Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Γ. Ορφανού και Άλλοι (1999) 3 ΑΑΔ 724

(1999) 3 ΑΑΔ 724

[*724]8 Νοεμβρίου, 1999

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑOY, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

Γ. ΟΡΦΑΝΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΑΡΧHΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Eφεσίβλητης-Καθ’ ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2393)

 

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου–Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου — Υπάλληλοι — Συλλογική σύμβαση για μισθολογικές προσαυξήσεις υπαλλήλων που θα αποκτούσαν συγκεκριμένο προσόν μέσα σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα — Ορθά και νόμιμα δεν παραχωρήθηκε στους αιτητές, εφόσον το απέκτησαν εκτός χρονοδιαγράμματος — Δεν παραβιάστηκε η αρχή της ισότητας.

Οι εφεσείοντες επεδίωξαν με την έφεσή τους, ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης με την οποία η προσφυγή τους κατά της απόφασης της εφεσίβλητης να μην εγκρίνει αίτημά τους για πρόσθετες προσαυξήσεις επί του μισθού τους, είχε απορριφθεί.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Από τα πιο πάνω γεγονότα συνάγεται αμέσως πως δεν υπήρξε άνιση μεταχείριση των αιτητών, έναντι άλλων συναδέλφων τους που υπηρετούσαν στον ίδιο βαθμό, γιατί οι τελευταίοι απέκτησαν το σχετικό προσόν όπως προβλεπόταν στη σύμβαση, σε αντίθεση με τους αιτητές που πέτυχαν μεν στις εξετάσεις για απόκτησή του, αλλά μετά την καταληκτική ημερομηνία 31.12.91. Βεβαίως παίρνουν και αυτοί κανονικά τις προσαυξήσεις, μετά την απόκτηση του προσόντος, αλλά όχι τις επιταχυνόμενες, σύμφωνα με τους όρους της συλλογικής σύμβασης.

2.  Η επίδικη απόφαση αιτιολογείται. Η αιτιολογία είναι μεν ολιγόλογη αλλά συναρτάται με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθε[*725]σης. Η απάντηση ήταν απλή. Οι προσφεύγοντες δεν εδικαιούντο στο αίτημά τους, γιατί δεν πέρασαν τις εξετάσεις για την απόκτηση του προσόντος μέσα στο χρονοδιάγραμμα που πρόβλεπε η συλλογική σύμβαση. Η καταληκτική φράση στο πρακτικό της απόφασης πως “ο Γενικός Διευθυντής ανέπτυξε και προφορικά το θέμα παρέχοντας περαιτέρω λεπτομέρειες και εξηγήσεις”, την οποίαν ο δικηγόρος των αιτητών απομονώνει, για να εισηγηθεί πως αυτές οι λεπτομέρειες και εξηγήσεις δεν καταγράφονται στο πρακτικό, δεν έχει καμιά βαρύτητα στο ουσιαστικό μέρος της αιτιολογίας της απόφασης.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Παπαδόπουλος, Δ.) που δόθηκε στις 22 Νοεμβρίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 214/95) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή των αιτητών κατά της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση να απορρίψει το αίτημά τους για επιταχυνόμενη μισθολογική ανέλιξη για το λόγο ότι αυτοί δεν απέκτησαν τα προβλεπόμενα από τη συλλογική σύμβαση προσόντα μέσα στις καθορισθείσες χρονικές προθεσμίες.

Α.Σ.Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.

Κ.Χατζηϊωάννου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι υπάλληλοι της καθ’ ης η αίτηση, Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, με το βαθμό Τεχνικού I και II. Ισχυρίζονται πως, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 28 του Συντάγματος μας, τυγχάνουν άνισης μεταχείρισης έναντι άλλων συναδέλφων τους, που βρίσκονται στον ίδιο βαθμό και εκτελούν τα ίδια καθήκοντα, σε ό,τι αφορά τη μισθοδοσία τους, έτσι που οι αιτητές να βρίσκονται σε χαμηλότερες μισθολογικές κλίμακες. Η ΑΤΗΚ αντικρούει την εισήγηση περί ανισότητας. Από τα γεγονότα, που θα εκτεθούν παρακάτω, θα φανεί η ορθότητα της θέσης της Αρχής, με επακόλουθο να απορριφθεί η προσφυγή.

Στις 9.7.92 υπεγράφη  συλλογική σύμβαση μεταξύ της Αρχής και της ΕΠΟΕΤ, που αφορά, μεταξύ άλλων, σε πρόσθετες προ[*726]σαυξήσεις στους υπαλλήλους της Αρχής, που αποκτούν κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους προσόντα, και οι οποίοι προσλήφθηκαν (α) πριν από την 1.1.1980 και (β) μεταξύ 1.1.1980-31.5.85. Συμφωνήθηκε συγκεκριμένα πως η απόκτηση του πιστοποιητικού Full Technological Certificate of City and Guilds μέσα σε χρονοδιαγράμματα, που αναφέρονται στη σύμβαση, θα προσέδιδε στους επιτυχόντες επιταχυνόμενη μισθολογική ανέλιξη, προσαυξήσεις, ανάλογα με τα χρόνια που πέρασαν από την ημερομηνία πρόσληψης τους (5, 6, 9 και 12). Οι αιτητές δεν απέκτησαν το πιο πάνω πιστοποιητικό μέσα στις καθορισθείσες προθεσμίες, που η τελευταία ήταν όχι αργότερα της 31.12.91.

Από τα πιο πάνω γεγονότα συνάγεται  αμέσως πως δεν υπήρξε άνιση μεταχείριση των αιτητών, έναντι άλλων συναδέλφων τους που υπηρετούσαν στον ίδιο βαθμό, γιατί οι τελευταίοι απέκτησαν το σχετικό προσόν όπως προβλεπόταν στη σύμβαση, σε αντίθεση με τους αιτητές που πέτυχαν μεν στις εξετάσεις για απόκτησή του, αλλά μετά την καταληκτική ημερομηνία, 31.12.91.  Βεβαίως παίρνουν και αυτοί κανονικά τις προσαυξήσεις, μετά την απόκτηση του προσόντος, αλλά όχι τις επιταχυνόμενες, σύμφωνα με τους όρους της συλλογικής σύμβασης.

Ο δικηγόρος των αιτητών εισηγείται, επίσης, πως η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Στο σχετικό πρακτικό, σημειώνονται, για την ουσία του θέματος, τα εξής:

«O Γενικός Διευθυντής αναφέρει ότι σχετικό θέμα είχε τεθεί στη Συλλογική Σύμβαση της 31.5.1985 και είχε ρυθμιστεί με βάση τα πρακτικά της Ανωτέρας Μικτής Επιτροπής της 9.7.1992 και εισηγείται να απορριφθεί το αίτημα, διότι η περίπτωση των υπαλλήλων αυτών δεν εμπίπτει στη ρύθμιση, αφού έχουν παρέλθει προ πολλού χρόνου οι ταχθείσες προθεσμίες.»

Έχουμε τη γνώμη πως η επίδικη απόφαση αιτιολογείται. Η αιτιολογία είναι μεν ολιγόλογη αλλ συναρτάται με τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης. Η απάντηση ήταν απλή. Οι προσφεύγοντες δεν εδικαιούντο στο αίτημά τους, γιατί δεν πέρασαν τις εξετάσεις για την απόκτηση του προσόντος μέσα στο χρονοδιάγραμμα  που πρόβλεπε η συλλογική σύμβαση. Η καταληκτική φράση στο πρακτικό της απόφασης πως «ο Γενικός Διευθυντής ανέπτυξε και προφορικά το θέμα παρέχοντας περαιτέρω λεπτομέρειες και εξηγήσεις», την οποίαν ο δικηγόρος των αιτητών απομονώνει, για να εισηγηθεί πως αυτές οι λεπτομέρειες και [*727]εξηγήσεις δεν καταγράφονται στο πρακτικό, δεν έχει καμιά βαρύτητα στο ουσιαστικό μέρος της αιτιολογίας της απόφασης, όπως την καταγράφουμε πιο πάνω.  Θα πρέπει επίσης να παρατηρήσουμε πως το ζήτημα δημιουργήθηκε από τους ίδιους τους αιτητές, που αξίωσαν να έχουν επιταχυνόμενες προσαυξήσεις όπως οι συνάδελφοι τους που πέτυχαν στις εξετάσεις, όπως πρόβλεπε η σύμβαση. Ακολούθησαν επαφές και διαπραγματεύσεις με την Αρχή, στις οποίες παρενέβη και ο δικηγόρος τους.  Η διαφορά που προέκυψε βασιζόταν σε απλές διϊστάμενες θέσεις, γνωστές και στις δύο πλευρές. Η δε θέση της Αρχής εκφράστηκε στην επίδικη απόφασή της, ημερομηνίας 13.12.94.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο