Γιάλλουρος Σπύρος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ 878

(1999) 3 ΑΑΔ 878

[*878]23 Δεκεμβρίου, 1999

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΛΛΟΥΡΟΣ,

Εφεσείων,

v.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2400)

 

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Υπάλληλοι — Διορισμοί / Προαγωγές — Κανονισμοί 13(2) και 13(4) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, Κ.Δ.Π. 291/86 — Θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής πληρούται κατ’ αρχήν από εσωτερικούς υποψηφίους με προαγωγή ή μετάθεση — Η θέση πληρούται με διορισμό μόνο αν δεν υπάρχουν υποψήφιοι προσοντούχοι για προαγωγή — Υποψήφιος που δεν είχε τα προσόντα για προαγωγή στερείται εννόμου συμφέροντος προσβολής των προαχθέντων στη θέση.

Ο εφεσείων, ο οποίος διεκδίκησε την επίδικη θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση, με την οποία η προσφυγή του απορρίφθηκε λόγω έλλειψης ενννόμου συμφέροντος, εφόσον ο ίδιος δεν κατείχε τα προσόντα για προαγωγή ως τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία κατέλαβαν την θέση με προαγωγή.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι ο Κανονισμός 13(2) δημιουργεί τρία επίπεδα. Σε θέσεις προαγωγής και πρώτου διορισμού η θέση πληρούται, αν υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι, με προαγωγή. Αν δεν υπάρχουν, τότε εξετάζεται κατά πόσο υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι στους υπάλληλους της Αρχής. Τέλος, αν δεν υπάρχουν υπαλλήλοι της Αρχής που κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα δημοσιεύεται η θέση και πληρούται με εξωτερικούς υποψηφίους.

[*879]Με την αντιμετώπιση του πρωτόδικου δικαστηρίου συμφώνησε και η Ολομέλεια στην Υπόθεση Γιάλλουρος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 403, στην οποία αποφασίστηκε ότι η ερμηνεία και ο συσχετισμός των προνοιών των Κανονισμών 11 και 13, όπως εξετάστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στην παρούσα προσφυγή, ήταν ορθή. Η Ολομέλεια συμφώνησε ότι θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής μπορεί να πληρωθούν με διορισμό, μόνο εφόσον καθίσταται αδύνατη η πλήρωσή τους με προαγωγή ή μετάθεση.

Η ερμηνεία που δόθηκε στο θέμα από την Ολομέλεια είναι δεσμευτική. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, δεν μας ζήτησε να αποστούμε από την απόφαση Γιάλλουρος ν. Α.Η.Κ. ανωτέρω, αν και μας κάλεσε να δεχτούμε ότι δεν είναι ορθή. Όπως κι αν έχουν όμως τα πράγματα, δεν έχει αποδειχθεί ή ύπαρξη των προϋποθέσεων που θέτει η νομολογία για ανατροπή προηγούμενης απόφασης.

Ανεξάρτητα όμως από τα πιο πάνω, η ερμηνεία που δόθηκε από το Συμβούλιο της Αρχής, που είναι και το διορίζον όργανο, στους Κανονισμούς 11 και 13 είναι εύλογη και η πρωτόδικη απόφαση ορθή. Υποστηρίζεται δε εξ άλλου και από τη διατύπωση των Κανονισμών.

Κυρίως επισημαίνεται ότι ο Κανονισμός 13 καθορίζει τον τρόπο πλήρωσης κενής θέσης προαγωγής ή πρώτου διορισμού και προαγωγής, προβλέποντας ότι οι θέσεις αυτές πληρούνται με προαγωγή ή μετάθεση. Στη συνέχεια προβλέπεται με τον Κανονισμό 13(4) με ποιο τρόπο η θέση πληρούται, αν δεν υπάρχουν υπάλληλοι της Αρχής που κατέχουν τα προσόντα.

Το γεγονός ότι στον Κανονισμό προβλέπεται ότι η θέση πληρούται ύστερα από εσωτερική γνωστοποίηση στην οποία καθορίζεται η θέση και ο τόπος εργασίας, αποδεικνύει την πρόθεση, όπως η θέση να απευθύνεται αρχικά στους υπαλλήλους της Αρχής και ύστερα στους εξωτερικούς αιτητές. Αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, θα υπήρχε πρόνοια και για τον τρόπο υποβολής αίτησης από τους υποψηφίους που δεν υπηρετούν στην Αρχή.

Ορθά κρίθηκε ότι οι σχετικοί Κανονισμοί αποκλείουν όταν υπάρχουν υποψήφιοι για προαγωγή, υποψηφίους για πρώτο διορισμό, είτε αυτοί προέρχονται από τις τάξεις της Αρχής, είτε είναι εξωτερικοί αιτητές. Συνεπώς είναι ορθή και η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο αιτητής δεν μπορεί να συνυπολογίζεται σε μια τέτοια περίπτωση ως υποψήφιος και άρα στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη προαγωγή.

[*880]Το Δικαστήριο ασκώντας το καθήκον του ελέγχου της νομιμότητας της πράξης, ερμηνεύοντας τους Κανονισμούς, δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώσει την προσβαλλόμενη απόφαση.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Γιάλλουρος v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 403,

Γιάλλουρου v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 868/93 κ.ά., ημερ. 5.12.95,

Μαυρογένης v. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.ά. (Αρ. 3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 315,

Βύρωνας v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 77.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Νικολάου, Δ.) που δόθηκε στις 13 Δεκεμβρίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 154/96) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή Προσωπικού ως στερούμενου έννομου συμφέροντος προσβολής της.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Κ. Στιβαρού για Γ. Κακογιάννη, για την Εφεσίβλητη.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Tην απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Mε εσωτερική γνωστοποίηση ημερ. 23.2.1995 οι εφεσίβλητοι προκήρυξαν την πλήρωση κενής θέσης Διευθυντή Προσωπικού. Η θέση σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής.

Στη γνωστοποίηση ανταποκρίθηκαν οκτώ υπάλληλοι της Αρ[*881]χής. Πέντε από αυτούς κατείχαν την αμέσως κατώτερη της υπό πλήρωση θέση και συνεπώς την διεκδικούσαν ως θέση προαγωγής, ενώ τρεις, μεταξύ των οποίων και ο εφεσείων, την διεκδικούσαν ως θέση πρώτου διορισμού.

Το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ’ ων η αίτηση σε τακτική του συνεδρία ημερ. 21.3.1995, αποφάσισε ότι με βάση τους ισχύοντες κανονισμούς η θέση θα έπρεπε να πληρωθεί με προαγωγή ή μετάθεση εφ’ όσον υπήρχε κατάλληλος υποψήφιος που υπηρετούσε στην αμέσως κατώτερη θέση και μόνο στην αντίθετη περίπτωση θα ανέτρεχε στην αξιολόγηση των υπαλλήλων που διεκδικούσαν τη θέση ως πρώτου διορισμού. Στη συνέχεια, μια και υπήρχαν πέντε υποψήφιοι που υπηρετούσαν στην αμέσως κατώτερη θέση, προχώρησε στην επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους, που ήταν ένας από αυτούς.

Η προαγωγή προσβλήθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι εν όψει της διατύπωσης των κανονισμών, ορθά το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής δεν εξέτασε τους υποψήφιους για πρώτο διορισμό και συνεπώς ο εφεσείων δεν είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση.

Η παρούσα έφεση περιορίζεται στο ερώτημα που τέθηκε με την προδικαστική ένσταση, κατά πόσο δηλαδή ο εφεσείων κέκτειται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους.

Η πλήρωση κενής θέσης προαγωγής ή πρώτου διορισμού και προαγωγής ρυθμίζεται από τον Κανονισμό 13(2) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, Κ.Δ.Π. 291/86. Ο Κανονισμός προβλέπει ότι κενή θέση προαγωγής και πρώτου διορισμού πληρούται διά της προαγωγής ή μετάθεσης υπαλλήλου, ως θα είναι η περίπτωση, ύστερα από εσωτερική γνωστοποίηση. 

Ο Κανονισμός 13(4) προβλέπει ότι όταν θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής δεν μπορεί να πληρωθεί λόγω μη ύπαρξης υποψηφίου από τους εκάστοτε υπηρετούντες υπαλλήλους που κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα, η Αρχή μπορεί να πληρώσει τη θέση διά του διορισμού ατόμου που δεν υπηρετεί στην Αρχή.

Θέσεις πρώτου διορισμού και  προαγωγής είναι εκείνες στις οποίες μπορούν να διοριστούν πρόσωπα που δεν τελούν στην υπηρεσία ή στην οποία μπορούν να διοριστούν ή προαχθούν [*882]υπάλληλοι (Κανονισμός 11 (1) (β). “Διορισμός”, σύμφωνα με τον Κανονισμό 10, σημαίνει την απονομή θέσης σε πρόσωπο μη τελούν στην υπηρεσία ή την απονομή σε υπάλληλο θέσης άλλης από αυτήν που κατέχει και η οποία δεν αποτελεί προαγωγή ή εναλλαγή. “Προαγωγή” σημαίνει την προαγωγή υπαλλήλου από κατώτερη θέση στην αμέσως ανώτερη.

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι ο Κανονισμός 13 (2)  δημιουργεί τρία επίπεδα. Σε θέσεις προαγωγής και πρώτου διορισμού η θέση πληρούται, αν υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι, με προαγωγή. Αν δεν υπάρχουν, τότε εξετάζεται κατά πόσο υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι στους υπάλληλους της Αρχής. Τέλος, αν δεν υπάρχουν υπάλληλοι της Αρχής που κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα, δημοσιεύεται η θέση και πληρούται με εξωτερικούς υποψήφιους. 

Με την αντιμετώπιση του πρωτόδικου δικαστηρίου συμφώνησε και η Ολομέλεια στην υπόθεση Γιάλλουρος v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 403, στην οποία αποφασίστηκε ότι η ερμηνεία και ο συσχετισμός των προνοιών των Κανονισμών 11 και 13, όπως εξετάστηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο στην παρούσα προσφυγή, ήταν ορθή. Η Ολομέλεια συμφώνησε ότι θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής μπορεί να πληρωθούν με διορισμό, μόνο εφ’ όσον καθίσταται αδύνατη η πλήρωσή τους με προαγωγή ή μετάθεση. Η αντίθετη άποψη που διατυπώθηκε από τον Κούρρη, Δ. στη Γιάλλουρου v. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 868/93 κ.ά., ημερ. 5.12.1995, δεν υιοθετήθηκε.

Η ερμηνεία που δόθηκε στο θέμα από την Ολομέλεια είναι δεσμευτική. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, δεν μας ζήτησε να αποστούμε από την απόφαση Γιάλλουρος v. Α.Η.Κ., ανωτέρω, άνκαι μας κάλεσε να δεχτούμε ότι δεν είναι ορθή. Όπως κι αν έχουν όμως τα πράγματα, δεν έχει αποδειχθεί η ύπαρξη των προϋποθέσεων που θέτει η νομολογία για ανατροπή προηγούμενης απόφασης (Μαυρογένης v. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 315 και Βύρωνας v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 77).

Ανεξάρτητα όμως από τα πιο πάνω, η ερμηνεία που δόθηκε από το Συμβούλιο της Αρχής, που είναι και το διορίζον όργανο, στους Κανονισμούς 11 και 13 είναι εύλογη και η πρωτόδικη απόφαση ορθή. Υποστηρίζεται δε εξ άλλου και από τη διατύπωση των Κανονισμών.

[*883]Κυρίως επισημαίνεται ότι ο Κανονισμός 13 καθορίζει τον τρόπο πλήρωσης κενής θέσης προαγωγής ή πρώτου διορισμού και προαγωγής, προβλέποντας ότι οι θέσεις αυτές πληρούνται με προαγωγή ή μετάθεση. Στη συνέχεια προβλέπεται με τον Κανονισμό 13(4) με ποιό τρόπο η θέση πληρούται αν δεν υπάρχουν υπάλληλοι της Αρχής που κατέχουν τα προσόντα.

Το γεγονός ότι στον Κανονισμό προβλέπεται ότι η θέση πληρούται ύστερα από εσωτερική γνωστοποίηση στην οποία καθορίζεται η θέση και ο τόπος εργασίας, αποδεικνύει την πρόθεση η θέση να απευθύνεται αρχικά στους υπάλληλους της Αρχής και ύστερα στους εξωτερικούς αιτητές. Αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, θα υπήρχε πρόνοια και για τον τρόπο υποβολής αίτησης από τους υποψήφιους που δεν υπηρετούν στην Αρχή.

Ορθά κρίθηκε ότι οι σχετικοί Κανονισμοί αποκλείουν όταν υπάρχουν υποψήφιοι για προαγωγή, υποψήφιους για πρώτο διορισμό, είτε αυτοί προέρχονται από τις τάξεις της Αρχής, είτε και είναι εξωτερικοί αιτητές. Συνεπώς είναι ορθή και η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι ο αιτητής δεν μπορεί να συνυπολογίζεται σε μια τέτοια περίπτωση ως υποψήφιος και άρα στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη προαγωγή. 

Όσο κι αν ξενίζει η διευθέτηση αυτή, αφού ενώ επιτρέπεται σε αιτητή να υποβάλει έγκυρη αίτηση ως υποψήφιος για τη θέση για πρώτο διορισμό, αποκλείεται από την περαιτέρω διαδικασία και θεωρείται ότι δεν έχει καν έννομο συμφέρον, εν τούτοις, η ρύθμιση αυτή προκύπτει από τους Κανονισμούς. Η πρόνοια των Κανονισμών είναι σαφής. Το Δικαστήριο ασκώντας το καθήκον του ελέγχου της νομιμότητας της πράξης, ερμηνεύοντας τους Κανονισμούς δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώσει την προσβαλλόμενη απόφαση.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο