Mεγάλεμου Iωάννης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 667

(2000) 3 ΑΑΔ 667

[*667]20 Νοεμβρίου, 2000

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΕΓΑΛΕΜΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Eφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2591)

 

Οι περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1990 - 1995 (Κ.Π.Δ. 143/90) ― Κανονισμός 5Α ― Προθεσμία υποβολής αιτήματος και παραγραφή του δικαιώματος ― Εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του Άρθρου 76 του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (Ν.10/69).

Το αίτημα του εφεσείοντα για αναγνώριση υπηρεσίας, απορρίφθηκε ως υποβληθέν εκπρόθεσμα, κατά παράβαση του Κανονισμού 5Α των σχετικών Κανονισμών. Στα πλαίσια της προσφυγής ο ισχυρισμός πως ο Κανονισμός 5Α ήταν ultra vires του Άρθρου 76 του Νόμου, απορρίφθηκε. Επαναλήφθηκε ο ίδιος ισχυρισμός κατ’ έφεση.

Η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Θέμα σχετιζόμενο με την εγκυρότητα του Κ 5Α, αναφορικά με τον περιορισμό του χρόνου διεκδίκησης του δικαιώματος για αναγνώριση προϋπηρεσίας εγέρθηκε και στην προσφυγή Ονουφρίου v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 1028/97 – 17.2.2000. Ο Αρτεμίδης Δ,. ο οποίος επιλήφθηκε της υπόθεσης διατύπωσε τη διαφωνία του με την πρωτόδικη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο επίμαχο ζήτημα που επιλαμβάνεται το Δικαστήριο σ’ αυτή την έφεση. Υποδεικνύει ότι η εμβέλεια του Αρθρου 76 του Νόμου περιορίζεται στη ρύθμιση θεμάτων που άπτονται της εφαρμογής του νόμου προς καλύτερη ή [*668]πληρέστερη ευόδωση των σκοπών του. Δεν εκτείνεται όμως η ρυθμιστική εξουσία η οποία παρέχεται σε περιορισμό δικαιωμάτων ή την παραγραφή τους όπως επιχειρείται με τον Κ 5Α. Ο Νόμος δεν παρέχει εξουσία για τη θεσμοθέτηση κανόνα χρονικά ανατρεπτικού για τη διεκδίκηση του παρεχόμενου δικαιώματος· οπόταν η γενομένη με τον Κ 5Α, ρύθμιση κρίθηκε ότι εξερχόταν των προνοιών του εξουσιοδοτικού νόμου με επακόλουθο την ακυρότητά της.

Το ερώτημα το οποίο έθεσε το πρωτόδικο δικαστήριο στην προκείμενη υπόθεση προς κρίση της εγκυρότητας του Κ 5Α, έρχεται σε αντίθεση με την αρχή που διέπει την εγκυρότητα δευτερογενούς νομοθεσίας. Με το τεθέν ερώτημα συναρτάται η εγκυρότητα του κανονισμού με τη μη απαγόρευση της ρύθμισης η οποία γίνεται και όχι με την ύπαρξη ρητής εξουσιοδότησης στο Νόμο για το διακανονισμό του θέματος το οποίο πραγματεύεται, που αποτελεί το κριτήριο για την θεώρηση του παραδεκτού του.

Κατάληξή του Δικαστηρίου είναι ότι ο Κανονισμός 5Α, εκδόθηκε εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του νόμου και ως εκ τούτου ο χρονικός περιορισμός ο οποίος τίθεται υπό μορφή παραγραφής του δικαιώματος διεκδίκησης προϋπηρεσίας, είναι άκυρος. Αναπόφευκτος καθίσταται ο παραμερισμός της πρωτόδικης απόφασης και παρεπόμενα η ακύρωση της επίδικης διοικητικής πράξης, η οποία θεμελιώνεται στον ανυπόστατο, όπως διαπιστώθηκε, Κανονισμό 5Α.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Police and Theodhoros Nicola Hondrou and Another (1962) 3 R.S.C.C. 82,

Malachtou v. Attorney-General (1981) 1 C.L.R. 543,

Ethnikos v. K.O.A. (1984) 3 C.L.R. 1150,

Savva v. Republic (1986) 3 C.L.R. 445,

Κρονίδου v. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1994) 3 Α.Α.Δ. 530,

Ονουφρίου v. Δημοκρατίας, Υπ. αρ. 1028/97, ημερ. 17.2.2000.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του [*669]Ανωτάτου Δικαστηρίου (Γ. Χρυσοστομής, Δ.) στην Υπόθεση Αρ. 594/96, ημερ. 21/1/98, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόρριψης του αιτήματός του για αναγνώριση της προϋπηρεσίας του στο Frederick Institute of Technology, όπου υπηρέτησε από το 1987-1993.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την εγκυρότητα του Κανονισμού 5Α, των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1990 - 1995 (Κ.Δ.Π. 143/90, όπως διαμορφώθηκε  με τις Κ.Δ.Π. 185/92 και 306/95) - (οι Κανονισμοί), κάτω από το πρίσμα του εξουσιοδοτικού νόμου του άρθρου 76 του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου Ν.10/69 (ο Νόμος),  καλούμεθα πρωτίστως να αποφασίσουμε.

Ο Κ5Α., προβλέπει ότι, αίτημα προς αναγνώριση προϋπηρεσίας (σε σχολεία άλλα από τα δημόσια), μαζί με τα στοιχεία που το τεκμηριώνουν, υποβάλλεται από τον αιτούντα κατά το χρόνο του μόνιμου διορισμού του στην εκπαιδευτική υπηρεσία, ή μέσα σε ένα χρόνο από την ημερομηνία εκείνη. Αίτημα προς αναγνώριση προϋπηρεσίας υποβαλλόμενο έξω από το καθορισμένο χρονικό πλαίσιο δεν αναγνωρίζεται, (Κ5Α.(2)). Κατ’ ουσία το δικαίωμα διαγράφεται.

Ο Νόμος αναγνωρίζει προϋπηρεσία εκπαιδευτικού για τους ακόλουθους σκοπούς:

(α) Τον καταρτισμό της σειράς προτεραιότητας υποψηφίων για διορισμό στην εκπαιδευτική υπηρεσία (πίνακας διοριστέων, άρθρο 28Β).

(β) Τον καθορισμό της αρχαιότητας των εκπαιδευτικών και αποτίμησής της σε μονάδες για σκοπούς προαγωγής - άρθρο 35Β(4).

(γ) Την παροχή προσαυξήσεων (αυτή η πτυχή του θέματος [*670]δεν ηγέρθη και δεν μας έχει απασχολήσει).

Ο εφεσείων δεν υπέβαλε αίτημα για την αναγνώριση προϋπηρεσίας μέσα στην καθοριζόμενη από τον Κ5Α, περίοδο· αίτημα για το σκοπό αυτό υπέβαλε το 1996 μετά την αναγνώριση της σχολής στην οποία υπηρέτησε μεταξύ 1987-1993, Frederick Institute of Technology. Καθώς φαίνεται το εν λόγω εκπαιδευτικό ίδρυμα έτυχε αναγνώρισης, για σκοπούς προϋπηρεσίας, το 1996, μετά την τροποποίηση του Κ3.(1)(δ) το 1995 (Κ.Δ.Π. 306/95), στο πλαίσιο των αναδιαρθρωμένων διατάξεών του.

Ο εφεσείων διορίστηκε στη δημόσια υπηρεσία (επί μονίμου βάσεως), ως καθηγητής των μαθηματικών την 1η Σεπτεμβρίου 1994. Τον προηγούμενο χρόνο υπηρέτησε επί συμβάσει στην ίδια θέση. Το αίτημά του (αναγνώριση προϋπηρεσίας) απορρίφθηκε από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ως εκπρόθεσμο κατ’ επίκληση των διατάξεων του Κ5Α. Η εισήγηση του εφεσείοντος ότι ο χρονικός περιορισμός του ενός έτους μπορούσε να  ισχύσει μόνο σε σχέση με προϋπηρεσία η οποία ήταν δυνατό να αναγνωριστεί κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος, απορρίφθηκε ως ανεδαφική.

Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι κάθε αίτημα προς αναγνώριση προϋπηρεσίας έπρεπε να υποβληθεί μέσα στη χρονική περίοδο του ενός έτους ανεξάρτητα από το βάσιμό του ή τις προοπτικές αποδοχής του. Δεν θα επεκταθούμε σε ερωτηματικά τα οποία θα μπορούσαν να διατυπωθούν με αναφορά σε ερμηνευτικούς κανόνες της νομοθεσίας ως προς την ορθότητα αυτής της πτυχής της απόφασης. Θα επικεντρωθούμε στο παραδεκτό της διαγραφής ή παραγραφής του δικαιώματος που παρέχει ο νόμος για αναγνώριση προϋπηρεσίας μετά την παρέλευση της χρονικής περιόδου η οποία τάσσεται από τον Κ5Α. Το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι, εάν και κατά πόσο ο εξουσιοδοτικός νόμος παρέχει εξουσία για τον περιορισμό μέσω δευτερογενούς νομοθεσίας του δικαιώματος για αναγνώριση προϋπηρεσίας, με αναφορά στη χρονική περίοδο μέσα στην οποία διεκδικείται. Εξουσία προς έκδοση δευτερογενούς νομοθεσίας παρέχεται από το άρθρο 76 του Νόμου.

Το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε ότι:

«Το άρθρο αυτό (εννοείται το άρθρο 76) είναι πολύ γενικό και δεν περιέχει απαγορευτική διάταξη ως προς τον ορισμό οποιασδήποτε προθεσμίας.»

Επομένως δεν παρεμβαλλόταν οποιοδήποτε κώλυμα ή περιο[*671]ρισμός στη θεσμοθέτηση των περιοριστικών διατάξεων του Κ5Α, εξ’ ου και ο Κ5Α, κρίθηκε έγκυρος.

Στην Police and Theodhoros Nicola Hondrou And Another (1962) 3 R.S.C.C. 82, διαπιστώθηκε ότι στο πλαίσιο των συνταγματικών διατάξεων, περιλαμβανομένης της κανονιστικής εξουσίας του Υπουργικού Συμβουλίου αναφορικά με την εκτέλεση των νόμων, είναι παραδεκτή η εκχώρηση εξουσίας προς έκδοση δευτερογενούς νομοθεσίας, κυρίως σε σχέση με τον προσδιορισμό τύπων και τον τρόπο και πλαίσιο εφαρμογής του νόμου.  Συμπλέκεται, σε κάποιο βαθμό, η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου προς έκδοση δευτερογενούς νομοθεσίας με τη γενική εξουσία του προς εκτέλεση των νόμων. Όρο για την έκδοση δευτερογενούς νομοθεσίας αποτελεί ρητή νομοθετική εξουσιοδότηση και προϋπόθεση για τη διαμόρφωση του περιεχομένου της, ο ακριβής προσδιορισμός του αντικειμένου της ρύθμισης.

Στη Malachtou v. Attorney-General (1981) 1 C.L.R. 543, διαγράφονται οι προϋποθέσεις για την έγκυρη θεσμοθέτηση δευτερογενούς νομοθεσίας: (σ.548)

«Α body to which power is delegated to legislate must derive authority from the provisions of the enabling enactment, and any attempt to by-pass or transgress the limits set thereto will be struck down as ultra-vires. They cannot infer the existence of any authority to legislate, other than that expressly conferred by law, and must, therefore confine themselves to the four corners of the enabling enactment. Any relaxation of this approach would certainly undermine the system of separation of powers that pervades our system of law and finds expression in the Constitution.»

Διαφωτιστικές επί του ιδίου θέματος είναι και οι αποφάσεις, Ethnikos v. K.O.A. (1984) 3 C.L.R. 1150· Savva v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 445· Kρονίδου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1994) 3 Α.Α.Δ. 530.

Το άρθρο 76 του Νόμου, παρέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο εξουσία να προβαίνει στην έκδοση Κανονισμών για δύο βασικά σκοπούς:

(α) Την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου, και

(β) Τη ρύθμιση θεμάτων που άπτονται της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας και της Υπηρεσίας Εκπαιδευτικών Λειτουργών.

[*672]Εξειδικεύεται μεταξύ άλλων από το άρθρο 76 του Νόμου, ότι μπορεί μέσω της κανονιστικής οδού να ρυθμιστεί κάθε θέμα που χρήζει ή είναι επιδεκτικό καθορισμού, περιλαμβανομένων:

(α)               Τύπων και δικαιωμάτων.

(β)               Εργάσιμων ωρών και αργιών, και

(γ)               Επιθεωρήσεων και βαθμολογήσεων του εκπαιδευτικού προσωπικού.

Θέμα σχετιζόμενο με την εγκυρότητα του Κ5Α, αναφορικά με τον περιορισμό του χρόνου διεκδίκησης του δικαιώματος για αναγνώριση προϋπηρεσίας ηγέρθηκε και στην προσφυγή Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 1028/97 - 17.2.2000. Ο Αρτεμίδης Δ., ο οποίος επιλήφθηκε της υπόθεσης διατύπωσε τη διαφωνία του με την πρωτόδικη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο επίμαχο ζήτημα που επιλαμβανόμεθα σ’ αυτή την έφεση. Υποδεικνύει ότι η εμβέλεια του άρθρου 76 του Νόμου περιορίζεται στη ρύθμιση θεμάτων που άπτονται της εφαρμογής του νόμου προς καλύτερη ή πληρέστερη ευόδωση των σκοπών του. Δεν εκτείνεται όμως η ρυθμιστική εξουσία η οποία παρέχεται σε περιορισμό δικαιωμάτων ή την παραγραφή τους όπως επιχειρείται με τον Κ5Α. Ο Νόμος δεν παρέχει εξουσία για τη θεσμοθέτηση κανόνα χρονικά ανατρεπτικού για τη διεκδίκηση του παρεχόμενου δικαιώματος· οπόταν η γενομένη με τον Κ5Α, ρύθμιση κρίθηκε ότι εξερχόταν των προνοιών του εξουσιοδοτικού νόμου με επακόλουθο την ακυρότητά της. Όπως υποδεικνύεται στην απόφαση του Αρτεμίδη, Δ.:

«Τέτοια εξουσιοδότηση δεν δίδεται από το άρθρο 76 του Νόμου, ούτε από οποιαδήποτε άλλη πρόνοιά του. Η γενικότητα του άρθρου εξουσιοδοτεί μεν τη θέσπιση κανονισμών για την καλύτερη εφαρμογή του Νόμου και ρύθμιση της Ε.Ε.Υ., της εκπαιδευτικής υπηρεσίας και λειτουργούς της, όχι όμως και την διά ανατρεπτικής προθεσμίας εξάλειψη δικαιωμάτων που δημιουργεί. Ο επίμαχος, επομένως, Κανονισμός 5Α θεσπίστηκε καθ’ υπέρβαση της εξουσιοδότησης του Νόμου και ως εκ τούτου δεν εφαρμόζεται.»

Το ερώτημα το οποίο έθεσε το πρωτόδικο δικαστήριο στην προκείμενη υπόθεση προς κρίση της εγκυρότητας του Κ5Α, έρχεται σε αντίθεση με την αρχή που διέπει την εγκυρότητα δευτερογενούς νομοθεσίας. Με το τεθέν ερώτημα συναρτάται η εγκυρότητα του κανονισμού με τη μη απαγόρευση της ρύθμισης η οποία γίνεται και όχι με την ύπαρξη ρητής εξουσιοδότησης στο Νόμο [*673]για το διακανονισμό του θέματος το οποίο πραγματεύεται, που αποτελεί το κριτήριο για την θεώρηση του παραδεκτού του.

Κατάληξή μας είναι ότι ο Κανονισμός 5Α, εκδόθηκε εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του νόμου και ως εκ τούτου ο χρονικός περιορισμός ο οποίος τίθεται υπό μορφή παραγραφής του δικαιώματος διεκδίκησης προϋπηρεσίας, είναι άκυρος.  Αναπόφευκτος καθίσταται ο παραμερισμός της πρωτόδικης απόφασης και παρεπόμενα η ακύρωση της επίδικης διοικητικής πράξης η οποία θεμελιώνεται στον ανυπόστατο, όπως έχουμε διαπιστώσει, Κανονισμό Κ5Α.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα κατ’ έφεση και πρωτοδίκως.  Η επίδικη διοικητική απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της βάσει του Άρθρου 146.4(β).

H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο