Χριστοδουλίδου Λουΐζα Τάκη ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (1999) 3 ΑΑΔ 1

(1999) 3 ΑΑΔ 1

[*1]18 Απριλίου, 1997

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ

ΛΟΥΪΖΑ ΤΑΚΗ ΧΡΙΣΤΟΥΔΟΥΛΙΔΟΥ,

Aιτήτρια,

v.

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 619/94).

————————-

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Συνεντεύξεις — Λήψη υπόψη κρίσεων Προϊσταμένου ως προς την απόδοση στις συνεντεύξεις που διεξήχθησαν στον ουσιώδη χρόνο — Εξωγενές στοιχείο κρίσεως — Οδηγεί σε ακύρωση της απόφασης της Ε.Δ.Υ.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Προσόντα — Προσόν γνώσης της Αγγλικής γλώσσας — Δέουσα έρευνα — Παρουσίαση στοιχείων κατά την επανεξέταση — Δεν αναζητήθηκε, ούτε διερευνήθηκε η σημασία τους και η βαρύτητά τους — Δεν αποτελεί έργο του Δικαστηρίου τέτοια έρευνα.

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Προσόντα — Προσόν της προηγούμενης πείρας — Δέουσα έρευνα — Υιοθέτηση από την Ε.Δ.Υ. της [*2]έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής — Πλάνη περί τα πράγματα, εφόσον τέτοιο πόρισμα δεν υπήρχε στην έκθεση — Ακύρωση απόφασης με σκοπό την ορθή προσέγγιση του ζητήματος από την Ε.Δ.Υ.

Η αιτήτρια προσέβαλε τον αναδρομικό διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση δικηγόρου της Δημοκρατίας μετά από επανεξέταση λόγω ακυρωτικής απόφασης του Δικαστηρίου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Για τους λόγους που εξηγήθηκαν στη Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας και δεν χρειάζεται να αναπαραχθούν, οι κρίσεις του Γενικού Εισαγγελέα ήταν στοιχείο εξωγενές και έπρεπε να είχαν αγνοηθεί. Αποτέλεσαν στοιχείο κρίσης και στοιχειοθετείται και εν προκειμένω λόγος ακυρότητας.

2.  Η βεβαίωση του Εισαγγελέα Ρ. Γαβριηλίδη πως το ενδιαφερόμενο μέρος ομιλεί, διαβάζει και γράφει την αγγλική γλώσσα πολύ καλά, δεν συνιστά στοιχείο αφ’ εαυτής ενδεικτικό γνώσης. Ως προς τα υπόλοιπα δύο πιστοποιητικά, δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αναζήτηση και ο προσδιορισμός της σημασίας τους. Αυτή έπρεπε να ερευνηθεί διοικητικώς και τέτοια έρευνα δεν διεξήχθηκε. Δεν ήταν γνωστό το επίπεδο γνώσης που συνεπάγεται η επιτυχία στο μάθημα της αγγλικής στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ούτε και η υπόσταση και το επίπεδο του ιδιωτικού κέντρου που αναφέρθηκε, για να ήταν δυνατή η εκτίμηση ως προς το αξιόπιστο των αποτελεσμάτων που βεβαιώνει. Διαπιστώνεται συνεπώς, επιπρόσθετη αιτία ακυρότητας.

3.  Ως προς το το πλεονέκτημα της πείρας, η ΕΔΥ σημειώνει στο πρακτικό της ημερομηνίας 26.5.94 πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο το διαθέτει “σύμφωνα με την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής”. Εννοώντας, όπως προκύπτει, την έκθεση ημερομηνίας 11.4.94 που επισυνάφθηκε στην επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα, ημερομηνίας 13.4.94. Δεν αναφέρεται η έκθεση αυτή στο πλεονέκτημα. Εξαντλείται στο προσόν της αγγλικής γλώσσας. Οι δυο πλευρές, στις αγορεύσεις τους, αναφέρθηκαν σε πιστοποίηση του Γενικού Εισαγγελέα και αναπτύχθηκαν από την αιτήτρια επιχειρήματα ως προς την, χωρίς άλλη έρευνα,  βαρύτητά της. 

     Δεν υπάρχει, ενόψει των όσων υποδείχθηκαν, περιθώριο για αναθεώρηση με σημείο αναφοράς την πιστοποίηση του Γενικού Εισαγγελέα. Δεν συζητήθηκε όμως λόγος ακυρότητας με αναφορά [*3]στο υπόβαθρο στο οποίο ρητά αναφέρθηκε η ΕΔΥ. Εναπόκειται στη διοίκηση να προσεγγίσει το ζήτημα στην ορθή του βάση, κατά την επανεξέταση.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Συμεωνίδου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 258,

Συμεωνίδου και Άλλη v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145.

Προσφυγή.

Προσφυγή, η οποία εκδικάστηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας να διορίσει αναδρομικά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη θέση Δικηγόρου της Δημοκρατίας, Νομική Υπηρεσία, μετά από επανεξέταση.

Τ. Χριστοδουλίδης, για την Αιτήτρια.

Λ. Κουρσουμπά, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Χ’’Γιάννη και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317, ακυρώθηκε η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 20 Ιουλίου 1990, για αριθμό διορισμών στη μόνιμη θέση δικηγόρου της Δημοκρατίας, Νομική Υπηρεσία, για σειρά λόγων.

Με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Συμεωνίδου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 258 ακυρώθηκε η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 12 Ιουλίου 1991 για διορισμούς μετά από επανεξέταση, στην ίδια θέση. Είχε εξετάσει η ΕΔΥ κατ’ ευθείαν το ζήτημα της κατοχής των προσόντων ως προς τα οποία κρίθηκε στην πρώτη υπόθεση πως δεν διεξάχθηκε η δέουσα έρευνα και διαπιστώθηκε λόγος ακυρότητας ως εξής:

[*4]“Εφόσον το Δικαστήριο έκρινε ότι η ακυρωθείσα απόφαση έπασχε από έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με τα προσόντα ορισμένων υποψηφίων (προσόντα Καουτζάνη, έρευνα για διαπίστωση πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής), το θέμα αυτό έπρεπε να επανεξετασθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων εμπίπει στην αρμοδιότητά της. Η Συμβουλευτική Επιτροπή έπρεπε επίσης να επιληφθεί της διερεύνησης του ισχυριζόμενου πλεονεκτήματος του ενδιαφερόμενου μέρους Εύας Ρωσσίδου-Παπακυριακού, που τέθηκε ενώπιον της ΕΔΥ από την ίδια”.

Αυτή η δεύτερη απόφαση δεν αφορούσε στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο γιατί ο δικός του διορισμός, όπως διαπιστώθηκε σε εκείνο το στάδιο, συνιστούσε αυτοτελή, μή συναφή, πράξη που απαραδέκτως συμπροσβλήθηκε. Ακολούθησε διαχωρισμός δικογράφου με την καταχώριση της προσφυγής 708/93 και η ΕΔΥ, με την απόφαση της ημερομηνίας 16.12.93, ανακάλεσε τον διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου αφού προοιωνιζόταν με βεβαιότητα η ακύρωση του ενόψει της πιο πάνω απόφασης της Ολομέλειας.

Συνεστήθη Συμβουλευτική Επιτροπή στην οποία και παραπέμφθηκε, ως προς την παρούσα διαδικασία, το ζήτημα της κατοχής του απαιτούμενου από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας. Η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε τους υποψήφιους από τους οποίους δεν χρειαζόταν να ζητηθούν άλλα στοιχεία επειδή είχαν αποκτήσει πανεπιστημιακούς τίτλους από αγγλικά πανεπιστήμια. Δεν περιλαμβανόταν σ’ αυτούς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, του ζητήθηκε να προσκομίσει στοιχεία και η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι “φαίνεται ότι κατείχε” το προσόν. Όπως και στην υπόθεση Χρ. Συμεωνίδου και άλλη (1997) 3 Α.Α.Δ. 145, που εκδικάστηκε παραλλήλως και στην οποία η απόφαση μας εκδόθηκε σήμερα, προτείνεται ότι η νέα Συμβουλευτική Επιτροπή θα έπρεπε να είχε εξετάσει ολόκληρο το φάσμα των θεμάτων, όπως αυτά ενέπιπταν εξ αρχής στην αρμοδιότητά της· ενόψει των διατάξεων  σε σχέση με εξειδικευμένες θέσεις του Ν. 33/67, που διέπει την περίπτωση. Επαναλάμβανουμε και εδώ πως η ΕΔΥ κινήθηκε εν προκειμένω στο πλαίσιο της δικαστικής απόφασης που προηγήθηκε και δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως στοιχειοθετείται, στην παρούσα υπόθεση, λόγος ακυρότητας με αναφορά στα πιο πάνω θέματα.

Η ΕΔΥ, πάνω στην πιο πάνω βάση, συνέκρινε τους υποψηφίους. Αφού συνυπολόγισε, μεταξύ άλλων, πως “σύμφωνα με την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής”, το ενδιαφερόμενο πρό[*5]σωπο κατείχε το πλεονέκτημα της πείρας που προνοούσε το σχέδιο υπηρεσίας. Και αφού προσέδωσε περιορισμένη, όπως σημειώνει, βαρύτητα στην αξιολόγηση του Γενικού Εισαγγελέα αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις που διεξήγαγε η ΕΔΥ κατά την αρχική διαδικασία. Οι κρίσεις της οποίας δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη αφού, στο μεταξύ, άλλαξε η συνθεσή της. Η ΕΔΥ κατέληξε, κατα πλειοψηφία, πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερείχε και η προσφυγή στρέφεται κατά της επακόλουθης απόφασης για το διορισμό του.

Έχει υποστηριχθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη με αναφορά:

1. Στην πρόσδοση βαρύτητας στις κρίσεις του Γενικού Εισαγγελέα αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στις παλαιές συνεντεύξεις.

2. Στην κατοχή από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο του απαιτούμενου προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας.

3. Στην κατοχή από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο του πλεονεκτήματος της πείρας.

4. Στην αιτιολόγηση της.

5. Στην έκδηλη υπεροχή που διεκδικεί η αιτήτρια.

Η απόφαση που εκδώσαμε στις υποθέσεις Χρυστάλλα Συμεωνίδου και άλλη ν. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 145,  καλύπτει ευθέως τα υπό (1) και (2).

Για τους λόγους που εξηγούμε εκεί, και δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται να τους αναπαράξουμε, οι κρίσεις του Γενικού Εισαγγελέα ήταν στοιχείο εξωγενές και έπρεπε να είχαν αγνοηθεί.  Αποτέλεσαν στοιχείο κρίσης και στοιχειοθετείται και εν προκειμένω λόγος ακυρότητας.

Ως προς την καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας το ενδιαφερόμενο πρόσωπο παρουσίασε:

(α)       Πιστοποιητικό του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ημερομηνίας 23.5.91, για επιτυχία στο τρίτο έτος στο υποχρεωτικό μάθημα της αγγλικής γλώσσας.

(β)       Πιστοποιητικό του “Pascal Language Centre” σύμφωνα με το οποίο ήταν μαθητής του (part-time) για το σχολικό έτος 1986/87 και χρησιμοποιεί πολύ καλά, τόσο γραπτώς όσο και προφορικώς, την αγγλική γλώσσα.

[*6](γ)  Βεβαίωση του εισαγγελέα Ρ. Γαβριηλίδη πως ομιλεί, διαβάζει και γράφει την αγγλική γλώσσα πολύ καλά.

Η βεβαίωση υπό (γ) δεν συνιστά στοιχείο αφ’ εαυτής ενδεικτικό γνώσης. Ως προς τα υπόλοιπα, δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αναζήτηση και ο προσδιορισμός της σημασίας τους. Αυτή έπρεπε να ερευνηθεί διοικητικώς και τέτοια έρευνα δεν διεξάχθηκε.  Δεν ήταν γνωστό το επίπεδο γνώσης που συνεπάγεται η επιτυχία στο μάθημα της αγγλικής στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ούτε και η υπόσταση και το επίπεδο του ιδιωτικού κέντρου που αναφέρθηκε για να ήταν δυνατή η εκτίμηση ως προς το αξιόπιστο των αποτελεσμάτων που βεβαιώνει.  Διαπιστώνουμε, συνεπώς, επιπρόσθετη αιτία ακυρότητας.

Ως προς το το πλεονέκτημα της πείρας τώρα. Η ΕΔΥ σημειώνει στο πρακτικό της ημερομηνίας 26.5.94 πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο το διαθέτει “σύμφωνα με την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής”. Εννοώντας, όπως προκύπτει, την έκθεση ημερομηνίας 11.4.94 που επισυνάφθηκε στην επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα ημερομηνίας 13.4.94. Δεν αναφέρεται η έκθεση αυτή στο πλεονέκτημα. Εξαντλείται στο προσόν της αγγλικής γλώσσας. Οι δυο πλευρές, στις αγορεύσεις τους, αναφέρθηκαν σε πιστοποίηση του Γενικού Εισαγγελέα και αναπτύχθηκαν από την αιτήτρια επιχειρήματα ως προς την, χωρίς άλλη έρευνα,  βαρύτητά της. Για να παραπέμψουν οι καθ’ ων η αίτηση και σε αλλα στοιχεία του φακέλλου που υποστήριζαν, όπως εισηγούνται, την πιστοποίηση του Γενικού Εισαγγελέα και δικαιολογούσαν την αποδοχή της από την ΕΔΥ.

Δεν υπάρχει, ενόψει των όσων υποδείξαμε, περιθώριο για αναθεώρηση με σημείο αναφοράς την πιστοποίηση του Γενικού Εισαγγελέα. Δεν συζητήθηκε όμως λόγος ακυρότητας με αναφορά στο υπόβαθρο στο οποίο ρητά αναφέρθηκε η ΕΔΥ και θα μείνουμε μέχρις εδώ. Εναπόκειται στη διοίκηση να προσεγγίσει το ζήτημα στην ορθή του βάση κατά την επανεξέταση.

Ενόψει της κατάληξης στην οποία έχουμε αχθεί δεν θα ασχοληθούμε στην παρούσα υπόθεση με τους υπόλοιπους ισχυρισμούς της αιτήτριας. Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στο σύνολό της δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο