Θεοχαρίδης Πανίκος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 63

(1998) 3 ΑΑΔ 63

[*63]23 Iανουαρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΠΑΝΙΚΟΣ ΘΕΟΧΑΡΙΔΗΣ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης-Καθ’ ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1956)

 

Συνταγματικό Δίκαιο — Σύνταγμα — Άρθρο 28 — Αρχή της ισότητας — Έννοια από τη νομολογία — Μη παραβίαση της αρχής της ισότητας από το προβλεπόμενο πλεονέκτημα στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Πρώτου Λειτουργού Eσωτερικών Προσόδων που αφορούσε στην απόκτηση εκπαίδευσης σε φορολιγικά θέματα μετά την εγγραφή του λειτουργού ως μέλους σε ένα από τα Σώματα Επαγγελματιών Λογιστών — Η διάκριση παραδεκτή και δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας — Περιστάσεις.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Mikrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125,

Republic v. Demetriades (1977) 3 C.L.R. 213,

Board for Registration of Architects and Civil Engineers v. Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 640,

Republic v. Arakian and Others (1972) 3 C.L.R. 294,

Σεργίδης v. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119,

[*64]Μενελάου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1996) 3 A.A.Δ. 370,

Γεωργίου και Άλλοι v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 48/92 κ.ά., ημερ. 7.7.1997,

Φιλιππίδης και Υιοί Λτδ v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 378,

Αντωνίου v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441.

Έφεση.

Έφεση εναντίον απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Nικήτας, Δ.) που δόθηκε στις 30 Mαΐου, 1994 (Προσφυγή Αρ. 925/90) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του Eφεσείοντα κατά της απόφασης της Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας με την οποία πιστώθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη με το πλεονέκτημα αλλά όχι αυτός.

Μ. Καλλιγέρου, για τον Εφεσείοντα.

Αντ. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Το σχέδιο υπηρεσίας καθιστά την εκπαίδευση, η οποία καθορίζεται στην ακόλουθη παράγραφο του σχεδίου υπηρεσίας, πλεονέκτημα για προαγωγή στη θέση Πρώτου Λειτουργού Εσωτερικών Προσόδων (Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων):

“Επιτυχής εκπαίδευση, μετά την εγγραφή σαν μέλους ενός των σωμάτων Επαγγελματιών Λογιστών, συνολικής διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους σε φορολογικά θέματα θα θεωρηθεί πλεονέκτημα.”

Ο εφεσείων και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, ανθυποψήφιοί του για προαγωγή στην προαναφερθείσα θέση, είχαν την προβλεπόμενη εκπαίδευση με μόνη διαφορά ότι ο εφεσείων έτυχε της εκπαίδευσης πριν την απόκτηση του προβλεπόμενου επαγγελματικού προσόντος.

[*65]Τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα πιστώθηκαν με το πλεονέκτημα όχι όμως ο εφεσείων. Το ερώτημα που κλήθηκε να απαντήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν κατά πόσο η μη αναγνώριση του πλεονεκτήματος σε άτομα στη θέση του εφεσείοντα αποτελεί αυθαίρετη διάκριση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε αρνητική απάντηση στο ερώτημα. Έκρινε, ότι τα ευεργετήματα της εκπαίδευσης συσχετίζονται ή μπορεί εύλογα να συσχετιστούν με το μορφωτικό υπόβαθρο του δέκτη της παιδείας. Οπόταν, παρεχόταν λογικό έρεισμα για την υιοθέτηση της διάκρισης η οποία γίνεται με την επίμαχη πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, αποφασίστηκε ότι η πρόνοια δεν προσκρούει στην αρχή της ισότητας που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος.

Με την έφεση αμφισβητείται η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τη συνταγματικότητα της υπό εξέταση πρόνοιας του σχεδίου υπηρεσίας. Υποστηρίχθηκε ότι,

(α)   η διάκριση στερείται λογικού ερείσματος,

(β)   δεν αποβλέπει στην προαγωγή του δημοσίου συμφέροντος,

     και

(γ)   διαπνέεται από αλλότριο σκοπό. να αποκλείσει τον εφεσείοντα.

Έγινε αναφορά σε αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας και σε Ελληνικά νομικά συγγράμματα στα οποία αναλύονται οι αρχές της ισότητας. (Ι. Δ. Σαρμά - Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, Β΄ Έκδοση, 1994, σελίδα 310, παράρτημα Γ, Α. Μάνεση - Συνταγματική Θεωρεία και Πράξις, Παράρτημα Α, σελίδες 322-323. Κυριακόπουλο - Συνταγματικό Δίκαιο, Δ΄ Έκδοση, σελίδα 410, Παράρτημα Δ).

Η θεμελιακή αρχή η οποία προκύπτει τόσο από την Ελληνική όσο και την Κυπριακή νομολογία είναι τούτη. Αποκλείονται διακρίσεις οι οποίες δεν ανάγονται σε εγγενείς διαφορές μεταξύ των υποκειμένων ή αντικειμένων του δικαίου. (Βλ. Mikrommatis v. The Republic, 2 R.S.C.C. 125 (και τη σχετιζόμενη μ’ αυτή Republic (Minister of Finance and Another) v. Demetrios Demetriades (1977) 3 C.L.R. 213), The Board for Registration of Architects and Civil Engineers v. Christodoulos Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 640, Arakian and others (1972) 3 C.L.R. 294, Σεργίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119, Μενελάου και άλλοι ν. [*66]Δημοκρατίας (1996) 3 A.A.Δ. 370, Γεωργίου και άλλοι ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 48/92 κ.α., ημερ. 7.7.1997, Φιλιππίδης και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 378, Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441.

Εάν τα υποκείμενα ή αντικείμενα της ρύθμισης είναι ομοιογενή, δεν χωρεί διάκριση.  Εάν είναι ανομοιογενή χωρεί και παρέχεται ευχέρεια για τη θεσμοθέτηση διάφορου κανόνα ή την υιοθέτηση διάφορης ρύθμισης.

Στην προκείμενη περίπτωση διαπιστώνεται ότι τα ευεργετήματα της εκπαίδευσης δεν έχουν ως σταθερό παρονομαστή το περιεχόμενο της εκπαίδευσης. Συναρτώνται και με την προπαίδεια του εκπαιδευομένου και γενικότερα του μορφωτικού βάθρου του δέκτη της εκπαίδευσης. Αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας καθιστά παραδεκτή τη διάκριση, η οποία γίνεται μεταξύ των δύο κατηγοριών υποψηφίων, ως προς τα ευεργετήματα της εκπαίδευσης. Γι’ αυτό, καταλήγουμε, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι η επίμαχη πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας δεν είναι αντισυνταγματική και επομένως το διορίζον σώμα δεν λειτούργησε κάτω από νομική πλάνη αποφασίζοντας ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα κατείχαν το πλεονέκτημα όχι όμως ο εφεσείων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο