Xατζηβασιλείου Παναγιώτης ν. Aρχής Λιμένων Kύπρου (1998) 3 ΑΑΔ 755

(1998) 3 ΑΑΔ 755

[*755]9 Οκτωβρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΑΤΖΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσίβλητης-Καθ’ ης η αίτηση.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 2112)

 

Διοικητικό Δίκαιο — Προαγωγές — Νομολογιακοί κανόνες που καθορίζουν τη νομιμοποίηση της απόφασης περί προαγωγής — Αιτιολογία συμπλήρωσή της από τα περιεχόμενα στο φάκελο — Νοητικές διεργασίες του διορίζοντος οργάνου προς επιλογή του καταλληλότερου — Ανάγκη αποδείξεως έκδηλης υπεροχής από τον αιτητή σε αντίθεση με την κρίση του διορίζοντος οργάνου περί του καταλληλότερου — Βαρύτητα των πιό πρόσφατων υπηρεσιακών εκθέσεων — Πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα μη προβλεπόμενα στο σχέδιο υπηρεσίας — Το διορίζον όργανο δεν υποχρεούται να αναφερθεί ονομαστικά σε όλους όσους διεκδικούν προαγωγή — Το ότι το ακυρωτικό δικαστήριο δυνατόν να διομορφώνει διάφορο γνώμη περί του καταλληλότερου δεν αποτελεί λόγο ακυρώσεως.

Διοικητική Πράξη — Αιτιολογία — Αιτιολογία διορίζοντος οργάνου για την επιλογή του προαχθέντος — Δυνατόν να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου — Συνάγεται ότι αποτέλεσμα της νοητικής διεργασίας της Αρχής Λιμένων ήταν η υπεροχή του προαχθέντος σε αρχαιότητα.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Λιμένων Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Έκδηλη Υπεροχή — Το διορίζον όργανο δεν υποχρεούται να αποδείξει καταφανή υπεροχή του επιλεγέντος για προαγωγή — Το βάρος απόδειξης της έκδηλης υπεροχής του το φέρει ο αιτητής.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Λιμένων Κύπρου — Υπάλληλοι [*756]— Προαγωγές — Αξία — Ορθά δόθηκε βαρύτητα στις εμπιστευτικές εκθέσεις των τελευταίων ετών.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Λιμένων Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα — Παράγοντας οριακής σημασίας — Δεν επαυξάνει τις διεκδικήσεις για προαγωγή.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Λιμένων Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Μη υποχρέωση αναφοράς από το διορίζον όργανο, σε όλους τους υποψηφίους.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Επέμβαση Δικαστηρίου — Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις εκτιμήσεις διορίζοντος οργάνου αναφορικά με την καταλληλότητα του υποψηφίου που επιλέγηκε με τη δική του εκτίμηση.

Ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης με την οποία επικυρώθηκε η προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού. Η επίδικη προαγωγή είχε αποφασιστεί σε επανεξέταση της πλήρωσης της θέσης, μετά από ακυρωτική δικαστική απόφαση.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1. Η αιτιολογία κάθε διοικητικής πράξης ή απόφασης πρέπει να είναι ειδική, επαρκής και να ανταποκρίνεται στα στοιχεία του φακέλου. Πρέπει επίσης να είναι σαφής και συγκεκριμένη.

    Είδος πλημμέλειας της αιτιολογίας είναι και η μη συμφωνία αυτής προς στοιχεία ευρισκόμενα στον φάκελο.

    Στην προκείμενη περίπτωση τα βασικά στοιχεία τα οποία συνθέτουν την αιτιολογία της απόφασης της Αρχής για την προαγωγή του ενδιαφερομένου περιέχονται στο πρακτικό της συνεδρίας του Συμβουλίου της Αρχής ημερομηνίας 23.2.94. Τα εν λόγω στοιχεία, συμπληρωμένα από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, παρέχουν επαρκή αιτιολογία της υπό συζήτηση απόφασης των εφεσιβλήτων. Το τεκμήριο της κανονικότητας δεν έχει ανατραπεί. 

2. Το συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερτερούσε έναντι του αιτητή, έχει ως έρεισμα την διαπίστωση ότι ο προαχθείς ήταν κατά τρεις μήνες αρχαιότερος του εφεσείοντα στην αμέσως προηγούμενη θέση Λιμενικού Λειτουργού, 1ης Τάξης και κατά έντεκα σχεδόν χρόνια αρχαιότερος στην υπηρεσία. Η εν λόγω διαπίστωση φαίνεται [*757]ότι είναι το αποτέλεσμα νοητικής διεργασίας της Αρχής κατά τη μελέτη της “συνολικής σταδιοδρομίας των υποψηφίων”.

3. Και αν ακόμα θα μπορούσε να εντοπισθεί κάποια υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του ενδιαφερόμενου αυτή δεν είναι “έκδηλη” και κατά συνέπεια η τυχόν παραγνώρισή της δεν επιφέρει ακυρότητα. Εξάλλου, η Αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να αποδείξει, για να δικαιολογήσει την επιλογή της, ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν καταφανώς υπέρτερο του εφεσείοντα. Αντίθετα ο αιτητής πρέπει να αποδείξει όχι μόνο απλή υπεροχή, αλλά έκδηλη υπεροχή έναντι του προαχθέντος.

4. Η Αρχή ορθά απέδωσε μεγαλύτερη σημασία στις εμπιστευτικές και υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων χρόνων, που κατατάσσουν τον εφεσείοντα και τον ενδιαφερόμενο ως ίσους κατά την αξία. 

5. Τα επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα του εφεσείοντα, εφόσον δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, δε συνιστούν πλεονέκτημα. Αποτελούν παράγοντα οριακής σημασίας και κατά συνέπεια δεν επαυξάνουν ουσιωδώς τις διεκδικήσεις του υποψηφίου για προαγωγή. 

6. Ο ισχυρισμός περί ανάγκης άμεσης σύγκρισης των υποψηφίων δεν ευσταθεί. Τόσο ο εφεσείων όσο και ο ενδιαφερόμενος ήταν μέλη του προσωπικού της Αρχής.  Οι φάκελοί τους ήταν ενώπιον της Αρχής και καθώς προκύπτει από το πρακτικό αυτοί μελετήθηκαν για τους σκοπούς της προαγωγικής διαδικασίας.

7. Η αξιολόγηση των υποψηφίων αποτελεί έργο του αρμόδιου διοικητικού οργάνου. Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις εκτιμήσεις της διοικητικής αρχής αναφορικά με το θέμα της καταλληλότητας των υποψηφίων με τις δικές του.  Με άλλα λόγια, το απλό γεγονός ότι το δικαστήριο, εάν βρισκόταν στη θέση του διορίζοντος οργάνου δυνατό να μην επέλεγε για προαγωγή τον ίδιο υποψήφιο, δεν είναι από μόνο του επαρκής λόγος για επέμβαση στην απόφαση του διορίζοντος οργάνου.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Χατζηβασιλείου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. 384/92, ημερ. 9.11.93,

Χατζηβασιλείου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. αρ. 271/94, ημερ. [*758]28.6.95,

Lordos Hotels Ltd v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 339,

Ελαιουργεία Πεττεμερίδη Λτδ ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 199,

Iacovides v. Republic (1966) 3 C.L.R.. 191,

Savva v. Republic (1980) 3 C.L.R. 675,

Χατζηδάς ν. Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 1121,

Κολοκασίδου ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Υποθ. Αρ. 929/91, ημερ. 23.12.93,

Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74,

Hadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76,

Hadjiioannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041,

Ευαγγελή ν. Δημοκρατίας (1990) 3 A.A.Δ. 634,

ΡΙΚ ν. Κωνσταντινίδου (1997) 3 Α.Α.Δ. 338,

Χατζηλουκά ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. 365/92, ημερ. 15.3.94,

Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318,

Ιοannides v. Republic (1979) 3 C.L.R. 628,

Piperi a.o. v. Republic (1984) 3(Β) C.L.R. 1306,

Christou a.o. v. Republic, 4 R.S.C.C. 1.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Κωνσταντινίδης, Δ.) που δόθηκε στις 28 Ιουνίου, 1995 (Προσφυγή Αρ. 271/94) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού αντί του εφεσείοντα.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τον Εφεσείοντα.

[*759]Α. Λυκούργου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η καθ’ ης η αίτηση Αρχή Λιμένων Κύπρου (η Αρχή) προήγαγε τον ενδιαφερόμενο Σωτήρη Ροδοθέου στη θέση Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού. Η απόφαση της Αρχής για την προαγωγή του Ροδοθέου λήφθηκε κατά την επανεξέταση  θέματος πλήρωσης της θέσης ύστερα από την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Παναγιώτης Χ”Βασιλείου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. 384/92, ημερ. 9.11.93.

Η απόφαση της Αρχής επικυρώθηκε με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Παναγιώτης Χ”Βασιλείου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. αρ. 271/94, ημερ. 28.6.95.

Με την παρούσα έφεση επιδιώκεται η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης για τους πιο κάτω λόγους:

(α)       Το εύρημα του δικαστηρίου ότι η αιτιολογία της απόφασης για την προαγωγή του ενδ. μέρους στην επίδικη θέση, όπως αυτή μπορεί να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο του φακέλου ήταν επαρκής είναι εσφαλμένο.

(β)       Το εύρημα του δικαστηρίου ότι στο πλαίσιο του συνόλου των στοιχείων η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν εύλογα επιτρεπτή είναι εσφαλμένο.

Αποτελεί κοινό έδαφος ότι κατά την επανεξέταση υπήρξε συμμόρφωση προς την απόφαση του δικαστηρίου. Το Συμβούλιο της Αρχής ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με βάση το καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της ακυρωθείσας απόφασης.

Η απόφαση της Αρχής με την οποία προάχθηκε ο ενδιαφερόμενος Ροδοθέου στη θέση Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού καταγράφεται στο πρακτικό συνεδρίας της Αρχής ημερομηνίας 23.2.94. Το σχετικό μέρος του πρακτικού (σελίδες 20-21) αποτελείται από τρεις παραγράφους. Στην πρώτη παράγραφο αναφέρεται ότι το Συμβούλιο αφού εξέτασε τον φάκελο πλήρωσης της θέσης και τους προσωπικούς και εμπιστευτικούς φακέλους των υποψηφίων έκρινε ότι “...... και οι 42 υποψήφιοι τηρούσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο το σχέ[*760]διο υπηρεσίας της θέσης του Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού”.

Στη δεύτερη παράγραφο αναφέρεται ότι το Συμβούλιο ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με βάση το καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της προηγούμενης απόφασης του. Αναφέρεται επίσης ότι το Συμβούλιο μελέτησε τα ουσιώδη στοιχεία που είχε ενώπιόν του, τη συνολική σταδιοδρομία των υποψηφίων καθώς και τους φακέλους με τα προσωπικά στοιχεία και την αξία των υποψηφίων όπως αυτή αντικατοπτριζόταν στο σύνολο των εμπιστευτικών και υπηρεσιακών εκθέσεων με έμφαση στα τρία τελευταία χρόνια που υπήρχαν 1988, 1989 και 1990.

Στην τρίτη παράγραφο αναφέρεται ότι: “Το Συμβούλιο αφού εκτίμησε τους υποψηφίους με βάση τη σχετική νομοθεσία και το σύνολο των στοιχείων της περίπτωσης του καθενός χωρίς να λάβει υπόψη τις συστάσεις του Διευθυντή Εκμετάλλευσης που κρίθηκαν ελαττωματικές και αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν του στοιχεία έκρινε με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) ότι ο κ. Σωτήρης Ροδοθέου υπερτερούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο έναντι των άλλων υποψηφίων και ήταν ο πιο κατάλληλος για προαγωγή στη θέση του Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού και αποφάσισε να τον προάξει στην εν λόγω θέση με ισχύ από τις 23.3.1992.

Ο εφεσείων εισηγείται ότι οι εφεσίβλητοι διατυπώνουν κατά γενικό και αόριστο τρόπο την αιτιολογία τους για την επιλογή του κ. Ροδοθέου ώστε να μην προκύπτει με βάση ποια στοιχεία κατέληξαν στην κρίση τους αφαιρώντας έτσι τη δυνατότητα ελέγχου της νομιμότητας της αιτιολογίας από το δικαστήριο. Η θέση του εφεσείοντα είναι ότι η αρχή όφειλε να μνημονεύσει τα συγκριτικά στοιχεία των υποψηφίων και να εξειδικεύσει τους λόγους για τους οποίους κρίθηκε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν πιο κατάλληλο για προαγωγή από τους άλλους υποψηφίους. 

Η αιτιολογία κάθε διοικητικής πράξης ή απόφασης πρέπει να είναι ειδική, επαρκής και να ανταποκρίνεται στα στοιχεία του φακέλου. Πρέπει επίσης να είναι σαφής και συγκεκριμένη.  Βλ. Σπηλιωτόπουλου - Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου,, 6η έκδοση, σελίς 67, Lordos Hotels Ltd v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 339 και Ελαιουργεία Πεττεμερίδη Λτδ ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 199.

Είδος πλημμέλειας της αιτιολογίας είναι και η μη συμφωνία αυτής προς στοιχεία ευρισκόμενα στον φάκελο. Βλ. Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας (1966) 3 C.L.R. 191 και Σάββα ν. Δημοκρατίας (1980) [*761]3 Α.Α.Δ. 675.

Στην προκείμενη περίπτωση τα βασικά στοιχεία τα οποία συνθέτουν την αιτιολογία της απόφασης της Αρχής για την προαγωγή του Ροδοθέου περιέχονται στο πρακτικό της συνεδρίας του Συμβουλίου της Αρχής ημερομηνίας 23.2.94. Τα εν λόγω στοιχεία συμπληρωμένα από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου παρέχουν επαρκή αιτιολογία της υπό συζήτηση απόφασης των εφεσιβλήτων. Το τεκμήριο της κανονικότητας δεν έχει ανατραπεί. Από το πρακτικό της προαγωγικής διαδικασίας προκύπτει ότι η επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου έγινε με κριτήρια την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα τα οποία συνεκτιμήθηκαν στο σύνολό τους και με αναφορά στους φακέλους. Λήφθηκε επίσης υπόψη η σταδιοδρομία των υποψηφίων όπως αυτή καταγράφεται στις εμπιστευτικές και υπηρεσιακές εκθέσεις με έμφαση στα  τελευταία χρόνια.

Το συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερτερούσε έναντι του αιτητή έχει ως έρεισμα την διαπίστωση ότι ο προαχθείς ήταν κατά τρεις μήνες αρχαιότερος του εφεσείοντα στην αμέσως προηγούμενη θέση Λιμενικού Λειτουργού 1ης Τάξης και κατά έντεκα σχεδόν χρόνια αρχαιότερος στην υπηρεσία. Η εν λόγω διαπίστωση φαίνεται ότι είναι το αποτέλεσμα νοητικής διεργασίας της Αρχής κατά τη μελέτη της “συνολικής σταδιοδρομίας των υποψηφίων”.

Στην Χατζηδάς ν. Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 1121, αποφασίσθηκε ότι:

“Κανένας κανόνας του διοικητικού δικαίου δεν υποχρεώνει την αρμόδια Αρχή να καταγράφει τις νοητικές διεργασίες βάσει των οποίων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο ενδιαφερόμενος είναι καταλληλότερος για διορισμό από τους άλλους υποψήφιους. Καθήκον της Επιτροπής είναι να ερευνήσει όλα τα κρίσιμα στοιχεία και να αιτιολογήσει την απόφαση στο βαθμό που να καθίσταται ευχερής ο δικαστικός έλεγχος της απόφασης που λαμβάνεται. Στην προκείμενη περίπτωση ρητά αναφέρεται ότι εξετάστηκαν όλα τα στοιχεία που ήταν ενώπιον της Επιτροπής και ότι κριτήρια για την επιλογή του ενδιαφερόμενου ήταν αξία, τα προσόντα και η αρχαιότητα των υποψηφίων.  Με βάση αυτά τα στοιχεία που αφορούσαν τον εφεσείοντα και τον ενδιαφερόμενο, η επιλογή του τελευταίου ήταν τουλάχιστον εύλογη.”

Καθόσον αφορά  τα κριτήρια της αξίας και των προσόντων που η Αρχή συνεκτίμησε φέρουν τον εφεσείοντα και τον ενδιαφε[*762]ρόμενο να ισοζυγούν. Δεν φαίνεται να υπήρχε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να προσμετρήσει υπέρ του εφεσείοντα και να μη λήφθηκε υπόψη από την Αρχή. Και αν ακόμα θα μπορούσε να εντοπισθεί κάποια υπεροχή του εφεσείοντα έναντι του ενδιαφερόμενου αυτή δεν είναι “έκδηλη” και κατά συνέπεια η τυχόν παραγνώρισή της δεν επιφέρει ακυρότητα. Βλ. Κολοκασίδου ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Υποθ. Αρ. 929/91, ημερ. 23.12.93. Εξάλλου, η Αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να αποδείξει, για να δικαιολογήσει την επιλογή της ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν καταφανώς υπέρτερο του εφεσείοντα.  Βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1976) 3 C.L.R. 74. Αντίθετα ο αιτητής πρέπει να αποδείξει όχι μόνο απλή υπεροχή αλλά έκδηλη υπεροχή έναντι του προαχθέντος.  Βλ. Χατζησάββα ν. Δημοκρατίας (1982) 3 C.L.R. 76, Χ”Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1983) 3 C.L.R. 1041, Ευαγγελή ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 634 και ΡΙΚ ν. Λυγίας Κωνσταντινίδου (1997) 3 Α.Α.Δ. 634.

Η Αρχή ορθά απέδωσε μεγαλύτερη σημασία στις εμπιστευτικές και υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων χρόνων που κατατάσσουν τον εφεσείοντα και τον ενδιαφερόμενο ως ίσους κατά την αξία.

Τα επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα του εφεσείοντα εφόσον δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας δεν συνιστούν πλεονέκτημα. αποτελούν παράγοντα οριακής σημασίας και κατά συνέπεια δεν επαυξάνουν ουσιωδώς τις διεκδικήσεις του υποψηφίου για προαγωγή.  Βλ. Φ. Χατζηλουκά ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. 365/92, ημερ. 15.3.94.

Ο ισχυρισμός περί ανάγκης άμεσης σύγκρισης των υποψηφίων δεν ευσταθεί.  Τόσο ο εφεσείων όσο και ο ενδιαφερόμενος Ροδοθέου ήταν μέλη του προσωπικού της Αρχής. Οι φάκελοι τους ήταν ενώπιον της Αρχής και καθώς προκύπτει από το πρακτικό αυτοί μελετήθηκαν για τους σκοπούς της προαγωγικής διαδικασίας.

Στην Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318, αποφασίσθηκε:

“Πρέπει όμως να ειπωθεί ότι δεν είναι ανάγκη η Επιτροπή να αναφέρεται ονομαστικά στον κάθε υποψήφιο. Η Επιτροπή σε περιπτώσεις προαγωγής έχει ενώπιόν της όλους τους φακέλους και κατάλογο των υποψηφίων που έχουν τα προσόντα. Σύμφωνα με το τεκμήριο της κανονικότητας, στην απουσία μαρτυρίας ή ένδειξης για το αντίθετο, γίνεται δεκτό ότι η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη και συγκρίνει όλους τους υποψηφίους.”

[*763]Βλ. επίσης Ιωαννίδης ν. Δημοκρατίας (1979) 3 C.L.R. 628, Πιπέρη κα ν. Δημοκρατίας (1984) 3(Β) C.L.R. 1306 και Χατζηδάς ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω).

Η αξιολόγηση των υποψηφίων αποτελεί έργο του αρμόδιου διοικητικού οργάνου. Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις εκτιμήσεις της διοικητικής αρχής αναφορικά με το θέμα της καταλληλότητας των υποψηφίων με τις δικές του.  Με άλλα λόγια το απλό γεγονός ότι το δικαστήριο, εάν βρισκόταν στη θέση του διορίζοντος οργάνου δυνατό να μην επέλεγε για προαγωγή τον ίδιο υποψήφιο, δεν είναι από μόνο του επαρκής λόγος για επέμβαση στην απόφαση του διορίζοντος οργάνου. (Βλ. Christou & Others v. R., 4 R.S.C.C. 1, 6).

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο