Νικοδήμου Άννα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 571

(2001) 3 ΑΑΔ 571

[*571]13 Ιουνίου, 2001

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΝΑ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ,

Εφεσείουσα,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2800)

 

Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή ― Σε αντιδιαστολή με μέτρα εσωτερικής φύσης ― Διακρίσεις.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Μετάθεση ― Σε αντιδιαστολή με μετακίνηση υπαλλήλου ― Σχετικές πρόνοιες του Ν.1/90 ― Η δεύτερη δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη ― Η απαίτηση για αιτιολογία δεν επιδρά στη φύση της πράξης.

Έξοδα ― Κανόνας ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης.

Η εφεσείουσα επεδίωξε τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση, την ακύρωση της απόφασης μετακίνησής της εντός της ίδιας πόλης.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Η χρήση του όρου εκτελεστή διοικητική πράξη δηλώνει το αντίστροφο των μέτρων εσωτερικής τάξης τα οποία στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και δεν προσβάλλονται παραδεκτώς με αίτηση ακύρωσης.  Μια διοικητική πράξη έχει εξ ορισμού εξωτερικές έννομες συνέπειες.  Η διάκριση μεταξύ διοικητικής πράξης και μέτρων εσωτερικής τάξης δεν είναι σαφής και εύκολη στο πλαίσιο των ειδικών, κυριαρχικών ή εξουσιαστικών σχέσεων, όπως είναι για παράδειγμα η υπαλληλική ή μαθητική σχέση. Πειθαρχικές ποινές στο πλαίσιο των σχέσεων αυτών έχουν εξωτερικές έννομες συνέπει[*572]ες μόνο όταν θίγουν τον πυρήνα της σχέσης, δηλαδή τη σύσταση, ύπαρξη και περιεχόμενό της.  Μόνο τότε αποτελούν διοικητικές πράξεις που προσβάλλονται παραδεκτώς με αίτηση ακύρωσης.  Το αντίθετο ισχύει για τα μέτρα εσωτερικής τάξης.

2.  Η διάκριση  μεταξύ της εξουσίας για μετάθεση που παρέχεται στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και της εξουσίας για μετακίνηση που παρέχεται στον προϊστάμενο του τμήματος, αντανακλά το διάφορο χαρακτήρα των δύο πράξεων, δηλαδή τον εσωτερικό χαρακτήρα του μέτρου της μετακίνησης και το ρυθμιστικό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του υπάλληλου, χαρακτήρα της μετάθεσης.  Η απόφαση επί παντός θέματος που άπτεται της υπόστασης δημόσιου υπάλληλου βρίσκεται εντός της αρμοδιότητας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.  Η μετακίνηση, σε αντίθεση με τη μετάθεση, συνιστά εσωτερικό μέτρο, μη υποκείμενο σε αναθεώρηση, λόγω έλλειψης εκτελεστότητας. 

     Η μετακίνηση της εφεσείουσας με βάση το Άρθρο 48(3) δεν συνιστά οποιανδήποτε μεταβολή της υπηρεσιακής της υπόστασης και συνεπώς δεν αποτελεί πράξη εκτελεστή υποκείμενη σε ακυρωτικό έλεγχο, αλλά αντίθετα εσωτερικό μέτρο της διοίκησης.  Η μετακίνηση δεν προϋποθέτει αλλαγή της θεσμικής υπόστασης του υπάλληλου.  Τα καθήκοντα τα οποία καλείται να ασκήσει στη νέα του θέση προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας και η μετακίνηση δεν έχει οποιεσδήποτε έννομες συνέπειες. 

     Η αξίωση του νομοθέτη για αιτιολόγηση οποιασδήποτε πράξης δεν καθιστά από μόνη της την πράξη αυτή εκτελεστή.  Εκτελεστή διοικητική πράξη είναι η πράξη η οποία επάγεται έννομες συνέπειες και η αξίωση για αιτιολόγηση δεν επιδρά επί της εκτελεστότητας.

3.  Η εφεσείουσα με το δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλει τον ισχυρισμό ότι εσφαλμένα καταδικάστηκε σε έξοδα.  Το Δικαστήριο έχει επανειλημμένα ασχοληθεί με το θέμα των εξόδων και κανένας πρακτικός σκοπός δεν θα εξυπηρετηθεί με την επανάληψη των αρχών που έχουν τεθεί.  Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Δημητριάδου v. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1991) 4 Α.Α.Δ. 2110,

[*573]Vrahimis, a minor v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 1428.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 281/98) ημερομηνίας 16/2/99 με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της κατά της απόφασης για μετακίνησή της από τις Αποθήκες Φαρμάκων, όπου υπηρετούσε, στα Εξωτερικά Ιατρεία Καϊμακλίου.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.

Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π. : Tην απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα είναι φαρμακοποιός και υπηρετούσε στις Αποθήκες Φαρμάκων, στη Λευκωσία. Με επιστολή του ημερ. 8.1.1998 ο Διευθυντής Φαρμακευτικών Υπηρεσιών της κοινοποίησε απόφασή του για μετακίνησή της στα Εξωτερικά Ιατρεία Καϊμακλίου, από 16.11.1998, μέσα στα πλαίσια των αναγκών της υπηρεσίας.  Η εφεσείουσα προέβη σε σειρά παραστάσεων προς τον προϊστάμενό της και τελικά προσέβαλε την απόφαση στο Ανώτατο Δικαστήριο.  Η προσφυγή της απορρίφθηκε, γιατί κρίθηκε ότι η μετακίνηση συνιστά εσωτερικό μέτρο της διοίκησης μη υποκείμενο σε ακυρωτικό έλεγχο.

Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα αμφισβητεί την πιο πάνω θεώρηση και ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παραγνώρισε ότι η νομολογία που προβλήθηκε στην προδικαστική ένσταση αφορούσε την προ του περί της Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, ισχύουσα κατάσταση.

Το άρθρο 48 του Ν.1/90 αντιδιαστέλλει τον όρο μετακίνηση από τον όρο μετάθεση.  «Μετάθεση» σημαίνει τη μετατόπιση υπάλληλου η οποία συνεπάγεται αλλαγή τόπου διαμονής, σε αντίθεση με τη «μετακίνηση» που σημαίνει τη μετατόπιση υπάλληλου που δεν συνεπάγεται μια τέτοια αλλαγή.  Οι μεταθέσεις υπαλλήλων διενεργούνται από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής, δεόντως αιτιολογημένη (άρθρο 48(2)), ενώ οι μετα[*574]κινήσεις των υπαλλήλων διενεργούνται από τον προϊστάμενο του οικείου τμήματος, με απόφασή του δεόντως αιτιολογημένη (άρθρο 48(3)).

Η χρήση του όρου εκτελεστή διοικητική πράξη δηλώνει το αντίστροφο των μέτρων εσωτερικής τάξης τα οποία στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και δεν προσβάλλονται παραδεκτώς με αίτηση ακύρωσης (Π. Δ. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 2η Έκδοση, παραγρ. 516 και ΣτΕ 1821/89 (Ολ.)).  Μια διοικητική πράξη έχει εξ ορισμού εξωτερικές έννομες συνέπειες.  Η διάκριση μεταξύ διοικητικής πράξης και μέτρων εσωτερικής τάξης, όπως παρατηρεί ο Δαγτόγλου ανωτέρω, δεν είναι σαφής και εύκολη στο πλαίσιο των ειδικών, κυριαρχικών ή εξουσιαστικών σχέσεων, όπως είναι για παράδειγμα η υπαλληλική ή μαθητική σχέση.  Πειθαρχικές ποινές στο πλαίσιο των σχέσεων αυτών έχουν εξωτερικές έννομες συνέπειες μόνο όταν θίγουν τον πυρήνα της σχέσης, δηλαδή τη σύσταση, ύπαρξη και περιεχόμενό της.  Μόνο τότε αποτελούν διοικητικές πράξεις που προσβάλλονται παραδεκτώς με αίτηση ακύρωσης.  Το αντίθετο ισχύει για τα μέτρα εσωτερικής τάξης (βλέπε επίσης ΣτΕ 97/1980). 

Στην ελληνική νομολογία η απλή μετακίνηση υπάλληλου που δεν επάγεται μεταβολή της οικογενειακής του κατάστασης δεν φέρει χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξης, γι’ αυτό και κρίθηκε ότι είναι απαράδεκτη η αίτηση για ακύρωσή της (ΣτΕ 298/54 ).

Όπως επισημαίνεται και στην υπόθεση Δημητριάδου ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (1991) 4 Α.Α.Δ. 2110, 2113, η διάκριση  μεταξύ της εξουσίας για μετάθεση που παρέχεται στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και της εξουσίας για μετακίνηση που παρέχεται στον προϊστάμενο του τμήματος, αντανακλά το διάφορο χαρακτήρα των δύο πράξεων, δηλαδή τον εσωτερικό χαρακτήρα του μέτρου της μετακίνησης και το ρυθμιστικό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του υπάλληλου, χαρακτήρα της μετάθεσης.  Η απόφαση επί παντός θέματος που άπτεται της υπόστασης δημόσιου υπάλληλου βρίσκεται εντός της αρμοδιότητας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.  Η μετακίνηση, σε αντίθεση με τη μετάθεση, συνιστά εσωτερικό μέτρο, μη υποκείμενο σε αναθεώρηση, λόγω έλλειψης εκτελεστότητας. Στην υπόθεση Vrahimis, a minor v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 1428, 1435, όπου εξετάστηκε η διάκριση μεταξύ διοικητικής πράξης καθοριστικής νομικών δικαιωμάτων και εσωτερικής πράξης της διοίκησης, τονίστηκε η ετοιμότητα να αναληφθεί δικαιοδοσία  όταν συγκεκριμένη πράξη έχει, παρά τα τυπικά της χαρακτηριστικά, εμφανείς συνέπειες στον πολίτη.

Στην παρούσα περίπτωση συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστή[*575]ριο ότι η μετακίνηση της εφεσείουσας με βάση το άρθρο 48(3) δεν συνιστά οποιανδήποτε μεταβολή της υπηρεσιακής της υπόστασης και συνεπώς δεν αποτελεί πράξη εκτελεστή υποκείμενη σε ακυρωτικό έλεγχο, αλλά αντίθετα εσωτερικό μέτρο της διοίκησης. Η μετακίνηση δεν προϋποθέτει αλλαγή της θεσμικής υπόστασης του υπάλληλου. Τα καθήκοντα τα οποία καλείται να ασκήσει στη νέα του θέση προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας και η μετακίνηση δεν έχει οποιεσδήποτε έννομες συνέπειες. 

Έχει επισημανθεί από την εφεσείουσα η νομοθετική αξίωση για αιτιολογημένη απόφαση του προϊστάμενου, ως δεικνύουσα προς την κατεύθυνση της εκτελεστότητας της πράξης. Δεν συμφωνούμε με τη θέση αυτή.  Η αξίωση του νομοθέτη για αιτιολόγηση οποιασδήποτε πράξης δεν καθιστά από μόνη της την πράξη αυτή εκτελεστή.  Εκτελεστή διοικητική πράξη είναι η πράξη η οποία επάγεται έννομες συνέπειες και η αξίωση για αιτιολόγηση δεν επιδρά επί της εκτελεστότητας.

Η εφεσείουσα με το δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλει τον ισχυρισμό ότι εσφαλμένα καταδικάστηκε σε έξοδα. Έχουμε επανειλημμένα ασχοληθεί με το θέμα των εξόδων και κανένας πρακτικός σκοπός δεν θα εξυπηρετηθεί με την επανάληψη των αρχών που έχουν τεθεί.  Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας τα οποία υπολογίζουμε και επιδικάζουμε στις £500.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο