Eπιτροπή Eκπαιδευτικής Yπηρεσίας ν. Aντώνη Zάμπογλου (1997) 3 ΑΑΔ 270

(1997) 3 ΑΑΔ 270

[*270]14 Ιουλίου, 1997

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ,

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείουσα-Καθ’ ης η Αίτηση,

ν.

ΑΝΤΩΝΗ ΖΑΜΠΟΓΛΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Αιτητή.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1575)

 

Εκπαιδευτικοί Υπάλληλοι — Θέση Εκπαιδευτή Μηχανικής Αυτοκινήτων — Αίτημα για ένταξη σε ψηλότερη μισθολογική κλίμακα — Αξιολόγηση τίτλου σπουδών — Ισχυρισμός για παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας ως προς την υπόσταση του διπλώματος του αιτητή — Το διορίζον διοικητικό όργανο έχει την αρμοδιότητα για εξακρίβωση και αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων μετά τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας — Ποία η ενδεδειγμένη μορφή και έκταση της έρευνας.

Εκπαιδευτικοί Υπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Σχέδια Υπηρεσίας — Ερμηνεία και εφαρμογή — Εφαρμοστέες αρχές.

Σύμβαση της ΟΥΝΕΣΚΟ για την Αναγνώριση Σπουδών, Διπλωμάτων και Πτυχίων τα οποία αφορούν την Ανώτερη Εκπαίδευση στα Κράτη που ανήκουν στην περιοχή της Ευρώπης — Κυρώθηκε με το Ν. 11/1985.

Λέξεις και Φράσεις — “Higher Education” — Η μετάφραση του εν λόγω όρου στα ελληνικά ως “Ανώτατη Εκπαίδευση” είναι πρόδηλα εσφαλμένη.

Ο εφεσίβλητος, κάτοχος του διπλώματος Μηχανικής Αυτοκινήτων του Chelsea College of Aeronautical and Automobile Engineering, διορίστηκε από την 1.9.1987 επί δοκιμασία στη μόνιμη θέση του Εκπαιδευτή Μηχανικής Αυτοκινήτων στις συνδυασμένες Κλίμακες Α5-Α7.  Στις 8.2.1988 ζήτησε την ένταξή του στην Ανώτερη Κλίμακα Α8, για την οποία το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε ο διοριζόμενος να είναι [*271]κάτοχος Τίτλου/Πτυχίου Πανεπιστημίου/Ανωτάτης Σχολής.  Ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι το δίπλωμα που κατείχε ήταν ισοδύναμο με δίπλωμα Ανωτάτης Σχολής.  Προς υποστήριξη των ισχυρισμών του παρουσίασε πιστοποίηση του Βρεττανικού Συμβουλίου που εδρεύει στη Λευκωσία, στο οποίο αναφέρετο, ότι το Κολλέγιό του είναι ανωτέρας εκπαιδεύσεως (higher education), το οποίο διά σκοπούς μεταφράσεως εις την Ελληνικήν έχει την έννοια της Ανωτάτης Εκπαίδευσης.

Η Ε.Ε.Υ., στα πλαίσια της έρευνας για την αξιολόγηση του διπλώματος του αιτητή, ζήτησε την άποψη του Διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης, σύμφωνα με την οποία οι εκπαιδευτές που είναι κάτοχοι του ιδίου διπλώματος με τον αιτητή, έχουν καταταγεί στην κλίμακα Α8.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η απόφαση της Ε.Ε.Υ. βασίστηκε πάνω σε ατελή έρευνα και προέβη στην ακύρωσή της.

Στην έφεση, ο εφεσίβλητος, υποστηρίζοντας την πρωτόδικη απόφαση, ισχυρίστηκε ότι η έρευνα που έγινε δεν ήταν η δέουσα, αφού δε λήφθηκε για αξιολόγηση του διπλώματός του η γνώμη της αρμόδιας αρχής της χώρας εκδόσεώς του.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποδέχτηκε την έφεση κατά πλειοψηφία. Με την απόφαση της πλειοψηφίας διαφώνησε ο Δικαστής Νικολάου.

Aποφασίστηκε ότι:

Α. Υπό Hλιάδη, Δ. συμφωνούντων και των Πική, Π., Χατζητσαγγάρη Δ. και Νικολαΐδη Δ.:

1.  H ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια της Ε.Ε.Υ., η οποία προβαίνει στην εξακρίβωση των προσόντων του υποψηφίου και εφαρμόζει το σχέδιο υπηρεσίας στα γεγονότα της κάθε περίπτωσης.  Αποτελεί καθήκον της Ε.Ε.Υ. η διεξαγωγή δέουσας έρευνας για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων.  Η έκταση και η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένες με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης.

2.  Στην παρούσα υπόθεση, η κατάληξη της Ε.Ε.Υ. ήταν, υπό το φως του συνόλου των στοιχείων που είχε ενώπιόν της, λογικά εφικτή, αφού λήφθηκε μετά τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας, στο βαθμό που ήταν εύλογα αναγκαία.

3.  Δεν έχουν δημιουργηθεί ακόμα τα κατάλληλα εκείνα κρατικά όρ[*272]γανα για την αναγνώριση σπουδών, πιστοποιητικών, διπλωμάτων και πτυχίων των Ανώτερων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων των κρατών-μελών που έχουν αποδεχθεί τη Σύμβαση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 8 του Νόμου 11/85 που επικυρώνει την προσχώρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Σύμβαση της “ΟΥΝΕΣΚΟ” για την Αναγνώριση Σπουδών, Διπλωμάτων και Πτυχίων που αφορούν την Ανώτερη Εκπαίδευση στα κράτη που ανήκουν στην περιοχή της Ευρώπης.

Ο όρος “Higher Education” δε σημαίνει στα Ελληνικά, Ανώτατη Εκπαίδευση.  Στα Ελληνικά γίνεται διάκριση μεταξύ “Ανώτερης” και “Ανώτατης Εκπαίδευσης”.  Ο τελευταίος όρος περιλαμβάνει πανεπιστημιακά πτυχία και τίτλους.  Το δίπλωμα του εφεσείοντα δεν ανήκε σ’ αυτή την κατηγορία.

Η κατάληξη της Ε.Ε.Υ. ήταν, υπό το φως του συνόλου των στοιχείων, λογικά εφικτή.

Β. Υπό Νικολάου, Δ.:

1.  Η βεβαίωση του Βρετανικού Συμβουλίου, ότι το Κολλέγιο από το οποίο αποφοίτησε ο αιτητής-εφεσίβλητος, συγκαταλέγεται σε ό,τι στη Βρετανία αποκαλείται higher education, δηλαδή ανώτερη εκπαίδευση, αποκτά ιδιαίτερη σημασία ενόψει της κυρωθείσας με το Ν. 11/85 Σύμβασης, στην οποία η ορολογία higher education έχει την έννοια της ανώτατης εκπαίδευσης.

2.  Η Ε.Ε.Υ. αξιολόγησε το δίπλωμα του αιτητή στη βάση μόνο της αντίληψης ότι, το υπό αναφορά κολλέγιο δεν ανήκε στην ανώτατη εκπαίδευση, χωρίς να διερευνήσει και το κατά πόσο στη Βρεττανία, τίτλοι, πτυχία και διπλώματα διαφοροποιούνταν, σε ό,τι αφορά το επίπεδό τους, ανάλογα με τον κύκλο σπουδών, ανεξάρτητα από το ότι όλα μπορεί να απονέμονται από Πανεπιστήμιο ή Σχολή Ανώτατης Εκπαίδευσης.

3.  Η άποψη του Διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης, αναφορικά με την αξία του διπλώματος του αιτητή, δεν έπρεπε να είχε γίνει αποδεκτή από την Ε.Ε.Υ., αφού δε δόθηκε γι’ αυτή καμία εξήγηση.

4.  Η διεξαχθείσα έρευνα ήταν ελλιπής.  Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτή δεν παρέχουν κανένα έρεισμα στην επίδικη διοικητική απόφαση.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα εις βάρος του εφεσίβλητου.  Η πρω[*273]τόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνεται.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα, κατά πλειοψηφία.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Photiades and Co. v. Republic (1964) C.L.R. 102,

Νικολαΐδης και Άλλοι v. Μηνά και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 321.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Δημητριάδης, Δ.) που δόθηκε την 8 Iουνίου, 1992 (Προσφυγή Aρ. 439/88) με την οποία έγινε αποδεκτή η προσφυγή του αιτητή εναντίον της απόφασης της Eπιτροπής Eκπαιδευτικής Yπηρεσίας να κρίνει ότι το δίπλωμά του δε συνιστούσε πανεπιστημιακό δίπλωμα ή πτυχίο και κατά συνέπεια να μην τον εντάξει σε ψηλότερη μισθολογική κλίμακα.

Ρ. Βραχίμη Πετρίδου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσείουσα.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση της πλειοψηφίας του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Ηλιάδης. Με αυτή συμφωνούν, εκτός από εμένα, οι Δικαστές Χατζητσαγγάρης και Νικολαΐδης.  Ο Δικαστής Νικολάου διαφωνεί και θα εκδώσει ξεχωριστή απόφαση.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:  Στην παρούσα υπόθεση το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσον η έρευνα της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας για την υπόσταση του Διπλώματος του Chelsea College στη Μηχανική Αυτοκινήτων Αεροναυτική και Μηχανική Αυτοκινήτων, ήταν η δέουσα.  Η Ε.Ε.Υ. κατέληξε, ότι το δίπλωμα δε συνιστούσε Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή πτυχίο και κατά συνέπεια ο εφεσίβλητος δεν μπορούσε να ενταχθεί σε αντίστοιχη, αλλά σε υποδεέστερη μισθολογική κλίμακα. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η έρευνα στην οποία έχει προβεί η Ε.Ε.Υ. δεν ήταν η πρέπουσα.  Το επίδικο θέμα της έφεσης είναι κατά πόσο αυτή η διαπίστωση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ορθή. 

[*274](α)    ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο εφεσίβλητος, κάτοχος του διπλώματος Μηχανικής Αυτοκινήτων του Chelsea College of Aeronautical and Automobile Engineering, διορίστηκε αρχικά στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία με σύμβαση πάνω σε έκτακτη βάση, από τις 8/1/1986 μέχρι 31/7/1987 ως Εκπαιδευτής Μηχανικής Αυτοκινήτων στις συνδυασμένες Κλίμακες Α5-Α7.  Από την 1/9/1987 διορίστηκε επί δοκιμασία στη μόνιμη θέση του Εκπαιδευτή Μηχανικής Αυτοκινήτων στην ίδια κλίμακα.

Στις 8/2/1988 ζήτησε μέσω του δικηγόρου την ένταξή του στην Ανώτερη Κλίμακα Α8, για την οποία το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε ο διοριζόμενος να είναι κάτοχος Τίτλου/Πτυχίου Πανεπιστημίου/ Ανωτάτης Σχολής.  Ήταν η θέση του εφεσίβλητου  ότι εφόσο κατείχε το δίπλωμα του Chelsea College, που κατά την εισήγησή του, ήταν ισοδύναμο διπλώματος Ανώτατης Σχολής, έπρεπε να ενταχθεί στην Ανώτερη Κλίμακα Α8.

Προς υποστήριξη των ισχυρισμών του, ο εφεσίβλητος παρουσίασε αντίγραφο του Διπλώματος Μηχανικής Αυτοκινήτων του Κολλεγίου Αεροναυτικής και Μηχανικής Αυτοκινήτων του Chelsea College, (με διάρκεια σπουδών από 30/8/1967 μέχρι 19/6/1970) και πιστοποίηση του κλάδου του Βρεττανικού Συμβουλίου (British Council) που εδρεύει στη Λευκωσία, ημερομηνίας 23/2/1971, στο οποίο αναφέρεται ότι “... This college is of Higher Education which translated into Greek has the meaning of ‘Highest Educaction’ ”.  (“... Το Κολλέγιον τούτο είναι ανωτέρας εκπαιδεύσεως το οποίο δια σκοπούς μεταφράσεως εις την Ελληνικήν έχει την έννοιαν της “Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως”).

Η Ε.Ε.Υ., στα πλαίσια της έρευνας για την αξιολόγηση του διπλώματος του αιτητή, ζήτησε τις απόψεις του Διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης, ο οποίος στις 27/2/1988 πληροφόρησε τον Πρόεδρο της Επιτροπής ότι, “το Δίπλωμα του κ. Ζαμπόγλου είναι δίπλωμα Ανώτερης Σχολής και θεωρείται ισότιμο προς το δίπλωμα του Α.Τ.Ι. προσθέτοντας ότι “όλοι οι εκπαιδευτές, που είναι κάτοχοι του ιδίου διπλώματος, έχουν καταταγεί, μετά την ψήφιση του ισχύοντος νόμου, στην κλίμακα Α5-Α7”.

Υπό το φως των αποτελεσμάτων της έρευνας η Ε.Ε.Υ. κατέληξε στην πιο κάτω απόφαση:-

“Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας αφού εξέτασε την [*275]πιο πάνω αίτηση και αφού έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία και έγγραφα που υπάρχουν στο φάκελο του πελάτη σας, καθώς και τις απόψεις του τμήματος Τεχνικής Εκπαίδευσης, βρήκε ότι αυτός δεν έχει τα απαιτούμενα από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόντα για τη θέση Εκπαιδευτή στην κλίμακα Α8-Α10.  Συγκεκριμένα, δεν έχει “Τίτλο/Πτυχίο Πανεπιστημίου/Ανωτάτης Σχολής στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει”.

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η απόφαση της Ε.Ε.Υ. δεν κατεδείκνυε την έκταση της έρευνας που  έγινε και αφού απεφάσισε ότι η έρευνα για την αξιολόγηση του διπλώματος ήταν ατελής, ακύρωσε την απόφαση της Ε.Ε.Υ..  Το ζήτημα που εγείρεται στην έφεση είναι αν πραγματικά η διερεύνηση των προσόντων του εφεσίβλητου ήταν η δέουσα ή όχι.

(β)  ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΛΕΥΡΩΝ

Είναι η θέση της καθ’ ης η αίτηση ότι οι ενέργειες στις οποίες είχε προβεί για την αξιολόγηση του διπλώματος του εφεσίβλητου ήταν οι πρέπουσες και ότι η διερεύνηση του θέματος υπήρξε άρτια.  Αντίθετα είναι η θέση του εφεσίβλητου ότι η έρευνα της Ε.Ε.Υ. δεν ήταν η δέουσα αφού δε λήφθηκε η γνώμη της αρμόδιας αρχής της χώρας όπου εκδόθηκε το δίπλωμα, για την αξιολόγησή του.  Το θέμα, υπεστήριξε, δεν αναγόταν στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Παιδείας, αλλά ήταν θέμα που έπρεπε να εξεταστεί με βάση τις πρόνοιες του Νόμου που επικυρώνει την προσχώρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Σύμβαση της “ΟΥΝΕΣΚΟ” για την Αναγνώριση Σπουδών, Διπλωμάτων και Πτυχίων που αφορούν την Ανώτερη Εκπαίδευση στα Κράτη που ανήκουν στην περιοχή της Ευρώπης, (Αρ. 11/85). Εδώ θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι ακόμα δεν έχουν δημιουργηθεί τα κατάλληλα εκείνα κρατικά όργανα για την αναγνώριση σπουδών, πιστοποιητικών, διπλωμάτων και πτυχίων των Ανώτερων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων των κρατών-μελών που έχουν αποδεχθεί τη Σύμβαση, σύμφωνα με τις πρόνοιες τού Άρθρου 8 του πιο πάνω Νόμου 11/85.

(γ)  ΔΕΟΥΣΑ ΈΡΕΥΝΑ

Η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια της Ε.Ε.Υ. και η εξακρίβωση των προσόντων του υποψήφιου και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας στα γεγονότα της κάθε περίπτωσης.  Μέσα στα πλαίσια που διαγράφονται πιο πάνω, αποτελεί καθήκον του σώματος να προβαίνει στην αναγκαία έρευνα για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων, υπό το πρί[*276]σμα των οποίων αποφασίζει.  (Ίδε Photos Photiades and Co. v. The Republic (1964) C.L.R. 102.)

Η έκταση και η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένες με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Πρέπει όμως να τονισθεί ότι η  τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου.  Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα.  (Ίδε Ευαγόρας Νικολαΐδης και Άλλοι ν. Δρα. Μιχαλάκη Μηνά και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 321.)

Στην παρούσα υπόθεση εύλογα η Ε.Ε.Υ. αναζήτησε τις απόψεις του Υπουργείου Παιδείας ως προς τη σημασία που μπορούσε να αποδοθεί στο Δίπλωμα του Chelsea College που κατέχει ο αιτητής.  Οι πληροφορίες που της δόθηκαν ήταν σχετικές και βασικά λήφθηκαν υπόψη. Η απάντηση βασίστηκε πάνω σε προηγούμενη γνωμάτευση του Βρετανικού Συμβουλίου, ότι το Δίπλωμα είναι ισοδύναμο Ανώτερης Εκπαίδευσης. Η μετάφραση του όρου “Higher Education” ότι σημαίνει “Ανώτατη Εκπαίδευση” στα Ελληνικά είναι πρόδηλα εσφαλμένη και δεν προσθέτει οτιδήποτε στην ουσία του θέματος.  Στα Ελληνικά γίνεται διάκριση μεταξύ “Ανώτερης” και “Ανώτατης Εκπαίδευσης”.  Ο τελευταίος όρος περιλαμβάνει πανεπιστημιακά πτυχία και τίτλους.  Το δίπλωμα του εφεσείοντος δεν ανήκε σε αυτή την κατηγορία. Η κατάληξη της Ε.Ε.Υ. ήταν, υπό το φως του συνόλου των στοιχείων ενώπιόν της, λογικά εφικτή.

Συνεκτιμώντας το σύνολο των στοιχείων κρίνουμε ότι έγινε η δέουσα έρευνα στο βαθμό που ήταν εύλογα αναγκαία.  Η παραπομπή του θέματος στο Υπουργείο Παιδείας και η συνεκτίμηση της πιστοποίησης του Βρετανικού Συμβουλίου, μέσα στα πλαίσια των υπόλοιπων δεδομένων, ήταν ενέργειες που καταδεικνύουν ότι είχε γίνει η δέουσα έρευνα, αποκλειομένης πλάνης περί τα πράγματα.

Συνεπακόλουθα η έφεση επιτρέπεται με έξοδα σε βάρος του εφεσίβλητου. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η επίδικη δικαστική απόφαση επικυρώνεται με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 146(4)(α) του Συντάγματος.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Δύο είναι τα ζητήματα που εγείρονται.  Πρώτο, το κατά πόσο η έρευνα που διεξήχθη ήταν η δέουσα.  Και δεύτερο, αν η απάντηση στο πρώτο είναι καταφατική, το κατά πόσο τα εκ της έρευνας προκύψαντα στοιχεία δικαιολογούσαν την κα[*277]τάληξη στην οποία ήχθη η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ.) ως αρμόδια αρχή. 

Ο εφεσίβλητος διορίστηκε με ισχύ από 1 Σεπτεμβρίου, 1987 στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπολογισμός) θέση Εκπαιδευτή Μηχανικής Αυτοκινήτων, Σχολείων Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.  Εντάχθηκε στις συνδυασμένες μισθοδοτικές κλίμακες Α5-Α7.  Που ήταν οι προβλεπόμενες σε ένα από δύο σχέδια υπηρεσίας, αναφορικά με τέτοια θέση.  Ενώ στο άλλο, με το οποίο απαιτείτο υψηλότερο ακαδημαϊκό προσόν, προβλέπονταν οι συνδυασμένες μισθοδοτικές κλίμακες Α8-Α10. Το προσόν στην περίπτωσή τους ήταν “Τίτλος/πτυχίο πανεπιστημίου/ανωτάτης σχολής στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει”.  Και σε σημείωση οριζόταν ότι:

“Πανεπιστήμιο ή ανώτατη σχολή σημαίνει το πανεπιστήμιο ή το ίδρυμα που είναι αναγνωρισμένο από την Κυβέρνηση της χώρας στην οποία βρίσκεται ως πανεπιστήμιο ή ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης.”

Ο εφεσίβλητος, αποδεχόμενος το διορισμό του, παρατήρησε ότι η ένταξή του στις χαμηλότερες κλίμακες ήταν το αποτέλεσμα μη ορθής αξιολόγησης των προσόντων του και ζήτησε επανεξέταση, υπό το φως βεβαίωσης του Βρεττανικού Συμβουλίου ότι το Κολλέγιο από το οποίο είχε αποφοιτήσει ήταν, με προσαρμογή στην Ελληνική ορολογία, ανωτάτου επιπέδου.  Το σχετικό μέρος είχε ως εξής:

“.... this college is of Higher Education which translation into Greek has the meaning of Highest Education.”

Η βεβαίωση αναφερόταν στο College of Aeronautical and Automobile Engineering του Λονδίνου, το οποίο είχε απονείμει στον εφεσίβλητο, κατόπιν τριετούς φοίτησής του, Δίπλωμα Μηχανικής Αυτοκινήτων.  Είναι περί αυτού του προσόντος ο λόγος.

Η Ε.Ε.Υ. απευθύνθηκε στο διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης για τις απόψεις του επί του θέματος.  Αυτή ήταν η μόνη διερεύνηση στην οποία προέβη.  Εκείνος απάντησε ως εξής:

“Το δίπλωμα του κ. Ζαμπόγλου είναι δίπλωμα Ανωτέρας Σχολής και θεωρείται ισότιμο προς το δίπλωμα του Α.Τ.Ι..

Όλοι οι εκπαιδευτές, που είναι κάτοχοι του ιδίου διπλώματος, έχουν καταταγεί, μετά την ψήφιση του ισχύοντος νόμου, [*278]στην κλίμακα Α5-7.”

Η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε εν συνεχεία την απόρριψη του αιτήματος και γνωστοποίησε το αποτέλεσμα στον εφεσίβλητο.  Παραθέτω το σχετικό μέρος του πρακτικού της συνεδρίας, ημερ. 21 Μαρτίου, 1988:

“Η Επιτροπή, αφού εξέτασε την πιο πάνω αίτηση και αφού έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία και έγγραφα που υπάρχουν στο φάκελο του αιτητή, καθώς και τις απόψεις του τμήματος Τεχνικής Εκπαίδευσης (βλ. σημείωμα 2 στο φάκελο ΠΜΠ.7415), βρίσκει ότι ο εκπαιδευτής δεν έχει τα απαιτούμενα από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόντα για τη θέση εκπαιδευτή στην κλίμακα Α8-Α10 και συγκεκριμένα δεν έχει ‘Τίτλο/Πτυχίο Πανεπιστημίου/Ανώτατης Σχολής στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει’.

Ως εκ τούτου το αίτημα δεν μπορεί να γίνει δεκτό.”

Ας σημειωθεί ότι τα στοιχεία και έγγραφα στο φάκελο του εφεσίβλητου, τα οποία είχαν σχέση με το ζήτημα και στα οποία αναφέρεται η Ε.Ε.Υ., δεν ήταν παρά μόνο το δίπλωμά του και η μετάφραση όπως και η βεβαίωση του Βρεττανικού Συμβουλίου.

Κρίθηκε πρωτόδικα ότι δε διεξήχθη δέουσα έρευνα, ώστε να καθίστατο δυνατή η αξιολόγηση του διπλώματος του εφεσίβλητου.  Το δικαστήριο επεσήμανε ιδιαίτερα, ότι η άποψη του διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης δεν παρείχε ένδειξη οποιουδήποτε ερείσματος.  Και κήρυξε άκυρη την προσβαλλόμενη απόφαση.

Ενώπιόν μας, η συνήγορος της εφεσείουσας Δημοκρατίας εισηγήθηκε ότι η διεξαχθείσα έρευνα ήταν η δέουσα δεδομένου ότι η Ε.Ε.Υ. αποτάθηκε στο διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης ο οποίος, κατά τη συνήγορο, ήταν ο πιο αρμόδιος.  Εισηγήθηκε περαιτέρω ότι η άποψη του διευθυντή μπορούσε εύλογα να γίνει δεκτή.  Και, σχολιάζοντας τη βεβαίωση του Βρεττανικού Συμβουλίου, εισηγήθηκε τέλος ότι και εκείνη δικαιολογούσε την ίδια κατάληξη δεδομένου ότι ενέτασσε το κολλέγιο του εφεσίβλητου στην ανώτερη εκπαίδευση, την έννοια της οποίας το Βρεττανικό Συμβούλιο δεν ήταν αρμόδιο να ερμηνεύσει.

Ο συνήγορος του εφεσίβλητου υποστήριξε κατ’ αρχήν ότι εσφαλμένα ήταν που η Ε.Ε.Υ., με την έρευνά της, στράφηκε προς το Υπουργείο Παιδείας εφόσον, σύμφωνα και με το ίδιο το σχέδιο υπηρεσίας, το ζητούμενο ήταν το κατά πόσο το Κολλέγιο ήταν [*279]αναγνωρισμένο από την Κυβέρνηση της δικής του χώρας.  Όπως άλλωστε επέβαλλε και η κυρωθείσα, με τον Ν.11/1985, Σύμβαση της ΟΥΝΕΣΚΟ για την Αναγνώριση Σπουδών, Διπλωμάτων και Πτυχίων τα οποία αφορούν την Ανώτερη Εκπαίδευση στα Κράτη που ανήκουν στην περιοχή της Ευρώπης.  Οπότε θα έπρεπε να είχε αποβεί κρίσιμη η βεβαίωση του Βρεττανικού Συμβουλίου στην οποία εξηγείται πως με τη δική μας ορολογία το υπό αναφορά Κολλέγιο ανήκε στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Είναι πρόδηλο ότι το κατά πόσο το Κολλέγιο του εφεσίβλητου ανήκε ή όχι στην, κατά την ορολογία μας, ανώτατη εκπαίδευση εξαρτάται από το πώς το θεωρούσε η Κυβέρνηση της δικής του χώρας.  Αυτό, καθώς ορθά επεσήμανε ο συνήγορος του εφεσίβλητου, το λέει και το σχέδιο  υπηρεσίας αλλά και η Σύμβαση η κυρωθείσα με το Ν. 11/1985.  Επισημαίνω πως τη Σύμβαση την προσυπέγραψε και το Ηνωμένο Βασίλειο στις 21 Δεκεμβρίου, 1979: βλ. Bowman & Harris “Multilateral Treaties Index and Current Status” Έκδ. 1985 σελ. 450.  Αποκτά συνεπώς ιδιαίτερη σημασία η βεβαίωση του Βρεττανικού Συμβουλίου.  Που ήταν ότι, το εν λόγω Κολλέγιο συγκαταλέγεται σε ό,τι στη Βρεττανία αποκαλείται higher education, ήτοι κυριολεκτικά ανώτερη εκπαίδευση.  Και που, κατά σειρά, έχει την έννοια, όπως και αλλού στην Ευρώπη, πανεπιστημιακής/ανώτατης εκπαίδευσης. Στην κυρωθείσα με το Ν. 11/1985 Σύμβαση, ακολουθείται ακριβώς αυτή η ορολογία: “higher education” με την έννοια της ανώτατης εκπαίδευσης. Η αρμόδια αρχή όφειλε να το γνωρίζει.  Η ταύτιση από το Βρεττανικό Συμβούλιο της Αγγλικής έννοιας της ανώτερης εκπαίδευσης, με την Ελληνική έννοια της ανώτατης εκπαίδευσης, δεν αποτελούσε ερμηνεία εφόσον, καθώς είναι προφανές, δεν επρόκειτο περί γνώμης, αλλά περί διαπιστωτικής αναγωγής των αντίστοιχων εννοιών στις δύο χώρες.  Μία αναγωγή που αντικατοπτρίζει την εν προκειμένω αναντίλεκτη πραγματικότητα.

Θα μπορούσε βέβαια η Ε.Ε.Υ. να διερευνήσει και το κατά πόσο στη Βρεττανία τίτλοι, πτυχία και διπλώματα διαφοροποιούνται, σε ό,τι αφορά το επίπεδό τους, ανάλογα με τον κύκλο σπουδών, ανεξάρτητα από το ότι όλα μπορεί να απονέμονται από Πανεπιστήμιο ή Σχολή Ανωτάτης Εκπαίδευσης.  Αυτό όμως δε φαίνεται να προβλημάτισε την Ε.Ε.Υ.  Η οποία αποφάσισε το ζήτημα στη βάση μόνο της αντίληψης, ότι το υπό αναφορά κολλέγιο δεν ανήκε στην ανώτατη εκπαίδευση.

Ως προς την άποψη του διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης ότι “το δίπλωμα του κ. Ζαμπόγλου είναι δίπλωμα Ανωτέρας Σχολής [*280]και θεωρείται ισότιμο προς το δίπλωμα του Α.Τ.Ι.”, το μόνο που μπορεί να λεχθεί είναι πως, με αυτή εκτίθεται μία κατάληξη χωρίς καθόλου να εξηγείται.  Κατ’ ακολουθίαν της νοοτροπίας, πως ό,τι δηλώνεται πρέπει να θεωρείται και ότι είναι. Πρόκειται περί συνταγής για αυθαιρεσία. Την οποία η Ε.Ε.Υ. φαίνεται να αποδέχθηκε.  Την μνημονεύει ως ένα από τα ερείσματα της προσβαλλόμενης απόφασης. Τίποτε από όσα ανέφερα δε σημαίνει ότι η έρευνα της Ε.Ε.Υ. δε θα μπορούσε να στραφεί και προς το Υπουργείο Παιδείας. Αυτό όμως μόνο με προοπτική την άντληση πληροφόρησης αναφορικά, πρώτο, με το κατά πόσο το κολλέγιο του εφεσίβλητου ήταν αναγνωρισμένο στη χώρα του ως σχολή ανώτατης εκπαίδευσης και δεύτερο την αξία του διπλώματος.  Εδώ η απόκριση του Υπουργείου δε φαίνεται να συσχετιζόταν με αυτές τις ανάγκες.

Καταλήγω, σε συμφωνία με την πρωτόδικη απόφαση, ότι η διεξαχθείσα έρευνα ήταν ελλειπής.  Διότι δεν παρείχε τη “δυνατότητα εξαγωγής ασφαλών ευρημάτων”: βλ. Νικολαΐδης κ.ά. ν. Μηνά κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 321 στη σελ. 337. Αλλά και αν ακόμη θα μπορούσε να εθεωρείτο πλήρης, τα όσα προέκυψαν εξ αυτής όχι μόνο δεν παρέχουν ίχνος υποστήριξης προς την κατάληξη της Ε.Ε.Υ. αλλά, καθώς εξήγησα, οδηγούν αναπόφευκτα προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Γι’ αυτό θα απέρριπτα την έφεση με έξοδα.

H έφεση επιτρέπεται με έξοδα, κατά πλειοψηφία.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο