Θρασυβούλου Hρακλής ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 698

(2000) 3 ΑΑΔ 698

[*698]30  Νοεμβρίου, 2000

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΗΡΑΚΛΗΣ ΘΡΑΣΥΒΟYΛΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2570)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Συστάσεις Προϊστάμενου ― Απόκλιση της ΕΔΥ απαιτεί ειδική αιτιολογία ― Ακύρωση της απόφασης λόγω παράλειψης αιτιολογίας της ΕΔΥ για την απόκλιση, δεν δημιούργησε δεδικασμένο, ως προς τη νομιμότητα της σύστασης.

Προσφυγή βάσει του Αρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακύρωσης ― Έννομο συμφέρον ― Ο αιτητής δεν μπορεί να προβάλλει ισχυρισμούς ακυρότητας κατά ενδιάμεσων αποφάσεων, που ουσιαστικά ήταν προς όφελός του ― Εν προκειμένω τέτοια η απόφαση παραμερισμού της αρχικής σύστασης και κλήσης του νέου Διευθυντή να δώσει νέες συστάσεις σε υπόθεση προαγωγής ― Η δεύτερη σύσταση ήταν ευνοϊκότερη για τον αιτητή.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Αιτιολογία ― Πρόσδοση βαρύτητας στην υπεροχή σε αξία, παρά στην μικρή αρχαιότητα και τα πρόσθετα προσόντα, εύλογη.

Ο εφεσείων που είχε επιτύχει σε παλαιότερη προσφυγή του, την ακύρωση της απόφασης προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους, πρόσβαλε με δεύτερη προσφυγή του την απόφαση με την οποία κατά την επανεξέταση προήχθη εκ νέου το ενδιαφερόμενο μέρος. Η προσφυγή απορρίφθηκε πρωτόδικα και καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση.

Η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

[*699]1.      Μολονότι οι δύο συστάσεις αναφέρονται στα ίδια στοιχεία, η μεταγενέστερη, που κρίθηκε από την ΕΔΥ ως αντιφατική και αγνοήθηκε, είναι ευνοϊκότερη για τον εφεσείοντα στο κριτήριο της αξίας από την προηγούμενη. Με τη νέα σύσταση η υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αξία έναντι του εφεσείοντα υποβαθμίζεται εφόσον χαρακτηρίζεται ως οριακή και αυτό σε αντίθεση με την προηγούμενη όπου η υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αξία έναντι του εφεσείοντα εμφανίζεται καθολική χωρίς όρια. Οι απόψεις αναφορικά με τα υπόλοιπα στοιχεία δεν εμφανίζουν ουσιώδη διαφορά.

     Ενόψει της πιο πάνω επισήμανσης το Δικαστήριο έχει τη γνώμη, ότι ο εφεσείων δεν μπορεί να επιζητεί την ακύρωση της επίδικης διοικητικής απόφασης κατ’ επίκληση λόγου, ο οποίος δεν επηρεάζει δυσμενώς το συμφέρον του. Ακολουθεί πως η λήψη νέας σύστασης δεν είχε δυσμενή επίδραση στο συμφέρον του εφεσείοντα και συνεπώς ο δεύτερος λόγος έφεσης δεν μπορεί να επιτύχει.

2.  Στο απόσπασμα του πρακτικού της συνεδρίας της Επιτροπής, στο οποίο με επάρκεια και απόλυτη σαφήνεια, εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους δικαιολογημένα η ΕΔΥ επέλεξε για προαγωγή στην επίδικη θέση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντί του εφεσείοντα. Η υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αξία, έναντι του εφεσείοντα διαπιστώνεται με πρώτη ματιά, από την απλή σύγκριση των υπηρεσιακών τους εκθέσεων, χωρίς να χρειάζεται αναλυτική παράθεση των στοιχείων. Η υπεροχή του εφεσείοντα σε αρχαιότητα κατά 16 ½ μήνες, δεν αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα ικανό να υπερνικήσει την υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου στο κριτήριο της αξίας. Το προσόν που κατείχε ο εφεσείων της Ανώτερης Λογιστικής του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου, είναι οπωσδήποτε οριακής σημασίας, εφόσον τούτο δεν απαιτείται από τα σχέδια υπηρεσίας, έστω και αν ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.

     Η απόφαση της ΕΔΥ συνίσταται, σε τελευταία ανάλυση, στη πρόσδωση σημασίας στην αξία των υποψηφίων παρά στην αρχαιότητα και σε προσόντα, που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας. Η απόφαση ήταν υπό τις περιστάσεις εύλογα επιτρεπτή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Θρασυβούλου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 A.A.Δ. 2263,

[*700]Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517,

Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.) στην Υπόθεση Αρ. 453/96, ημερ. 19/12/97, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εναντίον της προαγωγής, κατόπιν επανεξέτασης του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Ανώτερου Λειτουργού για τις Εισπράξεις Φόρων, Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Ξ. Ευσταθίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.

Α. Ταλιαδώρος, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας με απόφασή της ημερομηνίας 10.2.1994 επέλεξε για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Λειτουργού για τις Εισπράξεις Φόρων, Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Γιαννάκη Παναγιώτου αντί τον εφεσείοντα. Ο εφεσείων, κατόπιν προσφυγής, πέτυχε την ακύρωση της απόφασης της ΕΔΥ αφού διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο ότι η απόφαση της ΕΔΥ να παραγνωρίσει την υπέρ του εφεσείοντα δοθείσα σύσταση του Διευθυντή εστερείτο αιτιολογίας. Βλ. Θρασυβούλου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 A.A.Δ. 2263.

Η Επιτροπή επανέφερε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στη θέση που κατείχε προηγουμένως και επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης της κενής θέσης. Κατά την επανεξέταση (13.2.96), η Επιτροπή, ασχολήθηκε με τη σύσταση του Διευθυντή και έκρινε πως αυτή ήταν αναιτιολόγητη καθότι, “...... ο Διευθυντής ουσιαστικά περιορίστηκε σε απλή αναφορά στα στοιχεία που περιείχοντο στους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων”.

[*701]Κατόπιν της πιο πάνω διαπίστωσης, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προαναφερθείσα σύσταση δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη για σκοπούς επανεξέτασης και αποφάσισε να καλέσει ενώπιόν της το Διευθυντή του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, που στο μεταξύ άλλαξε, για να υποβάλει νέα αιτιολογημένη σύσταση, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Ο νέος Διευθυντής προσήλθε στη συνεδρία της Επιτροπής που πραγματοποιήθηκε στις 14.2.1996 και με βάση τα στοιχεία που ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, ανέφερε:

“Οσον αφορά την αξία των υποψηφίων, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών τους Εκθέσεων, και, παρόλο που δεν είχα προσωπική επαφή και γνώση της εργασίας τους, κρίνω ότι ο Παναγιώτου Γιαννάκης υπερέχει έναντι των άλλων υποψηφίων, με οριακή όμως διαφορά έναντι του υποψήφιου Θρασυβούλου Ηρακλή. Την εκτίμησή μου αυτή θα την επεξηγήσω πιο κάτω.  Ο Θρασυβούλου τοποθετήθηκε από το 1990 στον Κλάδο Εσωτερικού Ελέγχου και μέχρι τον ουσιώδη χρόνο ασχολείτο με τον έλεγχο των λογαριασμών των Επαρχιακών Γραφείων Είσπραξης Φόρων. Για την ίδια περίοδο τα καθήκοντα του Παναγιώτου στο Επαρχιακό Γραφείο Είσπραξης Φόρων Λευκωσίας ήταν η επίβλεψη ομάδας λειτουργών είσπραξης φόρων, η επιθεώρηση τερματικών μηχανών και ο έλεγχος των ταμείων. Ο άμεσα προϊστάμενος του Κλάδου Εσωτερικού Ελέγχου, που ήταν και διοικητικά υπεύθυνος για το Γραφείο Είσπραξης Φόρων, στο οποίο εντάσσονται και οι δύο, κρίνει ότι ο Θρασυβούλου Ηρακλής, ως εκ των καθηκόντων που εκτελούσε στον Κλάδο Εσωτερικού Ελέγχου, απέκτησε ευρεία γνώση των εργασιών και διαδικασιών του Κλάδου Είσπραξης Φόρων και κατά την άποψή του υπερέχει του Παναγιώτου Γιαννάκη. Ο Επαρχιακός του Γραφείου Είσπραξης Φόρων Λευκωσίας, ο οποίος επίσης γνωρίζει και τους δύο υποψήφιους και ήταν και ο άμεσα προϊστάμενος του Παναγιώτου, κρίνει ότι ο Παναγιώτου είναι πιο δραστήριος και με ευρύτερες εμπειρίες και ως εκ τούτου κατά την άποψή του υπερέχει του Θρασυβούλου.  Μέσα από τις πιο πάνω αναφορές των άμεσα προϊσταμένων των υποψηφίων, καθώς και από τις πληροφορίες που πήρα από άλλους λειτουργούς που είχαν άμεση σχέση με την εργασία τόσο των δύο αυτών υποψηφίων όσο και του τρίτου υποψήφιου, Φικάρδου Δημοσθένη, την αποδοτικότητά τους, την εργατικότητά τους, καθώς και άλλα στοιχεία σχετικά με την αξία τους, σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση [*702]θέσης, κατέληξα στην εκτίμηση ότι ο Παναγιώτου υπερέχει ουσιαστικά έναντι του Φικάρδου και οριακά έναντι του Θρασυβούλου, ιδιαίτερα σε θέματα χειρισμού του κοινού, εργατικότητας και διοικητικής ικανότητας.

Ωστόσο, συστήνω το Θρασυβούλου Ηρακλή λόγω του ότι υπερέχει σε αρχαιότητα και κατέχει το προσόν της Ανωτέρας Λογιστικής του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου, παρόλο που αυτό δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας.  Κατά τη σύστασή μου έλαβα επίσης υπόψη ότι σε αξία ο Θρασυβούλου υστερεί οριακά έναντι του Παναγιώτου.”

Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τη σύσταση του νέου Διευθυντή, κατέληξε στο συμπέρασμα πως αυτή ήταν αντιφατική και αποφάσισε να την αγνοήσει και να προχωρήσει η ίδια στην αξιολόγηση των υποψηφίων. Έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπερείχε των άλλων υποψηφίων σε αξία και αποφάσισε την προαγωγή του, αναδρομικά από 1.4.1994. Εκτενές απόσπασμα της απόφασης της Επιτροπής παρατίθεται.

“Η Επιτροπή ασχολήθηκε επίσης με το περιεχόμενο της σύστασης του Διευθυντή και παρατήρησε ότι αυτή στηρίχθηκε στην κατοχή από μέρους του συστηθέντος του προσόντος της Ανωτέρας Λογιστικής του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου, καθώς και της υπεροχής του σε αρχαιότητα. Περαιτέρω η Επιτροπή παρατήρησε ότι, παράλληλα, ο Διευθυντής δήλωσε σαφώς ότι μέσα από τις πληροφορίες που μπόρεσε να συλλέξει αναφορικά με τους υποψήφιους αποκόμισε την αντίληψη ότι ο Παναγιώτου Γιαννάκης υπερέχει έναντι των άλλων δύο υποψηφίων και αναφέρθηκε ιδιαίτερα σε κάποια στοιχεία, στα οποία ο ίδιος προφανώς στήριξε την κρίση του, θεωρώντας τα ως άμεσα σχετικά με την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης και ως εκ τούτου τους απέδωσε καθοριστικό ρόλο.

Η Επιτροπή αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις του Διευθυντή, σε συνδυασμό με τα ενώπιόν της στοιχεία, σημείωσε ότι ο Θρασυβούλου υπερέχει σε αρχαιότητα έναντι των άλλων δύο υποψηφίων (κατά 16 ½ μήνες) και κατέχει το προσόν της Ανωτέρας Λογιστικής, προσόν που δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, ούτε και αποτελεί πλεονέκτημα.  Παράλληλα η Επιτροπή σημείωσε ότι ο εκ των υποψηφίων Παναγιώτου Γιαννάκης υπερτερεί έναντι των άλλων δύο υποψηφίων σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται μέσα στις Ετήσιες Υπηρεσιακές του Εκθέσεις, γεγονός που ενι[*703]σχύεται και από τις δηλώσεις του Διευθυντή, μέσα από τις οποίες φαίνεται ότι μεταξύ των τριών υποψηφίων αυτός είναι ο καλύτερος και ο καταλληλότερος για να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις της ανώτερης θέσης, δεδομένου ότι, όπως ανέφερε και ο ίδιος ο Διευθυντής, διαθέτει εκείνες τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά που θα του επιτρέψουν να αποδώσει στη νέα θέση στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

Η Επιτροπή, έχοντας ως γνώμονα την υποχρέωσή της να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο με βάση τις αρχές που καθορίζονται από την ισχύουσα Νομοθεσία, σημείωσε ότι, σύμφωνα και με την πρόσφατη Νομολογία, η σύσταση του Διευθυντή και η αιτιολόγησή της σκοπεύουν στην αποκάλυψη εκείνων των ιδιοτήτων και των αρετών του υποψηφίου, οι οποίες βρίσκονται σε συνάρτηση με τις ανάγκες της θέσης που πρόκειται να πληρωθεί και τις οποίες μόνο ο ίδιος ο Διευθυντής μπορεί να γνωρίζει και να εκτιμήσει βλέπε (C.L.R. 839, 845 και απόφαση στην Προσφυγή αρ. 1006/94).

Αξιολογώντας τη σύσταση του Διευθυντή, η Επιτροπή έκρινε ότι η υπεροχή ενός υποψηφίου δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βάση την αρχαιότητα και μάλιστα όταν αυτή είναι περιορισμένης διάρκειας, όπως στην παρούσα περίπτωση, ούτε με βάση προσόντα που δεν προβλέπονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας όχι μόνο ως απαιτούμενα αλλά ούτε και ως πλεονέκτημα.

Η Επιτροπή, υπό το φως των πιο πάνω, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν μπορεί να γίνει δεκτή γιατί είναι αντιφατική αφού, ενώ ο ίδιος, ως εκ της θέσεώς του, μπόρεσε να διαμορφώσει την άποψη ότι ο Παναγιώτου είναι ο καλύτερος υποψήφιος, εντούτοις σύστησε τον Θρασυβούλου στηριζόμενος στην οριακή, κατά την κρίση της Επιτροπής, υπεροχή του σε αρχαιότητα και στην κατοχή ενός προσόντος, που παρόλον ότι είναι σχετικό με την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης εντούτοις δεν είναι απαιτούμενο προσόν ούτε και προσδίδει οποιοδήποτε πλεονέκτημα στον κάτοχό του.”

Ο εφεσείων άσκησε προσφυγή εναντίον της απόφασης της Επιτροπής. Πρόβαλε συναφώς ότι η απόφαση της Επιτροπής να αγνοήσει τη σύσταση του προηγούμενου Διευθυντή και να καλέσει το διάδοχό του για να δώσει νέα σύσταση, εμπεριέχει το στοιχείο της αυθαιρεσίας και συνάμα παραβιάζει το δεδικασμένο εφόσον η σύσταση του προηγούμενου Διευθυντή δεν κρίθηκε δικαστικά ως πάσχουσα αλλά αντιθέτως, δικαστικά κρίθηκε ως πάσχου[*704]σα η απόφαση της Επιτροπής να παραγνωρίσει τη σύσταση χωρίς ειδική αιτιολογία, διαπίστωση η οποία επέφερε την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής. Τα πιο πάνω, αποτέλεσαν το υπόβαθρο της θέσης που πρωτοδίκως διατύπωσε ο εφεσείων,  ότι δηλαδή, η Επιτροπή δεν διατηρούσε κατά την επανεξέταση τη δυνατότητα να θεωρήσει ως δήθεν αναιτιολόγητη τη σύσταση που δεν ακύρωσε το Δικαστήριο ούτε μπορούσε να καλέσει το νέο Διευθυντή για να δώσει συστάσεις. Προβλήθηκε επίσης ισχυρισμός ότι η απόφαση της ΕΔΥ να θεωρήσει ως αντιφατική τη σύσταση του νέου Διευθυντή και να την αγνοήσει ήταν λανθασμένη. Ισχυρίστηκε τέλος ο εφεσείοντας ότι η αιτιολογία που δόθηκε από την Επιτροπή για την επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου αντί αυτού για προαγωγή στην επίδικη θέση ήταν ανεπαρκής, πλημμέλεια που καθιστούσε τρωτή την προσβαλλόμενη απόφαση.

Ο συνάδελφός μας που εκδίκασε την προσφυγή δεν αποδέχθηκε την εισήγηση του εφεσείοντα περί αυθαιρεσίας της Επιτροπής και με αναφορά στις αρχές οι οποίες διέπουν γενικά το δεδικασμένο και το πεδίο που καλύπτει το ακυρωτικό δεδικασμένο των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κατέληξε στο συμπέρασμα πως η εγκυρότητα της σύστασης του Διευθυντή δεν ήταν “επίδικο θέμα υπό κρίση” εφόσον η εν λόγω σύσταση ήταν αδιαμφισβήτητα θετική για τον εφεσείοντα. Το υπό κρίση επίδικο θέμα, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, ήταν μόνο η εγκυρότητα της διαφωνίας της Επιτροπής με τη σύσταση και όχι η εγκυρότητα της ίδιας της σύστασης. Και επειδή το δεδικασμένο κάλυπτε μόνο αυτό το θέμα, η Επιτροπή δεν εμποδιζόταν να διερευνήσει κατά την επανεξέταση την εγκυρότητα της σύστασης. 

Καθόσον αφορά την αιτιολογία που δόθηκε από την Επιτροπή για την παραγνώριση της σύστασης του νέου Διευθυντή υπέρ του εφεσείοντα, κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι αυτή ήταν απόλυτα δικαιολογημένη για όλους τους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά. Ως επαρκώς αιτιολογημένη κρίθηκε και η απόφαση της Επιτροπής για την επιλογή του ενδιαφερόμενου προσώπου αντί του εφεσείοντα η οποία μάλιστα, καθώς αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση, συμπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων. 

Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και ζητείται η αναθεώρησή της. Συνοψίζουμε τους δύο λόγους έφεσης που διατυπώνονται στο εφετήριο. 

(α)   Εσφαλμένα κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι η ΕΔΥ νόμιμα και αξιοκρατικά επέλεξε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντί [*705]του εφεσείοντα και/ή ότι η εν λόγω απόφαση της ΕΔΥ περιείχε ειδική αιτιολογία για τη μη υιοθέτηση της σύστασης του Διευθυντή υπέρ του αιτητή. 

(β)   Εσφαλμένα κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι η Επιτροπή μπορούσε κατά την επανεξέταση να καλέσει και να λάβει υπόψη νέα σύσταση χωρίς να είχε κριθεί με την προηγηθείσα ακυρωτική απόφαση ότι έπασχε η τότε δοθείσα σύσταση του προηγούμενου Διευθυντή.

Θεωρούμε πως η εξέταση του δεύτερου λόγου έφεσης πρέπει να προηγηθεί γιατί αυτό συνάδει με την πορεία των γεγονότων και θα βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση του θέματος.

Είναι γεγονός ότι στην Θρασυβούλου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), επίδικο θέμα ήταν η εγκυρότητα της διαφωνίας της Επιτροπής και όχι η εγκυρότητα της σύστασης εφόσον η τελευταία, ήταν αδιαμφισβήτητα θετική για τον εφεσείοντα. Συνεπώς, το δεδικασμένο αφορούσε μόνο το ζήτημα του κύρους της απόφασης της Επιτροπής  να αποστεί από τη σύσταση. Ακολουθεί πως η Επιτροπή κατά την επανεξέταση έπρεπε να συμμορφωθεί προς τα κριθέντα από την ακυρωτική απόφαση χωρίς να επαναλάβει τη νομική πλημμέλεια της ακυρωθείσας. Βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517. Αντί τούτου, η Επιτροπή αξιολόγησε την υπάρχουσα σύσταση του Διευθυντή και αφού διαπίστωσε πως ήταν αναιτιολόγητη προκάλεσε νέα σύσταση. Παραθέτουμε την υπάρχουσα σύσταση του προηγούμενου Διευθυντή:

“Οσον αφορά τα προσόντα, όλοι οι υποψήφιοι βρίσκονται στα ίδια επίπεδα, εκτός από τον Θρασυβούλου Ηρακλή, ο οποίος έχει πετύχει στην Ανώτερη εξέταση στη Λογιστική του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου, προσόν όμως το οποίο δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Όσον αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Εμπιστευτικές / Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων, και με βάση την προσωπική μου εκτίμηση, όπως πηγάζει από την άμεση επαφή και γνώση της εργασίας όλων των υποψηφίων, θεωρώ ότι ο Παναγιώτου Γιαννάκης υπερέχει όλων των άλλων και είναι ο καλύτερος. Εν τούτοις οι υποψήφιοι Τουμασή Κυριάκος και Θρασυβούλου Ηρακλής υπερέχουν σε αρχαιότητα έναντι των άλλων δύο και σε μια γενική θεώρηση όλων των κριτηρίων θεωρώ ότι αυτοί υπερέχουν και τους συστήνω για προαγωγή.”

Μολονότι οι δύο συστάσεις αναφέρονται στα ίδια στοιχεία, [*706]η μεταγενέστερη, που κρίθηκε από την ΕΔΥ ως αντιφατική και αγνοήθηκε, είναι ευνοϊκότερη για τον εφεσείοντα στο κριτήριο της αξίας από την προηγούμενη.  Με τη νέα σύσταση η υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αξία έναντι του εφεσείοντα υποβαθμίζεται εφόσον χαρακτηρίζεται ως οριακή και αυτό σε αντίθεση με την προηγούμενη όπου η υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αξία έναντι του εφεσείοντα εμφανίζεται καθολική και χωρίς όρια. Οι απόψεις αναφορικά με τα υπόλοιπα στοιχεία δεν εμφανίζουν ουσιώδη διαφορά. 

Ενόψει της πιο πάνω επισήμανσης έχουμε τη γνώμη ότι ο εφεσείων δεν μπορεί να επιζητεί την ακύρωση της επίδικης διοικητικής απόφασης κατ’ επίκληση λόγου ο οποίος δεν επηρεάζει δυσμενώς το συμφέρον του. Ακολουθεί πως η λήψη νέας σύστασης δεν είχε  δυσμενή επίδραση στο συμφέρον του εφεσείοντα και συνεπώς ο δεύτερος λόγος έφεσης δεν μπορεί να επιτύχει. 

Έχουμε παραθέσει εκτενές απόσπασμα του πρακτικού της συνεδρίας της Επιτροπής στο οποίο με επάρκεια και απόλυτη σαφήνεια εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους δικαιολογημένα η ΕΔΥ επέλεξε για προαγωγή στην επίδικη θέση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντί τον εφεσείοντα. Η υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου σε αξία έναντι του εφεσείοντα διαπιστώνεται με πρώτη ματιά από την απλή σύγκριση των υπηρεσιακών τους εκθέσεων χωρίς να χρειάζεται να προβούμε σε αναλυτική παράθεση των στοιχείων. Η υπεροχή του εφεσείοντα σε αρχαιότητα κατά 16½ μήνες δεν αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα ικανό να υπερνικήσει την υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου στο κριτήριο της αξίας. Το προσόν που κατείχε ο εφεσείων της Ανώτερης Λογιστικής του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου είναι οπωσδήποτε οριακής σημασίας εφόσον τούτο δεν απαιτείται από τα σχέδια υπηρεσίας έστω και αν ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598

Η απόφαση της ΕΔΥ συνίσταται, σε τελευταία ανάλυση, στη πρόσδωση σημασίας στην αξία των υποψηφίων παρά στην αρχαιότητα και σε προσόντα που δεν απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας. Η απόφαση ήταν υπό τις περιστάσεις εύλογα επιτρεπτή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο