την ολοκλήρωση του συστήματος [*20]αποχέτευσης και της σύνδεσης των ακινήτων τους με το σύστημα, ήταν νομικά παραδεχτή στο πλαίσιο του Νόμου.  Οι επίμαχοι Κανονισμοί του 1991, οι οποίοι εκδόθηκαν από το Συμβούλιο Αποχευτεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας και οι οποίοι προβλέπουν την επιβολή τέλους πριν την ολοκλήρωση του έργου, ευρίσκονται εντός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του Νόμου.

Η άλλη εισήγηση των αιτητών, που άπτεται της εγκυρότητας των Κανονισμών, αφορά το Παράρτημα 1.  Είναι η εισήγησή τους ότι αυτό δεν αποτελεί μέρος των Κανονισμών και ως εκ τούτου, η έκδοση του έγινε αντικανονικά, δηλαδή χωρίς την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και της Βουλής.  Προκύπτει από το κείμενο του Κανονισμού 33, όπως ορθά επεσήμαναν οι καθ’ ων η αίτηση, ότι το Παράρτημα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των Κανονισμών. Όπως επισημάναμε στην απόφαση της 29ης Μαρτίου 1996, η παράγραφος 3 του Παραρτήματος διαχωρίζεται από το Κανονιστικό μέρος του·  συνιστά, όπως έχουμε αποφασίσει, κοινοποίηση της επιβληθείσας φορολογίας.

Η διάκριση η οποία γίνεται στους Κανονισμούς μεταξύ ιδιοκτητών ξενοδοχείων και οργανωμένων διαμερισμάτων αφενός και άλλων ακινήτων αφετέρου, έχει ως αφετηρία τις διατάξεις του Άρθρου 30(β) του Νόμου, οι οποίες παρέχουν εξουσία για τη διαφοροποίηση των τελών ανάλογα με τη φύση της ιδιοκτησίας.  Επίμετρο της διάκρισης είναι οι εγγενείς διαφορές μεταξύ ξενοδοχειακών μονάδων και καταλυμάτων αφενός και άλλων μορφών ιδιοκτησίας αφετέρου.

Σύμφωνα με τους αιτητές, η διάκριση η οποία γίνεται προσκρούει στην αρχή της ισότητας, η οποία κατοχυρώνεται στο Άρθρο 28(1) του Συντάγματος.  Αντίθετη θέση εξέφρασαν οι καθ’ ων η αίτηση. Η ύπαρξη ουσιαστικών διαφορών, μεταξύ των δύο κατηγοριών ακινήτων, ώστε να καθίσταται παραδεκτή η επιβολή διάφορου τέλους, αναγνωρίστηκε στη Philippa Estates Ltd. και Άλλων ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος, Υπ. αρ. 85/93 κ.ά. - 22.1.1996. (Απόφαση Αρτεμίδη, Δ.).  Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαφοροποίηση είναι, όχι μόνο νομικά παραδεκτή, αλλά και δίκαιη, ενόψει των εγγενών διαφορών μεταξύ των δύο κατηγοριών ιδιοκτησίας, σε σχέση με τη χρήση και ευεργετήματα από το αποχετευτικό σύστημα.  Ο αριθμός των ενοίκων κατά τετραγωνικό μέτρο, ξενοδοχείων και τουριστικών καταλυμάτων είναι, σε σύγκριση με άλλα ακίνητα, πολύ μεγαλύτερος· ανάλογα μεγαλύτερη είναι και η χρήση των αποχετευτικών εγκαταστάσεων.

[*21]Η τελευταία πτυχή των ενστάσεων των εφεσειόντων στη φορολογία αφορά την εξουσία για την επιβολή τέλους, όχι μόνο στους ιδιοκτήτες, αλλά και στους κατόχους των ακινήτων.

Πρώτο, δε διατυπώνεται οποιοδήποτε παράπονο από τους εφεσείοντες, ως λόγος ακύρωσης της απόφασης, για το λόγο ότι είναι κάτοχοι και όχι ιδιοκτήτες.  Στην προσφυγή γίνεται αναφορά σ’ αυτούς χωρίς διάκριση, ως ιδιοκτήτες ή ως διαχειριστές ή/και κατόχους των ακινήτων.  Σημειωτέον, σύμφωνα με τον Κανονισμό 36, τέλος επιβάλλεται στον κάτοχο ακινήτου μόνο εφόσον δεν μπορεί να ανευρεθεί ο ιδιοκτήτης.

Δεύτερο, ο ίδιος ο νόμος συναρτά την εξουσία για την επιβολή της φορολογίας, με την ωφέλεια η οποία προκύπτει ή μπορεί να προκύψει από το αποχευτευτικό σύστημα  Τα ευεργετήματα του αποχετευτικού συστήματος εκτείνονται και στους κατόχους των ακινήτων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα·  εξαιρουμένων των εξόδων τα οποία καλύπτονται από τη διαταγή η οποία περιέχεται στην απόφαση της 29ης Μαρτίου, 1996.

Η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνεται στην ολότητά της βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, εξαιρουμένων των εξόδων τα οποία καλύπτονται από τη διαταγή η οποία περιέχεται στην απόφαση της 29.3.96.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο