Xρίστου Θεοδόσης ν. Συμβουλίου Yδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 ΑΑΔ 604

(1998) 3 ΑΑΔ 604

[*604]4 Σεπτεμβρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ.  2146)

 

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λάρνακας — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Έκδηλη υπεροχή — Έννοια από τη νομολογία — Δε στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση, όπου υπήρχε υπεροχή σε αρχαιότητα.

O εφεσείων επεδίωξε και κατ’ έφεσιν την ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερομένου σε Επιστάτη, επικαλούμενος την αρχαιότητά του.

H Oλομέλεια του Aνωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

H διαπίστωση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ότι δεν θεμελιώθηκε έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου είναι αναντίλεκτα ορθή, Έκδηλη υπεροχή μπορεί να τεκμηριωθεί μόνο μετά από συσχετισμό του συνόλου των στοιχείων των υποψηφίων που άπτονται της καταλληλότητάς τους για διορισμό ή προαγωγή. H υπεροχή πρέπει να είναι συντριπτική, σε βαθμό που παραγνώρισή της να στοιχειοθετεί κατάχρηση εξουσίας.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Aναφερόμενες υποθέσεις:

Hadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76,

Hadjiioannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041,

Pαδιοφωνικό Ίδρυμα Kύπρου v. Kωνσταντινίδου (1997) 3 A.A.Δ. 338.

[*605]Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Δημητριάδης, Δ.) που δόθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου, 1995 (Προσφυγή Αρ. 283/94) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα κατά της απόφασης προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Επιστάτη.

Κ. Στυλιανού για Α. Ποιητή, για τον Εφεσείοντα.

Γ. Νικολαΐδης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: O εφεσείων και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, τεχνίτες στην υπηρεσία του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας, ήταν οι μόνοι υποψήφιοι για τη θέση επιστάτη, θέση προαγωγής στην υπηρεσία των εφεσιβλήτων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή κρίνοντας ότι δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ακύρωση της επίδικης διοικητικής απόφασης. Ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο είχε επιδιωχθεί η ακύρωσή της ήταν η έκδηλη, κατά τον ισχυρισμό του εφεσείοντα, υπεροχή του έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου. Η καταφανής του υπεροχή, πάντα κατά τον ίδιο,  ήταν απόρροια  της αρχαιότητάς του η οποία εξικνείται σε τρία χρόνια και εννέα μήνες, με σημείο αναφοράς την τελευταία θέση που κατείχαν. Η απόφαση για την προαγωγή του ενδιαφερομένου προσώπου λήφθηκε, όπως αναγράφεται στο πρακτικό, υπό το φως της αξιολόγησης της υπηρεσίας των δύο υποψηφίων, από τους προϊσταμένους τους, και των δυνατοτήτων εκατέρου να εκπληρώσει πληρέστερα τα καθήκοντα της θέσης, λαμβανομένων υπόψη των προσόντων τους.

Μεταξύ των καθηκόντων του επιστάτη, βάσει του σχεδίου υπηρεσίας, περιλαμβάνεται και η ετοιμασία ημερήσιου φύλλου εργασίας για το προσωπικό του οποίου επιστατεί.  Τα προσόντα του ενδιαφερομένου προσώπου, (απόφοιτος σχολής μέσης παιδείας),  καθιστούσαν, όπως διαπιστώνει το Συμβούλιο, ευχερέστερη την εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, σε σύγκριση με τον εφεσείοντα, ο οποίος δεν κατείχε αυτό το προσόν. Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί τουλάχιστο τριετή φοίτηση [*606]σε αναγνωρισμένη σχολή μέσης παιδείας, ως απαραίτητο προσόν. Διαφυλάσσει όμως το δικαίωμα τεχνικών, που ήσαν στην υπηρεσία των εφεσιβλήτων την 31.12.81, όπως ο εφεσείων, για προαγωγή, παρόλο που δεν κατέχουν το προσόν αυτό.

Ό,τι πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι η αναφορά, στην απόφαση του Συμβουλίου, στα προσόντα του ενδιαφερομένου προσώπου δεν συσχετίζεται με την κατοχή εκ μέρους του, πρόσθετων προσόντων από τα απαιτούμενα  αλλά με την ευχέρεια που του παρείχαν τα προσόντα του να εκπληρώσει τα καθήκοντα της θέσης με μεγαλύτερη επιτυχία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η απόφαση λήφθηκε μέσα στα πλαίσια των εξουσιών του Συμβουλίου και υπό το πρίσμα των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων. Εφόσο διοικητική απόφαση λαμβάνεται μέσα στο νενομισμένο πλαίσιο και υπό το φως του συνόλου των σχετικών στοιχείων, ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί να ακυρωθεί είναι ότι αυτή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Ο εφεσείων υποστήριξε, χωρίς επιτυχία, ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου και επανέλαβε ενώπιον μας, ότι η απόφαση δεν ήταν λογικά εφικτή ενόψει της έκδηλης υπεροχής του έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου. Η έκδηλη υπεροχή υποψηφίου έναντι των ανθυποψηφίων του περιορίζει, όπως είναι θεμελιωμένο, τη διακριτική ευχέρεια διοικητικού οργάνου εφόσον διαγράφει την επιλογή του.

Ο ισχυρισμός για την έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα συναρτάται αποκλειστικά με την αρχαιότητα που είχε έναντι του ανθυποψηφίου του.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό με το ακόλουθο σκεπτικό:

«Το γεγονός της αρχαιότητας του αιτητή, όπως έχει τονιστεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί από μόνο του ως αποφασιστικό κριτήριο ούτε και είναι αρκετό για να καταδείξει έκδηλη υπεροχή που αποτελεί προϋπόθεση για να δικαιολογείται παρέμβαση του Δικαστηρίου.»

Η διαπίστωση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ότι δεν θεμελιώθηκε έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου είναι αναντίλεκτα ορθή. Έκδηλη υπεροχή μπορεί να τεκμηριωθεί μόνο μετά από συσχετισμό του συνόλου των στοιχείων των υποψηφίων που άπτονται της καταλληλότητάς τους για διορισμό ή προαγωγή. Η υπεροχή πρέπει να είναι συντριπτική, σε [*607]βαθμό που παραγνώρισή της να στοιχειοθετεί  κατάχρηση εξουσίας. Τί συνιστά έκδηλη υπεροχή εξηγείται στην απόφασή μας στη HadjiSavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76 (σελ. 78):

«As the expression “striking superiority” suggests, a party’s superiority, to validate an allegation of this kind, must be self-evident and apparent from a perusal of the files of the candidates. Superiority must be of such a nature as to emerge on any view of the combined effect of the merits, qualifications and seniority of the parties competing for promotion; in other words, it must emerge as an unquestionable fact; so telling, as to strike one at first sight.  Disregard of such superiority, where extant, constitutes in itself evidence of abuse of power by the appointing authority.  A heavy burden lies on the party seeking to justify its disregard.»

Η έννοια της έκδηλης υπεροχής όπως διατυπώθηκε στη HadjiSavva, υιοθετήθηκε από την ολομέλεια στην HjiIoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041, και σε σειρά μεταγενέστερων αποφάσεων. (Βλ. μεταξύ άλλων Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Λυγίας Κωνσταντινίδου (1997) 3 Α.Α.Δ. 338.)

Στην προκείμενη υπόθεση όχι μόνο δεν καταδείχθηκε έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου, αλλά ούτε και υπεροχή με οποιοδήποτε παραδεκτό μέτρο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο