Kυριάκου Φάνης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 565

(1998) 3 ΑΑΔ 565

[*565]16 Iουλίου, 1998

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑOY, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

ΦΑΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

    ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 1656)

 

Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Eμπορία γης — Κατάταξη συγκεκριμένης διαθέσεως στην έννοια της εμπορίας γης — Nομολογιακά πορίσματα — Oρθή η κρίση του Eφόρου περί του εμπορικού χαρακτήρα της διαθέσεως στην κριθείσα περίπτωση — Περιστάσεις.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659,

Δημοκρατία v. Λέρνη (1991) 3 A.A.Δ. 346.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Δημητριάδης, Δ.) που δόθηκε στις 13 Νοεμβρίου, 1991 (Προσφυγή Αρ. 397/86) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα κατά της απόφασης του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων να φορολογήσει κέρδος που πραγματοποίησε ο εφεσείων από την πώληση κτήματος ως εμπορικό.

[*566]Μ. Ιωάννου, για τον Εφεσείοντα.

Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η διάκριση μεταξύ πράξης εμπορικού χαρακτήρα, που αποφέρει εισόδημα και επομένως φορολογείται σύμφωνα με τους περί Φόρου Εισοδήματος Νόμους, και πράξης με τα χαρακτηριστικά επένδυσης που απολήγει σε αύξηση κεφαλαίου, και δεν φορολογείται, είναι ενίοτε δύσκολη ή οριακή. Η νομολογία μας υιοθέτησε τα κριτήρια και στοιχεία, που λαμβάνονται υπόψη για την κατάταξη μιας πράξης του φορολογουμένου σε μια από τις δυο πιο πάνω κατηγορίες, όπως έχουν αναγνωρισθεί στον κλάδο του φορολογικού δικαίου. Τα στοιχεία αυτά και κριτήρια, που προσμετρούν στην εξέταση του ζητήματος, δεν είναι εξαντλητικά μήτε λειτουργούν σωρευτικά. Η κάθε περίπτωση εξετάζεται στη βάση των ιδιαιτέρων γεγονότων και περιστατικών της (Lilian Georghiades v. The Republic of Cyprus (1982) 3 Α.Α.Δ. σελ.659 και Kυπριακή Δημοκρατία ν. Σοφούλλας Λέρνη (1991) 3 σελ. 346).

Στη διαφορά που προέκυψε μεταξύ του εφεσείοντα και του Διευθυντή Φόρου Εισοδήματος - εφεσίβλητου, εγείρεται το ζήτημα που εκθέτουμε στην προηγούμενη παράγραφο. Είναι το μόνο επίδικο στην έφεση και προκύπτει από τα γεγονότα που ακολουθούν:

Ο εφεσείων αγόρασε τον Ιούλιο του 1977 μαζί με ένα κτηματομεσίτη έκταση γης στην περιοχή Αγία Φύλαξη στη Λεμεσό.  Το μερίδιο του εφεσείοντα ήταν το 1/3 και του κτηματομεσίτη τα υπόλοιπα 2/3, κατά ιδανική μοίρα. Η τιμή που πληρώθηκε από τον εφεσείοντα ήταν £6,000. Τον Νοέμβριο του 1979 πωλήθηκε το κτήμα σε διπλάσια τιμή.  Ο εφεσείων εισέπραξε £12,000.

Ο Διευθυντής ζήτησε από τον εφεσείοντα, με επιστολή του ημερ. 26.2.86, λεπτομέρειες αναφορικά με την αγορά, και την μετέπειτα πώληση του κτήματος. Συγκεκριμένα ζήτησε: προσκόμιση του σχετικού συμβολαίου, αν πληρώθηκε προμήθεια σε μεσάζοντα και το κόστος διάτρησης που, κατά τον ισχυρισμό του εφεσείοντα, ανωρύχθηκε στο κτήμα μετά την αγορά του. Ο εφε[*567]σείων δεν ανταποκρίθηκε στην επιστολή του Διευθυντή ο οποίος, αφού μελέτησε τα στοιχεία που είχε ενώπιον του, πήρε την επίδικη απόφαση, την οποία κοινοποίησε στον εφεσείοντα με επιστολή του ημερ. 10.4.86. Ο Διευθυντής αποφάσισε να φορολογήσει το κέρδος που πραγματοποίησε ο εφεσείων από την πώληση του κτήματος, γιατί θεώρησε την πράξη ως εμπορική, αφού έλαβε υπόψη του τα πιο κάτω στοιχεία:

(α)       Το κτήμα γειτνίαζε με οικόπεδα και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσε να διαχωριστεί σε οικόπεδα.

(β)       Το κτήμα δεν προσφερόταν για γεωργική εκμετάλλευση, δηλαδή για κτήση εισοδήματος, γιατί βρισκόταν σε άγονη και πετρώδη περιοχή.

(γ)        Ο εφεσείων δανείστηκε τα χρήματα για την αγορά του κτήματος, το οποίο πωλήθηκε πολύ σύντομα σε τιμή διπλάσια απ’ αυτή που αρχικά πληρώθηκε για την απόκτηση του.

(δ)       Το κτήμα αγοράστηκε από κοινού με κτηματομεσίτη, γεγονός που, λόγω της φύσης της εργασίας του τελευταίου εύλογα θα μπορούσε να υποτεθεί κάποιος πως η πράξη είχε εμπορικό χαρακτήρα.

Ο εφεσείων ισχυρίστηκε αρχικά στο Διευθυντή πως αγόρασε το κτήμα για ιδιοκατοίκηση. Προφανώς όμως τέτοιος ισχυρισμός δεν μπορούσε να ευσταθήσει λόγω του μεγάλου μεγέθους του κτήματος. Γι’ αυτό και αργότερα είπε πως πρόθεση του ήταν να το χρησιμοποιήσει για γεωργικούς σκοπούς, μιας και δεν είχε άλλο πόρο ζωής. Κάτι που επαναλήφθηκε και ενώπιον μας από το συνήγορο του.

Ο συνάδελφος που δίκασε πρωτόδικα την υπόθεση έκρινε πως η απόφαση του Διευθυντή ήταν εύλογα επιτρεπτή και λήφθηκε μέσα στα πλαίσια των εξουσιών που του παρέχει ο νόμος.  Το βασικό σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης ήταν η παράλειψη του εφεσείοντα να ανταποκριθεί στην επιστολή του Διευθυντή στην οποία του εζητείτο να δώσει λεπτομέρειες της αγοράς του κτήματος, που αφορούσαν άμεσα στον καθορισμό του εισοδήματος του για τα επίδικα φορολογικά έτη 1979-1981.

Συμφωνούμε με την κρίση του συναδέλφου μας, που δίκασε πρωτόδικα την προσφυγή. Υιοθετούμε επίσης την αιτιολογία του Διευθυντή στην οποία στήριξε την προσβαλλόμενη απόφαση [*568]του. Τα γεγονότα, που αναφέρουμε πιο πάνω, καταδεικνύουν πως ο Διευθυντής εύλογα κατέληξε σ’ αυτήν, κρίνοντας πως ο εφεσείων, μαζί με το κτηματομεσίτη, αγόρασε με δάνειο που πήρε μεγάλη έκταση γης, με προφανή σκοπό τη μεταπώληση και γρήγορο προσπορισμό κέρδους. Και αυτό έγινε. Η πράξη εύλογα κρίθηκε πως είχε εμπορικό χαρακτήρα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο