Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χρίστου Χαραλαμπίδη (2001) 3 ΑΑΔ 620

(2001) 3 ΑΑΔ 620

[*620]21 Ιουνίου, 2001

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ,

Εφεσείοντες-Καθ’ων η αίτηση,

ν.

ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ,

Εφεσίβλητου-Αιτητή.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2795)

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Σύνταγμα ― Αρχή της ισότητας ― Στην απουσία ομοιογένειας μεταξύ των συγκρινόμενων, εν προκειμένω Υπηρεσιών, δεν μπορεί να εγερθεί ζήτημα ίσης μεταχείρισης των υπαλλήλων των δύο Υπηρεσιών.

Ο εφεσίβλητος πέτυχε πρωτόδικα την ακύρωση της απόφασης απόρριψης του αιτήματός του για επίδομα δεύτερης αναμονής βάσει του σχεδίου Καθηκόντων Αναμονής που δεν τύγχανε όμως εφαρμογής στις Ψυχιατρικές Υπηρεσίες όπου εργαζόταν.  Κρίθηκε πρωτόδικα πως για σκοπούς ισότητας θα έπρεπε το αίτημά του να είχε εγκριθεί.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

     Είναι, εκ προοιμίου, παραδεκτό ότι το υφιστάμενο σχέδιο δεν καλύπτει τη λειτουργία της Υπηρεσίας Ψυχικής Υγείας.  Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση φαίνεται, κατ’ αρχάς, ως σύννομη.  Μόνο επέκταση του συστήματος θα μπορούσε να περιλάβει το τμήμα όπου υπηρετεί ο εφεσίβλητος.

     Στην προκείμενη περίπτωση, το σχέδιο αναμονής περιορίζεται στους υπεύθυνους κλινικών των Ιατρικών Υπηρεσιών.  Το Σχέδιο διαμορφώθηκε, μετά από μελέτη των δεδομένων των συγκεκριμένων Υπηρεσιών και την αναγκαιότητα καθιέρωσης του συστήματος επιδόματος δεύτερης αναμονής, προς αντικατάσταση του δαπανειρότερου συστήματος βάρδιας. 

[*621]         Στην απουσία ουσιαστικής ομοιογένειας μεταξύ των δύο Υπηρεσιών, δε θα μπορούσε να εγερθεί ζήτημα ίσης μεταχείρισης του εφεσίβλητου με τα μέλη των Ιατρικών Υπηρεσιών τα οποία περιλαμβάνονται στο σχέδιο δεύτερης αναμονής.  Εφόσον δεν έχει καταφανεί ότι οι ανάγκες των δύο Υπηρεσιών εξομοιούνται, ελλείπει και το βάθρο προς επίκληση της αρχής της ισότητας, διαπίστωση η οποία καταρρίπτει το θεμέλιο της πρωτόδικης απόφασης και δικαιώνει τους εφεσείοντες. 

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τους καθ’ ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 759/96) ημερομηνίας 27/1/99 με την οποία αποδέχθηκε την προσφυγή του αιτητή και ακύρωσε την απόφαση μη καταβολής σ’ αυτόν του επιδόματος δεύτερης αναμονής το οποίο ίσχυε στις Ιατρικές Υπηρεσίες αλλά όχι στις Ψυχιατρικές Υπηρεσίες, όπου υπηρετούσε ως Ανώτερος Ειδικός Ιατρός.

Θ. Μαυρομουστάκη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Ε. Σατράκη για Χρ. Ιερείδη και Σ. Σαμψών, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Μετά την προαγωγή του στη θέση Ανώτερου Ειδικού Ιατρού στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, ο εφεσίβλητος αξίωσε την καταβολή σ’ αυτό επιδόματος δεύτερης αναμονής, κατ’ επίκληση των προνοιών του σχεδίου Καθηκόντων Αναμονής, που τέθηκε σε ισχύ το 1986.  Δεν αμφισβήτησε ότι το εν λόγω σχέδιο δεν τυγχάνει εφαρμογής στις Ψυχιατρικές Υπηρεσίες, αλλά μόνο στις Ιατρικές Υπηρεσίες.  Υποστήριξε όμως ότι η επέκτασή του και στις Ψυχιατρικές Υπηρεσίες επιβάλλεται από τις αρχές της ισότητας.  Σ’ αυτή τη θέση θεμελίωσε ο εφεσίβλητος τη διεκδίκηση του προβλεπόμενου από το προαναφερθέν σχέδιο επιδόματος.

Στην απορριπτική επιστολή των εφεσειόντων, εξηγείται ότι το επίδομα δεν καταβάλλεται αυτομάτως αλλά μετά από διερεύνηση της [*622]αναγκαιότητας, λόγω των συνθηκών που επικρατούν στον ιδιαίτερο κλάδο των Υπηρεσιών Υγείας, που αποτελεί και το λόγο καταβολής του.

Ο εφεσίβλητος, στην πρόσκληση των αρχών να παράσχει στοιχεία αναφορικά με την προσέλευσή του εκτός ωρών εργασίας για την παροχή ιατρικής περίθαλψης σε ασθενείς του Ψυχιατρείου και της Ψυχιατρικής Κλινικής και τον αριθμό τέτοιων κλήσεων, δεν ανταποκρίθηκε, προβάλλοντας τον ισχυρισμό:-

«... χρειάζομαι τουλάχιστον 1 1/2 ώρα όταν δεν υπάρχουν δύσκολα περιστατικά όπως άτομα σε διέγερση, τοξικομανείς κατάδικοι ή ακόμα και που είναι φορείς του AIDS.»

Η απουσία στοιχείων, σχετικών με την υπηρεσία του εφεσίβλητου, αδυνατίζει τις διεκδικήσεις του για εξομοίωση των συνθηκών εργασίας που επικρατούν στο δικό του κλάδο με εκείνες που ισχύουν σε κλινικές που καλύπτονται από το υφιστάμενο σχέδιο. 

Το σχέδιο καθηκόντων αναμονής τέθηκε σε εφαρμογή το 1986, μετά από έρευνα σε κλινικές των Ιατρικών Υπηρεσιών, ως προς τη συχνότητα των κλήσεων ιατρών να προσέλθουν στα καθήκοντά τους εκτός ωρών εργασίας.

Με την προσφυγή του, ο εφεσίβλητος επιδίωξε την ακύρωση της επίδικης διοικητικής απόφασης, για το λόγο ότι οι εφεσείοντες              «... αρνούνται και/ή παραλείπουν να επεκτείνουν το από το 1987 εγκεκριμένο και εφαρμοστέο Σχέδιο καθηκόντων αναμονής σε Προϊσταμένους Κλινικών στο Τμήμα Ιατρικών Υπηρεσιών & Υπηρεσιών Δημοσίας Υγείας ...»

Το δεύτερο αιτητικό της προσφυγής συναρτάται με την ίδια παράλειψη των αρχών να εφαρμόσουν το σχέδιο του 1986 και στην περίπτωσή του. 

Είναι, εκ προοιμίου, παραδεκτό ότι το υφιστάμενο σχέδιο δεν καλύπτει τη λειτουργία της Υπηρεσίας Ψυχικής Υγείας.  Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση φαίνεται, κατ’ αρχάς, ως σύννομη.  Μόνο επέκταση του συστήματος θα μπορούσε να περιλάβει το τμήμα όπου υπηρετεί ο εφεσίβλητος.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την επίδικη διοικητική πράξη, με το δικαιολογητικό ότι το σχέδιο έπρεπε να καλύπτει και την υπηρεσία του Ψυχιατρείου και ειδικά την υπηρεσία του εφεσίβλητου, για το λόγο ότι ευρίσκεται στην ίδια θέση, όπως και άλλοι ανώτεροι λειτουργοί, που υπηρετούν στις Ιατρικές Υπηρεσίες όπου ισχύει το σχέδιο.

Δε θα εξετάσουμε κατά πόσο είναι δυνατή η επέκταση δημοσιονομικού σχεδίου, με το δικαιολογητικό ότι τούτο συνάδει προς την αρχή της ισότητας.  Εφαρμογή της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, θα έτεινε να αποκλείσει τέτοιο ενδεχόμενο.  Άλλο είναι η ακύρωση διοικητικής πράξης ή απόφασης, επειδή προσκρούει στην αρχή της ισότητας, και άλλο η επέκτασή της, κατ’ επίκληση των αρχών της ισότητας.  Στη δεύτερη περίπτωση, η επέκταση συνεπάγεται, ως θέμα ορθολογιστικής ταξινόμησης, την άσκηση εκτελεστικής ή διοικητικής εξουσίας, ανάλογα με την περίπτωση. Αυτή η πτυχή του θέματος δε συζητήθηκε πρωτοδίκως ούτε κατ’ έφεση.  Δε θα επεκταθούμε σ’ αυτή, ούτε στη νομολογία που άπτεται του θέματος, εκτός αν τούτο ήθελε κριθεί απαραίτητο για την επίλυση των επιδίκων θεμάτων. 

Στην προκείμενη περίπτωση, το σχέδιο αναμονής περιορίζεται στους υπεύθυνους κλινικών των Ιατρικών Υπηρεσιών.  Το Σχέδιο διαμορφώθηκε, μετά από μελέτη των δεδομένων των συγκεκριμένων Υπηρεσιών και την αναγκαιότητα καθιέρωσης του συστήματος επιδόματος δεύτερης αναμονής, προς αντικατάσταση του δαπανειρότερου συστήματος βάρδιας.

Στην απουσία δεδομένων, που να τείνουν να διαφωτίσουν ως προς τις ανάγκες των Ψυχιατρικών Υπηρεσιών και τις κλήσεις του ιατρικού προσωπικού για υπηρεσία εκτός ωρών εργασίας, αδύνατη καθίσταται και η σύγκριση των αντίστοιχων δεδομένων των δύο Υπηρεσιών.

Στην απουσία ουσιαστικής ομοιογένειας* μεταξύ των δύο Υπηρεσιών, δε θα μπορούσε να εγερθεί ζήτημα ίσης μεταχείρισης του εφεσίβλητου με τα μέλη των Ιατρικών Υπηρεσιών τα οποία περιλαμβάνονται στο σχέδιο δεύτερης αναμονής.  Εφόσον δεν έχει καταφανεί ότι οι ανάγκες των δύο Υπηρεσιών εξομοιούνται, ελλείπει και το βάθρο προς επίκληση της αρχής της ισότητας, διαπίστωση η οποία καταρρίπτει το θεμέλιο της πρωτόδικης απόφασης και δικαιώνει τους εφεσείοντες.

[*624]Υπό το φως των ανωτέρω, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Η προσφυγή απορρίπτεται και η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των εφεσειόντων πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, τα οποία συνολικά καθορίζονται σε £800,00.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο