(2001) 3 ΑΑΔ 352
[*352]9 Απριλίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΧΑΤΖΗΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσείων-Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
3. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Εφεσίβλητης-Καθ’ ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2725)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Κυβερνητικές πράξεις ― Κριτήρια που χαρακτηρίζουν πράξη ως κυβερνητική ― Νομολογία ― Διορισμός προσώπου, που δεν ανήκει στη διπλωματική υπηρεσία, ως προξένου στο εξωτερικό, αποτελεί κυβερνητική πράξη ― Το ίδιο και ο τερματισμός του ― Συνδυασμός των διατάξεων των Άρθρων 54 και 50.1(α) του Συντάγματος.
Η προσφυγή του εφεσείοντος εναντίον της απόφασης τερματισμού του διορισμού του ως προξένου της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Μπουρούντι, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, ως στρεφόμενη κατά Κυβερνητικής Πράξης. Κατ’ έφεση επιδιώχθηκε η ανατροπή της.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν υπάρχει σταθερό και γενικά αποδεκτό κριτήριο στη βάση του οποίου να μπορεί να διαπιστωθεί ο κυβερνητικός χαρακτήρας συγκεκριμένης πράξης. Όπως και το Γαλλικό και Ελληνικό Συμβούλιο Επικρατείας, έτσι και το Ανώτατο Δικαστήριο, όπως προκύπτει από τις αποφάσεις όπου εξετάστηκε το ζήτημα, ακολουθεί την πρακτική μέθοδο της απαρίθμησης σύμφωνα με την οποία κυβερνητικές πράξεις είναι μόνο εκείνες οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο, όπως διαμορφώνεται σταδιακά με τη νομολογία.
[*353] Στην προκείμενη περίπτωση:
Σύμφωνα με το Άρθρο 54 του Συντάγματος:
«Η παρά του Υπουργικού Συμβουλίου ασκουμένη εκτελεστική εξουσία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τα εξής θέματα:
(α) ………………………………………………....................……..
(β) τας εξωτερικάς υποθέσεις, περί ων γίνεται μνεία εν άρθρω 50,».
Σύμφωνα με το Άρθρο 50.1 Α του Συντάγματος:
«Ο εν τω παρόντι εδαφίω όρος «εξωτερικαί υποθέσεις» περιλαμβάνει:
(α) …………Τον διορισμόν και την τοποθέτησιν προσώπων μη ανηκόντων εις την διπλωματικήν υπηρεσίαν εις οιανδήποτε θέσιν εν τω εξωτερικώ, ως διπλωματικών ή προξενικών αντιπροσώπων και την ανάθεσιν καθηκόντων εν τω εξωτερικώ ως ειδικών απεσταλμένων, εις πρόσωπα μη ανήκοντα εις την διπλωματικήν υπηρεσίαν,».
Από το συνδυασμό των Συνταγματικών αυτών διατάξεων, προκύπτει με σαφήνεια, ότι ο διορισμός προσώπου, το οποίο δεν ανήκει στη διπλωματική υπηρεσία, ως Επιτίμου Προξένου στο εξωτερικό, είναι διορισμός προξενικού αντιπροσώπου και, σαν τέτοιος, συναρτάται άμεσα με τη διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων της Δημοκρατίας. Και δεν υπόκειται στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, για το λόγο ότι είναι το αποτέλεσμα άσκησης πολιτειακής εξουσίας, και όχι διοικητικής λειτουργίας, η οποία να απολήγει στην έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξης.
Αν ληφθεί υπόψη το αόριστο της διάρκειας σε συνάρτηση με τον τρόπο δημιουργίας της ιδιότητας του Επιτίμου Προξένου, ο τερματισμός της έχει την ίδια ακριβώς υφή όπως και η δημιουργία της. Και στις δύο περιπτώσεις, το ζήτημα συναρτάται άμεσα με τη διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων της Δημοκρατίας. Αποτελεί, επομένως, ο τερματισμός, όπως και ο διορισμός, άσκηση πολιτειακής εξουσίας και, όπως και εκείνος, δεν υπόκειται σε αναθεωρητικό έλεγχο. Είναι και αυτός acte de Gouvernement.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
[*354]
Demetriou v. Republic 2 R.S.C.C. 121,
Louca v. President of the Republic (1983) 3 C.L.R. 783,
Stokkos v. Republic (1983) 3(B) C.L.R. 1411,
Λοΐζου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2643,
Karaliota v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2053.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάου, Δ.) (Αρ. Προσφυγής 447/97), ημερομηνίας 17/9/98 με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης ημερομηνίας 15/4/97 με την οποία επληροφορείτο ότι ο διορισμός του στη θέση του Επίτιμου Προξένου της Δημοκρατίας στο Μπουρούντι τερματίστηκε από 2/4/97.
Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα.
Γ. Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚHΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γαβριηλίδης.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 25.6.1990 ο εφεσείων, ο οποίος δεν ανήκε στη διπλωματική υπηρεσία, διορίστηκε ως Επίτιμος Πρόξενος της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Μπουρούντι. Στις 2.4.1997 ο διορισμός του τερματίστηκε. Ο τερματισμός γνωστοποιήθηκε στον εφεσείοντα με τηλεμοιότυπο ημερομηνίας 4.4.1997 το οποίο επαναλήφθηκε στις 15.4.1997 όταν διαπιστώθηκε ότι το πρώτο δεν είχε φτάσει στον προορισμό του. Το ουσιαστικό περιεχόμενο είχε ως εξής:
«Πληροφορείσθε ότι η Κυπριακή Κυβέρνηση αποφάσισε να τερματίσει το διορισμό σας στη θέση του Επιτίμου Προξένου της Δημοκρατίας στο Μπουρούντι από τις 2 Απριλίου, 1997.
Σας διαβιβάζουμε τις ευχαριστίες μας για τις υπηρεσίες που προσφέρατε στην ομογένεια του Μπουρούντι και στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας σας ως Επίτιμος Πρόξενος της Δημοκρατίας στην Μπουντζιουμπούρα.
Παράκληση όπως μεριμνήσετε για να μας επιστραφούν όλα τα περιουσιακά στοιχεία του Προξενείου μέσω της Υπάτης Αρμοστείας της Δημοκρατίας στη Ναϊρόμπι.»
Η απόφαση αυτή προσβλήθηκε με την προσφυγή η απορριπτική απόφαση στην οποία αποτελεί το αντικείμενο της ενώπιόν μας έφεσης.
Ο πρωτόδικος Δικαστής απέρριψε την προσφυγή αφού αποδέχθηκε προδικαστική ένσταση της εφεσίβλητης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστούσε Κυβερνητική Πράξη (acte de Gouvernement) και, ως εκ τούτου, δεν υπέκειτο σε αναθεωρητικό έλεγχο ως εκφεύγουσα της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν υπάρχει σταθερό και γενικά αποδεκτό κριτήριο στη βάση του οποίου να μπορεί να διαπιστωθεί ο κυβερνητικός χαρακτήρας συγκεκριμένης πράξης. Όπως και το Γαλλικό και Ελληνικό Συμβούλιο Επικρατείας, έτσι και το Ανώτατο Δικαστήριο, όπως προκύπτει από τις αποφάσεις όπου εξετάστηκε το ζήτημα, ακολουθεί την πρακτική μέθοδο της απαρίθμησης σύμφωνα με την οποία κυβερνητικές πράξεις είναι μόνο εκείνες οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο, όπως διαμορφώνεται σταδιακά με τη νομολογία.
Όπως διαφαίνεται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως κυβερνητικές πράξεις θεωρούνται η απόφαση για απονομή ή άρνηση χάριτος (Demetriou v. The Republic 3 RSCC 121), ο κατά το Σύνταγμα διορισμός του Προέδρου και των Μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Louca v. The President of the Republic (1983) 3 C.L.R. 783)*, ο διορισμός του Αρχηγού ή Υπαρχηγού της Αστυνομίας (Stokkos v. The Republic (1983) 3(B) C.L.R. 1411), και η άρνηση και/ή παράλειψη εξέτασης και ικανοποίησης αιτήματος για απομάκρυνση πρεσβείας από ορισμέ[*356]νο δρόμο (Ελένη Παντελάκη Λοΐζου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2643). Δεν υπόκειται, επίσης, σε δικαστικό έλεγχο ο διορισμός Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Level Tachexcavans Ltd (Αρ.1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 1075). Αντίθετα, όπως κρίθηκε στην Karaliota v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2053, η άρνηση χορήγησης άδειας εισόδου αλλοδαπού στη Δημοκρατία δεν συνιστά κυβερνητική πράξη. Στην ίδια απόφαση επισημάνθηκε και τονίστηκε η σύγχρονη τάση της νομολογίας του διοικητικού δικαίου για περιορισμό των κυβερνητικών πράξεων.
Στην προκείμενη περίπτωση:
Σύμφωνα με το Άρθρο 54 του Συντάγματος:
«Η παρά του Υπουργικού Συμβουλίου ασκουμένη εκτελεστική εξουσία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τα εξής θέματα:
(α) ……...................…………....…………………………………..
(β) τας εξωτερικάς υποθέσεις, περί ων γίνεται μνεία εν άρθρω 50·».
Σύμφωνα με το Άρθρο 50.1 Α του Συντάγματος:
«Ο εν τω παρόντι εδαφίω όρος «εξωτερικαί υποθέσεις» περιλαμβάνει:
(α) …………Τον διορισμόν και την τοποθέτησιν προσώπων μη ανηκόντων εις την διπλωματικήν υπηρεσίαν εις οιανδήποτε θέσιν εν τω εξωτερικώ, ως διπλωματικών ή προξενικών αντιπροσώπων και την ανάθεσιν καθηκόντων εν τω εξωτερικώ ως ειδικών απεσταλμένων, εις πρόσωπα μη ανήκοντα εις την διπλωματικήν υπηρεσίαν»-
Από το συνδυασμό των Συνταγματικών αυτών διατάξεων προκύπτει, κατά την άποψή μας, με σαφήνεια, ότι ο διορισμός προσώπου το οποίο δεν ανήκει στη διπλωματική υπηρεσία, ως Επιτίμου Προξένου στο εξωτερικό, είναι διορισμός προξενικού αντιπροσώπου και, σαν τέτοιος, συναρτάται άμεσα με τη διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων της Δημοκρατίας. Και δεν υπόκειται στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για το λόγο ότι, όπως ορθά παρατήρησε ο πρωτόδικος Δικαστής, είναι το αποτέλεσμα άσκησης πολιτειακής εξουσίας, και όχι διοικητικής λειτουργίας η οποία να απολήγει στην έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξης.
[*357]Δεδομένου ότι ο διορισμός Επιτίμου Προξένου δεν υπόκειται σε αναθεωρητικό έλεγχο, εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο το ίδιο ισχύει και σε σχέση με τον τερματισμό του. Χωρίς να θέτουμε γενική αρχή ότι όπου ο διορισμός συνιστά άσκηση πολιτειακής εξουσίας το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση του τερματισμού του, έχουμε την άποψη, όπως και ο πρωτόδικος Δικαστής, ότι, αν ληφθεί υπόψη το αόριστο της διάρκειας σε συνάρτηση με τον τρόπο δημιουργίας της ιδιότητας του Επιτίμου Προξένου, ο τερματισμός της έχει την ίδια ακριβώς υφή όπως και η δημιουργία της. Και στις δύο περιπτώσεις το ζήτημα συναρτάται άμεσα με τη διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων της Δημοκρατίας. Αποτελεί, επομένως, ο τερματισμός, όπως και ο διορισμός, άσκηση πολιτειακής εξουσίας και, όπως και εκείνος, δεν υπόκειται σε αναθεωρητικό έλεγχο. Είναι και αυτός acte de Gouvernement.
Η έφεση απορρίπτεται με £500 έξοδα εις βάρος του εφεσείοντα.
Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο