Πίτσιλλος Mόδεστος ν. Yπουργού Συγκοινωνιών και Έργων (2000) 3 ΑΑΔ 777

(2000) 3 ΑΑΔ 777

[*777]14 Δεκεμβρίου, 2000

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΜΟΔΕΣΤΟΣ ΠΙΤΣΙΛΛΟΣ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΥΠΟΥΡΓOΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Εφεσίβλητου-Καθ’ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2612)

 

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Αντικείμενο ― Παράλειψη απάντησης σε αίτημα του διοικούμενου κατά παράβαση του Άρθρου 29 του Συντάγματος ― Προϋποθέσεις ― Δεν υπάρχει τέτοια υποχρέωση σε αίτημα για επανεξέταση, που υποβάλλεται χωρίς την προσκόμιση νέων στοιχείων.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Κατάργηση Δίκης ― Προσφυγής κατά παράλειψης απάντησης βάσει του Άρθρου 29 του Συντάγματος ― Καταργείται η δίκη όταν κατά τη διάρκειά της δοθεί απάντηση.

Ο εφεσείων προσέβαλε τη νομιμότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία κρίθηκε πως η διοίκηση δεν είχε υποχρέωση απάντησης στο αίτημα του διοικουμένου για επανεξέταση, το οποίο υποβλήθηκε χωρίς την προσκόμιση νέων στοιχείων.

Η Ολομέλεια του Ανώτατο Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Το Άρθρο 29 του Συντάγματος έχει εξεταστεί σε αριθμό υποθέσεων στις οποίες τονίστηκε ότι η παράλειψη της αρμόδιας αρχής να δώσει απάντηση σε αίτημα ή παράπονο που άπτεται της άσκησης εκτελεστικής ή διοικητικής λειτουργίας μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής.  Το Άρθρο 29 παρέχει το δικαίωμα στον πολίτη και δημιουργεί την υποχρέωση στην αρχή να αποφασίσει μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα και να δώσει μια αιτιολογημένη απόφαση.

[*778]         Στην παρούσα περίπτωση η πρωτόδικη απόφαση ότι το θέμα ήταν κλειστό και ότι οι καθ’ων η αίτηση δεν είχαν υποχρέωση να επανεξετάσουν το ζήτημα χωρίς την προσκόμιση νέων στοιχείων εκ μέρους του εφεσείοντος, είναι απόλυτα ορθό. Ο αιτητής είχε ζητήσει την επιστροφή λωρίδας του τεμαχίου που είχε απαλλοτριωθεί. Οι καθ’ων η αίτηση αρνήθηκαν να δεχθούν την απαίτηση του αιτητή προβάλλοντας ως αιτιολογία ότι η λωρίδα αυτή αποτελούσε πρανές επιχωμάτωσης του δρόμου και ότι οποιαδήποτε επέμβαση θα δημιουργούσε προβλήματα στο δρόμο. Ο αιτητής θα μπορούσε να προσβάλει τότε την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης, πράγμα που παρέλειψε να πράξει. Η μετέπειτα επιστολή του της 18/12/96 με την οποία ζητούσε επανεξέταση του θέματος δεν μπορούσε να αποτελέσει θέμα νέας έρευνας γιατί ο εφεσείων δεν παρέθεσε οποιαδήποτε νέα στοιχεία που θα δικαιολογούσαν μια τέτοια ενέργεια. Η Διοίκηση δεν είναι υποχρεωμένη να απαντήσει σε αίτημα ενός πολίτη και κατ’ επέκταση δεν παραβιάζεται το Άρθρο 29 του Συντάγματος, αν για το ίδιο αίτημα ή παράπονο είχε ήδη δοθεί αιτιολογημένη απάντηση, όπως έχει γίνει στην παρούσα περίπτωση.

2.  Ανεξάρτητα από το πιο πάνω έχει καθιερωθεί ότι η γνωστοποίηση της απάντησης εξαφανίζει το δικαίωμα της προσφυγής και σε περιπτώσεις όπου έχει ήδη καταχωρηθεί μια προσφυγή, η απάντηση που δόθηκε καθιστά την προσφυγή χωρίς αντικείμενο.  Με την απάντηση που δίνεται πληρώνεται το κενό στην εκπλήρωση της υποχρέωσης της Διοίκησης.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Xenophontos v. Republic, 2 R.S.C.C. 89,

Yialousa Savings Bank Ltd. v. Republic and another (1977) 3 C.L.R. 25,

Δημοτική Επιτροπή Αγίου Δομετίου v. Χριστοφόρου και Αλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 434,

Pangyprios Enosis Epistimonon Chimikon v. Minister of Education (1983) 3 C.L.R. 745,

Ιακωβίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 67,

Papasavvas v. Republic (1973) 3 C.L.R. 467,

Δήμος Λευκωσίας v. Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191.

[*779]Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Γ. Νικολάου, Δ.) στην Υπόθεση Αρ. 267/97, ημερομηνίας 27/2/98, με την οποία κρίθηκε ότι οι εφεσίβλητοι δεν είχαν υποχρέωση να απαντήσουν σε αίτημα του εφεσείοντος για επανεξέταση παραπόνου του για την επιστροφή μέρους αποαλλοτριωθέντος κτήματός του, εφόσον δεν είχαν προταθεί νέα στοιχεία.

Ο Εφεσείων παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Χ. Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σύμφωνα με την οποία οι εφεσίβλητοι δεν είχαν υποχρέωση να απαντήσουν σε αίτημα του εφεσείοντος για επανεξέταση παραπόνου του για την επιστροφή μέρους απαλλοτριωθέντος κτήματός του, εφόσο δεν είχαν προταθεί νέα στοιχεία.

(α) Τα γεγονότα

Ο αιτητής είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης τεμαχίου γης στο χωριό Κάτω Μονή, μέρος του οποίου απαλλοτριώθηκε για να καταστεί δυνατή η κατασκευή του δρόμου Ορούντας - Κάτω Μονής - Πλατανιστάσας, που στην ουσία θα αποτελούσε παρακαμπτήριο του χωριού Κάτω Μονή. Το διάταγμα απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 27/5/94. Στις 23/11/93 ο αιτητής ζήτησε τη μετακίνηση τμήματος του στηθαίου ασφαλείας του δρόμου Κάτω Μονής - Πλατανιστάσας για να καταστεί δυνατή η διέλευση διατρητικής μηχανής που θα την χρησιμοποιούσε για να διενεργήσει διάτρηση στο κτήμα του.  Οι καθ’ων η αίτηση επέδειξαν κατανόηση και διευθέτησαν την προσωρινή μετακίνηση τμήματος του στηθαίου για τη διευκόλυνση του αιτητή. Ένα περίπου χρόνο αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 15/10/96 ο αιτητής ζήτησε την επιστροφή μέρους του κτήματος του γιατί σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, το μέρος εκείνο δεν είχε χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης. Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων πληροφόρη[*780]σε τον αιτητή με επιστολή του ημερομηνίας 27/11/96 ότι το αίτημά του δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί γιατί η λωρίδα της γης, την επιστροφή της οποίας ζητούσε ο αιτητής, αποτελούσε “πρανές επιχωμάτωσης του δρόμου και οποιαδήποτε επέμβαση σε αυτήν θα δημιουργούσε προβλήματα στο δρόμο”. 

Ο αιτητής, που φαίνεται ότι δεν είχε ικανοποιηθεί από την πιο πάνω απάντηση, ζήτησε με επιστολή του ημερομηνίας 18/12/96 την επανεξέταση της υπόθεσης χωρίς την προσκόμιση οποιωνδήποτε νέων στοιχείων. Ακολούθως ο αιτητής απέστειλε υπενθυμητική επιστολή ημερομηνίας 27/2/97 και επειδή δεν είχε πάρει οποιαδήποτε απάντηση κατεχώρησε αυτοπροσώπως στις 2/4/97 την προσφυγή 267/97 με την οποία ζητούσε,

“Απόφαση του Δικαστηρίου συμφώνως των άρθρων του Συντάγματος όπως ο καθ’ου η αίτηση δώσει απάντηση στη συστημένη επιστολή ημερομηνίας 27/2/97”.

Ενώ εκκρεμούσε η διαδικασία της προσφυγής ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων πληροφόρησε τον αιτητή στις 4/6/97 ότι (α) όλα τα αιτήματά του είχαν εξεταστεί και (β) για θέματα αποζημιώσεων θα έπρεπε να αποταθεί στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, σε περίπτωση δε διαφωνίας, αρμόδιο για τον καθορισμό της αποζημίωσης ήταν το Δικαστήριο.

(β) Η νομική θέση

Το άρθρο 29.1 του Συντάγματος προνοεί ότι,

“Έκαστος έχει το δικαίωμα ατομικώς ή ομού μετ’ άλλων να υποβάλλη εγγράφους αιτήσεις ή παράπονα προς οιανδήποτε αρμοδίαν δημοσίαν αρχήν δικαιούμενος ν’ απαιτήση, όπως αύτη επιληφθή αυτών και αποφασίση ταχέως. Η απόφασις της αρχής ταύτης, δεόντως ητιολογημένη, γνωστοποιείται εγγράφως αμέσως εις τον υποβαλόντα την αίτησιν ή τα παράπονα εν πάση περιπτώσει εντός προθεσμίας μη υπερβαινούσης τας τριάκοντα ημέρας.”

Το άρθρο 29 του Συντάγματος έχει εξεταστεί σε αριθμό υποθέσεων στις οποίες τονίστηκε ότι η παράλειψη της αρμόδιας αρχής να δώσει απάντηση σε αίτημα ή παράπονο που άπτεται της άσκησης εκτελεστικής ή διοικητικής λειτουργίας μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής. (Ίδε Xenophontos v. The Republic, 2 R.S.C.C. 89, Yialousa Savings Bank Ltd. v. The [*781]Republic (Minister of Finance as Controller of Banks) and another (1977) 3 C.L.R. 25). Το άρθρο 29 παρέχει το δικαίωμα στον πολίτη και δημιουργεί την υποχρέωση στην αρχή να αποφασίσει μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα και να δώσει μια αιτιολογημένη απόφαση (Δημοτική Επιτροπή Αγίου Δομετίου ν. Χριστοφόρου και άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 434).

Στην παρούσα περίπτωση η πρωτόδικη απόφαση ότι το θέμα ήταν κλειστό και ότι οι καθ’ων η αίτηση δεν είχαν υποχρέωση να επανεξετάσουν το ζήτημα χωρίς την προσκόμιση νέων στοιχείων εκ μέρους του εφεσείοντος, είναι απόλυτα ορθό. Ο αιτητής είχε ζητήσει την επιστροφή λωρίδας του τεμαχίου που είχε απαλλοτριωθεί.  Οι καθ’ων η αίτηση αρνήθηκαν να δεχθούν την απαίτηση του αιτητή προβάλλοντας ως αιτιολογία ότι η λωρίδα αυτή αποτελούσε πρανές επιχωμάτωσης του δρόμου και ότι οποιαδήποτε επέμβαση θα δημιουργούσε προβλήματα στο δρόμο. Ο αιτητής θα μπορούσε να προσβάλει τότε την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης, πράγμα που παρέλειψε να πράξει. Η μετέπειτα επιστολή του της 18/12/96 με την οποία ζητούσε επανεξέταση του θέματος δεν μπορούσε να αποτελέσει θέμα νέας έρευνας γιατί ο εφεσείων δεν παρέθεσε οποιαδήποτε νέα στοιχεία που θα δικαιολογούσαν μια τέτοια ενέργεια. Η Διοίκηση δεν είναι υποχρεωμένη να απαντήσει σε αίτημα ενός πολίτη και κατ’ επέκταση δεν παραβιάζεται το άρθρο 29 του Συντάγματος αν για το ίδιο αίτημα ή παράπονο είχε ήδη δοθεί αιτιολογημένη απάντηση, όπως έχει γίνει στην παρούσα περίπτωση. (Ίδε Pangyprios Enosis Epistimonon Chimikon v. Minister of Education (1983) 3 C.L.R. 745).

Ανεξάρτητα από το πιο πάνω έχει καθιερωθεί ότι η γνωστοποίηση της απάντησης εξαφανίζει το δικαίωμα της προσφυγής και σε περιπτώσεις όπου έχει ήδη καταχωρηθεί μια προσφυγή, η απάντηση που δόθηκε καθιστά την προσφυγή χωρίς αντικείμενο. Με την απάντηση που δίνεται πληρώνεται το κενό στην εκπλήρωση της υποχρέωσης της Διοίκησης (Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 67. Ίδε επίσης Παπασάββας ν. Δημοκρατίας (1973) 3 Α.Α.Δ. 467, 476 και Δήμος Λευκωσίας ν. Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191).

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο