(1997) 3 ΑΑΔ 605
[*605]18 Δεκεμβρίου, 1997
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΑΡΙΟΣ ΜΟΥΡΤΖΗΣ,
Eφεσείων-Aιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Eφεσίβλητης-Kαθ’ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2059)
Δημόσιοι υπάλληλοι — Προαγωγές — Aρχαιότητα — Θέση Ανώτερου Εκπαιδευτή, Ινστιτούτο Εκπαίδευσης Προσωπικού Ξενοδοχείων και Επισιτιστικής Βιομηχανίας — Αξιολόγηση υποψηφίων — Η κατά 10 χρόνια μεγαλύτερη αρχαιότητα του εφεσείοντα δε συνιστούσε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου το οποίο είχε καλύτερα προσόντα και επίσης τη σύσταση του Διευθυντή.
Aιτιολογία Διοικητικής Πράξης — Δημόσιοι υπάλληλοι — Προαγωγές — Σύσταση του Διευθυντή — Δεν είναι αναγκαίο να είναι αιτιολογημένη — Οποιαδήποτε όμως δικαιολογία δοθεί, υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, ο οποίος περιορίζεται στα γεγονότα που διαμόρφωσαν την κρίση του — Ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1967, Ν. 33/67, Άρθρο 44(3).
Έφεση — Στην ακρόαση έφεσης εξετάζονται μόνο οι λόγοι που περιλαμβάνονται στην ειδοποίηση έφεσης και είναι αιτιολογημένοι.
Η παρούσα έφεση στρέφεται για δεύτερη φορά, κατά της απόφασης της Ε.Δ.Υ. να προάξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στην επίδικη θέση. Προηγουμένως η Ε.Δ.Υ. επανεξέτασε το θέμα προαγωγής στη θέση, που προέκυψε από την ακυρωτική απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου αναφορικά με την προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου στην εν λόγω θέση. Η Ε.Δ.Υ. επέλεξε και πάλιν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, το οποίο είχε και τη σύσταση του Διευθυντή. Στο αιτιολογικό της απόφασής της, αναφέρεται πως η επιλεγείσα κρίθηκε [*606]ως αξιότερη του εφεσείοντα λόγω καλύτερων προσόντων και βαθμολογήσεων στις εμπιστευτικές εκθέσεις και επίσης λόγω της σύστασης του Διευθυντή. Η κατά 10 χρόνια υπέρτερη αρχαιότητα του εφεσείοντα δεν κρίθηκε ικανή να υπερισχύσει των άλλων στοιχείων αξιολόγησης που αναφέρονται πιο πάνω.
Λόγοι έφεσης:
1. Ο πρωτόδικος δικαστής δεν επιλήφθηκε όλων των ζητημάτων που εγέρθηκαν στην προσφυγή.
2. Η αρχαιότητα του εφεσείοντα θα έπρεπε να λειτουργήσει καθοριστικά υπέρ του.
3. Η σύσταση του Διευθυντή πάσχει αφού δεν προΐστατο του τμήματος κατά τον επίδικο χρόνο κρίσεως και δεν αναφέρεται σ’ αυτή η πηγή άντλησης των πληροφοριών του.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
1. Το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο ήταν ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1967, Ν. 33/67. Το Άρθρο 44(3) προνοεί ότι απαιτείται στη διαδικασία προαγωγής και η σύσταση του Διευθυντή, για την οποία δε χρειάζεται αιτιολογία. Αν όμως δοθεί αιτιολογία τότε αυτή ελέγχεται.
2. Ο έλεγχος περιορίζεται στη διαπίστωση ως προς το κατά πόσο η σύσταση βασίζεται σε εσφαλμένα πραγματικά γεγονότα και στοιχεία που διαμόρφωσαν την κρίση του. Η υποκειμενική λειτουργία της αξιολόγησής του Διευθυντή δεν εξετάζεται. Οι εισηγήσεις του εφεσείοντα αναφορικά με τη σύσταση του Διευθυντή δεν υποστηρίζονται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
3. Ο ισχυρισμός για παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να επιληφθεί όλων των θεμάτων της προσφυγής, που εν πάση περιπτώσει δεν ευσταθεί, δεν εξετάζεται, αφού στερείται αιτιολογίας και επίσης λόγω μη συμπερίληψής του στο εφετήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Λύωνα και Άλλοι ν. Δημοκρατίας, Yπόθ. Aρ. 683/88, ημερ. 14.4.90,
Δημοκρατία ν. Βασιλείου, Α.Ε. 859, ημερ. 31.1.90,
[*607]Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 817, ημερ. 17.7.90,
Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη, Α.Ε. 1086, ημερ. 13.12.90.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης του Προέδρου του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Πική, Π.) που δόθηκε στις 22 Φεβρουαρίου, 1995 (Προσφυγή αρ. 284/94) με την οποία επικυρώθηκε η απόφαση της Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας να προάξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη θέση Aνώτερου Eκπαιδευτή στο Iνστιτούτο Eκπαίδευσης Προσωπικού Ξενοδοχείων και Eπισιτιστικής Bιομηχανίας.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Eφεσείοντα.
Λ .Κουρσουμπά, Aνώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Σπ. Ευαγγέλου, για το Eνδιαφερόμενο Πρόσωπο.
Cur. adv. vult.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου, θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας με απόφασή της, στις 26.8.88, στο εξής η πρώτη απόφαση, προήγαγε το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Καμπανέλλα στη θέση Ανώτερου Εκπαιδευτή, Ινστιτούτο Εκπαίδευσης Προσωπικού Ξενοδοχείων και Επισιτιστικής Βιομηχανίας. Ο εφεσείων-αιτητής πρόσβαλε την πιο πάνω απόφαση με προσφυγή, (Μάριος Μουρτζής ν. Δημοκρατίας) η οποία απορρίφθηκε πρωτοδίκως στις 4.7.89. Ο εφεσείων καταχώρισε έφεση για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης (Μ. Μουρτζής ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1992) 3 Α.Α.Δ. σελ. 543), που έγινε αποδεκτή και κατά συνέπεια η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους ακυρώθηκε. Το σκεπτικό της κατ΄έφεση απόφασης ήταν πως η ΕΔΥ δεν προέβη στη δέουσα έρευνα αναφορικά με δυο πτυχία που είχε ο εφεσείων, της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων Θεσσαλονίκης και της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων Κηφισσιάς, ώστε να κρίνει αν αυτά τα ακαδημαϊκά προσόντα προσέδιδαν σ’ αυτόν το πρόσθετο προσόν βάσει των σχεδίων υπηρεσίας.
Σαν αποτέλεσμα της πιο πάνω απόφασης της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η ΕΔΥ επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης [*608]της θέσης, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυεν κατά το χρόνο λήψης της ακυρωθείσας απόφασης, και στη βάση βέβαια του περιεχομένου της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Κατά την επανεξέταση η ΕΔΥ διερεύνησε τα προσόντα του εφεσείοντα και διαπίστωσε πως κατείχε το πλεονέκτημα των σχεδίων υπηρεσίας. Ακολούθως προέβη στις συστάσεις του ο διευθυντής, ο οποίος και σύστησε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο η ΕΔΥ επέλεξε. Στο αιτιολογικό της απόφασης αναφέρεται πως η επιλεγείσα κρίθηκε ως αξιότερη του εφεσείοντα γιατί είχε καλύτερα προσόντα και βαθμολογήσεις στις εμπιστευτικές εκθέσεις και πρόσθετα τη σύσταση του διευθυντή. Ταυτόχρονα σημείωσε την υπέρτερη, κατά 10 χρόνια αρχαιότητα του εφεσείοντος, καταλήγοντας όμως πως στη κρίση της έπρεπε να υπερισχύσουν τα άλλα στοιχεία αξιολόγησης, που ήδη ανέφερα.
Ο εφεσείων πρόσβαλε για δεύτερη φορά την απόφαση της ΕΔΥ. Η προσφυγή απορρίφθηκε πρωτοδίκως στις 22.2.95. Η απόφαση αυτή είναι το αντικείμενο της παρούσας έφεσης.
Ο πρώτος λόγος στο εφετήριο είναι πως ο πρωτόδικος δικαστής δεν επελήφθη όλων των ζητημάτων που ηγέρθησαν στην προσφυγή και καλείται η Ολομέλεια να τα εξετάσει. Δεν θα ασχοληθούμε με αυτό το λόγο, που δεν είναι αιτιολογημένος. Εξάλλου αν ο εφεσείων ήθελε να εισάξει προς εξέταση από την Ολομέλεια ζητήματα που δεν απασχόλησαν το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά ηγέρθησαν στην προσφυγή, θα έπρεπε να τα περιλάβει στο εφετήριο. Εν πάση περιπτώσει παρατηρούμε πως όλα τα σημεία της προσφυγής έχουν ουσιαστικά αντιμετωπισθεί και επιλυθεί στην πρωτόδικη απόφαση.
Ο βασικός άξονας της επιχειρηματολογίας του δικηγόρου του εφεσείοντα στρέφεται κατά της εγκυρότητας της σύστασης του διευθυντή, που ήταν υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους, δεδομένου ότι στα υπόλοιπα στοιχεία κρίσεως δέχεται πως ο εφεσείων δεν υπερτερεί έκδηλα παρά μόνο στην αρχαιότητα, που κατά το συνήγορο θα έπρεπε να λειτουργήσει καθοριστικά υπέρ του. Συναφώς ο συνήγορος εισηγείται πως η σύσταση του διευθυντή πάσχει για τους λόγους που ακολουθούν: Μολονότι ο διευθυντής δεν ήταν ο προϊστάμενος του τμήματος κατά τον επίδικο προ της κρίσεως χρόνο, εξέφρασε την προσωπική του γνώμη για τους υποψήφιους, που γνώριζε όχι υπό την ιδιότητά του ως προϊσταμένου, και συνεπώς, λέγει ο συνήγορος, λειτούργησε πέραν και έξω από τα καθήκοντά του. Εκφράζει δε την απορία του πώς είναι δυνατό ο διευθυντής που έκαμε τις συστάσεις κατά τη λήψη της πρώτης απόφα[*609]σης, κ. Κοντοπύργος, να είχε ένθερμα συστήσει τον εφεσείοντα, ενώ ο νέος διευθυντής να συστήνει το ενδιαφερόμενο μέρος. Επιπλέον παραπονείται πως η σύσταση του διευθυντή είναι τρωτή γιατί δεν αναφέρεται σ’ αυτήν από πού άντλησε τις πληροφορίες του, η δε πηγή κρίσης του από τη συμμετοχή του στην Τμηματική Επιτροπή, όταν ελήφθη η πρώτη απόφαση, είναι μεμπτή γιατί εκεί δε συμμετείχε ως προϊστάμενος του τμήματος.
Έχουμε τη γνώμη πως πρέπει πρώτα να επισημανθεί ότι το σκεπτικό της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην έφεση ήταν πως η ΕΔΥ δεν έκαμε τη δέουσα έρευνα για να διαπιστωθεί κατά πόσο τα ακαδημαϊκά προσόντα του εφεσείοντα πρόσθεταν σ’ αυτόν και το πλεονέκτημα, που πρόβλεπαν τα σχέδια υπηρεσίας. Ας σημειωθεί επίσης πως η ΕΔΥ, σε εκείνη την πρώτη απόφαση, δεν ακολούθησε τη σύσταση του προϊσταμένου, που ήταν υπέρ του εφεσείοντα, και η παρέκκλιση της απ’ αυτή δεν απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο στην έφεση.
Η υπό συζήτηση επίδικη απόφαση ελήφθη μετά από επανεξέταση του θέματος της προαγωγής, και ο εν ενεργεία διευθυντής προέβη στη σύσταση σύμφωνα με τη δική του κρίση. Ο Νόμος που ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο ήταν ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1967, 33/67, όπου στο Άρθρο 44(3), απαιτείτο, στη διαδικασία προαγωγής, και η σύσταση του διευθυντή. Δεν προβλεπόταν “αιτιολογημένη σύσταση”, διάταξη που εισήχθη με τον Ν.1/90. Ο διευθυντής δεν ήταν επομένως κατά νόμο υπόχρεος να αιτιολογήσει τη σύστασή του. Την αιτιολόγησε όμως. Και σύμφωνα με τη νομολογία, εφόσον δόθηκε αιτιολογία, αυτή ελέγχεται. Εντούτοις ο έλεγχος αυτός περιορίζεται στη διαπίστωση μήπως και αυτή βασίζεται σε εσφαλμένα πραγματικά γεγονότα και στοιχεία, που έδρασαν στην κρίση του. Δεν επεκτείνεται ο έλεγχος στην υποκειμενική λειτουργία της αξιολόγησης του. Όλες οι αιτιάσεις του δικηγόρου του εφεσείοντα, αναφορικά με τη σύσταση του διευθυντή, απαντούνται εναντίον των εισηγήσεων του σε σημαντικές αποφάσεις της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
Λύωνα και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (683/88) 14.6.90, σελ.7,
Δημοκρατία ν. Αργυρούλλας Βασιλείου (Α.Ε. 859) 31.1.90, σελ.3,
Κατερίνα Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (Α.Ε. 817) 17.7.90, σελ.3,
Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη (Α.Ε. 1086) 13.12.90, σελ.8-9.
Ενόψει των ανωτέρω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα που θα [*610]υπολογίσει ο πρωτοκολλητής και θα εγκρίνει το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο