Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1999) 3 ΑΑΔ 216

(1999) 3 ΑΑΔ 216

[*216]31 Μαρτίου, 1999

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΒΡΑΧΙΜΗΣ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,

Εφεσείων-Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 1),

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2307)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί / Προαγωγές — Προσόντα — Αιτητής κρίνεται μη προσοντούχος χωρίς αιτιολογία ειδική, αναφορικά με το γεγονός ότι σε προηγούμενη θέση θεωρήθηκε από την Ε.Δ.Υ. ότι κατείχε το προσόν της οκταετούς διοικητικής πείρας και υπηρεσίας σε θέματα διοικήσεως προσωπικού — Αντιφατικότητα στην απόφαση χωρίς επαρκή αιτιολογία.

Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας — Θέμα βαθμού που εξαρτάται από τη φύση της κάθε υπόθεσης — Αιτιολογία που δεν αιτιολογεί την αντιφατικότητα της απόφασης με προηγούμενες κρίσεις, αποτελεί ανεπαρκή αιτιολογία.

Ο εφεσείων επεδίωξε τον παραμερισμό της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης, με την οποία η προσφυγή του κατά της απόφασης της Ε.Δ.Υ. να τον κρίνει μη προσοντούχο υποψήφιο για τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, επειδή δεν κατείχε το προσόν της «οκταετούς τουλάχιστον ευδόκιμης διοικητικής πείρας σε θέμα διοίκησης προσωπικού κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία», είχε απορριφθεί.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Μεταξύ άλλων, ο εφεσείων είχε αναφερθεί στην επιτυχή προσφυγή του με αρ. 542/88, απόφαση ημερομηνίας 31.5.91, όπου θεωρήθηκε ότι κατείχε τα προσόντα σε Σχέδιο Υπηρεσίας στο οποίο απαιτείτο «οκτα[*217]ετής τουλάχιστον διοικητική πείρα περιλαμβανομένης επαρκούς και ευδόκιμης υπηρεσίας πάνω σε θέματα διοικήσεως προσωπικού / οργανώσεως / διαρθρώσεως, κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία».

Παρόλο ότι η πιο πάνω πρόνοια δεν είναι ακριβώς η ίδια με την απαιτούμενη πείρα στο Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, εντούτοις και σε αυτό η οκταετής πείρα περιλάμβανε επαρκή και ευδόκιμη υπηρεσία πάνω σε θέματα διοίκησης και προσωπικού. Ως εκ τούτου, δεν είναι άσχετο το γεγονός ότι στην περίπτωση εκείνη ο εφεσείων κρίθηκε ότι κατείχε αυτό το προσόν που σχετίζεται άμεσα με την πείρα που απαιτεί και το επίδικο Σχέδιο Υπηρεσίας. Το γεγονός τούτο δείχνει, όπως υπέβαλε και ο εφεσείων, πως οι αποφάσεις της Ε.Δ.Υ. πράγματι εμπεριέχουν αντιφατικότητα ως προς το σημείο αυτό, αντιφατικότητα που έπρεπε να αποτελέσει ιδιαίτερο αντικείμενο αιτιολόγησης στην κρίση της Ε.Δ.Υ. περί κατοχής του προσόντος της πείρας.

Επιπρόσθετα, παρόλον ότι, όπως ανέφερε και το πρωτόδικο Δικαστήριο η επιστολή του αιτητή (που συνηγορεί υπέρ της κατοχής πείρας σε θέματα διοίκησης) ήταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. και πρέπει να θεωρηθεί ότι λήφθηκε υπόψη, εντούτοις καμία αναφορά σ’ αυτή δεν γίνεται στην απόφαση, ούτε της Συμβουλευτικής Επιτροπής αλλά ούτε και της Ε.Δ.Υ. και ούτε αξιολογείται το περιεχόμενο της επιστολής αυτής.

Το τι συνιστά έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας είναι θέμα βαθμού που εξαρτάται από τη φύση κάθε υπόθεσης. Η έκταση, η μορφή και οι λεπτομέρειες της επιβαλλόμενης αιτιολογίας ποικίλλουν ανάλογα με το ζήτημα που πραγματεύεται η απόφαση και τις συνθήκες που την περιστοιχίζουν. Κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης, η αιτιολογία που δόθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση ήταν γενική και αόριστη και έτσι η Ε.Δ.Υ. απέτυχε να αιτιολογήσει δεόντως την πιο πάνω επισημανθείσα αντιφατικότητα της παρούσας με προηγούμενες κρίσεις της όσον αφορά την απαιτούμενη πείρα. Ως εκ τούτου η ανεπάρκεια της αιτιολογίας της απόφασης είναι γεγονός που πρέπει να οδηγήσει σε επιτυχία την παρούσα έφεση.

H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Papaleontiou v. Republic (1987) 3 C.L.R. 211,

Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318,

[*218]Georghiades and Others v. Republic (1967) 3 C.L.R. 653,

Kyriakides v. Republic (1976) 3 C.L.R. 364,

Kωνσταντινίδης κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Στροβόλου κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 1544.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Χρυσοστομής, Δ.) που δόθηκε στις 5 Ιουλίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 863/93) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα - αιτητή εναντίον της απόφασης των εφεσιβλήτων - Καθ’ ων η αίτηση να προάξουν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, από 15/7/93.

Ο Εφεσείων-Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.

Ε. Καρακάννα, για τους Εφεσίβλητους.

Κ.Π. Ερωτοκρίτου, για το Εφεσίβλητο—Ενδιαφερόμενο μέρος Κουτουρούσιη.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Αρτέμης.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων ήταν αιτητής στην πρωτόδικη διαδικασία. Στις 5.7.96 απορρίφθηκε η προσφυγή του για ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) με την οποία προήχθηκε η Ελπινίκη Κουτουρούσιη και ο Γεώργιος Μπρούντζος στη μόνιμη θέση Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, από 15.7.93.

Η επίδικη θέση ήταν θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.  Μετά την προκήρυξη της υποβλήθηκαν 19 αιτήσεις ανάμεσα στις οποίες και εκείνη του εφεσείοντα. Σε πρώτο στάδιο οι αιτήσεις εξετάστηκαν από την αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή, η έκθεση της οποίας κατατέθηκε στη συνεδρίαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 23.4.93. Ο εφεσείων μαζί με άλλους 17 αιτητές κρίθηκαν εκ πρώτης όψης ότι κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα και κλήθηκαν σε προφορική εξέταση. Ο εφεσείων καθώς και δύο άλλοι κλήθηκαν [*219]στην εξέταση αυτή με την επιφύλαξη να εξεταστεί αργότερα κατά πόσο κατείχαν “οκταετή τουλάχιστον ευδόκιμη διοικητική πείρα σε θέμα διοίκησης προσωπικού κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία”, όπως απαιτούσε η παράγραφος 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε ότι τα καθήκοντα του εφεσείοντα και ακόμη ενός υποψήφιου  δεν συνιστούσαν άσκηση καθηκόντων διοίκησης προσωπικού και δεν μπορούσαν έτσι να θεωρηθούν προσοντούχοι. Το συμπέρασμα αυτό της Συμβουλευτικής Επιτροπής υιοθετήθηκε και από την ΕΔΥ. Η ΕΔΥ προχώρησε και ζήτησε περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με την κατοχή προσόντων από ορισμένους υποψήφιους, συμπεριλαμβανομένου και του ενδιαφερόμενου μέρους Κουτουρούσιη. Αφού συμπληρώθηκαν όλες οι σχετικές διαδικασίες επιλέγησαν τα ενδιαφερόμενα μέρη για προαγωγή στην επίδικη θέση.

Η πρωτόδικη διαδικασία επικεντρώθηκε στο κατά πόσο ορθά κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν κατείχε το προσόν της πείρας της παραγράφου 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Ο εφεσείων, για υποστήριξη της θέσης ότι το συμπέρασμα αυτό ήταν λανθασμένο, αναφέρθηκε σε προηγούμενες δικαστικές υποθέσεις που είχε εγείρει και όπου, όπως ανέφερε, κρίθηκε ότι κατείχε το επίδικο προσόν. Ο αιτητής αναφέρθηκε στο γεγονός ότι είχε προαχθεί στη θέση Γεωργικού Λειτουργού Α΄ όπου το Σχέδιο Υπηρεσίας προϋπέθετε άσκηση διοικητικής φύσης καθηκόντων και εποπτεία προσωπικού, παρέπεμψε δε και σε επιστολή του ημερομηνίας 28.5.91 που είχε στείλει στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ως Προέδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής σε παλαιότερη διαδικασία για την ίδια θέση, στην οποία επεξηγείτο η ευδόκιμη υπηρεσία του σε θέματα διοίκησης προσωπικού. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω υπέβαλε ότι η στάση της ΕΔΥ στην παρούσα περίπτωση ήταν αντιφατική με την προηγούμενη της, κατά την οποία θεωρήθηκε ότι κατείχε το επίδικο προσόν.  Κατέληξε έτσι ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα, με πλάνη για τα πράγματα και χωρίς να δοθεί η δέουσα αιτιολογία. Τέλος, πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι παραβιάστηκε η αρχή της ισότητας, αφού για άλλους υποψήφιους ζητήθηκαν λεπτομέρειες και επεξηγήσεις από τους προϊσταμένους τους αλλά δεν έγινε το ίδιο για τον εφεσείοντα.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αναφορά στις υποθέσεις Papaleontiou v. Republic (1987) 3 C.L.R. 211, 220-221 και Κλέαρχος Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318, επεσήμανε ότι η ερμηνεία και η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΕΔΥ και το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν η ερμηνεία και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι “από τα στοιχεία που περιέχονται στο φάκελο των αι[*220]τήσεων εμπιστευτικών/υπηρεσιακών εκθέσεων του εφεσείοντα και στον προσωπικό του φάκελο που κατατέθηκαν ως τεκμήρια” προέκυπτε πως η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ υποστηρίζετο και ήταν εύλογα επιτρεπτή. Τέλος, απέρριψε την εισήγηση αντιφατικότητας αναφορικά με προηγούμενες κρίσεις για ικανοποίηση του επίδικου προσόντος, αφού οι αποφάσεις που σχετίζονταν με τον εφεσείοντα αφορούσαν, όπως ανέφερε, προηγούμενες διαδικασίες, όπου ο αιτητής κρίθηκε προσοντούχος με βάση διαφορετικά Σχέδια Υπηρεσίας.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι και το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Γεωργικού Λειτουργού Α΄ που κατείχε ο εφεσείων προϋπέθετε άσκηση καθηκόντων διοικητικής φύσης και εποπτεία προσωπικού, το Δικαστήριο ανέφερε ότι η ΕΔΥ ήταν ενήμερη της θέση που κατείχε, καθώς και των καθηκόντων που εκτελούσε αφού αυτά φαίνονταν στους φακέλους του και επίσης έκρινε ότι το περιεχόμενο της επιστολής του εφεσείοντα της 28.5.91 που υποστήριζε ότι είχε την αναγκαία διοικητική πείρα, ήταν και αυτό στον προσωπικό φάκελο του εφεσείοντα και λήφθηκε υπόψη από την ΕΔΥ. Συνεπακόλουθα, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε και τον ισχυρισμό για έλλειψη αιτιολογίας. Αναφορικά με τον ισχυρισμό για παραβίαση της αρχής της ισότητας, το Δικαστήριο ανέφερε ότι, αφού κρίθηκε σε πρώτο στάδιο ότι δεν πληρούσε το σχέδιο υπηρεσίας ο εφεσείων,  δεν ετίθετο θέμα να ζητούσε η ΕΔΥ περαιτέρω διευκρινίσεις για την πείρα του, όπως έγινε στην περίπτωση άλλων υποψηφίων.

Ο εφεσείων επικεντρώθηκε κυρίως κατά την ακρόαση της έφεσης στο θέμα κατοχής της πείρας, προβάλλοντας και πάλιν παρόμοια επιχειρήματα με εκείνα που προβλήθηκαν πρωτόδικα και με αναφορά σε προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις και στην έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με περαιτέρω  διερεύνηση των προσόντων του όπως έγινε για άλλους, καθώς και στην παράλειψη, κατά τον ισχυρισμό του, της ΕΔΥ να δώσει τη δέουσα αιτιολογία εν όψει της αντιφατικότητας των θέσεων που είχε τηρήσει στο παρελθόν.

Τέλος, προβλήθηκε από τον εφεσείοντα ότι υπεισήλθαν θέματα θρησκείας στην απόφαση των καθ’ ων η αίτηση για το λόγο ότι ο εφεσείων είναι Μαρωνίτης, λόγος που προβλήθηκε και κατά την πρωτόδικη διαδικασία και τελικά απορρίφθηκε.

Παραθέτουμε πιο κάτω τα σχετικά αποσπάσματα από την απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ σχετικά με το προσόν της οκταετούς πείρας.

[*221]Το συμπέρασμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν το ακόλουθο:

“Όσον αφορά τους αιτητές Σταύρου Παναγιώτη και Χατζηχάννα Βραχίμη, αυτοί δεν προσκόμισαν οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία, παρά το ότι τους ζητήθηκε να το πράξουν. Ύστερα από αυτό, η Συμβουλευτικής Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, έκρινε ότι τα καθήκοντα των Σταύρου και Χατζηχάννα, όπως προκύπτει από τους Προσωπικούς Φακέλους και από τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεών τους, δε συνιστούν άσκηση καθηκόντων διοίκησης προσωπικού και ως εκ τούτου δεν μπορούν να θεωρηθούν ως προσοντούχοι υποψήφιοι.”

Το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της ΕΔΥ είναι το πιο κάτω:

“Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού έλεγξε τα προσόντα των υποψηφίων και έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων των Εμπιστευτικών/Υπηρεσιακών Εκθέσεων, των καθηκόντων, όπως καθορίζονται στα Σχέδια Υπηρεσίας των θέσεων που κατέχουν οι υποψήφιοι, καθώς επίσης και το σχετικό πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, έκρινε ότι οι υποψήφιοι ΣΤΑΥΡΟΥ Παναγιώτης και ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ Βραχίμης δεν είναι προσοντούχοι, γιατί δε διαθέτουν οκταετή ευδόκιμη διοικητική πείρα σε θέματα διοίκησης προσωπικού όπως απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.  Ως εκ τούτου οι εν λόγω υποψήφιοι αποκλείστηκαν από  την περαιτέρω διαδικασία.”

Μεταξύ άλλων, ο εφεσείων είχε αναφερθεί στην επιτυχή προσφυγή του με αρ, 542/88, απόφαση ημερομηνίας 31.5.91, όπου θεωρήθηκε ότι κατείχε τα προσόντα σε Σχέδιο Υπηρεσίας με το οποίο απαιτείτο “οκταετής τουλάχιστον διοικητική πείρα περιλαμβανομένης επαρκούς και ευδόκιμης υπηρεσίας πάνω σε θέματα διοικήσεως προσωπικού/οργανώσεως/διαρθρώσεως, κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία”.

Κρίνουμε ότι, παρόλον ότι η πιο πάνω πρόνοια δεν είναι ακριβώς η ίδια με την απαιτούμενη πείρα στο Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, εντούτοις και σε αυτό η οκταετής πείρα περιλάμβανε επαρκή και ευδόκιμη υπηρεσία πάνω σε θέματα διοίκησης και προσωπικού. Ως εκ τούτου, δεν είναι άσχετο το γεγονός ότι στην [*222]περίπτωση εκείνη ο εφεσείων κρίθηκε ότι κατείχε αυτό το προσόν που σχετίζεται άμεσα με την πείρα που απαιτεί και το επίδικο Σχέδιο Υπηρεσίας. Το γεγονός τούτο δείχνει, όπως υπέβαλε και ο εφεσείων, πως οι αποφάσεις της ΕΔΥ πράγματι εμπεριέχουν αντιφατικότητα ως προς το σημείο αυτό, αντιφατικότητα που κατά την κρίση μας έπρεπε να αποτελέσει ιδιαίτερο αντικείμενο αιτιολόγησης στην κρίση της ΕΔΥ περί κατοχής του προσόντος της πείρας.

Επιπρόσθετα, παρόλον ότι, όπως ανέφερε και το πρωτόδικο Δικαστήριο η επιστολή του αιτητή που αναφέραμε πιο πάνω (που συνηγορεί υπέρ της κατοχής πείρας σε θέματα διοίκησης) ήταν ενώπιον της ΕΔΥ και πρέπει να θεωρηθεί ότι λήφθηκε υπόψη, εντούτοις καμμία αναφορά σ’ αυτή δεν γίνεται στην απόφαση, ούτε της Συμβουλευτικής Επιτροπής αλλά ούτε και της ΕΔΥ και ούτε αξιολογείται το περιεχόμενο της επιστολής αυτής.

Το τι συνιστά έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας είναι θέμα βαθμού που εξαρτάται από τη φύση κάθε υπόθεσης (Georghiades and Others v. Republic (1967) 3 C.L.R. 653, στη σελ. 666 και Kyriakides v. Republic (1976) 3 C.L.R. 364, στη σελ. 376). Η έκταση, η μορφή και οι λεπτομέρειες της επιβαλλόμενης αιτιολογίας ποικίλλουν ανάλογα με το ζήτημα που πραγματεύεται η απόφαση και τις συνθήκες που την περιστοιχίζουν (Κωνσταντινίδης κ.ά. ν. Συμβούλιο Βελτιώσεως Στροβόλου κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 1544).

Κρίνουμε ότι, κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης, η αιτιολογία που δόθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση ήταν γενική και αόριστη και έτσι η ΕΔΥ απέτυχε να αιτιολογήσει δεόντως την πιο πάνω επισημανθείσα αντιφατικότητα της παρούσας με προηγούμενες κρίσεις της όσον αφορά την απαιτούμενη πείρα.  Ως εκ τούτου η ανεπάρκεια της αιτιολογίας της απόφασης είναι γεγονός που πρέπει να οδηγήσει σε επιτυχία την παρούσα έφεση.

Η έφεση επιτρέπεται και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η επίδικη πράξη ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.

H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο