Goodtones Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 707

(1999) 3 ΑΑΔ 707

[*707]22 Οκτωβρίου, 1999.

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

GOODTONES LTD.,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΜΕΣΩ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,

Εφεσιβλήτου-Καθ’ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2334)

 

Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Εκπτώσεις — Η έκπτωση που παρέχεται διά του Άρθρου 12(2) του περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμου αρ. 58/61—- Περιεχόμενο ρύθμισης και έλεγχος της εφαρμογής της στην κριθείσα περίπτωση — Όρια του αναθεωρητικού ελέγχου φορολογικών αποφάσεων — Περιστάσεις της νομιμότητας της εφαρμογής του Νόμου στην κριθείσα περίπτωση.

Συνταγματικό Δίκαιο — Σύνταγμα — Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος — Ισχυρισμοί περί αντισυνταγματικότητας πρέπει να αναπτύσσονται συγκεκριμένα και διεξοδικά — Περιστάσεις μη παραβίασης των άρθρων στην κριθείσα περίπτωση.

Με την έφεση επιδιώχθηκε η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης δια της οποίας απερρίφθη ως εκπρόθεσμη η προσφυγή της εφεσείουσας εταιρείας κατά των σε βάρος της φορολογιών εισοδήματος, αναφορικά με τα έτη 1986-1991. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε χωρίς αντιδικία με αποτέλεσμα να επιληφθεί στην συνέχεια το Δικαστήριο των λόγων ακυρώσεως που είχαν προβληθεί  πρωτοδίκως από την εφεσείουσα.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Το Άρθρο 12(2) του περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμου αρ. 58/61 επιτρέπει την έκπτωση ευλόγου ποσού για τη μείωση αξίας και φθορά που υφίστανται τα στοιχεία πάγιου ενεργητικού από τη χρήση [*708]τους για τους σκοπούς της επιχείρησης. Σύμφωνα με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε υποθέσεις της φύσεως αυτής η εξουσία του Διοικητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της επίδικης απόφασης και δεν επεμβαίνει στηνκρίση του αρμοδίου οργάνου, όταν η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή, ούτε στην ουσιαστική κρίση της διοίκησης, εκτός εάν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή υπέρβαση εξουσίας. Σαν θέμα γενικής αρχής η εκτίμηση των γεγονότων από τον Έφορο ευσταθεί σε όλες τις περιπτώσεις που βρίσκεται στο όριο του λογικά εφικτού. Αυτό είναι το σταθερό κριτήριο που έχει αποδεχθεί η νομολογία μας.

2. Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση του Εφόρου να αρνηθεί τη διαγραφή του κόστους ανέγερσης του τροχοπεδιλοδρομίου ήταν εύλογα επιτρεπτή. Με τα γεγονότα που είχε ενώπιόν του ο Έφορος η κατάληξή του ήταν ως θέμα λογικής συνέπειας δυνατή.

Ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι ο Έφορος δεν έλαβε υπόψη ούτε εξέτασε τους λόγους της ανακοπής της περάτωσης της ανέγερσης του τροχοπεδιλοδρομίου και κατά λογική συνέπεια της μη χρησιμοποίησης του κατά τον επίδικο χρόνο, κρίνεται ανεδαφικός. Ο Έφορος είχε ενώπιόν του τους λόγους αυτούς, που είναι η ανάκληση ή η μη παροχή άδειας οικοδομής από την αρμόδια αρχή, του Δήμου Έγκωμης, η οποία πέτυχε μάλιστα και σχετικό δικαστικό διάταγμα προς τούτο. Το γεγονός όμως αυτό ήταν άσχετο με το κρινόμενο από τον Έφορο θέμα σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή του άρθρου 12(2) του Νόμου. Ο Έφορος ερεύνησε επαρκώς τα γεγονότα της υπόθεσης και ουδεμία πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ενεφιλοχώρησε στην απόφασή του. Η αιτιολογία που δίδεται από τον Έφορο είναι επαρκής και πειστική, συμπληρώνεται δε από τα στοιχεία του φακέλου.

3. Οι αρχές που καθιερώνουν τα Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος, δηλαδή η αρχή της συνεισφοράς εκάστου στα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεών του και η αρχή της ισότητας έναντι πάντων δεν έχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραβιασθεί από την επίδικη απόφαση του Εφόρου. Παρατίθενται οι αρχές που καθιερώνουν τα πιο πάνω άρθρα αλλά δεν αναπτύσσονται καθόλου ισχυρισμοί για το που οι αρχές αυτές παραβιάστηκαν από την επίδικη απόφαση.

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1982) Α.Α.Δ. 659,

[*709]Βαρναβίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3376,

Δημοκρατία ν. Λέρνη (1991) 3 Α.Α.Δ. 346.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Δημητριάδης, Δ.) που δόθηκε στις 31 Ιουλίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 814/93) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της εφεσείουσας εταιρείας για διαγραφή του κόστους ανέγερσης του τροχοπεδιλοδρομίου ως εκπρόθεσμη.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και κατά τον επίδικο χρόνον ασχολείτο με πωλήσεις εξοπλισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών και ποδηλάτων. Επίσης διατηρούσε επιχείρηση τροχοπεδιλοδρομίου (operation of skating arena).

Η εφεσείουσα υπέβαλε Δηλώσεις Εισοδήματος μαζί με εξηλεγμένους λογαριασμούς για τα έτη 1986-1991. Ο εφεσίβλητος, Έφορος Φόρου Εισοδήματος, επέβαλε τις φορολογίες εισοδήματος, έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τα έτη 1986-1991 τις οποίες και απέστειλε μαζί με συνοδευτική επιστολή στην εφεσείουσα.

Η εφεσείουσα υπέβαλε ένσταση στον Έφορο για τις πιο πάνω φορολογίες. Ο εφεσίβλητος-Έφορος τελικά με επιστολή του προς την εφεσείουσα στην οποία επεσύναψε τις τελικές φορολογίες για τα επίδικα έτη απέρριψε την ένσταση και επέμενε στην αρχική του απόφαση. Ο Έφορος αποδέχθηκε μερικώς την ένσταση. Απέρριψε όμως την απαίτηση της εφεσείουσας να διαγράψει το κόστος στοιχείου πάγιου ενεργητικού αναφορικά με την επιδιόρθωση/ανέγερση λυομένου κτιρίου του τροχοπεδιλοδρομίου (roller skating).

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενεργώντας αυτοδικαίως (ex proprio moto) απέρριψε την προσφυγή της εφεσείουσας ως εκπρόθεσμη. Τέ[*710]τοια προδικαστική ένσταση δεν είχε εγερθεί από τον εφεσίβλητο.

Η εφεσείουσα κατεχώρησε την παρούσα έφεση προσβάλλοντας την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη και επίσης την καταδίκη της σε έξοδα.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσίβλητου δεν υπεστήριξε την πρωτόδικη απόφαση και στους δύο λόγους έφεσης. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας μας κάλεσε, με τη σύμφωνη γνώμη της πλευράς του εφεσίβλητου, να παραμερίσουμε την πρωτόδικη απόφαση στο σύνολό της και να προχωρήσουμε στην εκδίκαση της ουσίας της προσφυγής.

Αφού εξετάσαμε τα στοιχεία του φακέλου καταλήξαμε όπως παραμερίσουμε την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη περιλαμβανομένης και της διαταγής ως προς τα έξοδα. Έτσι η προσφυγή οδηγήθηκε σε ακρόαση επί της ουσίας της στις 2.9.99.

Το επίδικο σημείο της προσφυγής είναι η απόφαση του Εφόρου να μην επιτρέψει τη διαγραφή του κόστους ανέγερσης του τροχοπεδιλοδρομίου ανερχόμενο στις £12.690,-. Ο λόγος που συνέτεινε στην απόφαση του Εφόρου είναι το γεγονός ότι το κτίριο δεν χρησιμοποιήθηκε καθόλου για τους σκοπούς της επιχείρησης. Ο Έφορος κατέληξε στο συμπέρασμά του αυτό αφού έλαβε υπόψη τους λογαριασμούς που υπέβαλε η εφεσείουσα για το 1990 και 1991 στους οποίους παρουσιάζετο το στοιχείο αυτό σαν “γη και κτίρια υπό κατασκευή” και η παραδοχή αργότερα από τους ελεγκτές της ότι το κτίριο αυτό ήταν υπό κατασκευή το 1990-91 και δεν χρησιμοποιήθηκε. Επίσης το εισόδημα της εφεσείουσας από το τροχοπεδιλοδρόμιο είχε μειωθεί σημαντικά κατά το 1990 και ήταν ανύπαρκτο κατά το 1991. Περαιτέρω η εφεσείουσα δεν προσεκόμισε οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το κτίριο χρησιμοποιήθηκε κατά τον επίδικο χρόνο παρόλο που ζητήθηκε από τον Έφορο με επιστολή του ημερ. 3.6.93.

Με τη γραπτή του αγόρευση στην προσφυγή ο ευπαίδευτος δικηγόρος της εφεσείουσας προβάλλει τρεις λόγους που οδηγούν, κατά την εισήγησή του, στην ακύρωση της επίδικης απόφασης. Πρώτο ότι η επίδικη απόφαση του Εφόρου αντίκειται στις πρόνοιες των Άρθρων 24 και 28 του Συντάγματος, δεύτερο ότι ο Έφορος δεν είχε προβεί στη δέουσα έρευνα για να καταλήξει στην απόφασή του και τρίτο ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.

Με δύο επιστολές τους ημερ. 11.6.93 και 1.9.93 οι ελεγκτές της [*711]εφεσείουσας, ενεργώντας εκ μέρους της, παραδέχθηκαν ότι το κτίριο-τροχοπεδιλοδρόμιο υπέστη ζημιές λόγω κακοκαιρίας και το 1990 άρχισαν εργασίες για επιδιόρθωση/αναστήλωσή του.  Οι εργασίες όμως αυτές σταμάτησαν λόγω της ανάκλησης από την αρμόδια αρχή της άδειας οικοδομής του κτιρίου κατά το έτος που έληξε στις 31.12.91.

Είναι η εισήγηση των αιτητών-εφεσειόντων ότι η απόφαση του Εφόρου ήταν αυθαίρετη και λήφθηκε χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα των γεγονότων ιδιαίτερα μετά την υποβολή εκ μέρους της, της ένστασης. Παραπονείται ότι ο Έφορος προχώρησε στην απόρριψη της ένστασης χωρίς να ζητήσει από την εφεσείουσα περαιτέρω πληροφορίες ή στοιχεία. Τούτο όμως ελέγχεται ως ανακριβές. Ο Έφορος με επιστολή του ημερ. 3.6.93 αναφερόμενος στην ένσταση της εφεσείουσας ζήτησε την προσκόμιση στοιχείων που να απεδείκνυαν τον ισχυρισμό της ότι το κτίριο χρησιμοποιήθηκε για τους σκοπούς της επιχείρησης τροχοπεδιλοδρομίου. Η εφεσείουσα, μέσω των ελεγκτών της, απάντησε στην πιο πάνω επιστολή του Εφόρου με επιστολή ημερ. 11.6.93 που αναφέρει τα εξής:-

“Όπως φαίνεται από τους λογαριασμούς της εταιρείας, στην έκθεση διευθυντών, μια από τις δραστηριότητες της εταιρείας ήταν η διατήρηση χώρου τροχοπεδιλοδρομιών (roller skating).

Κατά την περίοδο λειτουργίας του, το κτίριο υπέστη ζημιές λόγω κακοκαιρίας. Άρχισαν εργασίες για την επιδιόρθωση του κτιρίου το 1990 που αναστάληκαν λόγω της ανάκλησης της άδειας οικοδομής του κτιρίου κατά το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 1991.”.

Ο Έφορος τελικά επέβαλε τις επίμαχες φορολογίες αποστέλλοντας συνοδευτική επιστολή ημερ. 5.8.93 στην οποία περιέχεται και η αιτιολογία της επίδικης απόφασης. Η επιστολή έχει ως εξής:-

“Αναφέρομαι στην ένστασή σας κατά των φορολογιών φόρου εισοδήματος, έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τα έτη 1986 μέχρι 1991, καθώς και στην επιστολή μου με ημερομηνία 3 Ιουνίου 1993 και σας αναφέρω τα πιο κάτω:-

1.  Σχετικά με τη ζημιά από μεταφορά κατά την 1.1.1987 σας αναφέρω ότι το αίτημά σας έγινε αποδεκτό.

2.  Σχετικά με το κόστος του διαγραφέντος στοιχείου πάγιου [*712]ενεργητικού, μετά λύπης μου παρατηρώ ότι δεν έχετε προσκομίσει οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ισχυρισμό σας ότι το στοιχείο αυτό χρησιμοποιήθηκε στην επιχείρηση.

Ως εκ τούτου, με βάση τις αρχικές πληροφορίες που μου είχατε παράσχει ότι το κτίριο αυτό δεν χρησιμοποιήθηκε στην επιχείρηση, απεφάσισα όπως μη επιτρέψω τη διαγραφή του κεφαλαιουχικού αυτού στοιχείου.

Σας εσωκλείω ειδοποίηση για τελικές φορολογίες για τα πιο πάνω έτη και εφιστάται η προσοχή σας στην παράγραφο 4(β) της πιο πάνω ειδοποίησης με την οποία σας δίδεται το δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο της Δημοκρατίας εντός 75 ημερών από την ημερομηνία της ειδοποίησης αυτής.”.

Στους λογαριασμούς που υπέβαλε η εφεσείουσα μέχρι το έτος 1989 δεν παρουσίαζε στα στοιχεία πάγιου ενεργητικού ούτε κτίριο ούτε άλλη κατασκευή. Για πρώτη φορά, στους λογαριασμούς του 1990-91, παρουσίασε τέτοια στοιχεία κάτω από την επικεφαλίδα “Γη και κτίρια υπό κατασκευή” για το ολικό ποσό των £12.690,- που αποτελούσε την μέχρι τότε δαπάνη για επιδιόρθωση/αναστήλωση του τροχοπεδιλοδρομίου που καταστράφηκε λόγω των κακών καιρικών συνθηκών. Το νέο κτίριο ουδέποτε είχε αποπερατωθεί αφού ανεκόπη η πρόοδος του με διάταγμα δικαστηρίου που εκδόθηκε κατόπιν ποινικής υπόθεσης που καταχώρησε η αρμοδία αρχή του Δήμου Έγκωμης κατά της εφεσείουσας. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που πήρε ο Έφορος από τους ελεγκτές της εφεσείουσας το τροχοπεδιλοδρόμιο άρχισε αρχικά τις εργασίες του σε ενοικιαζόμενη γη στην οποία υπήρχαν υποστατικά.

Το επίδικο σημείο όπως διαγράφεται στην προσφυγή της εφεσείουσας είναι η άρνηση του Εφόρου να διαγράψει το κόστος της ανέγερσης του τροχοπεδιλοδρομίου ανερχόμενο στις £12.690,- για το λόγο ότι με βάση το άρθρο 12(2) του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου αρ. 58/61 (όπως τροποποιήθηκε) παραχωρείται έκπτωση για ετήσια φθορά στα κτίρια ή άλλα στοιχεία πάγιου ενεργητικού λόγω της χρήσης τους στην επιχείρηση.  Στην προκείμενη δε περίπτωση της εφεσείουσας το κτίριο δεν χρησιμοποιήθηκε στην επιχείρηση. Ο Έφορος κατέληξε στην απόφαση του αυτή αφού έλαβε υπόψη τους λογαριασμούς για τα έτη 1990-91, που η ίδια η εφεσείουσα παρουσίασε και στους οποιους αναφέρετο ως “γη και κτίρια υπό κατασκευή”. Επίσης, ο Έφορος έλαβε υπόψη την προφορική πληροφόρηση από τους ελεγκτές της εφεσείουσας [*713]ότι το υπό ανέγερση τροχοπεδιλοδρόμιο ουδέποτε χρησιμοποιήθηκε γιατί ήταν υπό κατασκευή. Η εφεσείουσα δε παρέλειψε να προσκομίσει στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το υπό ανέγερση κτίριο χρησιμοποιήθηκε από την επιχείρηση που ασκούσε παρ’ όλο που της ζητήθηκαν με επιστολή του Εφόρου ημερ. 3.6.93.

Το άρθρο 12(2) του περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμου αρ. 58/61 επιτρέπει την έκπτωση ευλόγου ποσού για τη μείωση αξίας και φθορά που υφίστανται τα στοιχεία πάγιου ενεργητικού από τη χρήση τους για τους σκοπούς της επιχείρησης. Το άρθρο 12(2) έχει ως εξής:-

“(2) Κατά τον προσδιορισμόν του φορολογητέου εισοδήματος προσώπου ασκούντος εμπορικήν ή βιομηχανικήν τινά επιχείρησιν, επιτήδευμα ή βιοτεχνίαν τινά, ελευθέριον ή άλλο τι επάγγελμα, ή παρέχοντος μισθωτάς υπηρεσίας, θα χορηγήται-

(α)   τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, έκπτωσις ευλόγου τινός ποσού διά την μείωσιν αξίας και φθοράν ην υφίστανται τα τοιαύτα στοιχεία ως εκ της χρήσεως αυτών εν τη εμπορική ή βιομηχανική επιχειρήσει, επιτηδεύματι ή βιοτεχνία, ελευθερίω ή άλλω επαγγέλματι, ή εν τη παροχή μισθωτών υπηρεσιών, κατά την διάρκειαν του έτους του αμέσως προηγουμένου του φορολογικού έτους ή, προκειμένου περί προσώπων παρεχόντων μισθωτάς υπηρεσίας, κατά την διάρκειαν του φορολογικού έτους.”.

Η παράγραφος (3) του ίδιου πιο πάνω άρθρου περί ετοιμασίας εξισωτικής κατάστασης εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που έχουν χορηγηθεί εκπτώσεις δυνάμει της παραγράφου (2) (πιο πάνω).

Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε υποθέσεις της φύσεως αυτής η εξουσία του Διοικητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της επίδικης απόφασης και δεν επεμβαίνει στην κρίση του αρμοδίου οργάνου, ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή, ούτε στην ουσιαστική κρίση της διοίκησης, εκτός εάν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ή υπέρβαση εξουσίας. Σαν θέμα γενικής αρχής η εκτίμηση των γεγονότων από τον Έφορο ευσταθεί σε όλες τις περιπτώσεις που βρίσκεται στο όριο του λογικά εφικτού. Αυτό είναι το σταθερό κριτήριο που έχει αποδεχθεί η νομολογία μας (Βλέπε: Γεωργιάδου v. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 659, Βαρναβίδης v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3376 και Δημοκρατία v. Λέρνη (1991) 3 Α.Α.Δ. 346).

[*714]Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση του Εφόρου να αρνηθεί τη διαγραφή του κόστους ανέγερσης του τροχοπεδιλοδρομίου ήταν εύλογα επιτρεπτή. Με τα γεγονότα που είχε ενώπιον του ο Έφορος η κατάληξη του ήταν ως θέμα λογικής συνέπειας δυνατή.

Ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι ο Έφορος δεν έλαβε υπόψη ούτε εξέτασε τους λόγους της ανακοπής της περάτωσης της ανέγερσης του τροχοπεδιλοδρομίου και κατά λογική συνέπεια της μη χρησιμοποίησης του κατά τον επίδικο χρόνο, κρίνεται ανεδαφικός. Ο Έφορος είχε ενώπιόν του τους λόγους αυτούς, που είναι η ανάκληση ή η μη παροχή άδειας οικοδομής από την αρμοδία αρχή, του Δήμου Έγκωμης, η οποία πέτυχε μάλιστα και σχετικό δικαστικό διάταγμα προς τούτο. Το γεγονός όμως αυτό ήταν άσχετο με το κρινόμενο από τον Έφορο θέμα σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή του άρθρου 12(2) του Νόμου.

Κατά συνέπεια οι δύο λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η εφεσείουσα, αυτών δηλαδή της παράλειψης του Εφόρου να διεξαγάγει δέουσα έρευνα και να αιτιολογήσει την απόφασή του, δεν ευσταθούν. Ο Έφορος ερεύνησε επαρκώς τα γεγονότα της υπόθεσης και ουδεμία πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ενεφιλοχώρησε στην απόφασή του. Θεωρούμε δε την αιτιολογία που δίδεται από τον Έφορο ως επαρκή και πειστική, συμπληρώνεται δε από τα στοιχεία του φακέλου.

Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης είναι ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι η επίδικη απόφαση παραβιάζει τα Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος. Στη γραπτή του αγόρευση ο δικηγόρος της εφεσείουσας παραθέτει απλώς τις αρχές που καθιερώνουν τα πιο πάνω Άρθρα, αλλά δεν αναπτύσσει καθόλου πού οι αρχές αυτές παραβιάσθησαν από την επίδικη απόφαση του Εφόρου.  Ούτε και ενώπιόν μας κατά την ακρόαση αναπτύχθηκε το θέμα αυτό. Εν πάση περιπτώσει, θεωρούμε ότι οι αρχές που καθιερώνουν τα Άρθρα 24 και 28 του Συντάγματος, δηλαδή η αρχή της συνεισφοράς εκάστου στα δημόσια βάρη αναλόγως των δυνάμεων του και η αρχή της ισότητας έναντι πάντων δεν έχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραβιασθεί από την επίδικη απόφαση του Εφόρου.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή της εφεσείουσας απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο