Κυπριακή Δημοκρατία, Λεωφορεία Λευκωσίας Λίμιτεδ (1999) 3 ΑΑΔ 56

(1999) 3 ΑΑΔ 56

[*56]19 Φεβρουαρίου, 1999

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

 ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2314)

 

Αναθεωρητική Αρχή Αδειών — Ιεραρχική Προσφυγή — Εξουσία — Δύναται στα πλαίσια των εξουσιών της να επικυρώσει απόφαση της Αρχής Αδειών.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Αίτηση ακυρώσεως — Λόγοι ακυρώσεως που για πρώτη φορά αναπτύσσονται στη Γραπτή Αγόρευση, δεν μπορούν να τύχουν εξέτασης.

Αναθεωρητική Αρχή Αδειών — Ιεραρχική προσφυγή κατά της παραχώρησης άδειας οδικής χρήσης λεωφορείου για μεταφορά επιβατών επί συμβάσει — Προσφυγή κατά της απορριπτικής απόφασης στην ιεραρχική προσφυγή — Έλλειψη εννόμου συμφέροντος από τον αιτητή, εφόσον ούτε το ίδιο δρομολόγιο εκτελούσε, ούτε του είχε κατακυρωθεί η προσφορά για τη μεταφορά των επιβατών του Πανεπιστημίου.

Οι εφεσείοντες, που συμμετείχαν ανεπιτυχώς σε μειοδοτικό διαγωνισμό του Πανεπιστημίου Κύπρου για τη μεταφορά των φοιτητών σε συγκεκριμένο δρομολόγιο, προσέβαλαν με προσφυγή τους την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής τους, στην Αναθεωρητική Αρχή Αδειών, κατά της απόφασης της Αρχής Αδειών να αποδεκτεί αίτημα των επιτυχόντων προσφοροδοτών (ενδιαφερομένων μερών) για άδεια μεταφοράς επιβατών στη επί συμβάσει. Με την παρούσα έφεση επιδιώχθηκε η ανατροπή της πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

[*57]1.        Το πρώτο ζήτημα αφορά στο κατά πόσον η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών λειτούργησε κάτω από νομική πλάνη ως προς τη φύση της εξουσίας της. Το γεγονός ότι η απόφασή της συμπίπτει με εκείνη της Αρχής Αδειών και τη βεβαιώνει, δεν αποκαλύπτει οποιοδήποτε σφάλμα, όπως άλλωστε αναγνωρίζει η νομολογία, στην οποία γίνεται αναφορά στην ίδια την έφεση.

     Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών αποτελεί απόρροια των δικών της εκτιμήσεων για το παραδεκτό του αιτήματος των ενδιαφερομένων προσώπων, η οποία εκδηλώθηκε με τον τρόπο που προκρίνει ο Νόμος. Δεν αποκαλύπτεται οποιοδήποτε σφάλμα.

2.  Στην αγόρευση των εφεσειόντων δόθηκε έμφαση στο Άρθρο 13(2) του Νόμου και στην απουσία, κατά την εισήγησή τους, της σύμβασης που προβλέπει. Υπέβαλαν ότι η έγκριση της προσφοράς των ενδιαφερομένων προσώπων από το Πανεπιστήμιο δε στοιχειοθετεί εκτελεστή σύμβαση.

     Η απουσία της απαιτούμενης σύμβασης δεν τίθεται ως λόγος ακύρωσης. Απουσιάζει από τα γεγονότα, τα οποία οι εφεσείοντες επικαλέστηκαν στην προσφυγή τους, οποιαδήποτε αναφορά στην απουσία της σύμβασης. Μόνο στοιχειοθετημένοι λόγοι ακύρωσης μπορεί να παράσχουν έρεισμα στο αίτημα για την ακύρωση της διοικητικής απόφασης που προσβάλλεται.

     Για πρώτη φορά οι εφεσείοντες ισχυρίστηκαν ότι ελλείπει «εκτελεστή σύμβαση»στην αγόρευσή τους ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, γεγονός που αφήνει αμετάβλητους τους λόγους ακύρωσης. Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησης.

3.  Υπάρχει ανυπέρβλητο πρόβλημα στην προβολή του αιτήματος των εφεσειόντων για την αναθεώρηση της επίδικης διοικητικής απόφασης. Έγκειται στην απουσία του νενομισμένου συμφέροντος για την προσβολή της επίδικης διοικητικής απόφασης.

     Προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής αποτελεί ο δυσμενής επηρεασμός συμφέροντος. Πρόκειται για δικαιοδοτικό όρο, τον οποίο θέτει το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος για την επίκληση, ανάληψη και άσκηση της δικαιοδοσίας που παρέχει το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος. Η επιτυχία της προσφυγής δε θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε συμφέρον των εφεσειόντων. Δε θα καρπωθούν οι εφεσείοντες ίδιο όφελος. Η εξασφάλιση της σύμβασης με[*58]ταφοράς των φοιτητών απορρίφθηκε. Και δε θα αναβιώσει με την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών.

     Το υλικό συμφέρον του προσφεύγοντος πρέπει να εξικνείται σε ίδιο οικονομικό όφελος, ώστε να νομιμοποιείται να προσφύγει. Το συμφέρον των εφεσειόντων εξαντλήθηκε με την απόρριψη της προσφοράς τους για τη μεταφορά των φοιτητών. Οι εφεσείοντες στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν τη πράξη, θέμα το οποίο άπτεται της δημόσιας τάξης και το οποίο αυτεπάγγελτα διαπίστωσε το Ανώτατο Δικαστήριο, δοθέντος ότι η δικαιοδοσία του, βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, δεν μπορεί να ασκείται στο κενό αλλά μόνο μέσα στα όρια που θέτει το ίδιο το Σύνταγμα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Τsouloftas v. Republic (1983) 3 C.L.R. 426,

Alona Co-Operative Society v. Republic (1986) 3 C.L.R. 222,

Aristides and Others v. Republic (1987) 3 C.L.R. 88,

Γεωργίου ν. Αναθεωρητική Αρχής Αδειών (1991) 4 Α.Α.Δ. 1563,

Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, Υπόθ. Αρ. 1061/94, ημερ. 30.6.95,

Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 212/95 κ.ά., ημερ. 31/1/97,

Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281,

Κ & Μ (Τrans.) Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (1995) 3 Α.Α.Δ. 225,

Πετρώνδα ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λευκωσίας, Υπόθ. Αρ. 359/94, ημερ. 22.8.95,

Μενελάου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 370,

Γεωργίου κ.ά. ν. Παναγή κ.ά. (1997) 3 Α.Α.Δ. 81,

Δήμος Έγκωμης ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 346,

Medochemie Ltd ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 567,

[*59]Σεργίδου ν. Δήμου Λευκωσίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 189.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Χρυσοστομή, Δ.) που δόθηκε στις 28/6/96 (Προσφυγή Αρ. 1/96) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή των εφεσειόντων εναντίον της απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής τους και της επικύρωσης της απόφασης των εφεσιβλήτων για την έκδοση στο ενδιαφερόμενο μέρος άδειας οδικής χρήσης μεταφοράς επί συμβάσει των φοιτητών του Πανεπιστημίου Κύπρου από την οδό Καλλιπόλεως, στο Παράρτημα του Πανεπιστημίου Κύπρου στα Λατσιά.

Αλ. Λυκούργου για Τ. Παπαδόπουλο, για τους Εφεσείοντες-Αιτητές.

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους-Καθ’ ων η αίτηση.

Καμιά εμφάνιση, για τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, η Περιφερειακή Εταιρεία Αγροτικών Λεωφορείων Αγ. Μαρίνας (Ξυλιάτου), Ορούντας, Λαγουδερών, Σαράντι, Ξυλιάτου Λίμιτεδ, και η εφεσείουσα εταιρεία, (εφεξής οι εφεσείοντες), υπέβαλαν προσφορές σε μειοδοτικό διαγωνισμό, που προκήρυξε το Πανεπιστήμιο Κύπρου, για τη μεταφορά φοιτητών από το κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου σε παράρτημά του στις παρυφές της Λευκωσίας.  (Το κτίριο γνωστό ως Americanos College.). Ο διαγωνισμός αφορούσε τη μίσθωση λεωφορείων για τη μεταφορά των φοιτητών από το ένα κτίριο στο άλλο, σε προκαθορισμένες μέρες και ώρες. Η προσφορά κατακυρώθηκε στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Όρος της κατακύρωσης της προσφοράς των ενδιαφερομένων προσώπων ήταν η εξασφάλιση άδειας από την Αρχή Αδειών για τη μεταφορά επιβατών επί συμβάσει - (βλ. Άρθρο 13 του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982, (Ν. 9/82), και τροποποιήσεις - Ν. 24(Ι)/94), (ο «Νόμος»)). Αίτημα για το σκοπό αυτό υποβλήθηκε στην Αρχή Αδειών. 

[*60]Οι εφεσείοντες, στους οποίους γνωστοποιήθηκε το αίτημα, έφεραν ένσταση στην αποδοχή του, την οποία ανέπτυξαν ενώπιον της Αρχής Αδειών, κατά την εξέταση του αιτήματος. Η αίτηση των ενδιαφερομένων προσώπων έγινε δεκτή. Εναντίον της απόφασης οι εφεσείοντες άσκησαν ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών.

Αφού εξέτασε την προσφυγή και άκουσε όλους τους ενδιαφερομένους, η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών έκρινε το αίτημα των ενδιαφερομένων προσώπων δικαιολογημένο και επιβεβαίωσε την απόφαση της Αρχής Αδειών για τη χορήγηση της σχετικής άδειας οδικής χρήσης. 

Οι εφεσείοντες προσέφυγαν στο Δικαστήριο, με αίτημα την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών. Οι λόγοι, για τους οποίους ζητήθηκε η ακύρωση της απόφασης, όπως εξάγεται από τα νομικά σημεία που εγείρονται στην προσφυγή και τα γεγονότα προς τα οποία συσχετίζονται, εντοπίζονται σε παρεκκλίσεις από τις πρόνοιες των Άρθρων 5(7) και 13(4) του Νόμου. Το πρώτο (Άρθρο 5(7)) αποκλείει τη χρησιμοποίηση του ιδίου οχήματος για περισσότερες της μιας χρήσεις χωρίς την άδεια της Αρχής Αδειών, ενώ το δεύτερο (Άρθρο 13(4)) συναρτά τη χορήγηση άδειας μεταφοράς επιβατών επί συμβάσει με την ανάγκη για την παροχή της μεταφορικής υπηρεσίας. Αντίθετα προς τις θέσεις των εφεσειόντων, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το Άρθρο 5(7) παρέχει εξουσία για τη χρησιμοποίηση του ιδίου αυτοκινήτου για περισσότερες της μιας μεταφορικές χρήσεις, με την έγκριση της Αρχής Αδειών. Ως προς την αναγκαιότητα της υπηρεσίας, το Δικαστήριο έκρινε, υπό το φως των γεγονότων που τέθηκαν υπόψη του αρμοδίου οργάνου, και, όλως ιδιαίτερα, του γεγονότος ότι δεν υπάρχει άλλο πρόσφορο μέσο μεταφοράς των φοιτητών από το ένα τμήμα του πανεπιστημίου στο άλλο, ότι η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών εύλογα μπορούσε να αχθεί στην απόφαση που πήρε, την οποία και επικύρωσε. Απέρριψε ισχυρισμούς των εφεσειόντων - ότι η απόφαση ήταν αναιτιολόγητη, ή ότι λήφθηκε έξω από το νενομισμένο πλαίσιο. Διαπίστωσε, συγχρόνως, ότι η κατακύρωση της προσφοράς στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα πληρούσε τον όρο που θέτει το Άρθρο 13(2) για την ύπαρξη σύμβασης για την παροχή της μεταφοράς, της οποίας επεζητείτο η έγκριση.

Όπως καταφαίνεται από τα γεγονότα, που τέθηκαν ενώπιον των εφεσιβλήτων, τα δρομολόγια των εφεσειόντων, αδειούχων μεταφορέων επιβατών επί κομίστρω στην αστική περιφέρεια Λευκωσίας, δεν παρείχαν τη δυνατότητα μεταφοράς των φοιτη[*61]τών από το ένα τμήμα του Πανεπιστημίου στο άλλο. 

Με την έφεση προσβάλλεται:-

(α) Το εύρημα ότι η διοικητική απόφαση είναι αρκούντως αιτιολογημένη και η διαπίστωση ότι η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών άσκησε τις εξουσίες μέσα στο σωστό νομικό πλαίσιο.

Επικαλούμενοι τις αρχές που υιοθετούνται στις υποθέσεις Tsouloftas v. Republic (1983) 3 C.L.R. 426, Alona Co-Operative Society v. Republic (1986) 3 C.L.R. 222, και Aristides and Others v. Republic (1987) 3 C.L.R. 88, υποστήριξαν ότι η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών εξέτασε το τεθέν με την ιεραρχική προσφυγή θέμα, όχι πρωτογενώς αλλά ως Δευτεροβάθμια Αναθεωρητική Αρχή δίκην εφετείου, κατ’ αντίθεση προς τις καθιερωμένες αρχές της νομολογίας, που ορίζουν ότι ο ρόλος της παραμένει πρωτογενώς εξεταστικός.

(β) Το εύρημα ότι η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών προέβη στη δέουσα έρευνα.

(γ) Το εύρημα ως προς την αναγκαιότητα της υπηρεσίας· και

(δ) Τη διαπίστωση ότι υπήρχε η απαιτούμενη από το εδάφιο (2) του Άρθρου 13 σύμβαση.

Το Άρθρο 13(2) προβλέπει:-

«(2) Προς χορήγησιν τοιαύτης αδείας η αρχή αδειών δέον όπως ικανοποιηθή ότι υφίσταται σύμβασις διά την τοιαύτην μεταφοράν.»

Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν την πρωτόδικη απόφαση σ’ όλα της τα σημεία. Υπέβαλαν ότι η απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο των εξουσιών των εφεσιβλήτων και σύμφωνα με τους κονόνες της χρηστής διοίκησης.

Το πρώτο, που θα εξετάσουμε, είναι αν η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών λειτούργησε κάτω από νομική πλάνη ως προς τη φύση της εξουσίας της. Το γεγονός ότι η απόφασή της συμπίπτει με εκείνη της Αρχής Αδειών και την βεβαιώνει, δεν αποκαλύπτει οποιοδήποτε σφάλμα, όπως άλλωστε αναγνωρίζει η νομολογία, στην οποία γίνεται αναφορά στην ίδια την έφεση - (βλ. Tsouloftas v. Republic, (ανωτέρω), η πρώτη απόφαση που εκδόθηκε επί του προκειμένου, η [*62]οποία υιοθετήθηκε σε σειρά μεταγενέστερων αποφάσεων).

Στη Γεωργίου ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (1991) 4 Α.Α.Δ. 1563, υπογραμμίστηκε το εύρος του πεδίου λειτουργίας της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, όπως υποδηλώνεται από το Άρθρο 4Α του Νόμου - (βλ. Άρθρο 4Α, Τροποποιητικός Νόμος Ν. 84/84). Παρέχεται στην Αναθεωρητική Αρχή Αδειών, μετά το πέρας της έρευνάς της, εξουσία να επικυρώσει απόφαση της Αρχής Αδειών, να την τροποποιήσει, να την αντικαταστήσει ή να παραπέμψει την υπόθεση στην Αρχή Αδειών, για να προβεί σε ορισμένη ενέργεια. (Το Άρθρο 4Α αντικαταστάθηκε από το Άρθρο 4(1) του Ν. 16(Ι)/96, το οποίο επέφερε τροποποιήσεις σ’ αυτό οριακής σημασίας.)

Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών αποτελεί απόρροια των δικών της εκτιμήσεων για το παραδεκτό του αιτήματος των ενδιαφερομένων προσώπων, η οποία εκδηλώθηκε με τον τρόπο που προκρίνει ο Νόμος. Δεν αποκαλύπτεται οποιοδήποτε σφάλμα.

Στην αγόρευση των εφεσειόντων δόθηκε έμφαση στο Άρθρο 13(2) του Νόμου και στην απουσία, κατά την εισήγησή τους,  της σύμβασης που προβλέπει. Υπέβαλαν ότι η έγκριση της προσφοράς των ενδιαφερομένων προσώπων από το Πανεπιστήμιο δε στοιχειοθετεί εκτελεστή σύμβαση.

Η απουσία της απαιτούμενης σύμβασης δεν τίθεται ως λόγος ακύρωσης. Απουσιάζει από τα γεγονότα, τα οποία οι εφεσείοντες επικαλέστηκαν στην προσφυγή τους, οποιαδήποτε αναφορά στην απουσία της σύμβασης. Μόνο στοιχειοθετημένοι λόγοι ακύρωσης μπορεί να παράσχουν έρεισμα στο αίτημα για την ακύρωση της διοικητικής απόφασης που προσβάλλεται - (βλ. Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 1061/94, 30/6/95, Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 380/94, 31/8/95, Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 212/95 και 259/95, 31/1/97. Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281).

Για πρώτη φορά οι εφεσείοντες ισχυρίστηκαν ότι ελλείπει «εκτελεστή σύμβαση» στην αγόρευσή τους ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, γεγονός που αφήνει αμετάβλητους τους λόγους ακύρωσης. Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους - (βλ. Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας. Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, (ανωτέρω)).

[*63]Υπάρχει ανυπέρβλητο πρόβλημα στην προβολή του αιτήματος των εφεσειόντων για την αναθεώρηση της επίδικης διοικητικής απόφασης, το οποίο δεν μπορεί να παραγνωρίσουμε. Έγκειται στην απουσία του νενομισμένου συμφέροντος για την προσβολή της επίδικης διοικητικής απόφασης.

Προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής αποτελεί ο δυσμενής επηρεασμός συμφέροντος. Πρόκειται για δικαιοδοτικό όρο, τον οποίο θέτει το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος για την επίκληση, ανάληψη και άσκηση της δικαιοδοσίας που παρέχει το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος. Η επιτυχία της προσφυγής δε θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε συμφέρον των εφεσειόντων. Δε θα καρπωθούν οι εφεσείοντες ίδιο όφελος. Η εξασφάλιση της σύμβασης μεταφοράς των φοιτητών απορρίφθηκε. Και δε θα αναβιώσει με την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών. Γίνεται αντιληπτό ότι οι εφεσείοντες προσέβαλαν και εκείνη την απόφαση. Εκεί το συμφέρον τους δε θα μπορούσε να αμφισβητηθεί. 

Το υλικό, όπως στην προκείμενη περίπτωση, συμφέρον του προσφεύγοντος πρέπει να εξικνείται σε ίδιο οικονομικό όφελος, ώστε να νομιμοποιείται να προσφύγει. (Κ. & Μ. (Trans.) Ltd v. Aρχής Αδειών (1995) 3 Α.Α.Δ. 225, Πετρώνδα v. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λευκωσίας, Υπόθεση Αρ. 359/94, 22/8/95, Μενελάου κ.ά. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 370, Γεωργίου κ.ά. Παναγή κ.ά. (1997) 3 Α.Α.Δ. 81, Δήμος Έγκωμης v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 346, Medochemie Limited v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 567 και Σεργίδου v. Δήμου Λευκωσίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 189.) Το συμφέρον των εφεσειόντων εξαντλήθηκε με την απόρριψη της προσφοράς τους για τη μεταφορά των φοιτητών.

Διαπίστωσή μας είναι ότι οι εφεσείοντες στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την πράξη, θέμα το οποίο άπτεται της δημόσιας τάξης και το οποίο αυτεπάγγελτα διαπίστωσε το Ανώτατο Δικαστήριο, δοθέντος ότι η δικαιοδοσία του, βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, δεν μπορεί να ασκείται στο κενό αλλά μόνο μέσα στα όρια που θέτει το ίδιο το Σύνταγμα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο