(1998) 3 ΑΑΔ 324
[*324]12 Mαΐου, 1998
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΝΙΚΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΗΛΙΩΤΗΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Εφεσίβλητου-Καθ’ ου η αίτηση.
(Aναθεωρητική Έφεση Aρ. 2304)
Aναθεωρητική Έφεση — Προδικασία — Προδήλως αβάσιμη έφεση — Συνοπτική απόρριψή της βάσει του K.10(i) του περί Eφέσεων Διαδικαστικού Kανονισμού του 1996 — Aναγωγή του K.10 στο Άρθρο 134.2 του Συντάγματος — Περιστάσεις της προδήλως αβάσιμης έφεσης στην κριθείσα περίπτωση, όπου η προσφυγή είχε απορριφθεί συνοπτικά δυνάμει του Άρθρου 134.2 του Συντάγματος επειδή προσέβαλε νομοθετική πράξη.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Πίτσιλλος v. Γενικού Eισαγγελέα (1998) 3 Α.Α.Δ. 266,
Justice Party v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1621.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Χρυσοστομής, Δ.) που δόθηκε στις 8 Ιουλίου, 1996, (Προσφυγή Αρ. 980/95) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή ως προδήλως αβάσιμη.
[*325]Ο Αιτητής παρουσιάζεται προσωπικά.
Ν. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η πράξη η οποία προσβλήθηκε με την προσφυγή, και συναφώς η θεραπεία που είχε ζητηθεί ήταν η:
«Άμεση επαναφορά των κανονισμών που διέπουν την εξαργύρωση των λαχείων εις την αρχική αυτών θέση προς εμπέδωση της διακηρυγμένης αρχής της χρηστής διοίκησης ήτις διατυμπανίζεται υπό των οργάνων αυτής ανά πάσα στιγμή.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε την προσφυγή προδήλως αβάσιμη και την απέρριψε. Εξουσία για τη συνοπτική απόρριψη προσφυγής, για το λόγο ότι καταφαίνεται ως προδήλως αβάσιμη παρέχεται από το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος. Η εξουσία ενσωματώνεται στον περί Εφέσεων Διαδικαστικό Κανονισμό του 1996, και η άσκησή της στο πεδίο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας ρυθμίζεται από τον Κ.10(i). Σ’ αυτό το πλαίσιο (προδικασία), καλέσαμε τον εφεσείοντα να επιχειρηματολογήσει και τον ακούσαμε ως προς το βάσιμο της έφεσης.
Η νομολογία, διαφωτιστική ως προς την άσκηση εξουσίας η οποία προβλέπεται από το Άρθρο 134.2 του Συντάγματος και ρυθμίζεται από το Διαδικαστικό Κανονισμό, θεωρήθηκε σε πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Πίτσιλλος ν. Γενικού Εισαγγελέα (1998) 3 Α.Α.Δ. 266. Στην απόφαση εκείνη μνημονεύεται, όπως και στην απόφαση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, η απόφαση στη Justice Party v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1621, η οποία πραγματεύεται την άσκηση της εξουσίας. Όπως εξηγούμε στην Πίτσιλλος, η εξουσία για τη συνοπτική απόρριψη προσφυγής πρέπει να ασκείται με φειδώ αλλά χωρίς δισταγμό, όπου διαπιστώνεται ότι η προσφυγή είναι προδήλως αβάσιμη. Το ίδιο ισχύει και για την έφεση.
Η παρούσα έφεση είναι όντως προδήλως αβάσιμη. Όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, το αντικείμενο της προσφυγής εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει [*326]του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Εμφανώς, η πράξη η οποία προσβάλλεται είναι νομοθετικού περιεχομένου και κατά συνέπεια δεν υπόκειται στον αναθεωρητικό έλεγχο που κατοχυρώνει το άρθρο αυτό του Συντάγματος.
Η έφεση κρίνεται προδήλως αβάσιμη. Απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο