(1998) 3 ΑΑΔ 261
[*261]5 Μαρτίου, 1998
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΆΜΥΝΑΣ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ,
Εφεσείοντες-Kαθ’ ων η αίτηση,
v.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Αιτητή.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1907)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο — Συσσώρευση στο ίδιο δικόγραφο προσφυγής περισσοτέρων της μιάς προσβαλλομένων πράξεων — Aπαράδεκτη με εξαίρεση την περίπτωση της συνάφειας — Συνδρομή των προϋποθέσεων της συνάφειας στην κριθείσα περίπτωση επιβολής πειθαρχικής ποινής σε αξιωματικό της Eθνικής Φρουράς — Διάφορα στάδια εξέτασης της ποινής και των παραπόνων του τιμωρηθέντος, ενσωματώνονται στην τελική απόφαση του Yπουργού Άμυνας — Yιοθέτηση των πορισμάτων της Nεοκλής Aγαθαγγέλου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 120.
Aναθεωρητική Έφεση — Aνατροπή της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης που έκρινε ανεπαρκή την αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης, ενώ κρίθηκε κατ’ έφεσιν ότι ήταν αιτιολογία πλήρης.
Στρατός της Δημοκρατίας — Aξιωματικοί — Πειθαρχικό δίκαιο — Aιτιολογία πειθαρχικής ποινής — Προϋποθέσεις νομιμότητας — Nόμιμη η δοθείσα αιτιολογία στην κριθείσα περίπτωση.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
H έφεση επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
[*262]Aναφερόμενη υπόθεση:
Aγαθαγγέλου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 120.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Xρυσοστομής, Δ.) που δόθηκε στις 16 Δεκεμβρίου, 1994 (Προσφυγή Aρ. 929/92) με την οποία έγινε δεκτή η προσφυγή του εφεσίβλητου εναντίον της απόφασης του Aρχηγού της Eθνικής Φρουράς με την οποία του επεβλήθηκε κράτηση 5 ημερών, σχετικά με πειθαρχικό παράπτωμα.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Eφεσείοντες.
Αλ. Λυκούργου για Τ. Παπαδόπουλο, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος είναι ταγματάρχης του στρατού. Υπηρετεί όμως στην Εθνική Φρουρά. Είχε ανάμιξη σε επεισόδιο που εξελίχθηκε στη διάρκεια διάλεξης για στρατιωτικούς, που έγινε στο ελληνικό περίπτερο της Κρατικής Έκθεσης. Η ουσία είναι ότι ο εφεσίβλητος έδωσε άδεια σε δυο έφεδρους αξιωματικούς της μονάδας του να φύγουν από τη διάλεξη προτού τελειώσει χωρίς να ενημερώσει ή να πάρει την έγκριση του υποδιοικητή του λόχου Στρατονομίας, που ήταν υπεύθυνος για την εκδήλωση. Ο εν λόγω αξιωματικός κατήγγειλε τη συμπεριφορά αυτή του εφεσίβλητου και ότι ο τελευταίος τον απείλησε και του φέρθηκε με σκαιότητα.
Δεν υπάρχει λόγος να υπεισέλθουμε σε άλλες λεπτομέρειες. Σημασία έχει ότι ανώτερος αξιωματικός, που διερεύνησε ύστερα από εντολή το συμβάν, υπέβαλε σχετικό πόρισμα. Αποτέλεσμα του οποίου ήταν να κληθεί σε διοικητική απολογία ο εφεσίβλητος. Ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς ως διοικών αξιωματικός κατέληξε, αφού έλαβε υπόψη και την απολογία του εφεσίβλητου, πως αυτός υπέπεσε σε πειθαρχικό παράπτωμα. Και τον τιμώρησε με κράτηση 5 ημερών.
Το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση για έλλειψη [*263]αιτιολογίας. Συγκεκριμένα ανέφερε τα εξής:
“Εξετάζοντας την απόφαση του Αρχηγού ΓΕΕΦ, διά της οποίας επέβαλε στον αιτητή την πειθαρχική ποινή, προκύπτει πως η απόφαση αυτή δεν είναι καθόλου αιτιολογημένη και δεν αναφέρει τα πραγματικά περιστατικά, πάνω στα οποία βασίστηκε και πείσθηκε ο Αρχηγός, πως ο αιτητής διάπραξε το πειθαρχικό αδίκημα, για το οποίο κατηγορήθηκε, και το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να ελέγξει τη νομιμότητα της. Το αυτό συνέβη και με την επανεξέταση η οποία βασίστηκε στην αρχική απόφαση. Επίσης η απόφαση του Υπουργού Άμυνας βασίστηκε και χρησιμοποίησε σαν υπόβαθρο την απόφαση επιβολής της πειθαρχικής ποινής του Αρχηγού ΓΕΕΦ.”
Είναι φανερό από το παραπάνω απόσπασμα πως ο τιμωρηθείς ακολούθησε τη διαδικασία υποβολής παραπόνων πρώτα στον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς και στο τέλος στον Υπουργό Άμυνας, όπως ακριβώς προβλέπεται στους Πειθαρχικούς Κανονισμούς της Εθνικής Φρουράς (Καν. 12). Η πορεία αυτή έδωσε αφορμή για την προβολή από μέρους των καθών δύο προδικαστικών ενστάσεων: (1) ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη και (2) ότι με το ίδιο δικόγραφο προσβάλλονται 3 αυτοτελείς διοικητικές πράξεις κατά παράβαση της δικονομικής αρχής που επιτρέπει την προσβολή μιας μόνο εκτελεστής διοικητικής πράξης, της προτασσόμενης στο δικόγραφο ενώ η προσφυγή ως προς τις υπόλοιπες απορρίπτεται.
Υποστηρίχθηκε ότι η προσφυγή σε σχέση με τη χρονολογικά πρώτη απόφαση της 9/9/92 είναι εκπρόθεσμη εφόσον η απόφαση επιδόθηκε στις 14/9/92 και η προσφυγή κατατέθηκε στις 9/12/92. Το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι τρεις αυτές πράξεις ήταν συναφείς με την έννοια ότι η καθεμιά ήταν προϋπόθεση της προηγηθείσας. Επομένως ήταν εφικτή και νομικά παραδεκτή η συμπροσβολή σε ένα δικόγραφο. Ας σημειωθεί ότι τουλάχιστον με βάση τη χρονολογία έκδοσης της υπουργικής απόφασης η προσφυγή ήταν αναμφίβολα εμπρόθεσμη.
Η κρίση του πρωτόδικου δικαστή στο δικονομικό ζήτημα αποτέλεσε τον πρώτο λόγο της έφεσης. Πρέπει να πούμε πως τα ίδια επιχειρήματα προβλήθηκαν στην Νεοκλής Αγαθαγγέλου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 120, αλλά δεν επικράτησαν. Η υπόθεση εκείνη αφορούσε προαγωγές αξιωματικών του στρατού, αλλά τα θέματα εκτελεστότητας των διαφόρων πράξεων και της νομιμοποίησης των προσφυγόντων να τις αμφισβητή[*264]σουν με αίτηση ακυρώσεως ταυτίζονται πλήρως με την προκείμενη. Αυτό επιμαρτυρείται από την παρακάτω περικοπή από την απόφαση:
“Ανάλυση της απόφασης, η οποία αποτελεί το αντικείμενο αναθεώρησης σ’ αυτή την υπόθεση, της τρίτης κατά σειρά στην αλληλουχία των αποφάσεων που οδήγησαν στην προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων αποκαλύπτει ότι:
(α) Η απόφαση είναι η τελευταία από τις τρεις ........................ ........................................................
(β) Η απόφαση η οποία προσβάλλεται συναρτάται άμεσα με τις δύο αποφάσεις που προηγήθηκαν. Δεν διαχωρίζεται από αυτές εφόσον δεν μπορούσε να ληφθεί στην απουσία τους. Αποτελεί στην κυριολεξία την επωδό των αποφάσεων που προηγήθηκαν.
(γ) Συμπλέκονται, οι αποφάσεις που προηγήθηκαν, στην παραγωγή των έννομων αποτελεσμάτων τα οποία επέφερε η απόφαση η οποία προσβάλλεται.
(δ) Το γεγονός ότι η δεύτερη από τις τρεις πράξεις, (η κρίση των αξιωματικών), είναι αφεαυτής εκτελεστή δεν την αποταυτίζει από την τελική πράξη την οποία και προοιώνιζε.
(ε) ..................................................................................”
Κρίθηκε πως η διαδικασία απέληξε στην υπουργική απόφαση για προαγωγές, που θεωρήθηκε η τελική πράξη της σύνθετης διοικητικής ενέργειας, η οποία μπορούσε παραδεκτά να προσβληθεί:
“Η τελική πράξη, η οποία αποτελεί το τέρμα σύνθετης διοικητικής ενέργειας, επάγεται τη συγχώνευση των εκτελεστών πράξεων που προηγούνται. Εφόσον προσβληθεί, η τερματική απόφαση, “παραδεκτώς προσβάλλονται και λόγοι αναγόμενοι εις τας μερικωτέρας και συγχωνευθείσας πράξεις, η διαπίστωσις δε της ακυρότητος τινός εξ αυτών επιφέρει την ακυρότητα των ακολουθησασών μερικωτέρων πράξεων, διά την έκδοσιν των οποίων η κριθείσα ως παράνομος αποτελεί νόμιμον προϋπόθεσιν.” Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 244. Βλ. επίσης Αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας Σ.Ε. 655 (42), 75(45), 1336(50), 1163(56), 1882(57), 1987(58), 564(32), 1064(36).
[*265]Ως προς την προθεσμία για την άσκηση προσφυγής αυτή επιμετρά από τη γνωστοποίηση ή κοινοποίηση της τερματικής απόφασης. (βλ. Πορίσματα Νομολογίας (ανωτέρω) σελ. 256 - Σ.Ε. 1064(36), 1257(56).”
Ο πρώτος λόγος έφεσης κρίνεται, υπό το πρίσμα των παραπάνω αρχών, αβάσιμος.
Η παράθεση της επίδικης απόφασης θα βοηθήσει στην απάντηση στο ερώτημα κατά πόσον περιέχει ή όχι νόμιμη αιτιολογία:
“1 Αφού έλαβα υπόψη το σχετικό, τον Τχη (ΠΖ) Κυριάκου Γεώργιο, ΑΜ2852, Δκτή ΛΒΟ
τιμωρώ
με 5νθήμερη κράτηση γιατί ως Δκτής ΛΒΟ, κατά τη διάρκεια διεξαγωγής διάλεξης στην αίθουσα του Ελληνικού περιπτέρου στις 29/6/92, η όλη στάση και συμπεριφορά του δεν ήταν σύμφωνη με τη στρατιωτική δεοντολογία. Συγκεκριμένα, επέτρεψε σε δυο (2) έφεδρους αξκούς της Μονάδας του να φύγουν από τη διάλεξη χωρίς να ενημερώσει ή να εξασφαλίσει άδεια από τον παρευρισκόμενο επικεφαλής ανώτατο αξκό και μάλιστα μετά από έντονη συζήτηση και διαξιφισμούς με τον υπεύθυνο για την τήρηση της τάξης στην περιοχή αξκό.”
Το πρακτικό της απόφασης αποκαλύπτει με σαφήνεια τους λόγους επιβολής της πειθαρχικής ποινής. Η αιτιολογία είναι πλήρης. Οι λεπτομέρειες υπάρχουν στα στοιχεία του φακέλου. Η περί του αντιθέτου κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι λανθασμένη.
Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Επικυρώνεται η επιβληθείσα πειθαρχική ποινή. Δεν εκδίδεται διάταγμα για έξοδα.
H έφεση επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο