Mιχαηλίδου Kάννα Στέλλα ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 112

(1998) 3 ΑΑΔ 112

[*112]16 Φεβρουαρίου, 1998

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ,  ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

Δρ. ΣΤΕΛΛΑ ΚΑΝΝΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,

Εφεσείουσα,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1861)

 

Aναθεωρητική Έφεση — Eιδοποίηση Έφεσης — Προσδιορίζει τα επίδικα θέματα — Δ.35, θ.4 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Kανονισμών — Λόγοι έφεσης συντίθενται από δύο σκέλη — Προσδιορισμός λάθους και λόγοι που το στοιχειοθετούν — Έλλειψη του ενός ή του άλλου σκέλους καθιστά το λόγο έφεσης ατελή.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Κριτήρια — Τρία θεσμοθετημένα κριτήρια, αξία, προσόντα, αρχαιότητα — Λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους — Διακριτική ευχέρεια διορίζοντος οργάνου να αποδώσει ειδική βαρύτητα σε ένα από αυτά — Tο κριτήριο της αξίας όμως το πιο αποφασιστικό.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Aρχαιότητα — Απομακρυσμένη αρχαιότητα δεν έχει σημαντική βαρύτητα και δεν μπορεί να αποδείξει από μόνη της έκδηλη υπεροχή.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Πείρα — Ως παράγοντας που επηρεάζει τις προαγωγές για να έχει βαρύτητα πρέπει να είναι πείρα κατά την εκτέλεση καθηκόντων σε θέση που προηγείται της επίδικης — H πείρα δεν εξαρτάται μόνο από τη χρονική διάρκεια της υπηρεσίας αλλά και από την αξία του υποψηφίου — Πείρα που αποκτήθηκε σε κατώτερες θέσεις έχει απομακρυσμένη βαρύτητα.

Mε την έφεση αυτή προσβλήθηκε η πρωτόδικη απόφαση του Δικαστηρίου, δυνάμει της οποίας η απόφαση της EΔY να προάξει στην θέση Aνώτερου Xημικού το ενδιαφερόμενο μέρος αντί της αι[*113]τήτριας - εφεσείουσας επικυρώθηκε και η προσφυγή απορρίφθηκε.

H Oλομέλεια του Aνωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1. Η ειδοποίηση έφεσης προσδιορίζει τα επίδικα θέματα της έφεσης. Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν ως προς τον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων στις αναθεωρητικές όπως και στις πολιτικές εφέσεις. Ο προσδιορισμός τους διέπεται από τη Δ.35, θ.4. Ο λόγος έφεσης συντίθεται πρώτον από τον προσδιορισμό του λάθους και δεύτερον τους λόγους που στοιχειοθετούν το σφάλμα. Χωρίς το ένα ή το άλλο σκέλος, ο λόγος έφεσης είναι ατελής. Οι λόγοι έφεσης 2 και 3 που προσδιορίζονται στην τροποποιημένη ειδοποίηση έφεσης, στοιχειοθετούν τη βάση, όχι όμως τους λόγους (αιτιολογία) για τους οποίους επιδιώκεται η ανατροπή της απόφασης που εκκαλείται. Πέραν τούτου, δεν αναπτύσσονται οι λόγοι αυτοί στο περίγραμμα του δικηγόρου της εφεσείουσας.

    Για τους λόγους αυτούς οι λόγοι έφεσης 2 και 3 απορρίπτονται.

2. Είναι νομοθετημένο ότι “αι διεκδικήσεις των υπαλλήλων προς προαγωγήν αποφασίζονται βάσει της αξίας των προσόντων και της αρχαιότητας.”.

    Έχει καθιερωθεί από τη νομολογία ότι τα τρία κριτήρια πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους, να συνεκτιμούνται και να συσταθμίζονται, εναπόκειται δε στο διορίζον όργανο, ανάλογα με τις συνθήκες κάθε περίπτωσης, ασκώντας ορθά τη διακριτική του εξουσία, προς το σκοπό επιλογής του καλύτερου υποψηφίου, να αποδώσει τέτοια βαρύτητα σε αυτά και σε κάθε ένα από αυτά, όπως το ίδιο κρίνει πρέπον, τηρουμένου ότι το κριτήριο της αξίας παραμένει το πιο αποφασιστικό.

3. Στην παρούσα έφεση τόσο η εφεσείουσα, όσο και το εφεσίβλητο-ενδιαφερόμενο πρόσωπο, διορίστηκαν στις θέσεις Αναλυτή, 2ης Τάξης και Αναλυτή, 1ης Τάξης ταυτόχρονα. Η υπηρεσία και η πείρα τους στο Γενικό Χημείο του Κράτους είναι η ίδια. Όπως έχει λεχθεί προηγούμενα, η εφεσείουσα προτού διορισθεί στη θέση Αναλυτή 2ης Τάξης στο Γενικό Χημείο, υπηρετούσε στο Υπουργείο Γεωργίας ως Βοηθός Γεωργικός Λειτουργός. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, με βάση το Νόμο έχει προηγούμενη αρχαιότητα. Η αρχαιότητα όμως αυτή, σύμφωνα με τη νομολογία δεν έχει σημαντική βαρύτητα και δεν αποδεικνύει από μόνη της έκδηλη υπεροχή.

[*114]

4. Θεωρούμε ότι η πείρα, ως παράγοντας που επηρεάζει τις προαγωγές, για να είναι αποφασιστικής σημασίας, πρέπει να είναι πείρα που έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων σε θέση που προηγείται της επίδικης. Πείρα λόγω υπηρεσίας σε κατώτερες θέσεις δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα. Ούτε είναι δυνατό να συναρτάται η απόκτηση πείρας με μοναδικό κριτήριο το χρόνο, όπως στην παρούσα έφεση. Η πείρα δεν εξαρτάται μόνο από τη χρονική διάρκεια της υπηρεσίας, αλλά και από την αξία του καθενός.

5. Από το φάκελο της υπόθεσης αυτής δεν προκύπτει τίποτε άλλο παρά μόνο η απομακρυσμένη αρχαιότητα της εφεσείουσας, η οποία με βάση τη νομολογία δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα.  Από τα πρακτικά του φακέλου και της επίδικης απόφασης εξάγεται το συμπέρασμα ότι η ΕΔΥ έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στις, έστω ελαφρά, καλύτερες εμπιστευτικές εκθέσεις και στην αξία του ενδιαφερόμενου προσώπου, που είχε και τη σύσταση της Διευθύντριας. Αυτό φαίνεται στην επίδικη απόφαση και από την παράθεση στο κείμενο των ίδιων των εμπιστευτικών εκθέσεων. Όπως έχει λεχθεί επανειλημμένα από τη νομολογία, η αιτιολογία είναι δυνατό να συμπληρωθεί από το όλο περιεχόμενο των φακέλων. Η ΕΔΥ έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν της, συνεκτίμησε δε και συστάθμισε τα τρία νομοθετημένα κριτήρια. Άσκησε ορθά τη διακριτική της εξουσία, αποδίδοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην αξία, η δε επίδικη απόφασή της ήταν αιτιολογημένη. Η εφεσείουσα δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Panayiotis Georgiou (Catering) Ltd. v. Δημοκρατίας και Άλλων (1996) 3 Α.Α.Δ. 323,

Republic v. Georgiades (1972) 3 C.L.R. 594,

G.A.P. Estates v. Δημοκρατίας (1991) 3 A.A.Δ. 449,

Γιαννή v. Αναπληρωτή Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων κ.ά. (1995) 3 Α.Α.Δ. 334,

Georgiou and Others v. Republic (1988) 3 C.L.R. 678,

Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437.

Έφεση.

[*115]

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Xατζητσαγγάρης, Δ.) που δόθηκε στις 20 Oκτωβρίου, 1993 (Προσφυγή Aρ. 212/91) με την οποία απέρριψε την προσφυγή της εφεσείουσας εναντίον της απόφασης της εφεσίβλητης με την οποία προήχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη μόνιμη θέση Aνώτερου Xημικού αντί αυτής.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.

Λ. Κουρσουμπά, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Ελ. Νικολαΐδου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής κ. Μ. Κρονίδης.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.:  Στις 13.11.90 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) με απόφαση της διόρισε το ενδιαφερόμενο μέρος, Πόπη Κανάρη, στη μόνιμη θέση Ανώτερου Χημικού.

Η Τμηματική Επιτροπή σε συνεδρίαση της ημερομηνίας 22.3.90 κατέληξε να συστήσει για προαγωγή τέσσερις από τους υποψηφίους μεταξύ των οποίων την εφεσείουσα και το ενδιαφερόμενο μέρος. Και οι τέσσερις υποψήφιοι κατείχαν μεταπτυχιακό προσόν στη Χημεία, το οποίο, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, θεωρείται πλεονέκτημα.

Η Διευθύντρια σύστησε ως ισάξιες και καταλληλότερες για προαγωγή στην επίδικη θέση τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος, όσο και την εφεσείουσα.

Η εφεσείουσα με δύο επιστολές της προς την ΕΔΥ υπέβαλε παράκληση επανεξέτασης, υπό το φως νέων στοιχείων που διαβίβασε. Η ΕΔΥ επελήφθη εκ νέου του θέματος.  Κάλεσε τη Διευθύντρια για διευκρινήσεις. Η Διευθύντρια επανέλαβε την ίδια σύσταση. Η ΕΔΥ, στη συνέχεια, αφού επανεξέτασε το θέμα όπως τέθηκε ενώπιόν της, αποφάσισε να επιμείνει στην αρχική της απόφαση για προαγωγή της Πόπης Κανάρη.

Με τροποποιημένη ειδοποίηση έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγο[*116]ρος της εφεσείουσας προβάλλει τρεις λόγους. Ο πρώτος λόγος έφεσης είναι μακροσκελής, καταλήγει όμως στην καθαρή θέση ότι η απόφαση της ΕΔΥ είναι αναιτιολόγητη.

Λόγοι έφεσης 2 και 3

Οι λόγοι έφεσης 2 και 3 έχουν ως εξής:-

“2. Η πρωτόδικη απόφαση εσφαλμένα παραγνώρισε την αξία και το σύνολο της πείρας και προσφοράς της εφεσείουσας που διέθετε και προσόντα πολύ σχετικά με τα διευθυντικά καθήκοντα της θέσης πέραν των όσων είχε το ενδ. πρόσωπο. Γεγονός που καθιστούσε αξιοκρατικά καταλληλότερη την αιτήτρια.

3. Η πρωτόδικη απόφαση εσφαλμένα αξιολόγησε την μαρτυρία που δόθηκε ενώπιον του από την Διευθύντρια η οποία και διατύπωσε σαφώς την θέση ότι θεωρεί ισότιμες τις δύο (αιτήτρια-ενδ. πρόσωπο) χωρίς να προσδώσει υπέρ οποιασδήποτε υπεροχή.”.

Η ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων, τόσο στο περίγραμμα αγόρευσής της όσο και κατά την ενώπιόν μας ακροαματική διαδικασία, υπέβαλε ότι και οι δύο πιο πάνω λόγοι έφεσης δεν συνάδουν με τους κανόνες καταρτισμού της έφεσης όπως αυτοί προσδιορίζονται στη Δ.35, θ.4 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, όπως τροποποιήθηκαν με τον Κανονισμό 2 της 24.2.95, γιατί δεν περιέχουν καμιά αιτιολογία. Υπέβαλε ότι οι λόγοι αυτοί της έφεσης δεν στοιχειοθετούν το σφάλμα ώστε να καταστεί δυνατό για το Δικαστήριο να κρίνει το βάσιμο του σφάλματος, υπό το πρίσμα των λόγων που προσδιορίζονται προς θεμελίωσή του. Περαιτέρω υπέβαλε ότι οι λόγοι αυτοί δεν αναπτύσσονται στο περίγραμμα του δικηγόρου της εφεσείουσας.

Συμφωνούμε με τη θέση αυτή της δικηγόρου των εφεσιβλήτων. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο και έχει λεχθεί στην απόφαση Panayiotis Georgiou (Catering) Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλων (1996) 3 A.A.Δ. 323 ότι η ειδοποίηση έφεσης προσδιορίζει τα επίδικα θέματα της έφεσης. Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν ως προς τον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων στις αναθεωρητικές όπως και στις πολιτικές εφέσεις. Ο προσδιορισμός τους διέπεται από τη Δ.35, θ.4. Ο λόγος έφεσης συντίθεται πρώτο από τον προσδιορισμό του λάθους και δεύτερο τους λόγους που στοιχειοθετούν το σφάλμα. Χωρίς το ένα ή το άλλο σκέλος, ο λόγος έφεσης είναι ατελής (Βλέπε επίσης: Lefkos [*117]Georgiades (1972) 3 C.L.R. 594, G.A.P. Estates v. Δημοκρατίας (1991) 3 A.A.Δ. 449, Σπύρος Γιάννης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 334). Καταλήγουμε κατά συνέπεια ότι οι λόγοι έφεσης 2 και 3 που προσδιορίζονται στην τροποποιημένη ειδοποίηση έφεσης, στοιχειοθετούν τη βάση, όχι όμως τους λόγους (αιτιολογία) για τους οποίους επιδιώκεται η ανατροπή της απόφασης που εκκαλείται. Πέραν τούτου, πράγματι, δεν αναπτύσσονται οι λόγοι αυτοί στο περίγραμμα του δικηγόρου της εφεσείουσας.

Για τους λόγους αυτούς οι λόγοι έφεσης 2 και 3 απορρίπτονται.

Λόγος έφεσης 1

Όπως αναφέραμε στην αρχή της απόφασής μας, ο λόγος αυτός στην τροποποιημένη ειδοποίηση έφεσης, είναι πολύ εκτενής και καταλαμβάνει σχεδόν μια σελίδα. Τελικά όμως, όπως έχει αναπτυχθεί τόσο στο περίγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου της εφεσείουσας όσο και κατά την προφορική ενώπιόν μας ακροαματική διαδικασία, καταλήγει να προσβάλλει το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η απόφαση της ΕΔΥ ήταν αιτιολογημένη. Το παράπονο της εφεσείουσας, όπως τελικά έχει εστιασθεί, είναι ότι παραγνωρίστηκε, χωρίς δικαιολογία, η αρχαιότητα και η πείρα της έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.

Τόσο η εφεσείουσα όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, διορίστηκαν ταυτόχρονα στο Γενικό Χημείο στη θέση Αναλυτή, 2ης Τάξης, στις 15.4.80 και προήχθησαν μαζί στη θέση Αναλυτή, 1ης Τάξης, στις 15.6.83. Η εφεσείουσα, πριν το διορισμό της στο Γενικό Χημείο, υπηρετούσε στο Υπουργείο Γεωργίας στη θέση Βοηθού Γεωργικού Λειτουργού από την 1.12.71, όπως δε αναφέρεται στα πρακτικά της ΕΔΥ, αυτή υπηρετούσε στα χημικά εργαστήρια του Υπουργείου.

Είναι νομοθετημένο ότι “αι διεκδικήσεις των υπαλλήλων προς προαγωγήν αποφασίζονται βάσει της αξίας των προσόντων και της αρχαιότητας.”.

Έχει καθιερωθεί από τη νομολογία ότι τα τρία κριτήρια πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους, να συνεκτιμούνται και να συσταθμίζονται, εναπόκειται δε στο διορίζον όργανο ανάλογα με τις συνθήκες κάθε περίπτωσης, ασκώντας ορθά τη διακριτική του εξουσία προς το σκοπό επιλογής του καλύτερου υποψηφίου, να αποδώσει τέτοια βαρύτητα σε αυτά και σε κάθε ένα από αυτά, όπως το ίδιο κρίνει πρέπον, τηρουμένου ότι το [*118]κριτήριο της αξίας παραμένει το πιο αποφασιστικό (Βλέπε: Georgiou and Others v. The Republic (1988) 3 A.A.Δ. 678).

Στην παρούσα έφεση τόσο η εφεσείουσα, όσο και το εφεσίβλητο-ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκαν στις θέσεις Αναλυτή 2ης Τάξης και Αναλυτή, 1ης Τάξης ταυτόχρονα. Η υπηρεσία και η πείρα τους στο Γενικό Χημείο του Κράτους είναι η ίδια. Όπως έχει λεχθεί προηγούμενα η εφεσείουσα προτού διορισθεί στη θέση Αναλυτή, 2ης Τάξης στο Γενικό Χημείο, υπηρετούσε στο Υπουργείο Γεωργίας ως Βοηθός Γεωργικός Λειτουργός. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, με βάση το Νόμο έχει προηγούμενη αρχαιότητα. Η αρχαιότητα όμως αυτή, σύμφωνα με τη νομολογία δεν έχει σημαντική βαρύτητα και δεν αποδεικνύει από μόνη της έκδηλη υπεροχή.

(Βλέπε: Georgiou v. The Republic (πιο πάνω) και Takis Christou v. The Republic (1980) 3 C.L.R. 437).

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας υποστήριξε ότι η εφεσείουσα έχει περισσότερη πείρα ένεκα της προηγούμενης απασχόλησης της στο Υπουργείο Γεωργίας ως Βοηθός Γεωργικός Λειτουργός.

Η πείρα δεν καταγράφεται σαν ξεχωριστός παράγοντας τον οποίο το διοικητικό όργανο θα λάβει υπόψη.

Θεωρούμε ότι η πείρα, ως παράγοντας που επηρεάζει τις προαγωγές, για να είναι αποφασιστικής σημασίας πρέπει να είναι πείρα που έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων σε θέση που προηγείται της επίδικης. Πείρα λόγω υπηρεσίας σε κατώτερες θέσεις δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα.  Ούτε είναι δυνατό να συναρτάται η απόκτηση πείρας με μοναδικό κριτήριο το χρόνο, όπως στην παρούσα έφεση. Η πείρα δεν εξαρτάται μόνο από τη χρονική διάρκεια της υπηρεσίας, αλλά και από την αξία του καθενός.

Είναι η θέση του δικηγόρου της εφεσείουσας ότι δεν υπάρχει αιτιολογία στην επίδικη απόφαση γιατί δεν υπάρχει εξήγηση γιατί αγνοήθηκε η εφεσείουσα που υπερτερούσε σε αρχαιότητα, πείρα και προσόντα.

Δεν συμφωνούμε με τη θέση αυτή της εφεσείουσας. Από το φάκελο της υπόθεσης αυτής δεν προκύπτει τίποτε άλλο παρά μόνο η απομακρυσμένη αρχαιότητα της εφεσείουσας, η οποία με βάση τη νομολογία δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα.  Από τα πρακτικά του φακέλου και της επίδικης απόφασης εξά[*119]γεται το συμπέρασμα ότι η ΕΔΥ έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στις, έστω ελαφρά, καλύτερες εμπιστευτικές εκθέσεις και στην αξία του ενδιαφερόμενου μέρους, που είχε και τη σύσταση της Διευθύντριας.  Αυτό φαίνεται στην επίδικη απόφαση και από την παράθεση στο κείμενο των ίδιων των εμπιστευτικών εκθέσεων. Όπως έχει λεχθεί επανειλημμένα από τη νομολογία η αιτιολογία είναι δυνατό να συμπληρωθεί από το όλο περιεχόμενο των φακέλων. Η ΕΔΥ έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν της, συνεκτίμησε δε και συστάθμισε τα τρία νομοθετημένα κριτήρια. Άσκησε ορθά τη διακριτική της εξουσία αποδίδοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην αξία, η δε επίδικη απόφασή της ήταν αιτιολογημένη.  Η εφεσείουσα δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.

Και ο πρώτος λόγος της έφεσης δεν μπορεί να ευσταθήσει και απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο