Aντωνιάδης Παναγιώτης και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Yπουργικού Συμβουλίου (1997) 3 ΑΑΔ 295

(1997) 3 ΑΑΔ 295

[*295]16 Iουλίου, 1997

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧATZHΤΣΑΓΓΑΡΗΣ,

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ,

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28, ΚΑΙ 122 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 947/96)

2. MAKHΣ ANAΣTAΣIOY

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 949/96)

3. PENOΣ ΠPENTZAΣ

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 950/96)

4. APIΣTOΣ ΣΠYPOY

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 951/96)

5. ΦΩTHΣ ΦΩTIOY

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 952/96)

6. ANΔPEAΣ XPIΣTOΔOYΛIΔHΣ

(Aιτητής στην Yπόθεση Aρ. 953/96)

Aιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Yποθέσεις Aρ. 947/96, 949/96, 950/96, 951/96, 952/96, 953/96)

 

Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) — Τερματισμός διορισμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου από το Υπουργικό Συμβούλιο — Ο περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμος του 1988, Άρθρο 4 — Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ακυρώθηκε λόγω κατάχρησης και υπέρβασης εξουσίας — Πότε χωρεί ο τερματισμός των υπηρεσιών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου Oργανισμών Δημοσίου Δικαίου — Υιοθέτηση και εφαρμογή των αρχών της απόφασης Στεφανίδης & Άλλοι v. Δημοκρατίας.

Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Σύσταση ερευνητικής επιτροπής για διερεύνηση των συνθηκών επικύ[*296]ρωσης προσφορών και υποβολή έκθεσης στο Υπουργικό Συμβούλιο — Η ερευνητική επιτροπή δε συνιστά δικαστικό ή πειθαρχικό σώμα — Ούτε μπορεί να συσχετισθεί η σύστασή της με το διοικητικό μέτρο της διαθεσιμότητας δημοσίων υπαλλήλων κατά τη διερεύνηση πειθαρχικών αδικημάτων.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Α.Η.Κ. προέβη στην κατακύρωση δύο προσφορών για την αγορά στροβιλογεννητριών και λεβήτων.  Η προσφορά που κατακυρώθηκε είχε μεγάλη διαφορά από τη χαμηλότερη προσφορά. Τα μέλη της Κοινουβουλευτικής Επιτροπής Παρακολουθήσεως Σχεδίων Αναπτύξεως και Ελέγχου Δημοσίων Δαπανών, διατύπωσαν επικρίσεις για τον τρόπο κατακύρωσης των προσφορών και άφησαν υπαινιγμούς για εκτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου από τις αρχές της χρηστής διοίκησης.  Οι επικρίσεις μεταδόθηκαν και αναμεταδόθηκαν από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σάλος γύρω από το θέμα.  Τόσο οι επικρίσεις όσο και οι παραστάσεις που έγιναν από τη Γαλλική Πρεσβεία προς το Υπουργείο Εξωτερικών, γιατί δεν επιλέγηκε η προσφορά ατόμου ή οργανισμού που προφανώς θα εισήγαγε τα μηχανήματα από τη Γαλλία, απασχόλησαν το Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο έκρινε ότι τα δεδομένα της υπόθεσης δικαιολογούσαν εκδήλωση κυβερνητικού ενδιαφέροντος και υποβολή παράκλησης για μελέτη του ενδεχομένου επανεξέτασης του όλου θέματος των προσφορών της ΑΗΚ.

Ο Υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας απέστειλε επιστολή προς τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου καλώντας τα να μελετήσουν το ενδεχόμενο επανεξέτασης του όλου θέματος των προσφορών, υπό το πρίσμα των αρχών που διέπουν την κατακύρωση των προσφορών και των αρχών της χρηστής διοίκησης.  Στην εν λόγω επιστολή δεν εξηγείται που βασίστηκαν οι εξουσίες του Υπουργού, αναφορικά με την πρόσκληση προς το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΗΚ να επανεξετάσει τις προσφορές.

Μετά την παρέμβαση του Υπουργού, ο Πρόεδρος της ΑΗΚ υπέβαλε την παραίτησή του.  Την παραίτησή τους, έθεσαν στην διάθεση του Προέδρου της Δημοκρατίας και τα δύο άλλα μέλη της ΑΗΚ τα οποία διαφώνησαν με την απόφαση, για να τον διευκολύνουν στο χειρισμό του θέματος που προέκυψε.  Τα άλλα έξι μέλη της ΑΗΚ, οι αιτητές, απέρριψαν τις επικρίσεις που διατυπώθηκαν και διακήρυξαν την προσήλωσή τους προς τους κανόνες χρηστής διοίκησης, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Το Υπουργικό Συμβούλιο αποδέχτηκε τις παραιτήσεις του Προέδρου και των δύο μελών που υποβλήθηκαν στον Υπουργό και αποφά[*297]σισε τη σύσταση ερευνητικής επιτροπής βάσει του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου, Κεφ. 44 για τη διερεύνηση των συνθηκών επικύρωσης των προσφορών.  Προέβη επίσης στον τερματισμό του διορισμού των έξι αιτητών ως μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ για τους λόγους (α) ότι δε θα διαθέτουν το απαιτούμενο κύρος κατά τη διάρκεια της έρευνας να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους και (β) δε θα αισθάνονται ελεύθεροι να εκφραστούν ανεπηρέαστα προς την Ερευνητική Επιτροπή για διακρίβωση της ουσιαστικής αλήθειας.

Οι αιτητές προσέβαλαν την απόφαση για τερματισμό του διορισμού τους ως μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ και ισχυρίστηκαν ότι η εν λόγω απόφαση στερείται νομικού ερείσματος και αποτελεί προϊόν κατάχρησης εξουσίας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποδέχτηκε τις προσφυγές και αποφάνθηκε ότι:

1.  Η ερευνητική επιτροπή δε συνιστά δικαστικό ή πειθαρχικό σώμα.  Οι διαπιστώσεις και εισηγήσεις της δεν είναι δεσμευτικές. Πρόκειται για καθαρά ερευνητικό σώμα με αποκλειστική αρμοδιότητα τη διερεύνηση θεμάτων τα οποία προσδιορίζονται στους όρους σύστασής του και την υποβολή έκθεσης για τις διαπιστώσεις του στο Υπουργικό Συμβούλιο.

2.  Η σύσταση της ερευνητικής επιτροπής δε συνιστούσε λόγο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την παύση των αιτητών.  Το ίδιο ισχύει και για την επιθυμία του Υπουργικού Συμβουλίου να καθησυχάσει την κοινή γνώμη για τις επικρίσεις που διατυπώθηκαν.

3.  Όπως υπογραμμίστηκε στην απόφαση Στεφανίδης,  αόριστοι λόγοι δημοσίου συμφέροντος δεν μπορούν να παράσχουν έρεισμα για την παύση των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων Oργανισμών Δημοσίου Δικαίου.  Στην ίδια υπόθεση τονίστηκε επίσης ότι, ούτε η πολιτική βούληση για αλλαγή του Συμβουλίου μπορεί να στοιχειοθετήσει λόγο για τον τερματισμό των υπηρεσιών των μελών του.

4.  Το πλαίσιο λειτουργίας των μελών Oργανισμών Δημοσίου Δικαίου, η διάρκεια υπηρεσίας τους και τα εχέγγυα ανεξαρτησίας που τους παρέχει, καθώς και οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να τερματισθούν οι υπηρεσίες τους, προσδιορίζονται με σαφήνεια στην απόφαση Στεφανίδη.

5.  Η πρόνοια του Άρθρου 4(β) του Νόμου για αιτιολογημένη απόφαση επιβεβαιώνει την ύπαρξη ορίων στην άσκηση της διακριτικής [*298]εξουσίας του Υπουργικού Συμβουλίου να τερματίζει το διορισμό μελών Διοικητικών Συμβουλίων.

6.  Εύλογη αιτία για παύση μέλους Διοικητικού Συμβουλίου αποτελούν μόνο τεκμηριωμένες διαπιστώσεις αναφορικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του, που δικαιολογούν αποχρόντως τον τερματισμό των υπηρεσιών του.

Στην προκείμενη περίπτωση, οι υπηρεσίες των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ τερματίστηκαν για λόγους εξωγενείς προς την άσκηση της εξουσίας που παρέχει ο νόμος.  Ως εκ τούτου η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου υπόκειται σε ακύρωση για κατάχρηση εξουσίας και για το λόγο αυτό θα ακυρωθεί.

Oι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Στεφανίδης και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 367,

Payiatas v. Republic (1984) 3(B) C.L.R. 1239.

Προσφυγές.

Συνεκδικαζόμενες προσφυγές με τις οποίες οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση του Yπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 8 Nοεμβρίου, 1996, με την οποία τερματίστηκε ο διορισμός τους ως μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου.

Π. Πολυβίου με Γ. Τριανταφυλλίδη, για τον Aιτητή στην Yπ. Aρ. 947/96.

Α. Σ. Αγγελίδης με Γ. Τριανταφυλλίδη, εκ μέρους Χρ. Τριανταφυλλίδη, για τους Aιτητές στις Yπ. Aρ. 949/96, 950/96, 951/96, 952/96 και 953/96.

Αλ. Μαρκίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με Ρ. Γαβριηλίδη, Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και Τ. Πολυχρονίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A΄, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

[*299]ΠΙΚΗΣ, Π.:  Οι έξι αιτητές, προσβάλλουν με ξεχωριστές προσφυγές την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 8ης Nοεμβρίου, 1996,  με την οποία τερματίστηκε ο διορισμός τους ως μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, (ΑΗΚ).  Η ταυτότητα του αντικειμένου των προσφυγών επέβαλλε τη συνεκδίκασή τους και η σπουδαιότητα του επιδίκου θέματος και η σημασία του για το δημόσιο, την απευθείας εκδίκασή τους από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Οι αιτητές αξιώνουν την ακύρωση της απόφασης λόγω κατάχρησης και υπέρβασης της εξουσίας με την οποία περιβάλλεται το Υπουργικό Συμβούλιο να τερματίσει την υπηρεσία μελών των διοικητικών συμβουλίων οργανισμών δημοσίου δικαίου και παρεκβάσεων από τους κανόνες της χρηστής διοίκησης κατά τη λήψη της.

Η θητεία, των μελών των διοικητικών συμβουλίων οργανισμών δημοσίου δικαίου, είναι τριετής.  Το άρθρο 4 του περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμος του 1988 παρέχει εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο να τερματίζει τις υπηρεσίες τους πριν τη λήξη της θητείας τους.  Η συγκεκριμένη διάταξη έχει ως εξής:

“4. (β) Το Υπουργικό Συμβούλιο με αιτιολογημένη απόφασή του έχει εξουσία οποτεδήποτε να τερματίσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους του διοικητικού συμβουλίου οποιουδήποτε από τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που λειτουργούν με βάση τους καθορισμένους νόμους.”

Μεταξύ των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου περιλαμβάνεται και η ΑΗΚ.

Γενεσιουργό  αιτία  για την παύση των αιτητών αποτέλεσε ο σάλος που δημιουργήθηκε για την κατακύρωση, από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΗΚ, δύο προσφορών (304/95 και 305/95), για την αγορά στροβιλογεννητριών και λεβήτων. Ο σάλος προκλήθηκε από τις επικρίσεις  που διατυπώθηκαν από μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παρακολουθήσεως Σχεδίων Αναπτύξεως και Ελέγχου Δημοσίων Δαπανών σε δημόσια συνεδρία της, για τον τρόπο κατακύρωσης των προσφορών και από υπαινιγμούς  για εκτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου από τα θέσμια της χρηστής διοίκησης.  Έγιναν ισχυρισμοί ότι δεν έγινε δεκτή η πιο συμφέρουσα για την ΑΗΚ προσφορά.  Οι επικρίσεις μεταδόθηκαν και αναμεταδόθηκαν  από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, γεγονός που δημιούργησε μεγάλο θόρυβο γύρω από το θέμα.

[*300]Παράλληλα, έγιναν παραστάσεις από τη Γαλλική Πρεσβεία προς το Υπουργείο των Εξωτερικών και διατυπώθηκαν παράπονα γιατί δεν επελέγη η προσφορά ατόμου ή οργανισμού, που, προφανώς, θα εισήγαγε τα μηχανήματα που θα προμηθευόταν η ΑΗΚ από τη Γαλλία.

Τόσο οι παραστάσεις της Γαλλικής Πρεσβείας, όσο και οι επικρίσεις που διατυπώθηκαν στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή και στη συνέχεια στον τύπο, απασχόλησαν το Υπουργικό Συμβούλιο στη συνεδρία του της 6ης Νοεμβρίου, 1996.  Κρίθηκε ότι, “τα δεδομένα της υπόθεσης δικαιολογούν εκδήλωση κυβερνητικού ενδιαφέροντος και υποβολή παράκλησης για μελέτη του ενδεχομένου επανεξέτασης του όλου θέματος των προσφορών της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου.”  Προφανώς, αποτελεί έκφραση αυτής της απόφασης η επιστολή του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας, της ίδιας ημέρας, προς τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ.  Σ’ αυτή επισημαίνεται, ότι η διαφορά μεταξύ της τιμής της κατακυρωθείσας προσφοράς και της χαμηλότερης προσφοράς είναι μεγάλη,  ότι το γεγονός αυτό προκάλεσε γενικότερο προβληματισμό και το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, αλληλουχία που δεν μπορούσε, όπως αναφέρει, να αφήσει τον Υπουργό αδιάφορο.  Για το λόγο αυτό προσκάλεσε τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου να μελετήσουν, “υπό το πρίσμα των Κανόνων που διέπουν την κατακύρωση των προσφορών αλλά και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, ιδία των αρχών της χρηστής διοίκησης, το ενδεχόμενο επανεξέτασης του όλου θέματος των προσφορών.”

Στην επιστολή, δεν εξηγείται από πού αντλείται έρεισμα για την πρόσκληση προς το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΗΚ να επανεξετάσει τις προσφορές. Οι εξουσίες που δίνονται στον Υπουργό,  από τον οργανικό Νόμο, ο οποίος διέπει τη λειτουργία της ΑΗΚ, ο περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Νόμος, Κεφ. 171 (όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 24/63), δεν παρέχει ευχέρεια για τέτοια παρέμβαση.  Η εξουσία του Υπουργού περιορίζεται στην έκδοση οδηγιών γενικής φύσης αφενός και την αναζήτηση εκθέσεων για τις δραστηριότητες της ΑΗΚ, αφετέρου.  (Άρθρο 9Α.) Αποκλειστική αρμοδιότητα για την αναθεώρηση της νομιμότητας  των αποφάσεων οργανισμών δημοσίου δικαίου, εναποτίθεται στο Ανώτατο Δικαστήριο. (Άρθρο 146 του Συντάγματος.)  Αυτή έπρεπε να ήταν και η απάντηση στο διάβημα της Γαλλικής Πρεσβείας, μαζί με την υπόδειξη ότι ο επηρεαζόμενος προσφοροδότης είχε δικαίωμα να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο και να ζητήσει την αναθεώρηση της απόφασης.  Και όντως, ασκήθηκε προσφυγή  κατά της σχετικής απόφασης της ΑΗΚ  μετά τον τερματισμό των υπηρεσιών των αιτητών, η οποία [*301]τελεί υπό αναθεώρηση.  (Προσφυγή 29/97, καταχωρήθηκε στις 14.1.1997.)

Ας σημειωθεί ότι, η περί ου ο λόγος απόφαση της ΑΗΚ λήφθηκε κατά πλειοψηφία.

Μετά την παρέμβαση  του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας οι εξελίξεις υπήρξαν ραγδαίες.  Ο Πρόεδρος της ΑΗΚ, ο κ. Κόλοκος, υπέβαλε την παραίτησή του.  Στην επιστολή του αναφέρει ότι παραιτείται γιατί δεν μπόρεσε να θεμελιώσει και να επαυξήσει “στο επίπεδο της Βουλής, του Υπουργικού Συμβουλίου και της κοινής γνώμης γενικότερα, την εικόνα για επάρκεια, υψηλό επαγγελματισμό και αξιοπιστία της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου.”  Ο κ. Κόλοκος είχε παραστεί στη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής και όπως φαίνεται υπήρξε άμεσος δέχτης των επικρίσεων που διατυπώθηκαν.  Κατακλείδα της επιστολής του, αποτελεί η διαπίστωση ότι το Διοικητικό Συμβούλιο και η διεύθυνση της ΑΗΚ “προασπίζονται, κατά τρόπο υποδειγματικό”, τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της ΑΗΚ. Την παραίτησή τους, έθεσαν στη διάθεση του Προέδρου της Δημοκρατίας και τα δύο άλλα μέλη της ΑΗΚ τα οποία διαφώνησαν με την απόφαση, για να  διευκολύνουν, όπως αναφέρουν, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο χειρισμό του θέματος το οποίο προέκυψε.  Τα άλλα έξι μέλη της ΑΗΚ, οι αιτητές,  επίσης απηύθυναν επιστολή  στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στην οποία απορρίπτουν τις επικρίσεις που διατυπώθηκαν για την κατακύρωση των προσφορών  και διακηρύττουν την κατά πάντα χρόνο προσήλωση στους κανόνες της χρηστής διοίκησης κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Στις 8 Νοεμβρίου, 1996, επιλήφθηκε του θέματος, εκ νέου, το Υπουργικό Συμβούλιο.  Αποδέχτηκε τις παραιτήσεις του προέδρου και των δύο μελών που υποβλήθηκαν αντίστοιχα, στον Υπουργό Εμπορίου και Βιομηχανίας και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.  Η μείωση του αριθμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου οργανισμού δημοσίου δικαίου, δε συνιστά λόγο ούτε παρέχει έρεισμα για τον τερματισμό των υπηρεσιών και των υπολοίπων μελών του Συμβουλίου, όπως αποφασίστηκε στη Στεφανίδης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 367.  Ούτε υποβλήθηκε τέτοιος ισχυρισμός, για να είμαστε ακριβείς.

Το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε τη σύσταση ερευνητικής επιτροπής  βάσει του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου,  Κεφ. 44, για τη διερεύνηση των συνθηκών επικύρωσης των συγκεκριμένων προσφορών και συναφώς προς αυτή την απόφαση, προέβη στον τερματισμό του διορισμού των έξι αιτητών ως μελών του Δι[*302]οικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ.  Οι λόγοι για τους οποίους τερμάτισε την υπηρεσία τους, σύμφωνα με το πρακτικό της απόφασης, είναι οι ακόλουθοι:

“(α) Κατά τη διάρκεια της έρευνας δε θα διαθέτουν το απαιτούμενο υπό τις περιστάσεις κύρος προκειμένου να εκπληρώσουν τα σοβαρά καθήκοντα που απορρέουν από τη θέση τους.

 (β) Κατά λογική αναγκαιότητα η έρευνα θα επεκταθεί σε όλες τις εσωτερικές διαδικασίες της Αρχής, στις οποίες αναμείχθηκαν υπάλληλοι της (π.χ. μέλη Τεχνικής Επιτροπής, Επιτροπής Προσφορών, κ.λ.π.) που πρέπει να είναι και να αισθάνονται ελεύθεροι να εκφραστούν ανεπηρέαστα προς την Ερευνητική Επιτροπή για διακρίβωση της ουσιαστικής αλήθειας.”

Ό,τι απομένει  να αναφέρουμε, για τη στοιχειοθέτηση του πλαισίου μέσα στο οποίο λήφθηκε η απόφαση για την παύση των αιτητών, είναι  ότι στη συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου παρέστη ο Γενικός Εισαγγελέας, ο οποίος, όπως καταγράφεται στο πρακτικό, αφού απάντησε, στο αρχικό στάδιο της συνεδρίας, σε ορισμένα νομικά ερωτήματα που του τέθηκαν και προσδιόρισε τα νόμιμα όρια της εξουσίας του Υπουργικού Συμβουλίου, αποχώρησε. Η νομική συμβουλή που  δόθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο, δε σημειώνεται στο πρακτικό. 

Ο Γενικός Εισαγγελέας υποστήριξε ότι η απόφαση λήφθηκε μέσα στα πλαίσια της εξουσίας που παρέχει ο νόμος στο Υπουργικό Συμβούλιο και ότι είναι καθόλα νόμιμη.  Αντίθετα, οι δικηγόροι των αιτητών υπέβαλαν ότι η απόφαση στερείται νόμιμου ερείσματος και ότι, λαμβάνοντας την απόφαση, το Υπουργικό Συμβούλιο καταχράστηκε την εξουσία την οποία ο νόμος του έχει εμπιστευθεί.

Η ερευνητική επιτροπή δε συνιστά δικαστικό ή πειθαρχικό σώμα.  Ούτε μπορεί να συσχετιστεί η σύστασή της με το διοικητικό μέτρο της διαθεσιμότητας δημοσίων υπαλλήλων κατά τη διερεύνηση πειθαρχικών αδικημάτων. (Βλ. Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1239.)

Πρόκειται, για καθαρά ερευνητικό σώμα  με αποκλειστική αρμοδιότητα τη διερεύνηση του θέματος ή θεμάτων, τα οποία προσδιορίζονται στους όρους που διέπουν τη σύστασή του και την υποβολή έκθεσης για τις διαπιστώσεις του στο Υπουργικό Συμβούλιο.  Οι διαπιστώσεις και εισηγήσεις της ερευνητικής επιτροπής δεν είναι δεσμευτικές.

[*303]Η απόφαση στη Στεφανίδης αναγνωρίζει και καθιερώνει ότι δε χωρεί ο τερματισμός των υπηρεσιών μελών του διοικητικού συμβουλίου οργανισμών δημοσίου δικαίου, “... χωρίς εύλογη αιτία η οποία να δικαιολογεί αποχρόντως την αντικατάσταση αυτή και να αντανακλά στην εκτέλεση των καθηκόντων του.”  Το έργο τους συνίσταται στην προαγωγή των σκοπών του οργανισμού δημοσίου δικαίου, όπως αυτοί διαγράφονται στο Νόμο που διέπει τη λειτουργία τους.  Αόριστοι λόγοι δημοσίου συμφέροντος δεν μπορούν να παράσχουν έρεισμα για την παύση των μελών των διοικητικών συμβουλίων οργανισμών δημοσίου δικαίου, όπως υπογραμμίστηκε στη Στεφανίδης.  Ούτε η πολιτική βούληση για αλλαγή του Συμβουλίου μπορεί να στοιχειοθετήσει λόγο για τον τερματισμό των υπηρεσιών τους, όπως επίσης τονίστηκε στη Στεφανίδης.

Το γεγονός ότι η ερευνητική επιτροπή εξέδωσε το πόρισμά της, ευνοϊκό για τους αιτητές, είναι γεγονός άσχετο προς το επίδικο θέμα.  Το κρίσιμο ερώτημα είναι, αν αυτή τούτη η σύσταση της ερευνητικής επιτροπής συνιστούσε λόγο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την παύση των αιτητών.  Η απάντηση στο ερώτημα είναι αρνητική.  Δεν αμφισβητείται η νομιμότητα της απόφασης για τη σύσταση της ερευνητικής επιτροπής.  Δε στοιχειοθετεί όμως λόγο, για τον τερματισμό των υπηρεσιών των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ.  Ούτε η επιθυμία του Υπουργικού Συμβουλίου να καθησυχάσει την κοινή γνώμη για επικρίσεις που διατυπώθηκαν εναντίον του Συμβουλίου της ΑΗΚ, που όπως φαίνεται επέδρασε στη λήψη της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, παρείχε νόμιμο έρεισμα για τον τερματισμό της υπηρεσίας των αιτητών.

Το πλαίσιο λειτουργίας των μελών οργανισμών δημοσίου δικαίου, η διάρκεια της υπηρεσίας τους και τα εχέγγυα ανεξαρτησίας που τους παρέχει καθώς και οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να τερματισθούν οι υπηρεσίες τους, προσδιορίζονται στο ακόλουθο απόσπασμα της απόφασης στη Στεφανίδης:

“Η βασική αρχή που διέπει τη δημιουργία και λειτουργία των νομικών αυτών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως προκύπτει από τη σχετική νομοθεσία και όπως φαίνεται να είναι η πρόθεση του νομοθέτη, είναι η διαφύλαξη της ανεξαρτησίας των, όπως καθορίζεται από τους οικείους νόμους και η διατήρηση της σύνθεσης των διοικητικών τους συμβουλίων καθόλη τη διάρκεια της τριετούς θητείας τους.  (Βλέπε Άρθρο 4(α) του Νόμου.)  Η αρχή αυτή παρέχει μια επιπλέον εγγύηση περί του ανεπηρέαστου της γνώμης των μελών τους.

[*304]Η πρόνοια του Άρθρου 4(β) του Νόμου για αιτιολογημένη απόφαση επιβεβαιώνει την ύπαρξη ορίων στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Υπουργικού Συμβουλίου να τερματίζει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους.  Κατά τη διάρκεια δε της θητείας του ένα μέλος του συμβουλίου δεν μπορεί να αντικατασταθεί χωρίς εύλογη αιτία η οποία να δικαιολογεί αποχρόντως την αντικατάσταση αυτή, και να αντανακλά στην εκτέλεση των καθηκόντων του.”

Επομένως, μόνο τεκμηριωμένες διαπιστώσεις που αντανακλούν στην εκτέλεση των καθηκόντων μέλους του διοικητικού συμβουλίου και δικαιολογούν αποχρόντως τον τερματισμό των υπηρεσιών του, μπορούν να αποτελέσουν εύλογη αιτία για την παύση του.  Διαφορετική προσέγγιση του θέματος, θα καθιστούσε τη διάρκεια της θητείας των μελών οργανισμών δημοσίου δικαίου, η οποία προβλέπεται στο νόμο (τριετής) πλασματική, υποκαθιστώντας ως το μόνο ουσιαστικό  κριτήριο για τη διάρκεια της θητείας τους, τη βούληση της εκτελεστικής εξουσίας στη θέση του νομοθετικού κανόνα.

Η αρχή της νομιμότητας, στην οποία θεμελιώνεται το κράτος δικαίου, περιορίζει την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται στα κρατικά όργανα, στους λόγους και μόνο για τους οποίους μπορεί σύννομα να ασκηθεί.  Διορίζονται για να υπηρετήσουν τον οργανισμό δημοσίου δικαίου σύμφωνα με το νόμο και τα θέσμια της χρηστής διοίκησης. 

Στην προκείμενη περίπτωση, οι αιτητές παύθηκαν χωρίς να διαπιστωθούν και χωρίς να συντρέχουν αυτές οι προϋποθέσεις.  Τερματίστηκαν οι υπηρεσίες τους για λόγους, εξωγενείς προς την άσκηση της εξουσίας, που παρέχει ο νόμος. Κατά συνέπεια, το Υπουργικό Συμβούλιο τερμάτισε την υπηρεσία των αιτητών, για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους ο νόμος παρέχει την εξουσία. Η διαπίστωση αυτή καθιστά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου υποκείμενη σε ακύρωση για κατάχρηση εξουσίας.  και για το λόγο αυτό θα την ακυρώσουμε.

Οι προσφυγές (η κάθε μια από αυτές) επιτυγχάνουν με έξοδα.

Η επίδικη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ακυρώνεται στην ολότητά της, βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

Oι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο