Caramondani Bros Ltd και Άλλοι ν. Δήμου Λεμεσού (2001) 3 ΑΑΔ 630

(2001) 3 ΑΑΔ 630

[*630]29 Ιουνίου, 2001

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΑΜΒΗΣ,

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

1. CARAMONDANI BROS LTD,

2. C.N.C.P. BOAT AND CAR PARKS LTD,

Εφεσείοντες,

ν.

ΔΗΜΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ,

Εφεσίβλητου.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2680)

 

Αναθεωρητική Έφεση ― Λόγοι εφέσεως ― Αφορούν μόνο σε ότι απασχόλησε και εξετάστηκε πρωτόδικα.

Προσφορές ― Όροι προσφορών ― Παρανόμως λήφθηκαν υπόψη προτάσεις στο οικονομικό μέρος της προσφοράς για επέκταση του έργου εκτός των όρων του.

Προσφορές ― Αιτιολογία ― Παράνομη αιτιολογία για κατακύρωση της προσφοράς εκτός τεχνικών όρων προσφοράς.

Οι εφεσείοντες προσέβαλαν τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση την απόφαση του εφεσίβλητου Δήμου να κατακυρώσει την προσφορά στα ενδιαφερόμενα μέρη αντί στους ιδίους.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Ο συνήγορος του ενδιαφερομένου προσώπου επανέλαβε τη θέση, που ανέπτυξε και πρωτοδίκως, ότι στην απουσία σχετικού λόγου ακύρωσης τα περί παράβασης των όρων της προσφοράς προβάλλονται απαραδέκτως.  Πρότεινε ακριβώς το ίδιο και για το άλλο ζήτημα του 70% - 30% που αφορά στην αιτιολογία, για το οποίο όμως αυτή η θέση δεν τέθηκε πρωτόδικα.  Αντέφεση δεν έγινε και ούτε δόθηκε ειδοποίηση εφεσιβλήτου.  Επομένως, οι λόγοι  έφεσης εξετάζονται στο πλαίσιο των όσων απασχόλησαν και εξετάστηκαν πρωτό[*631]δικα, ανεξάρτητα από το τί είχε τεθεί με την προσφυγή.

Αυτά αφορούν στο ζήτημα συμμόρφωσης του ενδιαφερομένου προσώπου με τους όρους.  Αναφορικά με το ζήτημα της αιτιολογίας, θεωρείται ότι αυτό είχε τεθεί με την προσφυγή παρόλον που δεν διατυπώθηκαν λεπτομέρειες.

2.  Είναι, προφανές ότι η πρόσκληση για προσφορές περιόριζε το έργο σε δύο πολυόροφους χώρους στάθμευσης - σταθμούς όπως συντομογραφικά αναφέρονται - και δεν επέτρεπε την ανέγερση άλλων αυτοτελών οικοδομών που δεν συναρτώνταν λειτουργικά με αυτούς.  Το τεχνικό μέρος της προσφοράς δεν μπορούσε να επεκταθεί πέραν αυτού του έργου το οποίο καθοριζόταν στην πρόσκληση.  Το αντίθετο θα σήμαινε πως ζητούνταν προσφορές χωρίς σταθερές και ομοιόμορφες προδιαγραφές, ανάλογα με ό,τι οι προσφοροδότες θα θεωρούσαν σκόπιμο οι ίδιοι να προσθέσουν, μικρό ή μεγάλο, διαμορφώνοντας εν τέλει οι ίδιοι το σύνολο του έργου.

     Δεν είχε, λοιπόν, τη δυνατότητα ο Δήμος να λάβει υπόψη, ως μέρος της οικονομικής πρότασης του ενδιαφερομένου προσώπου, τα όσα αφορούσαν την εκτός όρων επέκταση του έργου.  Αντικρύζεται εδώ το ζήτημα των όρων, όπως αντικρύστηκε και πρωτόδικα, από τη σκοπιά της στάθμισης  στοιχείων και όχι της εγκυρότητας της προσφοράς του ενδιαφερομένου προσώπου, αφού, καθώς προκύπτει από τα όσα προαναφέρθηκαν, δεν παρέχεται τέτοια δυνατότητα.

3.  Ως προς το ζήτημα της αιτιολογίας, η κατάληξή του Δικαστηρίου, ότι ο Δήμος εσφαλμένα ήταν που αντίκρυσε τα δεδομένα που αφορούσαν την έκταση του έργου, ως στοιχεία άρρηκτα συνυφασμένα με την οικονομική πρόταση, έχει ως αντίκτυπο την αφαίρεση του ερείσματος της εξήγησης που ο Δήμος έδωσε για την προτίμηση της προσφοράς του ενδιαφερομένου προσώπου.  Πέρα όμως από αυτό, θεωρείται πως η αιτιολογία δεν θα μπορούσε να ήταν πλήρης χωρίς συγκεκριμένη αναφορά στον όρο που αφορούσε τη σημασία, αντιστοίχως, της τεχνικής και οικονομικής πρότασης.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 135,

Ευθυμίου v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281.

[*632]Έφεση.

Έφεση από τους αιτητές εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 985/96) ημερομηνίας 22/6/98 με την οποία απέρριψε την προσφυγή τους κατά της κατακύρωσης της προσφοράς για την ανέγερση πολυόροφων χώρων στάθμευσης μηχανοκινήτων οχημάτων στη Λεμεσό, στο ενδιαφερόμενο μέρος, αντί στους ιδίους.

Γ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσείοντες.

Κ. Κακουλλή για Γ. Κακογιάννη, για τον Εφεσίβλητο.

Γ. Σεραφείμ για Τ. Παπαδόπουλο για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο Δήμος Λεμεσού ζήτησε, με δημοσίευση στον εγχώριο τύπο, προσφορές για την ανέγερση στο κέντρο της πόλης πολυόροφων χώρων στάθμευσης μηχανοκινήτων οχημάτων.  Στις οδηγίες προς τους προσφοροδότες αναφέρονταν εισαγωγικά τα εξής:

“1.  Εισαγωγή

1.1. Ο Δήμος Λεμεσού προτίθεται να ανεγείρει πολυόροφους χώρους στάθμευσης μηχανοκινήτων οχημάτων σε 2 οικόπεδα στο κέντρο της πόλης των οποίων είναι ήδη αποκλειστικός κάτοχος, στις οδούς:

(α) Σαλαμίνος                  Χώρος Α

(β) Σπύρου Αραούζου    Χώρος Β

όπως φαίνεται στα επισυναπτόμενα κτηματολογικά σχέδια.

1.2 Για διευκόλυνση της οικονομικής του ρευστότητας ο Δήμος Λεμεσού σκοπεύει να αναθέσει, κατόπιν προσφορών την ανέγερση των σταθμών σε ιδιώτες με το σύστημα “Σχεδίαση. Κατασκευή - Εκχώρηση - Παράδοση” γνωστού στο εξωτερικό σαν BOT (Build - Operate - Transfer).

[*633]1.3    Η τελική συμφωνία με τον επιτυχόντα προσφοροδότη θα διαλαμβάνει ότι:

(α)  Ο επιτυχών προσφοροδότης θα χρηματοδοτήσει εξ’ ολοκλήρου τη σχεδίαση, την κατασκευή, την εκμετάλλευση και τη συντήρηση των σταθμών.

(β)  Σε αντάλλαγμα των πιο πάνω υπηρεσιών θα του εκχωρηθεί το δικαίωμα οικονομικής εκμετάλλευσης των σταθμών για χρονική περίοδο και με τον τρόπο που θα καθορισθούν στην προσφορά. 

Σημειώνεται ότι “Τα προτεινόμενα τέλη Στάθμευσης”, η ζητούμενη “Χρονική Περίοδος Εκμετάλλευσης” καθώς και άλλοι όροι της εκχώρησης θα είναι μέρος της οικονομικής προσφοράς του κάθε ενδιαφερόμενου προσοφοροδότη στο φάκελλο Β της προσφοράς, όπως περιγράφεται στην παρ. 4 πιο κάτω. 

1.4 Ο κάθε ενδιαφερόμενος προσφοροδότης μπορεί να υποβάλει προσφορά για τη σχεδίαση, κατασκευή, εκμετάλλευση, συντήρηση και εκχώρηση και παράδοση:-

-  ενός μόνο πολυόροφου χώρου στάθμευσης ή και των

 

-  δύο πολυόροφων χώρων στάθμευσης

ανάλογα με τις οικονομικές και άλλες δυνατότητες του.

Η έννοια του “πολυόροφου” υποδηλεί και αριθμόν ορόφου/ων υπογείως.”

Κατ’ ακολουθίαν, η παράγραφος 2 των Οδηγιών περιέγραφε το έργο ως “την ανέγερση των δύο πολυόροφων χώρων στάθμευσης”.  Προβλεπόταν ότι οι προσφορές θα υποβάλλονταν σε δύο χωριστούς, σφραγισμένους φακέλους:  ο ένας, ο Α, θα περιείχε την “τεχνική πρόταση” και ο άλλος, ο Β, την  “οικονομική πρόταση”.  Η αξιολόγηση, σύμφωνα με την παράγραφο 10, θα γινόταν σε δύο στάδια. Σε πρώτο στάδιο θα αξιολογούντο οι τεχνικές προτάσεις βάσει αξιοκρατικών κριτηρίων, μεταξύ των οποίων και εκείνα που καθορίζονταν στην παράγραφο 10.1, και θα ταξινομούντο σύμφωνα με το βαθμό ικανοποίησης των κριτηρίων.  Μετά, σε δεύτερο στάδιο, θα αξιολογούντο οι οικονομικές προτάσεις βάσει κριτηρίων στα οποία περιλαμβάνονταν, σύμφωνα με την παράγραφο 10.2:

“- η ζητούμενη περίοδος εκχώρησης

[*634] - το ύψος των ζητουμένων τελών στάθμευσης

 - τρόποι χρηματοδότησης του έργου

 - άλλοι τυχόν όροι του προσφοροδότη.”

Ο υπό αναφορά διαχωρισμός της προσφοράς σε δύο μέρη είχε την εξής  σημασία.  Οριζόταν στην παράγραφο 11, σε σχέση με την κατακύρωση των προσφορών, ότι:

“Η κατακύρωση της προσφοράς θα γίνει σ΄ εκείνο τον προσφοροδότη του οποίου ο συνδυασμός των δύο Προτάσεων Α και Β, θα κριθεί ότι ικανοποιεί περισσότερο τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του Δήμου Λεμεσού.  Έμφαση θα δοθεί στο τεχνικό μέρος της προσφοράς που θα αξιολογηθεί με βάρος 70% έναντι 30% του οικονομικού μέρους.”

Το πλαίσιο που ο Δήμος έθεσε για τις προσφορές το συμπληρώνουμε, στην έκταση που εδώ ενδιαφέρει, με την Προσθήκη αρ. 1. Έλεγε ότι:

“.... διευκρινίζεται ότι επαφίεται στους ίδιους τους προσφοροδότες να προτείνουν στην προσφορά τους οποιαδήποτε μέτρα, οποιουσδήποτε τρόπους και γενικά κάτω από ποιές προϋποθέσεις υπολογίζουν ότι θα καταστούν οι χώροι στάθμευσης βιώσιμοι.”

Υποβλήθηκαν τρεις προσφορές.  Θεωρήθηκαν όλες έγκυρες.  Σύμφωνα με την έκθεση αξιολόγησης “όλες τηρούσαν ως επί το πλείστο τα τεθέντα κριτήρια της τεχνικής πρότασης και γι΄ αυτό ανοίχθηκαν οι φάκελοι Β με την οικονομική πρόταση ώστε να γίνει μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση”.  Όμως δεν ταξινομήθηκαν οι τεχνικές προτάσεις βάσει του βαθμού ικανοποίησης των τεθέντων κριτηρίων, όπως διαλαμβανόταν στην παράγραφο 10.  Εξ άλλου, η προσφορά του ενδιαφερομένου προσώπου δεν περιοριζόταν σε μόνο την ανέγερση χώρων στάθμευσης. Εκτεινόταν, συνδυάζοντάς τους με την ανέγερση καταστημάτων και γραφείων.  Στην έκθεση αξιολόγησης γινόταν εισήγηση να ληφθεί αυτό υπόψη, προφανώς ως μέρος της οικονομικής πρότασης, όταν θα αποφασιζόταν ποια ήταν η πιο συμφέρουσα προσφορά.

Η προσφορά του τρίτου προσφοροδότη απορρίφθηκε “διότι υστερούσε κατά πολύ από τις άλλες προσφορές”. Και, στο τελικό στάδιο, επικράτησε η προσφορά του ενδιαφερομένου προσώπου και κατακυρώθηκε ως “η πιο συμφέρουσα για τον Δήμο”.  Σε συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου, ημερ. 26 Σεπτεμβρίου 1996, [*635]σημειώθηκε ότι:

“Η Εταιρεία Vert et Blanc στην οδό Σαλαμίνος θα κατασκευάσει οικοδόμημα χωριτικότητας 323 χώρων και 8 καταστήματα στην πρόσοψη, στη δε οδό Σπύρου Αραούζου προσφέρονται 234 χώροι στάθμευσης και γίνεται πρόταση για ανέγερση 8όροφων γραφείων στην πρόσοψη.”

Με αυτά τα δεδομένα η οικονομική πρόταση του ενδιαφερομένου μέρους ήταν βέβαια καλύτερη και γι΄ αυτό προτιμήθηκε.

Με την προσφυγή τους οι εφεσείοντες προέβαλαν, με γενικότητα, ότι η απόφαση λήφθηκε (α) καθ’ υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, (β) κατά  παράβαση  της  αρχής της ισότητας και της χρηστής διοίκησης, (γ) υπό το κράτος πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο και (δ) ότι δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη.  Με την αγόρευσή του, ο συνήγορος των αιτητών υπέδειξε ότι η προσφορά του ενδιαφερομένου προσώπου δεν ήταν σύμφωνη με τους τεθέντες όρους αφού περιλάμβανε έργο πρόσθετο από εκείνο που είχε ζητηθεί.  Και επεσήμανε ότι δεν φαινόταν να απασχόλησε ο όρος με τον οποίο καταμεριζόταν η σημασία του τεχνικού και οικονομικού μέρους σε 70%-30% αντιστοίχως.

Η συνήγορος που παρουσιάστηκε για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπέβαλε πρωτοδίκως, παραπέμποντας σε σχετική νομολογία, ότι με την αγόρευση του συνηγόρου των αιτητών δεν μπορούσε  να τεθεί ζήτημα συμμόρφωσης του ενδιαφερομένου προσώπου με τους όρους και τις προδιαγραφές αφού τέτοιος λόγος ακύρωσης δεν είχε προβληθεί με την προσφυγή.  Ωστόσο, το Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα τήρησης των όρων. Το εξέτασε όχι από την άποψη εγκυρότητας της προσφοράς του ενδιαφερομένου προσώπου. Ανέφερε, όπως και για την προσφορά των εφεσειόντων, τα εξής:

“Δεν αμφισβητείται ότι οι προσφορές και των δύο υποβλήθηκαν νομότυπα, σύμφωνα δηλαδή με τους όρους προσφοράς.”

Το εξέτασε ως στοιχείο στη σύγκριση των προσφορών, στην οποία προέβη ο Δήμος.  Ανέφερε ότι:

“Σχετικά με τον ισχυρισμό για παράβαση των όρων του διαγωνισμού οι συνήγοροι των αιτητών διατείνονται πως στα σχέδια που υπέβαλαν οι ενδιαφερόμενοι περιλήφθηκαν και οικοδομές για γραφεία διαχείρισης των χώρων στάθμευσης, κάτι που δεν προβλεπόταν στους όρους του διαγωνισμού.  Στην επίδικη [*636]απόφαση, λέγουν οι συνήγοροι, λήφθηκε σοβαρά υπόψη το γεγονός τούτο υπέρ των ενδιαφερομένων, θεωρήθηκε δηλαδή ως πλεονέκτημα η πρόβλεψη για την οικοδόμηση γραφείων.”

Κατέληξε ότι:

“.... νόμιμα και ορθά η ενδιαφερόμενη εταιρεία περιέλαβε στα σχέδια της και οικοδομές για γραφεία διαχείρισης των χώρων στάθμευσης.  Στο Addendum I, υποδεικνύουν, πως επαφιόταν στους προσφοροδότες να προτείνουν οποιαδήποτε μέτρα και τρόπους που θα καταστήσουν τους χώρους στάθμευσης οικονομικά προσοδοφόρους. Τα γραφεία διαχείρισης ακριβώς βοηθούν στη λειτουργικότητα των χώρων, μιας και απ΄ εκεί θα γίνεται απ΄ ευθείας η διαχείριση τους, και τούτο προς οικονομικό όφελος του Δήμου.

Έχω τη γνώμη πως η θέση των δικηγόρων του Δήμου σ’ αυτό το σημείο είναι ορθή.  Η επιλογή της προσφοράς των ενδιαφερομένων έγινε, όπως διαπιστώνω από τα πρακτικά της απόφασης που παραθέτω πιο πάνω, γιατί κρίθηκε συνολικά ως η πλέον οικονομικά συμφέρουσα στο Δήμο, ενώ ταυτόχρονα πληροί τους όρους του διαγωνισμού.”

Το άλλο ζήτημα, εκείνο της αντίστοιχης  σημασίας του τεχνικού και του οικονομικού μέρους, ζήτημα το οποίο αφορά άμεσα την αιτιολογία, δεν συζητήθηκε στην απόφαση.  Ο συνάδελφός μας κατέληξε ότι, ενόψει της οικονομικής διάστασης, η απόφαση του Δήμου ήταν πλήρως αιτιολογημένη. 

Με την έφεση αμφισβητείται η πρωτόδικη κατάληξη ότι η προσφορά του ενδιαφερομένου προσώπου πληρούσε τους τεθέντες όρους.  Η αμφισβήτηση έχει ως βάση το αναντίλεκτο γεγονός πως, αντίθετα με ό,τι ο συνάδελφός μας θεώρησε πρωτόδικα, τα πρόσθετα οικοδομήματα δεν προορίζονταν για τη διαχείριση των χώρων στάθμευσης.  Επίσης αμφισβητείται ότι, ενόψει της μη αναφοράς του Δήμου στην πρόνοια για τη σημασία του 70%-30% μεταξύ τεχνικού και οικονομικού μέρους, η προσβληθείσα απόφαση θα μπορούσε να είχε ληφθεί δεόντως και να είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

Ο συνήγορος του ενδιαφερομένου προσώπου επανέλαβε ενώπιόν μας τη θέση, που ανέπτυξε και πρωτοδίκως, ότι στην απουσία σχετικού λόγου ακύρωσης τα περί παράβασης των όρων της προσφοράς προβάλλονται απαραδέκτως. Πρότεινε ακριβώς το ίδιο και για το άλλο ζήτημα του 70% - 30% που αφορά στην αιτιολογία, για το [*637]οποίο όμως αυτή η θέση δεν τέθηκε πρωτόδικα.

Αντέφεση δεν έγινε και ούτε δόθηκε ειδοποίηση εφεσιβλήτου.  Επομένως, οι λόγοι έφεσης εξετάζονται στο πλαίσιο των όσων απασχόλησαν και εξετάστηκαν πρωτόδικα, ανεξάρτητα από το τί είχε τεθεί με την προσφυγή. Στη Γεώργιος Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 135, η Ολομέλεια ανέφερε για μια τέτοια περίπτωση τα ακόλουθα:

“Η δικαστική απόφαση, με την οποία επήλθε η επικύρωση της προσβληθείσας διοικητικής απόφασης, αποτελεί, ενόσω παραμένει απρόσβλητη, αυθεντική διακήρυξη του δικαίου. Κι αυτό επιβάλλει βέβαια τη διατήρηση του δικαιώματος έφεσης. Το οποίο έχει ως αφετηρία τη δικαστική απόφαση και όχι τα όποια προηγηθέντα. Το αίτημα του ενδιαφερομένου προσώπου για συνοπτική απόρριψη της έφεσης δεν μπορεί να επιτύχει διότι δεν μπορεί να διαπεράσει την πρωτόδικη δικαστική απόφαση.”

Αυτά αφορούν στο ζήτημα συμμόρφωσης του ενδιαφερομένου προσώπου με τους όρους. Αναφορικά με το ζήτημα της αιτιολογίας, θεωρούμε ότι αυτό είχε τεθεί με την προσφυγή παρόλον που δεν διατυπώθηκαν λεπτομέρειες: βλ. την απόφαση της πλειοψηφίας στη Μαρία Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281.

Είναι, κατά την άποψή μας, προφανές ότι η πρόσκληση για προσφορές περιόριζε το έργο σε δύο πολυόροφους χώρους               στάθμευσης - σταθμούς όπως συντομογραφικά αναφέρονται - και δεν επέτρεπε την ανέγερση άλλων αυτοτελών οικοδομών που δεν συναρτώνταν λειτουργικά με αυτούς.  Το τεχνικό μέρος της προσφοράς δεν μπορούσε να επεκταθεί πέραν αυτού του έργου το οποίο καθοριζόταν στην πρόσκληση.  Το αντίθετο θα σήμαινε πως ζητούνταν προσφορές χωρίς σταθερές και ομοιόμορφες προδιαγραφές, ανάλογα με ό,τι οι προσφοροδότες θα θεωρούσαν σκόπιμο οι ίδιοι να προσθέσουν, μικρό ή μεγάλο,  διαμορφώνοντας εν τέλει οι ίδιοι το σύνολο του έργου.  Είναι επομένως αυτονόητο ότι με την οικονομική πρόταση δεν μπορούσε να μεταβληθεί το βασικό δεδομένο της έκτασης του έργου, το οποίο αποτελούσε σημείο αναφοράς. Άλλωστε, οι όροι που αφορούσαν την οικονομική πρόταση - παράγραφος 10.2 και η Προσθήκη αρ. 1, που παραθέσαμε - δεν δικαιολογούσαν, κατά τη γνώμη μας, διαφορετική ερμηνευτική προσέγγιση. Είναι νομίζουμε σαφές ότι οι εν λόγω όροι αναφέρονταν στο καθεστώς και τρόπο λειτουργίας των σταθμών.

Δεν είχε, λοιπόν, τη δυνατότητα ο Δήμος να λάβει υπόψη, ως μέρος της οικονομικής πρότασης του ενδιαφερομένου προσώπου, τα [*638]όσα αφορούσαν την εκτός όρων επέκταση του έργου.  Αντικρύζουμε εδώ το ζήτημα των όρων, όπως αντικρύστηκε και πρωτόδικα, από τη σκοπιά της στάθμισης  στοιχείων και όχι της εγκυρότητας της προσφοράς του ενδιαφερομένου προσώπου αφού, καθώς προκύπτει από τα όσα προαναφέραμε, δεν μας παρέχεται τέτοια δυνατότητα.

Ως προς το ζήτημα της αιτιολογίας, η κατάληξή μας ότι ο Δήμος εσφαλμένα ήταν που αντίκρυσε τα δεδομένα που αφορούσαν την έκταση του έργου, ως στοιχεία άρρηκτα συνυφασμένα με την οικονομική πρόταση, έχει ως αντίκτυπο την αφαίρεση του ερείσματος της εξήγησης που ο Δήμος έδωσε για την προτίμηση της προσφοράς του ενδιαφερομένου προσώπου. Πέρα όμως από αυτό, θεωρούμε πως η αιτιολογία δεν θα μπορούσε να ήταν πλήρης χωρίς συγκεκριμένη αναφορά στον όρο που αφορούσε τη σημασία, αντιστοίχως, της τεχνικής και οικονομικής πρότασης.

Η έφεση επιτυγχάνει.  Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.  Έξοδα υπέρ των εφεσειόντων, πρωτόδικα και έφεσης.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

           

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο