(2001) 3 ΑΑΔ 213
[*213]15 Μαρτίου, 2001
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΑΜΒΗΣ,
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΠΕΤΡΟΣ ΜΕΣΤΑΝΑΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης-Καθ΄ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2582)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Συστάσεις Προϊσταμένου ― Αιτιολογία ― Πάσχει εφόσον η σύσταση λειτουργεί έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης των ετήσιων αξιολογήσεων ― Καθήκον της Ε.Δ.Υ. να παραγνωρίζει τέτοιες συστάσεις.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Συστάσεις Προϊσταμένου ― Αναζήτηση απόψεων των άμεσα προϊσταμένων ― Δεν απαιτείται καταγραφή τους, εφόσον δεν ελέγχεται δικαστικά ο τρόπος που ο Προϊστάμενος της αξιολογεί.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Πείρα ― Αποφασιστικής σημασίας, μόνο εφόσον αποκτάται κατά την εκτέλεση καθηκόντων σε θέση που προηγείται της επίδικης.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Συστάσεις Προϊσταμένου ― Μεταξύ ίσων σε αξία υποψηφίων παραγνώριση του υποψηφίου που υπερείχε σε αρχαιότητα και προσόντα και ανάπλαση της εικόνας ως προς την αξία τους, καθιστά την σύσταση τρωτή ― Η Ε.Δ.Υ. όφειλε να την παραγνωρίσει.
Η προσφυγή του εφεσείοντος κατά της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους, απορρίφθηκε. Ακολούθησε η παρούσα έφεση, στην οποία προβλήθηκαν ισχυρισμοί κατά της σύστασης του Διευθυντή.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή την [*214]έφεση, αποφάσισε ότι:
Η βαρύτητα μιας σύστασης, εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου.
1. Οι συστάσεις δεν μπορεί να λειτουργούν έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και να διαμορφώνουν εκ των υστέρων νέα κατάσταση σχετικά με τα αξιολογηθέντα στοιχεία στις ετήσιες αξιολογήσεις. Το καθήκον του Διευθυντή είναι, με βάση τις γνώσεις που έχει γίνει το τι απαιτεί η θέση, να επισημαίνει τις αρετές του συγκεκριμένου υποψήφιου, στις οποίες με βάση τις αξιολογήσεις υπερέχει και να συστήνει με βάση την υπεροχή αυτή τον καταλληλότερο υποψήφιο. Όπου οι συστάσεις του Διευθυντή είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου, πρέπει να παραγνωρίζονται από την ΕΔΥ. Η απλή αναπαραγωγή των μετρήσιμων στοιχείων του φακέλου δεν μπορεί να λειτουργεί ως ανεξάρτητος δείκτης αξίας, όπως οφείλει να λειτουργεί η σύσταση του Διευθυντή.
Όπως προκύπτει στην παρούσα περίπτωση αιτητής και ενδιαφερόμενο μέρος είναι βασικά ίσοι σε αξία, σύμφωνα με τις αξιολογήσεις και η δήλωση του Γενικού Διευθυντή, πως στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις ο Σαββίδης υπερέχει αισθητά του Μεστάνα σε αξία τα δέκα τελευταία χρόνια, δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα.
Προκύπτει από τα πιο πάνω, πως με τη σύσταση ανατρέπονται τα στοιχεία των φακέλων σε τομείς που οι υποψήφιοι είχαν ήδη αξιολογηθεί, όπως ‘πρωτοβουλία’ και ‘διοικητικές ικανότητες’, πράγμα που είναι ανεπίτρεπτο.
2. Σύμφωνα με τη νομολογία, ο Διευθυντής μπορεί να αντλήσει πληροφορίες από οποιεσδήποτε άλλες πηγές, όπως για παράδειγμα από προϊσταμένους των υποψηφίων, και να προβεί ανάλογα στις συστάσεις του και ο τρόπος που αξιολογεί τις απόψεις των άλλων λειτουργών που συμβουλεύεται αναφορικά με την κρίση τους, δεν είναι δυνατόν να ελέγχεται δικαστικά.
3. Είναι νομολογημένη αρχή πως για να είναι αποφασιστικής σημασίας η πείρα, πρέπει να έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση καθηκόντων σε θέση που προηγείται της επίδικης και πείρα λόγω υπηρεσίας σε κατώτερες θέσεις, δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα. Η γενική και αόριστη αναφορά υπεροχής στην πείρα “λόγω της έκτασης της υπηρεσίας του” είναι αόριστη και ασαφής και δεν επιτρέπει έλεγχο από το Δικαστήριο.
4. Ο αιτητής προηγείται σε αρχαιότητα κατά 3½ χρόνια του ενδιαφε[*215]ρομένου μέρους και υπερτερεί σε ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία παρόλον ότι δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, φαίνεται να είναι σχετικά με τη φύση των καθηκόντων του.
Εν όψει των όσων παρατηρήθηκαν σχετικά με τη σύσταση του Διευθυντή, κρίνεται πως αυτή είναι τρωτή και δεν έπρεπε να ακολουθηθεί, εν όψει και της αρχαιότητας και της υπεροχής του αιτητή σε προσόντα.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Στυλιανού κ.ά. v. Δημοκρατία (1994) 3 Α.Α.Δ. 384,
Χριστοδουλίδου v. Δημοκρατία (1999) 3 Α.Α.Δ. 626,
Κουάλης κ.ά. v. Δημοκρατία (1999) 3 Α.Α.Δ. 742,
Κωνσταντίνου κ.ά. v. Δημοκρατία, Υπόθ. Αρ. 1047/97 και 5/98, ημερ. 21.3.2000,
Τριανταφυλλίδης κ.ά. v. Δημοκρατία (1993) 3 Α.Α.Δ. 429,
Γεωργιάδου v. Δημοκρατία (1990) 3 Α.Α.Δ. 2480,
Μιχαηλίδου v. Δημοκρατία (1998) 3 Α.Α.Δ. 112.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρτεμίδης, Δ.) (Αρ. Προσφυγής 762/96), ημερομηνίας 22/12/97 με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Πρώτου Βοηθού Εμπορίου και Βιομηχανίας.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Α. Παναγιώτου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώ[*216]σει ο Π. Αρτέμης, Δ.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής με την προσφυγή του που απορρίφθηκε, προσέβαλλε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Πρώτου Βοηθού Εμπορίου και Βιομηχανίας (θέση προαγωγής) με απόφαση που λήφθηκε από την ΕΔΥ κατά πλειοψηφία. Ο κύριος λόγος στον οποίο εδράζεται η παρούσα έφεση από την απορριπτική αυτή απόφαση είναι ότι η σύσταση του Διευθυντή, στην οποία βασίστηκε η ΕΔΥ, πάσχει.
Η σύσταση του Διευθυντή, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε καθόλα νόμιμη, περιέχει τα ακόλουθα:
“Γνωρίζω τους δύο υποψηφίους προσωπικά και έχω εξετάσει επίσης τους φακέλους τους όπως και όλα τα σχετικά με αυτούς στοιχεία. Επιπρόσθετα έχω διαβουλευθεί με τον άμεσα προϊστάμενό τους αναφορικά με την απόδοση, την προσφορά και την καταλληλότητά τους για την υπό πλήρωση θέση. Με βάση και τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - καθώς και τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης, συστήνω ως τον καταλληλότερο για προαγωγή το Σαββίδη Ανδρέα.
Ο Σαββίδης είναι εξαίρετος υπάλληλος, εργατικότατος, φιλόπονος έχει ανεπτυγμένη υπευθυνότητα, διεκπεραιώνει σε εξαίρετο βαθμό οποιαδήποτε καθήκοντα του ανατίθενται και έχει σε ψηλότερο βαθμό την πρωτοβουλία και τις διοικητικές ικανότητες, ιδιότητες τις οποίες θεωρώ ως πάρα πολύ σημαντικές για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης. Παρόλο ότι υστερεί σε αρχαιότητα έναντι του ανθυποψηφίου του Μεστάνα Πέτρου υπερτερεί αισθητά στην ευρύτητα της πείρας λόγω της έκτασης της υπηρεσίας του. Υπερέχει επίσης σε αξία, στοιχείο που αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων δέκα ετών.
Δεν παρέλειψα να λάβω υπόψη ότι ο Μεστάνας Πέτρος υπερέχει σε ακαδημαϊκά προσόντα, σημειώνω όμως ότι τα προσόντα αυτά δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε και αποτελούν πλεονέκτημα και ως εκ τούτου τους απέδωσα τη δέουσα βαρύτητα.
Συνοπτικά θα έλεγα ότι λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις όσο και τα πορίσματα των προσωπικών ερευνών που διεξήγαγα ο Σαββίδης υπερέχει αισθητά του Με[*217]στάνα σε αξία και γι΄αυτό ανεπιφύλακτα τον συστήνω για να καταλάβει την υπό πλήρωση θέση.”
Σύμφωνα με το άρθρο 35(4) του Περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1990 (Ν. 1/90) οι συστάσεις του Διευθυντή πρέπει να είναι αιτιολογημένες και έχει νομολογηθεί ότι η σημασία και η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου (Βλ. Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατία (1994) 3 Α.Α.Δ. 384).
Έχει τονισθεί στη Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατία (1999) 3 Α.Α.Δ. 626, πως οι συστάσεις δεν μπορεί να λειτουργούν έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και να διαμορφώνουν εκ των υστέρων νέα κατάσταση σχετικά με τα αξιολογηθέντα στοιχεία στις ετήσεις αξιολογήσεις. Η υπόθεση αυτή ακολουθήθηκε και στην Κουάλης και Άλλος ν. Δημοκρατία (1999) 3 Α.Α.Δ. 742, όπου επικυρώθηκε η θέση πως δεν μπορούν να ανατρέπονται οι αξιολογήσεις των φακέλων με τη σύσταση και τονίστηκε ότι το καθήκον του Διευθυντή είναι, με βάση τις γνώσεις που έχει γίνει το τι απαιτεί η θέση, να επισημαίνει τις αρετές του συγκεκριμένου υποψήφιου, στις οποίες με βάση τις αξιολογήσεις υπερέχει και να συστήνει με βάση την υπεροχή αυτή τον καταλληλότερο υποψήφιο. (Δέστε και Κωνσταντίνου και Άλλοι ν. Δημοκρατία, Υπόθ. 1047/97 και 5/98, ημερ. 21.3.00, του Νικολάου, Δ.).
Σύμφωνα με τη νομολογία, όπου οι συστάσεις του Διευθυντή είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου, πρέπει να παραγνωρίζονται από την ΕΔΥ. (Βλ. μεταξύ άλλων Τριανταφυλλίδης και Άλλοι ν. Δημοκρατία (1993) 3 Α.Α.Δ. 429).
Ένα από τα παράπονα του εφεσείοντα είναι ότι ο Διευθυντής στη σύστασή του δεν αποκαλύπτει τις πληροφορίες που έλαβε αναφορικά με την απόδοση τους από τον άμεσα προϊστάμενο τους και ως εκ τούτου η σύσταση του πάσχει. Επισημαίνουμε, πως σύμφωνα με τη νομολογία, ο Διευθυντής μπορεί να αντλήσει πληροφορίες από οποιεσδήποτε άλλες πηγές, όπως για παράδειγμα από προϊσταμένους των υποψηφίων και να προβεί ανάλογα στις συστάσεις του και ο τρόπος που αξιολογεί τις απόψεις των άλλων λειτουργών που συμβουλεύεται αναφορικά με την κρίση τους, δεν είναι δυνατόν να ελέγχεται δικαστικά. (Δέστε Γεωργιάδου ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1990) 3 Α.Α.Δ. 2480). Σχετικά με αυτό το θέμα δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε πως ο συνήγορος του αιτητή επανειλημμένως εγείρει παρόμοιο θέμα σε κάθε περίπτωση, παρόλη την ύπαρξη σαφούς νομολογίας περί του αντιθέτου, πρακτική [*218]που δεν μπορούμε παρά να αποδοκιμάσουμε.
Έχει επίσης τονισθεί ότι η απλή αναπαραγωγή των μετρήσιμων στοιχείων του φακέλου δεν μπορεί να λειτουργεί ως ανεξάρτητος δείκτης αξίας, όπως οφείλει να λειτουργεί η σύσταση του Διευθυντή. (Βλέπε Σταυρινού και Άλλοι (ανωτέρω)).
Προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, πως τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος είναι ουσιαστικά ίσοι στις αξιολογήσεις. Όπως έχει τονισθεί νομολογιακά η αξία κρίνεται με τη γενική βαθμολόγηση και όχι με τα επί μέρους στοιχεία της. Όπως προκύπτει στην παρούσα περίπτωση αιτητής και ενδιαφερόμενο μέρος είναι βασικά ίσοι σε αξία σύμφωνα με τις αξιολογήσεις και η δήλωση του Γενικού Διευθυντή πως στις ετήσεις υπηρεσιακές εκθέσεις ο Σαββίδης υπερέχει αισθητά του Μεστάνα σε αξία τα δέκα τελευταία χρόνια δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Τα σημεία αυτά καθώς και άλλες λεπτομέρειες επισημαίνονται και από το εκ των μελών της ΕΔΥ Εργατούδη προς υποστήριξη της δικής του θέσης όταν διαφώνησε με την απόφαση της πλειοψηφίας της ΕΔΥ.
Προκύπτει από τα πιο πάνω, πως με τη σύσταση ανατρέπονται τα στοιχεία των φακέλων σε τομείς που οι υποψήφιοι είχαν ήδη αξιολογηθεί, όπως ‘πρωτοβουλία’ και ‘διοικητικές ικανότητες’, πράγμα που, όπως τονίσαμε, είναι ανεπίτρεπτο.
Ο Διευθυντής στη σύσταση του σημειώνει πως “παρόλον ότι (το ΕΜ) υστερεί σε αρχαιότητα έναντι του ανθυποψηφίου του Μεστάνα Πέτρου υστερεί αισθητά στην ευρύτητα της πείρας λόγω της έκτασης της υπηρεσίας του”. Δεν είναι καθαρό σε ποιά υπηρεσία αναφέρεται η σύσταση. Είναι νομολογημένη αρχή πως για να είναι αποφασιστικής σημασίας πείρα πρέπει να έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση καθηκόντων σε θέση που προηγείται της επίδικης και πείρα λόγω υπηρεσίας σε κατώτερες θέσεις δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα. (Βλέπε Μιχαηλίδου ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1998) 3 Α.Α.Δ. 112). Η γενική και αόριστη αναφορά υπεροχής στην πείρα “λόγω της έκτασης της υπηρεσίας του” είναι αόριστη και ασαφής και δεν επιτρέπει έλεγχο από το Δικαστήριο.
Επιπρόσθετα των πιο πάνω, επισημαίνουμε πως ο αιτητής προηγείται σε αρχαιότητα κατά 3½ χρόνια του ενδιαφερομένου μέρους και υπερτερεί σε ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία παρόλον ότι δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας φαίνεται να είναι σχετικά με τη φύση των καθηκόντων του.
[*219]Εν όψει των όσων παρατηρήσαμε σχετικά με τη σύσταση του Διευθυντή, κρίνουμε πως αυτή είναι τρωτή και δεν έπρεπε να ακολουθηθεί, εν όψει και της αρχαιότητας και της υπεροχής του αιτητή σε προσόντα, όπως επισημάναμε.
Για τους λόγους αυτούς η έφεση επιτυγχάνει, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η επίδικη διοικητική απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα τόσο κατ’ έφεση όσο και πρωτόδικα, που θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η�έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο